Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο-
«Οδηγία 2014/54/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, περί μέτρων που διευκολύνουν την άσκηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων,
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Διευκόλυνσης της Άσκησης των Δικαιωμάτων των Εργαζομένων στο Πλαίσιο της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Εργαζομένων Νόμος του 2017.
2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«αποδοχές» σημαίνει κάθε χρηματική αντιμισθία που προκύπτει από απασχόληση εργοδοτουμένου και κάθε κέρδος από τέτοια απασχόληση που είναι δεκτικό χρηματικής αποτίμησης και περιλαμβάνει τις εισφορές σε Ταμεία Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών, καθώς επίσης και την εισφορά που πρέπει να καταβάλλεται στο Κεντρικό Ταμείο Αδειών, αλλά δεν περιλαμβάνει έκτακτες προμήθειες ή κατά χάριν (ex-gratia) πληρωμές∙
«αρμόδια αρχή» σημαίνει τον Υπουργό Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που εξουσιοδοτείται από αυτόν δυνάμει του άρθρου 5·
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
«Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης» σημαίνει τα κατά τόπους Επαρχιακά και Τοπικά Γραφεία του Τμήματος Εργασίας∙
«Επιθεωρητής» σημαίνει οποιοδήποτε άτομο που ορίζεται από την αρμόδια αρχή δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 13·
«εργαζόμενος» σημαίνει πρόσωπο το οποίο εργάζεται για άλλο πρόσωπο είτε δυνάμει σύμβασης εργασίας είτε κάτω από τέτοιες περιστάσεις από τις οποίες μπορεί να συναχθεί η ύπαρξη σχέσης εργοδότη/εργοδοτούμενου∙
«Ένωση» σημαίνει τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και περιλαμβάνει και τα κράτη που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο∙
«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 492/2011» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 492/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2011, που αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στο εσωτερικό της Ένωσης, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή κράτος μέλος που αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαïκό Οικονομικό Χώρο∙
«μέλος της Αστυνομίας» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Αστυνομίας Νόμου∙
«ΣΛΕΕ» σημαίνει τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης∙
«Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο» σημαίνει τη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο που υπογράφτηκε στις 2 Μαΐου 1992 στο Οπόρτο, όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
«Τριμελής Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή που διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 19∙
«υπήκοος κράτους μέλους» σημαίνει πρόσωπο που είναι πολίτης κράτους μέλους ή υπήκοος του Ηνωμένου Βασιλείου ο οποίος εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του περί Δικαιώματος Ορισμένων Υπηκόων του Ηνωμένου Βασιλείου και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελέυθερα στη Δημοκρατία Νομου του 2019 αλλά δεν είναι πολίτης της Δημοκρατίας∙
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
(2) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες κανονιστικές ή ατομικές διοικητικές πράξεις, αναφορά σε νομοθετική πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως Οδηγία, Κανονισμό ή Απόφαση σημαίνει την εν λόγω πράξη όπως αυτή εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός αν προκύπτει διαφορετική έννοια από το κείμενο.
3. Σκοπός του παρόντος Νόμου είναι η θέσπιση και η εφαρμογή μέτρων που διευκολύνουν την άσκηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων που απορρέουν από το άρθρο 45 της ΣΛΕΕ και τα άρθρα 1 έως 10 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 492/2011.
4. Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται επί των ακόλουθων θεμάτων όπως αναφέρονται στα άρθρα 1 έως 10 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 492/2011:
(α) Πρόσβαση στην απασχόληση∙
(β) όροι απασχόλησης και εργασίας, ιδίως όσον αφορά τις αποδοχές, την απόλυση, την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία και σε περίπτωση ανεργίας εργαζομένων της Ένωσης την επανένταξη ή την εκ νέου απασχόληση∙
(γ) πρόσβαση στις κοινωνικές παροχές∙
(δ) συμμετοχή σε συνδικαλιστικές οργανώσεις και επιλεξιμότητα στα όργανα εκπροσώπησης των εργαζομένων∙
(ε) πρόσβαση στην κατάρτιση∙
(στ) πρόσβαση στη στέγαση∙
(ζ) πρόσβαση των τέκνων των εργαζομένων της Ένωσης στην εκπαίδευση, μαθητεία και επαγγελματική κατάρτιση∙
(η) βοήθεια που παρέχεται από τη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης.
5. Η αρμόδια αρχή είναι υπεύθυνη για την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας και την εκτέλεση οποιουδήποτε καθήκοντος που απορρέει από τον παρόντα Νόμο και προς το σκοπό αυτό δύναται να μεταβιβάζει γραπτώς την εξουσία αυτή.
6.-(1) Η αρμόδια αρχή -
(α) Είναι υπεύθυνη για την προαγωγή, την ανάλυση, την παρακολούθηση και την υποστήριξη της ίσης μεταχείρισης των εργαζομένων της Ένωσης και των μελών της οικογένειάς τους, χωρίς διακρίσεις λόγω ιθαγένειας, αδικαιολόγητους περιορισμούς ή εμπόδια του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας στο έδαφος της Δημοκρατίας∙
(β) επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 7, διασφαλίζει την παροχή ή την εξασφάλιση ανεξάρτητης νομικής και/ή άλλης βοήθειας στους εργαζομένους της Ένωσης και στα μέλη της οικογένειάς τους:
(γ) αποτελεί σημείο επαφής, συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών με άλλες αρμόδιες αρχές της Ένωσης∙
(δ) αναλαμβάνει τη διενέργεια ή την παραγγελία ανεξάρτητων ερευνών και αναλύσεων αναφορικά με αδικαιολόγητους περιορισμούς και εμπόδια του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας και με διακρίσεις λόγω ιθαγένειας εις βάρος εργαζομένων της Ένωσης και μελών των οικογενειών τους∙
(ε) εξασφαλίζει τη δημοσίευση ανεξάρτητων εκθέσεων και τη διατύπωση συστάσεων για κάθε θέμα που αφορά τέτοιους περιορισμούς, εμπόδια ή διακρίσεις∙
(στ) δημοσιεύει χρήσιμες πληροφορίες, σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων της Ένωσης, για την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στο έδαφος της Δημοκρατίας.
(2) Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι οι αρμόδιοι φορείς για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου χρησιμοποιούν και συνεργάζονται με τις υπηρεσίες πληροφόρησης και παροχής βοήθειας που υπάρχουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
(3) Το Τμήμα Εργασίας ενεργεί ως σημείο επαφής για το συντονισμό των φορέων που, ανάλογα με την περίπτωση, έχουν αρμοδιότητα εφαρμογής του παρόντος Νόμου.
7. Ενώσεις προσώπων, οργανώσεις εργαζομένων ή άλλες οργανώσεις ή νομικά πρόσωπα, τα οποία έχουν έννομο συμφέρον την τήρηση των διατάξεων του παρόντος Νόμου μπορούν να παρέμβουν είτε εξ ονόματος είτε προς υποστήριξη εργαζομένου της Ένωσης και των μελών της οικογένειάς του, με τη συναίνεσή του, σε διοικητική και/ή δικαστική διαδικασία σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 και 21 του παρόντος Νόμου:
8. Η αρμόδια αρχή προωθεί τον κοινωνικό διάλογο με τις αντιπροσωπευτικότερες οργανώσεις των εργοδοτών και των εργαζομένων και τις ανάλογες μη κυβερνητικές οργανώσεις, που έχουν έννομο συμφέρον να συμβάλουν στην καταπολέμηση πρακτικών που περιορίζουν ή παρεμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία και στην καταπολέμηση περιστατικών διάκρισης λόγω ιθαγένειας εις βάρος των εργαζομένων της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους, με στόχο την προαγωγή της ίσης μεταχείρισης.
9.-(1) Η αρμόδια αρχή παρέχει, δωρεάν, στα ελληνικά και σε μια (1) τουλάχιστο από τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης, ελεύθερες, εύκολα προσβάσιμες, πλήρεις και επικαιροποιημένες πληροφορίες για τα δικαιώματα εκείνα που πηγάζουν από τον παρόντα Νόμο και τα άρθρα 1 έως 10 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 492/2011.
(2) Οι πληροφορίες αυτές είναι προσβάσιμες και μέσω των αρμοδίων υπηρεσιών της Ένωσης.
10. Κάθε πρόσωπο που θεωρεί ότι θίγεται από παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου δικαιούται προστασίας από τους Επιθεωρητές και μπορεί να τους υποβάλλει καταγγελίες σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 του παρόντος Νόμου.
11. Η απόλυση καθώς και οποιαδήποτε βλαπτική μεταβολή των συνθηκών απασχόλησης εργαζομένου, ο οποίος προέβη σε καταγγελία ή διαμαρτυρία κατά δυσμενούς μεταχείρισης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, είναι παράνομη εκτός αν αποδείξει ο εργοδότης ότι η απόλυση ή η βλαπτική μεταβολή οφείλεται σε λόγο άσχετο προς την καταγγελία ή τη διαμαρτυρία.
12. Η αρμόδια αρχή, αυτεπάγγελτα ή μετά από υποβολή παραπόνου, ελέγχει την τήρηση των προϋποθέσεων και υποχρεώσεων που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο, ασκώντας τις εξουσίες ελέγχου και έρευνας που καθορίζονται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
13.-(1) Η αρμόδια αρχή ορίζει, με απόφασή της, ως Επιθεωρητές Λειτουργούς του Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων για την αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Τα καθήκοντα των Επιθεωρητών περιλαμβάνουν -
(α) Τη διενέργεια οποιουδήποτε τακτικού ή έκτακτου ελέγχου για την εξασφάλιση της πλήρους και αποτελεσματικής εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
(β) τη σύνταξη εκθέσεων σχετικά με τα πορίσματα των ελέγχων που διενεργούν·
(γ) την αναφορά προς την αρμόδια αρχή προβλημάτων που δημιουργούνται κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και την υποβολή προτάσεων σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπισή τους.
(3) Για την άσκηση των καθηκόντων τους, οι Επιθεωρητές εφοδιάζονται με ειδικές ταυτότητες.
14. (1) Κάθε Επιθεωρητής, για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται –
(α) Να εισέρχεται, με την επίδειξη της ταυτότητάς του, ελεύθερα και χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση σε οποιοδήποτε χώρο απασχόλησης, εκτός από οικιακά υποστατικά:
(β) να συνοδεύεται από μέλος της Αστυνομίας, αν έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι θα παρεμποδιστεί στην άσκηση των εξουσιών του ή στην εκτέλεση των καθηκόντων του, οπόταν η Αστυνομία έχει υποχρέωση να διαθέτει ένα (1) ή περισσότερα μέλη της Αστυνομίας για να το συνοδεύουν·
(γ) να συνοδεύεται από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, όπως θεωρεί αναγκαίο∙
(δ) να προβαίνει σε ελέγχους, επιθεωρήσεις, έρευνες, ανακρίσεις ή εξετάσεις, όπως θεωρεί αναγκαίο, για τη διαπίστωση της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, και ιδίως να–
(i) απαιτεί από οποιοδήποτε πρόσωπο, για το οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι μπορεί να παράσχει πληροφορίες ή διευκρινίσεις σχετιζόμενες με οποιαδήποτε επιθεώρηση που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου, να απαντά σε σχετικές ερωτήσεις, μόνο του ή στην παρουσία οποιουδήποτε άλλου προσώπου, την οποία μπορεί ο Επιθεωρητής να απαιτήσει ή να επιτρέψει, καθώς και να απαιτεί από το πρόσωπο αυτό να υπογράφει δήλωση ότι οι απαντήσεις του είναι αληθείς,
(ii) απαιτεί από οποιοδήποτε πρόσωπο στο χώρο εργασίας να του παρέχει, για θέματα τα οποία είναι υπό τον έλεγχο ή την ευθύνη του προσώπου αυτού, τις διευκολύνσεις και τη βοήθεια που είναι αναγκαίες για την ενάσκηση από τον ίδιο οποιασδήποτε από τις εξουσίες που του παρέχονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου,
(iii) ζητεί τη συνδρομή οποιασδήποτε δημόσιας υπηρεσίας ή αρχής, η οποία και υποχρεούται να του την παρέχει.
(2) Κατά τη διάρκεια της κατά το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου επίσκεψής του για σκοπούς επιθεώρησης, ο Επιθεωρητής ενημερώνει τον εργοδότη ή εκπρόσωπό του για την παρουσία του, εκτός εάν θεωρεί ότι αυτό θα επηρεάσει δυσμενώς την εκτέλεση των καθηκόντων του.
15.-(1) Ο Επιθεωρητής μπορεί να δέχεται παράπονα σχετικά με διαφορά που πιθανόν να προκύψει από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου από οποιοδήποτε πρόσωπο θεωρεί ότι θίγεται από τη διαφορά αυτή, καθώς και για λογαριασμό τέτοιου προσώπου και αμέσως μόλις του υποβληθεί τέτοιο παράπονο ακολουθεί τη διαδικασία που προνοείται στα εδάφια (2) και (3) του παρόντος άρθρου, εκτός αν η υπόθεση έχει προσαχθεί σε δικαστήριο.
(2) Ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχει ο Νόμος, ο Επιθεωρητής ερευνά με κάθε πρόσφορο τρόπο το παράπονο που του έχει υποβληθεί, και ιδίως καλεί το πρόσωπο, κατά του οποίου γίνεται το παράπονο, καθώς και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που έχει αρμοδιότητα ή ευθύνη γι’ αυτό, να παράσχει πληροφορίες, διευκρινίσεις ή οποιαδήποτε στοιχεία κατέχει ή είναι υπό τον έλεγχό του, που εξυπηρετούν ή διευκολύνουν τη διερεύνηση του παραπόνου και επιχειρεί να διευθετήσει τη διαφορά.
(3)(α) Εάν επιτευχθεί διευθέτηση της διαφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, ο Επιθεωρητής συντάσσει πρακτικό διευθέτησης της διαφοράς, το οποίο υπογράφεται και από τα δύο (2) μέρη.
(β) Εάν δεν επιτευχθεί διευθέτηση της διαφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, ο Επιθεωρητής συντάσσει πρακτικό, στο οποίο αναγράφει όλες τις ενέργειες και τις διαπιστώσεις του, το οποίο κοινοποιεί άμεσα στα δύο (2) μέρη, και το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών σε διαδικασία ενώπιόν του.
(4) Τηρουμένων των λοιπών διατάξεων οποιουδήποτε νόμου, από την ημέρα της υποβολής του κατά το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου παραπόνου, μέχρι την ημέρα που συντάχθηκε το προβλεπόμενο στο εδάφιο (4) πρακτικό, διακόπτεται η τυχόν ισχύουσα προθεσμία προσφυγής στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών του προσώπου που έχει υποβάλει ή για λογαριασμό του οποίου υποβλήθηκε το παράπονο, καθώς και η περίοδος παραγραφής της απαίτησής του.
16.-(1) Κάθε εργοδότης ή αντιπρόσωπός του και κάθε εργοδοτούμενός του οφείλει, όταν το απαιτεί ο Επιθεωρητής, να παρέχει σ’ αυτόν κάθε πληροφορία, βιβλίο, αρχείο, πιστοποιητικό ή άλλο έγγραφο ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο έχει στην κατοχή του σχετικά με τα ρυθμιζόμενα στον παρόντα Νόμο θέματα.
(2) Ο εργοδότης, οι αντιπρόσωποι ή οι εργοδοτούμενοι του οφείλουν γενικά να παρέχουν τα μέσα που απαιτούνται από τον Επιθεωρητή, τα οποία είναι απαραίτητα για την είσοδο, επιθεώρηση, εξέταση, έρευνα ή άλλη άσκηση εξουσίας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου σχετικά με την επιχείρηση του εργοδότη αυτού.
17.-(1) Ο Επιθεωρητής οφείλει να θεωρεί και να χειρίζεται ως απόρρητο κάθε ζήτημα και κάθε πληροφορία, γραπτή ή προφορική, που περιήλθε σε γνώση του κατά τη διεκπεραίωση του έργου του και δεν αποκαλύπτει ή δεν μεταδίδει οποιοδήποτε τέτοιο ζήτημα ή πληροφορία.
(2) Σε περίπτωση που οποιοσδήποτε Επιθεωρητής ενεργεί κατά παράβαση της υποχρέωσης για εχεμύθεια, όπως προνοείται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, τότε ο Επιθεωρητής υπέχει αστική ευθύνη κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 70 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου.
18. Πρόσωπο που εσκεμμένα παρεμποδίζει ή παρακωλύει Επιθεωρητή ή μέλος της Αστυνομίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων ή την άσκηση των εξουσιών του σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή με οποιοδήποτε φιλοδώρημα, δωροδοκία, υπόσχεση ή άλλο κίνητρο εμποδίζει ή αποπειράται να εμποδίσει τη δέουσα εκτέλεση του καθήκοντός του ή τη δέουσα άσκηση της εξουσίας του βάσει του παρόντος Νόμου είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
19.-(1) Ο Υπουργός διορίζει τριμελή Επιτροπή, η οποία αποτελείται από:
(α) Το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων,
(β) το Διευθυντή του Τμήματος Εργασίας, και
(γ) ένα (1) λειτουργό του Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή των τμημάτων του ίδιου υπουργείου,
η οποία έχει τις εξουσίες που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.
(2) Όταν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει, κατόπιν διερεύνησης, ότι παραβιάζονται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου ενημερώνει την Τριμελή Επιτροπή η οποία δύναται να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000):
(3) Σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης των διατάξεων του παρόντος νόμου η Τριμελής Επιτροπή δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20.000).
(4) Οι προβλεπόμενες στα εδάφια (2) και (3) κυρώσεις επιβάλλονται με απόφαση της Τριμελούς Επιτροπής που βεβαιώνει την παράβαση, αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στον κατ’ ισχυρισμό παραβάτη ή εκπρόσωπό του να ακουστεί, προφορικώς ή γραπτώς, και αφού αιτιολογήσει πλήρως την παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(5) Κατά της απόφασης για την επιβολή διοικητικού προστίμου, δύναται να ασκηθεί ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της εν λόγω απόφασης στον κατ’ ισχυρισμό παραβάτη.
(6) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από την αρμόδια αρχή όταν περάσει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος προθεσμία των εβδομήντα πέντε (75) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης για την επιβολή χρηματικής ποινής ή σε περίπτωση που ασκείται ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, σύμφωνα με το εδάφιο (5) του παρόντος άρθρου, από την ημερομηνία κοινοποίησης της επί της ιεραρχικής προσφυγής απόφασης του Υπουργού.
(7) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής του κατά τον παρόντα Νόμο επιβαλλόμενου από την Τριμελή Επιτροπή διοικητικού προστίμου, το οφειλόμενο ποσό εισπράττεται ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.
20. Πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατά παράβαση ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου και/ ή των άρθρων 1 έως 10 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 492/2011 είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
21.-(1) Κάθε πρόσωπο που θεωρεί ότι θίγεται από παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου και/ή του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 492/2011 δικαιούται να διεκδικεί τα δικαιώματα του ενώπιον αρμόδιου Δικαστηρίου, ακόμα και αν η σχέση στο πλαίσιο της οποίας εικάζεται ότι έγινε παράβαση έχει λήξει, και να χρησιμοποιεί κάθε πρόσφορο μέσο για τη στοιχειοθέτηση της παράβασης και της πάσης φύσης ζημιάς που υπέστη λόγω αυτής.
(2) Σε κάθε αστικής φύσης δικαστική διαδικασία αν ο διάδικος που ισχυρίζεται ότι θίγεται από την παράβαση διατάξεων του παρόντος Νόμου, στοιχειοθετεί πραγματικά περιστατικά από τα οποία πιθανολογείται η παράβαση, το Δικαστήριο υποχρεώνει τον αντίδικό του να αποδείξει ότι δεν υπήρξε παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
22. Επιφυλασσομένης της δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος αποκλειστικής δικαιοδοσίας του Διοικητικού Δικαστηρίου, αρμοδιότητα για την εκδίκαση των εργατικών διαφορών και λοιπών διαφορών ιδιωτικού δικαίου που αναφύονται εξ αφορμής της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και/ή του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 492/2011, έχει το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών.
Η έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 132(Ι)/2019] καθορίζεται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.