31Α.(1)(α). Τόσο το διάταγμα παραλαβής όσο και το διάταγμα κήρυξης του χρεώστη σε πτώχευση ακυρώνεται μετά από σχετική αίτηση και αφού παρέλθουν πέντε χρόνια από την ημερομηνία έκδοσης του διατάγματος παραλαβής.
(β) Η αίτηση ακύρωσης γίνεται στο Δικαστήριο από το χρεώστη ή τον πτωχεύσαντα ή από οποιοδήποτε πιστωτή του, με επίδοση στον επίσημο παραλήπτη και διαχειριστή, εάν υπάρχει.
(γ) Για να είναι αποδεκτή αίτηση ακύρωσης για σκοπούς έκδοσης διατάγματος ακύρωσης του διατάγματος παραλαβής ή και του διατάγματος κήρυξης του χρεώστη σε πτώχευση, απαιτείται ο χρεώστης ή ο πτωχεύσας να έχει υποβάλει την έκθεση κατάστασης της περιουσίας του και την προκαταρκτική κατάθεσή του, στον επίσημο παραλήπτη και στο διαχειριστή, εάν υπάρχει.
(δ) Η έκθεση κατάστασης της περιουσίας του χρεώστη ή του πτωχεύσαντα και η προκαταρκτική κατάθεσή του στον επίσημο παραλήπτη ή στο διαχειριστή θα πρέπει απαραίτητα να υποβάλλεται τουλάχιστο δύο χρόνια πριν από την καταχώρηση αίτησης για ακύρωση του διατάγματος σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος άρθρου:
(2) Ο επίσημος παραλήπτης ή και ο διαχειριστής θα δύναται να καταχωρήσει ένσταση στην ακύρωση τόσο του διατάγματος παραλαβής όσο και του διατάγματος κήρυξης του χρεώστη σε πτώχευση, για τους πιο κάτω λόγους:
(α) Για να παρασχεθεί χρόνος για την ολοκλήρωση της πτωχευτικής διαδικασίας, όπως προβλέπεται στον παρόντα Νόμο.
(β) Όταν εκκρεμεί εναντίον του χρεώστη ή του πτωχεύσαντα νομική διαδικασία που αφορά καταδολίευση.
(γ) Όταν εκκρεμεί οποιαδήποτε πτωχευτική διαδικασία εκποίησης και διανομής περιουσίας.
(δ) Όταν ο χρεώστης ή ο πτωχεύσας έχει διαπράξει οποιοδήποτε από τα αδικήματα που προβλέπονται στα άρθρα 116 έως 126 του παρόντος Νόμου.
(ε) Όταν ο επίσημος παραλήπτης ή ο διαχειριστής γνωρίζει ότι ο χρεώστης ή ο πτωχεύσας έχει περιουσία και δεν την έχει δηλώσει.
(3)(α) Αναφορικά με τους λόγους ένστασης, που προνοούνται στις παραγράφους (α), (γ), (δ) και (ε) του εδάφιου (2), τόσο ο επίσημος παραλήπτης όσο και ο διαχειριστής, εάν υπάρχει, δύναται να καταχωρήσει αίτηση στο Δικαστήριο για αναστολή, για διάστημα ενός έτους, της ακύρωσης τόσο του διατάγματος παραλαβής όσο και του διατάγματος κήρυξης του χρεώστη σε πτώχευση.
(β) Η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο (α) δύναται να γίνει είτε πριν είτε μετά από την αίτηση του χρεώστη ή του πτωχεύσαντα για ακύρωση του διατάγματος παραλαβής ή του διατάγματος κήρυξης του χρεώστη σε πτώχευση.
(4) Σε περίπτωση ακύρωσης του διατάγματος παραλαβής ή του διατάγματος κήρυξης του χρεώστη σε πτώχευση, βάσει των προνοιών του παρόντος άρθρου, οποιεσδήποτε νομικές διαδικασίες οι οποίες έχουν καταχωρηθεί πριν την ακύρωση θα μπορούν να συνεχιστούν.
(5) Όλες οι πωλήσεις και διαθέσεις περιουσίας και όλες οι πληρωμές που έγιναν δεόντως, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, όπως και όλες οι πράξεις που τελέστηκαν από τον επίσημο παραλήπτη ή το διαχειριστή ή άλλο πρόσωπο που ενεργούσε κατόπιν εξουσιοδότησης των πιο πάνω ή κατόπιν εξουσιοδότησης του Δικαστηρίου, μέχρι την εν λόγω ακύρωση, είναι έγκυρες έστω και εάν το διάταγμα παραλαβής ή το διάταγμα κήρυξης του χρεώστη σε πτώχευση ακυρωθεί με βάση τις πρόνοιες του παρόντος άρθρου.
(6) Η ακύρωση του διατάγματος παραλαβής ή και του διατάγματος κήρυξης του χρεώστη σε πτώχευση με βάση τις πρόνοιες του παρόντος άρθρου δεν επιφέρει οποιαδήποτε διαγραφή χρεών.