16. (1) Το δικαστήριο ακυρώνει διατάγματα τα οποία εκδόθηκαν πριν από την έκδοση διατάγματος δήμευσης με βάση τις πρόνοιες των άρθρων 14 και 15, αν η επικείμενη ποινική διαδικασία δεν έχει αρχίσει μέσα σε λογική χρονική περίοδο ή μέσα στη χρονική περίοδο την οποία το δικαστήριο όρισε το ίδιο το διάταγμα.
(2) Όταν οι εξουσίες οι οποίες παρέχονται δυνάμει των άρθρων 14 και 15 ασκούνται πριν αρχίσει η ποινική διαδικασία, τότε-
(α) η αναφορά στον κατηγορούμενο που γίνεται στον παρόντα Νόμο ερμηνεύεται ως αναφορά στο πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 14 και στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 15.
(β) η αναφορά στη ρευστοποιήσιμη περιουσία που γίνεται στον παρόντα Νόμο ερμηνεύεται ως εάν είχε αρχίσει ποινική διαδικασία εναντίον του προσώπου το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 14 και στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 15 για τη διάπραξη γενεσιουργού αδικήματος αμέσως πριν από την έκδοση του σχετικού διατάγματος δυνάμει των άρθρων 14 και 15.
(3) Σε περίπτωση έκδοσης διατάγματος δέσμευσης, τα διατάγματα παγώματος ή επιβάρυνσης περιουσίας που έχουν εκδοθεί δυνάμει των άρθρων 14 και 15 του παρόντος Νόμου, ακυρώνονται από το Δικαστήριο μόνο μετά την πλήρη ικανοποίησή του δυνάμει του διατάγματος οφειλόμενου ποσού.