ΜΕΡΟΣ ΧI ΚΑΠΝΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α - ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΚΑΠΝΑ
Ορισμοί

81. (1) Στον παρόντα Νόμο «βιομηχανοποιημένα καπνά» θεωρούνται:

(α) τα τσιγάρα:

(i) οι κύλινδροι καπνού που μπορούν να καπνίζονται ως έχουν και οι οποίοι δεν είναι πούρα ή σιγαρίλος,

(ii) οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό γλιστρούν μέσα σε σωλήνες τσιγάρων,

(iii) οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό περιτυλίγονται σε τσιγαρόχαρτα.

(β) Τα πούρα ή πουράκια αν μπορούν και, δεδομένων των χαρακτηριστικών τους και των συνήθων καταναλωτικών προσδοκιών, προορίζονται αποκλειστικά να καπνίζονται ως έχουν:

(i)κύλινδροι καπνού με εξωτερικό περιτύλιγμα από φυσικό καπνό.

(ii)κύλινδροι καπνού με κοπανισμένο μείγμα καπνού και με εξωτερικό περιτύλιγμα στο σύνηθες χρώμα του πούρου, από ανασυσταθέντα καπνό, που καλύπτει πλήρως το προϊόν και όπου χρειάζεται και το φίλτρο, όχι όμως και το επιστόμιο στην περίπτωση προϊόντων με επιστόμιο, όπου το βάρος ανά μονάδα, μη περιλαμβανομένου του φίλτρου ή του επιστομίου, δεν είναι μικρότερο από 2,3 γραμμάρια ούτε μεγαλύτερο από 10 γραμμάρια και η περίμετρος στο ένα τρίτο τουλάχιστον του μήκους δεν είναι μικρότερη από 34 χιλιοστά.

(γ) ο λεπτοκομμένος καπνός που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων:

(i) O κομμένος ή κατ’ άλλο τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος (νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κάπνισμα χωρίς μεταγενέστερη βιομηχανική μεταποίηση, και του οποίου τουλάχιστον το 25% του βάρους των σωματιδίων καπνού έχει πλάτος κοπής μικρότερο από 1,5 χιλιοστόμετρο,

(ii) ο καπνός καπνίσματος στον οποίο περισσότερο από 25% του βάρους των σωματιδίων καπνού έχει πλάτος κοπής μεγαλύτερο από ίσο προς 1,5 χιλιοστόμετρο ή μεγαλύτερο και ο οποίος πωλήθηκε ή προορίζεται να πωληθεί για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων.

(δ) άλλα καπνά για κάπνισμα:

(i) Ο κομμένος ή κατ’ άλλο τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος (νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, ο οποίος είναι κατάλληλος για κάπνισμα χωρίς μεταποίηση.

(ii)  τα συσκευασμένα για λιανική πώληση υπολείμματα καπνού, τα οποία δεν εμπίπτουν στους πιο πάνω ορισμούς (α), (β) και (γ) και τα οποία μπορούν να καπνιστούν.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «υπολείμματα καπνού» νοούνται τα κατάλοιπα των φύλλων καπνού και τα υποπροϊόντα που προέρχονται από την επεξεργασία του καπνού ή την παραγωγή προϊόντων καπνού.

(ε) θερμαινόμενα προϊόντα καπνού:

Προϊόντα που περιέχουν μέιγμα καπνού τα οποία παράγουν αερόλυμα μέσω της θέρμανσης του μείγματος και όχι καύσης.

(2)  Εξομοιώνονται με πούρα και πουράκια τα προϊόντα τα οποία αποτελούνται εν μέρει από άλλες ουσίες πλην του καπνού αλλά κατά τα λοιπά ανταποκρίνονται στα κριτήρια του ορισμού (β) του εδαφίου (1).

(3) Εξομοιώνονται με τσιγάρα, λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων και άλλα καπνά για κάπνισμα, τα προϊόντα που αποτελούνται εξ ολοκλήρου ή κατά ένα μέρος από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, ανταποκρίνονται όμως στα άλλα κριτήρια των ορισμών (α), (β) και (δ) του εδαφίου (1).

(4) Τα τσιγάρα και τα άλλα καπνά για κάπνισμα που αποτελούνται εξ ολοκλήρου από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, δεν θεωρούνται βιομηχανοποιημένα καπνά, εφόσον προορίζονται αποκλειστικά για ιατρική χρήση .

(5) Εξοιμοιώνονται με θερμαονόμενα προϊόντα που αποτελούνται εξ ολοκλήρου ή κατά ένα μέρος από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, ανταποκρίνονται όμως στα κριτήρια που καθορίζονται στον ορισμό (ε) του εδαφίου (1).

Ειδικός φόρος κατανάλωσης στα βιομηχανοποιημένα καπνά

82. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου επιβάλλεται, εισπράττεται και καταβάλλεται προς όφελος των γενικών προσόδων της Δημοκρατίας ειδικός φόρος κατανάλωσης στα βιομηχανοποιημένα καπνά που καθορίζονται στο Τρίτο Παράρτημα σύμφωνα με τους συντελεστές που εκτίθενται στο ίδιο Παράρτημα.

(2)(α) Ο συνολικός ειδικός φόρος κατανάλωσης (πάγιος φόρος και αναλογικός φόρος εξαιρουμένου του ΦΠΑ) στα τσιγάρα καθορίζεται σε ποσοστό επί της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση, το οποίο διαρθρώνεται σε ένα πάγιο στοιχείο και σε ένα αναλογικό στοιχείο, σύμφωνα με τους συντελεστές που εκτίθενται στο Τρίτο Παράρτημα.

(β) Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2013, το πάγιο στοιχείο του ειδικού φόρου κατανάλωσης δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 5% ούτε ανώτερο του 76,5% του ποσού της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης που προκύπτει από το άθροισμα:

(i) του πάγιου ειδικού φόρου κατανάλωσης.

(ii) του αναλογικού ειδικού φόρου κατανάλωσης και του φόρου προστιθέμενης αξίας, που επιβάλλονται επί της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης.

(γ) Από 1ης Ιανουαρίου 2014, το πάγιο στοιχείο του ειδικού φόρου κατανάλωσης επί των τσιγάρων δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 7,5% ούτε ανώτερο του 76,5% του ποσού της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης που προκύπτει από το άθροισμα:

(i) του πάγιου ειδικού φόρου κατανάλωσης.

(ii) του αναλογικού ειδικού φόρου κατανάλωσης και του φόρου προστιθέμενης αξίας, που επιβάλλονται επί της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης.

(δ) Το αναλογικό στοιχείο είναι αποτέλεσμα του κλάσματος που έχει ως αριθμητή το γινόμενο του συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης επί την σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης, μείον τον πάγιο φόρο και παρονομαστή την σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης.

(3) Η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης υπολογίζεται με αναγωγή στη συνολική αξία όλων των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση, βάσει της λιανικής τιμής πώλησης, περιλαμβανομένων όλων των φόρων, διαιρούμενη δια της συνολικής ποσότητας των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση. Καθορίζεται το αργότερο έως την 1η Μαρτίου κάθε έτους, βάσει των δεδομένων που αφορούν τις συνολικές ποσότητες που τέθηκαν σε ανάλωση κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος:

Νοείται ότι η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου θα καθορισθεί με βάση τα στοιχεία του έτους 2009.

(3) Η πλέον ζητούμενη τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων που λαμβάνεται ως βάση υπολογισμού του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα τσιγάρα, καθορίζεται ανεξάρτητα από το σήμα και την προέλευσή τους, σύμφωνα με τα στοιχεία συνολικών πωλήσεων που είναι γνωστά την 1ην Ιανουαρίου κάθε έτους, με γνωστοποίηση του Διευθυντή και η έναρξη εφαρμογής της ορίζεται μεταξύ 1 και 15 Ιανουαρίου κάθε έτους:

Νοείται ότι η πλέον ζητούμενη τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου θα καθοριστεί με απόφαση του Διευθυντή.

(4) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου τιμή λιανικής πώλησης, είναι η ανώτερη τιμή λιανικής πώλησης προς τους καταναλωτές, κάθε συγκεκριμένου προϊόντος βιομηχανοποιημένου καπνού, στην οποία περιλαμβάνονται και οι επιβαλλόμενοι τελωνειακοί δασμοί, ειδικοί φόροι κατανάλωσης και Φόρος Προστιθέμενης Αξίας.

Βάση υπολογισμού του ειδικού φόρου κατανάλωσης μικροποσοτήτων βιομηχανοποιημένων καπνών για ατομική χρήση

83. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των βιομηχανοποιημένων καπνών που εισάγονται από τρίτες χώρες ή εισέρχονται στη Δημοκρατία από κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μεταφέρονται από ιδιώτες ή παραλαμβάνονται με ταχυδρομικά δέματα από ιδιώτες αποκλειστικά για την ατομική τους χρήση, σε ποσότητα μεγαλύτερη από εκείνη που επιτρέπεται ατελώς δυνάμει των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας και του παρόντος Νόμου, υπολογίζεται με βάση πλασματικές τιμές λιανικής πώλησης που καθορίζονται από το Διευθυντή κατά δικαία κρίση.

Μήκος τσιγάρων για τον υπολογισμό του ειδικού φόρου κατανάλωσης

84. Για σκοπούς υπολογισμού του ειδικού φόρου κατανάλωσης ένας κύλινδρος κατά την έννοια της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 81, με βάση το μήκος του, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το φίλτρο και το επιστόμιο του, θεωρείται:

(α) ως ένα τσιγάρο, όταν έχει μήκος μέχρι οκτώ (8) εκατοστόμετρα,

(β) ως δύο τσιγάρα, όταν έχει μήκος μεγαλύτερο από οκτώ (8) εκατοστόμετρα αλλά δεν υπερβαίνει τα έντεκα (11) εκατοστόμετρα,

(γ) ως τρία τσιγάρα, όταν έχει μήκος μεγαλύτερο από έντεκα (11) εκατοστόμετρα αλλά δεν υπερβαίνει τα δεκατέσσερα (14) εκατοστόμετρα και ούτω καθεξής.

Καθορισμός της τιμής λιανικής πώλησης

85. (1) Οι ανώτερες τιμές λιανικής πώλησης των βιομηχανοποιημένων καπνών, που προορίζονται να τεθούν σε ανάλωση στη Δημοκρατία καθορίζονται ελεύθερα από τους καπνοβιομηχάνους ή κατά περίπτωση τους αντιπροσώπους ή εντολοδόχους τους στην Κυπριακή Δημοκρατία ή τους εισαγωγείς από τρίτες χώρες οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να γράφουν με ανεξίτηλο τρόπο σε ευρώ την ανώτερη τιμή λιανικής πώλησης σε εμφανές σημείο στην εκάστοτε μικρότερη συσκευασία στην οποία διατίθενται στη λιανική πώληση τα τσιγάρα.

(2) Τα πρόσωπα του εδαφίου (1) υποχρεούνται, 15 ημέρες τουλάχιστον πριν από κάθε σκοπούμενη μεταβολή της τιμής των προϊόντων τους ή την κυκλοφορία νέων τύπων, να δηλώνουν τούτο εγγράφως στο Διευθυντή παρέχοντας τέτοιες λεπτομέρειες που ήθελε εκάστοτε καθορίσει ο Διευθυντής.

(3) Η παρά των ως άνω επαγγελματιών, ή λιανοπωλητών, ή καπνοπωλών διάθεση στους καταναλωτές τσιγάρων σε τιμή ανώτερη της αναγραφόμενης ανώτερης τιμής λιανικής πώλησης ως αναφέρεται στο εδάφιο (1) πιο πάνω, απαγορεύεται και οποιοδήποτε πρόσωπο παραβαίνει την παρούσα διάταξη υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στην ποσότητα των τσιγάρων αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή στα χίλια πεντακόσια ευρώ ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής.

(4) Ο Διευθυντής δύναται κατά την κρίση του να επιβάλλει περιορισμούς στις ποσότητες των βιομηχανοποιημένων καπνών που τίθενται σε ανάλωση κατά την περίοδο πριν από την αύξηση της φορολογίας στα προϊόντα αυτά.

Νοείται ότι η ισχύς των διατάξεων του εδαφίου (1) αναφορικά με την αναγραφή της ανώτερης τιμής λιανικής πώλησης των τσιγάρων καθώς και των διατάξεων του εδαφίου (3) αρχίζει την 1η Αυγούστου 2013.

Ειδικές απαλλαγές βιομηχανοποιημένων καπνών

86. (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να απαλλάξει τα πιο κάτω προϊόντα από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ή επιτρέψει την επιστροφή του καταβληθέντος σ’ αυτά ειδικού φόρου κατανάλωσης υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε επιβάλει:

(α) τα μετουσιωμένα επεξεργασμένα καπνά που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στη βιομηχανία ή στην καλλιέργεια δενδροκηπευτικών.

(β) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που προορίζονται αποκλειστικά για επιστημονικές δοκιμές και για έλεγχο ποιότητας προϊόντων,

(γ) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που χρησιμοποιούνται εκ νέου από τον καπνοβιομήχανο.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο χρησιμοποιεί βιομηχανοποιημένα καπνά για άλλο από τον προβλεπόμενο στις απαλλαγές του εδαφίου (1) σκοπό, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα βιομηχανοποιημένα καπνά αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής, και τα βιομηχανοποιημένα καπνά υπόκεινται σε δήμευση.

Ειδική περίπτωση επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης

87. (1) Τηρουμένων των όρων τους οποίους ήθελε ο Διευθυντής επιβάλει επιστρέφεται ο καταβληθείς ειδικός φόρος κατανάλωσης σε βιομηχανοποιημένα καπνά τα οποία λόγω υπερβολικής ξηρότητας ή άλλης φυσικής αιτίας καθίστανται ακατάλληλα για κατανάλωση και καταστρέφονται μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου προσώπου. Τα έξοδα καταστροφής βαρύνουν το πρόσωπο αυτό.

Νοείται ότι  το συνολικό ποσό του ειδικού φόρου που μπορεί να επιστρέφεται κατ’ έτος δεν δύναται να υπερβαίνει το 25% του ποσού του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στο μέσο μηνιαίο όρο των ποσοτήτων ανά κατηγορία  βιομηχανοποιημένων καπνών που τίθενται σε ανάλωση κατά περίπτωση.

(2) Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που έχει καταβληθεί για τα προϊόντα που καταστρέφονται σύμφωνα με το εδάφιο (1) επιστρέφεται εφόσον η αίτηση περί καταστροφής υποβάλλεται στο Διευθυντή εντός τριετίας από τη λήξη του έτους επιβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

Ενδείξεις βιομηχανοποιημένων καπνών

88. Με γνωστοποίηση του Διευθυντή δύναται να καθορίζονται ενδείξεις που θα αναγράφονται ή επιτίθενται στα βιομηχανοποιημένα καπνά, τα οποία προορίζονται για τις ξένες πρεσβείες και διπλωματικές αποστολές ή για τα καταστήματα αφορολογήτων ειδών ή για εφοδιασμό των πλοίων και αεροσκαφών που αναχωρούν για το εξωτερικό, ή με άλλο τρόπο διατίθενται χωρίς την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β - ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΑ Ή ΜΗ ΚΑΠΝΑ
Ορισμοί

89. Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου οι ακόλουθοι ορισμοί έχουν την πιο κάτω έννοια:

"εγχώριος καπνός" σημαίνει καπνό που παράχθηκε στη Δημοκρατία.

"έμπορος εγχώριου καπνού" σημαίνει πρόσωπο που κατέχει άδεια σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 97, να εμπορεύεται εγχώριο καπνό.

"μη βιομηχανοποιημένα καπνά", θεωρούνται τα καπνά παντός χαρακτηρισμού περιλαμβανομένων των μίσχων και απορριμμάτων καπνού, που δεν εμπίπτουν στον ορισμό βιομηχανοποιημένα καπνά του εδαφίου (1) του άρθρου 81.

Άδεια βιομηχανοποίησης καπνού

90. (1) Απαγορεύεται η από οποιοδήποτε πρόσωπο βιομηχανοποίηση καπνού, εκτός αν:

(α) κατέχει άδεια για το σκοπό αυτό και

(β) η βιομηχανοποίηση γίνεται σε φορολογική αποθήκη από εγκεκριμένο αποθηκευτή ή σε ελεύθερη ζώνη ή σε ειδικά εγκεκριμένο από το Διευθυντή για το σκοπό αυτό υποστατικό ανάλογα με την περίπτωση σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζει ο Διευθυντής.

(2) Κάθε άδεια που παρέχεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) υπόκειται στα υπό του Υπουργού καθοριζόμενα ετήσια τέλη και εκπνέει την τελευταία ημέρα του αμέσως επόμενου της έκδοσης της μηνός Δεκεμβρίου.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο βιομηχανοποιεί καπνό κατά παράβαση του παρόντος άρθρου, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δώδεκα μήνες ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής και κάθε βιομηχανοποιημένος ή μη καπνός, όργανο, μηχάνημα ή εργαλείο, αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

Έκδοση γνωστοποιήσεων που αφορούν την βιομηχανοποίηση καπνού

91. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις που:

(α) προνοούν για την τήρηση, προσαγωγή και επιθεώρηση των βιβλίων και λογαριασμών, σχετικά με τα αποθέματα των καπνοβιομηχάνων σε καπνό και άλλες ύλες˙

(β) διέπουν τη βιομηχανοποίηση καπνού σε φορολογική αποθήκη, ή σε ελεύθερη ζώνη ή σε ειδικά εγκεκριμένο υποστατικό˙

(γ) διέπουν την παραλαβή φύλλων καπνού και άλλου μη βιομηχανοποιημένου καπνού από τους καπνοβιομήχανους˙

(δ) διέπουν τη μεταφορά μίσχων και απορριμμάτων καπνού˙

(ε) διασφαλίζουν την καταβολή των τελωνειακών δασμών και φόρων κατανάλωσης στον καπνό, που βιομηχανοποιείται.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους των γνωστοποιήσεων που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και κάθε είδος, αναφορικά με το οποίο διαπράττεται το αδίκημα ή το οποίο εξευρίσκεται σε υποστατικό, αναφορικά με το οποίο διαπράττεται το αδίκημα, υπόκειται σε δήμευση.

(3) Αν σε οποιοδήποτε χρόνο εξουσιοδοτημένος λειτουργόσ διενεργήσει έλεγχο σε αποθέματα καπνού που είναι αποταμιευμένα από καπνοβιομήχανο, για χρήση στη βιομηχανία καπνού, μέσα σε φορολογική αποθήκη ή άλλο εγκεκριμένο για το σκοπό αυτό υποστατικό και διαπιστωθεί ότι, η κατά βάρος ποσότητα του καπνού, η οποία εναπομένει στην αποθήκη, είναι λιγότερη της ποσότητας, η οποία έπρεπε να βρισκόταν σε αυτή σύμφωνα με τους λογαριασμούς που τηρούνται και δεν είναι δυνατό να δοθούν εξηγήσεις οι οποίες ικανοποιούν το Διευθυντή για τη διαφορά αυτή ή μέρος της, τότε αυτή λογίζεται ως βιομηχανοποιημένος καπνός και υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, σύμφωνα με τον εκάστοτε σε ισχύ μεγαλύτερο συντελεστή όπως αυτός καθορίζεται στο Τρίτο Παράρτημα του παρόντος Νόμου και ο καπνοβιομήχανος υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό των αναλογούντων ειδικών φόρων κατανάλωσης ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

Άδεια εμπορίας ή πώλησης βιομηχανοποιημένου καπνού

92. (1) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να εμπορεύεται ή πωλεί βιομηχανοποιημένο καπνό, εκτός αν κατέχει άδεια που παρέχεται για το σκοπό αυτό σύμφωνα με το άρθρο αυτό.

(2) Κάθε άδεια που παρέχεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, υπόκειται στην καταβολή των υπό του Υπουργού καθοριζομένων ετήσιων τελών και εκπνέει τη δωδέκατη ημέρα του αμέσως επόμενου της έκδοσής της, μηνός Μαρτίου. Ο τρόπος έκδοσης της άδειας και διάθεσης των πληρωτέων για αυτή τελών καθορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.

(3) Η άδεια πώλησης, προσφοράς ή έκθεσης προς πώληση βιομηχανοποιημένου καπνού καθορίζει και το υποστατικό στο οποίο δυνατό να λάβει χώρα οποιαδήποτε από τις πράξεις αυτές.

(4) Καπνός ο οποίος βιομηχανοποιήθηκε ή παράχθηκε στη Δημοκρατία από πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια για το σκοπό αυτό είναι δυνατό να πωληθεί χωρίς άδεια -

(α) στον τόπο της βιομηχανοποίησης ή ανάλογα με την περίπτωση της παραγωγής του˙ ή

(β) σε οποιοδήποτε άλλο τόπο αν η προμήθειά του διενεργείται στον αγοραστή απευθείας από τον τόπο βιομηχανοποίησης ή παραγωγής, από τον κάτοχο της άδειας ή υπάλληλο ή αντιπρόσωπό του.

(5) Δεν απαιτείται άδεια σύμφωνα με το άρθρο αυτό για την πώληση βιομηχανοποιημένου καπνού σε επιβατικό αεροσκάφος ή πλοίο.

Εισαγωγή και εξαγωγή βιομηχανοποιημένου ή μη καπνού κλπ

93. (1) Απαγορεύεται η εισαγωγή ή η είσοδος στο εσωτερικό της Δημοκρατίας βιομηχανοποιημένου ή μη καπνού:

(α) σε οποιοδήποτε λιμάνι, το οποίο δεν είναι εγκεκριμένο από το Διευθυντή για το σκοπό αυτό˙

(β) με οποιοδήποτε πλοίο καθαρής χωρητικότητας κατώτερης από εκατόν είκοσι τόνους, εκτός σύμφωνα με άδεια και με τους όρους της άδειας αυτής, η οποία εκδόθηκε αναφορικά με αυτό το πλοίο από το Διευθυντή.

(2) Ο Διευθυντής δύναται με αιτιολογημένη απόφασή του και για τη διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος και των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να απαγορεύσει την εξαγωγή ή διακίνηση προϊόντων με πλοίο ή να απαγορεύσει σε πλοίο να μεταφέρει προϊόντα προς εξαγωγή ή να διακινεί προϊόντα.

Αποθήκευση μη βιομηχανοποιημένου καπνού

94. Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη διάταξη του παρόντος Νόμου εκτός αν ο Διευθυντής αποφασίσει διαφορετικά κάθε μη βιομηχανοποιημένος καπνός, οποιασδήποτε κατηγορίας, εναποτίθεται κατά την εισαγωγή ή είσοδό του στη Δημοκρατία σε εγκεκριμένη αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης ή φορολογική αποθήκη ανάλογα με την περίπτωση.

Μετουσίωση μη βιομηχανοποιημένου καπνού κτλ

95. Ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει όπως μη βιομηχανοποιημένος καπνός:

(α) μετουσιωθεί˙ ή

(β) μετατραπεί σε νικοτίνη, παρασιτοκτόνο ή άλλο είδος ή παρασκεύασμα για γεωργικούς, κτηνοτροφικούς ή άλλους σκοπούς,

κατά τον τρόπο που αυτός ήθελε καθορίσει και εφόσον πεισθεί ότι δεν είναι κατάλληλος προς χρήση ως καπνός ή στη βιομηχανία καπνού.

Άδεια καλλιέργειας καπνού

96. (1) Εκτός όπως ήθελε επιτρέψει ο Διευθυντής, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να φυτεύει ή καλλιεργεί καπνό στη Δημοκρατία, εκτός αν κατέχει άδεια για το σκοπό αυτό˙ η ισχύς της άδεια αυτής εκπνέει την τελευταία ημέρα του αμέσως επομένου της έκδοσής της μηνός Οκτωβρίου.

(2) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί τη χορήγηση άδειας σύμφωνα με το άρθρο αυτό, αναφορικά με οποιαδήποτε γη ή υποστατικό εφόσον ένεκα του μεγέθους ή θέσης του ή για άλλη εύλογη αιτία, ήθελε κρίνει ότι αντενδείκνυται η σε αυτό καλλιέργεια καπνού.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο φυτεύει ή καλλιεργεί καπνό στη Δημοκρατία χωρίς άδεια ή κατά παράβαση των όρων της άδειας, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες και ο καπνός υπόκειται σε δήμευση:

Νοείται ότι οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν τυγχάνουν εφαρμογής στη σπορά καπνού σε φυτώριο με σκοπό την καλλιέργεια φυτών καπνού, τα οποία εκριζώνονται ή καταστρέφονται πριν από την τελευταία ημέρα του μήνα Μαΐου κάθε έτους.

Άδεια εμπορίας εγχώριου καπνού και εγκεκριμένη αποθήκη εγχώριου καπνού

97. (1) (α) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να αγοράζει από οποιοδήποτε καπνοπαραγωγό, καπνό ο οποίος παράχθηκε στη Δημοκρατία, εκτός αν κατέχει άδεια εμπορίας εγχώριου καπνού σε εγκεκριμένο από το Διευθυντή υποστατικό. Κάθε υποστατικό για το οποίο παρέχεται άδεια αναφέρεται ως "αποθήκη εγχώριου καπνού".

(β) Η ισχύς της άδειας αυτής εκπνέει την πρώτη ημέρα του αμέσως επόμενου της έκδοσης της μηνός Ιουνίου.

(2) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί την παροχή άδειας, αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό εφόσον:

(α) ένεκα του μεγέθους, κατασκευής, θέσης ή για άλλη εύλογη αιτία, ήθελε κρίνει ότι αντενδείκνυται η διενέργεια σε αυτό εμπορίας εγχώριου καπνού ή

(β) εφόσον δεν κατατεθεί ικανοποιητική εγγύηση αναφορικά με τον τυχόν πληρωτέο φόρο κατανάλωσης στον καπνό, ο οποίος είναι εναποθηκευμένος και υπόκειται σε επεξεργασία, υφίσταται συσκευασία ή με άλλο τρόπο εμπορία σύμφωνα με την άδεια.

(3) Εκτός αν ο Διευθυντής ήθελε επιτρέψει διαφορετικά, ο κάτοχος άδειας σύμφωνα με το άρθρο αυτό, δύναται να αγοράζει καπνό ο οποίος παράχθηκε στη Δημοκρατία, μόνο από καπνοπαραγωγό ο οποίος κατέχει για αυτό το σκοπό άδεια, ή από άλλο αδειούχο έμπορο εγχώριου καπνού και μόνο ο αγοραζόμενος με τον τρόπο αυτό καπνός δυνατό να παραληφθεί, υποστεί οποιαδήποτε επεξεργασία, συσκευαστεί, αποθηκευτεί ή με άλλο τρόπο αποτελέσει το αντικείμενο εμπορίας, σε οποιαδήποτε αποθήκη εγχώριου καπνού.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο αγοράζει καπνό ο οποίος παράχθηκε στη Δημοκρατία χωρίς να κατέχει άδεια ή κατά παράβαση των όρων της άδειας, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες και ο καπνός υπόκειται σε δήμευση.

(5) Αν σε οποιοδήποτε χρόνο μετά τον έλεγχο των αποθεμάτων καπνού σε αποθήκη εγχώριου καπνού από εξουσιοδοτημένο λειτουργό προκύπτει ότι το βάρος του εναπομένοντος σε αυτή καπνού είναι λιγότερο της ποσότητας η οποία έπρεπε να βρισκόταν σε αυτή και δεν δοθούν εξηγήσεις που να ικανοποιούν το Διευθυντή για τη διαφορά αυτή ή οποιοδήποτε μέρος της, τότε αυτή λογίζεται ως βιομηχανοποιημένος καπνός και υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, σύμφωνα με τον εκάστοτε σε ισχύ μεγαλύτερο συντελεστή ο οποίος επιβάλλεται στα βιομηχανοποιημένα καπνά, όπως αυτός καθορίζεται στο Τρίτο Παράρτημα του παρόντος Νόμου και ο έμπορος υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό των αναλογούντων ειδικών φόρων κατανάλωσης ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

Γνωστοποίηση που αφορά την καλλιέργεια κτλ. καπνού

98. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει κάθε λεπτομέρεια και τους όρους και τις προϋποθέσεις που:

(α) διέπουν τη φύτευση, καλλιέργεια, επεξεργασία, μεταφορά και αποθήκευση του καλλιεργημένου στη Δημοκρατία καπνού˙

(β) καθορίζουν τη μέθοδο επιβολής φόρου κατανάλωσης που τυχόν επιβάλλεται στο καλλιεργημένο με τον πιο πάνω τρόπο καπνό˙

(γ) διασφαλίζουν την είσπραξη τυχόν πληρωτέου φόρου κατανάλωσης.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες και κάθε είδος, αναφορικά με το οποίο διαπράττεται το αδίκημα υπόκειται σε δήμευση.

Αδίκημα

99. Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί στις διατάξεις του παρόντος Μέρους, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή το σε κάθε περίπτωση μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής και τα προϊόντα, αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.