34. Το Μέρος V του Νόμου και οποιαδήποτε άλλα άρθρα, τα οποία προβλέπουν για σύνταξη οικογενειών εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 1990, και σε γυναίκες κρατικούς υπαλλήλους που κατέχουν συντάξιμη θέση και σε γυναίκες συνταξιούχες. Οποιαδήποτε αναφορά στις λέξεις “υπάλληλος”, “συνταξιούχος”, “θανών”, “χήρα”, “η σύζυγος”, “εισφορέας” ερμηνεύεται ότι περιλαμβάνει “γυναίκα υπάλληλο”, “γυναίκα συνταξιούχο”, “θανούσα”, “χήρο”, “το σύζυγο”, “γυναίκα εισφορέα” και οποιαδήποτε αναφορά σε τέκνα ερμηνεύεται ότι περιλαμβάνει και τα τέκνα γυναίκας υπαλλήλου ή γυναίκας συνταξιούχου.
35. “Ορισθείσα ημέρα” σημαίνει την 1η Απριλίου 1967, για τους άρρενες υπαλλήλους, την 1η Σεπτεμβρίου 1967, για τους καθηγητές, την 1ην Ιουλίου 1973, για τα μέλη του Στρατού και την 1η Ιανουαρίου 1990, για τις γυναίκες υπαλλήλους.
36. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Μέρους, σε περίπτωση θανάτου προσώπου αν ο θανών-
(α) Ήταν συνταξιούχος~ ή
(β) εδικαιούτο σύνταξη δυνάμει του Νόμου αυτού, είτε τέτοια σύνταξη χορηγήθηκε είτε όχι~ ή
(γ) υπηρετούσε ακόμα ως υπάλληλος και κατά το χρόνο του θανάτου του θα είχε δικαίωμα σύνταξης εάν είχε τότε αφυπηρετήσει δυνάμει της παραγράφου (ε) του άρθρου 9 (Περιπτώσεις χορήγησης συνταξιοδοτικών ωφελημάτων),
χορηγείται για την υπηρεσία του-
(i) “σύνταξη χήρας” όταν καταλείπει σύζυγο~ και
(ii) σύνταξη τέκνων, όπως προβλέπεται παρακάτω.
37.-(1) Σύνταξη χήρας καταβάλλεται στην επιζώσα σύζυγο από το θάνατο του συζύγου της μέχρι το θάνατο της.
(2) Σύνταξη χήρας δε χορηγείται αν η χήρα ξαναπαντρεύτηκε μετά τον θάνατο του συζύγου της. Αν, μετά τη χορήγηση σύνταξης η χήρα ξαναπαντρευτεί, η σύνταξη τερματίζεται από την ημερομηνία του νέου γάμου:
Νοείται ότι σε περίπτωση διάλυσης του νέου γάμου ή θανάτου του νέου συζύγου ο Υπουργός μπορεί, αφού λάβει υπόψη τις περιστάσεις της περίπτωσης, να επιτρέψει την καταβολή στη χήρα σύνταξης μέχρι του ύψους που θα ήταν αν δεν είχε διακοπεί.
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, δε λαμβάνεται υπόψη γάμος που τελέστηκε όταν ο θανών έπαυσε να είναι υπάλληλος:
Νοείται ότι, εάν ο θανών είχε σύζυγο κατά το χρόνο της αφυπηρέτησης του, η οποία απέθανε μετά την αφυπηρέτηση του και ακολούθως αυτός νυμφεύθηκε εκ νέου, η τελευταία σύζυγος του θεωρείται ως χήρα για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους.
38.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3), το ποσό της σύνταξης χήρας υπολογίζεται επί του ποσού της σύνταξης, το οποίο ελάμβανε ο θανών συνταξιούχος ή θα εδικαιούτο ο θανών συντάξιμος υπάλληλος, με βάση τη συντάξιμη υπηρεσία του, κατά την ημέρα του θανάτου του και ορίζεται ως ποσοστό αυτής-
(i) για υπηρεσία με εισφορές ποσοστό 75% της σύνταξης του~
(ii) για υπηρεσία χωρίς εισφορές ποσοστό 37,5% της σύνταξης του:
Νοείται ότι αν συντάξιμος υπάλληλος είχε, την ημέρα του θανάτου του στην υπηρεσία, συμπληρώσει συντάξιμη υπηρεσία-
(α) Πέντε ή περισσότερα αλλά κάτω από δέκα έτη, λογίζεται ότι συμπλήρωσε διπλάσια συντάξιμη υπηρεσία~
(β) δέκα ή περισσότερα αλλά κάτω από δεκαπέντε έτη, λογίζεται ότι συμπλήρωσε είκοσι έτη συντάξιμη υπηρεσία~
(γ) δεκαπέντε ή περισσότερα αλλά κάτω από είκοσι τρία έτη, η συντάξιμη υπηρεσία του αυξάνεται κατά πέντε έτη, με ανώτατο όριο συντάξιμης υπηρεσίας τα είκοσι πέντε έτη~
(δ) είκοσι τρία ή περισσότερα αλλά κάτω από τριάντα έτη, η συντάξιμη υπηρεσία του αυξάνεται κατά δύο έτη, με ανώτατο όριο συντάξιμης υπηρεσίας τα τριάντα έτη.
Η υπηρεσία που προστίθεται με τον τρόπο αυτό θεωρείται υπηρεσία με εισφορές:
Νοείται ότι η συντάξιμη υπηρεσία δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να υπερβαίνει εκείνη την οποία θα είχε ο υπάλληλος αν παρέμενε στην υπηρεσία μέχρι την ηλικία της υποχρεωτικής αφυπηρέτησης του.
(2)(α) Η σύνταξη χήρας συνταξιούχου που αφυπηρέτησε πριν την ορισθείσα ημέρα είναι το 37.5% της σύνταξης που καταβάλλεται σ’ αυτόν κατά την ημέρα του θανάτου του:
Νοείται ότι σε περίπτωση συνταξιούχου ο οποίος ήταν εισφορέας στο Ταμείο Συντάξεων Χηρών και Ορφανών, που καθιδρύθηκε δυνάμει του περί Συντάξεων Χηρών και Ορφανών Νόμου, η σύνταξη της χήρας του για τους συμπληρωμένους μήνες υπηρεσίας για τους οποίους ήταν εισφορέας στο Ταμείο αυτό είναι το 75% της σύνταξης που καταβάλλεται σ’ αυτόν κατά την ημέρα του θανάτου του και η οποία κερδήθηκε κατά τους πιο πάνω μήνες.
(β) Οι διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου αυτού εφαρμόζονται και στην περίπτωση συνταξιούχου ο οποίος ήταν δικαιούχος συντάξιμος υπαλληλος με την έννοια του άρθρου 2 του περί Αποζημιώσεως Δικαιούχων Υπαλλήλων Νόμου, και αφυπηρέτησε δυνάμει των διατάξεων αυτού ή είναι υπάλληλος του οποίου οι υπηρεσίες τερματίσθηκαν για σκοπούς δημόσιου συμφέροντος δυνάμει της παραγράφου (στ) του άρθρου 6 του περί Συντάξεων Νόμου, Κεφ. 311, που καταργείται με το Νόμο και ο οποίος υπηρέτησε υπό την Κοινοτική Συνέλευση.
(3) Η ελάχιστη δυνάμει του άρθρου αυτού καταβλητέα σύνταξη έχει καθοριστεί από την 1η Ιουλίου 1985, σε πενήντα πέντε λίρες και 24 σεντ το μήνα. Η ελάχιστη αυτή σύνταξη δεν υπόκειται στην τιμαριθμική αύξηση που προβλέπεται στο άρθρο 44 (Τιμαριθμική αύξηση των συντάξεων):
Νοείται ότι ο Υπουργός Οικονομικών μπορεί να προβαίνει σε αναθεώρηση του ποσού της ελάχιστης σύνταξης χήρας με βάση το ποσοστό κατά το οποίο αυξάνονται εκάστοτε οι βασικές παροχές δυνάμει των περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμων.
39.-(1) Σύνταξη τέκνων χορηγείται, αν υπάρχουν τέκνα που τη δικαιούνται και καταβάλλεται εφόσον αυτά τη δικαιούνται.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δικαιούνται σύνταξη τα τέκνα του θανόντος και τέκνα συζύγου του.
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου τέκνα είναι τα τέκνα γεννηθέντα σε γάμο ή εκτός γάμου, η νομιμοποιηθέντα ή αναγνωρισθέντα, ή υιοθετηθέντα ή είναι φυσικά τέκνα της συζύγου εφόσον δεν υπερβαίνουν το δέκατο όγδοο (18ο) έτος της ηλικίας τους ή το εικοστό πέμπτο (25ο) εάν φοιτούν σε σχολή, κολλέγιο, πανεπιστήμιο ή άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα ή εξασκούνται από οποιοδήποτε πρόσωπο σε οποιοδήποτε επιτήδευμα, επάγγελμα ή τέχνη κάτω από συνθήκες που απαιτούν απ’ αυτά ν’ αφιερώνουν στη φοίτηση ή εξάσκηση τους το σύνολο του χρόνου τους ή βρίσκονται σε ενεργό υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά δυνάμει των περί Εθνικής Φρουράς Νόμων. Ο όρος “τέκνα” περιλαμβάνει επιγενόμενα τέκνα.
(4) Δε δικαιούνται σε σύνταξη τέκνων με βάση το άρθρο αυτό-
(α) Τέκνα του θανόντος τα οποία γεννήθηκαν μετά την παρέλευση δέκα μηνών αφότου αυτός έπαυσε να είναι υπάλληλος ή υιοθετήθηκαν απ’ αυτόν αφότου έπαυσε να είναι υπάλληλος~
(β) τέκνα συζύγου του θανόντος τα οποία γεννήθηκαν ή υιοθετήθηκαν μετά τη διάλυση του γάμου ή αφότου ο θανών έπαυσε να είναι υπάλληλος.
(5) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4), δε χορηγείται σύνταξη για φυσικό, θετό, υιοθετημένο ή τέκνο γεννηθέν εκτός γάμου του συζύγου του θανόντος, εκτός αν κατά το χρόνο του θανάτου του αυτό εξαρτώταν πλήρως ή κυρίως από το θανόντα.
(6) Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου ο Υπουργός Οικονομικών μπορεί να διατάξει-
(α) Την καταβολή σύνταξης τέκνων για τέκνο, το οποίο, ανεξαρτήτως ηλικίας, κατά το χρόνο του θανάτου του πατέρα του υποφέρει από πνευματική ή σωματική αναπηρία, που πιστοποιείται από Ιατροσυμβούλιο ότι το καθιστά ανίκανο να κερδίζει τα αναγκαία για τη ζωή~
(β) τη συνέχιση της καταβολής σύνταξης τέκνων σε τέκνο, το οποίο, παρόλο ότι έπαυσε να τη δικαιούται δυνάμει του παρόντος άρθρου, υπέστη κατά την περίοδο που εδικαιούτο σύνταξη, πνευματική ή σωματική αναπηρία που πιστοποιείται από Ιατροσυμβούλιο ότι το καθιστά ανίκανο να κερδίζει τα αναγκαία για τη ζωή:
Νοείται ότι ο Υπουργός Οικονομικών μπορεί, σε κάθε περίπτωση, σε οποιοδήποτε χρόνο, να διατάξει τον τερματισμό της σύνταξης, αν ικανοποιηθεί ότι η αναπηρία έπαυσε να υφίσταται ή δεν εμποδίζει το τέκνο να κερδίζει τα αναγκαία για τη ζωή.
40.-(1) Μια μόνο σύνταξη τέκνων χορηγείται για την υπηρεσία οποιουδήποτε υπαλλήλου, αλλά-
(α) Το ποσοστό της ποικίλλει, ανάλογα με τον αριθμό των τέκνων τα οποία τη δικαιούνται~
(β) καταβάλλεται στο πρόσωπο ή στα πρόσωπα και κατά τέτοια τμήματα, όπως ο Υπουργός ορίζει~ και
(γ) το πρόσωπο στο οποίο καταβάλλεται ολόκληρη ή οποιοδήποτε τμήμα της χρησιμοποιεί το ποσό που καταβάλλεται σ’ αυτό χωρίς διάκριση προς όφελος όλων των τέκνων που τη δικαιούνται ή προς όφελος εκείνων από αυτά όπως ο Υπουργός ορίζει.
(2) Όταν ο θανών καταλείπει χήρα, το ποσοστό της σύνταξης τέκνων κατά τη διάρκεια της ζωής της είναι το 16,67% της σύνταξης της χήρας αναφορικά με κάθε δικαιούχο τέκνο, με ανώτατο όριο τη σύνταξη για δυο τέκνα.
(3) Όταν ο θανών δεν καταλείπει χήρα ή, αν καταλείπει χήρα, μετά το θάνατο της, το ποσοστό σύνταξης τέκνων είναι το 44,44% της σύνταξης η οποία θα καταβαλλόταν στη χήρα αναφορικά με κάθε δικαιούχο τέκνο, με ανώτατο όριο τη σύνταξη για τρία τέκνα.
(4) Όταν η χήρα τελέσει νέο γάμο το ποσοστό της σύνταξης τέκνων είναι το 22,22% της σύνταξης η οποία θα καταβαλλόταν στη χήρα με ανώτατο όριο τη σύνταξη για τρία τέκνα.
(5) Οι διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 37 αναφορικά με την ελάχιστη σύνταξη χήρας, εφαρμόζονται στη σύνταξη χήρας και στη σύνταξη η οποία θα καταβαλλόταν στη χήρα που αναφέρονται στα πιο πάνω εδάφια (2), (3) και (4).