16.—(1) Ασθενής, ο οποίος τυγχάνει υποχρεωτικής νοσηλείας δυνάμει του άρθρου 9 δύναται να εξέρχεται από το κέντρο και να παραμένει εκτός αυτού κατόπιν γραπτής άδειας του υπεύθυνου ψυχίατρου.
(2) Η άδεια εκδίδεται με όρους ή άνευ όρων και είναι ορισμένης χρονικής διάρκειας που δεν πρέπει να υπερβαίνει το υπόλοιπο της καθορισμένης περιόδου για υποχρεωτική νοσηλεία.
(3) Άδεια εξόδου δύναται να ανακληθεί οποτεδήποτε, αν αυτό κριθεί αναγκαίο για την ασφάλεια και την υγεία του ασθενούς ή την ασφάλεια και προστασία άλλων προσώπων. Ο τερματισμός γίνεται με έγγραφη ειδοποίηση που επιδίδεται στον ασθενή ή στον προσωπικό αντιπρόσωπο του.
(4) Ο ασθενής ο οποίος παραλείπει-
(α) Να επιστρέψει στο κέντρο μετά την εκπνοή της άδειας εξόδου· ή
(β) να συμμορφωθεί με οποιοδήποτε από τους όρους της άδειας εξόδου· ή
(γ) μετά την ανάκληση της άδειας δυνάμει του εδαφίου (3) να επιστρέψει στο κέντρο,
υπόκειται σε σύλληψη από την αστυνομία και μεταφέρεται στο κέντρο, όπου προηγουμένως εκρατείτο.
(5) Ο υπεύθυνος του κέντρου κατόπιν διαβούλευσης με τη διεπαγγελματική ομάδα, όπου αυτή είναι εφικτή, δύναται να επιτρέψει την παραμονή και φροντίδα ασθενούς η έξοδος του οποίου επιτρέπεται δυνάμει του άρθρου αυτού σε τόπο που δεν είναι κέντρο νοουμένου ότι το πρόσωπο που θα έχει τη φροντίδα του ασθενούς καθώς και ο τόπος διαμονής τυγχάνουν της
έγκρισης του υπεύθυνου του κέντρου. Η μη συμμόρφωση του ασθενούς με τους όρους άδειας εξόδου έχει τις ίδιες συνέπειες με τη μη συμμόρφωση με όρους άδειας εξόδου που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (1) πιο πάνω.