11.-(1) Κάθε εργοδότης ενημερώνει τους εργοδοτούμενούς του για τους ουσιώδεις όρους της σύμβασης ή σχέσης εργασίας σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
(2) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) ενημέρωση παρέχεται από τον εργοδότη, ο οποίος τηρεί αποδεικτικά στοιχεία της διαβίβασης και παραλαβής της σχετικής αλληλογραφίας, με τους πιο κάτω τρόπους:
(α) Σε έντυπη μορφή· ή
(β) σε ηλεκτρονική μορφή όταν υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης του εργοδοτουμένου στις πληροφορίες και νοουμένου ότι οι πληροφορίες δύναται να αποθηκεύονται και να εκτυπώνονται.
(3) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) ενημέρωση περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:
(α) Τα στοιχεία της ταυτότητας των μερών της σύμβασης ή σχέσης εργασίας·
(β) τον τόπο παροχής της εργασίας και την εγγεγραμμένη έδρα της επιχείρησης ή τη διεύθυνση κατοικίας του εργοδότη:
(γ) μία από τις ακόλουθες κατηγορίες πληροφοριών:
(i) την ονομασία, τον βαθμό, τη φύση ή την κατηγορία της εργασίας του εργοδοτουμένου· ή
(ii) συνοπτικό χαρακτηρισμό ή περιγραφή της εργασίας του εργοδοτουμένου·
(δ) την ημερομηνία έναρξης της σύμβασης ή σχέσης εργασίας·
(ε) εάν πρόκειται για σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου, την ημερομηνία λήξης ή την προβλεπόμενη διάρκειά της·
(στ) εάν πρόκειται για εργοδοτουμένους σε επιχειρήσεις προσωρινής απασχόλησης, την ταυτότητα της επιχείρησης στην οποία παραχωρείται ο εργοδοτούμενος, μόλις γίνει γνωστή·
(ζ) τη διάρκεια και τους όρους της δοκιμαστικής περιόδου, εφόσον προβλέπεται τέτοια περίοδος από την σύμβαση ή σχέση εργασίας·
(η) το δικαίωμα κατάρτισης που παρέχεται από τον εργοδότη, εφόσον προβλέπεται από τη σύμβαση ή σχέση εργασίας·
(θ) τη διάρκεια της άδειας μετ’ αποδοχών την οποία δικαιούται ο εργοδοτούμενος, ή εάν δεν είναι αυτό δυνατό κατά τον χρόνο παροχής της ενημέρωσης, τις λεπτομέρειες χορήγησης και προσδιορισμού της εν λόγω άδειας·
(ι) τη διαδικασία που τηρούν ο εργοδότης και ο εργοδοτούμενος σε περίπτωση τερματισμού της απασχόλησης, περιλαμβανομένων των τυπικών προϋποθέσεων και της διάρκειας των περιόδων προειδοποίησης ή, εάν δεν καθορίζεται η διάρκεια των περιόδων προειδοποίησης κατά τον χρόνο παροχής της ενημέρωσης, τη μέθοδο καθορισμού των εν λόγω περιόδων προειδοποίησης·
(ια) την αμοιβή, περιλαμβανομένου του βασικού μισθού, τυχόν άλλα συστατικά στοιχεία της αμοιβής τα οποία αναφέρονται χωριστά, καθώς και τη συχνότητα και τη μέθοδο καταβολής της αμοιβής που δικαιούται ο εργοδοτούμενος·
(ιβ) τη διάρκεια της τυπικής εργάσιμης ημέρας ή εβδομάδας του εργοδοτουμένου, εάν το πρόγραμμα οργάνωσης του χρόνου εργασίας είναι εξολοκλήρου ή ως επί το πλείστον προβλέψιμο, τις τυχόν ρυθμίσεις και την αμοιβή της υπερωριακής εργασίας και τις τυχόν ρυθμίσεις σχετικά με τις αλλαγές βάρδιας·
(ιγ) σε περίπτωση κατά την οποία το πρόγραμμα του χρόνου εργασίας είναι εξολοκλήρου ή ως επί το πλείστον μη προβλέψιμο, ο εργοδότης ενημερώνει τον εργοδοτούμενο σχετικά με-
(i) την αρχή ότι το ωράριο εργασίας είναι μεταβλητό, τον αριθμό των εγγυημένων αμειβόμενων ωρών και την αμοιβή για την εργασία που εκτελείται επιπροσθέτως των εγγυημένων αυτών ωρών·
(ii) τις ώρες και ημέρες αναφοράς εντός των οποίων ο εργοδοτούμενος δύναται να κληθεί να εργαστεί·
(iii) την ελάχιστη χρονική περίοδο προειδοποίησης που λαμβάνει ο εργοδοτούμενος πριν από την έναρξη της ανάθεσης εργασίας και, κατά περίπτωση, την προθεσμία για την ακύρωση της ανάθεσης εργασίας που προβλέπεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 17 ·
(ιδ) τις τυχόν συλλογικές συμβάσεις που διέπουν τους όρους εργασίας του εργοδοτουμένου ή, εάν πρόκειται για συλλογικές συμβάσεις που έχουν συναφθεί εκτός της επιχείρησης από ειδικά συλλογικά όργανα ή φορείς, την ονομασία του αρμόδιου οργάνου ή του φορέα στο πλαίσιο του οποίου έχουν συναφθεί οι εν λόγω συμβάσεις·
(ιε) τα στοιχεία ταυτότητας του φορέα που εισπράττει τις εισφορές για σκοπούς κοινωνικής ασφάλισης η οποία παρέχεται από τον εργοδότη, καθώς και κάθε προστασία που σχετίζεται με την εν λόγω κοινωνική ασφάλιση.
(4) Η ενημέρωση για τα στοιχεία που προβλέπονται στις παραγράφους (ζ) έως (ιβ) και στην παράγραφο (ιε) του εδαφίου (3) δύναται να παρέχεται με γραπτή παραπομπή στους οικείους Νόμους Κανονισμούς, Διατάγματα ή συλλογικές συμβάσεις.
(5) Κανένας όρος της σύμβασης ή σχέσης εργασίας δεν μπορεί να είναι δυσμενέστερος για τον εργοδοτούμενο από ότι προνοεί η ισχύουσα νομοθεσία για το οικείο θέμα.
12.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία δεν έχει παρασχεθεί πριν από την έναρξη της σύμβασης ή σχέσης εργασίας, η βασική ενημέρωση η οποία αφορά τους όρους που προβλέπονται στις παραγράφους (α) έως (ε) και (ζ), (ια), (ιβ) και (ιγ) του εδαφίου (3) του άρθρου 11, παρέχεται ατομικά στον εργοδοτούμενο, με τη μορφή ενός ή περισσότερων εγγράφων, εντός του χρονικού διαστήματος που αρχίζει την πρώτη εργάσιμη ημέρα και λήγει το αργότερο την έβδομη ημερολογιακή ημέρα από την ημερομηνία έναρξης της σύμβασης ή σχέσης εργασίας.
(2) Η συμπληρωματική ενημέρωση, η οποία αφορά τους όρους που προβλέπονται στις παραγράφους (στ) (η), (θ), (ι), (ιδ) και (ιε) του εδαφίου (3) του άρθρου 11 παρέχεται ατομικά στον εργοδοτούμενο, με τη μορφή εγγράφου εντός ενός μηνός από την πρώτη ημέρα από την ημερομηνία έναρξης της σύμβασης ή σχέσης εργασίας, νοουμένου ότι δεν έχει παρασχεθεί πριν από την ημερομηνία έναρξης της σύμβασης ή σχέσης εργασίας.
(3) Η ενημέρωση σχετικά με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές ή άλλες διατάξεις ή τις συλλογικές συμβάσεις γενικής εφαρμογής που διέπουν το εφαρμοστέο νομικό πλαίσιο, η οποία κοινοποιείται από τον εργοδότη, παρέχεται δωρεάν με σαφή, διαφανή, διεξοδικό και εύκολα προσβάσιμο τρόπο από απόσταση και με ηλεκτρονικά μέσα, μεταξύ άλλων, και μέσω των διαδικτυακών πυλών της Κυπριακής Δημοκρατίας.
(4) Σε περίπτωση κατά την οποία η σύμβαση ή σχέση εργασίας για οποιοδήποτε λόγο διαρκεί λιγότερο από ένα μήνα οποιοδήποτε από τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο έγγραφα παραδίδεται στον εργοδοτούμενο κατά τη λήξη της.
13.-(1) Σε περίπτωση μεταβολής των στοιχείων που προβλέπονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 11 και στο άρθρο 14, ο εργοδότης συντάσσει σχετικό έγγραφο και το παραδίδει, το συντομότερο δυνατόν στον εργοδοτούμενο και όχι αργότερα από την ημερομηνία κατά την οποία το περιεχόμενο του εγγράφου τίθεται σε εφαρμογή.
(2) Το έγγραφο που προβλέπεται στο εδάφιο (1) δεν απαιτείται σε περίπτωση μεταβολής που προκύπτει λόγω τροποποίησης νομοθετικών, κανονιστικών, διοικητικών ή καταστατικών διατάξεων ή των συλλογικών συμβάσεων, στις οποίες παραπέμπουν τα έγγραφα που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 12, ή ανάλογα με την περίπτωση, άρθρο 17.
14.-(1) Σε περίπτωση που εργοδοτούμενος με σύμβαση ή σχέση εργασίας που καταρτίζεται στη Δημοκρατία ή υπόκειται στις διατάξεις οποιασδήποτε ισχύουσας νομοθεσίας στη Δημοκρατία ή πρακτική της, πρόκειται να απασχοληθεί εκτός της Δημοκρατίας, η ενημέρωση που προβλέπεται στο άρθρο 11, παρέχεται πριν από την αναχώρησή του εργοδοτουμένου από τη Δημοκρατία και περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα πρόσθετα στοιχεία:
(α) Τη χώρα ή τις χώρες εκτός της Δημοκρατίας στις οποίες θα παρέχεται η εργασία και την αναμενόμενη διάρκειά της·
(β) το νόμισμα στο οποίο θα καταβάλλεται η αμοιβή·
(γ) τα κατά περίπτωση επιδόματα σε χρήμα ή σε είδος, που συνδέονται με την ανάθεση εργασίας·
(δ) πληροφορίες σχετικά με τον επαναπατρισμό και, εάν προβλέπεται, τους όρους που τον διέπουν.
(2) Εργοδοτούμενος που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του περί της Απόσπασης Εργαζομένων στο Πλαίσιο της Παροχής Υπηρεσιών και για συναφή θέματα Νόμο, επιπροσθέτως της ενημέρωσης που λαμβάνει δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 11, ενημερώνεται από τον εργοδότη για-
(α) την αμοιβή που δικαιούται σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής·
(β) τα, κατά περίπτωση, σχετικά με την απόσπαση επιδόματα και τυχόν ρυθμίσεις για την επιστροφή εξόδων ταξιδιού, διατροφής και στέγης·
(γ) τον σύνδεσμο με τον επίσημο εθνικό δικτυακό τόπο που προβλέπεται από την υποπαράγραφο (β) της παραγράφου (1) του Κανονισμού 4 των περί Απόσπασης Εργαζομένων στο Πλαίσιο της Παροχής Υπηρεσιών Κανονισμών.
(3) Η προβλεπόμενη στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) και στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) ενημέρωση δύναται κατά περίπτωση, να παρέχεται με τη μορφή παραπομπής στους οικείους Νόμους, Κανονισμούς, Διατάγματα ή συλλογικές συμβάσεις.
(4) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που η διάρκεια κάθε περιόδου εργασίας εκτός της Δημοκρατίας είναι τέσσερις (4) συναπτές εβδομάδες ή λιγότερη.