Για σκοπούς-
(α) Εναρμόνισης με τις διατάξεις της παραγράφου (4) του άρθρου 10, του στοιχείου ε) της παραγράφου (1) και, της παραγράφου (2) του άρθρου 12, του στοιχείου α) του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου (1) του άρθρου 23, των παραγράφων (1), (2) και (3) του άρθρου 46, του άρθρου 48 και του πρώτου εδαφίου του άρθρου 52 της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας», όπως διορθώθηκε, και
(β)εναρμόνισης με τις διατάξεις της παραγράφου (1) του άρθρου 26 της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία 2013/33/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 σχετικά με τις απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων διεθνή προστασία», όπως διορθώθηκε, και
(γ)αποτελεσματικής εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου (1) του άρθρου 27 της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 604/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Ιουνίου 2013 για τη θέσπιση των κριτηρίων και μηχανισμών για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης διεθνούς προστασίας που υποβάλλεται σε κράτος μέλος από υπήκοο τρίτης χώρας ή από απάτριδα»,
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας Νόμος του 2018.
2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -
«απόφαση» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 146 του Συντάγματος·
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία∙
«Διοικητικό Δικαστήριο» σημαίνει το Διοικητικό Δικαστήριο που καθιδρύθηκε και λειτουργεί δυνάμει των διατάξεων του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου·
«Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας» σημαίνει το δικαστήριο που καθιδρύεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3·
«πράξη» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 146 του Συντάγματος·
«προσφυγή» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
(2) Όροι οι οποίοι δεν καθορίζονται στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια, έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτούς από τον περί Δικαστηρίων Νόμο ή τον περί Προσφύγων Νόμο, ανάλογα με την περίπτωση.
3.-(1) Καθιδρύεται Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας με αποκλειστική δικαιοδοσία να αποφασίζει σε πρώτο βαθμό επί πάσης προσφυγής η οποία υποβάλλεται δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, κατά απόφασης, πράξης ή παράλειψης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 11 του παρόντος Νόμου.
(2) Το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας συγκροτείται από δέκα (10) δικαστές που διορίζονται από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο.
(3) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο -
(α) Ορίζει, για όσο χρονικό διάστημα κρίνει σκόπιμο το Διοικητικό Πρόεδρο του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας. και
(β) δύναται να αντικαθιστά το Διοικητικό Πρόεδρο του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, σε περίπτωση που το κρίνει σκόπιμο.
4. Ουδείς διορίζεται ως δικαστής του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, εκτός αν έχει τα προσόντα που απαιτούνται για διορισμό στη θέση Επαρχιακού Δικαστή, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Δικαστηρίων Νόμου, και διαθέτει ευρεία γνώση σε θέματα διοικητικού δικαίου και διεθνούς προστασίας ή αποδεδειγμένη εμπειρία στο χειρισμό δικαστικών υποθέσεων που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας.
5. Οι δικαστές του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας αποτελούν μόνιμα μέλη της δικαστικής υπηρεσίας της Δημοκρατίας και είναι κατά πάντα ισότιμοι με Επαρχιακό Δικαστή.
6. Οι δικαστές του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας απολαμβάνουν της ίδιας μισθοδοσίας και υπηρετούν υπό τους ίδιους όρους που υπηρετεί ο Επαρχιακός Δικαστής.
7. Κάθε δικαστής του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του, δίδει και υπογράφει ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου ή δύο (2) μελών αυτού, τη Διαβεβαίωση προς τη Δημοκρατία και το Δικαστικό Όρκο που καθορίζονται στον Πίνακα του περί Δικαστηρίων Νόμου.
8.-(1) Σε περίπτωση προσωρινής απουσίας, κωλύματος ή ανικανότητας δικαστή του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας να ασκεί τα καθήκοντά του, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο δύναται να διορίσει άλλο μέλος της δικαστικής υπηρεσίας για να εκτελεί προσωρινά τα καθήκοντα και να ασκεί τις εξουσίες του δικαστή του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, για το χρονικό διάστημα και υπό τους όρους που καθορίζονται στο έγγραφο διορισμού του.
(2) Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο δύναται, εφόσον το συμφέρον της δικαιοσύνης το απαιτεί, να διορίζει πρόσωπο το οποίο κατέχει τα προσόντα που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 4, για να εκτελεί προσωρινά τα καθήκοντα και να ασκεί τις εξουσίες του δικαστή του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, για χρονικό διάστημα και υπό τους όρους οι οποίοι καθορίζονται στο έγγραφο διορισμού.
9. Ως έδρα του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας καθορίζεται η Λευκωσία και το δικαστήριο συνέρχεται σε κτίριο το οποίο ήθελε οριστεί ειδικά για το σκοπό αυτό από τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως κατόπιν συνεννόησης με το Ανώτατο Δικαστήριο.
10.-(1) Στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας υπηρετεί ένας (1) πρωτοκολλητής και υπάλληλοι, ο αριθμός, οι εξουσίες, τα καθήκοντα και οι ευθύνες των οποίων καθορίζονται από το Ανώτατο Δικαστήριο με την έκδοση διαδικαστικού κανονισμού:
11.-(1) Κάθε δικαστής του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας ασκεί τις εξουσίες που ανατίθενται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας από το Σύνταγμα, τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και οποιουδήποτε άλλου εκάστοτε σε ισχύ νόμου.
(2) Το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας αποφασίζει επί πάσης προσφυγής η οποία υποβάλλεται δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος κατά απόφασης ή πράξης εκδιδομένης δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου ή κατά παράλειψης οφειλόμενης ενέργειας δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου.
(3) Για σκοπούς ενάσκησης της δικαιοδοσίας του επί προσφυγής κατά απόφασης ή πράξης που αναφέρεται στο εδάφιο (4), το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας-
(α) Προβαίνει σε έλεγχο της νομιμότητας και ορθότητας αυτής, εξετάζοντας πλήρως και από τούδε και στο εξής-
(i) τα γεγονότα και τα νομικά ζητήματα που τη διέπουν, και
(ii) την ανάγκη χορήγησης διεθνούς προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου, σε περίπτωση που προσβάλλεται απόφαση η οποία συνεπάγεται τη μη χορήγηση τέτοιας προστασίας ή την ανάκληση ή παύση τέτοιας προστασίας ή τη χορήγηση καθεστώτος συμπληρωματικής προστασίας αντί του καθεστώτος πρόσφυγα, και
(β) επικυρώνει εν όλω ή εν μέρει την απόφαση ή πράξη, ή ακυρώνει και τροποποιεί εν όλω ή εν μέρει αυτήν:
(α) Κατόπιν αίτησης η οποία υποβάλλεται στην αρμόδια διοικητική αρχή μετά την 20ή Ιουλίου 2015, ή
(β) με πρωτοβουλία της αρμόδιας διοικητικής αρχής η οποία αναλαμβάνεται μετά την 20ή Ιουλίου 2015.
(4) Οι διατάξεις του εδαφίου (3) εφαρμόζονται αναφορικά με οποιαδήποτε από τις ακόλουθες αποφάσεις ή πράξεις, η οποία θίγει ατομικά τον υποβάλλοντα προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας:
(α) Απόφαση η οποία αναφέρεται στο άρθρο 9 του περί Προσφύγων Νόμου αναφορικά με την παροχή, την ανάκληση ή τον περιορισμό πλεονεκτημάτων τα οποία προβλέπονται σε οποιαδήποτε από τις διατάξεις του εν λόγω νόμου·
(β) απόφαση που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9Ε ή της παραγράφου (β) του εδαφίου (4) του άρθρου 9ΙΑ του περί Προσφύγων νόμου∙
(γ) δυσμενής απόφαση του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου, επί αίτησης διεθνούς προστασίας, περιλαμβανομένης απόφασης με την οποία-
(i) κρίνει αίτηση ως αβάσιμη, όσον αφορά το καθεστώς πρόσφυγα ή/και το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, ή
(ii) κρίνει αίτηση ως απαράδεκτη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου, ή
(iii) αποφασίζει να εφαρμόσει επί της αίτησης τις διατάξεις του άρθρου 12Βδις του περί Προσφύγων Νόμου, ή
(iv) αρνείται να αρχίσει εκ νέου την εξέταση αίτησης η οποία σταμάτησε, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16Β ή του άρθρου16Γ του περί Προσφύγων Νόμου, ή
(v) ανακαλεί διεθνή προστασία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5, του άρθρου 6Α ή του εδαφίου (3Α) του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου, ή
(vi) παύει διεθνή προστασία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 ή του εδαφίου (3) του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου, ή
(vii) αποφασίζει να χορηγήσει στον αιτητή καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 19 του περί Προσφύγων Νόμου, αντί του καθεστώτος πρόσφυγα·
(δ) δυσμενής απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων επί αίτησης διεθνούς προστασίας, εκδοθείσα στα πλαίσια ενώπιόν της διοικητικής προσφυγής, περιλαμβανομένης απόφασης η οποία αναφέρεται στις υποπαραγράφους (i) έως (vii) της παραγράφου (γ)∙
(ε) απόφαση μεταφοράς η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 27 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 604/2013.
(5) Το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας λαμβάνει υπόψη και σχετικά γεγονότα και ισχυρισμούς του προσφεύγοντος που δεν λήφθηκαν υπόψη κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης ή πράξης, είτε αυτά είναι προγενέστερα είτε είναι μεταγενέστερα αυτής.
(6) Το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας δύναται να διατάζει διοικητική αρχή όπως του απαντήσει ερώτημα σχετικό προς το εξεταζόμενο επίδικο θέμα εντός καθοριζόμενης από το δικαστήριο προθεσμίας.
(7) Το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει πρόσβαση στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (7Α) του άρθρου 18 του περί Προσφύγων Νόμου, οι οποίες είναι απαραίτητες για την εκπλήρωση των καθηκόντων του, είτε διατάσσοντας συναφώς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου είτε μέσω του προσφεύγοντα είτε άλλως πως.
(8) Σε περίπτωση που πρόσωπο προσφεύγει στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος κατά απόφασης ή πράξης, ο καθ’ ου η αίτηση παρέχει στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας και στον προσφεύγοντα εφόσον αυτό ζητηθεί πρόσβαση στις πληροφορίες του διοικητικού φακέλου που αφορά την προσβαλλόμενη απόφαση ή πράξη.
(9) Το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας οφείλει, σε εύλογο χρόνο, να εκδίδει γραπτώς την απόφασή του και να την κοινοποιεί στον προσφεύγοντα ή στο δικηγόρο που τον εκπροσωπεί νόμιμα.
(10) Το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, όταν εκδίδει αποφάσεις ή διατάγματα που αφορούν αιτητή ή δικαιούχο διεθνούς προστασίας υπό αυτή του την ιδιότητα, αναφέρει μόνο τα αρχικά του ονοματεπώνυμού του.
11Α. Σε περίπτωση κατά την οποία η προσφυγή, η οποία εμπίπτει στην καθ' ύλην δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου, καταχωρισθεί ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, δικαστής του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας παραπέμπει αυτή προς εκδίκαση στο Διοικητικό Δικαστήριο:
12. Η δικαιοδοσία του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας διέπεται από δικονομία και πρακτική που καθορίζεται με διαδικαστικό κανονισμό που εκδίδεται από το Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 163 του Συντάγματος.
12Α.-(1) Κάθε προσφυγή κατά απόφασης ή πράξης ή παράλειψης του Προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου ή της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων ασκείται εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία γνωστοποίησης της απόφασης ή της πράξης ή σε περίπτωση παράλειψης, από την ημέρα που αυτή περιήλθε σε γνώση του προσφεύγοντος.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), προσφυγή που αφορά οποιαδήποτε από τις πιο κάτω αποφάσεις ή διατάγματα ασκείται εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης και/ή επίδοσης του διατάγματος κράτησης:
(α) Απόφαση απόρριψης αίτησης, η οποία εξετάστηκε με βάση την ταχύρρυθμη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 12Δ του περί Προσφύγων Νόμου·
(β) απόφαση απόρριψης αίτησης ως προδήλως αβάσιμης δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 12ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου·
(γ) απόφαση με την οποία κρίνεται αίτηση ως αβάσιμη όσον αφορά το καθεστώς πρόσφυγα ή/και το καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας·
(δ) απόφαση με την οποία αίτηση κρίνεται ως απαράδεκτη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12Βτετράκις του περί Προσφύγων Νόμου·
(ε) απόφαση η οποία αναφέρεται στο άρθρο 9 του περί Προσφύγων Νόμου αναφορικά με την παροχή, ανάκληση ή περιορισμό των πλεονεκτημάτων τα οποία προβλέπονται σε οποιαδήποτε από τις διατάξεις του εν λόγω Νόμου·
(στ) απόφαση η οποία εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9Ε και της παραγράφου (β) του εδαφίου (4) του άρθρου 9ΙΑ του περί Προσφύγων Νόμου·
(ζ) απόφαση η οποία λαμβάνεται δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 16Β, 16Γ και των παραγράφων (γ) και (δ) του εδαφίου (3) του άρθρου 16Δ του περί Προσφύγων Νόμου·
(η) απόφαση μεταφοράς δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (1) του άρθρου 27 του Κανονισμού (ΕΕ) αρ. 604/2013·
(θ) διάταγμα κράτησης δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9ΣΤ του περί Προσφύγων Νόμου.
13. Κάθε απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας υπόκειται σε έφεση ενώπιον του Εφετείου για λόγο που αναφέρεται σε νομικό σημείο μόνο, εντός χρονικής περιόδου δεκατεσσάρων (14) ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης.
14.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Οι πιο κάτω διατάξεις του παρόντος Νόμου τίθενται σε ισχύ κατά την ημερομηνία της δημοσίευσης, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, γνωστοποίησης του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τη συγκρότηση του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας και την ετοιμότητά του να λειτουργήσει:
(α) Το άρθρο 3, στην έκταση που χορηγεί αποκλειστική δικαιοδοσία στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας·
(β) το άρθρο 11·
(γ) το άρθρο 12∙ και
(δ) το άρθρο 13.
15.-(1) Το Διοικητικό Δικαστήριο διατηρεί και ασκεί τη δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος αποκλειστική πρωτοβάθμια αυτού δικαιοδοσία σε σχέση με τις μεταφερόμενες στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας υποθέσεις δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, έως την ημερομηνία δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της προβλεπόμενης στο εδάφιο (2) του άρθρου 14 του παρόντος Νόμου γνωστοποίησης.
(2) Κατά την ημερομηνία δημοσίευσης της προβλεπόμενης στο εδάφιο (2) του άρθρου 14 γνωστοποίησης, οι εκκρεμούσες ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου διαδικασίες, κατά την ενάσκηση της δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος αποκλειστικής δικαιοδοσίας, η οποία μεταφέρεται στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας δυνάμει του παρόντος Νόμου μεταβιβάζονται στο καθιδρυόμενο διά του παρόντος Νόμου, Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, προς συνέχιση της δικαστικής διαδικασίας και έκδοση απόφασης δυνάμει του παρόντος Νόμου, ενώ οι προσφυγές στις οποίες η απόφαση έχει επιφυλαχθεί, συνεχίζονται και αποπερατώνονται ενώπιον του δικαστηρίου στο οποίο αυτές εκκρεμούν.
4.-(1) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (2), ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 34(Ι)/2023] τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Οι διατάξεις του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 34(Ι)/2023] τίθενται σε ισχύ κατά την ημερομηνία που καθορίζεται στη Γνωστοποίηση του Δικαστηρίου, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 22 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) (Τροποποιητικού) Νόμου του 2022.