ΜΕΡΟΣ V ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Μηχανισμός έγκαιρης διευθέτησης

22. Εργοδοτούμενος ο οποίος δεν έχει λάβει από τον εργοδότη του εμπρόθεσμα το σύνολο ή μέρος των εγγράφων που προβλέπονται στις παραγράφους (1), (2), και (3) του άρθρου 11 και στο άρθρο 13, έχει τη δυνατότητα να υποβάλει καταγγελία στην αρμόδια αρχή η οποία κοινοποιεί γραπτώς στον εργοδότη την απαίτησή της για επανόρθωση προς όφελος του εργοδοτουμένου και ο εργοδότης οφείλει να συμμορφωθεί με την απαίτηση αυτή εντός ενός (1) μηνός με αποτελεσματικό τρόπο ο οποίος να ικανοποιεί πλήρως την απαίτηση της αρμόδιας αρχής.

Προστασία από δυσμενή μεταχείριση ή συνέπειες

23. Κανένας εργοδότης δεν υποβάλλει εργοδοτούμενο ή εκπρόσωπό του σε δυσμενή μεταχείριση ή σε δυσμενείς συνέπειες λόγω υποβολής καταγγελίας κατά του εργοδότη του ή λόγω άλλων διαδικασιών που έχουν κινηθεί με σκοπό να επιβληθεί η συμμόρφωση του εργοδότη για διασφάλιση των προβλεπόμενων στον παρόντα Νόμο δικαιωμάτων του εργοδοτουμένου.

Προστασία από την απόλυση

24.-(1) Απαγορεύεται από εργοδότη η απόλυση ή οποιοδήποτε άλλο ισοδύναμό της και κάθε προκαταρκτική ενέργεια που οδηγεί σε απόλυση εργοδοτουμένου, επειδή άσκησε τα δικαιώματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.

(2) Ο εργοδοτούμενος που θεωρεί ότι θίγονται τα δικαιώματά του που προβλέπονται στο εδάφιο (1) δύναται-

(α) να ζητεί από τον εργοδότη να του γνωστοποιήσει γραπτώς τους λόγους της απόλυσης ή του ισοδυνάμού της, δεόντως τεκμηριωμένους· και

(β) να υποβάλει παράπονο προς Επιθεωρητή και να λαμβάνει πρακτικό όπως προβλέπεται από το άρθρο 8:

Νοείται ότι, εφόσον τεκμηριώνονται πραγματικά περιστατικά της απόλυσης ή των ισοδύναμων μέτρων, ο εργοδότης έχει υποχρέωση να αποδείξει ότι η απόλυση ή τα ισοδύναμα μέτρα βασίστηκαν σε λόγους άλλους από αυτούς που προβλέπονται στο εδάφιο (1).

Βάρος της απόδειξης

25. Σε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο θεωρεί ότι θίγεται από οποιαδήποτε παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, σε διαδικασία αστικής φύσεως, ή ενώπιον άλλης αρμόδιας αρχής, εξαιρουμένων των εξωδίκων εκουσίων διαδικασιών, το βάρος της απόδειξης ότι δεν υπήρξε παράβαση βαραίνει τον εργοδότη.

Δικαιοδοσία δικαστηρίου

26. Διαφορές αστικής φύσεως που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Nόμου υπάγονται στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Eργατικών Διαφορών.

Κυρώσεις

27. Eργοδότης ο οποίος παραβαίνει οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Nόμου είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€5.500).

Αδικήματα και ποινές

27Α.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), πρόσωπο το οποίο-

(α) παρεμποδίζει επιθεωρητή κατά την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας που παρέχεται σ’ αυτόν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(β) αρνείται να απαντήσει ή απαντά ψευδώς σε οποιαδήποτε έρευνα, για την οποία παρέχεται εξουσία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(γ) παραλείπει να παρουσιάσει οποιοδήποτε αρχείο, πιστοποιητικό, βιβλίο ή άλλο έγγραφο ή στοιχείο που απαιτείται να παρουσιάσει σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο·

(δ) παρεμποδίζει ή αποπειράται να παρεμποδίσει οποιοδήποτε πρόσωπο από του να παρουσιαστεί ενώπιον επιθεωρητή ή να εξεταστεί από αυτόν,

είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή και στις δύο (2) αυτές ποινές.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) αδίκημα διαπράττεται από νομικό πρόσωπο ή οργανισμό, κάθε πρόσωπο το οποίο κατά το χρόνο διάπραξης του αδικήματος κατέχει θέση συμβούλου, προέδρου, διευθυντή, γραμματέα ή άλλη παρόμοια θέση στο νομικό πρόσωπο ή εμφανίζεται ότι ενεργεί με την ιδιότητα αυτή, θεωρείται ένοχο του ίδιου αδικήματος, εκτός εάν αποδείξει ότι το αδίκημα διαπράχθηκε χωρίς τη συναίνεση ή συνενοχή ή αμέλεια του ιδίου και υπόκειται στην ποινή που προβλέπεται για το αδίκημα αυτό στο εν λόγω εδάφιο.

Απαγόρευση υποβάθμισης και ευνοϊκότερες διατάξεις

28.-(1) Ο παρών Νόμος δεν επηρεάζει νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις, καθώς και συλλογικές συμβάσεις που είναι περισσότερο ευνοϊκές για τον εργοδοτούμενο.

(2) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων του εργοδοτουμένου που προνοούνται από νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις, καθώς και συλλογικές συμβάσεις.

Κοινωνικός διάλογος για εφαρμογή του παρόντος Νόμου

29. Η αρμόδια αρχή ετοιμάζει σε ετήσια βάση έκθεση σε σχέση με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου η οποία υποβάλλεται προς το Εργατικό Συμβουλευτικό Σώμα για συζήτηση και υποβολή από αυτό απόψεων προς τον Υπουργό.

Μεταβατικές ρυθμίσεις

30. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται σε όλες τις υφιστάμενες σχέσεις εργασίας από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου με εξαίρεση τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 12 και των άρθρων 13 και 14, για τα οποία ο εργοδότης παρέχει ή συμπληρώνει τα έγγραφα που προβλέπονται μόνο κατόπιν αιτήματος του εργοδοτουμένου που απασχολήθηκε σε αυτόν πριν ή κατά την εν λόγω ημερομηνία:

Νοείται ότι, η πιο πάνω εξαίρεση δεν δύναται να έχει ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό των εργοδοτουμένων από τα ελάχιστα δικαιώματα που καθορίζονται στα άρθρα 15 έως 20.

Κατάργηση

31. Με τον παρόντα Νόμο ο περί Ενημέρωσης του Εργοδοτουμένου από τον Εργοδότη για τους Όρους που διέπουν τη Σύμβαση ή τη Σχέση Εργασίας Νόμος καταργείται.