23.(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2), (3), (4) και 5, από την υποχρέωση εκπλήρωσης στρατιωτικής υπηρεσίας στη Δύναμη δικαιούνται απαλλαγής οι ακόλουθες κατηγορίες πολιτών της Δημοκρατίας:
(α) Όσοι κρίνονται από τις αρμόδιες, δυνάμει του παρόντος Νόμου, υγειονομικές επιτροπές, ως ακατάλληλοι για στράτευση, για λόγους υγείας, με βάση τον Πίνακα διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 31·
(β) όσοι καταδικάζονται αμετάκλητα από οποιοδήποτε δικαστήριο σε ισόβια φυλάκιση ή σε ποινή φυλάκισης που υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη, που για τους στρατιωτικούς συνεπιφέρει καθαίρεση, σύμφωνα με τους περί Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα και Δικονομίας Νόμους του 1964 μέχρι 2006, όπως εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται·
(γ) οι αιχμάλωτοι πολέμου και οι θεωρούμενοι ως αιχμάλωτοι πολέμου, σύμφωνα με την περί Μεταχειρίσεως των Αιχμαλώτων Πολέμου Σύμβαση της Γενεύης της 12ης Αυγούστου 1949, όπως αυτή εκτίθεται στο Μέρος ΙΙ του Πίνακα του περί των Συνθηκών της Γενεύης Κυρωτικού Νόμου του 1966, καθώς και οι όμηροι των δυνάμεων εισβολής κατά ή μετά την τουρκική εισβολή της 20ης Ιουλίου 1974, οι οποίοι κατέχουν σχετικό πιστοποιητικό του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού·
(δ) όσοι έχουν την ιδιότητα του μόνιμου κάτοικου εξωτερικού·
(ε) ο πατέρας τριών (3) ή περισσότερων ανήλικων ζώντων τέκνων, καθώς και ο πατέρας δύο (2) ανήλικων ζώντων τέκνων που είναι χήρος, εφόσον το επιθυμεί:
(στ) ο μόνος ή ο μεγαλύτερος υιός ή αδελφός προσώπου, το οποίο χαρακτηρίσθηκε, με βάση τους περί Ανακουφίσεως Παθόντων Νόμους του 1988 μέχρι 2005, όπως εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, ως εξαφανισθείς ή φονευθείς ή πεσών ή πλήρως ανάπηρος, λόγω τραυμάτων ή κακουχιών που προκλήθηκαν κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στη Δύναμη ή κατά τη διάρκεια και ένεκα αναταραχής που σχετίζεται άμεσα με την άμυνα ή την ασφάλεια της Δημοκρατίας, εφόσον το επιθυμεί·
(ζ) τα τέκνα οικογένειας, των οποίων και οι δύο (2) γονείς δεν βρίσκονται στη ζωή, εκτός εάν τα εν λόγω τέκνα, με γραπτή δήλωσή τους, αποποιηθούν του δικαιώματός τους·
(η) όσοι ήταν μόνιμοι κάτοικοι εξωτερικού και εκπλήρωσαν, χωρίς εξαγορά, στρατιωτική θητεία διάρκειας έξι (6) τουλάχιστον μηνών στις ένοπλες δυνάμεις ξένης χώρας, της οποίας είχαν επίσης την υπηκοότητα·
(θ) όσοι κατέχουν την κυπριακή και ελληνική υπηκοότητα και διέμεναν με την οικογένειά τους μόνιμα στην Ελλάδα για συνεχή χρονική περίοδο έξι (6) τουλάχιστον ετών και κατά τη διάρκεια της διαμονής τους αυτής εκπλήρωσαν, χωρίς εξαγορά, την υποχρέωση στρατιωτικής θητείας τους στις Ένοπλες Δυνάμεις της Ελλάδας:
(ι) όσοι δεν είναι πρόσωπα κυπριακής καταγωγής και εκπλήρωσαν, χωρίς εξαγορά, στρατιωτική θητεία στη χώρα καταγωγής τους, πριν την πολιτογράφησή τους ως πολιτών της Δημοκρατίας·
(ια) οι Υπουργοί, Βουλευτές, Ευρωβουλευτές, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας και οι Δικαστές οποιουδήποτε Δικαστηρίου της Δημοκρατίας·
(ιβ) τα τέκνα γονέων, οι οποίοι διαμένουν συνεχώς και μόνιμα στις κατεχόμενες από τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις περιοχές της Δημοκρατίας, λόγω της τουρκικής εισβολής του 1974, εκτός εάν τα εν λόγω τέκνα, με γραπτή δήλωσή τους, αποποιηθούν του δικαιώματός τους.
(2) Όσοι εμπίπτουν στις παραγράφους (η), (θ) και (ι) του εδαφίου (1), δεν δικαιούνται απαλλαγής από την υποχρέωση εκπλήρωσης εφεδρικής υπηρεσίας στη Δύναμη.
(3) Η απόφαση για την απαλλαγή όσων εμπίπτουν στο εδάφιο (1) λαμβάνεται, μετά από αίτημα του ενδιαφερόμενου, από τον Υπουργό ή, μετά από εξουσιοδότησή του, από τον Αρχηγό ή εκπρόσωπό του.
(4) Οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση απαλλαγής, δυνάμει του εδαφίου (1), πρέπει να πληρούνται κατά το χρόνο υποβολής από μέρους του δικαιούχου της σχετικής αίτησης.
(5) Σε περίοδο πολέμου, επιστράτευσης ή έκτακτης ανάγκης σε περίοδο ειρήνης, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, με απόφασή του, να αναστέλλει την εφαρμογή διατάξεων του εδαφίου (1) ή να διακόπτει την απαλλαγή, για όλες ή ορισμένες από τις κατηγορίες που καθορίζονται σ’ αυτό.
(6) Η διαδικασία για τη χορήγηση απαλλαγής, δυνάμει του εδαφίου (1), τα απαιτούμενα για κάθε περίπτωση δικαιολογητικά, η προθεσμία και ο τόπος κατάθεσής τους, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού, μετά από εισήγηση του Αρχηγού, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
24.(1) Τηρουμένων των διατάξεων των επόμενων εδαφίων, αναβολή εκπλήρωσης υποχρέωσης στρατιωτικής υπηρεσίας στη Δύναμη χορηγείται σε όσους -
(α) φοιτούν σε Σχολή Μέσης Εκπαίδευσης του εσωτερικού ή του εξωτερικού, αναγνωρισμένη από τις αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους·
(β) φοιτούν ή επιλέχθηκαν για φοίτηση στο τμήμα νοσηλευτικής ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος της Δημοκρατίας ή στον κλάδο μαγειρικής-ζαχαροπλαστικής ανώτερου ή ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος της Δημοκρατίας:
(γ) έχουν αδελφό που υπηρετεί στη Δύναμη για εκπλήρωση της θητείας του, ο οποίος δεν τελεί σε λιποταξία, ή έχουν αδελφό, ο οποίος υποχρεούται να καταταγεί ταυτόχρονα στη Δύναμη για εκπλήρωση της θητείας του και δεν τελεί σε ανυποταξία·
(δ) νοσηλεύονται σε δημόσιο ή ιδιωτικό νοσηλευτικό ίδρυμα του εσωτερικού ή του εξωτερικού·
(ε) κρατούνται σε φυλακή ή τελούν σε προσωρινή κράτηση από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή, είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό·
(στ) κρίνονται από τις αρμόδιες, δυνάμει του παρόντος Νόμου, υγειονομικές επιτροπές, ότι αδυνατούν προσωρινά να εκπληρώσουν την υποχρέωση στρατιωτικής υπηρεσίας τους, για λόγους υγείας·
(ζ) αναχωρούν οικογενειακώς από τη Δημοκρατία για μόνιμη εγκατάσταση στο εξωτερικό σε ηλικία κάτω των δεκαέξι (16) ετών ή μετά τη συμπλήρωση της ηλικίας αυτής, κατόπιν ειδικής άδειας του Υπουργού, που χορηγείται δυνάμει του άρθρου 70·
(η) υπηρετούν στο Στρατό ή στις Δυνάμεις Ασφαλείας της Δημοκρατίας·
(θ) είναι ιερείς ή θρησκευτικοί λειτουργοί ή μοναχοί ή δόκιμοι μοναχοί αναγνωρισμένης θρησκείας, δόγματος ή σώματος·
(ι) επιλέχθηκαν για φοίτηση σε Ανώτατο Στρατιωτικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα ή Στρατιωτική Σχολή Υπαξιωματικών του εσωτερικού ή του εξωτερικού·
(ια) επιλέχθηκαν, με βάση την καθοριζόμενη διαδικασία, να αποτελέσουν μέρος του προσωπικού για σκοπούς πολιτικής σχεδίασης έκτακτων αναγκών:
(2) Η κατά το εδάφιο (1) αναβολή έχει την ακόλουθη διάρκεια:
(α) Όσων εμπίπτουν στις παραγράφους (α) και (β), μέχρι τη συμπλήρωση του βασικού κύκλου σπουδών τους ή τη διακοπή της φοίτησής τους·
(β) όσων εμπίπτουν στην παράγραφο (γ), μέχρι την ημερομηνία που ο εκτελών τη θητεία αδελφός συμπληρώσει το χρόνο της πραγματικής του θητείας:
(γ) όσων εμπίπτουν στην παράγραφο (δ), μέχρι την ημερομηνία εξόδου τους από το νοσηλευτικό ίδρυμα·
(δ) όσων εμπίπτουν στην παράγραφο (στ), μέχρι δύο (2) έτη συνολικά, η οποία χορηγείται τμηματικά, κατά έτος ή εξάμηνο ή τρίμηνο, όπως προνοείται στον Πίνακα διατάγματος που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 31·
(ε) όσων εμπίπτουν στις παραγράφους (ε), (ζ), (η) και (θ), μέχρι την ημερομηνία που παύουν να υφίστανται οι λόγοι της αναβολής·
(στ) όσων εμπίπτουν στην παράγραφο (ι), μέχρι την ημερομηνία διακοπής της φοίτησής τους·
(ζ) όσων εμπίπτουν στην παράγραφο (ια), για όσο χρόνο αποτελούν μέρος του προσωπικού που επιλέχθηκε για σκοπούς πολιτικής σχεδίασης έκτακτων αναγκών.
(3) Η κατά το εδάφιο (1) αναβολή διακόπτεται -
(α) στις περιπτώσεις των παραγράφων (α) και (β), με αίτηση του δικαιούχου ή όταν διακοπή η φοίτηση·
(β) στην περίπτωση της παραγράφου (γ), με αίτηση του δικαιούχου ή, όταν ο αδελφός που παρέχει το δικαίωμα τύχει αναβολής ή όταν ο ταυτόχρονα υποχρεούμενος για κατάταξη αδελφός δεν καταταγεί για οποιοδήποτε λόγο στη Δύναμη·
(γ) στις περιπτώσεις των παραγράφων (δ), (ε), (στ), (η) και (θ), όταν παύσουν να υφίστανται οι λόγοι της αναβολής·
(δ) στην περίπτωση της παραγράφου (ζ), με αίτηση του δικαιούχου ή με τη διακοπή της μόνιμης διαμονής του στο εξωτερικό·
(ε) στην περίπτωση της παραγράφου (ι), όταν διακοπεί η φοίτηση.
(4) Η απόφαση για τη χορήγηση αναβολής σ' όσους εμπίπτουν στο εδάφιο (1) λαμβάνεται από τον Υπουργό ή, μετά από εξουσιοδότησή του, από τον Αρχηγό ή εκπρόσωπό του, κατόπιν αίτησης του ενδιαφερόμενου, εκτός από την περίπτωση προσωρινής αδυναμίας εκπλήρωσης της υποχρέωσης στρατιωτικής υπηρεσίας για λόγους υγείας, η οποία χορηγείται από τις αρμόδιες, δυνάμει του παρόντος Νόμου, υγειονομικές επιτροπές.
(5) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), ο Υπουργός δύναται, μετά από εισήγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 26, να χορηγεί σε στρατεύσιμους αναβολή εκπλήρωσης υποχρέωσης θητείας μέχρι ένα (1) έτος, εφόσον συντρέχουν ειδικοί οικογενειακοί ή οικονομικοί λόγοι, για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτείται η αυτοπρόσωπη παρουσία τους:
(6) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, με απόφασή του, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να χορηγεί αναβολή εκπλήρωσης υποχρέωσης στρατιωτικής υπηρεσίας σε πολίτες της Δημοκρατίας, κατά κατηγορία ή άτομο, όταν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις ή λόγοι δημόσιου συμφέροντος, που αιτιολογούνται στην απόφαση.
(7) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, σε περίοδο πολέμου ή επιστράτευσης ή έκτακτης ανάγκης σε περίοδο ειρήνης, με απόφασή του, να αναστέλλει τη χορήγηση αναβολής ή να διακόπτει την αναβολή για όλες ή ορισμένες από τις κατηγορίες των προσώπων που εμπίπτουν στα εδάφια (1), (5) και (6).
(8) Η διαδικασία χορήγησης αναβολής δυνάμει του παρόντος άρθρου, τα απαιτούμενα για κάθε περίπτωση δικαιολογητικά, η προθεσμία και ο τόπος κατάθεσης των αιτήσεων, οι υποχρεώσεις όσων λαμβάνουν αναβολή, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού, μετά από εισήγηση του Αρχηγού.
25. Όποιος τυγχάνει, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, απαλλαγής ή αναβολής από την υποχρέωση εκπλήρωσης στρατιωτικής υπηρεσίας, σε περίπτωση που ο λόγος για τον οποίο του χορηγήθηκε η απαλλαγή ή η αναβολή παύει να υφίσταται, υποχρεούται να ενημερώσει εγγράφως το αρμόδιο στρατολογικό γραφείο της Δύναμης στο οποίο υπάγεται, μέσα σε ένα (1) μήνα από την ημερομηνία που παύει να υφίσταται ο λόγος της απαλλαγής ή της αναβολής.
26.(1) Καθιδρύεται Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία έχει αρμοδιότητα να εξετάζει και υποβάλλει στον Υπουργό εισηγήσεις σε σχέση με αιτήματα στρατευσίμων για χορήγηση αναβολής εκπλήρωσης υποχρέωσης στρατιωτικής υπηρεσίας ή εναλλακτικής κοινωνικής υπηρεσίας, ανάλογα με την περίπτωση, ή αιτήματα εθνοφρουρών ή προσώπων που εκπληρώνουν εναλλακτική κοινωνική υπηρεσία για οριστική ή προσωρινή απόλυσή τους, για ειδικούς οικογενειακούς ή οικονομικούς λόγους, τα οποία παραπέμπονται σ' αυτήν από τον Υπουργό.
(2) Η Συμβουλευτική Επιτροπή είναι πενταμελής, περιλαμβανομένου και του προέδρου της, και αποτελείται από -
(α)ένα νομικό λειτουργό της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας,
(β)ένα λειτουργό του Υπουργείου Άμυνας,
(γ)ένα λειτουργό του Γραφείου Ευημερίας, και
(δ)δύο ανώτερους αξιωματικούς του Στρατολογικού Σώματος.
(3) Ο πρόεδρος και τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής διορίζονται από τον Υπουργό, μετά από συνεννόηση με τον Αρχηγό ή τον οικείο προϊστάμενό τους, ανάλογα με την περίπτωση.
(4) Καθήκοντα γραμματέα της Συμβουλευτικής Επιτροπής εκτελεί υπαξιωματικός ή λειτουργός του Υπουργείου Άμυνας, ο οποίος ορίζεται από τον Υπουργό.
(5) Η Συμβουλευτική Επιτροπή διορίζεται για χρονική περίοδο τεσσάρων (4) ετών, η οποία αρχίζει από την ημερομηνία του διορισμού του προέδρου και των μελών της:
(6) Σε περίπτωση προσωρινού κωλύματος του προέδρου της Συμβουλευτικής Επιτροπής να εκτελεί τα καθήκοντά του, ο Υπουργός διορίζει ένα από τα μέλη της να εκτελεί καθήκοντα προέδρου, για όσο χρόνο διαρκεί το κώλυμα.
(7) Τρία μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής, περιλαμβανομένου του προέδρου, ή του ασκούντος καθήκοντα προέδρου, σύμφωνα με το εδάφιο (6), αποτελούν απαρτία.
(8) Οι αποφάσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής λαμβάνονται κατά πλειοψηφία και, σε περίπτωση ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του προέδρου.
(9) Η Συμβουλευτική Επιτροπή, εφόσον υπάρχουν αιτήματα για εξέταση, συγκαλείται από τον πρόεδρό της και συνεδριάζει όσες φορές απαιτείται.
(10) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται, αν κρίνει τούτο σκόπιμο, να ζητήσει την αυτοπρόσωπη παρουσία οποιουδήποτε αιτητή ενώπιόν της.
(11) Για κάθε υπόθεση που εξετάζει η Συμβουλευτική Επιτροπή τηρούνται από το γραμματέα αυτής πρακτικά, στα οποία αναγράφεται αιτιολογημένα η εισήγησή της και τα οποία, μετά την υπογραφή τους, υποβάλλονται στον Υπουργό.
(12) Ο Υπουργός, για κάθε υπόθεση που του υποβάλλεται, λαμβάνει την απόφασή του, το αργότερο μέσα σε ένα (1) μήνα από την ημερομηνία λήψης των πρακτικών της Συμβουλευτικής Επιτροπής.