ΜΕΡΟΣ ΙV ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
Δικαίωμα προστασίας

(1) Θύμα το οποίο επιθυμεί να συνεργαστεί με τις διωκτικές αρχές, στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας, θεωρείται μάρτυρας που χρήζει βοήθειας κατά την έννοια του περί Προστασίας Μαρτύρων Νόμου και, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο, εντάσσεται στο Σχέδιο Προστασίας Μαρτύρων και Συνεργατών της Δικαιοσύνης.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του περί Προστασίας Μαρτύρων Νόμου και με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της υπεράσπισης, το Δικαστήριο, αξιολογώντας ατομικά την προσωπική κατάσταση του θύματος, διασφαλίζει ότι το θύμα τυγχάνει ειδικής μεταχείρισης που αποβλέπει στην αποτροπή επακόλουθης θυματοποίησής του, από ερωτήσεις σχετικά με την ιδιωτική ζωή του και από άσκοπες ερωτήσεις καθώς και από τους κινδύνους ψυχικής, συναισθηματικής ή ψυχολογικής βλάβης, και στην προστασία της αξιοπρέπειας του θύματος.

(3) Οι διωκτικές αρχές διασφαλίζουν, εφόσον υπό τις περιστάσεις κριθεί αναγκαίο, ότι παρέχεται αποτελεσματική και κατάλληλη προστασία στο θύμα από πιθανή εκδίκηση ή εκφοβισμό, ειδικότερα κατά τη διάρκεια και μετά την έρευνα και δίωξη του δράστη.

(4) Σε περίπτωση που το θύμα είναι παιδί, οι διωκτικές αρχές -

(α) Εξασφαλίζουν ότι η διερεύνηση ή η άσκηση ποινικής δίωξης, δεν εξαρτάται από την υποβολή καταγγελίας από το θύμα ή εκπρόσωπό του και ότι η ποινική διαδικασία δύναται να συνεχιστεί ακόμα και εάν το πρόσωπο αυτό αποσύρει την κατάθεσή του·

(β) συνεχίζουν τη δίωξη και μετά την ενηλικίωση του θύματος.

Δικαίωμα να αποφεύγεται η επαφή μεταξύ του θύματος και του δράστη

18. Η Αστυνομία μεριμνά για τη δημιουργία των αναγκαίων προϋποθέσεων προκειμένου να αποφεύγεται η επαφή μεταξύ του θύματος και, εφόσον απαιτείται, των μελών της οικογένειάς του και του δράστη στους χώρους του Δικαστηρίου, εκτός εάν η επαφή αυτή απαιτείται στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας.

Δικαίωμα προστασίας των θυμάτων κατά την ποινική έρευνα

19. Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της υπεράσπισης και σύμφωνα με τους κανόνες της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου, οι διωκτικές αρχές κατά τη διάρκεια της ποινικής έρευνας διασφαλίζουν τα ακόλουθα:

(α) Η συνέντευξη του θύματος πραγματοποιείται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά την καταγγελία της αξιόποινης πράξης στην Αστυνομία·

(β) ο αριθμός των συνεντεύξεων του θύματος περιορίζεται στο ελάχιστο και οι συνεντεύξεις διεξάγονται μόνο όταν αυτό είναι αυστηρά αναγκαίο για τους σκοπούς της ποινικής έρευνας·

(γ) το θύμα δύναται να συνοδεύεται από τον νόμιμο εκπρόσωπό του και από πρόσωπο της επιλογής του, εκτός αν έχει ληφθεί αιτιολογημένη απόφαση για το αντίθετο σχετικά με το ένα ή και τα δύο αυτά πρόσωπα·

(δ) οι ιατρικές εξετάσεις περιορίζονται στο ελάχιστο και διενεργούνται μόνο όταν αυτό είναι αυστηρά αναγκαίο για τους σκοπούς της ποινικής διαδικασίας.

Δικαίωμα προστασίας της ιδιωτικής ζωής

20. (1) Κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας, οι διωκτικές αρχές λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία της ιδιωτικής ζωής του θύματος, συμπεριλαμβανομένων των προσωπικών του χαρακτηριστικών τα οποία λαμβάνονται υπόψη κατά την ατομική αξιολόγηση που προβλέπεται στο άρθρο 21 και της εικόνας του θύματος και των μελών της οικογένειάς του.

(2) Οι διωκτικές αρχές δύναται να λαμβάνουν κάθε νόμιμο μέτρο για την αποφυγή της διάδοσης οιασδήποτε πληροφορίας που δυνατό να οδηγήσει στην αναγνώριση παιδιού θύματος.

(3) Η ιδιωτική ζωή και η ταυτότητα του θύματος προστατεύεται από κάθε εμπλεκόμενη υπηρεσία και η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων του γίνεται πάντοτε σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου.

Ατομική αξιολόγηση θύματος για τον προσδιορισμό ειδικών αναγκών προστασίας

21. (1) Η Αστυνομία προβαίνει σε έγκαιρη ατομική αξιολόγηση του θύματος, με σκοπό -

(α) Τον προσδιορισμό των ειδικών αναγκών προστασίας του· και

(β) τη λήψη απόφασης κατά πόσο και σε ποιο βαθμό το θύμα δύναται να επωφεληθεί από ειδικά μέτρα κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας, όπως προβλέπεται στα άρθρα 22 και 23 λόγω ιδιαίτερου κινδύνου να υποστεί δευτερογενή και επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση, εκφοβισμό και αντεκδίκηση.

(2) Ανάλογα με το αποτέλεσμα της αναφερόμενης στο εδάφιο (1) αξιολόγησης, η Αστυνομία συνεργάζεται, εκεί όπου χρειάζεται, με τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, τις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας και τις Ιατρικές Υπηρεσίες για περαιτέρω αξιολόγηση των αναγκών του θύματος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11.

(3) Στην ατομική αξιολόγηση λαμβάνονται κυρίως υπόψη τα πιο κάτω στοιχεία:

(α) Τα προσωπικά χαρακτηριστικά του θύματος·

(β) το είδος ή/και η φύση του εγκλήματος∙ και

(γ) οι περιστάσεις του εγκλήματος.

(4) Στο πλαίσιο της ατομικής αξιολόγησης, οι διωκτικές αρχές σε συνεργασία με τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, τις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας και τις Ιατρικές Υπηρεσίες, δίδουν ιδιαίτερη προσοχή στα θύματα που υπέστησαν σημαντική βλάβη λόγω της σοβαρότητας του εγκλήματος, στα θύματα εγκλήματος που οφείλεται σε προκαταλήψεις ή διακρίσεις, που θα μπορούσε, ιδίως, να σχετίζεται με τα προσωπικά χαρακτηριστικά τους, και στα θύματα τα οποία είναι ιδιαίτερα ευάλωτα λόγω της σχέσης τους με το δράστη ή της εξάρτησής τους από αυτόν, ιδίως τα θύματα τρομοκρατίας, οργανωμένου εγκλήματος, εμπορίας ανθρώπων, βίας με βάση το φύλο, βίας στο πλαίσιο στενής σχέσης, σεξουαλικής βίας ή εκμετάλλευσης ή εγκλήματος μίσους και στα θύματα με αναπηρίες.

(5) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, όταν το θύμα είναι παιδί τεκμαίρεται ότι το παιδί θύμα έχει ειδικές ανάγκες προστασίας και για να καθορισθεί αν και σε ποιο βαθμό αυτό θα επωφελείτο από τα ειδικά μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 22 και 23, το παιδί θύμα υποβάλλεται σε ατομική αξιολόγηση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1).

(6) Η έκταση της ατομικής αξιολόγησης δύναται να προσαρμοσθεί, ανάλογα με τη σοβαρότητα του εγκλήματος και το βαθμό της προφανούς βλάβης που υπέστη το θύμα.

(7) Η ατομική αξιολόγηση διενεργείται με τη στενή συμμετοχή του θύματος και κατά τη διενέργειά της λαμβάνονται υπόψη οι επιθυμίες του, συμπεριλαμβανομένης της επιθυμίας του για τη μη λήψη των ειδικών μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 22 και 23.

(8) Αν οι περιστάσεις που αποτελούν τη βάση μιας ατομικής αξιολόγησης έχουν μεταβληθεί σημαντικά, οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα ώστε η ατομική αξιολόγηση να επικαιροποιείται καθ' όλη τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας.

Δικαίωμα προστασίας θυμάτων με ειδικές ανάγκες προστασίας κατά τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας

22. (1) Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της υπεράσπισης και σύμφωνα με τους κανόνες της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, το θύμα με ειδικές ανάγκες προστασίας που επωφελείται ειδικών μέτρων, τα οποία αποφασίζονται μετά από τη διενέργεια ατομικής αξιολόγησης σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 21 δύναται να επωφελείται από τα μέτρα που προβλέπονται στα εδάφια (2) και (3) του παρόντος άρθρου:

Νοείται ότι, ειδικό μέτρο που αποφασίσθηκε μετά από ατομική αξιολόγηση δεν εφαρμόζεται, εάν επιχειρησιακοί ή πρακτικοί περιορισμοί καθιστούν τούτο αδύνατο ή εάν υπάρχει επείγουσα ανάγκη εξέτασης του θύματος και η παράλειψη εξέτασής του δυνατό να βλάψει το θύμα ή άλλο πρόσωπο ή να θίξει την πορεία της διαδικασίας.

(2) Κατά τη διάρκεια της ποινικής έρευνας, θύμα που αναγνωρίζεται ως θύμα με ειδικές ανάγκες προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 21, έχει στη διάθεσή του τα ακόλουθα μέτρα:

(α) Κάθε συνέντευξη του θύματος διεξάγεται σε χώρο που έχει σχεδιασθεί ή προσαρμοσθεί εδικά για το σκοπό αυτό·

(β) κάθε συνέντευξη του θύματος διεξάγεται από επαγγελματία εκπαιδευμένο για το σκοπό αυτό ή με τη βοήθειά του·

(γ) κάθε συνέντευξη του θύματος διεξάγεται από το ίδιο πρόσωπο, εκτός αν αυτό αντίκειται στην ορθή απονομή της δικαιοσύνης· και

(δ) κάθε συνέντευξη θύματος σεξουαλικής βίας, βίας με βάση το φύλο ή βίας στο πλαίσιο στενών σχέσεων, διεξάγεται από πρόσωπο του ίδιου με το θύμα φύλου, εφόσον το επιθυμεί το θύμα, εφόσον δεν θίγεται η πορεία της ποινικής διαδικασίας.

(3) Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου, θύμα που αναγνωρίζεται ως θύμα με ειδικές ανάγκες προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 21 έχει στη διάθεσή του τα ακόλουθα:

(α) Μέτρα προκειμένου να αποφεύγεται κάθε οπτική επαφή μεταξύ θύματος και δράστη, μεταξύ άλλων κατά τη διάρκεια της κατάθεσης, με τη χρησιμοποίηση κατάλληλων μέσων, όπως τεχνολογίας των επικοινωνιών·

(β) μέτρα προκειμένου να επιτρέπεται στο θύμα να συμμετέχει στην ακροαματική διαδικασία στην αίθουσα του δικαστηρίου χωρίς να είναι παρόν, ειδικότερα με τη χρήση της κατάλληλης τεχνολογίας των επικοινωνιών·

(γ) μέτρα για να αποφεύγονται οι αχρείαστες ερωτήσεις σχετικά με την ιδιωτική ζωή του θύματος που δεν έχουν σχέση με την αξιόποινη πράξη· και

(δ) μέτρα που καθιστούν δυνατή τη διεξαγωγή της ακροαματικής διαδικασίας κεκλεισμένων των θυρών.

Δικαίωμα προστασίας των παιδιών θυμάτων και ατόμων με σοβαρή νοητική ή ψυχοκοινωνική αναπηρία κατά την ποινική διαδικασία

23. (1) Σε περίπτωση που το θύμα είναι παιδί, στο πλαίσιο της ποινικής έρευνας όλες οι συνεντεύξεις με το παιδί δύναται να οπτικογραφούνται και κατά την εκδίκαση της υπόθεσης οι συνεντεύξεις αυτές θεωρούνται ως ικανή μαρτυρία δυνάμει των διατάξεων του περί Αποδείξεως Νόμου.

(2) Σε περίπτωση που εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (1), ισχύουν οι προϋποθέσεις και οι κανόνες που προβλέπονται στον περί Προστασίας Μαρτύρων Νόμο, στον περί Βίας στην Οικογένεια Νόμο και στον περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμο και ειδικότερα -

(α) Το Δικαστήριο δύναται να διατάξει όπως, σε περίπτωση που το παιδί θύμα είναι μάρτυρας, αυτό να τύχει αντεξέτασης χωρίς να είναι παρόν στην αίθουσα διεξαγωγής της δίκης, με τη χρήση κατάλληλου τεχνολογικού εξοπλισμού·

(β) εφόσον είναι προς το όφελος του παιδιού θύματος ή παιδιού μάρτυρα, το Δικαστήριο, καθώς και οι διωκτικές αρχές, προκειμένου να προστατεύσουν την ιδιωτική ζωή, την ταυτότητα και την εικόνα του παιδιού, αποτρέπουν την κοινοποίηση πληροφοριών που δυνατό να οδηγήσουν στην ταυτοποίησή του και κάθε εξέταση του παιδιού θύματος καταγράφεται οπτικοακουστικά και οι μαγνητοσκοπημένες αυτές εξετάσεις δύναται να χρησιμοποιούνται ως αποδεικτικά στοιχεία κατά τη ποινική διαδικασία·

(γ) στο πλαίσιο της ποινικής έρευνας και της ποινικής διαδικασίας ενώπιον Δικαστηρίου -

(i) σε περίπτωση που οι δικαιούχοι της γονικής μέριμνας, σύμφωνα με της νόμους της Δημοκρατίας, αποκλείονται από την εκπροσώπηση του παιδιού λόγω σύγκρουσης συμφερόντων μεταξύ αυτών και του παιδιού θύματος, ο Διευθυντής Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας διορίζεται ως εκπρόσωπος του παιδιού για να το εκπροσωπεί στο πλαίσιο της διαδικασίας · ή

(ii) σε περίπτωση που το παιδί θύμα είναι ασυνόδευτο ή ζει χωριστά από την οικογένειά του, ο Διευθυντής Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας διορίζεται εκπρόσωπος του παιδιού για να το εκπροσωπεί στο πλαίσιο της διαδικασίας· ή

(iii) σε περίπτωση που το παιδί θύμα είναι ασυνόδευτο παιδί, ο Διευθυντής Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας διορίζεται ως εκπρόσωπός του σε συνεργασία με τον Επίτροπο Προστασίας Δικαιωμάτων του Παιδιού για να το εκπροσωπεί κατά την άσκηση των δικαιωμάτων του στο πλαίσιο της ποινικής έρευνας και διαδικασίας·

(δ) σε περίπτωση που το παιδί θύμα δικαιούται συνήγορο, δικαιούται να έχει νομικές συμβουλές και νομικό εκπρόσωπο, ο οποίος ενεργεί εξ ονόματός του, σε διαδικασίες όπου υπάρχει ή θα μπορούσε να υπάρξει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ του παιδιού θύματος και των δικαιούχων της γονικής μέριμνας· και

(ε) σε περίπτωση που η ηλικία του θύματος είναι αβέβαιη και υπάρχουν λόγοι να πιστεύεται ότι πρόκειται για παιδί, τεκμαίρεται ότι το θύμα είναι παιδί για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.

(3) Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της υπεράσπισης του κατηγορούμενου, οι διωκτικές αρχές διασφαλίζουν ότι, στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας, οι συνεντεύξεις με το παιδί θύμα --

(α) Διεξάγονται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση από τη χρονική στιγμή που τα γεγονότα έχουν αναφερθεί στις διωκτικές αρχές·

(β) διεξάγονται, εφόσον είναι αναγκαίο, σε χώρο σχεδιασμένο ή προσαρμοσμένο για το σκοπό αυτό·

(γ) διεξάγονται, εφόσον είναι αναγκαίο, από επαγγελματία εκπαιδευμένο προς το σκοπό αυτό ή με τη βοήθειά του και από πρόσωπο του ιδίου με το παιδί φύλου·

(δ) όπου αυτό είναι δυνατό, διεξάγονται από το ίδιο πρόσωπο·

(ε) διεξάγονται μόνο όπου αυτό είναι αυστηρά αναγκαίο για τους σκοπούς των ποινικών ερευνών και διαδικασιών και ο αριθμός των συνεντεύξεων με το παιδί θύμα είναι όσο το δυνατό περιορισμένος·

(στ)το παιδί θύμα δύναται να συνοδεύεται από τον εκπρόσωπό του ή, κατά περίπτωση, ενήλικα της επιλογής του, εκτός αν έχει εκδοθεί αιτιολογημένη απόφαση για το αντίθετο σχετικά με το πρόσωπο αυτό.

(4) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και σε περίπτωση θύματος με σοβαρή νοητική ή ψυχοκοινωνική αναπηρία.

Εκπαίδευση κρατικών λειτουργών

24. Η Δημοκρατία παραχωρεί τους αναγκαίους πόρους προς τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες για τη γενική και ειδική εκπαίδευση και κατάρτιση των λειτουργών τους, οι οποίοι εμπλέκονται σε οποιαδήποτε προβλεπομένη από τον παρόντα Νόμο διαδικασία ή έρχονται σε επαφή με άλλο τρόπο με θύματα ή δυνητικά θύματα, με ιδιαίτερη έμφαση στις ανάγκες των ιδιαίτερα ευάλωτων θυμάτων, προκειμένου να ευαισθητοποιηθούν ως προς τις ανάγκες των θυμάτων και να αντιμετωπίζουν τα θύματα με αμεροληψία, σεβασμό και επαγγελματισμό:

Νοείται ότι, οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες καλούν στην πιο πάνω αναφερόμενη γενική και ειδική εκπαίδευση και κατάρτιση αναφορικά με την εφαρμογή του παρόντος Νόμου πρόσωπα εκτός της δημοσίας υπηρεσίας, τα οποία εκ της θέσεώς τους ή της επαγγελματικής ιδιότητάς τους εμπλέκονται σε οποιαδήποτε προβλεπόμενη από τον παρόντα Νόμο διαδικασία ή έρχονται σε επαφή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο με θύματα ή εν δυνάμει θύματα.

Εκπόνηση κώδικα συμπεριφοράς

24Α.Κάθε εμπλεκόμενη υπηρεσία εκπονεί κώδικα συμπεριφοράς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου στον τομέα της αρμοδιότητάς της και λαμβάνει επαρκή πρακτικά μέτρα για την εφαρμογή των καθοριζομένων σε αυτόν:

Νοείται  ότι, κάθε εμπλεκόμενη υπηρεσία ορίζει αρμόδιο λειτουργό για την παρακολούθηση της τήρησης του κώδικα συμπεριφοράς και/ή τη ρύθμιση οποιωνδήποτε θεμάτων προκύπτουν από την εφαρμογή αυτού:

Νοείται περαιτέρω ότι, ο κώδικας συμπεριφοράς εκπονείται το αργότερο εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί της Θέσπισης Ελάχιστων Προτύπων σχετικά με τα Δικαιώματα, την Υποστήριξη και την Προστασία Θυμάτων της Εγκληματικότητας (Τροποποιητικού) Νόμου του 2022.

Κανονισμοί

25. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.