Προοίμιο

Για σκοπούς αποτελεσματικότερης εφαρμογής των πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας οι οποίες ρυθμίζουν θέματα των θαλάσσιων μεταφορών και εμπίπτουν στους ορισμούς των όρων «Κανονισμός ΕΕ» και «Απόφαση ΕΕ»,

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Συνοπτικός τίτλος

1.Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Εφαρμογή Αποφάσεων και Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για ορισμένα Θέματα των Θαλάσσιων Μεταφορών) Νόμος του 2023.

ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Ερμηνεία

2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«αλλοδαπό πλοίο» σημαίνει πλοίο το οποίο φέρει τη σημαία κράτους άλλου από τη Δημοκρατία σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού·

«απαιτούμενο πιστοποιητικό» σημαίνει πιστοποιητικό ή άλλο έγγραφο, περιλαμβανομένου εγγράφου συμμόρφωσης, το οποίο σχετίζεται με πλοίο και με το οποίο είναι εφοδιασμένο ένα πλοίο, ως απαιτείται από τις διατάξεις Κανονισμού ΕΕ και για την έκδοση του οποίου αρμόδια είναι η Αρμόδια Αρχή·

«Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ)» σε σχέση με τη Δημοκρατία σημαίνει την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Δημοκρατίας, όπως αυτή ρυθμίζεται από τις διατάξεις του περί της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και Υφαλοκρηπίδας Νόμου·

«Απόφαση ΕΕ» σημαίνει Απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως ορίζεται στο άρθρο 288 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Απόφαση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 249 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η οποία περιλαμβάνεται σε διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 23·

«απόφαση του Υφυπουργού» σημαίνει απόφαση που εκδίδεται από τον Υφυπουργό δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 24·

«Αρμόδια Αρχή» σημαίνει τον Υφυπουργό Ναυτιλίας και οποιοδήποτε άλλο εξουσιοδοτημένο από αυτόν πρόσωπο το οποίο υπηρετεί στο Υφυπουργείο Ναυτιλίας·

«Αρχή Λιμένων Κύπρου» σημαίνει την Αρχή Λιμένων Κύπρου, η οποία καθιδρύθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 4 του περί της Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμου·

«Γενικός Διευθυντής» σημαίνει τον Γενικό Διευθυντή του Υφυπουργείου Ναυτιλίας και τον εκτελούντα χρέη Γενικού Διευθυντή του Υφυπουργείου Ναυτιλίας·

«γνωστοποίηση» σημαίνει γνωστοποίηση που εκδίδεται από τον Γενικό Διευθυντή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9·

«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·

«ΔΝΟ» σημαίνει τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών·

«εξουσιοδοτημένος λειτουργός» σημαίνει λειτουργό ή πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από τον Υφυπουργό δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 4·

«Επιτροπή» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή·

«έχων την εκμετάλλευση του πλοίου» σημαίνει τον πλοιοκτήτη ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, περιλαμβανομένου του διαχειριστή ή του ναυλωτή γυμνού πλοίου, το οποίο έχει λάβει την ευθύνη λειτουργίας πλοίου από τον πλοιοκτήτη και αναλαμβάνοντας τέτοια ευθύνη, έχει συμφωνήσει να αναλάβει όλα τα παρεπόμενα καθήκοντα και υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τις διατάξεις του Κεφαλαίου ΙΧ της Σύμβασης SOLAS·

«Κανονισμός ΕΕ» σημαίνει Κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως ορίζεται στο άρθρο 288 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και Κανονισμό της Ευρωπαϊκής Κοινότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 249 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ο οποίος περιλαμβάνεται σε διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 23 και περιλαμβάνει πράξη συναφή προς Κανονισμό ΕΕ:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού, «πράξη συναφής προς Κανονισμό ΕΕ» σημαίνει Κανονισμό και Απόφαση των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εκδίδεται για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων των Κανονισμών ΕΕ·

«κοινοτικό πλοίο» σημαίνει πλοίο το οποίο είναι νηολογημένο και φέρει τη σημαία Κράτους Μέλους σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτου·

«Κράτος Μέλος» σημαίνει Κράτος Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλο κράτος το οποίο είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία κυρώθηκε από τη Δημοκρατία με τον περί της Συμφωνίας Συμμετοχής της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και της Τελικής Πράξης (Κυρωτικό) Νόμο·

«κράτος της σημαίας» σημαίνει κράτος τη σημαία του οποίου δικαιούται να φέρει πλοίο, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού·

«κυπριακό πλοίο» σημαίνει πλοίο το οποίο είναι εγγεγραμμένο στο νηολόγιο κυπριακών πλοίων ή στο Ειδικό Βιβλίο Παράλληλης Νηολόγησης και φέρει την κυπριακή σημαία, δυνάμει των διατάξεων του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμου:

Νοείται ότι, πλοίο το οποίο είναι ταυτόχρονα εγγεγραμμένο στο νηολόγιο κυπριακών πλοίων και σε αλλοδαπό νηολόγιο δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 23Ν μέχρι 23Ρ του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμου, δύναται να έχει υποχρέωση συμμόρφωσης ως αλλοδαπό πλοίο με τις διατάξεις συγκεκριμένου Κανονισμού ΕΕ ή Απόφασης ΕΕ και υπό τους όρους που θέτει ο εν λόγω Κανονισμός ΕΕ ή η εν λόγω Απόφαση ΕΕ·

«λιμένας της Δημοκρατίας» σημαίνει περιοχή που ορίζεται ως τέτοια δυνάμει των διατάξεων του περί της Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμου·

«πλοίο» σημαίνει πλοίο το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εκδιδόμενου δυνάμει αυτού διατάγματος, Κανονισμού ΕΕ ή Απόφασης ΕΕ·

«πρόσωπο» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο και περιλαμβάνει εταιρεία, συνεταιρισμό, δήμο, σωματείο, ίδρυμα και οποιανδήποτε άλλη ένωση ή σύνδεσμο προσώπων με ή χωρίς νομική προσωπικότητα·

«Σύμβαση SOLAS» σημαίνει την εκάστοτε ενημερωμένη εκδοχή της Διεθνούς Σύμβασης περί της Ασφάλειας της Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα του 1974, η οποία κυρώθηκε με τον περί της Διεθνούς Συμβάσεως περί Ασφάλειας της Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα (Κυρωτικό) και περί Συναφών Θεμάτων Νόμο·

«σχετικό προϊόν-εξοπλισμός» σημαίνει προϊόν ή εξοπλισμό που αφορά σε πλοίο, το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή εκδιδόμενου δυνάμει αυτού διατάγματος, Κανονισμού ΕΕ ή Απόφασης ΕΕ·

«υποστατικό ή άλλος χώρος» σημαίνει υποστατικό ή άλλο χώρο που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή εκδιδόμενου δυνάμει αυτών διατάγματος ή Κανονισμού ΕΕ ή Απόφασης ΕΕ·

«Υφυπουργός Ναυτιλίας» ή «Υφυπουργός» σημαίνει τον Υφυπουργό Ναυτιλίας ο οποίος διορίζεται και ασκεί τις εξουσίες και αρμοδιότητες οι οποίες του ανατίθενται δυνάμει των διατάξεων του περί της Ίδρυσης Υφυπουργείου Ναυτιλίας και περί Διορισμού Υφυπουργού Ναυτιλίας παρά τω Προέδρω και Συναφών Θεμάτων Νόμου·

«χωρική θάλασσα» σε σχέση με τη Δημοκρατία, σημαίνει τη χωρική θάλασσα της Δημοκρατίας, όπως ρυθμίζεται από τις διατάξεις του περί της Χωρικής Θάλασσας Νόμου·

(2) Οποιοιδήποτε άλλοι όροι περιέχονται στον παρόντα Νόμο και δεν ορίζονται ειδικά σε αυτόν, έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτούς από τις σχετικές Αποφάσεις ΕΕ και τους σχετικούς Κανονισμούς ΕΕ.

(3) Στον παρόντα Νόμο, αναφορά σε πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σημαίνει την εν λόγω πράξη, όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

Πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου

3. Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται σε-

(α) κυπριακά πλοία· και

(β) σε αλλοδαπά πλοία τα οποία καταπλέουν σε λιμάνια της Δημοκρατίας ή βρίσκονται εντός της χωρικής θάλασσας της Δημοκρατίας ή εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) της Δημοκρατίας,

στον βαθμό που τέτοια πλοία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των Αποφάσεων ΕΕ ή/και των Κανονισμών ΕΕ:

Νοείται ότι, οι διατάξεις του παρόντος Νόμου και των εκδιδόμενων δυνάμει αυτού αποφάσεων και πράξεων δεν εφαρμόζονται αναφορικά ΅ε Κανονισμούς ΕΕ και Αποφάσεις ΕΕ που δεν είναι σε ισχύ.

Αρμόδια Αρχή

4.-(1) Για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων των Κανονισμών ΕΕ, των Αποφάσεων ΕΕ και του παρόντος Νόμου και των προνοιών των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων κανονισμών, αποφάσεων και γνωστοποιήσεων, Αρμόδια Αρχή ορίζεται ο Υφυπουργός Ναυτιλίας, ο οποίος ενεργεί μέσω, γενικά ή ειδικά προς τούτο, εξουσιοδοτημένων από τον ίδιο λειτουργών.

(2) Ο Υφυπουργός δύναται να μεταβιβάζει γραπτώς σε οποιοδήποτε από τα ακόλουθα πρόσωπα την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας και την εκτέλεση οποιουδήποτε καθήκοντος, που ο παρών Νόμος ή οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού κανονισμοί, διατάγματα και γνωστοποιήσεις χορηγούν ή αναθέτουν αντίστοιχα στην Aρμόδια Aρχή:

(α) Γενικός Διευθυντής·

(β) λειτουργός του Υφυπουργείου Ναυτιλίας·

(γ) πρόσωπο το οποίο έχει εξουσιοδοτηθεί να προβαίνει σε ελέγχους ή επιθεωρήσεις κυπριακών πλοίων εκ μέρους της Δημοκρατίας·

(δ) φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο δύναται να εξουσιοδοτηθεί να προβαίνει σε ελέγχους, επιθεωρήσεις, διαπιστώσεις, μελέτες και εκθέσεις ή/και σε έκδοση του απαιτούμενου πιστοποιητικού, η διενέργεια, υποβολή, ή η έκδοση των οποίων επιβάλλεται στις αρχές Κράτους Μέλους δυνάμει των διατάξεων Κανονισμού ΕΕ ή Απόφασης ΕΕ:

Νοείται ότι, σε περίπτωση τέτοιας μεταβίβασης ο Υφυπουργός διατηρεί την εξουσία να ασκεί την ούτω μεταβιβαζόμενη εξουσία και να εκτελεί το ούτω μεταβιβαζόμενο καθήκον από την ημερομηνία και κατά τη διάρκεια της εν λόγω μεταβίβασης.

(3) Πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η άσκηση εξουσίας ή η εκτέλεση καθήκοντος δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2), ασκεί την εξουσία και εκτελεί το καθήκον σύμφωνα με τις οδηγίες του Υφυπουργού.

(4) Ο Υφυπουργός δύναται να τροποποιεί και να ανακαλεί μεταβίβαση που διενέργησε δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) με γραπτή ειδοποίηση προς το πρόσωπο στο οποίο έγινε η μεταβίβαση.

(5) Σε περίπτωση κατά την οποία, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δύο (2) ή περισσότερα πρόσωπα ασκούν ταυτόχρονα την ίδια εξουσία ή εκτελούν το ίδιο καθήκον, ο ιεραρχικά υφιστάμενος από τα εν λόγω πρόσωπα λαμβάνει τα δέοντα μέτρα ώστε, να μην ασκεί την εξουσία ή να εκτελεί το καθήκον στα ίδια πραγματικά γεγονότα με τον ιεραρχικά ανώτερο του, εκτός εάν ο τελευταίος το επιτρέπει και σύμφωνα με τυχόν οδηγίες αυτού.

(6) Σε περίπτωση κατά την οποία, πρόσωπο ασκεί εξουσία ή εκτελεί καθήκον, που χορηγείται ή ανατίθεται σε αυτό δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου και η οποία εξουσία ή το οποίο καθήκον χορηγείται ή ανατίθεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, των προνοιών των εκδιδόμενων δυνάμει αυτού Κανονισμών, αποφάσεων του Υφυπουργού ή γνωστοποιήσεων, σε άλλο πρόσωπο, ο παρών Νόμος και οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού κανονισμοί, αποφάσεις και γνωστοποιήσεις εφαρμόζονται ως εάν είχαν χορηγήσει ρητά την εν λόγω εξουσία στο ασκών αυτήν πρόσωπο και είχαν αναθέσει ρητά το εν λόγω καθήκον στο εκτελών αυτό πρόσωπο.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΕΝΕΡΓΩΝΤΑΣ ΩΣ ΚΡΑΤΟΣ ΤΗΣ ΣΗΜΑΙΑΣ ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΣ ΤΟΥ ΛΙΜΕΝΑ
Γενική υποχρέωση συμμόρφωσης

5.-(1) Ο πλοίαρχος και ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου συμμορφώνονται έκαστος με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών ΕΕ και των Αποφάσεων ΕΕ.

(2) Ο πλοίαρχος και ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου βεβαιώνονται έκαστος ότι το πλοίο έχει εφοδιαστεί με εν ισχύ απαιτούμενο πιστοποιητικό.

Απαγόρευση εκτέλεσης πλόων

6.-(1) Απαγορεύεται σε κυπριακό πλοίο, το οποίο δεν συμμορφώνεται με οποιαδήποτε επιτακτική ή απαγορευτική διάταξη Κανονισμού ΕΕ ή Απόφασης ΕΕ ή δεν είναι εφοδιασμένο με εν ισχύ απαιτούμενο πιστοποιητικό, να εκτελεί πλόες οπουδήποτε στην υδρόγειο.

(2) Απαγορεύεται ο κατάπλους σε ή ο απόπλους από λιμένα της Δημοκρατίας αλλοδαπού πλοίου, το οποίο δεν συμμορφώνεται με οποιαδήποτε επιτακτική ή απαγορευτική διάταξη Κανονισμού ΕΕ ή Απόφασης ΕΕ ή δεν είναι εφοδιασμένο με εν ισχύ απαιτούμενο πιστοποιητικό.

Έκδοση απαιτούμενων πιστοποιητικών σε κυπριακό ή κοινοτικό πλοίο

7.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 8 και 9 σε περίπτωση κυπριακού πλοίου το απαιτούμενο πιστοποιητικό εκδίδεται από την Αρμόδια Αρχή μετά από αίτηση την οποία υποβάλλει στον Γενικό Διευθυντή ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου ή ο αντιπρόσωπός του στη Δημοκρατία και εφόσον καταβληθεί στον Γενικό Διευθυντή το τέλος έκδοσης, το οποίο καθορίζεται με γνωστοποίηση που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9.

(2) Σε περίπτωση κοινοτικού πλοίου το οποίο δεν είναι κυπριακό πλοίο το απαιτούμενο πιστοποιητικό εκδίδεται από τις αρχές του Κράτους Μέλους της σημαίας την οποία αυτό φέρει.

(3) Ο πλοίαρχος και ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου φυλάσσουν επί του πλοίου το απαιτούμενο πιστοποιητικό.

Έκδοση απαιτούμενου πιστοποιητικού σε αλλοδαπό πλοίο το οποίο δεν είναι κοινοτικό πλοίο

8.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 7 και 9 και του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, η Αρμόδια Αρχή εκδίδει απαιτούμενο πιστοποιητικό σε αλλοδαπό πλοίο το οποίο δεν είναι κοινοτικό πλοίο, αφού προηγηθεί συνεννόηση με τις αρχές του κράτους της σημαίας που αυτό φέρει ή αίτημα των προαναφερόμενων αρχών προς την Aρμόδια Aρχή και κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται στον Γενικό Διευθυντή από-

(α) τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου·

(β) τον αντιπρόσωπο του έχοντος την εκμετάλλευση πλοίου στη Δημοκρατία· ή

(γ) τoν ναυτικό πράκτορα του πλοίου:

Νοείται ότι, το απαιτούμενο πιστοποιητικό δύναται να εκδίδεται από τις αρχές οποιουδήποτε Κράτους Μέλους.

(2) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να προβεί στην έκδοση του αναφερόμενου στο εδάφιο (1) απαιτούμενου πιστοποιητικού εφόσον-

(α) τα προσκομισθέντα σχετικά στοιχεία και αποδεικτικά ικανοποιούν τις προϋποθέσεις για την έκδοση του πιστοποιητικού, ως εάν το εν λόγω πλοίο να ήταν κυπριακό πλοίο·

(β) το κράτος της σημαίας του πλοίου αναλάβει δέσμευση έναντι της Δημοκρατίας όπως, σε περίπτωση ακύρωσης του απαιτούμενου πιστοποιητικού, πληροφορήσει αμέσως ως προς τούτο τον πλοίαρχο του πλοίου και τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου και να απαιτήσει από αυτούς την άμεση επιστροφή του ακυρωθέντος απαιτούμενου πιστοποιητικού στην Aρμόδια Aρχή·

(γ) το κράτος της σημαίας που φέρει το πλοίο αναλάβει δέσμευση έναντι της Δημοκρατίας να πληροφορήσει αμέσως την Αρμόδια Αρχή σε περίπτωση κατά την οποία το πλοίο πρόκειται να παύσει ή έπαυσε να φέρει τη σημαία του· και

(δ) έχει καταβληθεί το τέλος έκδοσης, που καθορίζεται με γνωστοποίηση δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9.

(3) Ο πλοίαρχος αλλοδαπού πλοίου και ο έχων την εκμετάλλευση αλλοδαπού πλοίου, για το οποίο έχει εκδοθεί απαιτούμενο πιστοποιητικό, φυλάσσουν επί του πλοίου το απαιτούμενο πιστοποιητικό.

Εξουσίες Γενικού Διευθυντή ως προς την έκδοση γνωστοποιήσεων αναφορικά με απαιτούμενα πιστοποιητικά

9. Ο Γενικός Διευθυντής έχει εξουσία να καθορίζει με γνωστοποίηση, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας-

(α) τη διαδικασία και τα απαραίτητα δικαιολογητικά για την έκδοση απαιτούμενου πιστοποιητικού δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(β) το έντυπο και περιεχόμενο απαιτούμενου πιστοποιητικού, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του σχετικού Κανονισμού ΕΕ ή/και της σχετικής Απόφασης ΕΕ· και

(γ) τα τέλη έκδοσης απαιτούμενου πιστοποιητικού και της παροχής οποιασδήποτε άλλης υπηρεσίας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Ακύρωση απαιτούμενου πιστοποιητικού

10.-(1)(α) Χωρίς επηρεασμό των δικαιωμάτων τρίτων που πιθανόν να επηρεάζονται, η Αρμόδια Αρχή δύναται να ακυρώσει απαιτούμενο πιστοποιητικό το οποίο εκδόθηκε από αυτή οποτεδήποτε μετά την έκδοσή του, εφόσον διαπιστωθεί ότι-

(i) το εν λόγω πιστοποιητικό εξασφαλίστηκε κατόπιν δόλου, ψευδούς δήλωσης ή απόκρυψης ουσιώδους γεγονότος∙ ή

(ii) προέκυψαν ή αναμένεται να προκύψουν κατά τη διάρκεια της ισχύος του απαιτούμενου πιστοποιητικού, οποιαδήποτε ζητήματα ή περιστάσεις οι οποίες επηρεάζουν ή δυνατό να επηρεάσουν την ισχύ του.

(β) Η Αρμόδια Αρχή καθορίζει τη χρονική στιγμή κατά την οποία το απαιτούμενο πιστοποιητικό καθίσταται άκυρο.

(γ) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 6, σε περίπτωση ακύρωσης απαιτούμενου πιστοποιητικού που εκδόθηκε σε σχέση με κυπριακό πλοίο, η Αρμόδια Αρχή πληροφορεί γραπτώς ή ηλεκτρονικώς ως προς την εν λόγω ακύρωση-

(i) τον πλοίαρχο και τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου, ενημερώνοντας ταυτόχρονα για τους λόγους της ακύρωσης·

(ii) το κράτος στον λιμένα του οποίου το πλοίο βρίσκεται ή κατευθύνεται· και

(iii) εάν το κρίνει σκόπιμο και λαμβάνοντας υπόψη τους λόγους της ακύρωσης, τα άλλα Κράτη Μέλη ανάλογα.

(δ) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 6, σε περίπτωση ακύρωσης απαιτούμενου πιστοποιητικού που εκδόθηκε σε αλλοδαπό πλοίο που δεν είναι κοινοτικό πλοίο δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8, η Αρμόδια Αρχή πληροφορεί γραπτώς ή ηλεκτρονικώς ως προς την εν λόγω ακύρωση-

(i) το κράτος της σημαίας του εν λόγω πλοίου·

(ii) το κράτος στον λιμένα του οποίου το πλοίο βρίσκεται ή κατευθύνεται· και

(iii) εάν το κρίνει σκόπιμο και λαμβάνοντας υπόψη τους λόγους της ακύρωσης, τα άλλα Κράτη Μέλη ανάλογα.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 6 και ανεξαρτήτως της ημερομηνίας εκπνοής της αναγραφόμενης σε αυτή ισχύς, η ισχύς του απαιτούμενου πιστοποιητικού παύει αυτοδικαίως από τη στιγμή που-

(α) το σχετικό αποδεικτικό παύει να ισχύει∙

(β) σε περίπτωση κατά την οποία το απαιτούμενο πιστοποιητικό εκδόθηκε σε κυπριακό πλοίο, το εν λόγω πλοίο παύει να είναι κυπριακό·

(γ) σε περίπτωση κατά την οποία το απαιτούμενο πιστοποιητικό εκδόθηκε σε αλλοδαπό πλοίο το οποίο δεν είναι κοινοτικό πλοίο, το εν λόγω πλοίο παύει να φέρει τη σημαία του κράτους το οποίο συναίνεσε ή ζήτησε από την Αρμόδια Αρχή την έκδοση του πιστοποιητικού.

(3) Πρόσωπο το οποίο έχει στην κατοχή ή στον έλεγχό του απαιτούμενο πιστοποιητικό το οποίο ακυρώθηκε ή έπαυσε να ισχύει κατά τα προβλεπόμενα στα εδάφια (1) και (2), επιστρέφει το εν λόγω πιστοποιητικό στην Αρμόδια Αρχή μόλις πληροφορηθεί το γεγονός αυτό:

Νοείται ότι, σε περίπτωση μη επιστροφής απαιτούμενου πιστοποιητικού, που ακυρώθηκε ή έπαυσε να ισχύει, αυτό θεωρείται ότι δεν υπάρχει από τη χρονική στιγμή που αυτό ακυρώθηκε ή έπαυσε να ισχύει.

Ποινικό αδίκημα

11.-(1) Πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 5, 6, του εδαφίου (3) του άρθρου 7 ή/και του εδαφίου (3) του άρθρου 8 ή/και παραβαίνει οποιαδήποτε επιτακτική ή απαγορευτική διάταξη Κανονισμού ΕΕ ή Απόφασης ΕΕ, διαπράττει ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2)(α) Πρόσωπο το οποίο-

(i) υποβάλλει στην Αρμόδια Αρχή ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητική πληροφορία περί της ύπαρξης απαιτούμενου πιστοποιητικού για σκοπούς συμμόρφωσης με τις διατάξεις του άρθρου 5· ή

(ii) παρουσιάζει στην Αρμόδια Αρχή ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητικά στοιχεία για σκοπούς έκδοσης απαιτούμενου πιστοποιητικού·

διαπράττει το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) ποινικό αδίκημα.

(β) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) αδίκημα βάσει των διατάξεων της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι παρείχε την πληροφορία ή/και τα στοιχεία με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει ότι η παρεχόμενη πληροφορία ή/και τα παρεχόμενα στοιχεία ήταν ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητικά.

Έλεγχος συμμόρφωσης κυπριακών πλοίων

12.-(1) Η Αρμόδια Αρχή, κατά περίπτωση, ελέγχει και επαληθεύει τη συμμόρφωση κυπριακών πλοίων με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή/και των Κανονισμών ΕΕ και των Αποφάσεων ΕΕ, ανεξαρτήτως από το που αυτά βρίσκονται στην υδρόγειο:

Νοείται ότι, η Αρμόδια Aρχή ελέγχει και επαληθεύει την προαναφερόμενη συμμόρφωση των κυπριακών πλοίων όταν τέτοιος έλεγχος και επαλήθευση επιβάλλεται στις αρχές Κράτους Μέλους, δυνάμει των διατάξεων Κανονισμού ΕΕ ή Απόφασης ΕΕ.

(2) ’νευ επηρεασμού επιπρόσθετων εξουσιών που χορηγούνται στην Αρμόδια Αρχή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε άλλης νομοθεσίας, σε περίπτωση κατά την οποία η Αρμόδια Αρχή-

(α) διαπιστώσει ότι δεν φυλάσσεται επί κυπριακού πλοίου απαιτούμενο πιστοποιητικό·

(β) διαπιστώσει ότι το απαιτούμενο πιστοποιητικό το οποίο φυλάσσεται επί κυπριακού πλοίου δεν συνάδει με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών ΕΕ ή των Αποφάσεων ΕΕ·

(γ) διαπιστώσει ότι το παρεχόμενο προς έκδοση του απαιτουμένου πιστοποιητικού αποδεικτικό δεν πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών ΕΕ ή των Αποφάσεων ΕΕ·

(δ) τύχει ενημέρωσης από τις αρχές άλλου Κράτους Μέλους ότι δεν φυλάσσεται επί κυπριακού πλοίου απαιτούμενο πιστοποιητικό που να πληροί τις προϋποθέσεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών ΕΕ ή των Αποφάσεων ΕΕ ή/και ότι, σύμφωνα με άλλο Κράτος Μέλος, το αποδεικτικό προς έκδοση του απαιτουμένου πιστοποιητικού δεν πληροί τις σχετικές διατάξεις· ή

(ε) διαπιστώσει ή τύχει ενημέρωσης από τις αρχές άλλου Κράτους Μέλους ότι κυπριακό πλοίο δεν συμμορφώνεται με οποιανδήποτε επιτακτική ή απαγορευτική διάταξη Κανονισμού ΕΕ ή Απόφασης ΕΕ,

δύναται με σκοπό τη συμμόρφωση του κυπριακού πλοίου να-

(αα) απαγορεύσει την εκτέλεση πλόων από αυτό∙

(ββ) διατάξει τη μετακίνηση του πλοίου σε συγκεκριμένο σημείο και την παραμονή του στο σημείο αυτό·

(γγ) λάβει οποιαδήποτε άλλα μέτρα ή/και να προβεί σε οποιεσδήποτε άλλες ενέργειες κρίνει υπό τις περιστάσεις σκόπιμες ή/και αναγκαίες.

Έλεγχος συμμόρφωσης αλλοδαπών πλοίων

13.-(1) Η Αρμόδια Αρχή κατά περίπτωση ελέγχει ή/και επαληθεύει τη συμμόρφωση αλλοδαπού πλοίου με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, των Κανονισμών ΕΕ και των Αποφάσεων ΕΕ.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία η Αρμόδια Αρχή-

(α) διαπιστώσει ότι δεν φυλάσσεται επί αλλοδαπού πλοίου απαιτούμενο πιστοποιητικό·

(β) διαπιστώσει ότι το απαιτούμενο πιστοποιητικό το οποίο φυλάσσεται επί αλλοδαπού πλοίου δεν συνάδει με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή/και των Κανονισμών ΕΕ ή των Αποφάσεων ΕΕ·

(γ) διαπιστώσει ότι το παρεχόμενο προς έκδοση του απαιτουμένου πιστοποιητικού αποδεικτικό δεν πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών ΕΕ ή των Αποφάσεων ΕΕ·

(δ) τύχει ενημέρωσης από τις αρχές άλλου Κράτους Μέλους ότι δεν φυλάσσεται επί αλλοδαπού πλοίου απαιτούμενο πιστοποιητικό που να πληροί τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών ΕΕ ή των Αποφάσεων ΕΕ ή/και ότι, σύμφωνα με άλλο Κράτος Μέλος, το αποδεικτικό προς έκδοση του απαιτουμένου πιστοποιητικού δεν πληροί τις σχετικές διατάξεις· ή

(ε) διαπιστώσει ή τύχει ενημέρωσης από τις αρχές άλλου Κράτους Μέλους ότι αλλοδαπό πλοίο δεν συμμορφώνεται με οποιανδήποτε επιτακτική ή απαγορευτική διάταξη Κανονισμού ΕΕ ή Απόφασης ΕΕ,

δύναται με σκοπό τη συμμόρφωση του αλλοδαπού πλοίου να-

(αα) απαγορεύσει τον κατάπλου του πλοίου σε λιμένα της Δημοκρατίας·

(ββ) εκδιώξει το πλοίο από λιμένα της Δημοκρατίας·

(γγ) απαγορεύσει τον απόπλου του πλοίου από λιμένα της Δημοκρατίας·

(δδ) διατάξει το πλοίο, μετά από συνεννόηση με την Αρχή Λιμένων Κύπρου, όπως μετακινηθεί σε συγκεκριμένο σημείο εντός λιμένα της Δημοκρατίας και παραμείνει εκεί·

(εε) λάβει οποιαδήποτε άλλα μέτρα ή/και να προβεί σε οποιεσδήποτε άλλες ενέργειες κρίνει υπό τις περιστάσεις σκόπιμες ή/και αναγκαίες.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΑΙ ΛΗΨΗΣ ΕΝΔΕΔΕΙΓΜΕΝΩΝ ΜΕΤΡΩΝ
Εξουσίες επιθεωρητών

14.-(1)(α) Οι εξουσίες που χορηγούνται από το παρόν άρθρο, αναφορικά με την επιθεώρηση πλοίου, παρέχονται σε-

(i) επιθεωρητή ο οποίος διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 3 του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμου· και

(ii) επόπτη πλοίων ο οποίος διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 3 του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμου.

(β) Για τους σκοπούς της παραγράφoυ (α) του παρόντος εδαφίου, το εδάφιο (2) του άρθρου 3 του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμου εφαρμόζεται ως εάν η φράση «δια τους σκοπούς του παρόντος Νόμου και του Κώδικος», η οποία περιέχεται σε έκαστη των παραγράφων (α) και (β) του εν λόγω άρθρου, είχε αντικατασταθεί από τη φράση «δια τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, του Κώδικος και του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Εφαρμογή Αποφάσεων και Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για ορισμένα Θέματα των Θαλάσσιων Μεταφορών) Νόμου».

(2) Επιθεωρητής έχει εξουσία εντός εύλογου χρόνου και με σκοπό τη διακρίβωση της εκπλήρωσης οποιασδήποτε υποχρέωσης η οποία απορρέει είτε από τις διατάξεις του Μέρους ΙΙ, του Μέρους ΙΙΙ ή του Μέρους IV του παρόντος Νόμου είτε από πρόνοιες Κανονισμών ή διαταγμάτων τα οποία εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων αυτού να-

(α) εισέρχεται, να επιθεωρεί, να ερευνά και να διενεργεί έλεγχο σε οποιοδήποτε υποστατικό ή άλλο χώρο, εκτός από κατοικία, στον οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι εδρεύει οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

(i) Εταιρεία·

(ii) έχων την εκμετάλλευση πλοίου·

(iii) πράκτορας·

(iv) φορτωτής·

(v) ιδιοκτήτης ρυπογόνων ή επικίνδυνων αγαθών·

(β) ανακόπτει, να εισέρχεται, να επιθεωρεί και να διενεργεί έλεγχο σε οποιοδήποτε πλοίο, είτε αυτό ναυλοχεί είτε είναι εν πλω, και να παρέχει στον πλοίαρχο οποιαδήποτε κατά την κρίση του αναγκαία βοήθεια·

(γ) εξετάζει οποιαδήποτε στοιχεία καταχωρημένα σε μηχανικό, ηλεκτρικό ή ηλεκτρονικό σύστημα δεδομένων και οποιαδήποτε βιβλία και έγγραφα σε έντυπη ή ψηφιακή μορφή, τα οποία βρίσκονται είτε σε υποστατικό ή άλλο χώρο είτε σε πλοίο στο οποίο έχει εξουσία να εισέρχεται δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (α) και (β) και τα οποία έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι περιέχουν πληροφορία ή καταχώρηση σε σχέση με οποιαδήποτε υποχρέωση που απορρέει από τις αναφερόμενες στο παρόν εδάφιο διατάξεις και πρόνοιες, να τα αντιγράφει και φωτοτυπεί και να παίρνει αντίγραφα, φωτοτυπίες και αποσπάσματά τους:

Νοείται ότι, για τη λήψη αποσπασμάτων δυνάμει των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, ο επιθεωρητής πρέπει να έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι τα αποσπάσματα αυτά ενδεχομένως να χρειαστούν για αποδεικτικούς σκοπούς σε ποινική διαδικασία αναφορικά με οποιαδήποτε παράβαση ή παράλειψη συμ-μόρφωσης με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή με τις πρόνοιες των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού ή των αποφάσεων του Υφυπουργού·

(δ) εισέρχεται είτε σε υποστατικό ή άλλο χώρο, εξαιρουμένης κατοικίας, είτε σε πλοίο-

(i) συνοδευόμενος από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, του οποίου την παρουσία κρίνει αναγκαία για οποιονδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκεί εξουσία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδάφιου ή του εδαφίου (3)· και

(ii) φέροντας μαζί του οποιονδήποτε εξοπλισμό ή υλικά που κρίνει αναγκαία για οποιονδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκεί εξουσία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος εδάφιου· και

(ε) απαιτεί και να λαμβάνει την προβλεπόμενη στο εδάφιο (3) διευκόλυνση, πληροφορία και δήλωση.

(3) Ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου, ο πλοίαρχος πλοίου, εταιρεία, πράκτορας, φορτωτής και ιδιοκτήτης ρυπογόνων ή επικίνδυνων αγαθών παρέχουν έκαστος στον επιθεωρητή, εφόσον αυτός εύλογα το απαιτήσει οποιαδήποτε διευκόλυνση και πληροφορία καθώς και υπογεγραμμένη δήλωση περί του αληθούς των πληροφοριών που παρέχει στον επιθεωρητή.

(4) Επιθεωρητής επιδεικνύει, εφόσον του ζητηθεί, πριν και κατά την άσκηση οποιασδήποτε από τις εξουσίες που του χορηγούνται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2), το δελτίο ταυτότητάς του το οποίο εκδίδεται από τον Υπουργό σύμφωνα με τους περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Δελτία Ταυτότητας Επιθεωρητών Πλοίων και Εποπτών Πλοίων) Κανονισμούς.

(5) Πρόσωπο το οποίο-

(α) υπέχει την προβλεπόμενη στο εδάφιο (3) υποχρέωση και αρνείται ή παραλείπει να παράσχει σε επιθεωρητή σχετική διευκόλυνση ή πληροφορία· ή

(β) αποκρύπτει, καταστρέφει ή παραποιεί πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο σε έντυπη ή ψηφιακή μορφή, ή παρέχει σε επιθεωρητή ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητική πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο σε έντυπη ή ψηφιακή μορφή, ή αρνείται ή παραλείπει να παράσχει σε επιθεωρητή πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο σε έντυπη ή ψηφιακή μορφή, την οποία πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο,

διαπράττει ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται στις ακόλουθες ποινές:

(αα) σε περίπτωση πρώτου αδικήματος, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€3.500) ή και στις δύο αυτές ποινές· και

(ββ) σε περίπτωση μεταγενέστερου αδικήματος, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις επτά χιλιάδες ευρώ (€7.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(6) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για προβλεπόμενο στο εδάφιο (5) αδίκημα-

(α) αναφορικά με την άρνηση ή παράλειψη συμμόρφωσης με υποχρέωση που επιβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3), αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι είχε εύλογη αιτία για την εν λόγω άρνηση ή παράλειψη· και

(β) αναφορικά με την παροχή ψευδούς, ελλιπούς, ανακριβούς ή παραπλα-νητικής πληροφορίας, δήλωσης, στοιχείου, βιβλίου ή εγγράφου σε έντυπη ή ψηφιακή μορφή, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι παρείχε την πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει ότι η παρεχόμενη πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο ήταν ψευδές, ελλιπές, ανακριβές ή παραπλανητικό.

(7) Τα δεδομένα των επιθεωρήσεων, οι οποίες διενεργούνται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, κοινοποιούνται όταν απαιτείται στις τυχόν άλλες εμπλεκόμενες αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας για τις δικές τους ενέργειες που απορρέουν από Κανονισμούς ΕΕ ή/και Αποφάσεις ΕΕ.

Διοικητικές αποφάσεις και συμμόρφωση με αυτές

15.-(1) Απόφαση της Αρμόδιας Αρχής η οποία λαμβάνεται δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 12 ή 13 καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβασή της, δια χειρός ή μέσω τηλεομοιότυπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τηλετύπου, στον πλοίαρχο ή/και στο έχοντα την εκμετάλλευση του επηρεαζόμενου πλοίου και ισχύει μέχρις ότου-

(α) ανακληθεί από την Αρμόδια Αρχή κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (3)·

(β) ακυρωθεί, τροποποιηθεί ή αντικατασταθεί στο πλαίσιο προσφυγής ενώπιον του Υφυπουργού, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18·ή

(γ) ακυρωθεί από το Διοικητικό Δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 146 του Συντάγματος.

(2) Σε κάθε απόφασή της που λαμβάνεται δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 12 ή 13, η Αρμόδια Αρχή-

(α) παραθέτει τους λόγους έκδοσης της απόφασης· και

(β) πληροφορεί το πρόσωπο στο οποίο η απόφαση διαβιβάζεται περί του δικαιώματος του επηρεαζόμενου προσώπου ή του αντιπροσώπου του στη Δημοκρατία να προσβάλουν την απόφαση με ιεραρχική προσφυγή σύμφωνα με το άρθρο 18 ή με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματος.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία η Αρμόδια Αρχή ικανοποιείται ότι εξέλιπαν οι λόγοι για τους οποίους εξέδωσε απόφαση δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 12 ή 13, εφόσον καταβληθεί στον Γενικό Διευθυντή τέλος που προβλέπεται στο άρθρο 8 και οποιοδήποτε διοικητικό πρόστιμο επιβλήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ανακαλεί την απόφαση γραπτώς και διαβιβάζει την απόφαση αυτή δια χειρός ή μέσω τηλεομοιότυπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τηλετύπου στον πλοίαρχο ή/και στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.

(4) Πρόσωπο το οποίο αρνείται ή/και παραλείπει να συμμορφωθεί με υποχρέωση που επιβάλλεται σε αυτό με απόφαση της Αρμόδιας Αρχής, η οποία λαμβάνεται δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 12 ή 13 διαπράττει ποινικό αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(5) Πρόσωπο το οποίο είναι αυτουργός, συνεργός ή σύμβουλος, κατά τα άρθρα 20 έως 23 του Ποινικού Κώδικα αναφορικά με τη διάπραξη του προβλεπόμενου στο εδάφιο (4) ποινικού αδικήματος, διαπράττει το εν λόγω ποινικό αδίκημα και υπόκειται στις καθοριζόμενες στο ίδιο εδάφιο ποινές.

Αδικαιολόγητη απαγόρευση απόπλου ή καθυστέρηση πλοίου

16.-(1) Κατά την άσκηση εξουσίας και την εκτέλεση καθήκοντος από επιθεωρητή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου του άρθρου 14 ή από την Αρμόδια Αρχή, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 12 και 13, έκαστος εκ των προαναφερομένων καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε, να αποφεύγεται η αδικαιολόγητη απαγόρευση απόπλου ή η καθυστέρηση πλοίου.

(2)(α) Σε περίπτωση αδικαιολόγητης απαγόρευσης απόπλου ή καθυστέρησης πλοίου, ο έχων την εκμετάλλευση του ούτως επηρεαζόμενου πλοίου δικαιούται αποζημίωση δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 172 του Συντάγματος για τυχόν απώλειες ή ζημιές έχει υποστεί.

(β) Σε περίπτωση κατά την οποία προβάλλεται ο ισχυρισμός της αδικαιολόγητης απαγόρευσης απόπλου ή καθυστέρησης πλοίου, το βάρος της απόδειξης του ισχυρισμού φέρει ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου, ο οποίος προβάλλει τον ισχυρισμό.

Διοικητικό πρόστιμο

17.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία η Αρμόδια Αρχή διαπιστώσει ότι πρόσωπο διά πράξης ή παράλειψης σε σχέση με πλοίο-

(α) παραβαίνει τις διατάξεις των άρθρων 5, 6, 7,10 και 14 του παρόντος Νόμου ή τις πρόνοιες κανονιστικής διοικητικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει αυτού ή απόφασης της Αρμόδιας Αρχής· ή

(β) παραβαίνει τις διατάξεις των Κανονισμών ΕΕ και των Αποφάσεων ΕΕ οι οποίες καθορίζονται με διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 23,

η Αρμόδια Αρχή δύναται να επιβάλλει σε αυτό διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000), αναλόγως της βαρύτητας της παράβασης, ανεξαρτήτως εάν συντρέχει ποινική ευθύνη δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή άλλου Νόμου ή των προνοιών Κανονιστικής Διοικητικής Πράξης.

(2)(α) Πριν από την επιβολή διοικητικού προστίμου η Αρμόδια Αρχή ειδοποιεί, μέσω έντυπης ή ηλεκτρονικής μορφής, το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή της να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία της ειδοποίησης.

(β) Αναφορικά με πλοίο που βρίσκεται σε λιμένα της Δημοκρατίας ή αναφορικά με κυπριακό πλοίο στο οποίο επιβλήθηκε απαγόρευση εκτέλεσης πλόων, η Αρμόδια Αρχή δύναται να-

(i) μειώσει την προθεσμία για υποβολή παραστάσεων σε χρονικό διάστημα που δεν είναι μικρότερο των εικοσιτεσσάρων (24) ωρών από την κοινοποίηση της ειδοποίησης, υπό την προϋπόθεση ότι η μείωση της προθεσμίας δικαιολογείται από τα κατά περίπτωση πραγματικά περιστατικά και από τον χρόνο της ειδοποίησης και αιτιολογείται στην ειδοποίηση· και

(ii) επιβάλει διοικητικό πρόστιμο και κατά τις μη εργάσιμες ημέρες.

(3)(α) Η Αρμόδια Αρχή επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή της, την οποία διαβιβάζει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο, μέσω έντυπης ή ηλεκτρονικής μορφής, με την οποία-

(i) καθορίζει την παράβαση και∙

(ii) πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση με προσφυγή ενώπιον του Υφυπουργού, σύμφωνα με το άρθρο 18 ή/και με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματος, καθώς και για τις προθεσμίες εντός των οποίων δύναται να ασκηθούν τα προαναφερόμενα δικαιώματα.

(β) Η προβλεπόμενη στην παράγραφο (α) απόφαση της Αρμόδιας Αρχής καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβαση της στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.

(4) Ο Υφυπουργός δύναται να καθορίζει με οδηγίες του τα ενδεικτικά κριτήρια υπολογισμού του ύψους του επιβαλλόμενου δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) διοικητικού προστίμου, χωρίς τούτο να περιορίζει τη διακριτική ευχέρεια της Αρμόδιας Αρχής να αποφασίζει ελεύθερα περί του ύψους του επιβαλλομένου διοικητικού προστίμου με βάση τα κατά περίπτωση πραγματικά περιστατικά:

Νοείται ότι, ο μη καθορισμός ενδεικτικών κριτηρίων δεν επηρεάζει τη δυνατότητα επιβολής διοικητικού προστίμου, νοουμένου ότι το πρόστιμο επιβάλλεται από τον Υφυπουργό ή το ποσόν του προστίμου που επιβάλλεται εγκρίνεται από τον Υφυπουργό.

(5) Επηρεαζόμενο πρόσωπο ή αντιπρόσωπός του στη Δημοκρατία δικαιούται να προσβάλει απόφαση της Αρμόδιας Αρχής για επιβολή διοικητικού προστίμου, η οποία εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, με ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υφυπουργού σύμφωνα με το άρθρο 18.

(6)(α) Σε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, αρνείται ή/και παραλείπει να καταβάλει στην Αρμόδια Αρχή τέτοιο πρόστιμο, η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.

(β) Απαγορεύεται ο απόπλους πλοίου σε σχέση με το οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η οποία αίρεται μόνον όταν καταβληθεί όλο το ποσό ή δοθεί επαρκής εγγύηση για την κάλυψη των δαπανών:

Νοείται ότι, η εγγύηση για την κάλυψη των δαπανών δύναται να διασφαλίζεται με την κατάθεση τραπεζικής εγγύησης ή άλλης μορφής εξασφάλισης αποδεκτής από την Αρμόδια Αρχή ίσου ποσού από αναγνωρισμένο χρηματοπιστωτικό οργανισμό και με όρους ικανοποιητικούς για την Αρμόδια Αρχή.

(7) Διοικητικό πρόστιμο το οποίο επιβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, συνιστά επιβάρυνση επί του πλοίου, η οποία ικανοποιείται κατά προτίμηση έναντι των άλλων δανειστών, αλλά έπεται της τελευταίας υποθήκης.

(8) Σε περίπτωση κατά την οποία διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, προσβλήθηκε επιτυχώς είτε ενώπιον του Υφυπουργού, κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο, είτε ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου κατά το ’ρθρο 146 του Συντάγματος-

(α) αποσύρονται τα δικαστικά μέτρα και αίρονται η απαγόρευση απόπλου που προβλέπονται στο εδάφιο (6) και η προβλεπόμενη στο εδάφιο (7) επιβάρυνση∙ και

(β) η Αρμόδια Aρχή επιστρέφει οποιοδήποτε καταβληθέν προαναφερόμενο διοικητικό πρόστιμο στο πρόσωπο το οποίο είχε καταβάλει.

Ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υφυπουργού

18.-(1)(α) Επηρεαζόμενο πρόσωπο ή αντιπρόσωπός του στη Δημοκρατία δικαιούται να προσβάλει με ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υφυπουργού απόφαση της Αρμόδιας Αρχής η οποία εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και η οποία προβλέπει για οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

(i) Aκύρωση απαιτούμενου πιστοποιητικού κατά το εδάφιο (1) του άρθρου 10·

(ii) απαγόρευση κατάπλου πλοίου σε λιμένα της Δημοκρατίας·

(iii) εκδίωξη πλοίου από λιμένα της Δημοκρατίας·

(iv) απαγόρευση απόπλου πλοίου από λιμένα της Δημοκρατίας·

(v) απαγόρευση εκτέλεσης πλόων σε κυπριακό πλοίο·

(vi) διαταγή επί πλοίου όπως μετακινηθεί σε συγκεκριμένο χώρο και παραμείνει εκεί·

(vii) μέτρα που έλαβε ή/και οι ενέργειες στις οποίες προέβηκε η Αρμόδια Αρχή δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (γγ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12 ή την παράγραφο (εε) του εδαφίου (2) του άρθρου 13· και

(viii) επιβολή διοικητικού προστίμου δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 17.

(β) Η προσφυγή ενώπιον του Υφυπουργού ασκείται εγγράφως μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία επίδοσης δια χειρός ή μέσω έντυπης ή ηλεκτρονικής μορφής της κοινοποίησης της προσβληθείσας απόφασης στο επηρεαζόμενο πρόσωπο ή στον αντιπρόσωπό του στη Δημοκρατία.

(2) Η κατά το εδάφιο (1) προσφυγή δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης.

(3) Ο Υφυπουργός εξετάζει την προσφυγή και, αφού ακούσει τους ενδιαφερομένους ή δώσει την ευκαιρία σε αυτούς να εκθέσουν τις απόψεις τους γραπτώς, αποφασίζει το αργότερο εντός δέκα (10) ημερών να-

(α) επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·

(β) ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·

(γ) τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση· ή

(δ) προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.

(4) Ο Υφυπουργός κοινοποιεί την απόφαση που εκδίδει δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) διά χειρός ή μέσω έντυπης ή ηλεκτρονικής μορφής στον προσφεύγοντα και στο επηρεαζόμενο πρόσωπο ή στον αντιπρόσωπό του στη Δημοκρατία.

(5) Σε περίπτωση κατά την οποία η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε από τον Υφυπουργό ως Αρμόδια Αρχή, οι διατάξεων των εδαφίων (1), (2), (3) και (4) εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, ως εάν να επρόκειτο περί ένστασης στον Υφυπουργό.

ΜΕΡΟΣ ΙV ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Έκδοση διαταγμάτων για υλοποίηση υποχρέωσης ή διακριτικής ευχέρειας που απορρέει από Κανονισμό ΕΕ ή Απόφαση ΕΕ

19.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να εκδίδει διάταγμα προς υλοποίηση υποχρέωσης ή διακριτικής ευχέρειας που επιβάλλεται στη Δημοκρατία από Κανονισμό ΕΕ ή Απόφαση ΕΕ για θέματα άλλα από αυτά τα οποία ρυθμίζονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή για θέματα άλλα από αυτά τα οποία σχετίζονται ΅ε την ίδρυση νομικού προσώπου εφόσον αυτό κρίνει ότι η φύση τέτοιας υποχρέωσης ή διακριτικής ευχέρειας απαιτεί τη θέσπιση νομικής διάταξης.

(2) Τα ακόλουθα συνιστούν ΅η εξαντλητικό κατάλογο θεμάτων για τα οποία το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να εκδίδει διατάγματα δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1):

(α) Επιβολή υποχρέωσης· και

(β) αναστολή ή προσωρινός περιορισ΅ός διάταξης πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

(3) Πρόσωπο το οποίο διενεργεί πράξη ή παράλειψη κατά παράβαση διατάγ΅ατος το οποίο εκδίδεται δυνά΅ει των διατάξεων του παρόντος άρθρου διαπράττει ποινικό αδίκη΅α και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) ΅ήνες ή σε χρη΅ατική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δυο χιλιάδες ευρώ (€2.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

Αδικήματα και ποινές

20. Πρόσωπο το οποίο αυτοπροσώπως ή δια υπαλλήλου του ή άλλου εκπροσώπου του προβαίνει σε πράξη ή τελεί σε παράλειψη, κατά παράβαση των απαγορευτικών ή επιτακτικών προνοιών Κανονισ΅ών που εκδίδονται δυνά΅ει των διατάξεων του άρθρου 22 είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τέσσερα (4) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

Ευθύνη αξιω΅ατούχων, υπαλλήλων, νο΅ικών προσώπων

21. Σε περίπτωση κατά την οποία προβλεπόμενο στον παρόντα Νόμο αδίκη΅α διαπράττεται από νο΅ικό πρόσωπο ή από πρόσωπο που ενεργεί εκ ΅έρους νο΅ικού προσώπου και αποδεικνύεται ότι έχει διαπραχθεί ΅ε τη συγκατάθεση, συνενοχή ή έγκριση ή έχει διευκολυνθεί από την επιδειχθείσα α΅έλεια συ΅βούλου, διευθυντή, γρα΅΅ατέα ή οποιουδήποτε άλλου φυσικού προσώπου που φαίνεται ότι ενεργεί υπό τέτοια ιδιότητα, το φυσικό αυτό πρόσωπο είναι επίσης ένοχο του προαναφερθέντος αδικήματος.

Έκδοση Κανονισμών

22.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων των Κανονισμών ΕΕ και των Αποφάσεων ΕΕ ή για τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου δύναται να θεσπίζουν ποινικά αδικήματα και να προνοούν ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τέσσερα (4) έτη, χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και τις δύο αυτές ποινές.

Εξουσία έκδοσης Διαταγμάτων

23. Ο Υπουργός Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων έχει εξουσία να εκδίδει διατάγματα στα οποία καθορίζονται-

(α) οι Κανονισμοί ΕΕ και οι Αποφάσεις ΕΕ που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου· και

(β) οι διατάξεις των αναφερόμενων στην παράγραφο (α) Κανονισμών ΕΕ και Αποφάσεων ΕΕ η παράβαση των οποίων συνεπάγεται επιβολή διοικητικού προστίμου κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 17.

Εξουσία έκδοσης αποφάσεων από τον Υφυπουργό

24. Κατόπιν διαβούλευσης με τυχόν άλλες εμπλεκόμενες αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, ο Υφυπουργός έχει εξουσία να εκδίδει αποφάσεις δημοσιευόμενες στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας οι οποίες ρυθμίζουν θέματα τεχνικού χαρακτήρα, για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων των Κανονισμών ΕΕ ή και των Αποφάσεων ΕΕ.

Μεταβατική διάταξη

25. Τα απαιτούμενα πιστοποιητικά τα οποία εκδόθηκαν σε κυπριακά ή αλλοδαπά πλοία με οδηγίες του Υπουργού δυνάμει των διατάξεων Κανονισμού ΕΕ ή Απόφασης ΕΕ πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου θεωρούνται ως απαιτούμενα πιστοποιητικά που εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου μέχρι την ημερομηνία αντικατάστασης αυτών με πιστοποιητικά εκδιδόμενα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή την ημερομηνία λήξης αυτών, οποιαδήποτε εκ των δύο ημερομηνιών επέλθει ενωρίτερα.