22.-(1)(α) Ο Διοικητής δύναται να ζητά την απόσπαση ή την τοποθέτηση ή τη μετάθεση ή τη διάθεση οποιουδήποτε μέλους του στρατού στην ΚΥΠ και ενημερώνει προς τούτο τον Υπουργό Άμυνας, ο οποίος αποφασίζει για τα περαιτέρω.
(β) Οι διατάξεις του περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμου του 1990, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εφαρμόζονται σε σχέση με μέλος του στρατού που αποσπάται ή τοποθετείται ή μετατίθεται ή διατίθεται στην ΚΥΠ, εκτός εάν προνοείται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο.
(γ) Μέλος του στρατού που αποσπάται ή τοποθετείται ή μετατίθεται ή διατίθεται στην ΚΥΠ, δύναται να εκτελεί ειδικά καθήκοντα που δεν προβλέπονται στην οικεία νομοθεσία, μόνον κατόπιν αιτήματος του Διοικητή και με τη σύμφωνη γνώμη του μέλους του στρατού και του Υπουργού Άμυνας.
(2) Μέλος του στρατού που αποσπάται ή τοποθετείται ή μετατίθεται ή διατίθεται στην ΚΥΠ, εξακολουθεί να κατέχει την οργανική θέση και τον βαθμό που είχε πριν την απόσπαση ή την τοποθέτησή του ή τη μετάθεση ή τη διάθεσή του και η υπηρεσία του θεωρείται ως υπηρεσία στην οργανική θέση και στον βαθμό που αυτός κατέχει στον Στρατό, για όλους τους σκοπούς του περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμου του 1990, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, συμπεριλαμβανομένων προσαυξήσεων, προαγωγών, απολαβών και ωφελημάτων, συνταξιοδοτικών και άλλων ωφελημάτων, υπόκειται όμως στον ιεραρχικό διοικητικό και επιχειρησιακό έλεγχο του Διοικητή της ΚΥΠ σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμου του 1990, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, σε μέλος του στρατού που αποσπάται ή τοποθετείται ή μετατίθεται ή διατίθεται στην ΚΥΠ, δυνατό να ανατεθούν διευθυντικά, εποπτικά, διοικητικά και άλλα καθήκοντα σύμφωνα με την ιεραρχία της ΚΥΠ και λαμβάνοντας υπόψη τη θέση του στη δομή του Στρατού της Δημοκρατίας.
(4) Οι απολαβές μέλους του στρατού που αποσπάται ή τοποθετείται ή μετατίθεται ή διατίθεται στην ΚΥΠ καταβάλλονται από τον Στρατό της Δημοκρατίας.
(5) Ο Διοικητής δύναται να τερματίσει, οποτεδήποτε το κρίνει σκόπιμο, τις υπηρεσίες μέλους του στρατού που είναι αποσπασμένο ή τοποθετημένο στην ΚΥΠ και ενημερώνει προς τούτο τον Υπουργό Άμυνας, ο οποίος αποφασίζει για τα περαιτέρω.
(6) Η σύνταξη των ετήσιων εκθέσεων μέλους του στρατού που αποσπάται ή τοποθετείται ή μετατίθεται ή διατίθεται στην ΚΥΠ διενεργείται κατ’ αναλογία των σχετικών διατάξεων του περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμου του 1990, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(7) Σε περίπτωση που ασκηθεί πειθαρχική δίωξη εναντίον μέλους του στρατού που έχει αποσπαστεί ή τοποθετηθεί ή μετατεθεί ή διατεθεί στην ΚΥΠ ή πειθαρχική δίωξη ύστερα από ποινική δίωξη ή σε περίπτωση που το μέλος αυτό τεθεί σε διαθεσιμότητα, κατόπιν αναφοράς ή ισχυρισμού για παράβαση των σχετικών διατάξεων του περί Στρατού Νόμου ή του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου ή των σχετικών Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτών, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμου του 1990, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, καθώς και οι διατάξεις του περί της Εθνικής Φρουράς Νόμου του 2011 και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
(8) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (7), ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου ή Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτών, σε περίπτωση που εναντίον μέλους του στρατού στην ΚΥΠ που τοποθετείται ή μετατίθεται ή αποσπάται ή διατίθεται στην ΚΥΠ δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 13, υφίσταται ισχυρισμός-
(α) για ενδεχόμενη διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος, κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή/και των προνοιών των Κανονισμών ή/και εσωτερικών κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, διεξάγεται από την ΚΥΠ πειθαρχική έρευνα∙ ή
(β) για ενδεχόμενη παραβίαση των κανόνων ασφάλειας της λειτουργίας της ΚΥΠ, των κανόνων ασφάλειας του προσωπικού της ΚΥΠ, καθώς και του διαβαθμισμένου καθεστώτος της ΚΥΠ, διεξάγεται από την ΚΥΠ έρευνα για ενδεχόμενη παραβίαση της ασφάλειας της ΚΥΠ και εφαρμόζεται η σχετική διαδικασία πειθαρχικής δίωξης ή δίωξης από την ΚΥΠ για θέμα ασφάλειας, που προβλέπεται στο άρθρο 27, καθώς και οι άλλες σχετικές διατάξεις του παρόντος Νόμου και, ανάλογα με την περίπτωση, οι σχετικοί Κανονισμοί και οι εσωτερικοί κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου: