5.-(1) Η διάρκεια της αδείας εργοδοτουμένου όταν ούτος έχη εργασθή ουχί ολιγωτέρας των σαράντα οκτώ εβδομάδων εντός του έτους αδείας είναι είκοσι εργάσιμοι ημέραι εις περίπτωσιν εργοδοτουμένου έχοντος πενθήμερον εβδομάδα εργασίας και είκοσι τέσσερις εργάσιμοι ημέραι εις περίπτωσιν εργοδοτουμένου έχοντος εξαήμερον εβδομάδα εργασίας:
(2) Ο Υπουργός δύναται διά Διατάγματος να αυξήση τον αριθμόν των εν τω εδαφίω (1) προνοουμένων ημερών αδείας:
(3) Οσάκις εργοδοτούμενος έχη εργασθή δι’ ολιγωτέρας των πεντήκοντα εβδομάδων εργασίας εντός έτους τινός αδείας, τότε ούτος δικαιούται αναφορικώς προς το έτος τούτο, εις ανάλογον άδειαν συμφώνως προς τας διατάξεις του εδαφίου (1), υποκειμένην εις προσαρμογάς συμφώνως προς τους δυνάμει του άρθρου 9 εκδιδομένους Κανονισμούς:
(α) προσωρινής απουσίας εργοδοτουμένου εκ της εργασίας του λόγω ατυχήματος ή ασθενείας,
(β) απουσίας εργοδοτουμένης εκ της εργασίας της ενώ διατελεί επ’ αδεία λόγω μητρότητος,
(γ) απουσίας εργοδοτουμένου από την εργασία του με γονική άδεια, άδεια πατρότητας ή άδεια φροντίδας ή άδεια για λόγους ανωτέρας βίας,
λογίζονται ως χρονικά διαστήματα εργασίας διά τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου.
(4) Ο Υπουργός δύναται διά Διατάγματος να καθορίση μακροτέραν άδειαν δι’ οιανδήποτε τάξιν εργοδοτουμένων εάν θεωρή τούτο αναγκαίον: