Εργατικές διαφορές δύνανται να αναφέρονται στο Υπουργικό Συμβούλιο

3.-(1) Εργατική διαφορά, όπως ορίζεται από το Νόμο αυτό, η οποία είτε υπάρχει είτε υπάρχει φόβος να υπάρξει, δύναται να αναφέρεται στο Υπουργικό Συμβούλιο από ή εκ μέρους εκάστου μέρους της διαφοράς, και το Υπουργικό Συμβούλιο μετά από αυτό εξετάζει το θέμα και προβαίνει σε τέτοια διαβήματα όπως φαίνονται σε αυτό σκόπιμα για την προώθηση της διευθέτησης αυτού.

(2) Όταν υπάρχει ή επίκειται εργατική διαφορά, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, τηρουμένων όσων προνοούνται στο εξής, αν κρίνει ορθό και αν συμφωνούν και τα δύο μέρη, να παραπέμψει το θέμα για διευθέτηση σε Διαιτητικό Δικαστήριο που συγκροτείται είτε από-

(α) το μοναδικό διαιτητή που διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο˙ ή

(β) διαιτητή που διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, ο οποίος βοηθείται από ένα ή περισσότερους εκτιμητές που υποδεικνύονται από ή εκ μέρους των ενδιαφερόμενων εργοδοτών και από ίσο αριθμό εκτιμητών που υποδεικνύονται από ή εκ μέρους των ενδιαφερόμενων εργατών, από τους οποίους όλοι διορίζονται από την Κυβέρνηση:

Νοείται ότι η διαιτητική απόφαση γίνεται και εκδίδεται μόνο από το διαιτητή˙ ή

(γ) έναν ή περισσότερους διαιτητές που υποδεικνύονται από ή εκ μέρους των ενδιαφερόμενων εργοδοτών και από ίσο αριθμό διαιτητών που υποδεικνύονται από ή εκ μέρους των ενδιαφερόμενων εργατών, και από ανεξάρτητο πρόεδρο, από τους οποίους όλοι διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο:

Νοείται ότι όταν όλα τα μέλη του Διαιτητικού Δικαστηρίου αδυνατούν να συμφωνήσουν ως προς τη διαιτητική απόφαση τους, το θέμα αποφασίζεται από τον πρόεδρο ως μοναδικό διαιτητή.

(3) Αν σε οποιαδήποτε εργασία ή βιομηχανία γίνονται οποιεσδήποτε διαπραγματεύσεις για διευθέτηση με συμβιβασμό ή διαιτησία διαφορών στην εργασία ή βιομηχανία αυτή, ή οποιοδήποτε κλάδο αυτών, οι οποίες έγιναν προς εκτέλεση συμφωνίας μεταξύ οργανώσεων εργοδοτών και οργανώσεων εργατών που αντιπροσωπεύουν αντίστοιχα ουσιώδη αριθμό εργοδοτών και εργατών που απασχολούνται στην εργασία ή βιομηχανία αυτή, το Υπουργικό Συμβούλιο, εκτός με τη συναίνεση αμφοτέρων των μερών της διαφοράς και εκτός και μέχρις ότου υπάρξει αποτυχία στην επίτευξη διευθέτησης μέσω των διαπραγματεύσεων αυτών, δεν παραπέμπει το θέμα προς διευθέτηση σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις του άρθρου αυτού.