33. Συνδικαλιστικές οργανώσεις και ενώσεις προσώπων, οργανώσεις εργαζομένων ή άλλες οργανώσεις ή νομικά πρόσωπα, τα οποία έχουν έννομο συμφέρον από την τήρηση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, μπορούν να κινήσουν είτε εξ ονόματος είτε προς υποστήριξη των αποσπασμένων εργαζόμενων της Ένωσης ή του εργοδότη τους, και με την έγκριση τους, τα δικαιώματα που προβλέπονται στα άρθρα 21 και 35 του παρόντος Νόμου:
34. Πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατά παράβαση ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
35.-(1) Κάθε πρόσωπο που θεωρεί ότι θίγεται από παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δικαιούται να διεκδικεί τα δικαιώματα του ενώπιον αρμόδιου δικαστηρίου, ακόμα και εάν η σχέση στο πλαίσιο της οποίας εικάζεται ότι έγινε παράβαση έχει λήξει, και να χρησιμοποιεί κάθε πρόσφορο μέσο για τη στοιχειοθέτηση της παράβασης και της πάσης φύσης ζημιάς που υπέστη λόγω αυτής.
(2) Με την επιφύλαξη ενδεχόμενου δικαιώματος εγέρσεως αγωγής σύμφωνα με τις υφιστάμενες διατάξεις του δικαίου της Ένωσης ή τις διεθνείς συμβάσεις περί δικαστικής αρμοδιότητας σε άλλο κράτος για διαφορές που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 7 έως 9 του παρόντος Νόμου είναι δυνατόν να εγερθεί αγωγή στη Δημοκρατία.
(3) Σε κάθε δικαστική διαδικασία, εκτός από ποινική, αν ο διάδικος που ισχυρίζεται ότι θίγεται από παράβαση διατάξεων του παρόντος Νόμου, στοιχειοθετεί πραγματικά περιστατικά από τα οποία πιθανολογείται η παράβαση, το Δικαστήριο υποχρεώνει τον αντίδικό του να αποδείξει ότι δεν υπήρξε καμία παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
36.-(1) Κάθε αποσπασμένος εργαζόμενος που θεωρεί ότι θίγεται από παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου μπορεί, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 21 και 35 του παρόντος Νόμου, να διεκδικεί -
(α) Τυχόν καθυστερημένες καθαρές αμοιβές που του οφείλονται σύμφωνα με τους εφαρμοστέους όρους και τις συνθήκες απασχόλησης που αναφέρονται στο άρθρο 7 του παρόντος Νόμου∙
(β) τυχόν καθυστερημένες πληρωμές ή επιστροφές φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης που έχουν παρακρατηθεί αχρεωστήτως από τους μισθούς τους∙
(γ) επιστροφή υπερβολικών δαπανών σε σχέση με το ποσό των καθαρών αποδοχών ή με την ποιότητα του καταλύματος οι οποίες παρακρατήθηκαν ή αφαιρέθηκαν από τους μισθούς για τα καταλύματα που παρασχέθηκαν από τον εργοδότη∙
(δ) κατά περίπτωση εισφορές των εργοδοτών που οφείλονται σε κοινά ταμεία ή οργανισμούς των κοινωνικών εταίρων που έχουν παρακρατηθεί αχρεωστήτως από τους μισθούς τους.
(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις που η απόσπαση έχει λήξει.
37. Η διοικητική συνεργασία και η αμοιβαία συνδρομή μεταξύ των αρμοδίων αρχών των κρατών μελών που αναφέρονται στα άρθρα 17 και 18 και στο Μέρος ΙV του παρόντος Νόμου και των σχετικών Κανονισμών υλοποιείται μέσω του συστήματος πληροφόρησης για την αγορά (ΙΜΙ).
38.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), οι Κανονισμοί δύναται να ρυθμίζουν -
(α) Τα ειδικότερα μέτρα για την καλύτερη πρόσβαση στις πληροφορίες∙
(β) τα χρονικά όρια για την εξασφάλιση πληροφοριών στα πλαίσια της αμοιβαίας συνδρομής και της διοικητικής συνεργασίας∙
(γ) τις διοικητικές απαιτήσεις και μέτρα ελέγχου∙
(δ) τη διαδικασία διασυνοριακής επιβολής χρηματικών διοικητικών κυρώσεων και/ή προστίμων∙
(ε) οποιοδήποτε άλλο θέμα τεχνική φύσης χρήζει καθορισμού ή ρύθμισης.