1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Ρύθμισης του Πλαισίου Οργάνωσης της Τηλεργασίας Νόμος του 2023.
2.Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«Δημοκρατία» σημαίνει τις περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας στις οποίες η κυβέρνηση ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο·
«επιθεωρητής» σημαίνει πρόσωπο το οποίο ορίζεται ως επιθεωρητής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 11·
«Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα» σημαίνει τον Επίτροπο ο οποίος διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 19 του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου·
«εργοδοτούμενος» σημαίνει πρόσωπο το οποίο εργάζεται για άλλο πρόσωπο είτε δυνάμει σύμβασης ή σχέσης εργασίας ή μαθητείας είτε κάτω από τέτοιες περιστάσεις από τις οποίες δύναται να συναχθεί η ύπαρξη σχέσης εργοδότη και εργοδοτουμένου, με πλήρη ή μερική απασχόληση, για ορισμένο ή αόριστο, συνεχή ή μη, χρόνο, ανεξαρτήτως του τόπου απασχόλησης και περιλαμβάνει πρόσωπο το οποίο εργάζεται για νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή για αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης:
«Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της Οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων)»·
«τηλεργασία» σημαίνει εξ αποστάσεως παροχή της εργασίας εργοδοτουμένου με τη χρήση της τεχνολογίας, δυνάμει σύμβασης εργασίας πλήρους, μερικής ή άλλης μορφής απασχόλησης, η οποία δύναται να παρασχεθεί από εγκαταστάσεις του εργοδότη ή/και από χώρο εργασίας εκτός των εγκαταστάσεων του εργοδότη·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
3.-(1) Η τηλεργασία είναι προαιρετική και συμφωνείται γραπτώς μεταξύ εργοδότη και εργοδοτουμένου είτε κατά την πρόσληψη είτε με τροποποίηση της σύμβασης εργασίας είτε με συλλογική σύμβαση:
(2) Απαγορεύεται δυσμενής διάκριση σε βάρος εργοδοτουμένου επειδή δεν συναινεί σε εργασία με τη μορφή της τηλεργασίας.
(3) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1), εφόσον υπάρχει δυνατότητα η εργασία να παρασχεθεί εξ αποστάσεως, η τηλεργασία δύναται να εφαρμόζεται-
(α) μετά από απόφαση του εργοδότη, για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας και εφόσον προηγηθεί η έκδοση σχετικού Διατάγματος του Υπουργού Υγείας δυνάμει του περί Λοιμοκάθαρσης Νόμου, για το χρονικό διάστημα που καθορίζεται στο υπό αναφορά Διάταγμα· και
(β) μετά από αίτημα του εργοδοτουμένου, σε περίπτωση τεκμηριωμένου κινδύνου στην υγεία του, ο οποίος αποφεύγεται εάν εργάζεται μέσω τηλεργασίας και όχι στις εγκαταστάσεις του εργοδότη, για όσο χρόνο διαρκεί ο εν λόγω κίνδυνος:
4.-(1) Στο πλαίσιο της παρεχόμενης τηλεργασίας, ο εργοδότης-
(α) αναλαμβάνει το κόστος με το οποίο επιβαρύνεται ο εργοδοτούμενος από την τηλεργασία και περιλαμβανομένων του κόστους του εξοπλισμού, εκτός εάν συμφωνηθεί να γίνεται χρήση εξοπλισμού του εργοδότη, των τηλεπικοινωνιών, της χρήσης του οικιακού χώρου εργασίας και της συντήρησης του εξοπλισμού και της αποκατάστασης των βλαβών· και
(β) παρέχει στον εργοδοτούμενο την αναγκαία τεχνική υποστήριξη για την παροχή της εργασίας του και σε περίπτωση βλάβης των συσκευών οι οποίες χρησιμοποιούνται για την εκτέλεσή της, η οποία δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του εργοδοτουμένου, καταβάλλει τις δαπάνες επισκευής τους ή τις αντικαθιστά:
(2) Ο Υπουργός, μετά τη διεξαγωγή μελέτης κόστους και διαβούλευση με τους εκπροσώπους των εργοδοτουμένων και τους εκπροσώπους των εργοδοτών, καθορίζει το ελάχιστο ποσό που ο εργοδότης καταβάλλει στον εργοδοτούμενο με απόφασή του, η οποία δημοσιεύεται με Γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(3) Οι αναφερόμενες στα εδάφια (1) και (2) δαπάνες τις οποίες αναλαμβάνει ο εργοδότης δεν αποτελούν αποδοχές, αλλά εκπιπτέα δαπάνη για τον εργοδότη, δεν υπόκεινται σε οποιοδήποτε φόρο ή τέλος ούτε οφείλονται επί αυτών ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη ή εργοδοτουμένου και υπολογίζονται αναλογικώς ως προς τη συχνότητα και τη διάρκεια της τηλεργασίας, την παροχή ή όχι εξοπλισμού και ως προς κάθε άλλο σχετικό στοιχείο.
(4) Σε περίπτωση που ο εργοδοτούμενος είναι άτομο με αναπηρίες, ο εργοδότης λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίζει ότι παρέχεται εύλογη προσαρμογή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 του περί Ατόμων με Αναπηρίες Νόμου·
(5) Σε περίπτωση που η τηλεργασία παρέχεται σε χώρο εργασίας του εργοδότη, αυτός διασφαλίζει ότι ο εν λόγω χώρος είναι διαρρυθμισμένος ώστε να λαμβάνονται υπόψη, ανάλογα με την περίπτωση, οι ειδικές ανάγκες των μειονεκτούντων προσώπων στην εργασία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 του περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμου.
5.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του περί Διαφανών και Προβλέψιμων Όρων Εργασίας Νόμου, εντός οκτώ (8) ημερών από την ημερομηνία έναρξης της τηλεργασίας, ο εργοδότης ενημερώνει γραπτώς τον εργοδοτούμενο αναφορικά με τους όρους εργασίας που διαφοροποιούνται λόγω της τηλεργασίας και η ενημέρωση αυτή περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) Το προβλεπόμενο στο άρθρο 10 δικαίωμα αποσύνδεσης∙
(β) την ανάλυση του προβλεπόμενου στο άρθρο 4 κόστους, με το οποίο επιβαρύνεται περιοδικώς ο εργοδοτούμενος με τηλεργασία από την τηλεργασία, περιλαμβανομένων του κόστους τηλεπικοινωνιών, του εξοπλισμού και της συντήρησής του, και τους τρόπους κάλυψης του εν λόγω κόστους από τον εργοδότη∙
(γ) τον αναγκαίο για την παροχή τηλεργασίας εξοπλισμό, τον οποίο διαθέτει ο εργοδοτούμενος με τηλεργασία προς όφελος του εργοδότη ή παρέχει ο εργοδότης στον εργοδοτούμενο και τις διαδικασίες τεχνικής υποστήριξης, συντήρησης και αποκατάστασης των βλαβών του εξοπλισμού αυτού·
(δ) οποιονδήποτε περιορισμό στη χρήση του εξοπλισμού ή των εργαλείων πληροφορικής, περιλαμβανομένου του διαδικτύου και τις τυχόν κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης τέτοιου περιορισμού·
(ε) τη συμφωνία περί τηλετοιμότητας, τα χρονικά όρια αυτής και τις προθεσμίες ανταπόκρισης του εργοδοτουμένου με τηλεργασία, τηρουμένων των διατάξεων του περί της Οργάνωσης του Χρόνου Εργασίας Νόμου∙
(στ) τους κινδύνους και τα μέτρα προστασίας και πρόληψης κατά την τηλεργασία με βάση την προβλεπόμενη στο άρθρο 9 γραπτή εκτίμηση των κινδύνων·
(ζ) την υποχρέωση για προστασία και ασφάλεια των επαγγελματικών δεδομένων και των προσωπικών δεδομένων του εργοδοτουμένου με τηλεργασία και τις ενέργειες και διαδικασίες που ακολουθούνται για την εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής∙ και
(η) τον προϊστάμενο από τον οποίο ο εργοδοτούμενος με τηλεργασία θα λαμβάνει οδηγίες.
(2) Ο εργοδότης τηρεί αποδεικτικά στοιχεία της διαβίβασης και παραλαβής της σχετικής με την προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) ενημέρωση αλληλογραφίας, με τους πιο κάτω τρόπους:
(α) Σε έντυπη μορφή· ή
(β) σε ηλεκτρονική μορφή, εφόσον υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης του εργοδοτουμένου στις πληροφορίες και νοουμένου ότι οι πληροφορίες δύναται να αποθηκεύονται και να εκτυπώνονται.
(3) Τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1) στοιχεία που δεν αποτελούν εξατομικευμένα στον εργοδοτούμενο με τηλεργασία στοιχεία γνωστοποιούνται με κοινοποίηση της σχετικής πολιτικής του εργοδότη και μέσω ανάρτησης στο εσωτερικό δίκτυο του εργοδότη.
6. Η συμφωνία περί τηλεργασίας μεταβάλλει τον τρόπο με τον οποίο εκτελείται η εργασία χωρίς να θίγει το καθεστώς απασχόλησης ή/και τη σύμβαση εργασίας του εργοδοτουμένου με τηλεργασία ως πλήρους, μερικής ή άλλης μορφής απασχόλησης:
7. Οι εργοδοτούμενοι με τηλεργασία έχουν τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις με τους συγκρίσιμους εργοδοτουμένους εντός των εγκαταστάσεων του εργοδότη, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων σε σχέση με τον όγκο εργασίας τους, τα κριτήρια και τις διαδικασίες αξιολόγησής τους, τις επιβραβεύσεις τους, την πρόσβασή τους σε πληροφορίες που αφορούν στον εργοδότη, την κατάρτιση και την επαγγελματική τους εξέλιξη, τη συνδικαλιστική τους δράση και την απρόσκοπτη και εμπιστευτική επικοινωνία τους με τους συνδικαλιστικούς τους εκπροσώπους.
8.-(1) Ο εργοδότης αξιολογεί την απόδοση του εργοδοτουμένου κατά τρόπο που σέβεται την ιδιωτική του ζωή και προστατεύει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα του εργοδοτουμένου.
(2) Ο εργοδότης πριν από την εφαρμογή συστημάτων, τεχνολογιών, εφαρμογών, μέτρων ή εργαλείων, για την εποπτεία, τον έλεγχο του χρόνου ή την αξιολόγηση της απόδοσης, αποτελεσματικότητας και αποδοτικότητας του εργοδοτουμένου διενεργεί την προβλεπόμενη στις διατάξεις του Άρθρου 35 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, εκτίμηση αντικτύπου σχετικά με την προστασία δεδομένων και προβαίνει στη διαδικασία της προηγούμενης διαβούλευσης με τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 36 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679:
9.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, ο εργοδότης οφείλει, μεταξύ άλλων, να-
(α) έχει στη διάθεσή του κατάλληλη και επαρκή γραπτή εκτίμηση των υφιστάμενων κατά την τηλεργασία κινδύνων·
(β) καθορίζει τα προληπτικά και προστατευτικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν με βάση τη γραπτή εκτίμηση των κινδύνων· και
(γ) παρέχει τέτοιες πληροφορίες, οδηγίες και εκπαίδευση για τη διασφάλιση της ασφάλειας και υγείας των εργοδοτουμένων του.
10.-(1) Ο εργοδοτούμενος με τηλεργασία έχει δικαίωμα αποσύνδεσης από τα ηλεκτρονικά μέσα μέσω των οποίων παρέχει τις υπηρεσίες του εξ’ αποστάσεως με τη χρήση της τεχνολογίας, ώστε να εφαρμόζονται οι διατάξεις του περί Διαφανών και Προβλέψιμων Όρων Εργασίας Νόμου.
(2) Απαγορεύεται κάθε δυσμενής διάκριση σε βάρος εργοδοτουμένου με τηλεργασία, επειδή άσκησε το δικαίωμα αποσύνδεσης.
(3) Τα τεχνικά και οργανωτικά μέσα που απαιτούνται για να εξασφαλιστεί η αποσύνδεση του εργοδοτουμένου με τηλεργασία από τα ψηφιακά εργαλεία επικοινωνίας και εργασίας, αποτελούν υποχρεωτικούς όρους της σύμβασης τηλεργασίας και συμφωνούνται μεταξύ του εργοδότη και των εκπροσώπων των εργοδοτουμένων:
11. Ο Υπουργός ορίζει λειτουργούς του Υπουργείου ή/και άλλους δημόσιους υπαλλήλους ως επιθεωρητές, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, για να ασκούν τα καθήκοντα, τις αρμοδιότητες και τις εξουσίες που προβλέπονται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
12. Οι αρμοδιότητες των επιθεωρητών περιλαμβάνουν-
(α)τη διασφάλιση της πλήρους και αποτελεσματικής εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, είτε με τη διεξαγωγή αυτεπάγγελτης έρευνας για τον έλεγχο της εφαρμογής τους είτε με την εξέταση παραπόνων που του υποβάλλονται για διαφορές που προκύπτουν από την εφαρμογή τους·
(β)την παροχή πληροφοριών, συμβουλών και υποδείξεων προς τους εργοδότες και τους εργοδοτουμένους σχετικά με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο τήρησης των διατάξεων του παρόντος Νόμου· και
(γ)την αναφορά προς τον Υπουργό προβλημάτων που προκύπτουν κατά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και την υποβολή προτάσεων σχετικά με μέτρα αντιμετώπισής τους.
13.-(1) Κάθε επιθεωρητής, για τους σκοπούς της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται να-
(α) εισέρχεται, με την επίδειξη της ταυτότητάς του, ελεύθερα και χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας ή της νύχτας, σε οποιοδήποτε χώρο απασχόλησης, εκτός από κατοικία:
(β) συνοδεύεται από αστυνομικό, εάν έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι θα παρεμποδιστεί στην άσκηση των εξουσιών του ή στην εκτέλεση των καθηκόντων του και ως εκ τούτου η Αστυνομία διαθέτει ένα ή περισσότερους αστυνομικούς για να τον συνοδεύσουν·
(γ) συνοδεύεται από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ήθελε κρίνει αναγκαίο·
(δ) προβαίνει σε ελέγχους, επιθεωρήσεις, έρευνες, ανακρίσεις ή εξετάσεις, όπως θεωρεί αναγκαίο, για τη διαπίστωση της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, και ιδίως-
(i) να απαιτεί από πρόσωπο, για το οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι δύναται να παράσχει πληροφορίες ή διευκρινίσεις σχετιζόμενες με επιθεώρηση που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, να απαντήσει σε σχετικές ερωτήσεις, μόνο του ή στην παρουσία οποιουδήποτε άλλου προσώπου, την οποία δύναται ο επιθεωρητής να απαιτήσει ή να επιτρέψει, και να απαιτεί από το πρόσωπο αυτό να υπογράφει δήλωση ότι οι απαντήσεις του είναι αληθείς·
(ii) να απαιτεί από πρόσωπο στον χώρο εργασίας να του παρέχει, για θέματα τα οποία είναι υπό τον έλεγχο ή την ευθύνη του προσώπου αυτού, τις διευκολύνσεις και τη βοήθεια που είναι αναγκαίες για την ενάσκηση από τον ίδιο οποιασδήποτε από τις εξουσίες που του παρέχονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου· και
(iii) να ζητεί τη συνδρομή οποιασδήποτε δημόσιας υπηρεσίας ή αρχής, η οποία και υποχρεούται να του την παράσχει· και
(ε) ασκεί κάθε άλλη εξουσία αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του για επιθεώρηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), ο επιθεωρητής ενημερώνει τον εργοδότη ή εκπρόσωπό του για την παρουσία του, εκτός εάν θεωρεί ότι αυτό επηρεάζει δυσμενώς την εκτέλεση των καθηκόντων του.
14.-(1) Ο επιθεωρητής εξετάζει παράπονο σχετικά με διαφορά, που πιθανόν να προκύψει από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, το οποίο υποβάλλεται από οποιοδήποτε πρόσωπο θεωρεί ότι θίγεται από τη διαφορά αυτή ή/και από τρίτο πρόσωπο για λογαριασμό τέτοιου προσώπου και, αμέσως μόλις του υποβληθεί τέτοιο παράπονο, ακολουθεί την προβλεπόμενη στα εδάφια (2), (3) και (4) διαδικασία, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχει προσαχθεί σε δικαστήριο σχετική υπόθεση.
(2) Ο επιθεωρητής, ασκώντας τις εξουσίες που παρέχονται σε αυτόν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ερευνά με κάθε πρόσφορο τρόπο το παράπονο που του έχει υποβληθεί, καλεί το πρόσωπο κατά του οποίου γίνεται το παράπονο και κάθε άλλο πρόσωπο που έχει αρμοδιότητα ή ευθύνη σε σχέση με το υποβληθέν παράπονο, να παράσχει πληροφορίες, διευκρινίσεις ή οποιοδήποτε στοιχείο κατέχει ή είναι υπό τον έλεγχό του, που εξυπηρετούν ή διευκολύνουν τη διερεύνηση του παραπόνου και επιχειρεί να διευθετήσει τη διαφορά.
(3) Σε περίπτωση που επιτευχθεί διευθέτηση της διαφοράς κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (2), ο επιθεωρητής συντάσσει πρακτικό διευθέτησης της διαφοράς, το οποίο υπογράφεται και από τα δύο μέρη.
(4) Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί διευθέτηση της διαφοράς κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (2), ο επιθεωρητής συντάσσει πρακτικό στο οποίο αναγράφει όλες τις ενέργειες και διαπιστώσεις του, το οποίο κοινοποιεί άμεσα στα μέρη και το οποίο δύναται να χρησιμοποιηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών σε διαδικασία ενώπιόν του.
(5) Η προθεσμία προσφυγής στο Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών του προσώπου που έχει υποβάλει ή για λογαριασμό του οποίου υποβλήθηκε παράπονο και η περίοδος παραγραφής της απαίτησής του διακόπτεται κατά την ημερομηνία υποβολής του προβλεπόμενου στο εδάφιου (1), παραπόνου, μέχρι και την ημερομηνία κατά την οποία συντάχθηκε το προβλεπόμενο στο εδάφιο (4) πρακτικό.
(6) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση λήψης παραπόνου το οποίο εμπίπτει στις διατάξεις του περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμου και των εκδιδομένων δυνάμει αυτού Κανονισμών, ισχύουν οι εξουσίες του Επιθεωρητή και οι ενέργειες στις οποίες δύναται να προβεί, όπως αυτές καθορίζονται στον περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμο.
15.-(1) Κάθε εργοδότης ή αντιπρόσωπός του και κάθε εργοδοτούμενος στον εν λόγω εργοδότη, εφόσον το απαιτεί ο επιθεωρητής, παρέχει σ’ αυτόν κάθε πληροφορία, βιβλίο, αρχείο, πιστοποιητικό ή άλλο έγγραφο ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο έχει στην κατοχή του σχετικά με τα ρυθμιζόμενα στον παρόντα Νόμο θέματα.
(2) Ο εργοδότης, οι αντιπρόσωποί του και οι εργοδοτούμενοι σ’ αυτόν παρέχουν τα μέσα που απαιτούνται από τον επιθεωρητή, τα οποία είναι απαραίτητα για την είσοδο, επιθεώρηση, εξέταση, έρευνα ή άσκηση άλλης εξουσίας παρέχεται σε αυτόν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
16. Ο επιθεωρητής θεωρεί και χειρίζεται ως απόρρητο κάθε ζήτημα και κάθε πληροφορία, γραπτή ή προφορική, που περιήλθε σε γνώση του κατά τη διεκπεραίωση του έργου του και δεν αποκαλύπτει ή μεταδίδει οποιοδήποτε τέτοιο ζήτημα ή πληροφορία.
17.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), πρόσωπο το οποίο-
(α) παρεμποδίζει επιθεωρητή κατά την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας που παρέχεται σ’ αυτόν από τον παρόντα Νόμο·
(β) αρνείται να απαντήσει ή απαντά ψευδώς σε οποιαδήποτε έρευνα, για την οποία παρέχεται εξουσία από τον παρόντα Νόμο·
(γ) παραλείπει να παρουσιάσει οποιοδήποτε αρχείο, πιστοποιητικό, βιβλίο ή άλλο έγγραφο ή στοιχείο που απαιτείται να παρουσιάσει σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο·
(δ) παρεμποδίζει ή αποπειράται να παρεμποδίσει οποιοδήποτε πρόσωπο από του να παρουσιαστεί ενώπιον επιθεωρητή ή να εξεταστεί από αυτόν,
είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή/και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Σε περίπτωση που το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) ποινικό αδίκημα διαπράττεται από νομικό πρόσωπο ή οργανισμό, κάθε πρόσωπο το οποίο κατά το χρόνο διάπραξης του αδικήματος κατέχει θέση συμβούλου, προέδρου, διευθυντή, γραμματέα ή άλλη παρόμοια θέση στο νομικό πρόσωπο ή εμφανίζεται ότι ενεργεί με την ιδιότητα αυτή, θεωρείται ένοχο του ίδιου αδικήματος, εκτός εάν αποδείξει ότι το αδίκημα διαπράχθηκε χωρίς τη συναίνεση ή συνενοχή ή αμέλεια του ιδίου και υπόκειται στην ποινή που προβλέπεται για το αδίκημα αυτό, στο εν λόγω εδάφιο.
18. Διαφορές αστικής φύσεως που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Nόμου υπάγονται στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Eργατικών Διαφορών.
19. Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν επηρεάζουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις ή συλλογικές συμβάσεις στην έκταση που αυτές είναι ευνοϊκότερες για τον εργοδοτούμενο.
20. Ο Υπουργός, με Διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας δύναται-
(α) να καθορίζει τους ειδικότερους κανόνες ασφάλειας και υγείας κατά την τηλεργασία, καθώς και τα ελάχιστα τεχνικά και οργανωτικά μέσα που εξασφαλίζουν την άσκηση του δικαιώματος αποσύνδεσης, σε συνεργασία με τους εκπροσώπους των εργοδοτουμένων και των εργοδοτών, καθώς και με το Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων και με το Τμήμα Επιθεώρησης Εργασίας·
(β) να καθορίζει τη διαδικασία ελέγχου εκ μέρους των επιθεωρητών και κάθε άλλη λεπτομέρεια σχετική με την εφαρμογή των νομοθεσιών που προβλέπουν για επιθεώρηση της εργασίας, περιλαμβανομένης της πρόσβασης των αρμόδιων επιθεωρητών στα μεταδεδομένα (metadata) και τα δεδομένα της επικοινωνίας του εργοδότη και του εργοδοτουμένου μέσω ιδιωτικών ή δημόσιων δικτύων τηλεφωνίας ή διαδικτύου και μετάδοσης ψηφιακών δεδομένων, η οποία είναι απαραίτητη για να ελέγχεται η τήρηση του ωραρίου εργασίας και εν γένει της εργατικής νομοθεσίας κατά την τηλεργασία, με διασφάλιση του απορρήτου του εργοδότη και των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εργοδοτουμένων: