106.-(1) Στο Μέρος αυτό-
(α) “αγαθά” σημαίνει κινητή ιδιοκτησία κάθε είδους και περιλαμβάνει συναλλαγματικές, γραμμάτια εις διαταγή, γραμμάτια συνήθους ή όχι τύπου άλλα από αυτά που είναι ασφαλισμένα με υποθήκη επί ακίνητης ιδιοκτησίας, πιστοποιητικό μετοχών ή πιστοποιητικά μετοχών στον κομιστή σε εταιρεία~
“εταιρεία” σημαίνει εταιρεία περιορισμένης ευθύνης που συστάθηκε δυνάμει των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου ή οποιασδήποτε τροποποίησης αυτού ή οποιαδήποτε ανώνυμη εταιρεία η οποία αρχικά συστάθηκε δυνάμει των διατάξεων του Οθωμανικού Εμπορικού Κώδικα~
(β) “παρακαταθήκη με ευρεία έννοια” είναι η παράδοση αγαθών από ένα πρόσωπο σε άλλο για κάποιο σκοπό, με το συμβατικό όρο ότι μόλις εκπληρωθεί ο σκοπός για τον οποίο παραδόθηκαν, αυτά θα επιστραφούν ή διατεθούν σύμφωνα με τις οδηγίες του προσώπου που τα παράδωσε. Το πρόσωπο που παράδωσε τα αγαθά καλείται “παρακαταθέτης” ενώ το πρόσωπο στο οποίο παραδόθηκαν “θεματοφύλακας”.
(2) Το πρόσωπο που έχει στην κατοχή του αγαθά που ανήκουν σε άλλο, αν συμβληθεί να κρατήσει αυτά ως θεματοφύλακας, καθίσταται θεματοφύλακας των αγαθών, και ο κύριος καθίσταται παρακαταθέτης, έστω και αν δεν έγινε παράδοση των αγαθών με παρακαταθήκη με ευρεία έννοια.
107. Η παράδοση στο θεματοφύλακα δύναται να γίνει με οποιαδήποτε πράξη, η οποία έχει ως αποτέλεσμα να περιέλθουν τα αγαθά στην κατοχή του σκοπούμενου θεματοφύλακα ή άλλου εξουσιοδοτημένου προσώπου να κατέχει αυτά για λογαριασμό του.
108.-(1) Ο παρακαταθέτης οφείλει να γνωστοποιήσει στο θεματοφύλακα τα ελαττώματα των αγαθών που παρακατατέθηκαν, τα οποία γνωρίζει ο παρακαταθέτης και τα οποία παραβλάπτουν ουσιωδώς τη χρήση αυτών ή εκθέτουν το θεματοφύλακα σε ασυνήθιστους κινδύνους~ αν ο παρακαταθέτης παραλείψει να γνωστοποιήσει τα ελαττώματα αυτά, ευθύνεται για κάθε ζημιά, την οποία ο θεματοφύλακας υφίσταται άμεσα από τα εν λόγω ελαττώματα.
(2) Αν τα αγαθά παρακατατέθηκαν επί μισθώσει, ο παρακαταθέτης ευθύνεται για τη ζημιά αυτή, ανεξάρτητα αν γνώριζε ή όχι την ύπαρξη των εν λόγω ελαττωμάτων στα αγαθά που παρακατατέθηκαν.
109. Σε όλες τις περιπτώσεις παρακαταθήκης με ευρεία έννοια, ο θεματοφύλακας υποχρεούται να καταβάλλει αναφορικά με τα αγαθά που παρακατατέθηκαν την επιμέλεια την οποία θα κατέβαλλε άνθρωπος συνηθισμένης σύνεσης υπό παρόμοιες περιστάσεις για τα δικά του αγαθά, του ίδιου όγκου, ποιότητας και αξίας με τα αγαθά που παρακατατέθηκαν.
110. Αν δεν υπάρχει ειδικός συμβατικός όρος, ο θεματοφύλακας δεν φέρει καμιά ευθύνη για την απώλεια, καταστροφή ή τη χειροτέρευση των αγαθών που παρακατατέθηκαν, αν κατέβαλε την επιμέλεια που απαιτείται από το άρθρο 109.
111. Η σύμβαση παρακαταθήκης εν ευρεία έννοια, είναι ακυρώσιμη κατ’ εκλογή του παρακαταθέτη, αν ο θεματοφύλακας τελέσει οποιαδήποτε πράξη αναφορικά με τα αγαθά που παρακατατέθηκαν η οποία είναι ασυμβίβαστη με τους όρους της παρακαταθήκης.
112. Ο θεματοφύλακας, ο οποίος χρησιμοποιεί τα αγαθά που παρακατατέθηκαν κατά τρόπο που δεν συνάδει με τους όρους της παρακαταθήκης με ευρεία έννοια, υποχρεούται να καταβάλει αποζημίωση στον παρακαταθέτη για κάθε ζημιά που προκαλείται στα αγαθά από ή κατά τη χρήση αυτή.
113. Αν ο θεματοφύλακας, με τη συναίνεση του παρακαταθέτη, αναμίξει τα αγαθά που παρακατατέθηκαν με τα δικά του, ο παρακαταθέτης και ο θεματοφύλακας θα έχουν επί του μείγματος που προέκυψε συμφέρον κατ’ αναλογία των μεριδίων τους.
114. Αν ο θεματοφύλακας, χωρίς τη συναίνεση του παρακαταθέτη, αναμίξει τα αγαθά που παρακατατέθηκαν με τα δικά του, και τα αγαθά είναι δεκτικά διαχωρισμού ή διαίρεσης, η κυριότητα των αγαθών παραμένει ως είχε και προηγουμένως~ ο θεματοφύλακας όμως οφείλει να υποστεί τη δαπάνη του διαχωρισμού ή της διαίρεσης, καθώς και κάθε ζημιά που προκαλείται από την ανάμιξη.
115. Αν ο θεματοφύλακας, χωρίς τη συναίνεση του παρακαταθέτη, αναμίξει τα αγαθά που παρακατατέθηκαν με τα δικά του, κατά τρόπο ώστε να καταστεί αδύνατος ο διαχωρισμός των αγαθών που παρακατατέθηκαν από τα υπόλοιπα και η επιστροφή τους, ο παρακαταθέτης δικαιούται σε αποζημίωση από το θεματοφύλακα για την απώλεια των αγαθών.
116. Αν οι όροι της παρακαταθήκης με ευρεία έννοια προβλέπουν φύλαξη, μεταφορά, ή εκτέλεση έργου επί των αγαθών που παρακατατέθηκαν από το θεματοφύλακα για τον παρακαταθέτη, και ο θεματοφύλακας δεν δικαιούται αμοιβή, ο παρακαταθέτης οφείλει να καταβάλει στο θεματοφύλακα τις αναγκαίες δαπάνες που υπέστη για τους σκοπούς της παρακαταθήκης.
117. Το πρόσωπο το οποίο παραχώρησε σε άλλον πράγμα προς χρήση, δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο να απαιτήσει την επιστροφή αυτού, αν το χρησιδάνειο έγινε για χαριστική αιτία και αν ακόμη παραχώρησε αυτό προς χρήση για ορισμένο χρόνο ή σκοπό. Αν όμως ο χρησάμενος, πιστεύοντας ότι το χρησιδάνειο συνάφθηκε για ορισμένο χρόνο ή σκοπό, ενέργησε κατά τρόπο ώστε η επιστροφή του πράγματος πριν από το χρόνο που συμφωνήθηκε θα προξενούσε σε αυτόν ζημιά η οποία υπερβαίνει το πραγματικό όφελος που απεκόμισε από το χρησιδάνειο, ο χρήστης, αν επιβάλει την επιστροφή του πράγματος, οφείλει να καλύψει τον χρησάμενο για τη ζημιά που προκλήθηκε στο ύψος που αυτή υπερβαίνει το όφελος που απεκόμισε.
118. Ο θεματοφύλακας υποχρεούται, χωρίς όχληση, να επιστρέψει ή να παραδώσει σύμφωνα με τις οδηγίες του παρακαταθέτη τα αγαθά που παρακατατέθηκαν, μόλις παρέλθει ο χρόνος ή εκπληρωθεί ο σκοπός για τον οποίο έγινε η παρακαταθήκη με ευρεία έννοια.
119. Αν από παράλειψη του θεματοφύλακα, δεν επιστραφούν, παραδοθούν ή προσφερθούν προς παράδοση τα αγαθά που παρακατατέθηκαν στον κατάλληλο χρόνο, ο θεματοφύλακας ευθύνεται έναντι του παρακαταθέτη, από τον εν λόγω χρόνο, για την απώλεια, καταστροφή ή χειροτέρευση των αγαθών που παρακατατέθηκαν.
120. Η χαριστική παρακαταθήκη με ευρεία έννοια λύνεται με το θάνατο του παρακαταθέτη ή του θεματοφύλακα.
121. Αν δεν υπάρχει συμβατικός όρος για το αντίθετο, ο θεματοφύλακας οφείλει να παραδώσει στον παρακαταθέτη ή σύμφωνα με τις οδηγίες αυτού οποιαδήποτε αύξηση ή κέρδος που τυχόν προέκυψε από τα αγαθά που παρακατατέθηκαν.
122. Ο παρακαταθέτης ευθύνεται έναντι του θεματοφύλακα για κάθε ζημιά, την οποία ο θεματοφύλακας ήθελε υποστεί συνεπεία του ότι ο παρακαταθέτης δεν είχε το δικαίωμα να συστήσει την παρακαταθήκη με ευρεία έννοια, ή να λάβει πίσω τα αγαθά που παρακατατέθηκαν ή να δώσει οδηγίες σχετικά με αυτά.
123. Αν πολλοί συγκύριοι παρακαταθέσουν αγαθά, ο θεματοφύλακας δύναται να επιστρέψει αυτά σε ένα από τους συγκύριους, ή σύμφωνα με τις οδηγίες αυτού, χωρίς τη συναίνεση όλων νοουμένου ότι δεν υπάρχει συμφωνία για το αντίθετο.
124. Αν ο παρακαταθέτης δεν έχει τίτλο επί των αγαθών που παρακατατέθηκαν, και ο θεματοφύλακας, καλή τη πίστει, επιστρέψει αυτά στον παρακαταθέτη ή σύμφωνα με τις οδηγίες του, ο θεματοφύλακας δεν έχει καμιά ευθύνη έναντι του ιδιοκτήτη αναφορικά με την επιστροφή αυτή.
125. Αν άλλος εκτός από τον παρακαταθέτη διεκδικεί τα αγαθά που παρακατατέθηκαν, δύναται να λάβει δικαστικά μέτρα για να εμποδιστεί η παράδοση αυτών στον παρακαταθέτη, και για να εκδοθεί απόφαση αναφορικά με τον τίτλο των αγαθών που παρακατατέθηκαν.
126. Ο ευρέτης απωλολότος δεν έχει δικαίωμα αγωγής κατά του κυρίου προς αποζημίωση για την ενόχληση και δαπάνη την οποία εκούσια υπέστηκε για τη συντήρηση του απωλολότος και την αναζήτηση του κυρίου~ δύναται όμως να κατακρατήσει το ευρεθέν μέχρις ότου λάβει από τον κύριο τέτοια αποζημίωση~ στην περίπτωση που ο κύριος πρόσφερε ειδική αμοιβή για την επιστροφή του απωλολότος, ο ευρέτης δύναται να εναγάγει τον κύριο για την αμοιβή αυτή, και να κατακρατήσει το ευρεθέν μέχρις ότου λάβει την αμοιβή.
127. Όταν το απωλολός είναι πράγμα το οποίο συνήθως αποτελεί αντικείμενο πώλησης, αν ο κύριος δεν δύναται να ανευρεθεί με την καταβολή εύλογης επιμέλειας ή αν ζητηθεί από αυτόν να καταβάλει στον ευρέτη καθετί το οποίο ο ευρέτης νόμιμα δικαιούται, και αρνηθεί, ο ευρέτης δύναται να πωλήσει το ευρεθέν-
(α) αν κινδυνεύει να υποστεί φθορά ή να χάσει το μεγαλύτερο μέρος της αξίας του~ή
(β) αν το ποσό το οποίο νόμιμα δικαιούται ανέρχεται στα δύο τρίτα της αξίας του.
128. Αν δεν υπάρχει συμβατικός όρος για το αντίθετο, ο θεματοφύλακας, ο οποίος σύμφωνα με το σκοπό της παρακαταθήκης με ευρεία έννοια, παρέσχε υπηρεσία που συνεπάγετο την καταβολή μόχθου ή δεξιότητας σχετικά με τα αγαθά που παρακατατέθηκαν, δικαιούται να κατακρατήσει τα αγαθά που παρακατατέθηκαν μέχρι να λάβει την προσήκουσα αμοιβή για τις υπηρεσίες που παρασχέθηκαν.
129. Αν δεν υπάρχει συμβατικός όρος για το αντίθετο, τραπεζίτες, πράκτορες και επόπτες προκυμαίας, δύνανται να κατακρατήσουν ως ασφάλεια για γενικό υπόλοιπο λογαριασμού οποιαδήποτε αγαθά που παρακατατέθηκαν σε αυτούς~ αλλά κανένας άλλος δεν έχει δικαίωμα, παρά μόνο δυνάμει ρητού συμβατικού όρου, να κατακρατήσει ως ασφάλεια αγαθά που παρακατατέθηκαν σε αυτόν για το εν λόγω υπόλοιπο.
130. Η παράδοση αγαθών προς εξασφάλιση της πληρωμής χρέους ή της εκπλήρωσης υπόσχεσης καλείται “ενέχυρο”. Στην περίπτωση αυτή το πρόσωπο που παραδίδει τα αγαθά καλείται “ενεχυριαστής” και το πρόσωπο προς το οποίο παραδίνονται “ενεχυροδανειστής”.
131. Ο ενεχυροδανειστής δύναται να κατακρατήσει τα αγαθά, που έχουν ενεχυριαστεί, όχι μόνο για την πληρωμή του χρέους ή την εκπλήρωση της υπόσχεσης, αλλά και για τον τόκο του χρέους, και για όλες τις αναγκαίες δαπάνες τις οποίες αυτός υπέστει σχετικά με την κατοχή ή τη συντήρηση των αγαθών που έχουν ενεχυριαστεί.
132. Αν δεν υπάρχει συμβατικός όρος για αυτό, ο ενεχυροδανειστής δεν δύναται να κατακρατήσει τα αγαθά που έχουν ενεχυριαστεί για οποιοδήποτε χρέος ή υπόσχεση άλλη από την υποχρέωση ή το χρέος για τα οποία συστάθηκε το ενέχυρο~ αλλά ο συμβατικός αυτός όρος, αν δεν υπάρχει οτιδήποτε το αντίθετο, τεκμαίρεται ότι υπάρχει αναφορικά με ποσά που καταβλήθηκαν μεταγενέστερα από τον ενεχυροδανειστή.
133. Ο ενεχυροδανειστής δικαιούται από τον ενεχυριαστή τις έκτακτες δαπάνες τις οποίες υπέστει για τη συντήρηση των αγαθών που έχουν ενεχυριαστεί.
134.-(1) Αν ο ενεχυριαστής καταστεί υπερήμερος για την κατοβολή του χρέους ή την εκπλήρωση της υπόσχεσης, για την οποία έγινε το ενέχυρο, ο ενεχυροδανειστής δύναται να λάβει δικαστικά μέτρα κατά του ενεχυριαστή βάσει του χρέους ή της υπόσχεσης, και να κατακρατήσει τα αγαθά που έχουν ενεχυριαστεί ως παράλληλη ασφάλεια, ή να πωλήσει αυτά αφού δώσει προηγουμένως στον ενεχυριαστή εύλογη ειδοποίηση για την πώληση.
(2) Αν το προϊόν της πώλησης είναι κατώτερο από το οφειλόμενο δυνάμει του χρέους ή της υπόσχεσης, ο ενεχυριαστής εξακολουθεί να ευθύνεται για το υπόλοιπο. Αν το προϊόν της πώλησης υπερβαίνει το εν λόγω οφειλόμενο ο ενεχυροδανειστής οφείλει να καταβάλει στον ενεχυριαστή το πλεόνασμα.
135. Αν συμφωνήθηκε χρόνος για την καταβολή του χρέους, ή την εκπλήρωση της υπόσχεσης, για την οποία συστάθηκε το ενέχυρο, και ο ενεχυριαστής κατέστει υπερήμερος, αυτός δύναται να αποδεσμεύσει τα αγαθά που έχουν ενεχυριαστεί σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο πριν από την πραγματική πώληση τους~ στη περίπτωση όμως αυτή, οφείλει να καταβάλει επιπλέον κάθε δαπάνη που προέκυψε από την υπερημερία του.
136. Πρόσωπο το οποίο κατέχει οποιαδήποτε αγαθά, ή οποιαδήποτε φορτωτική, λιμενικό ένταλμα, πιστοποιητικό από αποθηκάριο, πιστοποιητικό επόπτη προκυμαίας, ή ένταλμα ή διαταγή προς παράδοση ή οποιοδήποτε άλλο έγγραφο τίτλου επί αγαθών, δύναται να συστήσει έγκυρο ενέχυρο επί των αγαθών αυτών ή εγγράφων, νοουμένου ότι ο ενεχυροδανειστής ενεργεί καλή τη πίστει, και υπό περιστάσεις οι οποίες δεν είναι τέτοιες ώστε να δημιουργούν εύλογο τεκμήριο ότι ο ενεχυριαστής ενεργεί χωρίς δικαίωμα, και ότι τα εν λόγω αγαθά ή έγγραφα δεν ελήφθηκαν από το νόμιμο κύριο τους ή από άλλον που έχει τη νόμιμη φύλαξη τους, με ποινικό αδίκημα ή απάτη.
137. Αν ο ενεχυριαστής έχει μόνο περιορισμένο συμφέρον επί των αγαθών που έχουν ενεχυριαστεί, το ενέχυρο είναι έγκυρο κατά την έκταση του συμφέροντος αυτού.
138. Ενέχυρο σε-
(α) συναλλαγματικές, ή
(β) γραμμάτια εις διαταγή, ή
(γ) γραμμάτια συνήθους τύπου ή μη, άλλα από αυτά που είναι ασφαλισμένα με υποθήκη επί ακίνητης ιδιοκτησίας, ή
(δ) πιστοποιητικά μετοχών ή πιστοποιητικά μετοχών στον κομιστή σε εταιρεία, προς εξασφάλιση της καταβολής χρέους ή της εκπλήρωσης υπόσχεσης,
δεν είναι έγκυρο και εκτελεστό, εκτός αν η σύμβαση του ενεχύρου-
(i) είναι γραπτή, και
(ii) υπογράφεται στο τέλος αυτής από τον ενεχυριαστή, και
(iii) καταρτίζεται στην παρουσία δύο τουλάχιστον μαρτύρων, ικανών προς το συμβάλλεσθαι, οι οποίοι προσυπογράφουν αυτήν ως μάρτυρες.
(2) Ενέχυρο σε πιστοποιητικά μετοχών ή πιστοποιητικά μετοχών στον κομιστή σε εταιρεία που είναι μεταβιβάσιμα με τρόπο άλλο από την παράδοση, δεν είναι έγκυρο και εκτελεστό, εκτός αν, πέρα από τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο εδάφιο (1), πληρούνται και οι πιο κάτω προϋποθέσεις-
(α) ο ενεχυροδανειστής αποστείλει στην εταιρεία ειδοποίηση για τη σύσταση του ενεχύρου, μαζί με επικυρωμένο αντίγραφο της σύμβασης του ενεχύρου, και
(β) η εταιρεία σημειώσει το ενέχυρο αυτό στο μητρώο των μετόχων έναντι των μετοχών στις οποίες αφορά η ειδοποίηση αυτή, και
(γ) η εταιρεία παραδώσει στον ενεχυροδανειστή πιστοποιητικό ότι έγινε σημείωση του ενεχύρου αυτού στο μητρώο σύμφωνα με τα πιο πάνω.
139. Αν δεν υπάρχει ρήτρα για το αντίθετο, σε σύμβαση ενεχύρου, η οποία καταρτίστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 138, σε περίπτωση υπερημερίας του ενεχυριαστή για την καταβολή του χρέους ή την εκπλήρωση της υπόσχεσης, ο ενεχυροδανειστής έχει τα ίδια δικαιώματα και μέσα θεραπείας για το ενέχυρο έναντι τρίτων, τα οποία θα είχε ο ίδιος ο ενεχυριαστής αν δεν υπήρχε η σύμβαση του ενεχύρου, και κάθε πληρωμή που έγινε στον ενεχυροδανειστή από τρίτους για το ενέχυρο αυτό, είναι έγκυρη και αποτελεσματική ωσάν να γινόταν στον ίδιο τον ενεχυριαστή.
140. Αν τρίτος αποστερήσει άδικα από τον θεματοφύλακα τη χρήση ή την κατοχή των αγαθών που παρακατατέθηκαν, ή προξενήσει σε αυτά βλάβη, ο θεματοφύλακας δικαιούται να χρησιμοποιήσει τα ίδια μέσα θεραπείας, τα οποία ο κύριος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει σε παρόμοια περίπτωση, αν δεν υπήρχε παρακαταθήκη με ευρεία έννοια~ ο καθένας από αυτούς, παρακαταθέτης ή θεματοφύλακας, δύναται να λάβει δικαστικά μέτρα εναντίον τρίτου προσώπου για την εν λόγω αποστέρηση ή βλάβη.