37. Στο βαθμό που καλύπτονται από τα Παραρτήματα 3, 4 και 5 και τις γενικές σημειώσεις του σχετικού με την Ευρωπαϊκή Ένωση προσαρτήματος Ι της ΣΔΣ, καθώς και από τις λοιπές διεθνείς συμφωνίες από τις οποίες δεσμεύεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, οι αναθέτοντες φορείς που είναι αναθέτουσες αρχές κατά την έννοια του άρθρου (2) του παρόντος Νόμου, επιφυλάσσουν για τα έργα, τις προμήθειες, τις υπηρεσίες και τους οικονομικούς φορείς των χωρών που έχουν υπογράψει τις εν λόγω συμφωνίες, μεταχείριση εξίσου ευνοϊκή με αυτήν που επιφυλάσσουν για τα έργα, τις προμήθειες, τις υπηρεσίες και τους οικονομικούς φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
38.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 41, εφόσον έχει δημοσιευθεί προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, οι αναθέτοντες φορείς εφαρμόζουν κατά την ανάθεση συμβάσεων έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών τις διαδικασίες προσαρμοσμένες ούτως ώστε να συμμορφώνονται με τον παρόντα Νόμο, και συγκεκριμένα εφαρμόζουν:
(α) Ανοικτές ή κλειστές διαδικασίες ή διαδικασίες με διαπραγμάτευση με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 39, 40 και 41˙
(β) ανταγωνιστικούς διαλόγους και συμπράξεις καινοτομίας σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 42 και 43.
(2) Η προκήρυξη διαγωνισμού δύναται να πραγματοποιείται μ’ ένα από τα ακόλουθα μέσα:
(α) Mέσω περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης σύμφωνα με το άρθρο 63 σε περίπτωση που η σύμβαση ανατίθεται μέσω κλειστής διαδικασίας ή διαδικασίας με διαπραγμάτευση:
(β) μέσω γνωστοποίησης για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής σύμφωνα με το άρθρο 64 σε περίπτωση που η σύμβαση ανατίθεται μέσω κλειστής διαδικασίας ή διαδικασίας με διαπραγμάτευση ή με ανταγωνιστικό διάλογο ή σύμπραξη καινοτομίας·
(γ) μέσω προκήρυξης σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 65.
(3) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (2), στις ειδικές περιπτώσεις και υπό τις περιστάσεις που αναφέρονται ρητά στο άρθρο 44, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να προσφεύγουν στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού. Η διαδικασία αυτή δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, πλην εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 44.
39.-(1) Στην ανοικτή διαδικασία, μπορεί να υποβάλλει προσφορά, στο πλαίσιο προκήρυξης διαγωνισμού, κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας.
(2) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων (3), (4) και (5), η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών είναι τριάντα πέντε (35) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης σύμβασης.
(3) Σε περίπτωση που οι αναθέτοντες φορείς έχουν δημοσιεύσει περιοδική ενδεικτική προκήρυξη που δεν χρησιμοποιήθηκε η ίδια ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού, δύνανται να περιορίζουν την ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών, όπως ορίζεται στο εδάφιο (2), σε δεκαπέντε (15) ημέρες, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Η περιοδική ενδεικτική προκήρυξη περιέλαβε όλες τις πληροφορίες που οφείλει να περιλαμβάνει η προκήρυξη σύμβασης σύμφωνα με το Παράρτημα VΙ, Μέρος Α, εφόσον οι πληροφορίες αυτές ήταν διαθέσιμες κατά τη στιγμή της δημοσίευσης της περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης·
(β) η περιοδική ενδεικτική προκήρυξη απεστάλη προς δημοσίευση, εντός διαστήματος τριάντα πέντε (35) ημερών έως δώδεκα (12) μηνών, πριν από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης.
(4) Σε περίπτωση που επείγουσα κατάσταση, δεόντως τεκμηριωμένη από τους αναθέτοντες φορείς, καθιστά αδύνατη την τήρηση της ελάχιστης προθεσμίας που προβλέπεται στο εδάφιο (2), οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να ορίζουν ελάχιστη προθεσμία που δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης.
(5) Σε περίπτωση που οι αναθέτοντες φορείς αποδέχονται την υποβολή προσφορών με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τα εδάφια (1), (7) και (8) του άρθρου 72, δύναται να συντομεύουν κατά πέντε (5) ημέρες την προθεσμία παραλαβής των προσφορών που ορίζεται στο εδάφιο (2).
(6) Η προσφορά συνοδεύεται από τις πληροφορίες για την ποιοτική επιλογή, οι οποίες ζητούνται από τους αναθέτοντες φορείς.
40.-(1) Στην κλειστή διαδικασία μπορεί να υποβάλλει αίτηση συμμετοχής, στο πλαίσιο προκήρυξης διαγωνισμού, κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας, παρέχοντας τις πληροφορίες σε σχέση με την ποιοτική επιλογή, οι οποίες ζητούνται από τον αναθέτοντα φορέα.
(2) Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής ορίζεται σε τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης, ή της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών.
(3) Προσφορά μπορούν να υποβάλλουν μόνο οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από τον αναθέτοντα φορέα κατόπιν της αξιολόγησης των πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί. Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να περιορίζουν τον αριθμό κατάλληλων υποψηφίων, οι οποίοι θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 75.
(4) Η προθεσμία παραλαβής των προσφορών μπορεί να ορίζεται με κοινή συμφωνία μεταξύ του αναθέτοντος φορέα και των υποψηφίων που έχουν επιλεγεί, εφόσον παρέχεται σε όλους ίσος χρόνος για την κατάρτιση και την υποβολή των προσφορών τους:
41.-(1) Στη διαδικασία με διαπραγμάτευση με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού μπορεί να υποβάλλει αίτηση συμμετοχής, στο πλαίσιο προκήρυξης διαγωνισμού, κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας παρέχοντας τις πληροφορίες σε σχέση με την ποιοτική επιλογή, οι οποίες ζητούνται από τον αναθέτοντα φορέα.
(2) Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής ορίζεται σε τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης ή, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού χρησιμοποιείται η περιοδική ενδεικτική προκήρυξη, από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δεκαπέντε (15) ημέρες.
(3) Στις διαπραγματεύσεις, μπορούν να συμμετέχουν μόνο οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από τον αναθέτοντα φορέα, κατόπιν της αξιολόγησης των πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό κατάλληλων υποψηφίων, οι οποίοι θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 75.
(4) Η προθεσμία παραλαβής των προσφορών μπορεί να ορίζεται με κοινή συμφωνία μεταξύ του αναθέτοντος φορέα και των υποψηφίων που έχουν επιλεγεί, εφόσον παρέχεται σε όλους ίσος χρόνος για την κατάρτιση και την υποβολή των προσφορών τους:
42.-(1) Στον ανταγωνιστικό διάλογο, μπορεί να υποβάλει αίτηση συμμετοχής κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας, έπειτα από προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 38, παρέχοντας τις πληροφορίες σε σχέση με την ποιοτική επιλογή, οι οποίες ζητούνται από τον αναθέτοντα φορέα.
(2) Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής ορίζεται σε τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης ή, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού χρησιμοποιείται η περιοδική ενδεικτική προκήρυξη, από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δεκαπέντε (15) ημέρες.
(3) Στον ανταγωνιστικό διάλογο δύνανται να συμμετέχουν μόνο οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από τον αναθέτοντα φορέα, κατόπιν αξιολόγησης των πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό κατάλληλων υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 75.
(4) Η σύμβαση ανατίθεται αποκλειστικά βάσει του κριτηρίου ανάθεσης της προσφοράς που παρουσιάζει τη βέλτιστη σχέση τιμής - ποιότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 79.
(5) Στην προκήρυξη του διαγωνισμού και/ή σε περιγραφικό έγγραφο οι αναθέτοντες φορείς:
(α) Παρουσιάζουν και προσδιορίζουν τις εν λόγω ανάγκες και απαιτήσεις τους˙
(β) παρουσιάζουν και προσδιορίζουν τα επιλεγέντα κριτήρια ανάθεσης˙ και
(γ) ορίζουν ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα.
(6)(α) Οι αναθέτοντες φορείς προβαίνουν σε διάλογο με τους συμμετέχοντες που επιλέγονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 73 έως 78. Ο διάλογος αποσκοπεί στη διερεύνηση και στον προσδιορισμό των μέσων που μπορούν να ικανοποιήσουν με τον καλύτερο τρόπο τις ανάγκες των αναθετόντων φορέων. Κατά τη διάρκεια του διαλόγου, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να συζητούν με τους επιλεγέντες συμμετέχοντες όλες τις πτυχές της σύμβασης.
(β) Κατά τη διάρκεια του διαλόγου, οι αναθέτοντες φορείς εξασφαλίζουν την ίση μεταχείριση όλων των συμμετεχόντων. Για το σκοπό αυτό, δεν παρέχουν, κατά τρόπο που να δημιουργεί διακρίσεις, πληροφορίες που ενδέχεται να ευνοούν ορισμένους συμμετέχοντες έναντι των υπολοίπων.
(γ) Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5, οι αναθέτοντες φορείς δεν αποκαλύπτουν στους λοιπούς συμμετέχοντες τις προτεινόμενες λύσεις ή άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες που έχουν διαβιβαστεί από υποψήφιο ή προσφέροντα που συμμετέχει στο διάλογο χωρίς τη συγκατάθεσή του:
(7) Ο ανταγωνιστικός διάλογος μπορεί να διεξάγεται σε διαδοχικές φάσεις, ούτως ώστε να μειώνεται ο αριθμός των υπό εξέταση λύσεων κατά τη φάση του διαλόγου, με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που προσδιορίζονται στην προκήρυξη του διαγωνισμού και/ή στο περιγραφικό έγγραφο. Στην προκήρυξη του διαγωνισμού και/ή στο περιγραφικό έγγραφο, οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν κατά πόσο θα κάνουν χρήση της δυνατότητας αυτής.
(8) Οι αναθέτοντες φορείς συνεχίζουν το διάλογο έως ότου μπορέσουν να προσδιορίσουν την ή τις λύσεις, οι οποίες μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες τους.
(9)(α) Αφού κηρύξουν τη λήξη του διαλόγου και ενημερώσουν σχετικά τους εναπομείναντες συμμετέχοντες, οι αναθέτοντες φορείς τους καλούν να υποβάλουν την τελική προσφορά τους, βάσει της ή των λύσεων που παρουσιάστηκαν και προσδιορίστηκαν κατά τη διάρκεια του διαλόγου, η οποία πρέπει να περιέχει όλα τα απαιτούμενα και αναγκαία στοιχεία για την υλοποίηση του σχεδίου.
(β) Εφόσον ζητηθεί από τον αναθέτοντα φορέα, οι ως άνω προσφορές δύνανται να αποσαφηνίζονται, να εξειδικεύονται και να βελτιστοποιούνται:
(10) Οι αναθέτοντες φορείς αξιολογούν τις προσφορές, τις οποίες λαμβάνουν, βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στην προκήρυξη του διαγωνισμού και/ή στο περιγραφικό έγγραφο.
(11) Εφόσον ζητηθεί από τον αναθέτοντα φορέα, είναι δυνατόν να διεξαχθούν διαπραγματεύσεις με τον προσφέροντα που έχει κριθεί ότι υπέβαλε την προσφορά που παρουσιάζει τη βέλτιστη σχέση τιμής - ποιότητας, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 79, για την επιβεβαίωση των οικονομικών δεσμεύσεων ή άλλων όρων που περιέχονται στην προσφορά, οριστικοποιώντας τους όρους της σύμβασης, εφόσον αυτό δεν συνεπάγεται την ουσιώδη τροποποίηση βασικών στοιχείων της προσφοράς ή της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων των αναγκών και των απαιτήσεων που προσδιορίζονται στην προκήρυξη του διαγωνισμού και/ή στο περιγραφικό έγγραφο, και δεν συνεπάγεται κίνδυνο στρέβλωσης του ανταγωνισμού ή εισαγωγής διακρίσεων.
(12) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να προβλέπουν απονομή βραβείων ή καταβολή χρηματικών ποσών στους συμμετέχοντες στο διάλογο. Σε τέτοια περίπτωση αυτό αναφέρεται στην προκήρυξη της σύμβασης και/ή στο περιγραφικό έγγραφο.
43.-(1) Στη σύμπραξη καινοτομίας, μπορεί να υποβάλει αίτηση συμμετοχής έπειτα από προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 38, κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας, παρέχοντας τις πληροφορίες σε σχέση με την ποιοτική επιλογή, οι οποίες ζητούνται από τον αναθέτοντα φορέα.
(2)(α) Στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, ο αναθέτων φορέας προσδιορίζει την ανάγκη καινοτόμου προϊόντος, υπηρεσίας ή έργου που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί με την αγορά προϊόντων, υπηρεσιών ή έργων που διατίθενται ήδη στην αγορά και αναφέρει ποια στοιχεία της περιγραφής ορίζουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν όλες οι προσφορές.
(β) Οι παρεχόμενες πληροφορίες πρέπει να είναι επαρκώς ακριβείς, ώστε να μπορούν οι οικονομικοί φορείς να αντιλαμβάνονται τη φύση και το αντικείμενο της απαιτούμενης λύσης και να αποφασίζουν αν θα υποβάλουν αίτηση συμμετοχής στη διαδικασία.
(3) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αποφασίσουν να προχωρήσουν σε σύμπραξη καινοτομίας μ’ έναν εταίρο ή με περισσότερους εταίρους που εκτελούν χωριστές δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης.
(4) Στη διαδικασία μπορούν να συμμετάσχουν μόνο οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από τον αναθέτοντα φορέα, κατόπιν της αξιολόγησης των πληροφοριών που έχουν υποβληθεί. Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό των κατάλληλων υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 75.
(5) Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής ορίζεται γενικά σε τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δεκαπέντε (15) ημέρες.
(6) Οι συμβάσεις ανατίθενται αποκλειστικά βάσει του κριτηρίου ανάθεσης της προσφοράς που παρουσιάζει τη βέλτιστη σχέση τιμής - ποιότητας, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 79.
(7)(α) Η σύμπραξη καινοτομίας στοχεύει στην ανάπτυξη καινοτόμου προϊόντος, υπηρεσίας ή έργου και στην επακόλουθη αγορά των προμηθειών, υπηρεσιών ή έργων που προκύπτουν, υπό την προϋπόθεση ότι ανταποκρίνονται στα συμπεφωνημένα, μεταξύ αναθετόντων φορέων και συμμετεχόντων, επίπεδα επιδόσεων και μέγιστου κόστους.
(β) Η σύμπραξη καινοτομίας είναι οργανωμένη σε διαδοχικές φάσεις, σύμφωνα με τα διαδοχικά βήματα της διαδικασίας έρευνας και καινοτομίας, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει την παρασκευή προϊόντων, την παροχή των υπηρεσιών ή την ολοκλήρωση των έργων. Η σύμπραξη καινοτομίας ορίζει ενδιάμεσους στόχους προς επίτευξη από τους εταίρους και προβλέπει την καταβολή της αμοιβής σε κατάλληλες δόσεις.
(γ) Με βάση τους ανωτέρω στόχους, ο αναθέτων φορέας δύναται να αποφασίσει μετά από κάθε φάση να λύσει τη σύμπραξη καινοτομίας ή, σε περίπτωση σύμπραξης καινοτομίας με περισσότερους από έναν εταίρους, να περιορίσει τον αριθμό των εταίρων καταγγέλλοντας επιμέρους συμβάσεις, εφόσον ο αναθέτων φορέας έχει αναφέρει στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης τις δυνατότητες αυτές και τις προϋποθέσεις χρήσης τους.
(8)(α) Εκτός εάν το παρόν άρθρο ορίζει άλλως, οι αναθέτοντες φορείς διαπραγματεύονται με τους προσφέροντες τις αρχικές και όλες τις επακόλουθες προσφορές που υποβάλλουν, εξαιρουμένης της τελικής προσφοράς με σκοπό τη βελτίωση του περιεχομένου τους:
(β) Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, οι αναθέτοντες φορείς εξασφαλίζουν την ίση μεταχείριση όλων των προσφερόντων. Για το σκοπό αυτό, δεν παρέχουν κατά τρόπο που να δημιουργεί διακρίσεις, πληροφορίες που ενδέχεται να ευνοούν ορισμένους προσφέροντες έναντι των υπολοίπων. Ενημερώνουν όλους τους προσφέροντες των οποίων οι προσφορές δεν έχουν αποκλειστεί γραπτώς για τυχόν αλλαγές των τεχνικών προδιαγραφών ή άλλων εγγράφων της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, πέραν εκείνων που καθορίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις. Μετά την ενημέρωση ως προς τις αλλαγές αυτές, οι αναθέτοντες φορείς παρέχουν επαρκές χρονικό διάστημα στους προσφέροντες, ώστε να τροποποιήσουν και να υποβάλουν εκ νέου τροποποιημένες προσφορές, κατά περίπτωση.
(γ) Σύμφωνα με το άρθρο 5, οι αναθέτοντες φορείς δεν αποκαλύπτουν στους λοιπούς συμμετέχοντες εμπιστευτικές πληροφορίες που έχουν διαβιβαστεί από υποψήφιο ή προσφέροντα που συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις, χωρίς τη συγκατάθεσή του:
(δ) Οι διαπραγματεύσεις κατά τις διαδικασίες σύμπραξης καινοτομίας μπορούν να διεξάγονται σε διαδοχικές φάσεις, ούτως ώστε να μειώνεται ο αριθμός των προς διαπραγμάτευση προσφορών με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στην προκήρυξη της σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης. Ο αναθέτων φορέας αναφέρει αν θα κάνει χρήση της δυνατότητας αυτής στην προκήρυξη της σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης.
(9) Κατά την επιλογή των υποψηφίων, οι αναθέτοντες φορείς εφαρμόζουν, ιδίως, τα κριτήρια που σχετίζονται με την ικανότητα των υποψηφίων στο πεδίο της έρευνας και της ανάπτυξης, καθώς και την ικανότητά τους όσον αφορά την ανάπτυξη και την υλοποίηση καινοτόμων λύσεων.
(10) Μόνο οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από τον αναθέτοντα φορέα, κατόπιν της αξιολόγησης των ζητούμενων πληροφοριών, μπορούν να υποβάλλουν σχέδια έρευνας και καινοτομίας για την κάλυψη των αναγκών που έχουν προσδιοριστεί από τον αναθέτοντα φορέα και δεν μπορούν να καλυφθούν από τις υφιστάμενες λύσεις.
(11) Στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, ο αναθέτων φορέας ορίζει τις ρυθμίσεις που εφαρμόζονται στα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας. Σε περίπτωση σύμπραξης καινοτομίας με περισσότερους του ενός εταίρους, ο αναθέτων φορέας, σύμφωνα με το άρθρο 5, δεν αποκαλύπτει στους λοιπούς εταίρους, λύσεις που προτείνονται από εταίρο ή άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες που διαβιβάζονται από αυτόν στο πλαίσιο της σύμπραξης χωρίς τη συγκατάθεσή του:
(12) Ο αναθέτων φορέας εξασφαλίζει ότι η δομή της σύμπραξης και, ιδίως, η διάρκεια και η αξία των διαφόρων φάσεων, λαμβάνει υπόψη το βαθμό καινοτομίας της προτεινόμενης λύσης και τη σειρά των δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας που απαιτούνται για την ανάπτυξη μιας καινοτόμου λύσης που δεν διατίθεται ακόμη στην αγορά. Η εκτιμώμενη αξία των προμηθειών, υπηρεσιών ή έργων που αγοράζονται δεν είναι δυσανάλογη σε σχέση με την επένδυση που απαιτείται για την ανάπτυξή τους.
44. Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να χρησιμοποιούν τη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Σε περίπτωση που ύστερα από διαδικασία με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, είτε δεν υποβλήθηκε καμία προσφορά ή αίτηση συμμετοχής, είτε οι προσφορές ή οι αιτήσεις συμμετοχής που υποβλήθηκαν δεν είναι κατάλληλες, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν τροποποιηθεί ουσιωδώς οι αρχικοί όροι της σύμβασης:
(β) όταν η σύμβαση έχει αποκλειστικά ως στόχο έρευνα, δοκιμές, μελέτη ή ανάπτυξη και όχι την εξασφάλιση κέρδους ή την ανάκτηση των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης και στο βαθμό που η ανάθεση μιας τέτοιας σύμβασης δεν θίγει την προκήρυξη διαγωνισμού για τις επόμενες συμβάσεις που θα επιδιώκουν, ιδίως, αυτούς τους στόχους·
(γ) όταν τα έργα, οι προμήθειες ή οι υπηρεσίες μπορούν να παρασχεθούν μόνο από έναν συγκεκριμένο οικονομικό φορέα για οποιδήποτε από τους πιο κάτω λόγους:
(i) Στόχος της σύμβασης είναι η δημιουργία ή η απόκτηση μοναδικού έργου τέχνης ή καλλιτεχνικής εκδήλωσης,
(ii) δεν υφίσταται ανταγωνισμός για τεχνικούς λόγους,
(iii) υφίστανται λόγοι προστασίας αποκλειστικών δικαιωμάτων, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας:
(δ) στο μέτρο που είναι απολύτως αναγκαίο, εάν λόγω κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα τα οποία ο αναθέτων φορέας δεν θα μπορούσε να προβλέψει, δεν είναι δυνατή η τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται για τις ανοικτές, κλειστές ή διαδικασίες με διαπραγμάτευση με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, υπό την προϋπόθεση ότι οι περιστάσεις τις οποίες επικαλούνται οι αναθέτοντες φορείς για τη δικαιολόγηση της κατεπείγουσας ανάγκης, σε καμία περίπτωση, δεν απορρέουν από δική τους ευθύνη.
(ε) στην περίπτωση συμβάσεων προμηθειών για συμπληρωματικές παραδόσεις που πραγματοποιούνται από τον αρχικό προμηθευτή και προορίζονται, είτε για τη μερική αντικατάσταση προμηθειών ή εγκαταστάσεων, είτε για επέκταση υφιστάμενων προμηθειών ή εγκαταστάσεων, εφόσον η αλλαγή προμηθευτή θα υποχρέωνε τον αναθέτοντα φορέα να αποκτά προμήθειες με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά, τα οποία θα προκαλούσαν ασυμβατότητα ή δυσανάλογες τεχνικές δυσχέρειες στη χρήση και τη συντήρηση·
(στ) για νέα έργα ή υπηρεσίες, που συνίστανται στην επανάληψη παρόμοιων έργων ή υπηρεσιών που ανατέθηκαν στον ανάδοχο στον οποίο είχε ανατεθεί παλαιότερη σύμβαση από τους ίδιους αναθέτοντες φορείς, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω έργα ή υπηρεσίες είναι σύμφωνα με βασικό σχέδιο για το οποίο ανατέθηκε η αρχική σύμβαση σύμφωνα με διαδικασία προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) του άρθρου 38:
(ζ) για προμήθειες που είναι εισηγμένες και αγοράζονται σε χρηματιστήριο εμπορευμάτων·
(η) για τις αγορές ευκαιρίας, όταν, με την αξιοποίηση μιας ιδιαίτερα ευνοϊκής ευκαιρίας που παρουσιάζεται για πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, μπορούν να αποκτηθούν προμήθειες σε τιμή πολύ χαμηλότερη από αυτές που επικρατούν στην αγορά·
(θ) για την αγορά προμηθειών ή υπηρεσιών, υπό ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, είτε από προμηθευτή που παύει οριστικά τις εμπορικές του δραστηριότητες, είτε από τον εκκαθαριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας, δικαστικού συμβιβασμού ή ανάλογης διαδικασίας που προβλέπεται στις εθνικές νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις·
(ι) όταν η σχετική σύμβαση έπεται διαγωνισμού μελετών που έχει διοργανωθεί σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο και πρέπει, σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στο διαγωνισμό μελετών, να ανατεθεί στο νικητή ή σ’ έναν από τους νικητές του διαγωνισμού μελετών· στη δεύτερη περίπτωση, στις διαπραγματεύσεις καλούνται να συμμετάσχουν όλοι οι νικητές του διαγωνισμού.
45.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Μέρους, oι αναθέτοντες φορείς δύνανται να συνάπτουν συμφωνίες – πλαίσιο.
(2) Η διάρκεια μιας συμφωνίας - πλαίσιο δεν μπορεί να υπερβαίνει τα οκτώ (8) έτη, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων που αιτιολογούνται δεόντως, ιδίως λόγω του αντικειμένου της συμφωνίας - πλαίσιο.
(3) Οι συμβάσεις που βασίζονται σε συμφωνία - πλαίσιο ανατίθενται βάσει αντικειμενικών κανόνων και κριτηρίων που διασφαλίζουν την ίση μεταχείριση των οικονομικών φορέων που είναι συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας.
(4) Οι εν λόγω κανόνες και τα κριτήρια προσδιορίζονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης για τη συμφωνία – πλαίσιο, και μπορεί να περιλαμβάνουν την εκ νέου διεξαγωγή του διαγωνισμού για τους οικονομικούς φορείς που είναι μέρη της συμφωνίας – πλαίσιο, όπως συνάφθηκε. Εφόσον περιλαμβάνεται διεξαγωγή νέου διαγωνισμού, οι αναθέτοντες φορείς ορίζουν επαρκή προθεσμία για την υποβολή προσφορών για κάθε συγκεκριμένη προς υπογραφή σύμβαση και οι αναθέτοντες φορείς αναθέτουν κάθε σύμβαση στον προσφέροντα που υπέβαλε την καλύτερη προσφορά, βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που έχουν καθοριστεί στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης για τη συμφωνία – πλαίσιο.
(5) Οι αναθέτοντες φορείς δεν μπορούν να προσφεύγουν σε συμφωνίες – πλαίσιο καταχρηστικά ή κατά τρόπο που να εμποδίζει, να περιορίζει ή να στρεβλώνει τον ανταγωνισμό.
46.-(1) Για αγορές τρέχουσας χρήσης των οποίων τα χαρακτηριστικά, όπως είναι γενικώς διαθέσιμα στην αγορά, ικανοποιούν τις απαιτήσεις των αναθετόντων φορέων, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να χρησιμοποιούν δυναμικό σύστημα αγορών. Το δυναμικό σύστημα αγορών λειτουργεί ως μια εξολοκλήρου ηλεκτρονική διαδικασία και είναι ανοικτό καθόλη την περίοδο της ισχύος του σε κάθε οικονομικό φορέα που πληρεί τα κριτήρια επιλογής.
(2) Το δυναμικό σύστημα αγορών μπορεί να χωριστεί σε κατηγορίες προϊόντων, έργων ή υπηρεσιών που ορίζονται αντικειμενικά με βάση τα χαρακτηριστικά της σύμβασης που πρέπει να εκτελεστεί στο πλαίσιο της εκάστοτε κατηγορίας. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν αναφορά στο μέγιστο επιτρεπόμενο μέγεθος των επακόλουθων ειδικών συμβάσεων ή σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή στην οποία θα εκτελεστούν επακόλουθες ειδικές συμβάσεις:
(3) Για τη σύναψη σύμβασης στο πλαίσιο δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτοντες φορείς ακολουθούν τους κανόνες της κλειστής διαδικασίας, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (5).
(4) Όλοι οι υποψήφιοι που ικανοποιούν τα κριτήρια επιλογής γίνονται δεκτοί στο σύστημα. Ο αριθμός των υποψηφίων που γίνονται δεκτοί στο σύστημα δεν περιορίζεται.
(5) Παρά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 40, εφαρμόζονται οι ακόλουθες προθεσμίες:
(α) Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής είναι τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης σύμβασης ή, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού χρησιμοποιείται η περιοδική ενδεικτική προκήρυξη, από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη από δεκαπέντε (15) ημέρες. Άπαξ και αποσταλεί η πρόσκληση υποβολής προσφορών για την πρώτη συγκεκριμένη σύμβαση στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, δεν εφαρμόζονται άλλες προθεσμίες για την παραλαβή αιτήσεων συμμετοχής∙
(β) η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών είναι τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών. Κατά περίπτωση, εφαρμόζεται το εδάφιο (4) του άρθρου 40.
(6) Όλες οι επικοινωνίες στο πλαίσιο δυναμικού συστήματος αγορών πραγματοποιούνται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τα εδάφια (1), (5), (7) και (8) του άρθρου 72.
(7) Για τους σκοπούς της ανάθεσης συμβάσεων βάσει ενός δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτοντες φορείς:
(α) Δημοσιεύουν προκήρυξη διαγωνισμού, στην οποία καθίσταται σαφές ότι πρόκειται για δυναμικό σύστημα αγορών·
(β) διευκρινίζουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης τουλάχιστον τη φύση και την εκτιμώμενη ποσότητα των προβλεπόμενων αγορών, καθώς και όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που αφορούν το δυναμικό σύστημα αγορών, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου λειτουργίας του, το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό εξοπλισμό και τις τεχνικές ρυθμίσεις και προδιαγραφές της σύνδεσης·
(γ) αναφέρουν κάθε διαίρεση σε κατηγορίες προϊόντων, έργων ή υπηρεσιών και τα χαρακτηριστικά τους˙
(δ) για όσο διάστημα είναι σε ισχύ το σύστημα, προσφέρουν ελεύθερη, άμεση και πλήρη πρόσβαση στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 69.
(8) Οι αναθέτοντες φορείς παρέχουν, καθόλη την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών, τη δυνατότητα σε κάθε οικονομικό φορέα να ζητήσει να συμμετάσχει στο σύστημα, βάσει των όρων που αναφέρονται στα εδάφια (3) έως (5).
(9) Υπό την επιφύλαξη του εδαφίου (10), οι αναθέτοντες φορείς ολοκληρώνουν την αξιολόγηση των αιτήσεων συμμετοχής, σύμφωνα με τα κριτήρια επιλογής, εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή τους. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί σε δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες σε μεμονωμένες περιπτώσεις, όταν αυτό δικαιολογείται, ιδίως, λόγω της ανάγκης να εξεταστούν συμπληρωματικά έγγραφα ή να επαληθευθεί διαφορετικά αν πληρούνται τα κριτήρια επιλογής.
(10) Κατά παρέκκλιση από το εδάφιο (9) και εφόσον δεν έχει αποσταλεί η πρόσκληση υποβολής προσφορών για την πρώτη συγκεκριμένη σύμβαση στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να παρατείνουν την περίοδο αξιολόγησης, υπό την προϋπόθεση ότι δεν δημοσιεύεται πρόσκληση υποβολής προσφορών κατά την παραταθείσα περίοδο αξιολόγησης. Η διάρκεια της παράτασης που προτίθενται να εφαρμόσουν οι αναθέτοντες φορείς επισημαίνεται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης.
(11) Οι αναθέτοντες φορείς ενημερώνουν το ταχύτερο δυνατό το σχετικό οικονομικό φορέα, αν έχει επιλεγεί να συμμετάσχει στο δυναμικό σύστημα αγορών ή όχι.
(12) Οι αναθέτοντες φορείς προσκαλούν όλους τους επιλεχθέντες συμμετέχοντες να υποβάλουν προσφορά για κάθε συγκεκριμένη σύμβαση στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, σύμφωνα με το άρθρο 70. Όταν το δυναμικό σύστημα αγορών χωρίζεται σε κατηγορίες έργων, προϊόντων ή υπηρεσιών, οι αναθέτοντες φορείς καλούν όλους τους συμμετέχοντες οι οποίοι έχουν επιλεγεί για την κατηγορία που αντιστοιχεί στη σχετική συγκεκριμένη σύμβαση να υποβάλουν προσφορά.
(13) Οι αναθέτοντες φορείς αναθέτουν τη σύμβαση στον προσφέροντα που υποβάλλει την καλύτερη προσφορά, βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στην προκήρυξη της σύμβασης για το δυναμικό σύστημα αγορών, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, ή, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού έχει χρησιμοποιηθεί γνωστοποίηση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής, στην πρόσκληση υποβολής προσφοράς. Τα κριτήρια αυτά μπορούν, κατά περίπτωση, να προσδιορίζονται με μεγαλύτερη ακρίβεια στην πρόσκληση υποβολής προσφορών.
(14)(α) Οι αναθέτοντες φορείς, οι οποίοι σύμφωνα με το άρθρο 77 εφαρμόζουν τους λόγους αποκλεισμού και κριτήρια επιλογής που προβλέπονται στον περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2016, δύνανται, ανά πάσα στιγμή, κατά τη διάρκεια της περιόδου ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών, να απαιτούν από τους επιλεχθέντες συμμετέχοντες να υποβάλουν ανανεωμένη και επικαιροποιημένη υπεύθυνη δήλωση, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 59 του εν λόγω Νόμου, εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία διαβίβασης του αιτήματος.
(β) Τα εδάφια (2)(δ), (2)(ε) και (4) του άρθρου 59 του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016 εφαρμόζονται καθόλη την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών.
(15) Οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών στην προκήρυξη του διαγωνισμού και ενημερώνουν την Επιτροπή για οποιαδήποτε μεταβολή της περιόδου ισχύος, μέσω των κατωτέρω τυποποιημένων εντύπων:
(α) Εάν η περίοδος ισχύος μεταβάλλεται χωρίς να παύει η λειτουργία του συστήματος, μέσω του εντύπου που χρησιμοποιείται αρχικά για την προκήρυξη διαγωνισμού για το δυναμικό σύστημα αγορών·
(β) εάν παύει η λειτουργία του συστήματος, μέσω της γνωστοποίησης συναφθείσας σύμβασης που αναφέρεται στο άρθρο 66.
(16) Στους οικονομικούς φορείς που ενδιαφέρονται ή συμμετέχουν στο δυναμικό σύστημα αγορών δεν επιβάλλεται καμία χρέωση πριν ή κατά την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών.
47.-(1) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, στους οποίους παρουσιάζονται νέες, μειωμένες τιμές ή/και νέες αξίες όσον αφορά ορισμένα στοιχεία των προσφορών. Για το σκοπό αυτό, οι αναθέτοντες φορείς διοργανώνουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό με τη μορφή επαναλαμβανόμενης ηλεκτρονικής διαδικασίας, διεξαγόμενης έπειτα από προκαταρκτική πλήρη αξιολόγηση των προσφορών, η οποία επιτρέπει την ταξινόμησή τους με βάση αυτόματες μεθόδους αξιολόγησης:
(2) Στις ανοικτές, κλειστές ή διαδικασίες με διαπραγμάτευση με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αποφασίζουν την ανάθεση σύμβασης κατόπιν ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, όταν το περιεχόμενο των εγγράφων της διαδικασίας σύναψης σύμβασης και ιδίως οι τεχνικές προδιαγραφές δύνανται να διατυπωθούν με ακρίβεια. Υπό τους ιδίους όρους, ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί και κατά τη διεξαγωγή νέου διαγωνισμού μεταξύ των συμβαλλομένων μερών συμφωνίας - πλαίσιο, όπως προβλέπεται στα εδάφια (3) έως (5) του άρθρου 45, καθώς και κατά τη διεξαγωγή διαγωνισμού για την ανάθεση συμβάσεων στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 46.
(3) Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός βασίζεται σ’ ένα από τα ακόλουθα στοιχεία των προσφορών:
(α) Μόνο στις τιμές όταν η σύμβαση ανατίθεται αποκλειστικά βάσει της τιμής˙
(β) στις τιμές ή/και στις νέες αξίες των χαρακτηριστικών των προσφορών που επισημαίνονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, εφόσον η σύμβαση ανατίθεται βάσει του κριτηρίου ανάθεσης της προσφοράς που παρουσιάζει τη βέλτιστη σχέση τιμής - ποιότητας, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 79 ή βάσει της προσφοράς με το χαμηλότερο κόστος σύμφωνα με μια προσέγγιση βασιζόμενη στη σχέση αποδοτικότητας - κόστους.
(4) Οι αναθέτοντες φορείς που αποφασίζουν να κάνουν χρήση ηλεκτρονικού πλειστηριασμού το επισημαίνουν στην προκήρυξη της σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή σε περίπτωση που χρησιμοποιείται γνωστοποίηση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού, στην πρόσκληση υποβολής προσφορών. Τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στο Παράρτημα VIΙ. Παράρτημα VIΙ.
(5)(α) Προτού προβούν στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, οι αναθέτοντες φορείς διενεργούν μια πρώτη πλήρη αξιολόγηση των προσφορών, σύμφωνα με το ή τα κριτήρια ανάθεσης και με τη στάθμισή τους, όπως έχει καθοριστεί.
(β) Η προσφορά θεωρείται παραδεκτή όταν έχει υποβληθεί από προσφέροντα που δεν έχει αποκλειστεί σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 75 ή το εδάφιο (1) του άρθρου 77 και πληρεί τα κριτήρια επιλογής των άρθρων 75 και 77 και του οποίου η προσφορά είναι σύμφωνη με τις τεχνικές προδιαγραφές, χωρίς να είναι μη κανονική ή απαράδεκτη ή ακατάλληλη. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου:
(i) Μη κανονικές θεωρούνται οι προσφορές που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των εγγράφων της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, και/ή παρελήφθησαν καθυστερημένα, και/ή για τις οποίες υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία συμπαιγνίας ή διαφθοράς ή κρίνονται από τον αναθέτοντα φορέα ασυνήθιστα χαμηλές,
(ii) απαράδεκτες θεωρούνται οι προσφορές που υποβάλλονται από προσφέροντες οι οποίοι δεν διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα και προσφέροντες των οποίων η τιμή υπερβαίνει τον προϋπολογισμό του αναθέτοντος φορέα, όπως καθορίσθηκε και τεκμηριώθηκε πριν από την έναρξη της διαδικασίας σύναψης σύμβασης,
(iii) ακατάλληλη θεωρείται μια προσφορά άσχετη με τη σύμβαση και προδήλως ανίκανη, χωρίς ουσιαστικές αλλαγές, να ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις απαιτήσεις του αναθέτοντος φορέα, όπως προσδιορίζονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης. Μια αίτηση συμμετοχής θεωρείται ακατάλληλη εάν ο σχετικός οικονομικός φορέας πρόκειται ή μπορεί να αποκλειστεί σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 75 ή το εδάφιο (1) του άρθρου 77 ή δεν πληρεί τα κριτήρια επιλογής που ορίζει ο αναθέτων φορέας σύμφωνα με τα άρθρα 75 ή/και 77.
(γ) Όλοι οι προσφέροντες που έχουν υποβάλει αποδεκτές προσφορές καλούνται ταυτόχρονα και με ηλεκτρονικά μέσα να συμμετάσχουν στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, χρησιμοποιώντας, κατά την προσδιορισμένη ημερομηνία και ώρα, τα στοιχεία σύνδεσης σύμφωνα με τις οδηγίες που παρέχονται στην πρόσκληση. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός μπορεί να διεξάγεται σε διαδοχικές φάσεις. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός δεν αρχίζει προτού παρέλθουν δύο εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία αποστολής των προσκλήσεων.
(6)(α) Η πρόσκληση συνοδεύεται από το αποτέλεσμα της πλήρους αξιολόγησης της σχετικής προσφοράς, η οποία γίνεται σύμφωνα με τη στάθμιση που προβλέπεται στο εδάφιο (7) του άρθρου 79.
(β) Στην πρόσκληση αναφέρεται ο μαθηματικός τύπος που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί, κατά τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, για την αυτόματη ανακατάταξη των προσφορών, βάσει των νέων τιμών ή/και των νέων αξιών που υποβάλλονται. Ο μαθηματικός αυτός τύπος περιλαμβάνει τους συντελεστές στάθμισης όλων των κριτηρίων που έχουν οριστεί για τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, όπως αναφέρεται στην προκήρυξη που χρησιμοποιείται ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού ή σε άλλα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης. Προς τούτο, όμως, τυχόν περιθώρια διακύμανσης περιορίζονται εκ των προτέρων σε συγκεκριμένη τιμή.
(γ) Σε περίπτωση που επιτρέπονται εναλλακτικές προσφορές, προβλέπεται χωριστός μαθηματικός τύπος για κάθε εναλλακτική προσφορά.
(7) Κατά τη διάρκεια κάθε φάσης του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, οι αναθέτοντες φορείς γνωστοποιούν αμέσως σε όλους τους προσφέροντες τις πληροφορίες εκείνες τουλάχιστον που τους δίνουν τη δυνατότητα να γνωρίζουν, ανά πάσα στιγμή, την αντίστοιχη κατάταξή τους. Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται, εάν έχει επισημανθεί εκ των προτέρων, να γνωστοποιούν και άλλες πληροφορίες σχετικά με άλλες τιμές ή αξίες που υποβάλλονται και να ανακοινώνουν τον αριθμό των συμμετεχόντων σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη φάση του πλειστηριασμού:
(8)(α) Οι αναθέτοντες φορείς περατώνουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό μ’ έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους τρόπους:
(i) Κατά την προκαθορισμένη ημερομηνία και ώρα,
(ii) όταν δεν λαμβάνουν πλέον νέες τιμές ή νέες αξίες που να πληρούν τις απαιτήσεις όσον αφορά τις ελάχιστες διαφοροποιήσεις, εφόσον έχουν ορίσει προηγουμένως το διάστημα που θα επιτρέψουν να παρέλθει από την παραλαβή της τελευταίας υποβολής πριν να περατώσουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, ή
(iii) αφού ολοκληρωθεί ο προκαθορισμένος αριθμός φάσεων του πλειστηριασμού.
(β) Εάν οι αναθέτοντες φορείς προτίθενται να περατώσουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό σύμφωνα με την υποπαράγραφο (iii) της παραγράφου (α), ενδεχομένως σε συνδυασμό με τον τρόπο που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (ii) της ίδιας παραγράφου, η πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό θα πρέπει να αναφέρει το χρονοδιάγραμμα κάθε φάσης του πλειστηριασμού.
(9) Μετά την περάτωση του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, οι αναθέτοντες φορείς αναθέτουν τη σύμβαση σύμφωνα με το άρθρο 79, με βάση τα αποτελέσματα του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.
48.-(1)(α) Όταν απαιτείται η χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να ορίζουν ότι οι προσφορές πρέπει να υποβάλλονται υπό τη μορφή ηλεκτρονικού καταλόγου ή να περιλαμβάνουν ηλεκτρονικό κατάλογο.
(β) Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων δύναται με Διάταγμά της να καταστήσει υποχρεωτική τη χρήση ηλεκτρονικών καταλόγων για ορισμένα είδη συμβάσεων.
(2) Οι προσφορές που παρουσιάζονται υπό τη μορφή ηλεκτρονικού καταλόγου μπορούν να συνοδεύονται από άλλα έγγραφα, που συμπληρώνουν την προσφορά.
(3) Οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι καταρτίζονται από τους υποψηφίους ή τους προσφέροντες, με σκοπό τη συμμετοχή τους σε μια συγκεκριμένη διαδικασία σύναψης σύμβασης, σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές και το μορφότυπο που έχει καθοριστεί από τον αναθέτοντα φορέα.
(4) Οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις για τα εργαλεία ηλεκτρονικής επικοινωνίας, όπως και με τυχόν επιπρόσθετες απαιτήσεις που καθορίζονται από τον αναθέτοντα φορέα σύμφωνα με το άρθρο 72.
(5) Εάν η παρουσίαση προσφορών υπό τη μορφή ηλεκτρονικών καταλόγων είναι αποδεκτή ή υποχρεωτική, οι αναθέτοντες φορείς:
(α) Το αναφέρουν στην προκήρυξη σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, ή σε περίπτωση που ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού έχει χρησιμοποιηθεί γνωστοποίηση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής, στην πρόσκληση υποβολής προσφορών ή συμμετοχής στη διαπραγμάτευση·
(β) επισημαίνουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης όλες τις αναγκαίες πληροφορίες σύμφωνα με το εδάφιο (8) του άρθρου 72, όσον αφορά το μορφότυπο, το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό εξοπλισμό και τις τεχνικές ρυθμίσεις και προδιαγραφές της σύνδεσης για τον κατάλογο.
(6) Εάν έχει συναφθεί συμφωνία - πλαίσιο με περισσότερους του ενός οικονομικούς φορείς έπειτα από την υποβολή προσφορών υπό τη μορφή ηλεκτρονικών καταλόγων, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να ορίζουν ότι η προκήρυξη νέου διαγωνισμού για συγκεκριμένες συμβάσεις λαμβάνει χώρα βάσει ενημερωμένων καταλόγων. Στην περίπτωση αυτή, οι αναθέτοντες φορείς χρησιμοποιούν μία από τις ακόλουθες μεθόδους:
(α) Καλούν τους προσφέροντες να υποβάλουν εκ νέου τους ηλεκτρονικούς καταλόγους τους, προσαρμοσμένους στις απαιτήσεις της εν λόγω σύμβασης· ή
(β) ενημερώνουν τους προσφέροντες ότι σκοπεύουν να συλλέξουν από τους ηλεκτρονικούς καταλόγους που έχουν ήδη υποβληθεί τις πληροφορίες που απαιτούνται, ώστε να καταρτίσουν προσφορές προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις της συγκεκριμένης σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση της εν λόγω μεθόδου έχει επισημανθεί στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης για τη συμφωνία - πλαίσιο.
(7)(α) Εάν οι αναθέτοντες φορείς προκηρύσσουν νέο διαγωνισμό για συγκεκριμένες συμβάσεις σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (6), ενημερώνουν τους προσφέροντες για την ημερομηνία και την ώρα κατά την οποία σκοπεύουν να συλλέξουν τις πληροφορίες που απαιτούνται, ούτως ώστε να καταρτίσουν προσφορές προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις της εν λόγω συγκεκριμένης σύμβασης και παρέχουν στους προσφέροντες τη δυνατότητα να αρνηθούν την εν λόγω συλλογή πληροφοριών.
(β) Οι αναθέτοντες φορείς προβλέπουν επαρκές χρονικό διάστημα μεταξύ της κοινοποίησης και της συλλογής των πληροφοριών.
(γ) Πριν από την ανάθεση της σύμβασης, οι αναθέτοντες φορείς παρουσιάζουν τις συλλεγείσες πληροφορίες στον ενδιαφερόμενο προσφέροντα, δίνοντάς του την ευκαιρία να αμφισβητήσει ή να επιβεβαιώσει ότι η προσφορά που προέκυψε με αυτόν τον τρόπο δεν περιέχει ουσιώδη σφάλματα.
(8)(α) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αναθέτουν συμβάσεις, βάσει δυναμικού συστήματος αγορών, απαιτώντας οι προσφορές για μια συγκεκριμένη σύμβαση να υποβάλλονται υπό τη μορφή ηλεκτρονικού καταλόγου.
(β) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται επίσης να αναθέτουν συμβάσεις, βάσει δυναμικού συστήματος αγορών, σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (6) και το εδάφιο (7), υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση συμμετοχής στο δυναμικό σύστημα αγορών συνοδεύεται από ηλεκτρονικό κατάλογο σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές και τον μορφότυπο που ορίζεται από τον αναθέτοντα φορέα. Στη συνέχεια, ο εν λόγω κατάλογος συμπληρώνεται από τους υποψηφίους, αφού ενημερωθούν για την πρόθεση του αναθέτοντος φορέα να καταρτίσει προσφορές μέσω της διαδικασίας της παραγράφου (β) του εδαφίου (6).
49.-(1)(α) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αποκτούν έργα, προμήθειες ή/και υπηρεσίες από κεντρική αρχή αγορών που προσφέρει κεντρικές δραστηριότητες αγορών.
(β) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αποκτούν έργα, προμήθειες και υπηρεσίες χρησιμοποιώντας συμβάσεις που ανατίθενται από κεντρική αρχή αγορών, χρησιμοποιώντας δυναμικά συστήματα αγορών που διαχειρίζεται κεντρική αρχή αγορών, ή χρησιμοποιώντας συμφωνία – πλαίσιο, η οποία συνάπτεται από κεντρική αρχή αγορών προσφέρουσα κεντρικές δραστηριότητες αγορών. Όταν ένα δυναμικό σύστημα αγορών, το οποίο χειρίζεται μια κεντρική αρχή αγορών, μπορεί να χρησιμοποιείται από λοιπούς αναθέτοντες φορείς, αυτό αναφέρεται στην προκήρυξη διαγωνισμού με την οποία εισάγεται το δυναμικό σύστημα αγορών.
(γ) Σε σχέση με τις παραγράφους (α) και (β), το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να προβλέπει ότι ορισμένες διαδικασίες σύναψης συμβάσεων πραγματοποιούνται με προσφυγή σε κεντρικές αρχές αγορών ή σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες κεντρικές αρχές αγορών.
(2) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3), ένας αναθέτων φορέας εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του δυνάμει του παρόντος Νόμου όταν:
(α) Αποκτά προμήθειες ή υπηρεσίες από κεντρική αρχή αγορών, η οποία προσφέρει κεντρικές δραστηριότητες αγορών∙ ή
(β) αποκτά έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες χρησιμοποιώντας συμβάσεις που ανατίθενται από την κεντρική αρχή αγορών, χρησιμοποιώντας δυναμικά συστήματα αγορών που διαχειρίζεται η κεντρική αρχή αγορών, ή χρησιμοποιώντας συμφωνία - πλαίσιο που συνάπτεται από κεντρική αρχή αγορών.
(3) Ο αναθέτων φορέας είναι υπεύθυνος για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του, δυνάμει του παρόντος Νόμου, για τα μέρη που διεξάγονται από τον ίδιο, ιδίως:
(α) Την ανάθεση σύμβασης, στο πλαίσιο δυναμικού συστήματος αγορών, το οποίο διαχειρίζεται κεντρική αρχή αγορών,
(β) τη διεξαγωγή νέου διαγωνισμού, βάσει της συμφωνίας - πλαίσιο, η οποία έχει συναφθεί από κεντρική αρχή αγορών.
(4) Όλες οι διαδικασίες σύναψης σύμβασης που διεξάγονται από κεντρική αρχή αγορών εκτελούνται μέσω ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 72.
(5) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται, χωρίς να εφαρμόζουν τις διαδικασίες του παρόντος Νόμου, να αναθέτουν σύμβαση υπηρεσιών για την παροχή υπηρεσιών κεντρικών δραστηριοτήτων αγορών σε κεντρική αρχή αγορών. Αυτές οι συμβάσεις υπηρεσιών μπορεί επίσης να περιλαμβάνουν την παροχή επικουρικών δραστηριοτήτων αγορών.
50.-(1) Δύο ή περισσότεροι αναθέτοντες φορείς δύνανται να συμφωνούν να εκτελούν συγκεκριμένες διαδικασίες σύναψης συμβάσεων από κοινού.
(2) Στις περιπτώσεις όπου μια διαδικασία σύναψης σύμβασης εκτελείται εξολοκλήρου από κοινού εξ ονόματος και για λογαριασμό όλων των αναθετόντων φορέων, αυτοί οι αναθέτοντες φορείς έχουν ευθύνη, αλληλέγγυα, για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από τον παρόντα Νόμο. Τούτο ισχύει και σε περιπτώσεις όπου τη διαδικασία διαχειρίζεται ένας μόνο αναθέτων φορέας, ενεργώντας τόσο για δικό του λογαριασμό όσο και για λογαριασμό των υπολοίπων αναθετόντων φορέων.
(3) Στις περιπτώσεις όπου η διαδικασία σύναψης σύμβασης δεν εκτελείται εξ ολοκλήρου εξ ονόματος και για λογαριασμό των ενδιαφερόμενων αναθετόντων φορέων, οι φορείς έχουν, αλληλέγγυα, ευθύνη μόνο για τα μέρη εκείνα που εκτελούνται από κοινού. Κάθε αναθέτων φορέας φέρει την αποκλειστική ευθύνη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, για τα μέρη που αναλαμβάνει ιδίω ονόματι και για δικό του λογαριασμό.
51.-(1) Υπό την επιφύλαξη των άρθρων 30 έως 33, αναθέτοντες φορείς από διαφορετικά κράτη μέλη δύνανται να ενεργούν από κοινού για την ανάθεση συμβάσεων, χρησιμοποιώντας ένα από τα μέσα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο:
(2) Υπό την επιφύλαξη του εδαφίου (3), οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να χρησιμοποιούν κεντρικές δραστηριότητες αγορών προσφερόμενες από κεντρική αρχή αγορών εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος.
(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με απόφασή του να προσδιορίζει ότι, όσον αφορά κεντρικές δραστηριότητες αγορών που προσφέρονται από κεντρικές αρχές αγορών εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να χρησιμοποιούν μόνο τις «κεντρικές δραστηριότητες αγορών» ως ορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 2.
(4)(α) Η παροχή των κεντρικών δραστηριοτήτων αγορών από κεντρική αρχή αγορών εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος πραγματοποιείται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η κεντρική αρχή αγορών.
(β) Οι εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η κεντρική αρχή αγορών εφαρμόζονται επίσης στα ακόλουθα:
(i) Στην ανάθεση σύμβασης στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών,
(ii) στη διεξαγωγή νέου διαγωνισμού στο πλαίσιο συμφωνίας – πλαίσιο.
(5)(α) Αναθέτοντες φορείς από διαφορετικά κράτη μέλη δύνανται, από κοινού, να αναθέτουν δημόσια σύμβαση, να συνάπτουν συμφωνία - πλαίσιο ή να λειτουργούν δυναμικό σύστημα αγορών. Δύνανται επίσης να αναθέτουν συμβάσεις βάσει της συμφωνίας - πλαίσιο ή του δυναμικού συστήματος αγορών. Εκτός αν τα αναγκαία στοιχεία ρυθμίζονται από διεθνή συμφωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών μελών, οι συμμετέχοντες αναθέτοντες φορείς συνάπτουν συμφωνία όπου προσδιορίζονται τα εξής:
(i) Οι ευθύνες των μερών και οι σχετικές εφαρμοστέες εθνικές διατάξεις,
(ii) η εσωτερική οργάνωση της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης της διαδικασίας, της κατανομής των έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών που πρόκειται να αποκτηθούν και της σύναψης των συμβάσεων.
(β) Ένας συμμετέχων αναθέτων φορέας εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του, δυνάμει του παρόντος Νόμου, όταν αγοράζει έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες από τον αναθέτοντα φορέα που είναι υπεύθυνος για τη διαδικασία σύναψης σύμβασης. Για τον προσδιορισμό των ευθυνών και του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου σύμφωνα με την υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α), οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αποφασίζουν να κατανείμουν συγκεκριμένες ευθύνες μεταξύ τους και να ορίσουν τις σχετικές εφαρμοστέες διατάξεις των εθνικών δικαίων οποιουδήποτε κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος τουλάχιστον ένας από τους συμμετέχοντες φορείς. Η κατανομή ευθυνών και το σχετικό εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο αναφέρονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης για τις από κοινού ανατιθέμενες συμβάσεις.
(6)(α) Σε περίπτωση που αναθέτοντες φορείς από διαφορετικά κράτη μέλη έχουν συστήσει κοινό φορέα, συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών ομίλων εδαφικής συνεργασίας δυνάμει του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Ιουλίου 2006, για τον ευρωπαϊκό όμιλο εδαφικής συνεργασίας, ή άλλων φορέων που ιδρύονται δυνάμει της νομοθεσίας της Ένωσης, οι συμμετέχοντες αναθέτοντες φορείς συμφωνούν, μέσω απόφασης του αρμόδιου οργάνου του κοινού φορέα, επί των εφαρμοστέων εθνικών κανόνων περί των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων ενός από τα ακόλουθα κράτη μέλη:
(i) Των εθνικών διατάξεων του κράτους μέλους όπου έχει την έδρα του ο κοινός φορέας,
(ii) των εθνικών διατάξεων του κράτους μέλους όπου διεξάγει τις δραστηριότητές του ο κοινός φορέας.
(β) Η συμφωνία που αναφέρεται στην παράγραφο (α) μπορεί, είτε να εφαρμόζεται για αόριστο χρονικό διάστημα, όταν καθορίζεται στη συστατική πράξη του κοινού φορέα, είτε να περιορίζεται σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, σε ορισμένα είδη συμβάσεων ή σε μία ή περισσότερες μεμονωμένες αναθέσεις συμβάσεων.
52.-(1) Πριν την έναρξη της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να διεξάγουν διαβουλεύσεις με την αγορά, προκειμένου να προετοιμάσουν τη διαδικασία σύναψης σύμβασης και να ενημερώσουν τους οικονομικούς φορείς για τα σχέδια και τις απαιτήσεις τους όσον αφορά τη διαδικασία σύναψης σύμβασης.
(2) Για το σκοπό που αναφέρεται στο εδάφιο (1), οι αναθέτοντες φορείς μπορούν, ιδίως, να ζητούν ή να δέχονται τις συμβουλές ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων ή αρχών ή συμμετεχόντων της αγοράς. Οι εν λόγω συμβουλές δύνανται να χρησιμοποιούνται για το σχεδιασμό και τη διεξαγωγή της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, εφόσον δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη στρέβλωση του ανταγωνισμού και την παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της αποφυγής των διακρίσεων.
53.-(1) Σε περίπτωση που ένας υποψήφιος, ένας προσφέρων ή μια επιχείρηση, η οποία σχετίζεται με υποψήφιο ή προσφέροντα, έχει παράσχει συμβουλές στον αναθέτοντα φορέα, είτε εντός είτε εκτός του πλαισίου του άρθρου 52, ή έχει εμπλακεί με οποιοδήποτε τρόπο στην προετοιμασία της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, ο αναθέτων φορέας λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίσει τη μη στρέβλωση του ανταγωνισμού, λόγω της συμμετοχής του εν λόγω υποψηφίου ή προσφέροντος.
(2) Τα μέτρα που λαμβάνει ο αναθέτων φορέας σύμφωνα με το εδάφιο (1), περιλαμβάνουν τη γνωστοποίηση στους λοιπούς υποψηφίους και προσφέροντες σχετικών πληροφοριών που ανταλλάχθηκαν στο πλαίσιο της προηγούμενης εμπλοκής του υποψηφίου ή του προσφέροντος στην προετοιμασία της διαδικασίας σύναψης σύμβασης και τον προσδιορισμό επαρκών προθεσμιών για την παραλαβή των προσφορών.
(3) Ο υποψήφιος ή ο προσφέρων που αναφέρεται στο εδάφιο (1) αποκλείεται από τη διαδικασία, μόνο εάν δεν υπάρχει άλλος τρόπος να διασφαλιστεί συμμόρφωση με την υποχρέωση τήρησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης:
(4) Τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το εδάφιο (1), τεκμηριώνονται στη χωριστή έκθεση που απαιτείται δυνάμει του άρθρου 97.
54.-(1)(α) Οι τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο Παράρτημα VIIΙ, σημείο (1) καθορίζονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης και προσδιορίζουν τα χαρακτηριστικά που απαιτείται να έχουν τα έργα, οι υπηρεσίες ή οι προμήθειες:
(β) Για όλες τις συμβάσεις που προορίζονται για χρήση από φυσικά πρόσωπα, είτε πρόκειται για το ευρύ κοινό, είτε για το προσωπικό του αναθέτοντος φορέα, οι εν λόγω τεχνικές προδιαγραφές καταρτίζονται με τρόπο ώστε να λαμβάνουν υπόψη τα κριτήρια προσβασιμότητας για άτομα με αναπηρίες ή το σχεδιασμό για όλους τους χρήστες:
(2) Οι τεχνικές προδιαγραφές εξασφαλίζουν ισότιμη πρόσβαση των οικονομικών φορέων στη διαδικασία σύναψης σύμβασης και δεν πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αδικαιολόγητων εμποδίων στο άνοιγμα της σύμβασης στον ανταγωνισμό.
(3) Υπό την επιφύλαξη της νομοθεσίας που ισχύει στη Δημοκρατία αναφορικά με υποχρεωτικούς τεχνικούς κανόνες και νοουμένου ότι η νομοθεσία αυτή είναι σύμφωνη με το δίκαιο της Ένωσης, οι τεχνικές προδιαγραφές διατυπώνονται μ’ έναν από τους ακόλουθους τρόπους:
(α) Ως επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών, υπό την προϋπόθεση ότι οι τιθέμενοι παράμετροι είναι επαρκώς ακριβείς, ώστε να επιτρέπουν στους προσφέροντες να προσδιορίζουν το αντικείμενο της σύμβασης και στους αναθέτοντες φορείς να αναθέτουν τη σύμβαση·
(β) με παραπομπή σε τεχνικές προδιαγραφές και, με σειρά προτεραιότητας, σε εθνικά πρότυπα που μεταφέρουν ευρωπαϊκά πρότυπα, ευρωπαϊκές τεχνικές αξιολογήσεις, κοινές τεχνικές προδιαγραφές, διεθνή πρότυπα, άλλα τεχνικά συστήματα αναφοράς που έχουν θεσπιστεί από ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης ή - όταν αυτά δεν υπάρχουν - σε κυπριακά πρότυπα, κυπριακές τεχνικές εγκρίσεις ή κυπριακές τεχνικές προδιαγραφές στον τομέα του σχεδιασμού, του υπολογισμού και της εκτέλεσης των έργων και της χρησιμοποίησης των προμηθειών. Κάθε παραπομπή συνοδεύεται από τη μνεία «ή ισοδύναμο»·
(γ) ως επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α), με παραπομπή, ως τεκμήριο συμμόρφωσης προς τις εν λόγω επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις, στις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο (β)·
(δ) με παραπομπή στις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο (β) για ορισμένα χαρακτηριστικά και με παραπομπή στις επιδόσεις ή στις λειτουργικές απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α) για άλλα χαρακτηριστικά.
(4) Εκτός εάν δικαιολογείται από το αντικείμενο της σύμβασης, οι τεχνικές προδιαγραφές δεν περιέχουν μνεία συγκεκριμένης κατασκευής ή προέλευσης ή ιδιαίτερης μεθόδου κατασκευής, που να χαρακτηρίζει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που παρέχονται από συγκεκριμένο οικονομικό φορέα, ούτε εμπορικού σήματος, διπλώματος ευρεσιτεχνίας, τύπου ή συγκεκριμένης καταγωγής ή παραγωγής που θα είχε ως αποτέλεσμα να ευνοούνται ή να αποκλείονται ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένα προϊόντα. Η εν λόγω μνεία επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, όταν δεν είναι δυνατόν να γίνει αρκούντως ακριβής και κατανοητή περιγραφή του αντικειμένου της σύμβασης, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του εδαφίου (3), υπό την προϋπόθεση ότι συνοδεύεται από τον όρο «ή ισοδύναμο».
(5) Όταν ο αναθέτων φορέας χρησιμοποιεί τη δυνατότητα παραπομπής στις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3), δεν απορρίπτει προσφορά με την αιτιολογία ότι τα έργα, οι προμήθειες ή οι υπηρεσίες για τις οποίες υποβάλλεται προσφορά δεν πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές στις οποίες έχει παραπέμψει, εφόσον ο προσφέρων αποδεικνύει στην προσφορά του, με κάθε ενδεδειγμένο μέσο, συμπεριλαμβανομένων των αποδεικτικών μέσων που αναφέρονται στο άρθρο 56, ότι οι λύσεις που προτείνει πληρούν, κατά ισοδύναμο τρόπο, τις απαιτήσεις που καθορίζονται από τις τεχνικές προδιαγραφές.
(6)(α) Όταν ο αναθέτων φορέας χρησιμοποιεί τη δυνατότητα που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) για τη διατύπωση των τεχνικών προδιαγραφών, με αναφορά στις επιδόσεις ή στις λειτουργικές απαιτήσεις, δεν απορρίπτει προσφορά έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών που πληρούν εθνικό πρότυπο, το οποίο αποτελεί μεταφορά ευρωπαϊκού προτύπου, ευρωπαϊκή τεχνική έγκριση, κοινή τεχνική προδιαγραφή, διεθνές πρότυπο ή τεχνικό πλαίσιο αναφοράς που έχει καταρτιστεί από ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης, εφόσον οι εν λόγω προδιαγραφές καλύπτουν τις επιδόσεις ή τις λειτουργικές απαιτήσεις τις οποίες έχει ορίσει.
(β) Ο προσφέρων αποδεικνύει στην προσφορά του, με κάθε ενδεδειγμένο μέσο, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 56, ότι το έργο, η προμήθεια ή η υπηρεσία που πληρεί το πρότυπο ανταποκρίνεται στις επιδόσεις ή στις λειτουργικές απαιτήσεις, τις οποίες έχει ορίσει ο αναθέτων φορέας.
55.-(1) Όταν οι αναθέτοντες φορείς σκοπεύουν να προβούν σε αγορά έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών με ειδικά περιβαλλοντικά, κοινωνικά ή άλλα χαρακτηριστικά, μπορούν, στις τεχνικές προδιαγραφές, στα κριτήρια ανάθεσης ή στις προϋποθέσεις εκτέλεσης της σύμβασης, να απαιτούν συγκεκριμένο σήμα ως αποδεικτικό της συμμόρφωσης των έργων, των προμηθειών ή των υπηρεσιών προς τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Oι απαιτήσεις σήματος αφορούν αποκλειστικά τα κριτήρια που σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης και που είναι κατάλληλα για τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών των έργων, των προμηθειών ή των υπηρεσιών που αποτελούν αντικείμενο της σύμβασης·
(β) οι απαιτήσεις σήματος βασίζονται σε κριτήρια που μπορούν να επαληθευτούν με αντικειμενικό τρόπο και δεν εισάγουν διακρίσεις·
(γ) τα σήματα καθιερώνονται μέσω ανοικτής και διαφανούς διαδικασίας, στην οποία έχουν δικαίωμα συμμετοχής όλοι οι ενδιαφερόμενοι, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών οργανισμών, των καταναλωτών, των κοινωνικών εταίρων, των κατασκευαστών, των διανομέων και των μη κυβερνητικών οργανώσεων·
(δ) τα σήματα είναι προσιτά για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη·
(ε) οι απαιτήσεις σήματος καθορίζονται από τρίτο μέρος επί του οποίου ο οικονομικός φορέας που υποβάλλει αίτηση για το σήμα δεν μπορεί να ασκήσει αποφασιστική επιρροή.
(2) Όταν οι αναθέτοντες φορείς δεν απαιτούν τα έργα, οι προμήθειες και οι υπηρεσίες να πληρούν όλες τις απαιτήσεις σήματος, αναφέρουν περί ποίων απαιτήσεων σήματος πρόκειται.
(3) Οι αναθέτοντες φορείς που απαιτούν συγκεκριμένο σήμα, αποδέχονται όλα τα σήματα που επιβεβαιώνουν ότι τα έργα, οι προμήθειες και οι υπηρεσίες πληρούν τις ισοδύναμες απαιτήσεις σήματος.
(4) Όταν ένας οικονομικός φορέας δεν είχε τεκμηριωμένα τη δυνατότητα να αποκτήσει το ειδικό σήμα που έχει υποδείξει ο αναθέτων φορέας ή ισοδύναμο σήμα, εντός των σχετικών προθεσμιών, για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται ο ίδιος, ο αναθέτων φορέας αποδέχεται άλλα κατάλληλα αποδεικτικά μέσα, όπως, ιδίως, τον τεχνικό φάκελο του κατασκευαστή, υπό την προϋπόθεση ότι ο συγκεκριμένος οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι τα προς παροχή έργα, οι προμήθειες και οι υπηρεσίες πληρούν τις απαιτήσεις του ειδικού σήματος ή τις ειδικές απαιτήσεις που έχει υποδείξει ο αναθέτων φορέας.
(5) Εάν ένα σήμα πληρεί τις προϋποθέσεις των παραγράφων (β), (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (1), αλλά ορίζει επιπλέον απαιτήσεις που δεν σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης, οι αναθέτοντες φορείς δεν απαιτούν το καθαυτό σήμα, αλλά δύνανται να ορίζουν την τεχνική προδιαγραφή με παραπομπή στις λεπτομερείς προδιαγραφές του εν λόγω σήματος, ή, εάν είναι αναγκαίο, σε τμήματα των σχετικών προδιαγραφών που σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης και είναι κατάλληλα για τον ορισμό των χαρακτηριστικών του εν λόγω αντικειμένου.
56.-(1) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να προσκομίζουν έκθεση δοκιμών από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή πιστοποιητικό που έχει εκδοθεί από τέτοιον οργανισμό, ως αποδεικτικό μέσο συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις ή τα κριτήρια που αναφέρονται στις τεχνικές προδιαγραφές, στα κριτήρια ανάθεσης ή στους όρους εκτέλεσης της σύμβασης.
(2) Σε περίπτωση που οι αναθέτοντες φορείς απαιτούν την υποβολή πιστοποιητικών που εκδίδονται από συγκεκριμένο οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης οφείλουν να δέχονται επίσης πιστοποιητικά από άλλους ισοδύναμους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης σημαίνει τον οργανισμό, ο οποίος πραγματοποιεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένων βαθμονομήσεων, δοκιμών, πιστοποίησης και επιθεώρησης και ο οποίος είναι διαπιστευμένος σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων και για την κατάργηση του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 του Συμβουλίου.
(4) Οι αναθέτοντες φορείς δέχονται και άλλα κατάλληλα αποδεικτικά μέσα, εκτός από αυτά που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2), όπως τον τεχνικό φάκελο του κατασκευαστή, εφόσον ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας δεν είχε πρόσβαση στα πιστοποιητικά ή στις εκθέσεις δοκιμών που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) ή δεν είχε τη δυνατότητα να τα αποκτήσει εντός των σχετικών προθεσμιών, νοουμένου ότι για την αδυναμία πρόσβασης δεν ευθύνεται ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας και νοουμένου ότι ο ίδιος αποδεικνύει ότι τα προς παροχή έργα, οι προμήθειες και οι υπηρεσίες πληρούν τις απαιτήσεις ή τα κριτήρια που ορίζονται στις τεχνικές προδιαγραφές, στα κριτήρια ανάθεσης ή στους όρους εκτέλεσης σύμβασης.
(5) Εφόσον ζητηθεί, η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων θέτει, σύμφωνα με το άρθρο 99, στη διάθεση άλλων κρατών μελών οποιεσδήποτε πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία και τα έγγραφα που υποβάλλονται σύμφωνα με το εδάφιο (6) του άρθρου 54, το άρθρο 55 και τα εδάφια (1) έως (4) του παρόντος άρθρου. Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων ή οι αναθέτοντες φορείς, ανάλογα με την περίπτωση, δύνανται να αποτείνονται στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του οικονομικού φορέα και να λαμβάνουν τις σχετικές πληροφορίες.
57.-(1) Οι αναθέτοντες φορείς διαθέτουν στους οικονομικούς φορείς που ενδιαφέρονται για την ανάληψη σύμβασης, κατόπιν αιτήσεώς τους, τις τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται συστηματικά στις συμβάσεις προμηθειών, έργων ή υπηρεσιών τις οποίες αναθέτουν ή τις τεχνικές προδιαγραφές στις οποίες προτίθενται να παραπέμψουν για τις συμβάσεις που αποτελούν αντικείμενο περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης.
(2) Οι προδιαγραφές που αναφέρονται στο εδάφιο (1) καθίστανται διαθέσιμες με ηλεκτρονικά μέσα, μέσω ελεύθερης, άμεσης και πλήρους πρόσβασης, χωρίς χρέωση:
(3) Όταν οι τεχνικές προδιαγραφές καθορίζονται στα έγγραφα που τίθενται στη διάθεση των ενδιαφερομένων οικονομικών φορέων με ηλεκτρονικά μέσα, μέσω ελεύθερης, άμεσης και πλήρους πρόσβασης, χωρίς χρέωση, αρκεί η παραπομπή στα εν λόγω έγγραφα.
58.-(1) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να επιτρέπουν ή να απαιτούν από τους προσφέροντες να υποβάλλουν εναλλακτικές προσφορές, οι οποίες πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις τις οποίες καθορίζουν οι αναθέτοντες φορείς.
(2) Οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, αν επιτρέπουν ή όχι ή απαιτούν ή όχι την υποβολή εναλλακτικών προσφορών.
(3) Σε περίπτωση που επιτρέπουν ή απαιτούν την υποβολή εναλλακτικών προσφορών οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν οι εναλλακτικές προσφορές, καθώς και τον τρόπο υποβολής αυτών των προσφορών, ιδίως, αν οι εναλλακτικές αυτές προσφορές μπορούν να υποβάλλονται μόνο στις περιπτώσεις που έχει επίσης υποβληθεί προσφορά που δεν συνιστά εναλλακτική προσφορά.
(4) Σε περίπτωση που επιτρέπουν ή απαιτούν την υποβολή εναλλακτικών προσφορών οι αναθέτοντες φορείς διασφαλίζουν ότι τα τιθέμενα κριτήρια ανάθεσης μπορούν να εφαρμοστούν σε εναλλακτικές προσφορές που πληρούν τις ελάχιστες προϋποθέσεις, καθώς και σε συμμορφούμενες προσφορές που δεν είναι εναλλακτικές.
(5) Στο πλαίσιο των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων προμηθειών ή υπηρεσιών, οι αναθέτοντες φορείς που έχουν επιτρέψει ή απαιτήσει εναλλακτικές προσφορές δεν απορρίπτουν μια εναλλακτική προσφορά επί τη βάσει και μόνο της αιτιολογίας ότι, εάν επιλεγεί, θα οδηγήσει, αντίστοιχα, είτε στη σύναψη σύμβασης υπηρεσιών αντί σύμβασης προμηθειών, είτε στη σύναψη σύμβασης προμηθειών αντί σύμβασης υπηρεσιών.
59.-(1) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αποφασίζουν την ανάθεση μιας σύμβασης υπό τη μορφή χωριστών τμημάτων και δύνανται να προσδιορίζουν το μέγεθος και το αντικείμενο των τμημάτων αυτών.
(2) Ο αναθέτων φορέας έχει καθήκον να εξετάζει την ορθότητα της διαίρεσης των συμβάσεων σε τμήματα και είναι ελεύθερος να αποφασίζει αυτόνομα, βάσει οποιουδήποτε σκεπτικού κρίνει πρόσφορο.
(3) Οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν, στην προκήρυξη της σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή σε περίπτωση που χρησιμοποιείται γνωστοποίηση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού, στην πρόσκληση υποβολής προσφορών ή συμμετοχής σε διαπραγμάτευση, αν οι προσφορές υποβάλλονται για ένα, περισσότερα ή για όλα τα τμήματα:
(4) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να καθιστά υποχρεωτική την ανάθεση συμβάσεων με τη μορφή χωριστών τμημάτων, υπό προϋποθέσεις που θα καθοριστούν με Κανονισμούς, οι οποίοι εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 107. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζεται επίσης το εδάφιο (3).
60.-(1) Κατά τον καθορισμό των προθεσμιών παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής, οι αναθέτοντες φορείς λαμβάνουν υπόψη την πολυπλοκότητα της σύμβασης και το χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία των προσφορών, υπό την επιφύλαξη των ελάχιστων προθεσμιών που καθορίζονται στα άρθρα 39 έως 43.
(2) Εάν οι προσφορές μπορούν να συνταχθούν μόνο έπειτα από επιτόπια επίσκεψη ή από επιτόπια εξέταση εγγράφων προσαρτημένων στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, οι προθεσμίες παραλαβής των προσφορών, οι οποίες πρέπει να είναι υποχρεωτικά μεγαλύτερες από τις ελάχιστες προθεσμίες που προβλέπονται στα άρθρα 39 έως 43, ορίζονται κατά τρόπο ώστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς να μπορούν να λάβουν γνώση όλων των αναγκαίων πληροφοριών για τη διατύπωση των προσφορών.
(3)(α) Όπου εφαρμόζεται, καθίσταται υποχρεωτική η παράταση της προθεσμίας παραλαβής των προσφορών από τους αναθέτοντες φορείς, ούτως ώστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς να μπορούν να λάβουν γνώση όλων των αναγκαίων πληροφοριών για την κατάρτιση των προσφορών στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(i) Όταν, για οποιοδήποτε λόγο, οι πρόσθετες πληροφορίες, αν και ζητήθηκαν από τον οικονομικό φορέα σε εύθετο χρόνο, δεν παρέχονται το αργότερο έξι (6) ημέρες πριν από την προθεσμία που ορίζεται για την παραλαβή των προσφορών. Σε περίπτωση επισπευσμένης διαδικασίας, σύμφωνα με το εδάφιο (4) του άρθρου 39, η προθεσμία ορίζεται σε τέσσερις (4) ημέρες,
(ii) όταν τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης υφίστανται σημαντικές αλλαγές.
(β) Η διάρκεια της παράτασης είναι ανάλογη με τη σπουδαιότητα των πληροφοριών ή των αλλαγών.
(γ) Δεν απαιτείται από τους αναθέτοντες φορείς να παρατείνουν την προθεσμία όταν οι πρόσθετες πληροφορίες δεν έχουν ζητηθεί σε εύθετο χρόνο ή δεν έχουν σημασία για την προετοιμασία κατάλληλων προσφορών.
(4) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3), οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να παρατείνουν την προθεσμία παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής, σε κάθε περίπτωση που το κρίνουν αναγκαίο.
61.-(1) Οι οικονομικοί φορείς οι οποίοι, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένοι, έχουν δικαίωμα να παρέχουν τη συγκεκριμένη υπηρεσία δεν απορρίπτονται με μοναδική αιτιολογία το γεγονός ότι, δυνάμει της νομοθεσίας που ισχύει στη Δημοκρατία, θα έπρεπε να είναι είτε φυσικά είτε νομικά πρόσωπα.
(2) Στην περίπτωση των συμβάσεων υπηρεσιών και έργων, καθώς και των συμβάσεων προμηθειών που καλύπτουν, επιπλέον, εργασίες ή υπηρεσίες τοποθέτησης και εγκατάστασης, είναι δυνατόν να απαιτείται από τα νομικά πρόσωπα να αναφέρουν, στην προσφορά ή στην αίτηση συμμετοχής τους, τα ονόματα και τα κατάλληλα επαγγελματικά προσόντα των μελών του προσωπικού που είναι υπεύθυνα για την εκτέλεση της συγκεκριμένης σύμβασης.
(3)(α) Στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων μπορούν να συμμετέχουν ενώσεις οικονομικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών συμπράξεων. Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (4), οι αναθέτοντες φορείς δεν απαιτούν από τις εν λόγω ενώσεις να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή για την υποβολή προσφοράς ή την αίτηση συμμετοχής.
(β) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται, όταν το κρίνουν αναγκαίο, να διευκρινίζουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης τον τρόπο με τον οποίο οι ενώσεις οικονομικών φορέων θα πρέπει να πληρούν τα κριτήρια και τις απαιτήσεις όσον αφορά τα προσόντα και την ποιοτική επιλογή, κατά τα άρθρα 74 έως 78, εφόσον αυτό δικαιολογείται αντικειμενικά και τηρείται η αρχή της αναλογικότητας. Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων δύναται με σχετική εγκύκλιο να θέσει τυποποιημένους όρους όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο οι ενώσεις οικονομικών φορέων θα ικανοποιούν την απαίτηση αυτή.
(γ) Οι όροι εκτέλεσης της σύμβασης από τις ενώσεις οικονομικών φορέων, οι οποίοι είναι διαφορετικοί από εκείνους που επιβάλλονται σε μεμονωμένους συμμετέχοντες, πρέπει να δικαιολογούνται από αντικειμενικούς λόγους και να είναι αναλογικοί.
(4) Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις του εδαφίου (3), οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να απαιτήσουν από τις ενώσεις οικονομικών φορέων να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή, αφού τους ανατεθεί η σύμβαση, στο μέτρο που η σχετική μεταβολή είναι αναγκαία για την ικανοποιητική εκτέλεση της σύμβασης.
62.-(1) Οποιεσδήποτε αναφορές σε ονοματολογίες στο πλαίσιο διαδικασιών σύναψης συμβάσεων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, γίνονται με τη χρήση του «Κοινού λεξιλογίου για τις δημόσιες συμβάσεις (CPV)», όπως αυτό εγκρίθηκε με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2195/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Νοεμβρίου 2002 περί του κοινού λεξιλογίου για τις δημόσιες συμβάσεις (CPV).
(2) Σε περίπτωση προσαρμογής από την Επιτροπή των κωδικών CPV που αναφέρονται στην Οδηγία 2014/25/ΕΕ, οι οποίοι συμπίπτουν με τους κωδικούς που αναφέρονται στον παρόντα Νόμο και που δεν συνεπάγονται τροποποίηση του πεδίου εφαρμογής του παρόντος Νόμου, η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων ενημερώνει τους αναθέτοντες φορείς με σχετική εγκύκλιο.
63.-(1) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να γνωστοποιούν τις προθέσεις τους για σχεδιαζόμενες διαδικασίες σύναψης συμβάσεων δημοσιεύοντας περιοδική ενδεικτική προκήρυξη. H περιοδική ενδεικτική προκήρυξη περιέχει τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Παράρτημα VΙ, Μέρος Α, Τμήμα I. Όταν η περιοδική ενδεικτική προκήρυξη δημοσιεύεται από τους αναθέτοντες φορείς στο «προφίλ αγοραστή» τους, σύμφωνα με το σημείο (2)(β) του Παραρτήματος ΙΧ, οι αναθέτοντες φορείς αποστέλλουν στην Επιτροπή γνωστοποίηση δημοσίευσης της προκήρυξης στο «προφίλ αγοραστή» τους, σύμφωνα με το σημείο (3) του Παραρτήματος ΙΧ. Οι εν λόγω προκηρύξεις περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Παράρτημα VI, Μέρος B.
(2)(α) Για τις κλειστές και τις διαδικασίες με διαπραγμάτευση με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, η περιοδική ενδεικτική προκήρυξη πληρεί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) Αναφέρει κατά τρόπο συγκεκριμένο τις προμήθειες, τα έργα ή τις υπηρεσίες που θα αποτελέσουν το αντικείμενο της σύμβασης που πρόκειται να συναφθεί,
(ii) επισημαίνει ότι η σύμβαση θα ανατεθεί μέσω κλειστής ή διαδικασίας με διαπραγμάτευση, χωρίς μεταγενέστερη δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, και καλεί τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους,
(iii) περιέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο Παράρτημα VΙ, Μέρος Α,
(iv) αποστέλλεται για δημοσίευση μεταξύ τριάντα πέντε (35) ημερών και δώδεκα (12) μηνών πριν από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος.
(β) Οι προκηρύξεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α) δεν δημοσιεύονται σε «προφίλ αγοραστή»:
(γ) Η περίοδος που καλύπτεται από την περιοδική ενδεικτική προκήρυξη διαρκεί κατ’ ανώτατο όριο δώδεκα (12) μήνες από την ημερομηνία αποστολής της προς δημοσίευση:
64.-(1) Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν να εφαρμόσουν σύστημα προεπιλογής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 74, για το σύστημα προεπιλογής συντάσσεται γνωστοποίηση, όπως προβλέπεται στο Παράρτημα Χ, η οποία αναφέρει το σκοπό τον οποίο εξυπηρετεί το σύστημα προεπιλογής και τον τρόπο με τον οποίο παρέχεται πρόσβαση στους κανόνες που το διέπουν.
(2) Οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν στη γνωστοποίηση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής, την περίοδο ισχύος του συστήματος προεπιλογής και ενημερώνουν την Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για οποιαδήποτε αλλαγή στην περίοδο ισχύος, μέσω των κατάλληλων τυποποιημένων εντύπων ως ακολούθως:
(α) Εάν η περίοδος ισχύος μεταβληθεί χωρίς να διακοπεί το σύστημα, μέσω του εντύπου για τη γνωστοποίηση της ύπαρξης συστήματος προεπιλογής·
(β) εάν παύει η λειτουργία του συστήματος, μέσω της γνωστοποίησης συναφθείσας σύμβασης που αναφέρεται στο άρθρο 66.
65. Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 38 και του άρθρου 44, οι προκηρύξεις σύμβασης οι οποίες χρησιμοποιούνται ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού για όλες τις διαδικασίες, περιέχουν τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο σχετικό Μέρος του Παραρτήματος ΧΙ και δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 67.
66.-(1) Το αργότερο τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία σύναψης σύμβασης ή συμφωνίας - πλαίσιο, κατόπιν απόφασης για την ανάθεση ή τη σύναψή της, οι αναθέτοντες φορείς αποστέλλουν στην Επιτροπή γνωστοποίηση συναφθείσας σύμβασης με τα αποτελέσματα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, η οποία περιέχει τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΧΙΙ και δημοσιεύεται σύμφωνα με το άρθρο 67.
(2) Στην περίπτωση που η προκήρυξη διαγωνισμού για τη σχετική σύμβαση έγινε υπό τη μορφή περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης και ο αναθέτων φορέας αποφασίσει να μην αναθέσει περαιτέρω συμβάσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από την περιοδική ενδεικτική προκήρυξη, η γνωστοποίηση συναφθείσας σύμβασης περιέχει σχετική επισήμανση.
(3) Στην περίπτωση συμφωνιών - πλαίσιο που συνάπτονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 45, οι αναθέτοντες φορείς απαλλάσσονται από την υποχρέωση αποστολής γνωστοποίησης με τα αποτελέσματα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης για κάθε σύμβαση που βασίζεται στη συμφωνία - πλαίσιο:
(4) Οι αναθέτοντες φορείς αποστέλλουν στην Επιτροπή γνωστοποίηση συναφθείσας σύμβασης, που βασίζεται σε δυναμικό σύστημα αγορών, το αργότερο τριάντα (30) ημέρες μετά την ανάθεση κάθε σύμβασης:
(5) Οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το Παράρτημα XII και προορίζονται να δημοσιευθούν, δημοσιεύονται σύμφωνα με το Παράρτημα IX. Ορισμένες πληροφορίες σχετικά με τη σύναψη της σύμβασης ή της συμφωνίας - πλαίσιο μπορούν να μην δημοσιεύονται, όταν η γνωστοποίησή τους μπορεί να εμποδίσει την εφαρμογή των νόμων, να είναι αντίθετη, καθ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο, προς το δημόσιο συμφέρον ή να βλάψει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών οικονομικών φορέων ή τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ των οικονομικών φορέων.
(6) Στην περίπτωση συμβάσεων υπηρεσιών έρευνας και ανάπτυξης, οι πληροφορίες σχετικά με τη φύση και την ποσότητα των υπηρεσιών μπορούν να περιοριστούν:
(α) Στην ένδειξη «υπηρεσίες Ε&Α» σε περίπτωση που η σύμβαση έχει ανατεθεί με διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του άρθρου 44·
(β) σε πληροφορίες, τουλάχιστον, τόσο αναλυτικές όσο αναφέρονται στη προκήρυξη που χρησιμοποιήθηκε ως μέσο για την προκήρυξη του διαγωνισμού.
(7) Οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το Παράρτημα XII και δηλώνονται ως μη δημοσιεύσιμες, δημοσιεύονται μόνο σε απλουστευμένη μορφή και σύμφωνα με το Παράρτημα IX για στατιστικούς λόγους.
67.-(1) Οι προκηρύξεις και οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 63 έως 66 περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Παράρτημα VΙ, Μέρη Α και Β, και τα Παραρτήματα Χ, ΧΙ και ΧΙΙ, ανάλογα με την περίπτωση, υπό τη μορφή τυποποιημένων εντύπων, συμπεριλαμβανομένων και των τυποποιημένων εντύπων για τα διορθωτικά, ως αυτά καταρτίζονται από την Επιτροπή και δημοσιεύονται από την Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
(2) Οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύουν την ημερομηνία αποστολής των προκηρύξεων και γνωστοποιήσεων.
(3) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να δημοσιεύουν προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις για συμβάσεις έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών που δεν υπόκεινται στην προβλεπόμενη στον παρόντα Νόμο υποχρέωση δημοσίευσης, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις αποστέλλονται στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ηλεκτρονικά μέσα, με το μορφότυπο και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες διαβίβασης που αναφέρονται στο Παράρτημα IΧ.
68.-(1) Οι προκηρύξεις και οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 63 έως 66, καθώς και οι πληροφορίες που περιέχονται σ’ αυτές δεν δημοσιεύονται στη Δημοκρατία πριν από την ημερομηνία δημοσίευσης σύμφωνα με το άρθρο 67:
(2) Οι προκηρύξεις και οι γνωστοποιήσεις που δημοσιεύονται στη Δημοκρατία δεν περιλαμβάνουν πληροφορίες άλλες από εκείνες που περιέχονται στις προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αποστέλλονται στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή δημοσιεύονται στο «προφίλ αγοραστή» και αναφέρουν την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης ή/και της γνωστοποίησης στην Επιτροπή ή της δημοσίευσης στο «προφίλ αγοραστή».
(3) Οι περιοδικές ενδεικτικές προκηρύξεις δεν δημοσιεύονται στο «προφίλ αγοραστή» πριν από την αποστολή στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της προκήρυξης/ γνωστοποίησης με την οποία ανακοινώνεται η δημοσίευσή τους υπό τη μορφή αυτή και αναφέρουν την ημερομηνία της αποστολής.
69.-(1)(α) Οι αναθέτοντες φορείς προσφέρουν ελεύθερη, άμεση, πλήρη και δωρεάν ηλεκτρονική πρόσβαση στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης από την ημερομηνία δημοσίευσης προκήρυξης/γνωστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 67 ή την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος.
(β) Σε περίπτωση που το μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού είναι η γνωστοποίηση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής, η εν λόγω πρόσβαση παρέχεται το συντομότερο δυνατό και το αργότερο κατά την αποστολή της πρόσκλησης υποβολής προσφορών ή συμμετοχής σε διαπραγμάτευση. Το κείμενο της προκήρυξης/γνωστοποίησης ή των προσκλήσεων διευκρινίζει τη διεύθυνση διαδικτύου απ’ όπου μπορεί να ληφθούν τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης.
(γ) Όταν δεν μπορεί να προσφερθεί ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν ηλεκτρονική πρόσβαση σε ορισμένα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 72, οι αναθέτοντες φορείς δύναται να αναφέρουν στην προκήρυξη/γνωστοποίηση ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ότι τα σχετικά έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης θα διαβιβαστούν με μέσα άλλα πλην των ηλεκτρονικών, σύμφωνα με το εδάφιο (2). Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία υποβολής προσφορών παρατείνεται κατά πέντε (5) ημέρες, εκτός από τις περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένης επείγουσας ανάγκης, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 39, και όταν η προθεσμία ορίζεται με αμοιβαία συμφωνία δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 40 ή του εδαφίου (4) του άρθρου 41.
(δ) Όταν δεν μπορεί να προσφερθεί ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν ηλεκτρονική πρόσβαση σε ορισμένα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, διότι οι αναθέτοντες φορείς έχουν σκοπό να εφαρμόσουν το εδάφιο (2) του άρθρου 5, αναφέρουν στην προκήρυξη ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή σε περίπτωση που το μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού είναι η γνωστοποίηση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, τα μέτρα προστασίας του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών, που απαιτούν και τον τρόπο με τον οποίο είναι δυνατή η πρόσβαση στα σχετικά έγγραφα. Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία υποβολής προσφορών παρατείνεται κατά πέντε (5) ημέρες, εκτός από τις περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένης επείγουσας ανάγκης, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 39, και όταν η προθεσμία ορίζεται με κοινή συμφωνία δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 40 και του εδαφίου (4) του άρθρου 41.
(2) Οι αναθέτοντες φορείς παρέχουν σε όλους τους προσφέροντες που συμμετέχουν στη διαδικασία σύναψης σύμβασης συμπληρωματικές πληροφορίες, εφόσον ζητηθούν εγκαίρως, σχετικά με τις προδιαγραφές και τυχόν δικαιολογητικά έγγραφα, το αργότερο έξι (6) ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας που έχει οριστεί για την παραλαβή των προσφορών. Σε περίπτωση επισπευσμένης ανοικτής διαδικασίας, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 39, η προθεσμία αυτή ανέρχεται σε τέσσερις (4) ημέρες.
70.-(1)(α) Στις κλειστές διαδικασίες, τις διαδικασίες ανταγωνιστικού διαλόγου, τις συμπράξεις καινοτομίας και τις διαδικασίες με διαπραγμάτευση με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού, οι αναθέτοντες φορείς προσκαλούν ταυτοχρόνως και γραπτώς τους επιλεγέντες υποψηφίους να υποβάλουν τις προσφορές τους, να συμμετάσχουν στο διάλογο ή στη διαπραγμάτευση.
(β) Στις περιπτώσεις που ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού χρησιμοποιείται η περιοδική ενδεικτική προκήρυξη, σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 38, οι αναθέτοντες φορείς προσκαλούν ταυτοχρόνως και γραπτώς τους οικονομικούς φορείς που έχουν εκδηλώσει το ενδιαφέρον τους, να επιβεβαιώσουν ότι εξακολουθούν να ενδιαφέρονται.
(2)(α) Οι προσκλήσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) περιλαμβάνουν:
(i) Παραπομπή στην ηλεκτρονική διεύθυνση στην οποία διατίθενται απευθείας με ηλεκτρονικά μέσα τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, και
(ii) τις πληροφορίες που ορίζονται στο Παράρτημα ΧΙΙΙ.
(β) Σε περίπτωση που τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης δεν καθίστανται αντικείμενο ελεύθερης, άμεσης, πλήρους και δωρεάν πρόσβασης για τους λόγους που εκτίθενται στις παράγράφους (γ) και (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 69 και δεν διατίθενται ήδη με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, οι προσκλήσεις συνοδευονται από τα εν λόγω έγγραφα.
71.-(1) Οι αναθέτοντες φορείς ενημερώνουν, το συντομότερο δυνατό, όλους τους υποψηφίους και τους προσφέροντες για τις αποφάσεις που λαμβάνονται σχετικά με τη σύναψη συμφωνίας - πλαίσιο, την ανάθεση σύμβασης ή την αποδοχή σ’ ένα δυναμικό σύστημα αγορών, συμπεριλαμβανομένων των λόγων για τους οποίους αποφάσισαν να μην συνάψουν συμφωνία - πλαίσιο, να μην αναθέσουν σύμβαση για την οποία προκηρύχθηκε διαγωνισμός, να αρχίσουν νέα διαδικασία ή να μην θέσουν σε εφαρμογή δυναμικό σύστημα αγορών.
(2) Κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων υποψηφίων ή προσφερόντων, οι αναθέτοντες φορείς γνωστοποιούν το συντομότερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την παραλαβή γραπτής αίτησης:
(α) Σε τυχόν απορριφθέντες υποψηφίους, τους λόγους για την απόρριψη της αίτησης συμμετοχής τους˙
(β) σε τυχόν απορριφθέντες προσφέροντες, τους λόγους για την απόρριψη της προσφοράς τους, συμπεριλαμβανομένων, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα εδάφια (5) και (6) του άρθρου 54, τους λόγους για την απόφασή τους περί μη ισοδυναμίας ή περί μη εκπλήρωσης των απαιτήσεων απόδοσης ή λειτουργίας από τα έργα, τις προμήθειες ή τις υπηρεσίες˙
(γ) σε προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτή προσφορά, τα χαρακτηριστικά και τα σχετικά πλεονεκτήματα της επιλεγείσας προσφοράς, καθώς και την επωνυμία του αναδόχου ή των συμβαλλομένων μερών της συμφωνίας - πλαίσιο˙
(δ) σε προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτή προσφορά, τη διεξαγωγή και την πρόοδο των διαπραγματεύσεων και του διαλόγου με τους προσφέροντες.
(3) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να μην γνωστοποιήσουν ορισμένες πληροφορίες που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) σχετικά με την ανάθεση των συμβάσεων, τη σύναψη συμφωνιών - πλαίσιο ή την αποδοχή σ’ ένα δυναμικό σύστημα αγορών, εφόσον η γνωστοποίηση των εν λόγω πληροφοριών μπορεί να εμποδίσει την εφαρμογή των νόμων, να είναι αντίθετη, καθ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο, προς το δημόσιο συμφέρον ή να βλάψει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών οικονομικών φορέων ή τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ οικονομικών φορέων.
(4) Οι αναθέτοντες φορείς που θεσπίζουν και διαχειρίζονται σύστημα προεπιλογής, ενημερώνουν τους αιτούντες ως προς την απόφαση που λαμβάνουν σχετικά με την προεπιλογή εντός έξι (6) μηνών:
(5) Οι αιτούντες, η αίτηση προεπιλογής των οποίων απορρίπτεται, πρέπει να ενημερώνονται, το συντομότερο δυνατόν, και εντός δεκαπέντε (15) ημερών το αργότερο από την ημερομηνία της απορριπτικής απόφασης, ως προς την απορριπτική απόφαση και ως προς τους λόγους της απόφασης αυτής. Οι λόγοι αυτοί πρέπει να βασίζονται στα κριτήρια προεπιλογής, που ορίζονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 74.
(6) Οι αναθέτοντες φορείς που θεσπίζουν και διαχειρίζονται σύστημα προεπιλογής μπορούν να περατώνουν τη διαδικασία προεπιλογής ενός οικονομικού φορέα μόνο για λόγους που στηρίζονται στα κριτήρια προεπιλογής, που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 74. Η πρόθεση περάτωσης της διαδικασίας προεπιλογής κοινοποιείται γραπτώς στον οικονομικό φορέα τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ημέρες πριν από την ημερομηνία που προβλέπεται για την περάτωση της διαδικασίας προεπιλογής, με μνεία του λόγου ή των λόγων που οδήγησαν σ’ αυτήν.
72.-(1) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των εδαφίων (2), (3) και (4), όλες οι επικοινωνίες, καθώς και όλες οι ανταλλαγές πληροφοριών δυνάμει του Μέρους ΙΙ και του Μέρους ΙΙΙ του παρόντος Νόμου, ιδιαίτερα η ηλεκτρονική υποβολή, εκτελούνται με ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου. Τα εργαλεία και οι συσκευές που χρησιμοποιούνται για τις επικοινωνίες με ηλεκτρονικά μέσα, καθώς και τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους, δεν δημιουργούν διακρίσεις, είναι γενικώς προσιτά και διαλειτουργικά με τις γενικά χρησιμοποιούμενες τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ) και δεν περιορίζουν την πρόσβαση των οικονομικών φορέων στη διαδικασία σύναψης της σύμβασης.
(2) Οι αναθέτοντες φορείς δεν υποχρεούνται να απαιτούν τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας κατά τη διαδικασία υποβολής στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Όταν λόγω του ειδικού χαρακτήρα της σύμβασης, η χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας θα απαιτούσε συγκεκριμένα εργαλεία, συσκευές ή μορφότυπους αρχείων που δεν διατίθενται γενικά ή δεν υποστηρίζονται από γενικά διαθέσιμες εφαρμογές∙
(β) όταν οι εφαρμογές που υποστηρίζουν μορφότυπους αρχείων κατάλληλους για την περιγραφή των προσφορών χρησιμοποιούν μορφότυπους αρχείων που δεν μπορούν να υποστούν επεξεργασία από οποιαδήποτε άλλη ανοιχτή ή γενικά διαθέσιμη εφαρμογή ή υπόκεινται σε σύστημα αποκλειστικών αδειών εκμετάλλευσης και δεν μπορούν να διατεθούν για μεταφόρτωση ή εξ αποστάσεως χρήση από τον αναθέτοντα φορέα∙
(γ) όταν η χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας θα απαιτούσε ειδικό γραφειακό εξοπλισμό, ο οποίος δεν διατίθεται γενικά στους αναθέτοντες φορείς∙
(δ) όταν τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης απαιτούν την υποβολή υλικών ή υπό κλίμακα μοντέλων, τα οποία δεν είναι δυνατόν να διαβιβασθούν με ηλεκτρονικά μέσα:
(3)(α) Οι αναθέτοντες φορείς δεν υποχρεούνται να απαιτούν τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας κατά τη διαδικασία υποβολής, στο μέτρο που απαιτείται η χρήση άλλων μέσων επικοινωνίας πλην των ηλεκτρονικών, είτε λόγω παραβίασης της ασφάλειας των εν λόγω ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, είτε για την προστασία του ιδιαιτέρως ευαίσθητου χαρακτήρα των πληροφοριών που απαιτεί ένα τόσο υψηλό επίπεδο προστασίας, το οποίο δεν μπορεί να εξασφαλισθεί κατάλληλα με τη χρήση ηλεκτρονικων μέσων και συσκευών που διατίθενται γενικά σε οικονομικούς φορείς ή δύνανται να διατεθούν σε αυτούς με εναλλακτικά μέσα πρόσβασης, κατά την έννοια του εδαφίου (7).
(β) Εναπόκειται στους αναθέτοντες φορείς που απαιτούν άλλα μέσα επικοινωνίας πλην των ηλεκτρονικών για τη διαδικασία υποβολής, να αναφέρουν στη χωριστή έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 97 τους σχετικούς λόγους. Εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, οι αναθέτοντες φορείς αναφέρουν στη χωριστή έκθεση τους λόγους για τους οποίους κρίνεται απαραίτητη η χρήση άλλων μέσων επικοινωνίας πλην των ηλεκτρονικών κατ' εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος εδαφίου.
(4) Παρά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1), μπορεί να χρησιμοποιείται προφορική επικοινωνία σε σχέση με άλλες επικοινωνίες πλην των βασικών στοιχείων της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, υπό τον όρο ότι το περιεχόμενο της προφορικής επικοινωνίας τεκμηριώνεται επαρκώς. Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, τα βασικά στοιχεία της διαδικασίας σύναψης σύμβασης περιλαμβάνουν τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, τις αιτήσεις συμμετοχής, τις επιβεβαιώσεις ενδιαφέροντος και τις προσφορές. Ειδικότερα, οι προφορικές επικοινωνίες με τους προσφέροντες, οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στο περιεχόμενο και την αξιολόγηση των προσφορών τεκμηριώνονται επαρκώς και με τα ενδεδειγμένα μέσα, όπως με γραπτές ή ηχητικές καταγραφές ή συνόψεις των βασικών στοιχείων της επικοινωνίας.
(5) Σε κάθε επικοινωνία, ανταλλαγή και αποθήκευση πληροφοριών, οι αναθέτοντες φορείς μεριμνούν για τη διαφύλαξη της ακεραιότητας των δεδομένων και του απορρήτου των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής. Εξετάζουν το περιεχόμενο των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής μόνο μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής τους.
(6) Όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις έργων και τους διαγωνισμούς μελετών, είναι δυνατόν να απαιτείται η χρήση συγκεκριμένων ηλεκτρονικών μέσων, όπως ηλεκτρονικών εργαλείων μοντελοποίησης κτηριοδομικών πληροφοριών ή παρόμοιων εργαλείων. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι αναθέτοντες φορείς παρέχουν εναλλακτικά μέσα πρόσβασης, σύμφωνα με το εδάφιο (7) έως ότου τα εργαλεία αυτά να γίνουν γενικώς προσιτά κατά την έννοια του εδαφίου (1).
(7) Εάν είναι απαραίτητο, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να απαιτούν τη χρήση εργαλείων και συσκευών που δεν είναι γενικώς διαθέσιμα, υπό την προϋπόθεση ότι προσφέρουν εναλλακτικά μέσα πρόσβασης. Οι αναθέτοντες φορείς θεωρείται ότι προσφέρουν κατάλληλα εναλλακτικά μέσα πρόσβασης σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Όταν προσφέρουν απεριόριστη, άμεση, πλήρη και δωρεάν πρόσβαση με ηλεκτρονικά μέσα στα εν λόγω εργαλεία και συσκευές από την ημερομηνία δημοσίευσης της προκήρυξης/ γνωστοποίησης σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΧ ή από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος· το κείμενο της προκήρυξης ή η πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος διευκρινίζει τη διαδικτυακή διεύθυνση στην οποία διατίθενται τα εργαλεία και οι συσκευές αυτές·
(β) όταν διασφαλίζουν ότι οι προσφέροντες που δεν έχουν πρόσβαση στα εν λόγω εργαλεία και συσκευές ή δεν έχουν τη δυνατότητα να τα αποκτήσουν εντός των σχετικών προθεσμιών, εφόσον για την αδυναμία πρόσβασης δεν ευθύνεται ο ίδιος ο προσφέρων, δύνανται να έχουν πρόσβαση στη διαδικασία σύναψης σύμβασης χρησιμοποιώντας προσωρινά διακριτικά πρόσβασης διαθέσιμα δωρεάν στο διαδίκτυο· ή
(γ) όταν υποστηρίζουν έναν εναλλακτικό δίαυλο για την ηλεκτρονική υποβολή προσφορών.
(8) Επιπρόσθετα από τις απαιτήσεις του Παραρτήματος V, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες στα εργαλεία και τις συσκευές για την ηλεκτρονική διαβίβαση και παραλαβή προσφορών, καθώς και για την ηλεκτρονική παραλαβή αιτήσεων συμμετοχής:
(α) Είναι προσιτές στους ενδιαφερομένους οι πληροφορίες σχετικά με τις αναγκαίες προδιαγραφές για την ηλεκτρονική υποβολή προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής, συμπεριλαμβανομένης της κρυπτογράφησης και της χρονοσήμανσης·
(β) οι αναθέτοντες φορείς, ενεργώντας εντός του γενικού πλαισίου που ισχύει στη Δημοκρατία, προσδιορίζουν το επίπεδο ασφαλείας που απαιτείται για τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας που θα χρησιμοποιηθούν στα διάφορα στάδια της συγκεκριμένης διαδικασίας σύναψης σύμβασης· το επίπεδο αυτό είναι ανάλογο προς τους κινδύνους. Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων δύναται να ενημερώνει τους αναθέτοντες φορείς με σχετική εγκύκλιο∙
(γ) στις περιπτώσεις όπου οι αναθέτοντες φορείς, ενεργώντας εντός του γενικού πλαισίου που ισχύει στη Δημοκρατία, συμπεραίνουν ότι το επίπεδο των κινδύνων, αξιολογούμενο σύμφωνα με την παράγραφο (β), είναι τέτοιο ώστε να απαιτούνται προηγμένες ηλεκτρονικές υπογραφές, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του περί του Νομικού Πλαισίου για τις Ηλεκτρονικές Υπογραφές καθώς και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2004, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, οι αναθέτοντες φορείς αποδέχονται τις προηγμένες υπογραφές που υποστηρίζονται από αναγνωρισμένο ηλεκτρονικό πιστοποιητικό, λαμβάνοντας υπόψη αν αυτά τα πιστοποιητικά χορηγούνται από ένα πάροχο υπηρεσιών πιστοποίησης ο οποίος περιλαμβάνεται στον κατάλογο εμπίστευσης που προβλέπεται στην Απόφαση 2009/767/EΚ της Επιτροπής της 16ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση μέτρων που διευκολύνουν τη χρήση διαδικασιών με ηλεκτρονικά μέσα μέσω των «ενιαίων κέντρων εξυπηρέτησης» όπως ορίζονται στον περί της Ελευθερίας Εγκατάστασης Παρόχων Υπηρεσιών και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Υπηρεσιών Νόμο του 2010, ανεξάρτητα από το αν έχουν δημιουργηθεί με ή χωρίς ασφαλή διάταξη δημιουργίας υπογραφών, με την επιφύλαξη της συμμόρφωσης με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) Οι αναθέτοντες φορείς πρέπει να καθορίζουν τον απαιτούμενο μορφότυπο προηγμένων υπογραφών, βάσει των μορφοτύπων που έχουν θεσπιστεί με την Απόφαση 2011/130/EΕ της Επιτροπής της 25ης Φεβρουαρίου 2011, περί καθιέρωσης ελάχιστων απαιτήσεων για τη διασυνοριακή επεξεργασία εγγράφων τα οποία έχουν υπογραφεί ηλεκτρονικά από αρμόδιες αρχές κατά την έννοια του περί της Ελευθερίας Εγκατάστασης Παρόχων Υπηρεσιών και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Υπηρεσιών Νόμου του 2010, και να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να είναι σε θέση να επεξεργαστούν τεχνικά τους εν λόγω μορφότυπους· όταν χρησιμοποιείται διαφορετικός μορφότυπος ηλεκτρονικής υπογραφής, η ηλεκτρονική υπογραφή ή ο φορέας του ηλεκτρονικού εγγράφου περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τις ισχύουσες δυνατότητες επικύρωσης, υπό την ευθύνη της Δημοκρατίας. Οι δυνατότητες επικύρωσης επιτρέπουν στον αναθέτοντα φορέα να επικυρώνει, με επιγραμμικά μέσα, δωρεάν και κατά τρόπο κατανοητό για μη φυσικούς ομιλητές, την ηλεκτρονική υπογραφή που έχει παραληφθεί, ως προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, υποστηριζόμενη από αναγνωρισμένο πιστοποιητικό. Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων κοινοποιεί τις πληροφορίες σχετικά με τον πάροχο των υπηρεσιών επικύρωσης στην Επιτροπή,
(ii) σε περίπτωση προσφορών που υπογράφονται με την υποστήριξη αναγνωρισμένου πιστοποιητικού που περιλαμβάνεται στον κατάλογο εμπίστευσης, οι αναθέτοντες φορείς δεν πρέπει να εφαρμόζουν πρόσθετες απαιτήσεις που ενδέχεται να εμποδίσουν τη χρήση των εν λόγω υπογραφών από τους προσφέροντες∙
(δ) για τα έγγραφα που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο διαδικασίας σύναψης σύμβασης και υπογράφονται από αρμόδια αρχή κράτους μέλους ή άλλο φορέα έκδοσης, η αρμόδια αρχή ή ο φορέας έκδοσης μπορεί να καθορίζει τον απαιτούμενο μορφότυπο προηγμένων υπογραφών σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος (2) της απόφασης 2011/130/ΕΕ της Επιτροπής της 25ης Φεβρουαρίου 2011, περί καθιέρωσης ελάχιστων απαιτήσεων για τη διασυνοριακή επεξεργασία εγγράφων τα οποία έχουν υπογραφεί ηλεκτρονικά από αρμόδιες αρχές κατά την έννοια του περί της Ελευθερίας Εγκατάστασης Παρόχων Υπηρεσιών και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Υπηρεσιών Νόμου του 2010. Οι αναθέτοντες φορείς λαμβάνουν τα μέτρα που είναι αναγκαία ώστε να είναι σε θέση να επεξεργαστούν τεχνικά τους μορφότυπους αυτούς, συμπεριλαμβάνοντας στο σχετικό έγγραφο τις πληροφορίες που απαιτούνται για την επεξεργασία της υπογραφής. Τα έγγραφα αυτά πρέπει να περιλαμβάνουν στην ηλεκτρονική υπογραφή ή στον φορέα του ηλεκτρονικού εγγράφου πληροφορίες σχετικά με τις υφιστάμενες δυνατότητες επικύρωσης που επιτρέπουν την επικύρωση της παραλαμβανόμενης ηλεκτρονικής υπογραφής με επιγραμμικά μέσα, δωρεάν και κατά τρόπο κατανοητό για τους μη φυσικούς ομιλητές.
73.-(1) Για τους σκοπούς της επιλογής των συμμετεχόντων στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:
(α) Οι αναθέτοντες φορείς που έχουν θεσπίσει κανόνες και κριτήρια αποκλεισμού των προσφερόντων ή των υποψηφίων σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 75 ή με το εδάφιο (1) του άρθρου 77, αποκλείουν τους οικονομικούς φορείς που προσδιορίζονται σύμφωνα με τους εν λόγω κανόνες και πληρούν τα εν λόγω κριτήρια·
(β) επιλέγουν τους προσφέροντες και τους υποψηφίους σύμφωνα με τους αντικειμενικούς κανόνες και τα κριτήρια που θεσπίζονται δυνάμει των άρθρων 75 και 77·
(γ) στις κλειστές διαδικασίες, στις διαδικασίες με διαπραγμάτευση με προκήρυξη διαγωνισμού, στους ανταγωνιστικούς διαλόγους και στις συμπράξεις καινοτομίας, περιορίζουν, ενδεχομένως, τον αριθμό των επιλεγέντων υποψηφίων δυνάμει των παραγράφων (α) και (β), σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 75.
(2) Όταν η έναρξη του διαγωνισμού πραγματοποιείται με γνωστοποίηση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής και ενόψει της επιλογής των συμμετεχόντων σε διαδικασίες σύναψης σύμβασης για τις ειδικές συμβάσεις που αποτελούν αντικείμενο της προκήρυξης του διαγωνισμού, οι αναθέτοντες φορείς:
(α) Επιλέγουν τους οικονομικούς φορείς σύμφωνα με το άρθρο 74·
(β) εφαρμόζουν τις διατάξεις του εδαφίου (1) που αφορούν τις κλειστές ή με διαπραγμάτευση διαδικασίες, τους ανταγωνιστικούς διαλόγους ή τις συμπράξεις καινοτομίας στους εν λόγω οικονομικούς φορείς.
(3) Οι αναθέτοντες φορείς δεν δύνανται, όταν επιλέγουν τους συμμετέχοντες σε μια διαδικασία κλειστή ή με διαπραγμάτευση, σε ανταγωνιστικό διάλογο ή σε μια σύμπραξη καινοτομίας, όταν λαμβάνουν την απόφασή τους για την προεπιλογή ή όταν αναπροσαρμόζουν τα κριτήρια και τους κανόνες προεπιλογής:
(α) Να επιβάλλουν διοικητικούς, τεχνικούς ή χρηματοοικονομικούς όρους σε ορισμένους οικονομικούς φορείς, εφόσον δεν θα τους επέβαλλαν σε άλλους·
(β) να απαιτούν δοκιμές ή αποδεικτικά στοιχεία για θέματα ως προς τα οποία υπάρχουν ήδη αντικειμενικές αποδείξεις.
(4) Όταν οι πληροφορίες ή τα δικαιολογητικά που πρέπει να υποβάλλονται από τους οικονομικούς φορείς είναι ή εμφανίζονται ελλιπείς ή λανθασμένες ή όταν λείπουν συγκεκριμένα έγγραφα, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να ζητούν από τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς να υποβάλλουν, να συμπληρώνουν, να αποσαφηνίζουν ή να ολοκληρώνουν τις σχετικές πληροφορίες ή τα δικαιολογητικά εντός εύλογης προθεσμίας υπό την προϋπόθεση ότι τα σχετικά αιτήματα υποβάλλονται σε πλήρη συμμόρφωση με τις αρχές της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας.
(5) Οι αναθέτοντες φορείς ελέγχουν τη συμβατότητα των προσφορών που έχουν υποβάλει οι επιλεγμένοι προσφέροντες προς τους κανόνες και τις απαιτήσεις που ισχύουν για τις προσφορές και αναθέτουν τη σύμβαση βάσει των κριτηρίων που προβλέπονται στα άρθρα 79 και 81, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 58.
(6) Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να αποφασίζουν να μην αναθέσουν σύμβαση στον προσφέροντα ο οποίος υποβάλλει την καλύτερη προσφορά, όταν διαπιστώνουν ότι η προσφορά δεν πληρεί τις ισχύουσες υποχρεώσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 4.
(7)(α) Στις ανοικτές διαδικασίες, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αποφασίζουν να εξετάσουν τις προσφορές πριν από την επαλήθευση της καταλληλότητας των προσφερόντων, εφόσον τηρούνται οι σχετικές διατάξεις των άρθρων 74 έως 81, συμπεριλαμβανομένου του κανόνα ότι η σύμβαση δεν θα ανατεθεί σε προσφέροντα που θα έπρεπε να έχει αποκλειστεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 77 ή που δεν πληρεί τα κριτήρια επιλογής που ορίζει ο αναθέτων φορέας, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 75 και του άρθρου 77.
(β) Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων δύναται με Διάταγμά της να αποκλείει τη χρήση της διαδικασίας της παραγράφου (α) ή να την περιορίζει σε ορισμένα είδη συμβάσεων ή σε ειδικές περιπτώσεις.
(8) Σε περίπτωση τροποποίησης από την Επιτροπή του καταλόγου του Παραρτήματος XIV της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ, η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων με Διάταγμά της, δυνάμει του άρθρου 108, τροποποιεί το Παράρτημα ΧIV του παρόντος Νόμου και ενημερώνει σχετικά τους αναθέτοντες φορείς.
74.-(1) Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν, εφόσον το επιθυμούν, να θεσπίζουν και να διαχειρίζονται σύστημα προεπιλογής των οικονομικών φορέων.
(2) Οι αναθέτοντες φορείς, οι οποίοι θεσπίζουν ή διαχειρίζονται ένα σύστημα προεπιλογής εξασφαλίζουν τη δυνατότητα των οικονομικών φορέων να υποβάλλουν, ανά πάσα στιγμή, αίτηση για προεπιλογή. Το σύστημα είναι δυνατόν να περιλαμβάνει διάφορα στάδια προεπιλογής.
(3) Οι αναθέτοντες φορείς θεσπίζουν αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια για τον αποκλεισμό και την επιλογή οικονομικών φορέων που υποβάλουν αίτηση για προεπιλογή, καθώς και αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια για τη λειτουργία του συστήματος προεπιλογής, που καλύπτουν θέματα όπως η εγγραφή στο σύστημα, η περιοδική επικαιροποίηση των προεπιλογών, αν υπάρχουν, και η διάρκεια του συστήματος:
(4) Τα κριτήρια και οι κανόνες που αναφέρονται στο εδάφιο (3) παρέχονται, κατ’ αίτηση, στους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς. Η αναπροσαρμογή αυτών των κριτηρίων και κανόνων ανακοινώνεται στους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς:
(5) Οι αναθέτοντες φορείς τηρούν μητρώο των προεπιλεγέντων οικονομικών φορέων· το μητρώο αυτό μπορεί να χωρίζεται σε κατηγορίες ανάλογα με τα είδη των συμβάσεων για τις οποίες ισχύει η προεπιλογή.
(6) Όταν η προκήρυξη του διαγωνισμού γίνεται με γνωστοποίηση για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής, οι συγκεκριμένες συμβάσεις έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών που καλύπτονται από το σύστημα προεπιλογής, ανατίθενται με κλειστές διαδικασίες ή διαδικασίες με διαπραγμάτευση, όπου όλοι οι προσφέροντες ή οι συμμετέχοντες επιλέγονται μεταξύ των υποψηφίων που έχουν ήδη προεπιλεγεί βάσει ενός τέτοιου συστήματος.
(7) Οποιαδήποτε τέλη χρεώνονται σε σχέση με τις αιτήσεις προεπιλογής ή με την επικαιροποίηση ή τη διατήρηση ήδη χορηγηθείσας προεπιλογής σύμφωνα με το σύστημα προεπιλογής, είναι ανάλογες του παραγόμενου κόστους.
75.-(1) Οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να θεσπίζουν αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια αποκλεισμού και επιλογής των προσφερόντων ή των υποψηφίων· οι εν λόγω κανόνες και τα κριτήρια είναι στη διάθεση των ενδιαφερόμενων οικονομικών φορέων.
(2) Εάν οι αναθέτοντες φορείς χρειάζεται να εξασφαλίσουν μια κατάλληλη ισορροπία μεταξύ των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της διαδικασίας σύναψης σύμβασης και των πόρων που απαιτούνται για την εκτέλεσή της, μπορούν, σε κλειστές διαδικασίες ή σε διαδικασίες με διαπραγμάτευση, σε ανταγωνιστικούς διαλόγους ή σε συμπράξεις καινοτομίας, να θεσπίσουν αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια που αντανακλούν την ανάγκη αυτή και να επιτρέψουν στον αναθέτοντα φορέα να μειώσει τον αριθμό των υποψηφίων που θα προσκληθούν να υποβάλουν προσφορές ή να συμμετάσχουν σε διαπραγμάτευση:
76.-(1)(α) Εάν οι αντικειμενικοί κανόνες και τα κριτήρια για τον αποκλεισμό και την επιλογή των οικονομικών φορέων που υποβάλλουν αίτηση προεπιλογής σε ένα σύστημα προεπιλογής περιλαμβάνουν απαιτήσεις σχετικά με την οικονομική και χρηματοπιστωτική ικανότητα του οικονομικού φορέα, ή με τις τεχνικές και επαγγελματικές ικανότητές του, ο οικονομικός φορέας μπορεί, οσάκις απαιτείται, να στηρίζεται στις δυνατότητες άλλων φορέων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών του με τους εν λόγω φορείς:
(β) Εφόσον, δυνάμει του άρθρου 77 του παρόντος Νόμου, οι αναθέτοντες φορείς αναφέρονται στα κριτήρια εξαίρεσης ή επιλογής που προβλέπονται από τον περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2016, οι αναθέτοντες φορείς επαληθεύουν σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 77 του παρόντος Νόμου εάν οι άλλοι φορείς στην ικανότητα των οποίων ο οικονομικός φορέας προτίθεται να στηρίζεται πληρούν τα σχετικά κριτήρια επιλογής ή εάν υφίστανται λόγοι αποκλεισμού, στους οποίους αναφέρονται οι αναθέτοντες φορείς δυνάμει του άρθρου 57 του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016.
(γ) Ο αναθέτων φορέας απαιτεί από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει φορέα στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού, τους οποίους ανέφερε ο αναθέτων φορέας. Ο αναθέτων φορέας δύναται να απαιτήσει από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει φορέα στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν μη υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού, τους οποίους ανέφερε ο αναθέτων φορέας.
(δ) Όταν οικονομικός φορέας στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων όσον αφορά τα κριτήρια που σχετίζονται με την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια, ο αναθέτων φορέας δύναται να ζητήσει από τον οικονομικό φορέα και τους φορείς αυτούς να είναι από κοινού υπεύθυνοι για την εκτέλεση της σύμβασης.
(ε) Υπό τους ιδίους όρους που αναφέρονται στις παραγράφους (α) έως (δ), μια ένωση οικονομικών φορέων, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 61, δύναται να στηρίζεται στις ικανότητες των συμμετεχόντων στην ένωση ή άλλων φορέων.
(2)(α) Εάν οι αντικειμενικοί κανόνες και τα κριτήρια για τον αποκλεισμό και την επιλογή των υποψηφίων και των προσφερόντων σε ανοικτές διαδικασίες, σε κλειστές διαδικασίες, σε διαδικασίες με διαπραγμάτευση, σε ανταγωνιστικούς διαλόγους ή σε συμπράξεις καινοτομίας, περιλαμβάνουν απαιτήσεις σχετικά με την οικονομική και χρηματοπιστωτική ικανότητα του οικονομικού φορέα, ή με τις τεχνικές και επαγγελματικές ικανότητές του, ο οικονομικός φορέας μπορεί, οσάκις απαιτείται και για μια συγκεκριμένη σύμβαση, να στηρίζεται στις δυνατότητες άλλων φορέων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών του με τους εν λόγω φορείς:
(β) Εφόσον, δυνάμει του άρθρου 77 του παρόντος Νόμου, οι αναθέτοντες φορείς αναφέρονται στους λόγους αποκλεισμού και/ή στα κριτήρια επιλογής που προβλέπονται από τον περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2016, οι αναθέτοντες φορείς επαληθεύουν σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 77 του παρόντος Νόμου κατά πόσο οι άλλοι φορείς, στην ικανότητα των οποίων ο οικονομικός φορέας προτίθεται να στηρίζεται, πληρούν τα σχετικά κριτήρια επιλογής ή κατά πόσο υφίστανται λόγοι αποκλεισμού τους, στους οποίους αναφέρονται οι αναθέτοντες φορείς δυνάμει του 57 του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016.
(γ) Ο αναθέτων φορέας απαιτεί από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει φορέα που δεν πληρεί σχετικό κριτήριο επιλογής ή στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού, τους οποίους ανέφερε ο αναθέτων φορέας. Ο αναθέτων φορέας δύναται να απαιτήσει από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει φορέα στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν μη υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού, τους οποίους ανέφερε ο αναθέτων φορέας.
(δ) Όταν οικονομικός φορέας στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων όσον αφορά τα κριτήρια που σχετίζονται με την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια, ο αναθέτων φορέας μπορεί να ζητήσει από τον οικονομικό φορέα και τους φορείς αυτούς να είναι από κοινού υπεύθυνοι για την εκτέλεση της σύμβασης.
(ε) Υπό τους ιδίους όρους που αναφέρονται στις παραγράφους (α) έως (δ), μια ένωση οικονομικών φορέων, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 61, δύναται να στηρίζεται στις ικανότητες των συμμετεχόντων στην ένωση ή άλλων φορέων.
(3) Στην περίπτωση συμβάσεων έργων, συμβάσεων υπηρεσιών και εργασιών τοποθέτησης και εγκατάστασης στο πλαίσιο σύμβασης προμηθειών, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να απαιτούν την εκτέλεση ορισμένων κρίσιμων καθηκόντων απευθείας από τον ίδιο τον προσφέροντα ή, σε περίπτωση που η προσφορά υποβάλλεται από ένωση οικονομικών φορέων, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 61, από έναν από τους συμμετέχοντες στην ένωση αυτή.
77.-(1) Οι αντικειμενικοί κανόνες και τα κριτήρια για τον αποκλεισμό και την επιλογή των οικονομικών φορέων που υποβάλλουν αίτηση προεπιλογής σ’ ένα σύστημα προεπιλογής, καθώς και οι αντικειμενικοί κανόνες και τα κριτήρια για τον αποκλεισμό και την επιλογή των υποψηφίων και των προσφερόντων σε ανοικτές διαδικασίες, σε κλειστές διαδικασίες, σε διαδικασίες με διαπραγμάτευση, σε ανταγωνιστικούς διαλόγους ή σε συμπράξεις καινοτομίας, μπορούν να περιλαμβάνουν τους λόγους αποκλεισμού που παρατίθενται στο άρθρο 57 του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016 με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σε αυτόν.
(2) Όταν ένας αναθέτων φορέας είναι αναθέτουσα αρχή, τα εν λόγω κριτήρια και οι κανόνες πρέπει να περιλαμβάνουν τους λόγους αποκλεισμού που απαριθμούνται στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 57 του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016 με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο.
(3) Τα κριτήρια και οι κανόνες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, περιλαμβάνουν επιπλέον τους λόγους αποκλεισμού που απαριθμούνται στο εδάφιο (4) του άρθρου 57 του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016 με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο.
(4) Τα κριτήρια και οι κανόνες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, μπορούν να περιλαμβάνουν τα κριτήρια επιλογής που παρατίθενται στο άρθρο 58 του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016 με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σε αυτόν, ιδιαίτερα όσον αφορά τα όρια για τις απαιτήσεις που αφορούν τους ετήσιους κύκλους εργασιών, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) του εν λόγω άρθρου.
(5) Για τους σκοπούς της εφαρμογής των διατάξεων των εδαφίων (1) έως (4) του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται τα άρθρα 59 έως 61 του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016.
78.-(1) Στις περιπτώσεις που οι αναθέτοντες φορείς απαιτούν την προσκόμιση πιστοποιητικών εκδιδόμενων από ανεξάρτητους οργανισμούς, οι οποίοι βεβαιώνουν ότι ο οικονομικός φορέας συμμορφώνεται με ορισμένα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας, συμπεριλαμβανομένης της προσβασιμότητας για άτομα με ειδικές ανάγκες, παραπέμπουν σε συστήματα διασφάλισης ποιότητας βασιζόμενα στη σχετική σειρά ευρωπαϊκών προτύπων που έχουν πιστοποιηθεί από διαπιστευμένους οργανισμούς. Οι αναθέτοντες φορείς αναγνωρίζουν ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εδρεύοντες σε άλλα κράτη μέλη. Επιπρόσθετα, κάνουν δεκτά άλλα αποδεικτικά στοιχεία για ισοδύναμα μέτρα διασφάλισης ποιότητας, εφόσον ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας δεν είχε τη δυνατότητα να αποκτήσει τα εν λόγω πιστοποιητικά εντός των σχετικών προθεσμιών για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται ο ίδιος, υπό την προϋπόθεση ότι τα προτεινόμενα μέτρα διασφάλισης ποιότητας πληρούν τα απαιτούμενα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας.
(2)(α) Στις περιπτώσεις που οι αναθέτοντες φορείς απαιτούν την υποβολή πιστοποιητικών εκδιδομένων από ανεξάρτητους οργανισμούς, οι οποίοι βεβαιώνουν ότι ο οικονομικός φορέας συμμορφώνεται με συγκεκριμένα συστήματα ή πρότυπα όσον αφορά την περιβαλλοντική διαχείριση, παραπέμπουν στο σύστημα οικολογικής διαχείρισης και ελέγχου (EMAS) της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε άλλα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης που έχουν αναγνωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 45 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, περί της εκούσιας συμμετοχής οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (ΕΜΑΣ) και για την κατάργηση του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 761/2001 και των αποφάσεων της Επιτροπής 2001/681/ΕΚ και 2006/193/ΕΚ ή σε άλλα πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης βασιζόμενα σε αντίστοιχα ευρωπαϊκά ή διεθνή πρότυπα που έχουν εκδοθεί από διαπιστευμένους οργανισμούς. Οι αναθέτοντες φορείς αναγνωρίζουν ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εδρεύοντες σε άλλα κράτη μέλη.
(β) Όταν ο οικονομικός φορέας τεκμηριωμένα δεν έχει πρόσβαση στα εν λόγω πιστοποιητικά ή δεν έχει τη δυνατότητα να τα αποκτήσει εντός των σχετικών προθεσμιών για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται ο ίδιος, ο αναθέτων φορέας αποδέχεται επίσης άλλα αποδεικτικά μέτρα περιβαλλοντικής διαχείρισης, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι τα συγκεκριμένα μέτρα είναι ισοδύναμα με εκείνα που απαιτούνται βάσει του εφαρμοστέου συστήματος ή προτύπου περιβαλλοντικής διαχείρισης.
(3) Εφόσον ζητηθεί, η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων θέτει στη διάθεση άλλων κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 99, κάθε πληροφορία σχετικά με τα έγγραφα που προσκομίζονται ως στοιχεία αποδεικτικά της συμμόρφωσης με ποιοτικά και περιβαλλοντικά πρότυπα που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2).
79.-(1) Με την επιφύλαξη τυχόν νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων σχετικά με την τιμή ορισμένων προμηθειών ή την αμοιβή ορισμένων υπηρεσιών, οι αναθέτοντες φορείς βασίζουν την ανάθεση των συμβάσεων στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά.
(2) H πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά σύμφωνα με τη γνώμη του αναθέτοντος φορέα, προσδιορίζεται βάσει της τιμής, ή του κόστους, με χρήση προσέγγισης αποτελεσματικότητας σε σχέση με το κόστος, όπως της κοστολόγησης του κύκλου ζωής σύμφωνα με το άρθρο 80 και μπορεί να περιλαμβάνει τη βέλτιστη σχέση τιμής - ποιότητας, η οποία εκτιμάται βάσει κριτηρίων, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, ποιοτικών, περιβαλλοντικών ή/και κοινωνικών πτυχών που συνδέονται με το αντικείμενο της συγκεκριμένης σύμβασης, κατά την έννοια του εδαφίου (4). Στα κριτήρια αυτά μπορούν να περιλαμβάνονται ιδίως:
(α) Η ποιότητα, περιλαμβανομένης της τεχνικής αξίας, τα αισθητικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, η προσβασιμότητα, ο σχεδιασμός για όλους τους χρήστες, τα κοινωνικά, περιβαλλοντικά και καινοτόμα χαρακτηριστικά, η εμπορία και οι σχετικοί όροι της∙
(β) η οργάνωση, τα προσόντα και η πείρα του προσωπικού στο οποίο ανατίθεται η εκτέλεση της σύμβασης, σε περίπτωση που η ποιότητα του απασχολούμενου προσωπικού μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στο επίπεδο εκτέλεσης της σύμβασης∙
(γ) η εξυπηρέτηση μετά την πώληση και η τεχνική υποστήριξη, οι όροι παράδοσης, όπως η ημερομηνία παράδοσης, η διαδικασία και η περίοδος παράδοσης ή εκτέλεσης, οι δεσμεύσεις όσο αφορά τα εξαρτήματα και η ασφάλεια του εφοδιασμού:
(3) Οι αναθέτοντες φορείς δεν δύνανται να χρησιμοποιούν την τιμή ή το κόστος ως μοναδικό κριτήριο ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, εκτός αν συντρέχουν βάσιμοι λόγοι τους οποίους λαμβάνει υπόψη ο αναθέτων φορέας για την κατάρτιση των εγγράφων της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης.
(4) Τα κριτήρια ανάθεσης θεωρούνται ότι συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης εφόσον συνδέονται με τα έργα, τις προμήθειες ή τις υπηρεσίες που θα παρασχεθούν στο πλαίσιο της σύμβασης σε σχέση με οποιαδήποτε πτυχή της και σε οποιοδήποτε από τα στάδια του κύκλου ζωής της, περιλαμβανομένων και των παραγόντων που εμπλέκονται:
(α) Στη συγκεκριμένη διαδικασία παραγωγής, διάθεσης ή εμπορίας των εν λόγω έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών∙ ή
(β) στη συγκεκριμένη διαδικασία άλλου σταδίου του κύκλου ζωής της,
έστω και αν οι εν λόγω παράγοντες δεν αποτελούν μέρος της υλικής υπόστασής της.
(5) Τα κριτήρια ανάθεσης δεν πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα την παροχή απεριόριστης ελευθερίας επιλογής στον αναθέτοντα φορέα.
(6) Τα κριτήρια ανάθεσης πρέπει να διασφαλίζουν τη δυνατότητα αποτελεσματικού ανταγωνισμού και να συνοδεύονται από προδιαγραφές που επιτρέπουν την αποτελεσματική επαλήθευση των πληροφοριών που παρέχονται από τους προσφέροντες, προκειμένου να αξιολογείται ο βαθμός συμμόρφωσής τους προς τα κριτήρια ανάθεσης. Εάν υπάρχουν αμφιβολίες, οι αναθέτοντες φορείς επαληθεύουν αποτελεσματικά την ακρίβεια των πληροφοριών και αποδείξεων τις οποίες παρέχουν οι προσφέροντες.
(7) Ο αναθέτων φορέας διευκρινίζει στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης τη σχετική στάθμιση που προσδίδει σε καθένα από τα κριτήρια που έχουν επιλεγεί για τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, εκτός εάν αυτό καθορίζεται μόνο βάσει της τιμής:
80.-(1) Η κοστολόγηση του κύκλου ζωής καλύπτει, στο βαθμό που εφαρμόζεται, ένα μέρος ή το σύνολο των ακόλουθων ειδών κόστους κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής ενός προϊόντος, μιας υπηρεσίας ή ενός έργου:
(α) Κόστος που βαρύνει τον αναθέτοντα φορέα ή άλλους χρήστες, όπως:
(i) Το κόστος που σχετίζεται με την απόκτηση,
(ii) το κόστος χρήσης, όπως για την κατανάλωση ενέργειας και άλλων πόρων,
(iii) το κόστος συντήρησης,
(iv) το κόστος που αφορά το τέλος του κύκλου ζωής, όπως το κόστος της συλλογής και της ανακύκλωσης·
(β) το κόστος που οφείλεται σε περιβαλλοντικές εξωτερικές παρενέργειες που συνδέονται με το προϊόν, την υπηρεσία ή τα έργα στη διάρκεια του κύκλου ζωής, εφόσον η χρηματική αξία του μπορεί να προσδιοριστεί και να επαληθευτεί. Στο κόστος αυτό μπορεί να περιλαμβάνεται το κόστος των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και άλλων εκπομπών ρύπων, καθώς και το κόστος για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής.
(2)(α) Όταν ένας αναθέτων φορέας αξιολογεί το κόστος χρησιμοποιώντας προσέγγιση κοστολόγησης του κύκλου ζωής, αναφέρει στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης τα δεδομένα που πρέπει να υποβάλουν οι προσφέροντες και τη μέθοδο που θα χρησιμοποιήσει για την κοστολόγηση του κύκλου ζωής, βάσει των εν λόγω δεδομένων.
(β) Η μέθοδος που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση του κόστους που οφείλεται σε περιβαλλοντικές εξωτερικές παρενέργειες οφείλει να πληρεί το σύνολο των ακόλουθων προϋποθέσεων:
(i) Να βασίζεται σε κριτήρια που μπορούν να επαληθευτούν με αντικειμενικό τρόπο και δεν εισάγουν διακρίσεις. Συγκεκριμένα, όταν η μέθοδος δεν έχει εκπονηθεί για επαναλαμβανόμενη ή συνεχή εφαρμογή, δεν πρέπει να οδηγεί σε αδικαιολόγητα ευνοϊκή ή δυσμενή μεταχείριση ορισμένων οικονομικών φορέων,
(ii) να είναι προσιτή σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη,
(iii) τα απαιτούμενα δεδομένα να μπορούν να παρασχεθούν με εύλογες προσπάθειες από οικονομικούς φορείς που επιδεικνύουν τη μέση δυνατή επιμέλεια, περιλαμβανομένων των φορέων τρίτων χωρών που είναι μέρη της ΣΔΣ ή άλλων διεθνών συμφωνιών από τις οποίες δεσμεύεται η Ευρωπαϊκή Ένωση.
(3)(α) Στις περιπτώσεις όπου με νομοθετική πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει καταστεί υποχρεωτική μια κοινή μέθοδος υπολογισμού του κόστους του κύκλου ζωής, η εν λόγω κοινή μέθοδος εφαρμόζεται για την αξιολόγηση του κόστους του κύκλου ζωής.
(β) Κατάλογος των νομοθετικών πράξεων της Ένωσης που αναφέρονται στην παράγραφο (α) περιλαμβάνεται στο Παράρτημα XV.
(γ) Σε περίπτωση που η Επιτροπή επικαιροποιήσει τον κατάλογο που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα XV της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ, η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων με Διάταγμά της δυνάμει του άρθρου 108 τροποποιεί αναλόγως το Παράρτημα XV του παρόντος Νόμου και ενημερώνει σχετικά τους αναθέτοντες φορείς.
81.-(1) Όταν οι προσφορές φαίνονται ασυνήθιστα χαμηλές σε σχέση με τα έργα, τις προμήθειες ή τις υπηρεσίες, οι αναθέτοντες φορείς απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να εξηγήσουν την τιμή ή το κόστος που προτείνουν στην προσφορά.
(2) Οι εξηγήσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) μπορούν να αφορούν ιδίως:
(α) Tα οικονομικά χαρακτηριστικά της μεθόδου κατασκευής, της διαδικασίας παρασκευής ή των παρεχόμενων υπηρεσιών·
(β) τις επιλεγείσες τεχνικές λύσεις ή τις εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες που διαθέτει ο προσφέρων για την παροχή των προϊόντων ή των υπηρεσιών ή για την εκτέλεση του έργου·
(γ) την πρωτοτυπία του έργου, των προμηθειών ή των υπηρεσιών που προτείνονται από τον προσφέροντα·
(δ) τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις του εδαφίου (3) του άρθρου 4·
(ε) τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις του άρθρου 85·
(στ) το ενδεχόμενο χορήγησης κρατικής ενίσχυσης στον προσφέροντα.
(3)(α) Ο αναθέτων φορέας αξιολογεί τις παρεχόμενες πληροφορίες, σε συνεννόηση με τον προσφέροντα.
(β) Ο αναθέτων φορέας δύναται να απορρίψει την προσφορά μόνο εάν τα παρεχόμενα στοιχεία δεν εξηγούν κατά τρόπο ικανοποιητικό το χαμηλό επίπεδο της τιμής ή του κόστους που προτείνεται, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που αναφέρονται στο εδάφιο (2).
(γ) Ο αναθέτων φορέας απορρίπτει την προσφορά, εάν διαπιστώσει ότι η προσφορά είναι ασυνήθιστα χαμηλή, διότι δεν συμμορφώνεται με τις ισχύουσες υποχρεώσεις του εδαφίου (3) του άρθρου 4.
(4) Εάν ο αναθέτων φορέας διαπιστώνει ότι μια προσφορά είναι ασυνήθιστα χαμηλή λόγω χορήγησης κρατικής ενίσχυσης στον προσφέροντα, η προσφορά μπορεί να απορρίπτεται αποκλειστικά γι’ αυτό το λόγο μόνο μετά από διαβούλευση με τον προσφέροντα και εφόσον αυτός δεν είναι σε θέση να αποδείξει, εντός εύλογης προθεσμίας την οποία ορίζει o αναθέτων φορέας, ότι η εν λόγω ενίσχυση είναι σύμφωνη με την εσωτερική αγορά κατά την έννοια του Άρθρου 107 της ΣΛΕΕ. Σε περίπτωση όπου ο αναθέτων φορέας απορρίπτει προσφορά υπό τις συνθήκες αυτές, ενημερώνει σχετικώς την Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων, η οποία ενημερώνει την Επιτροπή.
82.-(1) Το παρόν άρθρο ισχύει για τις προσφορές που περιέχουν προϊόντα καταγωγής τρίτων χωρών με τις οποίες η Ένωση δεν έχει συνάψει, σε πολυμερή ή διμερή πλαίσια, συμφωνία που να εξασφαλίζει αντίστοιχη και ουσιαστική πρόσβαση των ενωσιακών επιχειρήσεων στις αγορές των εν λόγω τρίτων χωρών:
(2)(α) Κάθε προσφορά που υποβάλλεται για την ανάθεση σύμβασης προμηθειών δύναται να απορρίπτεται όταν το μέρος των προϊόντων, καταγωγής τρίτων χωρών, όπως καθορίζεται από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα, υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατόν (50%) της συνολικής αξίας των προϊόντων που συνιστούν την εν λόγω προσφορά.
(β) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, τα λογισμικά που χρησιμοποιούνται στον εξοπλισμό των δικτύων τηλεπικοινωνιών θεωρούνται ως προϊόντα.
(3)(α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου, μεταξύ δύο ή περισσότερων προσφορών που είναι ισοδύναμες σύμφωνα με τα κριτήρια ανάθεσης που καθορίζονται στο άρθρο 79, προτιμάται η προσφορά που δεν μπορεί να απορριφθεί κατ' εφαρμογήν του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου:
(β) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παραγράφου (α), δεν προτιμάται προσφορά έναντι άλλης, όταν η αποδοχή της θα υποχρέωνε τον αναθέτοντα φορέα να αποκτήσει εξοπλισμό με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά από εκείνα του ήδη υφισταμένου εξοπλισμού, πράγμα που θα οδηγούσε σε ασυμβατότητα ή τεχνικές δυσχέρειες κατά τη χρήση ή τη συντήρηση ή σε δυσανάλογες δαπάνες.
(4) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, προκειμένου να καθορισθεί η αναλογία προϊόντων, καταγωγής τρίτων χωρών, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (2), δεν λαμβάνονται υπόψη οι τρίτες χώρες στις οποίες έχει επεκταθεί το ευεργέτημα της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ της Ευρωπαϊκής Ένωσης με απόφαση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το εδάφιο (1).
83. Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων ενημερώνει την Επιτροπή:
(α) Για τις τυχόν γενικού χαρακτήρα δυσχέρειες που συναντούν και αναφέρουν οι επιχειρήσεις της Δημοκρατίας, εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων, στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την ανάθεση συμβάσεων υπηρεσιών σε τρίτες χώρες·
(β) για τις τυχόν δυσχέρειες που συναντούν και αναφέρουν οι επιχειρήσεις της Δημοκρατίας, εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων, και οι οποίες οφείλονται στη μη τήρηση των διεθνών διατάξεων εργατικού δικαίου που αναφέρονται στο Παράρτημα XIV στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν την ανάθεση συμβάσεων σε τρίτες χώρες.
84. Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να επιβάλλουν ειδικούς όρους σχετικά με την εκτέλεση της σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης κατά την έννοια του εδαφίου (4) του άρθρου 79 και επισημαίνονται στην προκήρυξη διαγωνισμού ή στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης. Οι εν λόγω όροι μπορούν να περιλαμβάνουν οικονομικές, περιβαλλοντικές, κοινωνικές παραμέτρους ή παραμέτρους που αφορούν την καινοτομία και την απασχόληση.
85.-(1) Η παρακολούθηση της τήρησης των υποχρεώσεων του εδαφίου (3) του άρθρου 4 από υπεργολάβους εξασφαλίζεται, μέσω ενδεδειγμένης δράσης, από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Δημοκρατίας, οι οποίες ενεργούν εντός των ορίων της ευθύνης και της αρμοδιότητάς τους.
(2) Στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, o αναθέτων φορέας μπορεί να ζητεί από τον προσφέροντα να αναφέρει στην προσφορά του το τμήμα της σύμβασης που προτίθεται να αναθέσει, υπό μορφή υπεργολαβίας, σε τρίτους, καθώς και τους υπεργολάβους που προτείνει.
(3) Κατόπιν αιτήσεως του υπεργολάβου και όταν το επιτρέπει η φύση της σύμβασης, ο αναθέτων φορέας δύναται να μεταφέρει τις οφειλόμενες πληρωμές απευθείας στον υπεργολάβο για τις υπηρεσίες, τις προμήθειες ή τα έργα που παρείχε στον οικονομικό φορέα στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση. Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν κατάλληλους μηχανισμούς που επιτρέπουν στον οικονομικό φορέα, στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση, να εγείρει αντιρρήσεις ως προς αδικαιολόγητες πληρωμές. Οι ρυθμίσεις που αφορούν αυτόν τον τρόπο πληρωμής ορίζονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης.
(4) Τα εδάφια (1) έως (3) δεν αίρουν την ευθύνη του οικονομικού φορέα στον οποίο ανατέθηκε η δημόσια σύμβαση.
(5)(α) Στις περιπτώσεις των συμβάσεων έργων και όσον αφορά υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν σε εγκαταστάσεις, υπό την άμεση εποπτεία του αναθέτοντος φορέα, μετά την ανάθεση της σύμβασης και το αργότερο κατά την έναρξη της εκτέλεσής της, ο οικονομικός φορέας στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση αναφέρει στον αναθέτοντα φορέα το όνομα, τα στοιχεία επικοινωνίας και τους νόμιμους εκπροσώπους των υπεργολάβων του, οι οποίοι δραστηριοποιούνται στα εν λόγω έργα και υπηρεσίες, εφόσον είναι γνωστά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Ο οικονομικός φορέας στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση, κοινοποιεί στον αναθέτοντα φορέα οποιαδήποτε αλλαγή των πληροφοριών αυτών, κατά τη διάρκεια της σύμβασης, καθώς και τις υποχρεωτικές πληροφορίες σχετικά με τυχόν νέους υπεργολάβους, τους οποίους χρησιμοποιεί εν συνεχεία στα εν λόγω έργα και υπηρεσίες.
(β) Όταν απαιτείται για τους σκοπούς της παραγράφου (β) του εδαφίου (6), οι απαιτούμενες πληροφορίες συνοδεύονται από τις υπεύθυνες δηλώσεις των υπεργολάβων, σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 77. Τα εφαρμοστικά μέτρα βάσει του εδαφίου (7), μπορούν να προβλέπουν ότι οι υπεργολάβοι, οι οποίοι παρουσιάζονται μετά την ανάθεση της σύμβασης, προσκομίζουν τα πιστοποιητικά και λοιπά δικαιολογητικά αντί της υπεύθυνης δήλωσης.
(γ) Η παράγραφος (α) δεν ισχύει για τους προμηθευτές.
(δ) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να επεκτείνουν τις υποχρεώσεις της παραγράφου (α), ιδίως:
(i) Στις συμβάσεις προμηθειών, στις συμβάσεις υπηρεσιών, πλην όσων αφορούν υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν στις εγκαταστάσεις υπό την άμεση εποπτεία του αναθέτοντος φορέα ή στους προμηθευτές που συμμετέχουν σε συμβάσεις έργων ή υπηρεσιών,
(ii) στους υπεργολάβους των υπεργολάβων του οικονομικού φορέα στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση και ούτω καθ' εξής στην αλυσίδα υπεργολαβίας.
(6) Προκειμένου να μην αθετούνται οι υποχρεώσεις του εδαφίου (3) του άρθρου 4, λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα, όπως:
(α) Όταν η σύμβαση προβλέπει μηχανισμό από κοινού ευθύνης μεταξύ των υπεργολάβων και του οικονομικού φορέα στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση, οι σχετικοί κανόνες εφαρμοζονται σύμφωνα με τους όρους του εδαφίου (3) του άρθρου 4∙
(β) oι αναθέτουσες αρχές δύνανται, σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 77, να επαληθεύσουν αν συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού υπεργολάβων, σύμφωνα με το άρθρο 57 του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016. Η αναθέτουσα αρχή απαιτεί από τον οικονομικό φορέα στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση να αντικαταστήσει έναν υπεργολάβο, όταν από την επαλήθευση προκύπτει ότι συντρέχουν υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού του. Η αναθέτουσα αρχή δύναται να απαιτήσει από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει έναν υπεργολάβο, όταν από την επαλήθευση προκύπτει ότι συντρέχουν μη υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού του.
(7) Για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων των εδαφίων (3), (5) και (6), η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων δύναται να ρυθμίζει περαιτέρω με Διάταγμα τα εν λόγω μέτρα, να περιορίζει την εφαρμογή τους ιδίως, όσον αφορά ορισμένα είδη συμβάσεων, ορισμένες κατηγορίες αναθετόντων φορέων ή οικονομικών φορέων ή ορισμένα ποσά.
86.-(1) Οι συμβάσεις και οι συμφωνίες - πλαίσιο μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, προβλέπονται στα έγγραφα της αρχικής σύμβασης με τη μορφή σαφών, ακριβών και ρητών ρητρών αναθεώρησης, συμπεριλαμβανομένων, ενδεχομένως, ρητρών αναθεώρησης τιμών ή προαιρέσεων. Οι εν λόγω ρήτρες ορίζουν το πεδίο και τη φύση των ενδεχόμενων τροποποιήσεων ή προαιρέσεων, καθώς και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν:
(β) για συμπληρωματικά έργα, υπηρεσίες ή προμήθειες από τον ανάδοχο στον οποίο αρχικά ανατέθηκε η σύμβαση, ανεξαρτήτως της αξίας τους, τα οποία έχουν καταστεί απαραίτητα και δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική σύμβαση, εφόσον η αλλαγή αναδόχου:
(i) Δεν μπορεί να γίνει για οικονομικούς ή τεχνικούς λόγους, ιδίως, για απαιτήσεις εναλλαξιμότητας ή διαλειτουργικότητας με τον υφιστάμενο εξοπλισμό, το λογισμικό, τις υπηρεσίες ή τις εγκαταστάσεις που αποκτήθηκαν με την αρχική σύμβαση, και
(ii) θα συνεπαγόταν σημαντική αναστάτωση ή ουσιαστική επικάλυψη δαπανών για τον αναθέτοντα φορέα·
(γ) όταν πληρούνται οι ακόλουθες σωρευτικές προϋποθέσεις:
(i) Η ανάγκη τροποποίησης προέκυψε λόγω περιστάσεων που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από ένα επιμελή αναθέτοντα φορέα,
(ii) η τροποποίηση δεν μεταβάλλει τη συνολική φύση της σύμβασης·
(δ) όταν νέος ανάδοχος αντικαθιστά τον ανάδοχο στον οποίο ανατέθηκε αρχικά η σύμβαση από τον αναθέτοντα φορέα, συνεπεία:
(i) Ρητής ρήτρας αναθεώρησης ή προαίρεσης, σύμφωνα με την παράγραφο (α), ή
(ii) μερικής ή ολικής διαδοχής του αναδόχου στον οποίο αρχικά ανατέθηκε η σύμβαση, κατόπιν εταιρικής αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένων της ανάληψης δραστηριοτήτων, της συγχώνευσης, της εξαγοράς και της αφερεγγυότητας, από άλλο οικονομικό φορέα ο οποίος πληρεί τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που καθορίστηκαν αρχικά, εφόσον η διαδοχή δεν συνεπάγεται άλλες ουσιώδεις τροποποιήσεις της σύμβασης και δεν έχει στόχο την αποφυγή της εφαρμογής του παρόντος Νόμου, ή
(iii) όταν ο ίδιος ο αναθέτων φορέας αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του αναδόχου στον οποίο ανατέθηκε η δημόσια σύμβαση έναντι των υπεργολάβων του, σύμφωνα με το άρθρο 85∙
(ε) όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, δεν είναι ουσιώδεις κατά την έννοια του εδαφίου (4):
(2) Χωρίς να απαιτείται επαλήθευση αν τηρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων (α) έως (δ) του εδαφίου (4), οι συμβάσεις μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, όταν η αξία της τροποποίησης είναι κατώτερη και των δύο ακόλουθων τιμών:
(α) Των κατώτατων ορίων του άρθρου 10∙ και
(β) του δέκα τοις εκατόν (10%) της αξίας της αρχικής σύμβασης όσον αφορά τις συμβάσεις υπηρεσιών και προμηθειών και του δεκαπέντε τοις εκατόν (15%) της αξίας της αρχικής σύμβασης όσον αφορά τις συμβάσεις έργων:
(3) Για τον υπολογισμό της τιμής που προβλέπεται στο εδάφιο (2), η προσαρμοσμένη τιμή είναι η τιμή αναφοράς όταν η σύμβαση περιλαμβάνει ρήτρα αναπροσαρμογής τιμών.
(4) Η τροποποίηση σύμβασης ή συμφωνίας - πλαίσιο κατά τη διάρκειά της θεωρείται ουσιώδης κατά την έννοια της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1), όταν καθιστά τη σύμβαση ή τη συμφωνία - πλαίσιο ουσιωδώς διαφορετική, ως προς το χαρακτήρα, από εκείνη η οποία συνήφθη αρχικώς. Εν πάση περιπτώσει, με την επιφύλαξη των εδαφίων (1) και (2), η τροποποίηση θεωρείται ουσιώδης όταν πληρούται μια από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Η τροποποίηση εισάγει όρους οι οποίοι, εάν αποτελούσαν μέρος της αρχικής διαδικασίας σύναψης σύμβασης, θα είχαν οδηγήσει στη συμμετοχή διαφορετικών υποψηφίων από αυτούς που επιλέχθηκαν αρχικώς ή στην αποδοχή άλλης προσφοράς από εκείνη που επελέγη αρχικώς ή θα προσέλκυαν επιπλέον συμμετέχοντες στη διαδικασία σύναψης σύμβασης˙
(β) η τροποποίηση αλλάζει την οικονομική ισορροπία της σύμβασης ή της συμφωνίας - πλαίσιο υπέρ του αναδόχου, κατά τρόπο που δεν προβλεπόταν στην αρχική σύμβαση ή συμφωνία - πλαίσιο˙
(γ) η τροποποίηση επεκτείνει σημαντικά το αντικείμενο της σύμβασης ή της συμφωνίας - πλαίσιο˙
(δ) όταν νέος ανάδοχος αντικαθιστά τον ανάδοχο στον οποίο είχε ανατεθεί αρχικώς η σύμβαση σε περιπτώσεις διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1).
(5) Απαιτείται νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο για τροποποιήσεις των διατάξεων σύμβασης έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών ή συμφωνίας - πλαίσιο κατά τη διάρκειά τους, διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στα εδάφια (1) και (2).
87. Οι αναθέτοντες φορείς έχουν τη δυνατότητα, τουλάχιστον στις ακόλουθες περιστάσεις και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει o περί Συμβάσεων Νόμος, να προβλέπουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης τη δυνατότητα τερματισμού μιας σύμβασης έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών, κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής της, εφόσον αποδειχθεί ότι:
(α) Η σύμβαση έχει υποστεί ουσιώδη τροποποίηση χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύβασης, η οποία απαιτήθηκε δυνάμει του άρθρου 86˙
(β) ο ανάδοχος, κατά το χρόνο της ανάθεσης της σύμβασης, τελούσε σε μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 57 του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016 και, ως εκ τούτου, θα έπρεπε να έχει αποκλειστεί από τη διαδικασία σύναψης της σύμβασης, σύμφωνα με τα εδάφια (1) έως (3) του άρθρου 77˙
(γ) η σύμβαση δεν έπρεπε να ανατεθεί στον ανάδοχο λόγω σοβαρής παραβίασης των υποχρεώσεων από τις Συνθήκες και τον παρόντα Νόμο, σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο διαδικασίας δυνάμει του Άρθρου 258 της ΣΛΕΕ.