20. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 3, οι διατάξεις του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται σε όλους τους θρησκευτικούς ή πολιτικούς γάμους, ανεξαρτήτως του τόπου ή του χρόνου τέλεσής τους.
21. (1) Γάμος που είναι ακυρώσιμος κατά τα διαλαμβανόμενα στον παρόντα Νόμο, δύναται, αν δεν έχει αρθεί η ακυρωσιμότητά του δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, να ακυρωθεί με απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου, που εκδίδεται σε αγωγή η οποία εγείρεται για ακύρωση του γάμου από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 22.
(2) Άκυρος γάμος κατά τα διαλαμβανόμενα στον παρόντα Νόμο, δύναται να κηρυχθεί άκυρος ή μόνο με απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου, που εκδίδεται σε αγωγή η οποία εγείρεται για διακήρυξη της ακυρότητας του γάμου, από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 22.
22. (1) Αγωγή για ακύρωση γάμου δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 21 δύναται να εγερθεί μόνο από τα πιο κάτω πρόσωπα:
(α) Από τον σύζυγο ο οποίος ήταν ανίκανος για σύναψη γάμου κατά τον χρόνο τέλεσής του σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 14 ή από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο με άμεσο έννομο συμφέρον∙
(β) από σύζυγο που πλανήθηκε σε σχέση με την ταυτότητα του άλλου συζύγου, ή που εξαναγκάστηκε στη σύναψη γάμου, αλλά όχι από τους κληρονόμους τους, σε περίπτωση γάμου που είναι ακυρώσιμος κατά τα διαλαμβανόμενα είτε στην παράγραφο (β) είτε στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 14.
(2) Αγωγή για να κηρυχθεί γάμος άκυρος δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 21, δύναται να εγερθεί μόνο από εκάτερον των συζύγων ή από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο με άμεσο έννομο συμφέρον, σε κάθε περίπτωση γάμου που είναι άκυρος κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 17, όπως επίσης και από την Κυπριακή Δημοκρατία σε περίπτωση γάμου που είναι άκυρος κατά τα διαλαμβανόμενα στις παραγράφους (α) και (ε) του εν λόγω εδαφίου.
(3) Αγωγή για να δύναται να εγερθεί μόνο από εκάτερον των συζύγων, ή από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο με άμεσο έννομο συμφέρον ή από την Κυπριακή Δημοκρατία.
(4) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, άμεσο έννομο συμφέρον έχουν οι γονείς, ο επίτροπος ή κηδεμόνας ανηλίκου για σκοπούς συναίνεσης, ο διαχειριστής περιουσίας ανίκανου προς συναίνεση προσώπου, και κάθε πρόσωπο που έχει τη φροντίδα και επιμέλεια του προσώπου και της περιουσίας του, ο σύζυγος ή η σύζυγος προγενέστερου νόμιμου και μη λυθέντος γάμου στις περιπτώσεις διγαμίας, και επίσης τα νόμιμα τέκνα από τέτοιο γάμο και κάθε πρόσωπο του οποίου επηρεάζεται το κληρονομικό δικαίωμα από το γάμο.
23. Αγωγή για ακύρωση ακυρώσιμου γάμου δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 21 δεν εγείρεται-
(α) από τον σύζυγο ο οποίος ήταν ανίκανος για σύναψη γάμου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 14, μετά από την παρέλευση έξι (6) μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη ικανός∙
(β) από πρόσωπο με άμεσο έννομο συμφέρον, ως αυτό προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 22, όταν ο σύζυγος ο οποίος ήταν ανίκανος για σύναψη γάμου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 14 κατέστη ικανός∙ και
(γ) από τον σύζυγο ο οποίος έχει εξαναγκαστεί να συνάψει γάμο ή τελεί υπό πλάνη σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων (β) και (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 14, μετά από την παρέλευση έξι (6) μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία έπαυσε να υφίσταται η πλάνη ή η απειλή, ανάλογα με την περίπτωση.
24. Γάμος που ακυρώνεται ή κηρύσσεται άκυρος με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, δεν έχει εξ’ υπαρχής οποιαδήποτε αποτελέσματα:
25. Παιδιά που γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια γάμου που ακυρώνεται ή κηρύσσεται άκυρος με δικαστική απόφαση ή αναγνωρίζεται ως ανυπόστατος, διατηρούν την ιδιότητα παιδιού που γεννήθηκε σε γάμο.
26. (1) Η ακύρωση ή η κήρυξη γάμου ως άκυρου δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 21 επενεργεί μόνο για το μέλλον ως προς το σύζυγο που κατά το χρόνο τέλεσης αγνοούσε την ελαττωματικότητα του γάμου, ή ως προς και τους δύο συζύγους σε περίπτωση που αγνοούσαν την ελαττωματικότητα και οι δύο:
(2)Τα δικαιώματα τα οποία εκάστοτε ισχύουν σε περίπτωση διαζυγίου ισχύουν και στην περίπτωση που πρόσωπο τέλεσε γάμο κατόπιν απειλής σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 14 και, σε περίπτωση θανάτου του άλλου συζύγου μετά από την ακύρωση του γάμου, εναντίον των κληρονόμων του.
27.-(1) Γάμος δύναται να λυθεί με δικαστική απόφαση από Δικαστήριο, κατόπιν καταχώρισης αγωγής διαζυγίου για τους ακόλουθους λόγους:
(α) Όταν οι μεταξύ των συζύγων σχέσεις έχουν κλονισθεί ισχυρά για λόγο ο οποίος αφορά το πρόσωπο του εναγομένου ή και των δύο (2) συζύγων σε τέτοιο βαθμό, ώστε βάσιμα να είναι αφόρητη η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης για τον ενάγοντα:
(β) όταν οι μεταξύ των συζύγων σχέσεις έχουν αμάχητα κλονισθεί λόγω του ότι βρίσκονται σε διάσταση επί δύο (2) τουλάχιστον χρόνια:
(γ) όταν οι μεταξύ των συζύγων σχέσεις έχουν αμάχητα κλονισθεί λόγω του ότι οι σύζυγοι με ελεύθερη και ανεπηρέαστη βούληση συναινούν από κοινού όπως ο γάμος τους λυθεί με αίτηση για συναινετική λύση του γάμου:
(δ) λόγω αλλαγής φύλου του εναγόμενου ή του ενάγοντα· και
(ε) λόγω αφάνειας του άλλου συζύγου.
(2) Ο θάνατος του ενός εκ των δύο (2) συζύγων επιφέρει λύση του γάμου.