55.-(1) Λαμβάνοντας υπόψη τα τεχνικά κριτήρια που παρατίθενται στο άρθρο 56, η Επιτροπή εξετάζει τις ρυθμίσεις, στρατηγικές, διαδικασίες και τους μηχανισμούς που εφαρμόζει η ΚΕΠΕΥ προκειμένου να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και αξιολογεί -
(α) κινδύνους τους οποίους η ΚΕΠΕΥ έχει αναλάβει ή ενδέχεται να αναλάβει· και
(β) κινδύνους που εντοπίζονται κατά την προσομοίωση ακραίων καταστάσεων, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων της ΚΕΠΕΥ.
(2) Το πεδίο εφαρμογής της εξέτασης και της αξιολόγησης που προβλέπονται στο εδάφιο (1) καλύπτει όλες τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.
(3) Βάσει της εξέτασης και αξιολόγησης που προβλέπονται στο εδάφιο (1), η Επιτροπή ρυθμίζει με οδηγία της κατά πόσο οι ρυθμίσεις, στρατηγικές, διαδικασίες και μηχανισμοί που εφαρμόζει η ΚΕΠΕΥ, καθώς και τα ίδια κεφάλαιά και η ρευστότητά της εξασφαλίζουν την υγιή διαχείριση και την κάλυψη των κινδύνων της.
(4) Η Επιτροπή καθορίζει τη συχνότητα και την ένταση της εξέτασης και αξιολόγησης που διεξάγεται δυνάμει του εδαφίου (1) έχοντας υπόψη το μέγεθος, τη συστημική σπουδαιότητα, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων της ΚΕΠΕΥ, λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της αναλογικότητας.
(5) Η εξέταση και αξιολόγηση που προβλέπεται στο εδάφιο (4), επικαιροποιούνται τουλάχιστον σε ετήσια βάση για τις ΚΕΠΕΥ που καλύπτονται από το πρόγραμμα εποπτικής εξέτασης των παραγράφων (α) και (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 57.
(6) Κατά τη διενέργεια της εξέτασης και αξιολόγησης που προβλέπονται στο εδάφιο (1), η Επιτροπή εφαρμόζει την αρχή της αναλογικότητας σύμφωνα με τα κριτήρια που δημοσιοποιούνται δυνάμει της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 95.
(7) Η Επιτροπή δύναται να προσαρμόσει τις μεθοδολογίες για την εφαρμογή της εξέτασης και της αξιολόγησης που αναφέρονται στο εδάφιο (1), προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη ΚΕΠΕΥ με παρόμοια χαρακτηριστικά κινδύνου, όπως παρόμοια επιχειρηματικά μοντέλα ή γεωγραφική θέση των ανοιγμάτων.
(8) Οι αναφερόμενες στο εδάφιο (7) εξατομικευμένες μεθοδολογίες δύναται να περιλαμβάνουν δείκτες αναφοράς με γνώμονα τον κίνδυνο, καθώς και ποσοτικούς δείκτες και να επιτρέπουν τη δέουσα συνεκτίμηση των ειδικών κινδύνων στους οποίους δύναται να εκτίθεται κάθε ΚΕΠΕΥ, χωρίς να θίγουν τον ειδικό για κάθε ΚΕΠΕΥ χαρακτήρα των μέτρων που επιβάλλονται δυνάμει του άρθρου 61.
(9) Η Επιτροπή σε περίπτωση που χρησιμοποιεί εξατομικευμένες μεθοδολογίες σύμφωνα με το εδάφιο (7), ενημερώνει την ΕΑΤ.
(10) Σε περίπτωση που προκύπτει από την εξέταση ότι η ΚΕΠΕΥ ενδέχεται να ενέχει συστημικό κίνδυνο σύμφωνα με το Άρθρο 23 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η Επιτροπή ενημερώνει αμελλητί την ΕΑΤ σχετικά με τα αποτελέσματα της εξέτασης.
(11) Σε περίπτωση που μια εξέταση, ιδίως η αξιολόγηση των ρυθμίσεων διακυβέρνησης, του επιχειρηματικού μοντέλου ή των δραστηριοτήτων της ΚΕΠΕΥ, παρέχει στην Επιτροπή βάσιμους λόγους να εικάζει ότι, σε σχέση με την εν λόγω ΚΕΠΕΥ, διαπράττεται ή έχει διαπραχθεί, επιχειρείται ή έχει επιχειρηθεί να διαπραχθεί νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ή υπάρχει αυξημένος τέτοιος κίνδυνος, η Επιτροπή ενημερώνει αμέσως την ΜΟΚΑΣ.
(12) Σε περίπτωση δυνητικού αυξημένου κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, η Επιτροπή και η ΜΟΚΑΣ έρχονται σε επαφή και κοινοποιούν αμέσως την κοινή τους εκτίμηση στην ΕΑΤ.
(13) Η Επιτροπή λαμβάνει καταλλήλως μέτρα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και τις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες.
56.-(1) Επιπρόσθετα στον πιστωτικό κίνδυνο, τον κίνδυνο αγοράς και τον λειτουργικό κίνδυνο, η εξέταση και αξιολόγηση που πραγματοποιείται από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 55 καλύπτει τουλάχιστον τα εξής:
(α) Τα αποτελέσματα των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων σύμφωνα με το Άρθρο 177 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 που πραγματοποιεί η ΚΕΠΕΥ που εφαρμόζει τη μέθοδο των εσωτερικών διαβαθμίσεων·
(β) τον βαθμό έκθεσης της ΚΕΠΕΥ σε κίνδυνο συγκέντρωσης καθώς και τη διαχείριση των κινδύνων αυτών, περιλαμβανομένης της συμμόρφωσής της με τις απαιτήσεις του Τέταρτου μέρους του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και του άρθρου 42·
(γ) την αρτιότητα, την καταλληλότητα και τον τρόπο εφαρμογής των πολιτικών και διαδικασιών της ΚΕΠΕΥ για τη διαχείριση του υπολειπόμενου κινδύνου που συνδέεται με τη χρήση αναγνωρισμένων τεχνικών μείωσης πιστωτικού κινδύνου·
(δ) τον βαθμό στον οποίο είναι επαρκή τα ίδια κεφάλαια που διατηρεί η ΚΕΠΕΥ σε σχέση με στοιχεία ενεργητικού που έχει τιτλοποιήσει, λαμβανομένης υπόψη της οικονομικής σημασίας της συναλλαγής και του επιτευχθέντος βαθμού μεταφοράς κινδύνου·
(ε) την έκθεση σε κίνδυνο ρευστότητας που αναλαμβάνει η ΚΕΠΕΥ και τη μέτρηση και διαχείριση αυτού, περιλαμβανομένων της ανάπτυξης αναλύσεων εναλλακτικών σεναρίων, της διαχείρισης παραγόντων που μειώνουν τον κίνδυνο, ειδικά το επίπεδο, τη σύνθεση και την ποιότητα των αποθεμάτων ρευστότητας, και αποτελεσματικών σχεδίων έκτακτης ανάγκης·
(στ) τις επιπτώσεις της διαφοροποίησης και τον τρόπο με τον οποίο οι επιπτώσεις αυτές παραμετροποιούνται στο σύστημα μέτρησης κινδύνων·
(ζ) τα αποτελέσματα των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων που πραγματοποιεί η ΚΕΠΕΥ που χρησιμοποιεί εσωτερικό υπόδειγμα για τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων για κίνδυνο αγοράς βάσει του Τρίτου μέρους, Τίτλος IV, Κεφάλαιο 5 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·
(η) τη γεωγραφική θέση των ανοιγμάτων της ΚΕΠΕΥ·
(θ) το επιχειρηματικό μοντέλο της ΚΕΠΕΥ.
(2) Για τους σκοπούς της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1), η Επιτροπή διεξάγει σε τακτά διαστήματα συνολική αξιολόγηση της γενικής διαχείρισης του κινδύνου ρευστότητας από τις ΚΕΠΕΥ και προάγει την ανάπτυξη αξιόπιστων εσωτερικών μεθόδων.
(3) Η Επιτροπή, κατά τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων, λαμβάνει υπόψη τον ρόλο που διαδραματίζουν οι ΚΕΠΕΥ στις χρηματοοικονομικές αγορές.
(4) Επιπροσθέτως των διατάξεων του εδαφίου (3), η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τον ενδεχόμενο αντίκτυπο των αποφάσεών της στη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος όλων των άλλων εμπλεκόμενων κρατών μελών.
(5) Η Επιτροπή ελέγχει κατά πόσο μια ΚΕΠΕΥ έχει παράσχει έμμεση υποστήριξη σε μια τιτλοποίηση.
(6) Σε περίπτωση που η Επιτροπή διαπιστώσει ότι η ΚΕΠΕΥ έχει παράσχει πάνω από μία φορά έμμεση υποστήριξη, η Επιτροπή λαμβάνει κατάλληλα μέτρα που αντικατοπτρίζουν την αυξημένη προσδοκία ότι η ΚΕΠΕΥ θα παράσχει μελλοντικά υποστήριξη στις τιτλοποιήσεις της με αποτέλεσμα να μην μπορεί να επιτύχει ουσιαστική μεταφορά κινδύνου.
(7) Για τους σκοπούς της αξιολόγησης που διενεργείται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 55, η Επιτροπή εξετάζει κατά πόσο οι αναπροσαρμογές της αξίας που έχουν πραγματοποιηθεί για θέσεις ή χαρτοφυλάκια στο χαρτοφυλάκιο συναλλαγών, σύμφωνα με το Άρθρο 105 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, επιτρέπουν στην ΚΕΠΕΥ να πωλήσει ή να αντισταθμίσει τις θέσεις της σε σύντομο χρονικό διάστημα χωρίς σημαντικές ζημίες υπό κανονικές συνθήκες αγοράς.
(8)(α) Ο έλεγχος και η αξιολόγηση που πραγματοποιεί η Επιτροπή περιλαμβάνουν την έκθεση της ΚΕΠΕΥ στον κίνδυνο επιτοκίου που προκύπτει από δραστηριότητες εκτός χαρτοφυλακίου.
(β) Η Επιτροπή ασκεί τις εποπτικές της εξουσίες τουλάχιστον στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(i) Εφόσον η οικονομική αξία των μετοχών ΚΕΠΕΥ, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 45, μειώνεται πέραν του δεκαπέντε τοις εκατόν (15%) του οικείου κεφαλαίου της κατηγορίας 1 ως αποτέλεσμα αιφνίδιας και μη αναμενόμενης μεταβολής των επιτοκίων, όπως ορίζεται σε οποιοδήποτε εκ των έξι εποπτικών σεναρίων διαταραχών που εφαρμόζονται στα επιτόκια,
(ii) εφόσον η ΚΕΠΕΥ αντιμετωπίσει μεγάλη μείωση στα καθαρά της έσοδα από τόκους, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 45, ως αποτέλεσμα αιφνίδιας και μη αναμενόμενης μεταβολής των επιτοκίων, όπως ορίζεται σε οποιαδήποτε εκ των δύο εποπτικών σεναρίων που εφαρμόζονται στα επιτόκια.
(γ) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου (β), η Επιτροπή δεν υποχρεούται να ασκεί εποπτικές εξουσίες όταν κρίνει, βάσει του ελέγχου και της αξιολόγησης που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο, ότι η διαχείριση στην οποία προβαίνει η ΚΕΠΕΥ έναντι του κινδύνου επιτοκίου που προκύπτει από δραστηριότητες εκτός χαρτοφυλακίου συναλλαγών είναι επαρκής και ότι η ΚΕΠΕΥ δεν είναι υπερβολικά εκτεθειμένη στον κίνδυνο επιτοκίου που προκύπτει από δραστηριότητες εκτός χαρτοφυλακίου.
(9) Για σκοπούς του εδαφίου (8), «εποπτικές εξουσίες» σημαίνει εξουσίες στις οποίες αναφέρεται το εδάφιο (1) του άρθρου 61 ή την εξουσία καθορισμού παραδοχών για την ανάπτυξη υποδειγμάτων και παραμέτρων, πλην εκείνων που προσδιορίζονται από τον ΕΑΤ σύμφωνα με το στοιχείο β) της παραγράφου 5α του Άρθρου 98 της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ, που πρέπει να αποτυπώνονται από τις ΚΕΠΕΥ στον υπολογισμό τους όσον αφορά την οικονομική αξία των μετοχών σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 45 του παρόντος Νόμου.
(10) Η εξέταση και αξιολόγηση που πραγματοποιεί η Επιτροπή περιλαμβάνει την έκθεση ΚΕΠΕΥ στον κίνδυνο υπερβολικής μόχλευσης που καθορίζεται από τους δείκτες υπερβολικής μόχλευσης, συμπεριλαμβανομένου του δείκτη μόχλευσης σύμφωνα με το Άρθρο 429 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.
(11) Για τον καθορισμό της επάρκειας του δείκτη μόχλευσης της ΚΕΠΕΥ και των ρυθμίσεων, στρατηγικών, διαδικασιών και μηχανισμών που εφαρμόζει η ΚΕΠΕΥ για τη διαχείριση του κινδύνου υπερβολικής μόχλευσης, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το επιχειρηματικό μοντέλο της ΚΕΠΕΥ.
(12) Η εξέταση και αξιολόγηση που πραγματοποιεί η Επιτροπή περιλαμβάνει τις ρυθμίσεις διακυβέρνησης της ΚΕΠΕΥ, την εταιρική της κουλτούρα, τις εταιρικές της αξίες και την ικανότητα των μελών του διοικητικού συμβουλίου να εκτελούν τα καθήκοντά τους.
(13) Κατά την προβλεπόμενη στο εδάφιο (12) εξέταση και αξιολόγηση, η Επιτροπή έχει τουλάχιστον πρόσβαση στα θέματα προς συζήτηση και τα δικαιολογητικά έγγραφα των συνεδριάσεων του διοικητικού συμβουλίου και των επιτροπών αυτού και τα αποτελέσματα της εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης επιδόσεων του διοικητικού συμβουλίου.
57.-(1) Η Επιτροπή εφαρμόζει πρόγραμμα εποπτικής εξέτασης τουλάχιστον μία φορά τον χρόνο για τις ΚΕΠΕΥ.
(2) Το πρόγραμμα που αναφέρεται στο εδάφιο (1) λαμβάνει υπόψη τη διαδικασία εποπτικής εξέτασης και αξιολόγησης σύμφωνα με το άρθρο 55 και περιλαμβάνει τα εξής:
(α) Ένδειξη του τρόπου με τον οποίο η Επιτροπή σκοπεύει να ασκήσει τα καθήκοντά της και να κατανείμει τους πόρους της·
(β) προσδιορισμός των ΚΕΠΕΥ που πρόκειται να τεθούν υπό ενισχυμένη εποπτεία και τα μέτρα που λαμβάνονται για τέτοια εποπτεία όπως καθορίζεται στο εδάφιο (4)·
(γ) σχέδιο για επιτόπιους ελέγχους στα γραφεία ΚΕΠΕΥ, περιλαμβανομένων των υποκαταστημάτων και θυγατρικών αυτής που βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη, σύμφωνα με τα άρθρα 13, 81 και 84.
(3) Τα προγράμματα εποπτικής εξέτασης περιλαμβάνουν τις ακόλουθες ΚΕΠΕΥ:
(α) ΚΕΠΕΥ για τις οποίες τα αποτελέσματα των προσομοιώσεων ακραίων καταστάσεων των παραγράφων (α) και (ζ) του εδαφίου (1) του άρθρου 56 και του άρθρου 58 ή το αποτέλεσμα της εποπτικής εξέτασης και αξιολόγησης βάσει του άρθρου 55 δεικνύουν την ύπαρξη σημαντικών κινδύνων για τη συνεχή χρηματοοικονομική τους αρτιότητα ή μη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·
(β) οποιεσδήποτε άλλες ΚΕΠΕΥ για τις οποίες η Επιτροπή το θεωρεί αναγκαίο.
(4)Σε περίπτωση που κρίνεται σκόπιμο σύμφωνα με το άρθρο 55, εφόσον είναι απαραίτητο, λαμβάνονται, ειδικότερα, τα ακόλουθα μέτρα:
(α) Αύξηση του αριθμού ή της συχνότητας των επιτόπιων ελέγχων της ΚΕΠΕΥ·
(β) μόνιμη παρουσία της Επιτροπής στην ΚΕΠΕΥ·
(γ) υποβολή πρόσθετων ή συχνότερων αναφορών από την ΚΕΠΕΥ·
(δ) πρόσθετες ή συχνότερες εξετάσεις του λειτουργικού, στρατηγικού ή επιχειρηματικού σχεδίου της ΚΕΠΕΥ·
(ε) θεματικές εξετάσεις που παρακολουθούν συγκεκριμένους κινδύνους που ενδέχεται να εμφανιστούν.
(5) Η θέσπιση προγράμματος εποπτικής εξέτασης από την Επιτροπή, ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης, δεν εμποδίζει τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής να διενεργούν, κατά περίπτωση, επιτόπιους ελέγχους και επιθεωρήσεις των δραστηριοτήτων που αναπτύσσουν τα υποκαταστήματα ΚΕΠΕΥ στο έδαφός τους σύμφωνα με τις εναρμονιστικές με την παράγραφο 3 του Άρθρου 52 της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ νομοθετικές διατάξεις των οικείων κρατών μελών.
(6) Σε περίπτωση που η Επιτροπή αποτελεί την αρμόδια αρχή κράτους μέλους υποδοχής, δύναται να διεξάγει ελέγχους και επιθεωρήσεις των δραστηριοτήτων που αναπτύσσουν τα υποκαταστήματα ΕΠΕΥ στη Δημοκρατία, παρά το γεγονός ότι η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους προέλευσης έχει θεσπίσει πρόγραμμα εποπτικής εξέτασης.
58. Η Επιτροπή διενεργεί τις ενδεδειγμένες, τουλάχιστον άπαξ ανά έτος, εποπτικές προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων στις ΚΕΠΕΥ, για τη διευκόλυνση της διαδικασίας εξέτασης και αξιολόγησης του άρθρου 55.
59.-(1)(α) Η Επιτροπή αναθεωρεί τακτικά και τουλάχιστον κάθε τρία (3) έτη τη συμμόρφωση της ΚΕΠΕΥ προς τις απαιτήσεις αναφορικά με τις μεθόδους που απαιτούν τη χορήγηση άδειας από την Επιτροπή προτού χρησιμοποιήσει τέτοιες μεθόδους για τον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων σύμφωνα με το Τρίτο Μέρος του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.
(β) Η Επιτροπή δίνει ιδιαίτερη προσοχή σε αλλαγές στην επιχειρηματική δραστηριότητα της ΚΕΠΕΥ και στην εφαρμογή αυτών των μεθόδων σε νέα προϊόντα.
(γ) Σε περίπτωση που εντοπίζονται σημαντικές ελλείψεις στην αποτύπωση κινδύνων με την εσωτερική μέθοδο, η ΚΕΠΕΥ διορθώνει ή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για τον μετριασμό των επιπτώσεών τους, και μέσω της επιβολής υψηλότερων πολλαπλασιαστικών συντελεστών, ή της επιβολής κεφαλαιακών προσαυξήσεων, ή λαμβάνει άλλα πρόσφορα και αποτελεσματικά μέτρα.
(2) Η Επιτροπή ειδικότερα εξετάζει και εκτιμά κατά πόσο η ΚΕΠΕΥ χρησιμοποιεί άρτια αναπτυγμένες και επικαιροποιημένες τεχνικές και πρακτικές για τις εν λόγω προσεγγίσεις.
(3) Σε περίπτωση που σε εσωτερικό υπόδειγμα κινδύνου αγοράς, πληθώρα υπερβάσεων όπως αυτές που αναφέρονται στο Άρθρο 366 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 δείχνουν ότι το υπόδειγμα δεν είναι ή δεν είναι πλέον αρκετά ακριβές, η Επιτροπή ανακαλεί την άδεια χρήσης του εσωτερικού μοντέλου ή επιβάλλει κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει ότι το μοντέλο θα βελτιωθεί άμεσα.
(4)(α) Σε περίπτωση που ΚΕΠΕΥ έχει λάβει άδεια να εφαρμόσει προσέγγιση που απαιτεί την άδεια της Επιτροπής πριν από τη χρήση της εν λόγω προσέγγισης για τον υπολογισμό των απαιτήσεων ιδίων κεφαλαίων σύμφωνα με το Τρίτο Τμήμα του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, αλλά δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις για την εφαρμογή της προσέγγισης αυτής, η Επιτροπή ζητά από την ΚΕΠΕΥ είτε να της αποδείξει ότι η μη συμμόρφωσή της έχει ελάχιστη επίπτωση κατά περίπτωση σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή να καταθέσει σχέδιο για την έγκαιρη αποκατάσταση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις και να ορίσει προθεσμία εφαρμογής της.
(β) Η Επιτροπή απαιτεί να γίνονται βελτιώσεις στο σχέδιο εάν αυτό δεν αναμένεται να φέρει πλήρη συμμόρφωση ή εάν η προθεσμία είναι ακατάλληλη.
(γ) Σε περίπτωση που η ΚΕΠΕΥ δεν αναμένεται να μπορέσει να επαναφέρει τη συμμόρφωση εντός κατάλληλης προθεσμίας και, κατά περίπτωση, δεν έχει αποδείξει ικανοποιητικά ότι οι επιπτώσεις από τη μη συμμόρφωση είναι ελάχιστες, η άδεια χρήσης της προσέγγισης ανακαλείται ή περιορίζεται στα συμμορφούμενα τμήματα ή στα τμήματα στα οποία η συμμόρφωση είναι εφικτή εντός κατάλληλης προθεσμίας.
(5) Η Επιτροπή, για την εξέταση των αδειών χρήσης εσωτερικών προσεγγίσεων τις οποίες παρέχει σε ΚΕΠΕΥ, λαμβάνει υπόψη την ανάλυση εσωτερικών προσεγγίσεων διαφόρων ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένης της ανάλυσης των συνεπειών στην υλοποίηση του ορισμού του κινδύνου αθέτησης και του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζουν συγκεκριμένα ιδρύματα παρόμοιους κινδύνους ή χρηματοδοτικά ανοίγματα και τα συγκριτικά κριτήρια αυτής της ανάλυσης που εκπονεί η ΕΑΤ.