25.-(1) Πας όστις δεν ικανοποιείται εξ αποφάσεως λειτουργού επιδοτήσεως, εκδοθείσης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους, δύναται εντός είκοσι ημερών από της ημέρας της εις αυτόν κοινοποιήσεως της αποφάσεως, δι’ εγγράφου προσφυγής εις τον Υπουργόν, εν τη οποία εκτίθενται οι προς υποστήριξιν ταύτης λόγοι, να προσβάλη την τοιαύτην απόφασιν.
(2) Ο Υπουργός εξετάζει την εις αυτόν γενομένην προσφυγήν άνευ υπαιτίου βραδύτητος και αφού ακούση ή δώση την ευκαιρίαν εις τον προσφεύγοντα όπως υποστηρίξη τους λόγους επί των οποίων στηρίζεται η προσφυγή αποφασίζει επί ταύτης εντός τεσσαράκοντα ημερών από της εις αυτόν γενομένης προσφυγής και κοινοποιεί αμελλητί την απόφασιν αυτού εις τον προσφεύγοντα:
Νοείται ότι ο Υπουργός δύναται να αναθέση εις λειτουργόν ή επιτροπήν λειτουργών του Υπουργείου του όπως εξετάση ωρισμένα θέματα αναφυόμενα εν τη προσφυγή και υποβάλη εις αυτόν το πόρισμα της τοιαύτης εξετάσεως προ της υπό του Υπουργού εκδόσεως αποφάσεως επί της προσφυγής.
(3) Ο μη ικανοποιηθείς εκ της αποφάσεως του Υπουργού δύναται να προσφύγη εις το Ανώτατον Δικαστήριον. Μέχρι της υπό του Υπουργού εκδόσεως της αποφάσεως αυτού, εν περιπτώσει προσφυγής εις αυτόν, ή, εν περιπτώσει μη προσφυγής εις αυτόν, μέχρι της παρελεύσεως της εις το εδάφιον (1) προβλεπομένης προθεσμίας διά την καταχώρησιν προσφυγής, η απόφασις του λειτουργού επιδοτήσεως είναι εκτελεστή.