ΜΕΡΟΣ IV ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΕΡΙ ΜΕΤΡΩΝ ΕΠΑΝΟΡΘΩΣΗΣ ΚΑΙ/Ή ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Μέτρα επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης

13.-(1) Οι νομιμοποιούμενοι φορείς δύνανται να καταχωρίζουν αντιπροσωπευτικές αγωγές για μέτρα επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης, χωρίς να απαιτείται η εκ των προτέρων διαπίστωση παράβασης στο πλαίσιο άλλης ξεχωριστής διαδικασίας.

(2) Για λόγους διασφάλισης της αποτελεσματικής προστασίας των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών, ο νομιμοποιούμενος φορέας δύναται να καταχωρίσει αντιπροσωπευτική αγωγή η οποία θα καλύπτει το σύνολο των καταναλωτών που επηρεάζονται από την ισχυριζόμενη παράβαση που αποτελεί το αντικείμενο της δίκης, εφόσον οι καταναλωτές δεν δηλώσουν ρητά ότι δεν επιθυμούν να συμμετάσχουν στη δίκη εντός εύλογης προθεσμίας που θα διατάξει κατά την κρίση του το Δικαστήριο (εκπροσώπηση με σιωπηρή συναίνεση):

Νοείται ότι, οι καταναλωτές που δεν έχουν τη συνήθη διαμονή τους στη Δημοκρατία σε κάθε περίπτωση εκφράζουν ρητά τη βούλησή τους να εκπροσωπηθούν στην εν λόγω αντιπροσωπευτική αγωγή.

(3) Οι καταναλωτές που εκπροσωπούνται στο πλαίσιο αντιπροσωπευτικής αγωγής δεν μπορούν να εκπροσωπούνται σε άλλες αντιπροσωπευτικές αγωγές με το ίδιο επίδικο θέμα κατά του ίδιου εμπορευομένου, ούτε να ασκούν μεμονωμένα αγωγή για το ίδιο επίδικο θέμα κατά του ίδιου εμπορευομένου και δεν λαμβάνουν αποζημίωση πέραν της μίας φοράς για το ίδιο επίδικο θέμα κατά του ίδιου εμπορευομένου.

(4) Η δικαστική απόφαση η οποία εκδίδεται για μέτρα επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης προσδιορίζει, μεταξύ άλλων-

(α) τους μεμονωμένους καταναλωτές που δικαιούνται να επωφεληθούν από τις διατασσόμενες θεραπείες ή τουλάχιστον την ομάδα των καταναλωτών που δικαιούται να επωφεληθεί από αυτές∙

(β) τις προθεσμίες εντός των οποίων οι μεμονωμένοι καταναλωτές μπορούν να επωφελούνται από μέτρα επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης·

(γ) την κατάληξη ενδεχόμενων υπολοίπων κεφαλαίων επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης που δεν ανακτώνται εντός των καθορισμένων προθεσμιών:

Νοείται ότι, το Δικαστήριο δύναται να διατάσσει ότι τέτοια κεφάλαια θα διατίθενται για κοινωφελείς σκοπούς, με προτεραιότητα τη διάθεσή τους σε νομιμοποιούμενους φορείς για σκοπούς προστασίας των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών.

(5) Οι θεραπείες οι οποίες παρέχονται μέσω των μέτρων επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης στο πλαίσιο μίας αντιπροσωπευτικής αγωγής δεν επηρεάζουν τυχόν επιπρόσθετες θεραπείες που ευρίσκονται στη διάθεση των καταναλωτών δυνάμει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου και δεν αποτέλεσαν αντικείμενο της εν λόγω αντιπροσωπευτικής αγωγής.

(6) Οι διατάξεις του περί Δικαστηρίων Νόμου, του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών που εφαρμόζονται σχετικά με την καταχώριση και εκδίκαση αγωγών, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία αναφορικά με τον τύπο, τη σύνταξη, την καταχώριση και την εκδίκαση των αγωγών που προβλέπονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

(7) Ο διάδικος εναντίον του οποίου εκδόθηκε η δικαστική απόφαση απαιτείται να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα με τα οποία επιβαρύνθηκε ο διάδικος υπέρ του οποίου εκδόθηκε η δικαστική απόφαση, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Δικαστηρίων Νόμου, του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.

Έκδοση διατάγματος από το Δικαστήριο για παραδεκτές αξιώσεις

14.-(1) Το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν αίτησης ή αυτεπαγγέλτως, να εκδώσει διάταγμα το οποίο να καθορίζει την ομάδα ή τις ομάδες των καταναλωτών, των οποίων οι αξιώσεις παραδεκτά περιλαμβάνονται ή μπορούν να περιληφθούν στη δίκη επί της αντιπροσωπευτικής αγωγής.

(2) Το εκδιδόμενο δυνάμει του εδαφίου (1) διάταγμα δύναται να ορίζει τον τρόπο και την προθεσμία της δήλωσης των θιγόμενων καταναλωτών να μην εκπροσωπηθούν στο πλαίσιο της αντιπροσωπευτικής αγωγής.

Χρηματοδότηση αντιπρο-σωπευτικών αγωγών για μέτρα επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης

15.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου ή Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, όταν τρίτο μέρος χρηματοδοτεί την αντιπροσωπευτική αγωγή για μέτρα επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης, το Δικαστήριο δύναται να ελέγχει κατά πόσο υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ του τρίτου μέρους και του αντικειμένου της αντιπροσωπευτικής αγωγής.

(2) Κατά τον έλεγχο που διεξάγεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), το Δικαστήριο δύναται να εξετάζει, μεταξύ άλλων, τους ακόλουθους παράγοντες:

(α) Εάν η χρηματοδότηση από τρίτους που έχουν οικονομικό συμφέρον για την καταχώριση ή την έκβαση της αντιπροσωπευτικής αγωγής για μέτρα επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης εκτρέπει την αντιπροσωπευτική αγωγή από την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών∙

(β) εάν οι αποφάσεις νομιμοποιούμενων φορέων στο πλαίσιο αντιπροσωπευτικής αγωγής, περιλαμβανομένων των αποφάσεων διακανονισμού, επηρεάζονται αδικαιολόγητα από τρίτους κατά τρόπο που θα μπορούσε να είναι επιζήμιος για τα συλλογικά συμφέροντα των καταναλωτών που αφορά η αντιπροσωπευτική αγωγή·

(γ) εάν η αντιπροσωπευτική αγωγή ασκείται κατά εμπορευομένου ο οποίος είναι ανταγωνιστής του χρηματοδότη ή από τον οποίο εξαρτάται ο χρηματοδότης.

(3) Για τους σκοπούς των εδαφίων (1) και (2), το Δικαστήριο δύναται, μεταξύ άλλων, κατόπιν αίτησης ή αυτεπαγγέλτως-

(α) να διατάξει τον νομιμοποιούμενο φορέα να προσκομίσει οικονομική επισκόπηση που απαριθμεί τις πηγές χρηματοδότησης που αυτός χρησιμοποιεί για την υποστήριξη της αντιπροσωπευτικής αγωγής·

(β) να διατάξει κατάλληλα μέτρα, περιλαμβανομένης της απαίτησης όπως νομιμοποιούμενος φορέας απαγορεύσει ή μεταβάλει τη σχετική χρηματοδότηση και, εφόσον είναι αναγκαίο, να απορρίψει τη νομιμοποίηση του νομιμοποιούμενου φορέα σε συγκεκριμένη αντιπροσωπευτική αγωγή:

Νοείται ότι, εάν η νομιμοποίηση του νομιμοποιούμενου φορέα απορριφθεί σε συγκεκριμένη αντιπροσωπευτική αγωγή, η εν λόγω απόρριψη δεν επηρεάζει τα δικαιώματα των καταναλωτών τους οποίους αφορά η εν λόγω αντιπροσωπευτική αγωγή.

Διακανονισμοί για μέτρα επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης

16.-(1) Σε αντιπροσωπευτική αγωγή για μέτρα επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης ο νομιμοποιούμενος φορέας και ο εμπορευόμενος μπορούν από κοινού να προτείνουν στο Δικαστήριο διακανονισμό αναφορικά με την επανόρθωση και/ή αποκατάσταση υπέρ των ενδιαφερόμενων καταναλωτών:

Νοείται ότι, το Δικαστήριο, έχοντας προηγουμένως ακούσει τα μέρη, δύναται να τους καλέσει να καταλήξουν σε διακανονισμό σχετικά με την επανόρθωση και/ή αποκατάσταση εντός εύλογης προθεσμίας.

(2)(α) Ο προβλεπόμενος στο εδάφιο (1) διακανονισμός υπόκειται στον έλεγχο του Δικαστηρίου, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι όροι του είναι σύννομοι, εύλογοι και δίκαιοι.

(β) Το Δικαστήριο αξιολογεί, μεταξύ άλλων, εάν οι όροι του διακανονισμού αντιβαίνουν σε διατάξεις του εθνικού δικαίου και/ή δεν μπορούν να εφαρμοστούν, λαμβάνοντας υπόψη τα δικαιώματα και τα συμφέροντα όλων των μερών, ιδίως των ενδιαφερόμενων καταναλωτών.

(3) Εάν το Δικαστήριο δεν εγκρίνει τον διακανονισμό, συνεχίζει να εκδικάζει τη σχετική αντιπροσωπευτική αγωγή.

(4) Ο εγκεκριμένος διακανονισμός είναι δεσμευτικός για τον νομιμοποιούμενο φορέα, τον εμπορευόμενο και τους μεμονωμένους καταναλωτές τους οποίους αφορά η αντιπροσωπευτική αγωγή:

Νοείται ότι, το Δικαστήριο έχει την εξουσία να ορίσει προθεσμία εντός της οποίας οι ενδιαφερόμενοι μεμονωμένοι καταναλωτές δύνανται να αρνηθούν να δεσμευτούν από τον εγκεκριμένο διακανονισμό με ρητή δήλωσή τους προς το Δικαστήριο, εντός προθεσμίας που καθορίζει το Δικαστήριο.

(5) Η επανόρθωση και/ή αποκατάσταση που επιτυγχάνεται μέσω εγκεκριμένου διακανονισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) δεν επηρεάζουν οποιαδήποτε επιπρόσθετα μέσα έννομης προστασίας διατίθενται στους καταναλωτές δυνάμει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου και τα οποία δεν αποτέλεσαν αντικείμενο του εν λόγω διακανονισμού.

Διάταγμα για καταβολή δικαστικών εξόδων από μεμονωμένους καταναλωτές

17.-(1) Μεμονωμένοι καταναλωτές τους οποίους αφορά αντιπροσωπευτική αγωγή για μέτρα επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης δεν καταβάλλουν οποιαδήποτε δικαστικά έξοδα.

(2) Το Δικαστήριο δύναται σε εξαιρετικές περιπτώσεις να διατάξει μεμονωμένο καταναλωτή τον οποίο αφορά αντιπροσωπευτική αγωγή για λήψη επανορθωτικών και/ή αποκαταστατικών μέτρων να καταβάλει τα δικαστικά έξοδα τα οποία προκλήθηκαν ως αποτέλεσμα της εκ προθέσεως ή εξ αμελείας συμπεριφοράς του.

Αποτελέσματα των τελεσίδικων αποφάσεων άλλων κρατών μελών

18. Η τελεσίδικη απόφαση Δικαστηρίου ή διοικητικής αρχής οποιουδήποτε κράτους μέλους σχετικά με την ύπαρξη παράβασης που επηρεάζει τα συλλογικά συμφέροντα των καταναλωτών μπορεί να χρησιμοποιηθεί από όλα τα μέρη ως απόδειξη στο πλαίσιο κάθε άλλης αγωγής ενώπιον του Δικαστηρίου με την οποία ζητούνται μέτρα επανόρθωσης και/ή αποκατάστασης κατά του ίδιου εμπορευομένου σε σχέση με την ίδια πρακτική, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αποδείξεως Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.