5.-(1) Τα εναρμονισμένα προϊόντα υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης κατά-
(α) την παραγωγή τους, περιλαμβανομένης, ανάλογα με την περίπτωση, της εξόρυξής τους, στο έδαφος της Ένωσης· και
(β) την εισαγωγή τους ή την παράτυπη είσοδό τους στο έδαφος της Ένωσης.
(2) Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός κατά τον χρόνο θέσης σε ανάλωση των προϊόντων στη Δημοκρατία.
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, ως «θέση σε ανάλωση των εναρμονισμένων προϊόντων» νοείται-
(α) η έξοδος εναρμονισμένων προϊόντων από ένα καθεστώς αναστολής, περιλαμβανομένης της παράτυπης εξόδου·
(β) η κατοχή ή αποθήκευση εναρμονισμένων προϊόντων, περιλαμβανομένων των περιπτώσεων παρατυπίας, εκτός καθεστώτος αναστολής, για τα οποία δεν έχει επιβληθεί ειδικός φόρος κατανάλωσης δυνάμει των εφαρμοστέων διατάξεων του ενωσιακού δικαίου και των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
(γ) η παραγωγή, περιλαμβανομένης της μεταποίησης, εναρμονισμένων προϊόντων και η παράτυπη παραγωγή ή μεταποίηση, εκτός καθεστώτος αναστολής· και
(δ) η εισαγωγή εναρμονισμένων προϊόντων, εκτός εάν τα εναρμονισμένα προϊόντα υπαχθούν, ταυτόχρονα με την εισαγωγή, σε καθεστώς αναστολής, ή η παράτυπη είσοδος εναρμονισμένων προϊόντων, εκτός εάν η τελωνειακή οφειλή έχει αποσβεσθεί σύμφωνα με το άρθρο 124 παράγραφος 1 στοιχεία ε), στ), ζ), ια) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013.
(4) Ως χρόνος εξόδου από καθεστώς αναστολής, όπως αναφέ-ρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3), λογίζεται-
(α) ο χρόνος παραλαβής των εναρμονισμένων προϊόντων από τον εγγεγραμμένο παραλήπτη στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11·
(β) ο χρόνος παραλαβής των εναρμονισμένων προϊόντων από τον παραλήπτη στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (iv) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11· και
(γ) ο χρόνος παραλαβής των εναρμονισμένων προϊόντων στον τόπο άμεσης παράδοσής τους στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (4) του άρθρου 11.
(5) Η ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης υπό καθεστώς αναστολής από αιτία οφειλόμενη σε τυχαίο γεγονός ή ανωτέρα βία ή ακόμη με την άδεια του Διευθυντή για καταστροφή τους δεν θεωρείται ως θέση σε ανάλωση.
(6) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, θεωρείται ότι τα προϊόντα έχουν υποστεί ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια σε περίπτωση που δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.
(7)(α) Μερική απώλεια, η οποία οφείλεται στη φύση των προϊόντων και επέρχεται κατά τη διακίνηση υπό καθεστώς αναστολής μεταξύ των κρατών μελών δεν θεωρείται θέση σε ανάλωση, εφόσον το ποσό της απώλειας είναι χαμηλότερο από το κοινό όριο μερικής απώλειας για εναρμονισμένα προϊόντα, όπως αυτό καθορίζεται με κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκτός εάν το Τελωνείο έχει εύλογη υποψία απάτης ή παρατυπίας, ενώ το τμήμα της μερικής απώλειας που υπερβαίνει το κοινό όριο μερικής απώλειας για τα εν λόγω εναρμονισμένα προϊόντα αντιμετωπίζεται ως θέση σε ανάλωση.
(β) Μερική απώλεια, η οποία οφείλεται στη φύση των προϊόντων και επέρχεται κατά την κατοχή, αποθήκευση ή τη διακίνησή τους υπό καθεστώς αναστολής εντός της Δημοκρατίας δεν θεωρείται θέση σε ανάλωση, εκτός εάν το Τελωνείο έχει υποψία απάτης ή παρατυπίας.
(8) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει-
(α) ελλείψει κοινών ορίων μερικής απώλειας, τις απώλειες που οφείλονται στην ίδια τη φύση των εναρμονισμένων προϊόντων κατά τη διακίνησή τους υπό καθεστώς αναστολής μεταξύ άλλου κράτους μέλους και της Δημοκρατίας και τους όρους και τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση των απωλειών αυτών· και
(β) τις απώλειες που οφείλονται στην ίδια τη φύση των εναρμονισμένων προϊόντων κατά την κατοχή, αποθήκευση ή τη διακίνησή τους υπό καθεστώς αναστολής εντός της Δημοκρατίας και τους όρους και τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση των απωλειών αυτών:
(9) Η ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια των προϊόντων που προβλέπονται στο εδάφιο (5) αποδεικνύεται κατά τρόπο ικανοποιητικό για τον Διευθυντή στις περιπτώσεις που η εν λόγω ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, επήλθε ή διαπιστώθηκε στη Δημοκρατία:
(10) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, ως «θέση σε ανάλωση των άλλων προϊόντων» νοείται-
(α) η έξοδος από ειδικό καθεστώς των άλλων προϊόντων·
(β) εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, η έκδοση ή μετακίνηση από το εργοστάσιο ή τον τόπο παραγωγής στο εσωτερικό της Δημοκρατίας, των άλλων προϊόντων, περιλαμβανομένης της παράτυπης, εξαιρουμένης της εναπόθεσης των προϊόντων μετά την παραγωγή τους σε αποθήκες, τελωνειακής αποταμίευσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 107·
(γ) η εισαγωγή των άλλων προϊόντων, περιλαμβανομένης της παράτυπης εισόδου, εφόσον δεν τίθενται σε ειδικό καθεστώς· και
(δ) η είσοδος στη Δημοκρατία των άλλων προϊόντων, περιλαμβανομένης της παράτυπης εισόδου, που αποστέλλονται από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης:
(11)(α) Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο ή στην τελωνειακή νομοθεσία, ο φόρος κατανάλωσης επιβάλλεται, καταβάλλεται και εισπράττεται:
(i) στις προβλεπόμενες στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) και στην παράγραφο (α) του εδαφίου (10) περιπτώσεις, με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία εξόδου των προϊόντων από καθεστώς αναστολής ή ειδικό καθεστώς ανάλογα με την περίπτωση, στο εσωτερικό της Δημοκρατίας·
(ii) στην προβλεπόμενη στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (3) περίπτωση, με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία παραγωγής εκτός καθεστώτος αναστολής·
(iii) στις προβλεπόμενες στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (3) και στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (10) περιπτώσεις, με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία αποδοχής της διασάφησης εισαγωγής:
(iv) στην προβλεπόμενη στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) περίπτωση, με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία που πραγματοποιείται η κατοχή ή αποθήκευση των εναρμονισμένων προϊόντων·
(v) στην προβλεπόμενη στην παράγραφο (β) του εδαφίου (10) περίπτωση, με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία έκδοσης ή μετακίνησης των άλλων προϊόντων από το εργοστάσιο ή τον τόπο παραγωγής για κατανάλωση στη Δημοκρατία· και
(vi) στην προβλεπόμενη στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (10) περίπτωση, με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία εισόδου των άλλων προϊόντων στη Δημοκρατία.
(β) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (12), στην περίπτωση της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) και στην περίπτωση παράτυπης εξόδου από καθεστώς αναστολής ή ειδικό καθεστώς ή παράτυπης παραγωγής ή παράτυπης εισόδου εμπορευμάτων που εισέρχονται στο έδαφος της Ένωσης ή παράτυπης εισόδου στη Δημοκρατία προϊόντων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο φόρος κατανάλωσης καταβάλλεται με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά τον χρόνο διαπίστωσης των παραβάσεων αυτών.
(12) Σε περίπτωση κατά την οποία από τα στοιχεία που διαθέτει ο Διευθυντής διαπιστώνεται-
(α) η παράτυπη έξοδος από καθεστώς αναστολής ή ειδικό καθεστώς· ή
(β) η παράτυπη παραγωγή ή παράτυπη έκδοση ή μετακίνηση από το εργοστάσιο ή τον τόπο παραγωγής· ή
(γ) η παράτυπη είσοδος εμπορευμάτων που εισέρχονται στο έδαφος της Ένωσης· ή
(δ) η παράτυπη είσοδος στο εσωτερικό της Δημοκρατίας προϊόντων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης· ή
(ε) η κατοχή των εναρμονισμένων προϊόντων σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (3)·
πραγματοποιήθηκε ή υπήρξε, ανάλογα με την περίπτωση, σε χρόνο προγενέστερο της διαπίστωσης, τότε ο φόρος κατανάλωσης επιβάλλεται και καταβάλλεται με βάση τους συντελεστές που ίσχυαν κατά το χρόνο αυτό:
(13)(α) Πρόσωπο το οποίο αμελεί ή αρνείται ή παραλείπει να καταβάλει τους αναλογούντες φόρους κατανάλωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή τη χρηματική επιβάρυνση και τόκους που επιβλήθηκαν σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες πεντακόσια εξήντα δύο ευρώ (€2.562) ή το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση, η οποία δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.
(β) Πρόσωπο το οποίο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να υποβάλει τη δήλωση που προβλέπεται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (10) και να εφαρμόσει τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο διάταγμα που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια οκτώ ευρώ (€1.708) ή το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο πιο πάνω ποσό ή σε φυλάκιση, η οποία δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή και στις δύο αυτές ποινές και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.
(14) Παρά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εφόσον κατατίθεται η διασάφηση που προβλέπεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 19, ο Διευθυντής δύναται να παραχωρήσει αναβολή της καταβολής του φόρου κατανάλωσης στο υπόχρεο προς τούτο πρόσωπο, για καθορισμένο χρονικό διάστημα, μετά από αίτηση του προσώπου αυτού, υπό όρους και προϋποθέσεις που καθορίζει σε γνωστοποίησή του.