ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ
Αρμόδιο Δικαστήριο

10.-(1) Δικαστήριο αρμόδιο για την έκδοση διαταγμάτων είναι το Επαρχιακό Δικαστήριο στην αρμοδιότητα του οποίου εμπίπτει η εκδίκαση της αντιπροσωπευτικής αγωγής.

(2) Όταν με την έκδοση διατάγματος ζητείται παράλληλα η λήψη επανορθωτικών μέτρων, αρμόδιος για την έκδοσή του είναι ο Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου.

Υποχρέωση διαβούλευσης και καταχώριση αίτησης για έκδοση διατάγματος

11.-(1) Ο νομιμοποιούμενος φορέας, προτού αποταθεί στο Δικαστήριο για την έκδοση οποιουδήποτε διατάγματος, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 6, διαβουλεύεται με το πρόσωπο το οποίο διαπράττει την παράβαση, ζητώντας από το εν λόγω πρόσωπο-

(α) την άμεση παύση της γενόμενης παράβασης. και/ή

(β) τη μη επανάληψη της γενόμενης παράβασης:

Νοείται ότι, η πιο πάνω υποχρέωση προηγούμενης διαβούλευσης δύναται να παρακαμφθεί στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο νομιμοποιούμενος φορέας, κατά την κρίση του, θεωρεί ότι οι περιστάσεις είναι τέτοιες που η δικαστική διαδικασία πρέπει να προχωρήσει χωρίς οποιαδήποτε καθυστέρηση.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία δεν επιτευχθεί η παύση της παράβασης εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την υποβολή του αιτήματος προς διαβούλευση, ο νομιμοποιούμενος φορέας δύναται, άνευ ετέρου, να ζητήσει από το Δικαστήριο την έκδοση οποιουδήποτε διατάγματος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(3) Για σκοπούς υποβολής αίτησης από νομιμοποιούμενο φορέα για την έκδοση διατάγματος, δεν είναι απαραίτητη η έκφραση της βούλησης των μεμονωμένων καταναλωτών για εκπροσώπηση από τον νομιμοποιούμενο φορέα.

(4) Για την έκδοση διατάγματος ο νομιμοποιούμενος φορέας δεν υποχρεούται να αποδείξει-

(α) την πραγματική ζημία ή βλάβη των μεμονωμένων καταναλωτών που επηρεάζονται από την παράβαση. ή

(β) την πρόθεση ή αμέλεια του εμπορευομένου.

Έκδοση διατάγματος από το Δικαστήριο σε αντιπροσωπευτική αγωγή

12.-(1) Το Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου καταχωρίζεται οποιαδήποτε αίτηση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6, έχει εξουσία, τηρουμένων των διατάξεων του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, του περί Δικαστηρίων Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, να εκδώσει διάταγμα, περιλαμβανομένου προσωρινού διατάγματος, με το οποίο να διατάσσεται-

(α) η άμεση παύση και/ή η μη επανάληψη της γενόμενης παράβασης·

(β) η δημοσίευση του συνόλου ή μέρους της σχετικής απόφασης του Δικαστηρίου ή η δημοσίευση επανορθωτικής ανακοίνωσης, με σκοπό την απάλειψη των τυχόν συνεχιζόμενων επιπτώσεων της παράβασης. και/ή

(γ) οποιαδήποτε άλλη ενέργεια ή μέτρο ήθελε κριθεί αναγκαίο ή εύλογο υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης:

Νοείται ότι, η αίτηση για έκδοση διατάγματος άμεσης παύσης και/ή μη επανάληψης της γενόμενης παράβασης σύμφωνα με την παράγραφο (α) εξετάζεται με συνοπτική διαδικασία.

(2) Το διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (1) δύναται να-

(α) αφορά τη διενεργηθείσα παράβαση έναντι καταναλωτών και γενικά, παρόμοιες μελλοντικές παραβάσεις έναντι των καταναλωτών· και/ή

(β) αφορά ή απευθύνεται σε οποιονδήποτε συνεργό ή συμμετέχοντα στη συγκεκριμένη παράβαση και, σε περίπτωση παραβάτη που είναι νομικό πρόσωπο, αφορά ή απευθύνεται και σε οποιονδήποτε διευθυντή και/ή διευθύνοντα σύμβουλο ή/και συνεργάτη ή/και σύμβουλο και/ή αξιωματούχο, ο οποίος αποδεικνύεται ότι έλαβε μέρος, συμμετείχε, συνέδραμε ή είχε με οποιονδήποτε τρόπο σχέση με τη γενόμενη παράβαση.

(3) Οι διατάξεις του περί Δικαστηρίων Νόμου, του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών που εφαρμόζονται σχετικά με αιτήσεις έκδοσης διαταγμάτων σε πολιτικές υποθέσεις, εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν αναφορικά με τον τύπο, τη σύνταξη, την καταχώριση και την εκδίκαση της προβλεπόμενης στις διατάξεις του άρθρου 6 αίτησης.

(4) Η αίτηση με την οποία ζητείται η έκδοση διατάγματος εξετάζεται από το Δικαστήριο με τη δέουσα ταχύτητα.