Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ»·
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως o περί Μακροπροληπτικής Εποπτείας των Ιδρυμάτων Νόμος του 2015.
2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν προκύπτει διαφορετικά από το κείμενο -
«αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφάλειας ειδικά για κάθε ίδρυμα» σημαίνει τα ίδια κεφάλαια που ένα ίδρυμα οφείλει να τηρεί σύμφωνα με το άρθρο 5·
«ΑΠΙ» σημαίνει αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα, κατά την έννοια του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου όπως διορθώθηκε, το οποίο συστάθηκε στη Δημοκρατία∙
«απόθεμα ασφαλείας διατήρησης κεφαλαίου» σημαίνει τα ίδια κεφάλαια που τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ οφείλουν να διατηρούν σύμφωνα με το άρθρο 4∙
«απόθεμα ασφαλείας G-SII» σημαίνει τα ίδια κεφάλαια που πρέπει να διατηρούνται δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 6∙
«απόθεμα ασφαλείας O-SII» σημαίνει τα ίδια κεφάλαια που πρέπει να διατηρούνται δυνάμει του εδαφίου (5) του άρθρου 6∙
«απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου» σημαίνει τα ίδια κεφάλαια που ένα ίδρυμα οφείλει ή ενδέχεται να υποχρεωθεί να διατηρεί, δυνάμει του άρθρου 7∙
«αρμόδιες αρχές» σημαίνει -
(α) για τα ΑΠΙ, την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, και
(β) για τις ΚΕΠΕΥ, την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς∙
«ΕΑΤ» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) που έχει συγκροτηθεί δια της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ»∙
«Εντεταλμένη Αρχή» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αρμόδια για τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος δυνάμει της παραγράφου (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 6 του περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου όπως διορθώθηκε∙
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης∙
«Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς» σημαίνει την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς που λειτουργεί δυνάμει του περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου όπως διορθώθηκε∙
«ΕΣΣΚ» σημαίνει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου που έχει ιδρυθεί δια της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου»∙
«θυγατρική» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·
«ίδρυμα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στο Άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013∙
«ίδρυμα με εγχώρια άδεια» σημαίνει ίδρυμα που έχει λάβει άδεια λειτουργίας στο κράτος μέλος ως προς το οποίο συγκεκριμένη εντεταλμένη αρχή είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό του ποσοστού αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας·
«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012∙
«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1092/2010» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου»∙
«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αρ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής»·
«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 806/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Ιουλίου 2014 περί θεσπίσεως ενιαίων κανόνων και διαδικασίας για την εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων και ορισμένων επιχειρήσεων επενδύσεων στο πλαίσιο ενός Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης και ενός Ενιαίου Ταμείου Εξυγίανσης και τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010»·
«ΚΕΠΕΥ» σημαίνει Κυπριακή Επιχείρηση Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών όπως ορίζεται στο άρθρο 2 των περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμων όπως διορθώθηκαν∙
«μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·
«μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος μέλος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·
«μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος μέλος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·
«μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·
«μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο σε κράτος μέλος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·
«μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην ΕΕ» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·
«Οδηγία 2013/36/ΕΕ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο “Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ”, ως τροποποιήθηκε από την Οδηγία 2019/2034 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2019·
«οδηγός αποθέματος ασφαλείας» σημαίνει το σημείο αναφοράς αποθέματος ασφαλείας που υπολογίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 8∙
«όμιλος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·
«παγκόσμιο συστημικώς σημαντικό ίδρυμα» ή «G-SII» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·
«παγκόσμιο συστημικώς σημαντικό ίδρυμα εκτός ΕΕ» ή «εκτός ΕΕ G-SII» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 134) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·
«ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας» σημαίνει το συντελεστή που πρέπει να εφαρμόσουν τα ιδρύματα για να υπολογίσουν το αντικυκλικό απόθεμα ασφαλείας κεφαλαίου ειδικά για το κάθε ίδρυμα, όπως ορίζεται βάσει των άρθρων 10 και 11 ή από σχετική αρχή τρίτης χώρας, κατά περίπτωση ∙
«συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας» σημαίνει το συνολικό κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 το οποίο χρειάζεται για την εκπλήρωση της απαίτησης τήρησης αποθέματος ασφαλείας διατήρησης κεφαλαίου, στο οποίο προστίθενται τα εξής, κατά περίπτωση:
(α) ειδικό για το κάθε ίδρυμα αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας,
(β) απόθεμα ασφαλείας G-SII,
(γ) απόθεμα ασφαλείας O-SII,
(δ) απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου∙
«Σύσταση 2003/361/ΕΚ» σημαίνει τη Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής της 6ης Μαΐου 2003 σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων·
«συστημικός κίνδυνος» σημαίνει τον κίνδυνο αποδιοργάνωσης του χρηματοοικονομικού συστήματος με εν δυνάμει σοβαρές αρνητικές συνέπειες για το χρηματοοικονομικό σύστημα και την πραγματική οικονομία·
«συστημικά σημαντικό ίδρυμα» σημαίνει μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή ίδρυμα, η αποτυχία ή η δυσλειτουργία του οποίου θα μπορούσε να οδηγήσει σε συστημικό κίνδυνο.
(2) Για σκοπούς του παρόντος Νόμου, όροι που δεν καθορίζονται με οποιοδήποτε τρόπο σε αυτόν, εκτός αν προκύπτει διαφορετικά από το κείμενο, έχουν την έννοια την οποία αποδίδουν σε αυτούς, ο περί Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμος, ο περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμος, ο περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμος, ο περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμος και ο Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013.
(2Α) Για σκοπούς διασφάλισης ότι οι απαιτήσεις ή εποπτικές εξουσίες που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο ή στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 εφαρμόζονται σε ενοποιημένη ή υποενοποιημένη βάση σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο και τον εν λόγω Κανονισμό, οι όροι “ίδρυμα”, “μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο σε κράτος μέλος”, “μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην ΕΕ” και “μητρική επιχείρηση” περιλαμβάνουν επίσης-
(α) χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών και μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών στις οποίες έχει χορηγηθεί έγκριση σύμφωνα με το άρθρο 4Γ του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου ή, ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με το Άρθρο 21α της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ,
(β) καθορισμένα ιδρύματα ελεγχόμενα από μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ, μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ, μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος μέλος ή μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος μέλος, εφόσον η οικεία μητρική εταιρεία δεν υπόκειται σε έγκριση σύμφωνα με το άρθρο 4Γ(4) του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου ή, ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με το Άρθρο 21α(4) της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ∙ και
(γ) χρηματοδοτικές εταιρείες συμμετοχών, μικτές χρηματοοικονομικές εταιρείες συμμετοχών ή ιδρύματα που ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4Γ(6)(β)(iv) του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου ή, ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με το Άρθρο 21α(6)(δ) της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ.
(3) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού κανονιστικές διοικητικές πράξεις, οποιαδήποτε αναφορά σε νομοθετική πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως Οδηγία, Κανονισμό ή Απόφαση, σημαίνει την εν λόγω πράξη όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός αν προκύπτει διαφορετική έννοια από το κείμενο.
3.-(1)(α) Η Κεντρική Τράπεζα, ως Εντεταλμένη Αρχή, καθίσταται αρμόδια για την εφαρμογή των διατάξεων του Άρθρου 133(3) της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ και των Άρθρων 124(1α), 164(5) και 458(1) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.
(β) Η Κεντρική Τράπεζα ασκεί την προβλεπόμενη στην παράγραφο (α) αρμοδιότητα, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των κατά περίπτωση αρμόδιων αρχών της Δημοκρατίας.
(3) [Διαγράφηκε].
3Α.-(1) Τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ δεν χρησιμοποιούν κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1, το οποίο τηρείται προκειμένου να πληρούνται-
(α) η συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος ασφαλείας,
(β) οποιαδήποτε από τις απαιτήσεις του Άρθρου 92, παράγραφος 1, στοιχεία α), β) και γ) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013∙ και
(γ) οι πρόσθετες απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων που επιβάλλονται σύμφωνα με το Άρθρο 104α της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ και το άρθρο 30δις του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου για την αντιμετώπιση άλλων κινδύνων εκτός του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης και την καθοδήγηση που κοινοποιείται σύμφωνα με το Άρθρο 104β, παράγραφος 3 της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ και το άρθρο 30τρις(3) του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου για την αντιμετώπιση κινδύνων εκτός του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης.
(2) Τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ δεν χρησιμοποιούν κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 το οποίο τηρείται προκειμένου να πληρούται ένα εκ των στοιχείων της οικείας συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας, ώστε να πληρούν άλλα εφαρμοστέα στοιχεία της οικείας συνδυασμένης απαίτησης αποθέματος ασφαλείας.
(3) Τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ δεν χρησιμοποιούν κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 το οποίο τηρείται προκειμένου να πληρούται η συνδυασμένη απαίτηση αποθέματος, ώστε να πληρούν τις βάσει κινδύνου συνιστώσες των απαιτήσεων των Άρθρων 92α και 92β του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και των άρθρων 25Β και 25Γ του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Εταιρειών Νόμου.
4.-(1) Πέραν του κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 που τηρείται για την εκπλήρωση οποιασδήποτε από τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων του Άρθρου 92(1)(α), (β), (γ) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, έκαστο από τα ΑΠΙ και τις ΚΕΠΕΥ τηρεί απόθεμα ασφαλείας διατήρησης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 ίσο με το 2,5% του συνολικού ποσού ανοιγμάτων τους σε κίνδυνο, υπολογισμένο σύμφωνα με το Άρθρο 92(3) του εν λόγω Κανονισμού, σε ατομική και ενοποιημένη βάση, όπως εφαρμόζεται σύμφωνα με το Πρώτο Μέρος, Τίτλος ΙΙ, του εν λόγω Κανονισμού.
(2) [Διαγράφηκε].
(3) [Διαγράφηκε].
(4) Σε περίπτωση που ΑΠΙ ή ΚΕΠΕΥ δεν τηρεί πλήρως την απαίτηση του εδαφίου (1), εφαρμόζονται επ’ αυτού/αυτής περιορισμοί της διανομής κερδών που, ανάλογα με την περίπτωση, αναφέρονται στο άρθρο 22Γ (2) και (3) του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, σε σχέση με ΑΠΙ, και στην παράγραφο 57(2) και (3) της Οδηγίας ΟΔ144-2014-14 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου για την Προληπτική Εποπτεία των Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών, σε σχέση με ΚΕΠΕΥ.
5.-(1) Έκαστο από τα ΑΠΙ και τις ΚΕΠΕΥ τηρεί αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας, ίσο με το συνολικό ποσό ανοιγμάτων του σε κίνδυνο, υπολογιζόμενο σύμφωνα με το Άρθρο 92(3) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και πολλαπλασιαζόμενο με τον σταθμισμένο μέσο όρο των ποσοστών αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 13 του παρόντος Νόμου σε ατομική και ενοποιημένη βάση, όπως εφαρμόζεται σύμφωνα με το Πρώτο Μέρος, Τίτλος II του εν λόγω Κανονισμού∙ το εν λόγω απόθεμα ασφαλείας συνίσταται σε κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1.
(2) [Διαγράφηκε].
(3) [Διαγράφηκε].
(4) Σε περίπτωση που ΑΠΙ ή ΚΕΠΕΥ δεν τηρεί πλήρως την απαίτηση που προβλέπεται στο εδάφιο (1), εφαρμόζονται επ’ αυτού/αυτής οι περιορισμοί της διανομής κερδών που, ανάλογα με την περίπτωση, αναφέρονται στο άρθρο 22Γ (2) και (3) του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, σε σχέση με ΑΠΙ, και στην παράγραφο 57(2) και (3) της Οδηγίας ΟΔ144-2014-14 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου για την Προληπτική Εποπτεία των Επιχηρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών, σε σχέση με ΚΕΠΕΥ.
6.-(1)(α) Η Εντεταλμένη Αρχή, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, είναι υπεύθυνη για τον με απόφασή της προσδιορισμό, σε ενοποιημένη βάση, των G-SII και, σε ατομική, υποενοποιημένη ή ενοποιημένη βάση, ανάλογα με την περίπτωση, των O-SII, τα οποία έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στη Δημοκρατία, δυνάμει του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου ή του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου·
(β) Τα G-SII είναι οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:
(i) Ένας όμιλος με επικεφαλής ένα μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην ΕΕ, μία μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ ή μια μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ· ή
(ii) ένα ίδρυμα που δεν είναι θυγατρική μητρικού ιδρύματος εγκατεστημένου στην ΕΕ, μητρικής χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών εγκατεστημένης στην ΕΕ ή μητρικής μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών εγκατεστημένης στην ΕΕ·
(γ) Τα Ο-SII επιτρέπεται να αποτελούν είτε ίδρυμα είτε όμιλο με επικεφαλής ένα μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην ΕΕ, μία μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ, μία μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη στην ΕΕ, ένα μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο σε κράτος μέλος, μία μητρική χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος μέλος ή μία μητρική μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών εγκατεστημένη σε κράτος μέλος.
(2)(α) Η μέθοδος προσδιορισμού των G-SII βασίζεται στις ακόλουθες κατηγορίες:
(i) μέγεθος του ομίλου,
(ii) διασύνδεση του ομίλου με το χρηματοοικονομικό σύστημα,
(iii) δυνατότητα υποκατάστασης των υπηρεσιών ή της χρηματοοικονομικής υποδομής που παρέχει ο όμιλος,
(iv) πολυπλοκότητα του ομίλου,
(v) διασυνοριακή δραστηριότητα του ομίλου, περιλαμβανομένης της διασυνοριακής δραστηριότητας μεταξύ της Δημοκρατίας και άλλων κρατών μελών καθώς και μεταξύ της Δημοκρατίας και τρίτης χώρας.
(β) Κάθε κατηγορία έχει ίση στάθμιση και αποτελείται από ποσοτικούς δείκτες.
(γ) Από την εφαρμογή της μεθόδου προκύπτει συνολική βαθμολογία για κάθε οντότητα της παραγράφου (α) πιο πάνω που αξιολογείται, που επιτρέπει τον προσδιορισμό και την κατάταξη των G-SII σε υποκατηγορία σύμφωνα με το εδάφιο (9).
(2Α)(α) Η πρόσθετη μεθοδολογία προσδιορισμού των G-SII βασίζεται στις ακόλουθες κατηγορίες:
(i) Τις κατηγορίες που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) έως (iv) της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου·
(ii) διασυνοριακή δραστηριότητα του ομίλου, εξαιρουμένων των δραστηριοτήτων του ομίλου σε όλα τα συμμετέχοντα κράτη μέλη όπως αναφέρονται στο Άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014.
(β) Κάθε κατηγορία έχει ίσο βάρος και αποτελείται από δείκτες που μπορούν να εκφραστούν ποσοτικά, για τις κατηγορίες δε που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α), οι δείκτες πρέπει να είναι οι ίδιοι με εκείνους των αντίστοιχων δεικτών που καθορίζονται σύμφωνα με το εδάφιο (2).
(γ) Η Εντεταλμένη Αρχή, βάσει της πρόσθετης συνολικής βαθμολογίας για κάθε αξιολογούμενη οντότητα του εδαφίου (1), η οποία προκύπτει από την εφαρμογή της πρόσθετης μεθοδολογίας προσδιορισμού, δύναται με απόφασή της να λάβει ένα από τα μέτρα που αναφέρονται στη παράγραφο (γ) του εδαφίου (10).
(3) Τα O-SII προσδιορίζονται σύμφωνα με το εδάφιο (1) και η συστημική σημασία αξιολογείται στη βάση μερικών τουλάχιστον εκ των ακόλουθων κριτηρίων:
(i) μέγεθος,
(ii) σημασία για την οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Δημοκρατίας,
(iii) σημασία των διασυνοριακών δραστηριοτήτων,
(iv) διασύνδεση του ιδρύματος ή του ομίλου με το χρηματοοικονομικό σύστημα.
(4) Κάθε G-SII διατηρεί, σε ενοποιημένη βάση, απόθεμα ασφαλείας G-SII το οποίο αντιστοιχεί στην υποκατηγορία στην οποία έχει καταταγεί το G-SII. Το εν λόγω απόθεμα ασφαλείας συνίσταται σε και αποτελεί συμπληρωματικό κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1.
(5) Η Εντεταλμένη Αρχή, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, δύναται με απόφασή της να υποχρεώνει κάθε O-SII, σε ενοποιημένη, υποενοποιημένη ή ατομική βάση, ανάλογα με την περίπτωση, να τηρεί απόθεμα ασφαλείας O-SII ύψους έως 3% του συνολικού ποσού ανοιγμάτων σε κίνδυνο, που υπολογίζεται σύμφωνα με το Άρθρο 92(3) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, λαμβανομένων υπόψη των κριτηρίων για τον προσδιορισμό του O-SII∙ το εν λόγω απόθεμα ασφαλείας συνίσταται σε κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1.
(5Α) Τηρουμένης της εξασφάλισης εξουσιοδότησης της Επιτροπής σύμφωνα με το Άρθρο 131(5α), τρίτο εδάφιο της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ, η Εντεταλμένη Αρχή, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, δύναται με απόφασή της να υποχρεώνει κάθε O-SII, σε ενοποιημένη, υποενοποιημένη ή ατομική βάση, ανάλογα με την περίπτωση, να διατηρεί απόθεμα ασφαλείας O-SII υψηλότερο του 3% του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το Άρθρο 92(3) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013. το εν λόγω απόθεμα ασφαλείας συνίσταται σε κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1.
(6) Η Εντεταλμένη Αρχή, όταν απαιτεί την τήρηση αποθέματος ασφαλείας O-SII, μεριμνεί για τα ακόλουθα:
(α) το απόθεμα ασφαλείας O-SII δεν συνεπάγεται δυσανάλογες δυσμενείς επιπτώσεις στο σύνολο ή σε τμήματα του χρηματοοικονομικού συστήματος άλλων κρατών μελών ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο σύνολό της, σχηματίζοντας ή δημιουργώντας εμπόδιο στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς∙
(β) αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, το απόθεμα ασφαλείας O-SII επανεξετάζεται από την Εντεταλμένη Αρχή τουλάχιστον ετησίως.
(7) Η Εντεταλμένη Αρχή, προτού με απόφασή της καθορίσει ή ανακαθορίσει απόθεμα ασφαλείας O-SII, το γνωστοποιεί στο ΕΣΣΚ ένα μήνα πριν από τη δημοσίευση της απόφασης που αναφέρεται στο εδάφιο (5) και τρεις μήνες πριν από τη δημοσίευση της απόφασης που αναφέρεται στο εδάφιο (5Α). στις εν λόγω γνωστοποιήσεις καθορίζονται αναλυτικά-
(α) οι λόγοι για τους οποίους το απόθεμα ασφαλείας O-SII θεωρείται πιθανώς αποτελεσματικό και αναλογικό για το μετριασμό του κινδύνου,
(β) η αξιολόγηση του πιθανού θετικού ή αρνητικού αντικτύπου του αποθέματος ασφαλείας O-SII στην εσωτερική αγορά βάσει των πληροφοριών που διαθέτει η Δημοκρατία,
(γ) το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας O-SII που επιθυμεί να καθορίσει η Εντεταλμένη Αρχή.
(8) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 7 και του εδαφίου (5) του παρόντος άρθρου, όταν ένα O-SII είναι θυγατρική ενός G-SII ή ενός O-SII που είναι είτε ίδρυμα είτε όμιλος με επικεφαλής μητρικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην ΕΕ και υπόκειται σε απόθεμα ασφαλείας O-SII σε ενοποιημένη βάση, το απόθεμα ασφαλείας που εφαρμόζεται σε ατομική ή υποενοποιημένη βάση στο O-SII δεν υπερβαίνει το χαμηλότερο από τα πιο κάτω:
(α) Το άθροισμα του μεγαλύτερου ποσοστού αποθέματος ασφαλείας G-SII ή O-SII που εφαρμόζεται στον όμιλο σε ενοποιημένη βάση και του 1% του συνολικού ποσού ανοιγμάτων σε κίνδυνο, που υπολογίζεται σύμφωνα με το Άρθρο 92(3) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·
(β) το 3% του συνολικού ποσού ανοιγμάτων σε κίνδυνο, που υπολογίζεται σύμφωνα με το Άρθρο 92(3) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή το ποσοστό που ενέκρινε η Επιτροπή να εφαρμοστεί στον όμιλο σε ενοποιημένη βάση σύμφωνα με το Άρθρο 131(5α), τρίτο εδάφιο της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ.
(9)(α) Υπάρχουν τουλάχιστον πέντε υποκατηγορίες των G-SII.
(β) Το κατώτατο όριο και τα όρια μεταξύ κάθε υποκατηγορίας καθορίζονται από τις βαθμολογίες βάσει της μεθοδολογίας προσδιορισμού που αναφέρεται στο εδάφιο (2).
(γ) Οι οριακές βαθμολογίες μεταξύ γειτονικών υποκατηγοριών καθορίζονται σαφώς και ακολουθούν την αρχή ότι υπάρχει σταθερή γραμμική αύξηση συστημικής σημασίας μεταξύ κάθε υποκατηγορίας, που έχει ως αποτέλεσμα τη γραμμική αύξηση της απαίτησης πρόσθετου κεφαλαίου κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1, με εξαίρεση την πέμπτη υποκατηγορία και οποιαδήποτε προστιθέμενη ανώτερη υποκατηγορία.
(δ) Για την κατώτατη υποκατηγορία ισχύει απόθεμα ασφαλείας G-SII ίσο με το 1% του συνολικού ποσού ανοιγμάτων σε κίνδυνο, που υπολογίζεται σύμφωνα με το Άρθρο 92(3) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και το απόθεμα ασφαλείας για κάθε υποκατηγορία αυξάνεται ανά βαθμίδα κατά 0,5% τουλάχιστον του συνολικού ποσού ανοιγμάτων σε κίνδυνο, που υπολογίζεται σύμφωνα με το Άρθρο 92(3) του εν λόγω Κανονισμού.
(ε) Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, “συστημική σημασία” σημαίνει τον αναμενόμενο αντίκτυπο της δυσχέρειας του G-SII στην παγκόσμια χρηματοοικονομική αγορά.
(10) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (1) και (9) και χρησιμοποιώντας τις υποκατηγορίες και τις οριακές βαθμολογίες που αναφέρονται στο εδάφιο (9), η Εντεταλμένη Αρχή, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, δύναται με απόφασή της, κατά την άσκηση ορθής εποπτικής κρίσης-
(α) να ανακατατάσσει ένα G-SII από κατώτερη υποκατηγορία σε ανώτερη υποκατηγορία·
(β) να κατατάσσει οντότητα κατά το εδάφιο (1) που έχει συνολική βαθμολογία, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (2), χαμηλότερη από την οριακή βαθμολογία της κατώτατης υποκατηγορίας σε αυτήν την υποκατηγορία ή σε ανώτερη υποκατηγορία, προσδιορίζοντάς την κατ' αυτό τον τρόπο ως G-SII·
(γ) λαμβάνοντας υπόψη τον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης, επί τη βάσει της πρόσθετης συνολικής βαθμολογίας που αναφέρεται στο εδάφιο (2Α), να ανακατατάσσει ένα G-SII από ανώτερη υποκατηγορία σε κατώτερη υποκατηγορία.
(11) [Διαγράφηκε].
(12)(α) Η Εντεταλμένη Αρχή γνωστοποιεί στο ΕΣΣΚ τις επωνυμίες των G-SII και O-SII και την αντίστοιχη υποκατηγορία στην οποία κατατάσσεται κάθε G-SII. η γνωστοποίηση περιέχει πλήρη αιτιολόγηση για την άσκηση ή μη εποπτικής κρίσης σύμφωνα με τις παραγράφους (α), (β) και (γ) του εδαφίου (10). η Εντεταλμένη Αρχή δημοσιοποιεί την υποκατηγορία στην οποία κατατάσσεται κάθε G-SII.
(β) Η Εντεταλμένη Αρχή επανεξετάζει ετησίως τον προσδιορισμό των G-SII και O-SII και την κατάταξη των G-SII στις αντίστοιχες υποκατηγορίες και γνωστοποιεί το αποτέλεσμα στο σχετικό συστημικά σημαντικό ίδρυμα και στο ΕΣΣΚ. η Εντεταλμένη Αρχή δημοσιοποιεί τον ενημερωμένο κατάλογο των προσδιοριζόμενων συστημικά σημαντικών ιδρυμάτων και την υποκατηγορία στην οποία κατατάσσεται κάθε προσδιοριζόμενο G-SII.
(13) [Διαγράφηκε].
(14) Σε περίπτωση που όμιλος, σε ενοποιημένη βάση, υπόκειται σε απόθεμα ασφαλείας G-SII και απόθεμα ασφαλείας O-SII, εφαρμόζεται το υψηλότερο απόθεμα ασφαλείας.
(15)(α) Σε περίπτωση που ΑΠΙ ή ΚΕΠΕΥ υπόκειται σε απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου, το οποίο έχει οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 7, το εν λόγω απόθεμα ασφαλείας είναι σωρευτικό με το απόθεμα ασφαλείας O-SII ή το απόθεμα ασφαλείας G-SII που εφαρμόζεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο.
(β) Σε περίπτωση που το άθροισμα του ποσοστού αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου, όπως υπολογίζεται για τους σκοπούς των εδαφίων (8), (9) ή (10) του άρθρου 7 και του ποσοστού αποθέματος ασφαλείας O-SII ή του ποσοστού αποθέματος ασφαλείας G-SII στο οποίο υπόκειται το ίδιο ΑΠΙ ή η ίδια ΚΕΠΕΥ είναι υψηλότερο του 5%, εφαρμόζεται η διαδικασία του εδαφίου (5Α).
(16) [Διαγράφηκε].
(17) [Διαγράφηκε].
7.-(1) Η Εντεταλμένη Αρχή, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, δύναται με απόφασή της να εισαγάγει απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου από κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 για τον χρηματοπιστωτικό τομέα ή για ένα ή περισσότερα υποσύνολα του εν λόγω τομέα σε όλα ή σε υποσύνολο ανοιγμάτων, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (4), ώστε να αποτρέπονται και να μετριάζονται οι μακροπροληπτικοί ή συστημικοί κίνδυνοι που δεν καλύπτονται από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013, όπως διορθώθηκε και από τα άρθρα 5 και 6 του παρόντος Νόμου, κατά την έννοια κινδύνου διαταραχής του χρηματοοικονομικού συστήματος με πιθανότητα σοβαρών αρνητικών επιπτώσεων για το χρηματοοικονομικό σύστημα και την πραγματική οικονομία στη Δημοκρατία.
(2) Τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ υπολογίζουν το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου ως εξής:
Όπου-
BSR = το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου,
rT = το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας που εφαρμόζεται στο συνολικό ποσό ανοιγμάτων σε κίνδυνο ενός ΑΠΙ ή μιας ΚΕΠΕΥ,
ET = το συνολικό ποσό ανοιγμάτων σε κίνδυνο ενός ΑΠΙ ή μιας ΚΕΠΕΥ, υπολογιζόμενο σύμφωνα με το Άρθρο 92(3) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,
i = ο δείκτης που δηλώνει το υποσύνολο των ανοιγμάτων και αναφέρεται στο εδάφιο (4),
ri = το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας που εφαρμόζεται στο ποσό ανοιγμάτων σε κίνδυνο του υποσυνόλου ανοιγμάτων i, και
Ei = το ποσό ανοιγμάτων σε κίνδυνο ενός ΑΠΙ ή μιας ΚΕΠΕΥ για το υποσύνολο ανοιγμάτων i υπολογιζόμενο σύμφωνα με το Άρθρο 92(3) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.
(3) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), η Εντεταλμένη Αρχή, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, δύναται με απόφασή της να απαιτεί από τα ΑΠΙ ή/και τις ΚΕΠΕΥ να τηρούν απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου από κεφάλαιο κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 υπολογιζόμενο σύμφωνα με τo εδάφιο (2), σε ατομική, ενοποιημένη ή υποενοποιημένη βάση, ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με το Πρώτο Μέρος, Τίτλο II του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.
(4) Η Εντεταλμένη Αρχή δύναται με απόφασή της να εφαρμόζει το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου στα εξής:
(α) Όλα τα ανοίγματα στη Δημοκρατία·
(β) τα ακόλουθα τομεακά ανοίγματα στη Δημοκρατία:
(i) όλα τα ανοίγματα λιανικής σε φυσικά πρόσωπα που εξασφαλίζονται με ακίνητα προοριζόμενα για κατοικία·
(ii) όλα τα ανοίγματα σε νομικά πρόσωπα που εξασφαλίζονται με υποθήκες σε εμπορική ακίνητη περιουσία·
(iii) όλα τα ανοίγματα σε νομικά πρόσωπα εξαιρουμένων αυτών που ορίζονται στην υποπαράγραφο (ii)·
(iv) όλα τα ανοίγματα σε φυσικά πρόσωπα εξαιρουμένων αυτών που ορίζονται στην υποπαράγραφο (i)·
(γ) όλα τα ανοίγματα σε άλλα κράτη μέλη, τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (10) και (13)·
(δ) τα τομεακά ανοίγματα σε άλλα κράτη μέλη, όπως ορίζονται στο Άρθρο 133(5)(β) της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ, με μόνο σκοπό την αναγνώριση ποσοστού αποθέματος ασφαλείας που έχει οριστεί από άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με το Άρθρο 134 της εν λόγω Οδηγίας·
(ε) ανοίγματα σε τρίτες χώρες·
(στ) υποτομείς κάθε μιας από τις κατηγορίες ανοιγμάτων που προσδιορίζονται στην παράγραφο (β).
(5) Ένα απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου εφαρμόζεται σε όλα τα ανοίγματα ή σε υποσύνολο ανοιγμάτων, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (4), όλων των ΑΠΙ και των ΚΕΠΕΥ ή σε ένα ή περισσότερα υποσύνολα αυτών των ΑΠΙ και των ΚΕΠΕΥ και ορίζεται και αναπροσαρμόζεται σε πολλαπλάσια του 0,5%. η Εντεταλμένη Αρχή, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, δύναται με απόφασή της να εισάγει διαφορετικές απαιτήσεις για διαφορετικά υποσύνολα ιδρυμάτων και ανοιγμάτων. το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου δεν αντιμετωπίζει κινδύνους που καλύπτονται από τα άρθρα 5 και 6.
(6) Η Εντεταλμένη Αρχή, όταν απαιτεί την τήρηση αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου, συμμορφώνεται προς τα ακόλουθα:
(α)Το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου δεν προκαλεί δυσανάλογες δυσμενείς επιπτώσεις στο σύνολο ή σε τμήματα του χρηματοοικονομικού συστήματος άλλων κρατών μελών ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνολικά, σχηματίζοντας ή δημιουργώντας εμπόδιο στην ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς·
(β)το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου επανεξετάζεται τουλάχιστον ανά διετία από την Εντεταλμένη Αρχή, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών·
(γ)το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου δεν χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση κινδύνων που καλύπτονται από τα άρθρα 5 και 6.
(7)(α) Η Εντεταλμένη Αρχή ειδοποιεί το ΕΣΣΚ πριν από τη δημοσίευση της απόφασης που αναφέρεται στο εδάφιο (11).
(β) Σε περίπτωση που το ΑΠΙ ή η ΚΕΠΕΥ, στο οποίο ή στην οποία εφαρμόζονται ένα ή περισσότερα ποσοστά αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου αποτελεί θυγατρική μητρικής εταιρείας εγκατεστημένης σε άλλο κράτος μέλος, η Εντεταλμένη Αρχή ειδοποιεί επίσης τις αρχές του εν λόγω κράτους μέλους.
(γ) Σε περίπτωση που ποσοστό αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου εφαρμόζεται σε ανοίγματα σε τρίτες χώρες, η Εντεταλμένη Αρχή ειδοποιεί επίσης το ΕΣΣΚ.
(δ) Οι εν λόγω ειδοποιήσεις καθορίζουν αναλυτικά-
(i) τους μακροπροληπτικούς ή συστημικούς κινδύνους στη Δημοκρατία·
(ii) τους λόγους για τους οποίους η διάσταση των μακροπροληπτικών ή συστημικών κινδύνων απειλεί τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος της Δημοκρατίας, με αιτιολόγηση του ποσοστού του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου·
(iii) τους λόγους για τους οποίους το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου θεωρείται ότι είναι πιθανό να είναι αποτελεσματικό και αναλογικό για τον μετριασμό του κινδύνου·
(iv) εκτίμηση του πιθανού θετικού ή αρνητικού αντικτύπου του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου στην εσωτερική αγορά βάσει των πληροφοριών που διαθέτει η Δημοκρατία·
(v) το ποσοστό ή τα ποσοστά του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου που η Εντεταλμένη Αρχή προτίθεται να επιβάλει, τα ανοίγματα στα οποία εφαρμόζονται τα ποσοστά και τα ΑΠΙ και τις ΚΕΠΕΥ που υπόκεινται στα ποσοστά αυτά·
(vi) όταν το ποσοστό του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου εφαρμόζεται σε όλα τα ανοίγματα, έκθεση των λόγων για τους οποίους η Εντεταλμένη Αρχή θεωρεί ότι το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου δεν επικαλύπτει τη λειτουργία του αποθέματος ασφαλείας O-SII που προβλέπεται στο άρθρο 6.
(ε) Σε περίπτωση που η απόφαση να καθοριστεί ποσοστό αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου συνεπάγεται μείωση ή δεν συνεπάγεται αλλαγή σε σύγκριση με το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας που είχε καθοριστεί προηγουμένως, η Εντεταλμένη Αρχή συμμορφώνεται μόνο με το παρόν εδάφιο.
(8)(α) Σε περίπτωση που ο καθορισμός ή ανακαθορισμός ποσοστού ή ποσοστών αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου σε οποιαδήποτε κατηγορία ή υποκατηγορία ανοιγμάτων, η οποία αναφέρεται στο εδάφιο (4) και η οποία υπόκειται σε ένα ή περισσότερα αποθέματα ασφαλείας συστημικού κινδύνου, δεν έχει ως αποτέλεσμα συνδυασμένο ποσοστό αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου υψηλότερο του 3% για οποιοδήποτε από τα ανοίγματα αυτά, η Εντεταλμένη Αρχή ειδοποιεί το ΕΣΣΚ σύμφωνα με το εδάφιο (7) ένα μήνα πριν από τη δημοσίευση που προβλέπεται στο εδάφιο (11).
(β) Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, η αναγνώριση ποσοστού αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου που ορίζει άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με το Άρθρο 134 της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ δεν προσμετράται για το όριο του 3%.
(9)(α) Σε περίπτωση που ο καθορισμός ή ανακαθορισμός ποσοστού ή ποσοστών αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου σε οποιαδήποτε κατηγορία ή υποκατηγορία ανοιγμάτων, η οποία αναφέρεται στο εδάφιο (4) και η οποία υπόκειται σε ένα ή περισσότερα αποθέματα ασφαλείας συστημικού κινδύνου, έχει ως αποτέλεσμα συνδυασμένο ποσοστό αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου υψηλότερο του 3% και έως 5%, για οποιοδήποτε από τα ανοίγματα αυτά, η Εντεταλμένη Αρχή ζητεί στην ειδοποίηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (7), γνωμοδότηση της Επιτροπής.
(β) Σε περίπτωση που η γνωμοδότηση της Επιτροπής είναι αρνητική, η Εντεταλμένη Αρχή συμμορφώνεται με τη γνώμη αυτή ή αναφέρει τους λόγους για τους οποίους δεν το πράττει.
(γ) Σε περίπτωση που ΑΠΙ ή ΚΕΠΕΥ, στο οποίο ή στην οποία εφαρμόζεται ένα ή περισσότερα ή ποσοστά αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου, αποτελεί θυγατρική μητρικής εταιρείας εγκατεστημένης σε άλλο κράτος μέλος, η Εντεταλμένη Αρχή ζητεί, στην ειδοποίηση που υποβάλλεται σύμφωνα με τo εδάφιο (7), σύσταση από την Επιτροπή και το ΕΣΣΚ.
(δ) Σε περίπτωση που οι αρχές της θυγατρικής και της μητρικής διαφωνούν ως προς το ποσοστό ή τα ποσοστά αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου, που είναι εφαρμοστέα στο ΑΠΙ ή στην ΚΕΠΕΥ, που αναφέρεται στην παράγραφο (γ), και σε περίπτωση αρνητικής σύστασης της Επιτροπής και του ΕΣΣΚ, η Εντεταλμένη Αρχή δύναται να παραπέμψει το ζήτημα στην ΕΑΤ και να ζητήσει τη συνδρομή της σύμφωνα με το Άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010. η απόφαση καθορισμού του ποσοστού ή των ποσοστών αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου για τα εν λόγω ανοίγματα αναστέλλεται έως ότου λάβει απόφαση η ΕΑΤ.
(10) Σε περίπτωση που ο καθορισμός ή ανακαθορισμός ποσοστού ή ποσοστών αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου, σε οποιαδήποτε κατηγορία ή υποκατηγορία ανοιγμάτων, η οποία αναφέρεται στο εδάφιο (4) και η οποία υπόκειται σε ένα ή περισσότερα αποθέματα ασφαλείας συστημικού κινδύνου, έχει ως αποτέλεσμα συνδυασμένο ποσοστό αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου άνω του 5%, για οποιοδήποτε από τα ανοίγματα αυτά, η Εντεταλμένη Αρχή ζητεί την έγκριση της Επιτροπής πριν από την εφαρμογή του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου.
(11)(α) Η Εντεταλμένη Αρχή ανακοινώνει τον καθορισμό ή τον ανακαθορισμό ενός ή περισσότερων ποσοστών αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου με δημοσίευση σε κατάλληλο ιστότοπο, η δε εν λόγω δημοσίευση περιλαμβάνει τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:
(i) Το ποσοστό ή τα ποσοστά αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου·
(ii) τα ΑΠΙ και τις ΚΕΠΕΥ στα οποία ή στις οποίες εφαρμόζεται το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου·
(iii) τα ανοίγματα στα οποία εφαρμόζεται το ποσοστό ή τα ποσοστά αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου·
(iv) αιτιολόγηση για τον καθορισμό ή ανακαθορισμό του ποσοστού ή των ποσοστών αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου·
(v) την ημερομηνία από την οποία τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ εφαρμόζουν τον καθορισμό ή ανακαθορισμό του αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου· και
(vi) τα ονόματα των χωρών στις οποίες τα ανοίγματα στις εν λόγω χώρες αναγνωρίζονται στο απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου.
(β) Σε περίπτωση που η αιτιολόγηση των πληροφοριών, που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (iv) της παραγράφου (α), δύναται να θέσει σε κίνδυνο τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος, οι εν λόγω πληροφορίες δεν περιλαμβάνονται στη δημοσίευση.
(12)(α) Σε περίπτωση που ΑΠΙ ή/και ΚΕΠΕΥ δεν τηρεί πλήρως την απαίτηση του εδαφίου (1), εφαρμόζονται επ’ αυτού ή αυτής οι περιορισμοί της διανομής κερδών που αναφέρονται στο άρθρο 22Γ(2) και (3) του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, σε σχέση με ΑΠΙ, και στην παράγραφο 57(2) και (3) της Οδηγίας ΟΔ144-2014-14 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου για την Προληπτική Εποπτεία των Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών, σε σχέση με ΚΕΠΕΥ, ανάλογα με την περίπτωση.
(β) Σε περίπτωση που η εφαρμογή των περιορισμών της διανομής κερδών οδηγεί σε ανεπαρκή βελτίωση του κεφαλαίου κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 του ΑΠΙ ή/και της ΚΕΠΕΥ υπό το πρίσμα του οικείου συστημικού κινδύνου, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να λαμβάνουν πρόσθετα μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 41B του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, σε σχέση με ΑΠΙ, ή με τα άρθρα 126 και 127 του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου, σε σχέση με ΚΕΠΕΥ, ανάλογα με την περίπτωση.
(13) Σε περίπτωση που η Εντεταλμένη Αρχή αποφασίσει να καθορίσει το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου βάσει των ανοιγμάτων σε άλλα κράτη μέλη, το απόθεμα καθορίζεται στο ίδιο ποσοστό σε όλα τα ανοίγματα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός εάν το απόθεμα ασφαλείας καθορίζεται προκειμένου να αναγνωριστεί το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου που έχει καθορίσει άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με το Άρθρο 134 της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ.
8.-(1) Η Εντεταλμένη Αρχή, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, δύναται με απόφασή της να αναγνωρίζει ποσοστό αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου που καθορίζεται από άλλα κράτη μέλη σύμφωνα με το Άρθρο 133 της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ και να εφαρμόζει το εν λόγω ποσοστό στα ΑΠΙ ή/και στις ΚΕΠΕΥ με εγχώρια άδεια για ανοίγματα στο κράτος μέλος που καθορίζει το εν λόγω ποσοστό.
(2) Σε περίπτωση που η Εντεταλμένη Αρχή αναγνωρίζει ποσοστό αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου για τα ΑΠΙ ή/και τις ΚΕΠΕΥ με εγχώρια άδεια, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ειδοποιεί το ΕΣΣΚ.
(3) Σε περίπτωση που η Εντεταλμένη Αρχή αποφασίζει την αναγνώριση ποσοστού αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου σύμφωνα με το εδάφιο (1), λαμβάνει υπόψη της τις πληροφορίες που έχει υποβάλει το κράτος μέλος το οποίο έχει καθορίσει το εν λόγω ποσοστό σύμφωνα με το Άρθρο 133(9) και (13) της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ.
(4) Σε περίπτωση που η Εντεταλμένη Αρχή αναγνωρίζει ποσοστό αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου για τα ΑΠΙ ή/και τις ΚΕΠΕΥ με εγχώρια άδεια, το εν λόγω απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου δύναται να είναι σωρευτικό με το απόθεμα ασφαλείας συστημικού κινδύνου που εφαρμόζεται σύμφωνα με το άρθρο 7, υπό τον όρο ότι τα αποθέματα ασφαλείας καλύπτουν διαφορετικούς κινδύνους. σε περίπτωση που τα αποθέματα ασφαλείας καλύπτουν τους ίδιους κινδύνους, εφαρμόζεται μόνο το υψηλότερο απόθεμα ασφαλείας.
(5) Η Εντεταλμένη Αρχή, σε περίπτωση που καθορίζει το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 7, δύναται να ζητεί από το ΕΣΣΚ να εκδίδει σύσταση κατά την έννοια του Άρθρου 16 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 προς ένα ή περισσότερα κράτη μέλη τα οποία ενδέχεται να αναγνωρίσουν το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας συστημικού κινδύνου.
9. Για τον καθορισμό ποσοστών αντικυκλικών αποθεμάτων ασφαλείας, η Εντεταλμένη Αρχή δύναται να λαμβάνει καθοδήγηση από το ΕΣΣΚ με τη μορφή συστάσεων σύμφωνα με το Άρθρο 16 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1092/2010, συμπεριλαμβανομένων -
(α) αρχών για την καθοδήγηση της Εντεταλμένης Αρχής όταν ασκεί την κρίση της ως προς το κατάλληλο ποσοστό αντικυκλικών αποθεμάτων ασφαλείας, προκειμένου να διασφαλίσει ότι θα υιοθετηθεί συνετή προσέγγιση των σχετικών μακροοικονομικών κύκλων και να προωθήσει τη λήψη συνετών και συνεπών αποφάσεων∙
(β) γενική καθοδήγηση σχετικά με -
(i) τη μέτρηση και τον υπολογισμό της απόκλισης από τις μακροπρόθεσμες τάσεις του δείκτη χορηγήσεων προς το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν,
(ii) τον υπολογισμό οδηγών αποθεμάτων ασφαλείας, όπως προβλέπει το άρθρο 10 εδάφιο (2)∙
(γ) καθοδήγηση σχετικά με μεταβλητές που αποτελούν ένδειξη συγκέντρωσης συστημικού κινδύνου συνδεόμενου με περιόδους υπέρμετρης πιστωτικής επέκτασης στο χρηματοοικονομικό σύστημα, όπως ιδίως η προκείμενη σχέση πίστωσης προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν και η απόκλιση από τη μακροπρόθεσμη τάση της, καθώς και με άλλους σχετικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης οικονομικών εξελίξεων εντός επιμέρους τομέων της οικονομίας, προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη από την Εντεταλμένη Αρχή όταν αποφασίζει το κατάλληλο ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας βάσει του άρθρου 10∙
(δ) καθοδήγηση σχετικά με τις μεταβλητές, συμπεριλαμβανομένων ποιοτικών κριτηρίων, που αποτελούν ένδειξη ότι το απόθεμα θα πρέπει να διατηρηθεί, να μειωθεί ή να αποδεσμευθεί πλήρως.
10.-(1) Η Εντεταλμένη Αρχή υπολογίζει για κάθε τρίμηνο έναν οδηγό αποθέματος ως σημείο αναφοράς που καθοδηγεί την κρίση της για τον καθορισμό, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, του ποσοστού αντικυκλικών αποθεμάτων ασφαλείας σύμφωνα με το εδάφιο (2). Ο οδηγός αποθέματος αντανακλά, κατά ουσιαστικό τρόπο, τον κύκλο της πίστωσης και τους κινδύνους που οφείλονται στην υπέρμετρη ανάπτυξη της πίστωσης στη Δημοκρατία και λαμβάνει δεόντως υπόψη ιδιομορφίες της εθνικής οικονομίας. Ο οδηγός αποθέματος βασίζεται στην απόκλιση της σχέσης της πίστωσης προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν από τη μακροπρόθεσμη τάση της, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων-
(α) το δείκτη της ανάπτυξης των επιπέδων δανεισμού εντός της Δημοκρατίας και, ειδικότερα, ένα δείκτη που να αντανακλά τις αλλαγές στη σχέση του δανεισμού που παραχωρείται στη Δημοκρατία προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν,
(β) οποιαδήποτε υπάρχουσα καθοδήγηση που διατηρεί το ΕΣΣΚ σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 9.
(2) Η Εντεταλμένη Αρχή αξιολογεί τη σοβαρότητα του κυκλικού συστημικού κινδύνου και την καταλληλότητα του ποσοστού αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας για τη Δημοκρατία ανά τρίμηνο και, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, καθορίζει ή προσαρμόζει με απόφασή της το ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο και, σε περίπτωση που πράττει τα ανωτέρω, η Εντεταλμένη Αρχή λαμβάνει υπόψη τα εξής:
(α) τον οδηγό αποθέματος που υπολογίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (1),
(β) οποιαδήποτε υπάρχουσα καθοδήγηση που διατηρεί το ΕΣΣΚ σύμφωνα με το Άρθρο 135, παράγραφος 1, στοιχεία (α), (γ) και (δ), της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ και οποιεσδήποτε συστάσεις έχει εκδώσει το ΕΣΣΚ σχετικά με τον καθορισμό ποσοστού αποθέματος ασφαλείας,
(γ) άλλες μεταβλητές τις οποίες η Εντεταλμένη Αρχή θεωρεί σχετικές για την αντιμετώπιση του κυκλικού συστημικού κινδύνου.
(3) Το ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας, εκπεφρασμένο ως ποσοστό του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το Άρθρο 92, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 των ιδρυμάτων που έχουν ανοίγματα πιστωτικού κινδύνου στη Δημοκρατία, είναι μεταξύ 0% και 2,5%, βαθμονομημένο σε κλίμακες 0,25% ή πολλαπλάσια του 0,25%. Όπου αυτό αιτιολογείται βάσει του εδαφίου (2), η Εντεταλμένη Αρχή δύναται να καθορίσει το ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας άνω του 2,5% του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το Άρθρο 92, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 για τον σκοπό που περιγράφεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου.
(4) Όπου, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, η Εντεταλμένη Αρχή ορίζει το ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας άνω του μηδενός για πρώτη φορά ή όπου, μετά την πρώτη φορά, αυξάνει το επικρατές ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας, η Εντεταλμένη Αρχή κατόπιν συνεργασίας και συνεννόησης με τις αρμόδιες αρχές, αποφασίζει επίσης την ημερομηνία κατά την οποία τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ πρέπει να εφαρμόσουν το αυξημένο απόθεμα για τους σκοπούς υπολογισμού του ειδικού για κάθε ίδρυμα αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας.
(5) Αν η Εντεταλμένη Αρχή, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, μειώσει το υπάρχον ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας, άσχετα από το εάν μειωθεί στο μηδέν ή όχι, ορίζει και ενδεικτική περίοδο κατά την οποία δεν αναμένεται αύξηση του αποθέματος ασφαλείας. Ωστόσο, αυτή η ενδεικτική περίοδος δεν δεσμεύει την Εντεταλμένη Αρχή.
(6)(α) Η Εντεταλμένη Αρχή δημοσιεύει στον ιστότοπό της, ανά τρίμηνο, τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:
(i) Το ισχύον ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας·
(ii) το σχετικό λόγο πίστωσης προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν και την απόκλισή του από τη μακροπρόθεσμη τάση·
(iii) τον οδηγό αποθέματος ασφαλείας που υπολογίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (1)·
(iv) αιτιολόγηση του ποσοστού αποθέματος ασφαλείας·
(v) σε περίπτωση που αυξάνεται το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας, την ημερομηνία από την οποία τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ εφαρμόζουν το αυξημένο ποσοστό αποθέματος για τον σκοπό υπολογισμού του αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας ειδικά για το κάθε ΑΠΙ ή ΚΕΠΕΥ·(vi)σε περίπτωση που η προβλεπόμενη στην υποπαράγραφο (v) ημερομηνία απέχει λιγότερο από δώδεκα (12) μήνες από την ημερομηνία της δημοσίευσης βάσει του παρόντος εδαφίου, αναφορά στις εξαιρετικές συνθήκες που δικαιολογούν τη συντομότερη προθεσμία εφαρμογής·
(vii) σε περίπτωση που το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας μειώνεται, την ενδεικτική περίοδο κατά την οποία δεν αναμένεται αύξηση του ποσοστού αποθέματος ασφαλείας, καθώς και αιτιολόγηση αυτής της περιόδου·
(β) Η Εντεταλμένη Αρχή προβαίνει σε όλες τις εύλογες ενέργειες, ώστε να συντονίσει τη δημοσίευση, την οποία διενεργεί σύμφωνα με την παράγραφο (α), με τις δημοσιεύσεις τις οποίες διενεργούν οι εντεταλμένες αρχές των άλλων κρατών μελών σύμφωνα με το Άρθρο 136(7) της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ.
(γ) Η Εντεταλμένη Αρχή κοινοποιεί στο ΕΣΣΚ κάθε αλλαγή του ποσοστού αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας, μαζί με τις απαιτούμενες πληροφορίες που ορίζονται στις υποπαραγράφους (i) έως (vii) της παραγράφου (α).
11.-(1) Όπου εντεταλμένη αρχή άλλου κράτους μέλους ή σχετική αρχή τρίτης χώρας έχει καθορίσει ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας άνω του 2,5% του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το Άρθρο 92, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, η Εντεταλμένη Αρχή, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, δύναται να αναγνωρίσει αυτό το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας για τους σκοπούς υπολογισμού του ειδικού για κάθε ίδρυμα αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας από τα ΑΠΙ και τις ΚΕΠΕΥ.
(2) Όταν η Εντεταλμένη Αρχή σύμφωνα με το εδάφιο (1) αναγνωρίζει ποσοστό αποθέματος ασφαλείας άνω του 2,5% του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το Άρθρο 92, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ανακοινώνει αυτήν την αναγνώριση δημοσιεύοντάς την στην ιστοσελίδα της. Η ανακοίνωση περιλαμβάνει τουλάχιστον τις εξής πληροφορίες:
(α) το ισχύον ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας,
(β) το κράτος μέλος ή τις τρίτες χώρες για τα οποία ισχύει,
(γ) στις περιπτώσεις αύξησης του ποσοστού αποθέματος ασφαλείας, την ημερομηνία από την οποία τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ πρέπει να εφαρμόσουν αυτό το αυξημένο ποσοστό αποθέματος για τους σκοπούς υπολογισμού του ειδικού για κάθε ίδρυμα αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας,
(δ) όπου η ημερομηνία που αναφέρεται στο σημείο (γ) απέχει λιγότερο από δώδεκα (12) μήνες από την ημερομηνία της ανακοίνωσης της παρούσας παραγράφου, αναφορά στις εξαιρετικές συνθήκες που αιτιολογούν τη συντομότερη προθεσμία εφαρμογής.
12.-(1) Το παρόν άρθρο ισχύει ανεξάρτητα από το εάν το ΕΣΣΚ έχει εκδώσει σύσταση προς εντεταλμένες αρχές όπως αναφέρεται στο Άρθρο 138 της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ.
(2) Υπό τις συνθήκες που αναφέρονται στο Άρθρο 138, παράγραφος (α), της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ, η Εντεταλμένη Αρχή, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, δύναται να καθορίσει το ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας το οποίο πρέπει να εφαρμόσουν τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ για να υπολογίσουν το ειδικό για κάθε ίδρυμα αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας.
(3)(α) Όπου έχει καθορισθεί και δημοσιευθεί ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας από τη σχετική αρχή τρίτης χώρας για την τρίτη χώρα, η Εντεταλμένη Αρχή, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, δύναται να καθορίσει διαφορετικό ποσοστό αποθέματος ασφαλείας για την εν λόγω τρίτη χώρα για τους σκοπούς υπολογισμού του ειδικού για κάθε ίδρυμα αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας από τα ΑΠΙ και τις ΚΕΠΕΥ όσον αφορά τα ανοίγματά τους στην τρίτη χώρα καθώς και για τους σκοπούς υπολογισμού του ειδικού για κάθε ίδρυμα αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας για τα θυγατρικά τους ιδρύματα με εγχώρια άδεια, εάν η Εντεταλμένη Αρχή κρίνει ευλόγως ότι το ποσοστό που καθόρισε η σχετική αρχή τρίτης χώρας δεν επαρκεί για να προστατεύει κατάλληλα τα ιδρύματα αυτά από τους κινδύνους υπέρμετρης πιστωτικής επέκτασης στην εν λόγω χώρα.
(β) Κατά την άσκηση της αρμοδιότητας βάσει της παραγράφου (α), η Εντεταλμένη Αρχή δεν καθορίζει ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας χαμηλότερο από εκείνο που όρισε η σχετική αρχή τρίτης χώρας, εκτός εάν το τελευταίο υπερβαίνει το 2,5% του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το Άρθρο 92 παράγραφος 3 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 για τα ιδρύματα που είναι εκτεθειμένα σε πιστωτικό κίνδυνο στην εν λόγω τρίτη χώρα.
(4)(α) Όταν η Εντεταλμένη Αρχή καθορίζει ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας για τρίτη χώρα δυνάμει των εδαφίων (2) και (3) αυξάνοντας το ισχύον ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας, η Εντεταλμένη Αρχή, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών, αποφασίζει την ημερομηνία από την οποία τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ οφείλουν να εφαρμόσουν αυτό το ποσοστό για τους σκοπούς υπολογισμού του ειδικού για κάθε ίδρυμα αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας.
(β) Η προβλεπόμενη στην παράγραφο (α) ημερομηνία δεν δύναται να απέχει περισσότερο από δώδεκα μήνες από την ημερομηνία ανακοίνωσης του ποσοστού αποθέματος ασφαλείας σύμφωνα με το εδάφιο (5). Αν η εν λόγω ημερομηνία απέχει λιγότερο από δώδεκα μήνες από την ημερομηνία ανακοίνωσης, η συντομότερη προθεσμία εφαρμογής δικαιολογείται στη βάση εξαιρετικών συνθηκών.
(5) Η Εντεταλμένη Αρχή δημοσιοποιεί στην ιστοσελίδα της κάθε ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας τρίτης χώρας που καθορίζει σύμφωνα με τα εδάφια (2) και (3), μαζί με τα εξής στοιχεία:
(α) το ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας και την τρίτη χώρα για την οποία ισχύει,
(β) αιτιολόγηση αυτού του ποσοστού αποθέματος ασφαλείας,
(γ) στις περιπτώσεις που το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας είτε καθορίζεται άνω του μηδενός για πρώτη φορά είτε αυξάνεται, την ημερομηνία από την οποία τα ιδρύματα οφείλουν να εφαρμόσουν αυτό το αυξημένο ποσοστό αποθέματος για τους σκοπούς υπολογισμού του ειδικού για κάθε ίδρυμα αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας,
(δ) όπου η ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο (γ) απέχει λιγότερο από δώδεκα (12) μήνες από την ημερομηνία της ανακοίνωσης που προνοείται στο παρόν εδάφιο, αναφορά στις εξαιρετικές συνθήκες που αιτιολογούν τη συντομότερη προθεσμία εφαρμογής.
13.-(1)(α) Το ποσοστό ειδικού για κάθε ίδρυμα αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας αποτελεί το σταθμισμένο μέσο όρο των ποσοστών αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας που ισχύουν στα κράτη όπου εντοπίζονται τα σχετικά ανοίγματα πιστωτικού κινδύνου του εν λόγω ιδρύματος ή εφαρμόζονται για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου δυνάμει του εδαφίου (2) ή (3) του άρθρου 12.
(β) Για τον υπολογισμό του σταθμισμένου μέσου όρου που αναφέρεται στην πρώτη παράγραφο, τα ιδρύματα εφαρμόζουν σε κάθε ισχύον ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας τις συνολικές απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για πιστωτικό κίνδυνο, υπολογισμένες σύμφωνα με το Τρίτο μέρος, Τίτλοι ΙΙ και IV, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, που αφορά τα σχετικά ανοίγματα σε πιστωτικό κίνδυνο στο αντίστοιχο έδαφος, διαιρεμένο δια τις συνολικές απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για πιστωτικό κίνδυνο που αφορούν όλα τα σχετικά ανοίγματα του ιδρύματος σε πιστωτικό κίνδυνο.
(2) Αν, σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 10, η Εντεταλμένη Αρχή καθορίσει ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας άνω του 2,5% του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το Άρθρο 92, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ισχύουν τα κάτωθι ποσοστά αποθέματος ασφαλείας για τα σχετικά ανοίγματα πιστωτικού κινδύνου εντός της Δημοκρατίας για τους σκοπούς του υπολογισμού που απαιτείται από το εδάφιο (1), συμπεριλαμβανομένου, όπου συντρέχει περίπτωση, του υπολογισμού του στοιχείου του ενοποιημένου κεφαλαίου που αφορά το εν λόγω ίδρυμα -
(α) τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ εφαρμόζουν το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας άνω του 2,5% του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο,
(β) τα ιδρύματα με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος εφαρμόζουν ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας 2,5% του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο εάν η εντεταλμένη αρχή στο κράτος μέλος στο οποίο έχουν λάβει άδεια λειτουργίας δεν έχει αναγνωρίσει το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας άνω του 2,5% σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 11,
(γ) τα ιδρύματα με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος μέλος εφαρμόζουν το ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας που καθόρισε η Εντεταλμένη Αρχή εάν η εντεταλμένη αρχή στο κράτος μέλος στο οποίο έχουν λάβει άδεια λειτουργίας έχει αναγνωρίσει το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας που καθόρισε η Εντεταλμένη Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 11.
(3) Αν η εντεταλμένη αρχή άλλου κράτους μέλους καθορίσει, σύμφωνα με το Άρθρο 136, παράγραφος 4, της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ όπως αυτή έχει μεταφερθεί στην οικεία νομοθεσία, ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας άνω του 2,5% του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το Άρθρο 92, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ισχύουν τα κάτωθι ποσοστά αποθέματος ασφαλείας για τα σχετικά ανοίγματα πιστωτικού κινδύνου εντός του κράτους μέλους της αντίστοιχης εντεταλμένης αρχής για τους σκοπούς του υπολογισμού που απαιτείται από το εδάφιο (1), συμπεριλαμβανομένου, όπου συντρέχει περίπτωση, του υπολογισμού του στοιχείου του ενοποιημένου κεφαλαίου που αφορά το εν λόγω ίδρυμα-
(α) τα ιδρύματα με εγχώρια άδεια που αποτελούν θυγατρικά ιδρύματα ΑΠΙ ή ΚΕΠΕΥ εφαρμόζουν το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας άνω του 2,5% του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο,
(β) τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ εφαρμόζουν ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας 2,5% του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο εάν η Εντεταλμένη Αρχή δεν αναγνωρίσει το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας άνω του 2,5% σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 11,
(γ) τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ εφαρμόζουν το ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας που καθόρισε η εντεταλμένη αρχή του άλλου κράτους μέλους εάν η Εντεταλμένη Αρχή αναγνωρίσει το εν λόγω ποσοστό αποθέματος ασφαλείας σύμφωνα με το άρθρο 11.
(4) Αν το ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας που έχει ορίσει η σχετική αρχή τρίτης χώρας για μια τρίτη χώρα είναι άνω του 2,5% του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο που υπολογίζεται σύμφωνα με το Άρθρο 92, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, ισχύουν τα κάτωθι ποσοστά αποθέματος ασφαλείας για τα σχετικά ανοίγματα πιστωτικού κινδύνου εντός αυτής της τρίτης χώρας για τους σκοπούς του υπολογισμού που απαιτείται από το εδάφιο (1), συμπεριλαμβανομένου, όπου συντρέχει περίπτωση, του υπολογισμού του στοιχείου του ενοποιημένου κεφαλαίου που αφορά το εν λόγω ΑΠΙ ή ΚΕΠΕΥ-
(α) τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ εφαρμόζουν ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας 2,5% του συνολικού ποσού έκθεσης σε κίνδυνο εάν η Εντεταλμένη Αρχή δεν έχει αναγνωρίσει το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας άνω του 2,5% σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 11,
(β) τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ εφαρμόζουν το ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας που όρισε η σχετική αρχή τρίτης χώρας εάν η Εντεταλμένη Αρχή έχει αναγνωρίσει το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας σύμφωνα με το άρθρο 11.
(5) Τα σχετικά ανοίγματα πιστωτικού κινδύνου περιλαμβάνουν όλες εκείνες τις κατηγορίες ανοιγμάτων, εκτός από όσες αναφέρονται στο Άρθρο 112, στοιχεία α) έως στ), του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, τα οποία οφείλουν να πληρούν-
(α) τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για πιστωτικό κίνδυνο βάσει του Τρίτου Μέρους, Τίτλος II, του εν λόγω Κανονισμού,
(β) όπου το άνοιγμα τηρείται στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών, τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων για ειδικούς κινδύνους βάσει του Τρίτου Μέρους, Τίτλος IV, Κεφάλαιο 2 του εν λόγω Κανονισμού ή των αυξημένων κινδύνων αθέτησης και μεταβολής της διαβάθμισης βάσει του Τρίτου Μέρους, Τίτλος IV, Κεφάλαιο 5, του εν λόγω Κανονισμού,
(γ) όπου το άνοιγμα είναι τιτλοποίηση, τις απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων σύμφωνα με το Τρίτο Μέρος, Τίτλος II, Κεφάλαιο 5, του εν λόγω κανονισμού.
(6) Τα ΑΠΙ και οι ΚΕΠΕΥ προσδιορίζουν τη γεωγραφική θέση ενός σχετικού ανοίγματος πιστωτικού κινδύνου σύμφωνα με ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που υιοθετούνται από την Επιτροπή σύμφωνα με το Άρθρο 140, παράγραφος 7, της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ.
(7)(α) Για τους σκοπούς του υπολογισμού που απαιτείται βάσει του εδαφίου (1)-
(i) το ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας ισχύει από την ημερομηνία που ορίζεται στις πληροφορίες που δημοσιεύονται σύμφωνα με την παράγραφο (ε) του εδαφίου (6) του άρθρου 10 ή την παράγραφο (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 11, εάν το αποτέλεσμα αυτής της απόφασης είναι η αύξηση του ποσοστού αποθέματος ασφαλείας,
(ii) με την επιφύλαξη της υποπαραγράφου (iii), το ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας για τρίτη χώρα τίθεται σε ισχύ δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία η σχετική αρχή τρίτης χώρας ανακοίνωσε αλλαγή του ποσοστού αποθέματος ασφαλείας, ανεξάρτητα από το εάν η αρχή αυτή απαιτεί από τα ιδρύματα που έχουν ιδρυθεί στην εν λόγω τρίτη χώρα να θέσουν σε ισχύ την αλλαγή εντός συντομότερης προθεσμίας, εάν το αποτέλεσμα αυτής της απόφασης είναι η αύξηση του ποσοστού αποθέματος ασφαλείας,
(iii) αν η Εντεταλμένη Αρχή καθορίσει ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας για τρίτη χώρα σύμφωνα με τα εδάφια (2) ή (3) του άρθρου 12 ή αναγνωρίσει το ποσοστό αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας για τρίτη χώρα σύμφωνα με το άρθρο 11, αυτό το ποσοστό αποθέματος ασφαλείας ισχύει από την ημερομηνία που ορίζεται στις πληροφορίες που δημοσιεύονται σύμφωνα με την παράγραφο (γ) του εδαφίου (5) του άρθρου 12 ή την παράγραφο (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 11, εάν το αποτέλεσμα αυτής της απόφασης είναι η αύξηση του ποσοστού αποθέματος ασφαλείας,
(iv) το ποσοστό του αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας τίθεται αμέσως σε ισχύ, εάν το αποτέλεσμα αυτής της απόφασης είναι η μείωση του ποσοστού αποθέματος ασφαλείας.
(β) Για τους σκοπούς του σημείου (ii) της παραγράφου (α), τυχόν αλλαγή του ποσοστού αντικυκλικού αποθέματος ασφαλείας για τρίτη χώρα θεωρείται ότι ανακοινώθηκε την ημερομηνία δημοσίευσής της από τη σχετική αρχή τρίτης χώρας σύμφωνα με τους ισχύοντες εθνικούς κανονισμούς.
14. Εάν η Εντεταλμένη Αρχή διαπιστώσει μεταβολές στην ένταση του μακροπροληπτικού ή συστημικού κινδύνου του χρηματοπιστωτικού συστήματος που ενδεχόμενα να έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και την πραγματική οικονομία στη Δημοκρατία, δύναται να θεσπίσει, αφού ζητήσει και λάβει υπόψη τις απόψεις των αρμόδιων αρχών της Δημοκρατίας, αυστηρότερα ημεδαπά μέτρα, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 458 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.
15. Η Κεντρική Τράπεζα και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων που τους παρέχει ο παρών Νόμος, ασκούν όλες τις εξουσίες και αρμοδιότητες που τους παρέχονται από τους περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμους όπως διορθώθηκαν και τους περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμους όπως διορθώθηκαν, αντίστοιχα, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας της για επιβολή εποπτικών μέτρων και διοικητικών κυρώσεων.
16.-(1) Αναφορικά με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5, ισχύει η μεταβατική περίοδος από 1η Ιανουαρίου 2016 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018.
(2) Ειδικότερα για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2016 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2016, το ειδικό για κάθε ίδρυμα αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας δεν υπερβαίνει το 0,625% του συνόλου των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων του ιδρύματος, υπολογισμένο σύμφωνα με το Άρθρο 92, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.
(3) Ειδικότερα για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2017 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017, το ειδικό για κάθε ίδρυμα αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας δεν υπερβαίνει το 1,25% αυτού του συνόλου των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων του ιδρύματος, υπολογισμένο σύμφωνα με το Άρθρο 92, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.
(4) Ειδικότερα για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2018 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018, το ειδικό για κάθε ίδρυμα αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας δεν υπερβαίνει το 1,875% του συνόλου των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο ανοιγμάτων του ιδρύματος, υπολογισμένο σύμφωνα με το Άρθρο 92, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.
(5) Η Εντεταλμένη Αρχή, κατόπιν συνεργασίας και συνεννόησης με τις αρμόδιες αρχές, δύναται να επιβάλει συντομότερη μεταβατική περίοδο από αυτήν που προνοείται σε οποιοδήποτε από τα εδάφια (1) έως (4). Σε περίπτωση που επιβάλει συντομότερη μεταβατική περίοδο ενημερώνει ανάλογα τα εμπλεκόμενα μέρη, περιλαμβανομένων την Επιτροπή, το ΕΣΣΚ, την ΕΑΤ και το σχετικό σώμα εποπτών.
(6) Η Εντεταλμένη Αρχή, κατόπιν συνεργασίας και συνεννόησης με τις αρμόδιες αρχές, δύναται να αναγνωρίσει συντομότερη μεταβατική περίοδο που επιβάλλει άλλο κράτος μέλος και κοινοποιεί την απόφασή της αυτή στην Επιτροπή, στο ΕΣΣΚ, στην ΕΑΤ και στο σχετικό σώμα εποπτών ανάλογα.
(7) Σε περίπτωση επιβολής συντομότερης μεταβατικής περιόδου για το αντικυκλικό κεφαλαιακό απόθεμα ασφαλείας, αυτό ισχύει μόνο για τους σκοπούς υπολογισμού του ειδικού για κάθε ίδρυμα αντικυκλικού κεφαλαιακού αποθέματος ασφαλείας από τα ΑΠΙ και τις ΚΕΠΕΥ.
17.Η Εντεταλμένη Αρχή δύναται, για την επίτευξη των σκοπών του παρόντος Νόμου και τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, καθώς και για την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων της δυνάμει του παρόντος Νόμου να εκδίδει οδηγίες τις οποίες δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας .
18. Η Κεντρική Τράπεζα ως η εντεταλμένη αρχή για τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ενημερώνει ετησίως ή συχνότερα την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών και Προϋπολογισμού σχετικά με ζητήματα που αφορούν αποθέματα ασφαλείας για ΑΠΙ, όπως αυτά ορίζονται και προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.
19.-(1) Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2016.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), το εδάφιο (4) του άρθρου 6 τίθεται σε ισχύ ως ακολούθως:
(α) Το 25% του αποθέματος ασφαλείας G-SII, που καθορίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (4) του άρθρου 6, από την 1η Ιανουαρίου 2016·
(β) το 50% του αποθέματος ασφαλείας G-SII, που καθορίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (4) του άρθρου 6, από την 1η Ιανουαρίου 2017·
(γ) το 75% του αποθέματος ασφαλείας G-SII, που καθορίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (4) του άρθρου 6, από την 1η Ιανουαρίου 2018· και
(δ) το 100% του αποθέματος ασφαλείας G-SII, που καθορίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (4) του άρθρου 6, από την 1η Ιανουαρίου 2019.
(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), το άρθρο 7 τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος Νόμου στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
6.Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 161(Ι)/2021] τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας.