3. Οι σύζυγοι έχουν, ανάλογα με τις δυνάμεις τους, αμοιβαία υποχρέωση διατροφής.
4.-(1) Αν η έγγαμη συμβίωση διακοπεί το Δικαστήριο μπορεί με αίτηση του συζύγου να εκδώσει διάταγμα διατροφής με το οποίο να διατάσσεται ο άλλος σύζυγος να καταβάλλει στον αιτητή διατροφή.
(2) Η υποχρέωση διατροφής παύει ή το ποσό της αυξάνεται ή μειώνεται, όταν το επιβάλλουν οι περιστάσεις.
5. Εφόσον ο ένας από τους πρώην συζύγους δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη διατροφή του από τα εισοδήματα ή την περιουσία του, δικαιούται να ζητήσει διατροφή από τον άλλο:
(α) Αν κατά την έκδοση του διαζυγίου ή κατά το τέλος των χρονικών περιόδων που προβλέπονται στις επόμενες παραγράφους βρίσκεται σε ηλικία ή σε κατάσταση υγείας που δεν του επιτρέπει να αρχίσει ή να συνεχίσει την άσκηση κατάλληλου επαγγέλματος, ώστε να εξασφαλίσει απ’ αυτό τη διατροφή του0
(β) αν έχει την επιμέλεια ή φύλαξη ανήλικου τέκνου ή ενήλικου τέκνου ή άλλου εξαρτώμενου απ’ αυτόν προσώπου, το οποίο λόγω σωματικής ή πνευματικής αναπηρίας αδυνατεί να φροντίζει τον εαυτό του και γι’ αυτό το λόγο εμποδίζεται στην άσκηση κατάλληλου επαγγέλματος0
(γ) αν δε βρίσκει σταθερή κατάλληλη εργασία ή αν χρειάζεται κάποια επαγγελματική εκπαίδευση0 και στις δύο όμως περιπτώσεις για διάστημα που δεν μπορεί να ξεπεράσει τα τρία χρόνια από την έκδοση του διαζυγίου0
(δ) σε κάθε άλλη περίπτωση, όπου η επιδίκαση διατροφής κατά την έκδοση του διαζυγίου επιβάλλεται από λόγους επιείκειας.
6. Η διατροφή μπορεί να αποκλειστεί ή να περιοριστεί αν αυτό επιβάλλεται από σπουδαίους λόγους, ιδίως αν ο γάμος είχε μικρή χρονική διάρκεια ή αν ο δικαιούχος βαρύνεται με σοβαρή υπαιτιότητα για τη λύση του γάμου ή τη διακοπή της συμβίωσης ή αν προκάλεσε εκούσια την απορία του.
7. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 3, το μέτρο διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του, και περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του δικαιούχου.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 9, σε περίπτωση που ο σύζυγος εναντίον του οποίου έχει εκδοθεί διάταγμα διατροφής λαμβάνει 13ο ή και 14ο μισθό ή το Δικαστήριο κρίνει εύλογο, το διάταγμα διατροφής δυνατόν να περιλαμβάνει και αντίστοιχη επιπρόσθετη 13η ή και 14η καταβολή, ως το Δικαστήριο ήθελε ορίσει.
8. Το Δικαστήριο μπορεί, αν το κρίνει σκόπιμο, να εκδίδει, μέχρι την οριστική εκδίκαση της αίτησης για διατροφή, προσωρινό διάταγμα διατροφής.
9.-(1) H διατροφή προκαταβάλλεται στο δικαιούχο σύζυγο κάθε μήνα.
(2) Δεν μπορεί να εκδοθεί διάταγμα διατροφής σχετικά με οποιαδήποτε περίοδο προγενέστερη από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για έκδοση διατάγματος διατροφής:
Νοείται ότι, αν ο καθ’ ου η αίτηση βρίσκεται εκτός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου ή αν είναι άγνωστη η διαμονή του, η περίοδος για την οποία μπορεί να εκδοθεί το διάταγμα διατροφής επεκτείνεται μέχρι έξι μήνες πριν από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης.
(3) Ποσό που οφείλεται δυνάμει διατάγματος διατροφής για περίοδο μεγαλύτερη από δύο χρόνια δεν μπορεί να εισπραχθεί, αλλά οποιαδήποτε περίοδος απουσίας του οφειλέτη από τη Δημοκρατία δεν υπολογίζεται για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου.
10. (1) Το Δικαστήριο μπορεί με αίτηση οποιουδήποτε από τους συζύγους να τροποποιεί ή να ακυρώνει οποιοδήποτε διάταγμα διατροφής που εκδόθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), το ύψος του ποσού της διατροφής αυξάνεται αυτόματα κατά δέκα τοις εκατόν (10%) ανά περίοδο εικοσιτεσσάρων μηνών:
10Α.-(1) (α) Το Δικαστήριο μπορεί κατά την έκδοση διατάγματος διατροφής ή σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο, με αίτηση του συζύγου υπέρ του οποίου έχει εκδοθεί διάταγμα διατροφής, να εκδώσει και διάταγμα αποκοπής απολαβών σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου.
(β) Το αναφερόμενο στην παράγραφο (α) διάταγμα απευθύνεται και επιδίδεται στον ίδιο τον υπόχρεο διατροφής σύζυγο καθώς και στον εργοδότη αυτού.
(γ) Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου ο όρος <εργοδότης> περιλαμβάνει εργοδότη του δημόσιου καθώς και του ιδιωτικού τομέα.
(2) (α) Το Δικαστήριο μπορεί κατά την έκδοση διατάγματος διατροφής ή σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο, με αίτηση του συζύγου υπέρ του οποίου έχει εκδοθεί διάταγμα διατροφής, να εκδώσει και διάταγμα αυτόματης μηνιαίας ανάληψης από τραπεζικό λογαριασμό του υπόχρεου διατροφής συζύγου, προς όφελος του δικαιούχου:
(β) Το αναφερόμενο στην παράγραφο (α) διάταγμα απευθύνεται στον υπόχρεο να καταβάλει τη διατροφή σύζυγο και στο τραπεζικό ίδρυμα το οποίο αναφέρεται στο διάταγμα.
(γ) Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου ο όρος <τραπεζικό ίδρυμα> περιλαμβάνει και συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα.
11. Διάταγμα διατροφής που εκδόθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου παύει να ισχύει:
(α) Αν ο σύζυγος υπέρ του οποίου εκδόθηκε ξαναπαντρευτεί ή αν συζεί μόνιμα με κάποιο άλλο πρόσωπο σε ελεύθερη ένωση
(β) σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου ή του υποχρέου, εκτός αν αφορά παρελθόντα χρόνο ή δόσεις απαιτητές κατά το χρόνο του θανάτου
(γ) αν ακυρώθηκε από το Δικαστήριο.