1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Συμβάσεων Φορέων που Δραστηριοποιούνται στους Τομείς του Ύδατος, της Ενέργειας, των Μεταφορών και των Ταχυδρομικών Υπηρεσιών και για Συναφή Θέματα Νόμος του 2016.
2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια –
«αναθέτοντες φορείς» σημαίνει τους φορείς, των οποίων ενδεικτικός κατάλογος παρατίθεται στο Παράρτημα I, οι οποίοι:
(α) Είναι αναθέτουσες αρχές ή δημόσιες επιχειρήσεις οι οποίες ασκούν μια από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 13 έως 19, ή
(β) σε περίπτωση που δεν είναι αναθέτουσες αρχές ή δημόσιες επιχειρήσεις, ασκούν, μεταξύ των δραστηριοτήτων τους, κάποια από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 13 έως 19 ή συνδιασμό τέτοιων δραστηριοτήτων και λειτουργούν επί τη βάσει ειδικών ή αποκλειστικών δικαιωμάτων, ως η έννοια αυτή ορίζεται στο εδάφιο (2), τα οποία εκχωρεί αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας·
«αναθέτουσες αρχές» σημαίνει το κράτος, τις περιφερειακές αρχές ή τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου και τις ενώσεις μίας ή περισσότερων από αυτές τις αρχές ή ενός ή περισσότερων από αυτούς τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου·
«απαίτηση ή απαιτήσεις σήματος» σημαίνει τις απαιτήσεις, τις οποίες πρέπει να πληρεί ένα συγκεκριμένο έργο, προϊόν, υπηρεσία ή διαδικασία, προκειμένου να λάβει το σχετικό σήμα·
«Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων» σημαίνει το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας·
«αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης» σημαίνει όλες τις αρχές των διοικητικών μονάδων που εμπίπτουν στο επίπεδο NUTS 3, καθώς και μικρότερες διοικητικές μονάδες, όπως αναφέρεται στον Κανονισμό (ΕΚ) 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, για τη θέσπιση μιας κοινής ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων∙
«γραπτώς» ή «εγγράφως» σημαίνει κάθε σύνολο λέξεων ή αριθμών, το οποίο μπορεί να διαβάζεται, να αναπαράγεται και στη συνέχεια να γνωστοποιείται, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που διαβιβάζονται και αποθηκεύονται με ηλεκτρονικά μέσα·
«διαδικασία σύναψης σύμβασης ή σύμβαση» σημαίνει την απόκτηση, μέσω σύμβασης έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών από έναν ή περισσότερους αναθέτοντες φορείς, έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών από οικονομικούς φορείς που επιλέγονται από τους εν λόγω αναθέτοντες φορείς, εφόσον τα έργα, οι προμήθειες ή οι υπηρεσίες προορίζονται για την εκτέλεση μιας εκ των δραστηριοτήτων που αναφέροντια στα άρθρα 13 έως 19˙
«δημόσια επιχείρηση» σημαίνει επιχείρηση στην οποία οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να ασκούν, άμεσα ή έμμεσα, δεσπόζουσα επιρροή λόγω κυριότητας, χρηματοδοτικής συμμετοχής ή των κανόνων που τη διέπουν. Η δεσπόζουσα επιρροή εκ μέρους των αναθετουσών αρχών τεκμαίρεται σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις, στις οποίες οι εν λόγω αρχές, άμεσα ή έμμεσα:
(α) Κατέχουν την πλειοψηφία του εγγεγραμμένου κεφαλαίου της επιχείρησης∙ ή
(β) ελέγχουν την πλειοψηφία των ψήφων που συνδέονται με τις μετοχές που εκδίδει η επιχείρηση∙ ή
(γ) μπορούν να διορίζουν περισσότερα από τα μισά μέλη του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου της επιχείρησης·
«διαγωνισμοί μελετών» σημαίνει τις διαδικασίες που παρέχουν τη δυνατότητα στον αναθέτοντα φορέα να αποκτήσει, κυρίως στους τομείς της χωροταξίας, της πολεοδομίας, της αρχιτεκτονικής και των έργων πολιτικού μηχανικού ή της επεξεργασίας δεδομένων, μια μελέτη ή ένα σχέδιο που επιλέγεται από κριτική επιτροπή έπειτα από διαγωνισμό, με ή χωρίς την απονομή βραβείων·
«έγγραφο της διαδικασίας σύναψης σύμβασης» σημαίνει κάθε έγγραφο, το οποίο εκπονεί ή στο οποίο παραπέμπει ο αναθέτων φορέας, με σκοπό να περιγράψει ή να προσδιορίσει στοιχεία της σύμβασης ή της διαδικασίας ανάθεσης, συμπεριλαμβανομένης της προκήρυξης σύμβασης, της περιοδικής ενδεικτικής προκήρυξης ή των γνωστοποιήσεων για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής σε περίπτωση που χρησιμοποιούνται ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού, των τεχνικών προδιαγραφών, του περιγραφικού εγγράφου, των προτεινόμενων όρων της σύμβασης, των υποδειγμάτων για την προσκόμιση των εγγράφων από τους υποψηφίους και τους προσφέροντες, των πληροφοριών σχετικά με τις γενικές υποχρεώσεις και τυχόν πρόσθετων εγγράφων·
«επικουρικές δραστηριότητες αγορών» σημαίνει τις δραστηριότητες, οι οποίες συνίστανται στην παροχή υποστήριξης σε δραστηριότητες αγορών, ιδίως με τις ακόλουθες μορφές:
(α) Τεχνική υποδομή που επιτρέπει στους αναθέτοντες φορείς να συνάπτουν δημόσιες συμβάσεις ή να συνάπτουν συμφωνίες - πλαίσιο για έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες·
(β) συμβουλές σχετικά με τη διεξαγωγή ή το σχεδιασμό διαδικασιών σύναψης συμβάσεων·
(γ) προετοιμασία και διαχείριση διαδικασιών σύναψης συμβάσεων εξ ονόματος και για λογαριασμό του ενδιαφερόμενου αναθέτοντος φορέα·
«Επιτροπή» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή·
«έργο» σημαίνει το αποτέλεσμα ενός συνόλου οικοδομικών εργασιών ή εργασιών μηχανικού, το οποίο επαρκεί καθεαυτό για την επιτέλεση μιας οικονομικής ή τεχνικής λειτουργίας·
«ηλεκτρονικό μέσο» σημαίνει τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό για την επεξεργασία (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης) και την αποθήκευση δεδομένων, τα οποία διαβιβάζονται, διακινούνται ή λαμβάνονται με τη χρήση ενσύρματου, ασύρματου, οπτικού ή άλλου ηλεκτρομαγνητικού μέσου·
«καινοτομία» σημαίνει την υλοποίηση νέου ή σημαντικά βελτιωμένου προϊόντος, υπηρεσίας ή διαδικασίας, που περιλαμβάνει, χωρίς να περιορίζεται στις διαδικασίες παραγωγής, οικοδομής ή κατασκευής, νέας μεθόδου εμπορίας ή νέας μεθόδου οργάνωσης στις επιχειρηματικές πρακτικές, την οργάνωση του χώρου εργασίας ή τις εξωτερικές σχέσεις, μεταξύ άλλων, με σκοπό τη συμβολή στην αντιμετώπιση των κοινωνικών προκλήσεων ή την υποστήριξη της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη·
«κεντρικές δραστηριότητες αγορών» σημαίνει τις δραστηριότητες που διεξάγονται σε μόνιμη βάση, με μία από τις ακόλουθες μορφές:
(α) Απόκτηση προμηθειών ή/και υπηρεσιών που προορίζονται για αναθέτοντες φορείς˙
(β) ανάθεση συμβάσεων ή σύναψη συμφωνιών - πλαίσιο για έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες που προορίζονται για αναθέτοντες φορείς·
«κεντρική αρχή αγορών» σημαίνει τον αναθέτοντα φορέα, ή την αναθέτουσα αρχή κατά την έννοια που αποδίδει στον όρο το άρθρο 2 του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016, η οποία παρέχει κεντρικές δραστηριότητες αγορών και ενδεχομένως επικουρικές δραστηριότητες αγορών:
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος που είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«κύκλος ζωής» σημαίνει όλα τα διαδοχικά ή/και διασυνδεδεμένα στάδια, συμπεριλαμβανομένων της έρευνας και της ανάπτυξης που θα πραγματοποιηθούν, της παραγωγής, της εμπορίας και των όρων της, της μεταφοράς, της χρήσης και της συντήρησης, καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής ενός προϊόντος ή ενός έργου ή της παροχής μιας υπηρεσίας, από την απόκτηση των πρώτων υλών ή την παραγωγή των πόρων μέχρι την απόρριψη, την εκκαθάριση και το τέλος της υπηρεσίας ή χρήσης·
«Οδηγία 2014/25/ΕΕ» σημαίνει την Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και την κατάργηση της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ, όπως αυτή εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται και/ή αντικαθίσταται·
«οικονομικό έτος» σημαίνει την περίοδο για την οποία καταρτίζονται οικονομικές καταστάσεις από τον αναθέτοντα φορέα, ανεξαρτήτως εάν αυτή αφορά περίοδο δώδεκα μηνών ή όχι·
«οικονομικός φορέας» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή αναθέτοντα φορέα ή ένωση αυτών των προσώπων ή/και φορέων, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε προσωρινής σύμπραξης επιχειρήσεων, που προσφέρει την εκτέλεση εργασιών ή/και έργου, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών στην αγορά·
«οργανισμοί δημοσίου δικαίου» σημαίνει τους οργανισμούς, οι οποίοι έχουν όλα τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
(α) Έχουν συσταθεί με συγκεκριμένο σκοπό την κάλυψη αναγκών γενικού συμφέροντος, που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα·
(β) έχουν νομική προσωπικότητα· και
(γ) χρηματοδοτούνται, κατά το μεγαλύτερο μέρος, από το κράτος, τις περιφερειακές αρχές ή τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου ή υπόκειται σε διαχειριστική εποπτεία από τις αρχές ή οργανισμούς αυτούς ή που έχουν διοικητικό, διευθυντικό ή εποπτικό συμβούλιο, του οποίου πέρα από τα μισά μέλη διορίζονται από το κράτος, τις περιφερειακές αρχές ή τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, ή από άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου·
«πάροχος υπηρεσιών διαδικασιών σύναψης συμβάσεων» σημαίνει το δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα που προσφέρει επικουρικές δραστηριότητες αγορών στην αγορά·
«περιφερειακές αρχές» σημαίνει όλες τις αρχές των διοικητικών μονάδων που απαριθμούνται ενδεικτικώς στα επίπεδα NUTS 1 και 2 του καταλόγου που περιέχεται στον Κανονισμό (ΕΚ) 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2008, για τη θέσπιση μιας κοινής ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων·
«προσφέρων» σημαίνει τον οικονομικό φορέα, ο οποίος έχει υποβάλει προσφορά·
«ΣΔΣ» σημαίνει τη Συμφωνία περί Δημοσίων Συμβάσεων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, όπως εκάστοτε τροποποιείται·
«σήμα» σημαίνει οποιοδήποτε έγγραφο, πιστοποιητικό ή βεβαίωση που επιβεβαιώνει ότι ένα συγκεκριμένο έργο, προϊόν, υπηρεσία ή διαδικασία πληρεί ορισμένες απαιτήσεις·
«ΣΛΕΕ» σημαίνει τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται·
«συμβάσεις έργων, προμηθειών και υπηρεσιών» σημαίνει τις συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας, οι οποίες συνάπτονται γραπτώς μεταξύ ενός ή περισσότερων από τους αναθέτοντες φορείς και ενός ή περισσότερων οικονομικών φορέων και έχουν ως αντικείμενο την εκτέλεση έργων, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών·
«συμβάσεις έργων» σημαίνει τις συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο:
(α) Την εκτέλεση ή συγχρόνως τη μελέτη και την εκτέλεση εργασιών που αφορούν μία από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ·
(β) την εκτέλεση ή συγχρόνως τη μελέτη και την εκτέλεση έργου·
(γ) την υλοποίηση, με οποιαδήποτε μέσα, έργου ανταποκρινόμενου στις απαιτήσεις που ορίζονται από τον αναθέτοντα φορέα, ο οποίος ασκεί καθοριστική επιρροή στο είδος ή τη μελέτη του έργου·
«συμβάσεις προμηθειών» σημαίνει τις συμβάσεις οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την αγορά, τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή τη μίσθωση – αγορά, με ή χωρίς δικαίωμα αγοράς, προϊόντων. Μια σύμβαση προμηθειών μπορεί να περιλαμβάνει, παρεμπιπτόντως, εργασίες τοποθέτησης και εγκατάστασης·
«συμβάσεις υπηρεσιών» σημαίνει τις συμβάσεις, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών, εκτός από αυτές που αναφέρονται στον ορισμό της σύμβασης έργου·
«συμφωνία-πλαίσιο» σημαίνει τη συμφωνία, μεταξύ ενός ή περισσότερων αναθέτοντων φορέων και ενός ή περισσότερων οικονομικών φορέων, η οποία αποσκοπεί στον καθορισμό των όρων που θα διέπουν τις συμβάσεις που πρόκειται να ανατεθούν κατά τη διάρκεια συγκεκριμένης περιόδου, ιδίως όσον αφορά τις τιμές και ενδεχομένως τις προβλεπόμενες ποσότητες˙
«Συνθήκες» σημαίνει τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτές εκάστοτε τροποποιούνται·
«τρίτη χώρα» σημαίνει χώρα που δεν είναι κράτος μέλος·
«υποψήφιος» σημαίνει τον οικονομικό φορέα που έχει ζητήσει να του αποσταλεί ή έχει λάβει πρόσκληση συμμετοχής σε κλειστή διαδικασία, σε διαδικασία με διαπραγμάτευση, σε ανταγωνιστικό διάλογο ή σε σύμπραξη καινοτομίας.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, «ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα» σημαίνει τα δικαιώματα που εκχωρούνται από αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας μέσω οιασδήποτε νομοθετικής, κανονιστικής, ή διοικητικής διάταξης, που έχει ως αποτέλεσμα να περιορίζει την άσκηση των δραστηριοτήτων, οι οποίες ορίζονται στα άρθρα 13 έως 19 σ’ έναν ή περισσότερους φορείς και η οποία επηρεάζει ουσιωδώς την ικανότητα άλλων φορέων να ασκούν τέτοιου είδους δραστηριότητα:
(i) Διαδικασίες σύναψης συμβάσεων με προηγούμενη προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
(ii) διαδικασίες σύναψης συμβάσεων σύμφωνα με την Οδηγία 2014/23/ΕΕ σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης και την αντίστοιχη εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που ρυθμίζει την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης∙
(iii) διαδικασίες σύναψης συμβάσεων σύμφωνα με τον περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Ορισμένων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών που Συνάπτονται από Αναθέτουσες Αρχές ή Αναθέτοντες Φορείς στους Τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2011, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
(iv) διαδικασίες σύναψης συμβάσεων σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο∙
(v) διαδικασίες σύναψης συμβάσεων σύμφωνα με άλλες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης, που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙII, και/ή της αντίστοιχης ισχύουσας εναρμονιστικής νομοθεσίας οι οποίες διασφαλίζουν ικανοποιητική εκ των προτέρων διαφάνεια για τη χορήγηση αδειών, με βάση αντικειμενικά κριτήρια.
(3) Στον παρόντα Νόμο, αναφορά σε πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και/ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης σημαίνει την εν λόγω πράξη, όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
3.-(1) Σκοπός του παρόντος Νόμου είναι η θέσπιση κανόνων για τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων που πραγματοποιούνται από αναθέτοντες φορείς, για συμβάσεις και για διαγωνισμούς μελετών των οποίων η αξία εκτιμάται ότι δεν είναι μικρότερη των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 10, καθώς και η θέσπιση κανόνων, οι οποίοι καθορίζονται στο Μέρος V, για τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων των οποίων η αξία εκτιμάται ότι είναι μικρότερη των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 10.
(2) Η εφαρμογή του παρόντος Νόμου υπόκειται στο Άρθρο 346 της ΣΛΕΕ.
(3) Ο παρών Νόμος δεν θίγει -
(α) Το δικαίωμα της Δημοκρατίας να ορίζει, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, ποιες υπηρεσίες θεωρεί γενικού οικονομικού συμφέροντος, πώς πρέπει να οργανώνονται και να χρηματοδοτούνται οι εν λόγω υπηρεσίες, σύμφωνα με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων και σε ποιες ειδικές υποχρεώσεις θα πρέπει να υπόκεινται˙
(β) το δικαίωμα των δημόσιων αρχών να αποφασίζουν για το κατά πόσο, τον τρόπο και σε ποιο βαθμό επιθυμούν να ασκούν δημόσιες λειτουργίες οι ίδιες, σύμφωνα με το Άρθρο 14 της ΣΛΕΕ και το Πρωτόκολλο αριθμός 26.
(4) Ο παρών Νόμος δεν θίγει τον τρόπο με τον οποίο η Δημοκρατία οργανώνει τα συστήματά της στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης.
(5) Οι μη οικονομικές υπηρεσίες γενικού συμφέροντος δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου.
4.-(1) Οι αναθέτοντες φορείς αντιμετωπίζουν τους οικονομικούς φορείς ισότιμα και χωρίς διακρίσεις και ενεργούν με διαφανή και αναλογικό τρόπο.
(2) Ο σχεδιασμός των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων δεν επιτρέπεται να γίνεται με σκοπό τον αποκλεισμό τους από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου ή τον τεχνητό περιορισμό του ανταγωνισμού. Ο ανταγωνισμός θεωρείται ότι περιορίζεται τεχνητά όταν η διαδικασία σύναψης σύμβασης σχεδιάζεται με σκοπό την αδικαιολόγητα ευνοϊκή ή δυσμενή μεταχείριση ορισμένων οικονομικών φορέων.
(3)(α) Οι αναθέτοντες φορείς λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να εξασφαλίζουν ότι, κατά την εκτέλεση των δημοσίων συμβάσεων, οι οικονομικοί φορείς τηρούν τις ισχύουσες υποχρεώσεις στους τομείς του περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου, που έχουν θεσπισθεί δυνάμει του ενωσιακού δικαίου, της νομοθεσίας που ισχύει στη Δημοκρατία, των συλλογικών συμβάσεων ή διεθνών διατάξεων περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου, οι οποίες απαριθμούνται στο Παράρτημα ΧIV.
(β) Για σκοπούς αποτελεσματικής εφαρμογής της παραγράφου (α), η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων σε συνεργασία με τις, κατά περίπτωση, αρμόδιες υπηρεσίες της Δημοκρατίας, δύναται να εκδίδουν από κοινού σχετική εγκύκλιο.
5.-(1) Εκτός αν προβλέπεται άλλως στον παρόντα Νόμο ή στη σχετική νομοθεσία στην οποία υπόκειται ο αναθέτων φορέας, ιδίως δε στη νομοθεσία αναφορικά με την πρόσβαση στην ενημέρωση, και με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων σχετικά με τη δημοσιοποίηση των ανατιθέμενων συμβάσεων και την ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 66 και 71, ο αναθέτων φορέας δεν αποκαλύπτει πληροφορίες που του έχουν διαβιβάσει οικονομικοί φορείς και τις οποίες έχουν χαρακτηρίσει ως εμπιστευτικές, συμπεριλαμβανομένων, ιδίως, των τεχνικών ή εμπορικών απορρήτων και των εμπιστευτικών πτυχών των προσφορών.
(2) Οι αναθέτοντες φορείς δύναται να επιβάλλουν απαιτήσεις στους οικονομικούς φορείς, οι οποίες αποβλέπουν στην προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών, τις οποίες παρέχουν οι αναθέτοντες φορείς καθ’ όλη τη διαδικασία σύναψης σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που καθίστανται διαθέσιμες σε σχέση με τη λειτουργία ενός συστήματος προεπιλογής, ανεξαρτήτως αν αυτό έχει αποτελέσει ή όχι αντικείμενο γνωστοποίησης για την ύπαρξη συστήματος προεπιλογής που χρησιμοποιήθηκε ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού.
6.-(1) Οι αναθέτουσες αρχές λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την αποτελεσματική πρόληψη, τον εντοπισμό και την επίλυση συγκρούσεων συμφερόντων που προκύπτουν κατά τη διεξαγωγή διαδικασιών σύναψης συμβάσεων, ούτως ώστε να αποφεύγονται τυχόν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση όλων των οικονομικών φορέων:
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 107, Κανονισμούς για την αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
7. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να παραχωρεί, κατ’ αποκλειστικότητα, το δικαίωμα συμμετοχής σε διαδικασίες σύναψης συμβάσεων σε προστατευόμενα εργαστήρια και οικονομικούς φορείς, που έχουν ως κύριο σκοπό την κοινωνική και επαγγελματική ένταξη προσώπων με αναπηρία ή μειονεκτούντων προσώπων, ή να προβλέπει την εκτέλεση των συμβάσεων αυτών στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης, εφόσον τουλάχιστον το 30% των εργαζομένων στα εργαστήρια, τους οικονομικούς φορείς ή τα προγράμματα αυτά είναι εργαζόμενοι με αναπηρία ή μειονεκτούντες εργαζόμενοι:
Νοείται ότι, η προκήρυξη του διαγωνισμού πρέπει να παραπέμπει στο παρόν άρθρο.
8.-(1)(α) Οι διατάξεις του εδαφίου (2) εφαρμόζονται σε μικτές συμβάσεις, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο διαφορετικά είδη συμβάσεων, το σύνολο των οποίων καλύπτεται από τον παρόντα Νόμο.
(β) Οι διατάξεις των εδαφίων (3) έως (6) εφαρμόζονται σε μικτές συμβάσεις, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο συμβάσεις που καλύπτονται από τον παρόντα Νόμο και συμβάσεις που καλύπτονται από άλλα νομικά καθεστώτα.
(2) Οι συμβάσεις που έχουν ως αντικείμενο δύο ή περισσότερα είδη συμβάσεων (έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες), συνάπτονται σύμφωνα με τις διατάξεις που εφαρμόζονται στο είδος της σύμβασης που χαρακτηρίζει το κύριο αντικείμενο της σχετικής σύμβασης:
(3)(α) Όταν τα διαφορετικά μέρη μιας συγκεκριμένης σύμβασης μπορούν να χωριστούν αντικειμενικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (4) ή (5), ανάλογα με την περίπτωση. Όταν τα διαφορετικά μέρη μιας συγκεκριμένης σύμβασης δεν μπορούν να χωριστούν αντικειμενικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (6).
(β) Όταν μέρος μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από τον περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Ορισμένων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών που Συνάπτονται από Αναθέτουσες Αρχές ή Αναθέτοντες Φορείς στους Τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2011, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται ή το Άρθρο 346 της ΣΛΕΕ, εφαρμόζεται το άρθρο 27 του παρόντος Νόμου.
(4)(α) Στην περίπτωση συμβάσεων με αντικείμενα που καλύπτονται και αντικείμενα που δεν καλύπτονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για τα επιμέρους μέρη ή την ανάθεση ενιαίας σύμβασης.
(β) Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για τα επιμέρους μέρη, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις, λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών εκάστου μέρους.
(γ) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 27, όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση ενιαίας σύμβασης, ο παρών Νόμος εφαρμόζεται, στην προκύπτουσα μικτή σύμβαση, ανεξαρτήτως της αξίας των μερών που διαφορετικά θα ενέπιπταν σε άλλο νομικό καθεστώς και ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος από το οποίο θα διέποντο σε διαφορετική περίπτωση τα μέρη αυτά.
(5) Στην περίπτωση μικτών συμβάσεων που περιέχουν στοιχεία συμβάσεων προμηθειών, έργων και υπηρεσιών και συμβάσεων παραχώρησης, η μικτή σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, υπό τον όρο ότι, η εκτιμώμενη αξία του μέρους της σύμβασης που συνιστά σύμβαση καλυπτόμενη από τον παρόντα Νόμο, ως υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 11, είναι ίση ή ανώτερη από τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 10.
(6) Όταν τα διαφορετικά μέρη συγκεκριμένης σύμβασης είναι αντικειμενικά αδύνατον να διαχωριστούν, το ισχύον νομικό καθεστώς καθορίζεται με βάση το κύριο αντικείμενο της εν λόγω σύμβασης.
9.-(1)(α) Στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν πολλαπλές δραστηριότητες, οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για κάθε δραστηριότητα ή την ανάθεση ενιαίας σύμβασης.
(β) Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών κάθε επιμέρους δραστηριότητας.
(2) Παρά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 8, όταν οι αναθέτοντες φορείς αποφασίζουν να αναθέσουν ενιαία σύμβαση, ισχύουν οι διατάξεις των εδαφίων (4) και (5) του παρόντος άρθρου:
(3) Η επιλογή ανάμεσα στην ανάθεση ενιαίας σύμβασης ή στην ανάθεση πολλών ξεχωριστών συμβάσεων δεν δύναται να αποφασισθεί με σκοπό την εξαίρεση της σύμβασης ή των συμβάσεων από το πεδίο εφαρμογής είτε του παρόντος Νόμου είτε, κατά περίπτωση, του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται ή την εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που ρυθμίζει την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης.
(4) Μια σύμβαση που προορίζεται να καλύψει πολλαπλές δραστηριότητες υπόκειται στους κανόνες που ισχύουν για την κύρια δραστηριότητα για την οποία προορίζεται.
(5) Στην περίπτωση συμβάσεων για τις οποίες είναι αντικειμενικά αδύνατον να προσδιοριστεί η κύρια δραστηριότητα για την οποία προορίζονται, οι ισχύοντες κανόνες καθορίζονται ως ακολούθως:
(α) Η σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με τoν περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2016, εάν μία από τις δραστηριότητες για τις οποίες προορίζεται υπάγεται στον παρόντα Νόμο και η άλλη στον περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2016·
(β) η σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, εάν μία από τις δραστηριότητες για τις οποίες προορίζεται υπάγεται στον παρόντα Νόμο και η άλλη στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που ρυθμίζει την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης·
(γ) η σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, εάν μία από τις δραστηριότητες για τις οποίες προορίζεται υπάγεται στον παρόντα Νόμο και η άλλη δεν υπάγεται ούτε στον παρόντα Νόμο, ούτε στον περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2016 ούτε στην εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία που ρυθμίζει την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης.
10.-(1) Το παρόν Μέρος και τα Μέρη ΙΙ, ΙΙΙ και IV του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται στις συμβάσεις, εκτός αυτών που εξαιρούνται δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 20 έως 25 και 35, των οποίων η εκτιμώμενη αξία εκτός φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) είναι ίση με ή ανώτερη από τα κατωτέρω κατώτατα όρια, όπως αυτά εκάστοτε αναθεωρούνται από την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 17 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ:
(α) 418.000 ευρώ για τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών καθώς και για τους διαγωνισμούς μελετών·
(β) 5.225.000 ευρώ για τις δημόσιες συμβάσεις έργων·
(γ) 1.000.000 ευρώ για δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που αφορούν κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα XVΙΙ.
(2) Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων ενημερώνει, με εγκύκλιό της, τους αναθέτοντες φορείς για τις εκάστοτε αναθεωρήσεις των κατώτατων ορίων που διενεργούνται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 17 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ.
11.-(1) Ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας μιας σύμβασης βασίζεται στο συνολικό πληρωτέο ποσό, χωρίς ΦΠΑ, όπως εκτιμάται από τον αναθέτοντα φορέα, συμπεριλαμβανομένων τυχόν δικαιωμάτων προαιρέσεως και τυχόν παρατάσεων της σύμβασης, όπως ορίζουν ρητά τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης:
(2) Όταν o αναθέτων φορέας αποτελείται από χωριστές επιχειρησιακές μονάδες, λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκτιμώμενη αξία για όλες τις χωριστές επιχειρησιακές μονάδες:
(3) Η επιλογή της μεθόδου για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας μιας σύμβασης δεν επιτρέπεται να γίνεται με σκοπό την εξαίρεσή της από το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου. Η σύμβαση δεν πρέπει να κατατέμνεται κατά τρόπο ώστε να μην εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εκτός εάν υφίστανται αντικειμενικοί λόγοι.
(4) Η εκτιμώμενη αξία της σύμβασης πρέπει να ισχύει κατά την αποστολή της προκήρυξης διαγωνισμού, ή, στις περιπτώσεις όπου δεν προβλέπεται προκήρυξη διαγωνισμού, κατά την έναρξη της διαδικασίας ανάθεσης της σύμβασης από τον αναθέτοντα φορέα, ιδίως, όπου εφαρμόζεται, κατά την επαφή με οικονομικούς φορείς για τους σκοπούς της σύναψης της σύμβασης, όπου χρειάζεται.
(5) Για τις συμφωνίες - πλαίσιο και για τα δυναμικά συστήματα αγορών, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι η μέγιστη εκτιμώμενη αξία, χωρίς ΦΠΑ, του συνόλου των συμβάσεων που προβλέπονται για τη συνολική διάρκεια της συμφωνίας - πλαίσιο ή του δυναμικού συστήματος αγορών.
(6) Για τις συμπράξεις καινοτομίας, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι η μέγιστη εκτιμώμενη αξία, χωρίς ΦΠΑ, των δραστηριοτήτων έρευνας και ανάπτυξης που θα λάβουν χώρα σε όλα τα στάδια της προβλεπόμενης σύμπραξης, καθώς και των προμηθειών, των υπηρεσιών ή των έργων που θα αναπτυχθούν και θα παρασχεθούν κατά τη λήξη της προβλεπόμενης σύμπραξης.
(7) Για τους σκοπούς του άρθρου 10, οι αναθέτοντες φορείς περιλαμβάνουν στην εκτιμώμενη αξία μιας σύμβασης έργων το κόστος των έργων, καθώς και τη συνολική εκτιμώμενη αξία τυχόν προμηθειών ή υπηρεσιών που τίθενται στη διάθεση του εργολήπτη από τους αναθέτοντες φορείς, εφόσον είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των έργων.
(8) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (10), όταν προτεινόμενο έργο ή προτεινόμενη παροχή υπηρεσιών μπορεί να οδηγήσει σε ανάθεση συμβάσεων υπό τη μορφή χωριστών τμημάτων, λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκτιμώμενη αξία όλων των τμημάτων. Όταν η συνολική αξία των τμημάτων είναι ίση με ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που προβλέπεται στο άρθρο 10, το παρόν Μέρος και τα Μέρη ΙΙ, ΙΙΙ και IV του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται στην ανάθεση κάθε τμήματος.
(9) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (10), όταν μια πρόταση απόκτησης παρεμφερών προμηθειών μπορεί να οδηγήσει σε ανάθεση συμβάσεων υπό τη μορφή χωριστών τμημάτων, λαμβάνεται υπόψη κατά την εφαρμογή των παραγράφων (β) και (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 10, η συνολική εκτιμώμενη αξία όλων των τμημάτων. Όταν η συνολική αξία των τμημάτων είναι ίση με ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που προβλέπεται στο άρθρο 10, το παρόν Μέρος και τα Μέρη ΙΙ, ΙΙΙ και IV του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται στην ανάθεση κάθε τμήματος.
(10) Κατά παρέκκλιση από τα προβλεπόμενα στα εδάφια (8) και (9), οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να αναθέτουν συμβάσεις για μεμονωμένα τμήματα, χωρίς να εφαρμόζουν τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, εφόσον η εκτιμώμενη αξία του εν λόγω τμήματος, χωρίς ΦΠΑ, είναι μικρότερη από 80.000 ευρώ για προμήθειες ή υπηρεσίες ή από 1.000.000 ευρώ για έργα, νοουμένου ότι η συνολική αξία των τμημάτων που ανατίθενται με αυτόν τον τρόπο, χωρίς την εφαρμογή του παρόντος Νόμου, δεν μπορεί να υπερβαίνει το είκοσι τοις εκατόν (20%) της συνολικής αξίας όλων των τμημάτων, στα οποία έχει κατατμηθεί το προτεινόμενο έργο, η προτεινόμενη απόκτηση παρεμφερών προμηθειών ή η προτεινόμενη παροχή υπηρεσιών.
(11) Για τις συμβάσεις προμηθειών ή υπηρεσιών, οι οποίες έχουν περιοδικό χαρακτήρα ή οι οποίες προβλέπεται να ανανεωθούν μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης βασίζεται:
(α) Είτε στη συνολική πραγματική αξία των διαδοχικών συμβάσεων του ιδίου τύπου, οι οποίες συνήφθησαν κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο ή οικονομικό έτος, αναπροσαρμοσμένη, όταν είναι δυνατόν, προκειμένου να ληφθούν υπόψη ενδεχόμενες μεταβολές ως προς τις ποσότητες ή την αξία τους, κατά τους δώδεκα μήνες που έπονται της αρχικής σύμβασης·
(β) είτε στην εκτιμώμενη συνολική αξία των διαδοχικών συμβάσεων που συνάπτονται κατά το δωδεκάμηνο που έπεται της πρώτης παράδοσης ή κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, εφόσον αυτό υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες.
(12) Για τις συμβάσεις προμηθειών, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή τη μίσθωση - αγορά προϊόντων, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης είναι:
(α) Στην περίπτωση συμβάσεων ορισμένου χρόνου, εφόσον η διάρκειά τους είναι ίση ή μικρότερη από δώδεκα μήνες, η συνολική εκτιμώμενη αξία για τη διάρκεια της σύμβασης ή, εφόσον η διάρκεια της σύμβασης είναι μεγαλύτερη από δώδεκα μήνες, η συνολική αξία της σύμβασης στην οποία περιλαμβάνεται η εκτιμώμενη υπολειπόμενη αξία·
(β) στην περίπτωση δημόσιων συμβάσεων αορίστου χρόνου ή στην περίπτωση που η διάρκειά τους δεν μπορεί να προσδιοριστεί, η μηνιαία αξία πολλαπλασιαζόμενη επί σαράντα οκτώ.
(13) Για τις συμβάσεις υπηρεσιών, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης είναι:
(α) Στην περίπτωση ασφαλιστικών υπηρεσιών: το καταβλητέο ασφάλιστρο και οι άλλοι τρόποι αμοιβής·
(β) στην περίπτωση τραπεζικών και άλλων χρηματοοικονομικών υπηρεσιών: οι αμοιβές, οι καταβλητέες προμήθειες, οι τόκοι και οι άλλοι τρόποι αμοιβής·
(γ) στην περίπτωση συμβάσεων μελετών: οι αμοιβές, οι καταβλητέες προμήθειες και οι άλλοι τρόποι αμοιβής.
(14) Για τις συμβάσεις υπηρεσιών στις οποίες δεν αναφέρεται συνολική τιμή, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης είναι:
(α) Στην περίπτωση συμβάσεων ορισμένου χρόνου και εφόσον η διάρκειά τους είναι ίση ή μικρότερη από σαράντα οκτώ μήνες: Η συνολική αξία για όλη τη διάρκειά τους·
(β) στην περίπτωση συμβάσεων αορίστου χρόνου ή διάρκειας μεγαλύτερης των σαράντα οκτώ μηνών: Η μηνιαία αξία πολλαπλασιασμένη επί σαράντα οκτώ.
12. Για τους σκοπούς των άρθρων 13, 14 και 15, ο όρος «τροφοδότηση» περιλαμβάνει την παραγωγή, τη χονδρική πώληση και τη λιανική πώληση:
Νοείται ότι, η παραγωγή φυσικού αερίου με τη μορφή εξόρυξης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 19.
13.-(1) Όσον αφορά το φυσικό αέριο και τη θερμότητα, ο παρών Νόμος εφαρμόζεται στις ακόλουθες δραστηριότητες:
(α) Την παροχή ή λειτουργία σταθερών δικτύων που έχουν ως στόχο να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής φυσικού αερίου ή θερμότητας·
(β) την τροφοδότηση των δικτύων αυτών με φυσικό αέριο ή θερμότητα.
(2) Η τροφοδότηση από αναθέτοντα φορέα που δεν είναι αναθέτουσα αρχή, με φυσικό αέριο ή θερμότητα, σταθερών δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό, δεν θεωρείται σχετική δραστηριότητα κατά την έννοια του εδαφίου (1), όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Η παραγωγή φυσικού αερίου ή θερμότητας από τον εν λόγω αναθέτοντα φορέα αποτελεί αναπόφευκτο αποτέλεσμα της άσκησης δραστηριότητας άλλης από αυτές που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου ή στα άρθρα 14 έως 16· και
(β) η τροφοδότηση του δημόσιου δικτύου αποβλέπει μόνο στην οικονομική εκμετάλλευση της παραγωγής αυτής και αντιστοιχεί σε ποσοστό που δεν υπερβαίνει το είκοσι τοις εκατόν (20%) του κύκλου εργασιών του αναθέτοντος φορέα, με βάση το μέσο όρο των τριών τελευταίων ετών, συμπεριλαμβανομένου του τρέχοντος έτους.
14.-(1) Όσον αφορά τον ηλεκτρισμό, ο παρών Νόμος εφαρμόζεται στις ακόλουθες δραστηριότητες:
(α) Την παροχή ή λειτουργία σταθερών δικτύων που έχουν ως στόχο να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής ηλεκτρισμού,
(β) την τροφοδότηση των εν λόγω δικτύων με ηλεκτρισμό.
(2) Η τροφοδότηση από αναθέτοντα φορέα που δεν είναι αναθέτουσα αρχή, με ηλεκτρισμό, σταθερών δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό, δεν θεωρείται σχετική δραστηριότητα κατά την έννοια του εδαφίου (1), όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Η παραγωγή ηλεκτρισμού από τον αναθέτοντα φορέα γίνεται διότι η κατανάλωσή του είναι αναγκαία για την άσκηση δραστηριότητας άλλης από αυτές που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου ή στα άρθρα 13, 15 και 16· και
(β) η τροφοδότηση του δημόσιου δικτύου εξαρτάται μόνο από την ιδία κατανάλωση του αναθέτοντος φορέα και δεν υπερβαίνει το τριάντα τοις εκατόν (30%) της συνολικής παραγωγής ενέργειας του εν λόγω αναθέτοντος φορέα, με βάση το μέσο όρο των τριών τελευταίων ετών, συμπεριλαμβανομένου του τρέχοντος έτους.
15.-(1) Όσον αφορά το νερό, ο παρών Νόμος εφαρμόζεται στις ακόλουθες δραστηριότητες:
(α) Την παροχή ή λειτουργία σταθερών δικτύων που έχουν ως στόχο να παρέχουν στο κοινό υπηρεσίες στον τομέα της παραγωγής, της μεταφοράς ή της διανομής πόσιμου ύδατος·
(β) την τροφοδότηση των εν λόγω δικτύων με πόσιμο ύδωρ.
(2) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται στις συμβάσεις που ανατίθενται ή στους διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται από αναθέτοντες φορείς οι οποίοι ασκούν δραστηριότητα οριζόμενη στο εδάφιο (1), και που συνδέονται με ένα από τα ακόλουθα:
(α) Έργα υδραυλικής μηχανικής, άρδευσης ή αποστράγγισης, εφόσον ο όγκος του ύδατος που προορίζεται για την τροφοδότηση με πόσιμο ύδωρ υπερβαίνει το είκοσι τοις εκατόν (20%) του συνολικού όγκου ύδατος που παράγεται από τέτοια έργα ή εγκαταστάσεις άρδευσης ή αποστράγγισης·
(β) την αποχέτευση ή την επεξεργασία λυμάτων.
(3) Η τροφοδότηση από αναθέτοντα φορέα που δεν είναι αναθέτουσα αρχή με πόσιμο ύδωρ σταθερών δικτύων που προορίζονται να παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό δεν θεωρείται σχετική δραστηριότητα κατά την έννοια του εδαφίου (1), όταν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Η παραγωγή πόσιμου ύδατος από τον αναθέτοντα φορέα γίνεται διότι η κατανάλωσή του είναι αναγκαία για την άσκηση δραστηριότητας άλλης από αυτές που αναφέρονται στα άρθρα 13 έως 16· και
(β) η τροφοδότηση του δημόσιου δικτύου εξαρτάται μόνο από την ίδια κατανάλωση του αναθέτοντος φορέα και δεν υπερβαίνει το τριάντα τοις εκατόν (30%) της συνολικής παραγωγής πόσιμου ύδατος του εν λόγω φορέα, με βάση το μέσο όρο των τριών προηγούμενων ετών, συμπεριλαμβανομένου του τρέχοντος έτους.
16.-(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται στις δραστηριότητες που αποσκοπούν στην παροχή ή τη λειτουργία δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες στο κοινό, στους τομείς των μεταφορών με σιδηρόδρομο, αυτόματα συστήματα, τραμ, τρόλεϊ, λεωφορεία ή καλώδιο.
(2) Όσον αφορά τις υπηρεσίες μεταφορών, θεωρείται ότι υφίσταται δίκτυο όταν η υπηρεσία παρέχεται με όρους που ορίζονται από αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία, όπως όροι που αφορούν τα δρομολόγια, τη διαθέσιμη μεταφορική ικανότητα ή τη συχνότητα παροχής της υπηρεσίας.
17. Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται στις δραστηριότητες που αφορούν την εκμετάλλευση μιας γεωγραφικής περιοχής, με σκοπό τη διάθεση αερολιμένων, θαλάσσιων λιμένων ή λιμένων εσωτερικής ναυσιπλοΐας ή άλλων τερματικών σταθμών, σε φορείς που πραγματοποιούν αεροπορικές, θαλάσσιες ή εσωτερικές πλωτές μεταφορές.
18.-(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται στις δραστηριότητες που αποσκοπούν στην παροχή:
(α) Ταχυδρομικών υπηρεσιών·
(β) άλλων υπηρεσιών πλην των ταχυδρομικών, εφόσον οι υπηρεσίες αυτές παρέχονται από φορέα ο οποίος παρέχει επίσης ταχυδρομικές υπηρεσίες κατά την έννοια της παραγράφου (β) του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου και εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 35, όσον αφορά τις υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και με την επιφύλαξη των διατάξεων του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου του 2004, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται:
(α) «Ταχυδρομικό αντικείμενο» σημαίνει αντικείμενο με συγκεκριμένο παραλήπτη, αποστελλόμενο υπό την τελική του μορφή, ανεξάρτητα από το βάρος του· πέραν των αντικειμένων αλληλογραφίας τα αντικείμενα αυτά περιλαμβάνουν, ιδίως βιβλία, καταλόγους, εφημερίδες, περιοδικά και ταχυδρομικά δέματα που περιέχουν αντικείμενα, με ή χωρίς εμπορική αξία, ανεξάρτητα από το βάρος τους·
(β) «ταχυδρομικές υπηρεσίες» σημαίνει υπηρεσίες που συνίστανται στη συλλογή, διαλογή, μεταφορά και παράδοση ταχυδρομικών αντικειμένων. Σε αυτές περιλαμβάνονται τόσο οι υπηρεσίες που εμπίπτουν, όσο και αυτές που δεν εμπίπτουν στο αντικείμενο της καθολικής υπηρεσίας που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 4 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου του 2004, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
(γ) «άλλες υπηρεσίες πλην των ταχυδρομικών» σημαίνει υπηρεσίες παρεχόμενες στους εξής τομείς:
(i) Υπηρεσίες διαχείρισης της αλληλογραφίας, τόσο προγενέστερες όσο και μεταγενέστερες της αποστολής, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών «mailroom management services»·
(ii) υπηρεσίες συνδεόμενες με ταχυδρομικά αντικείμενα που δεν περιλαμβάνονται στην παράγραφο (α), όπως το διαφημιστικό ταχυδρομείο χωρίς συγκεκριμένο παραλήπτη.
19. Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται στις δραστηριότητες εκμετάλλευσης μιας γεωγραφικής περιοχής με σκοπό:
(α) Την εξόρυξη πετρελαίου ή φυσικού αερίου∙
(β) την αναζήτηση ή εξόρυξη άνθρακα ή άλλων στερεών καυσίμων.
20.-(1) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις που ανατίθενται με σκοπό τη μεταπώληση ή τη μίσθωση σε τρίτους, στις περιπτώσεις που ο αναθέτων φορέας δεν απολαύει κανενός ειδικού ή αποκλειστικού δικαιώματος πώλησης ή μίσθωσης του αντικειμένου αυτών των συμβάσεων και νοουμένου ότι οι άλλοι φορείς δικαιούνται να προβαίνουν ελεύθερα στην εν λόγω πώληση ή μίσθωση με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τον αναθέτοντα φορέα.
(2) Οι αναθέτοντες φορείς κοινοποιούν στην Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων όλες τις κατηγορίες προϊόντων ή δραστηριοτήτων που θεωρούν ότι εξαιρούνται δυνάμει του εδαφίου (1) κατόπιν αιτήσεώς της, η οποία τις κοινοποιεί στην Επιτροπή, εφόσον της ζητηθεί.
21.-(1) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις που αναθέτουν ή στους διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνουν οι αναθέτοντες φορείς με σκοπούς άλλους από την άσκηση των δραστηριοτήτων που ορίζονται στα άρθρα 13 έως 19 ή για την άσκηση αυτών των δραστηριοτήτων σε τρίτη χώρα, υπό συνθήκες που δεν προϋποθέτουν την υλική εκμετάλλευση δικτύου ή γεωγραφικής περιοχής στη Δημοκρατία.
(2) Οι αναθέτοντες φορείς κοινοποιούν στην Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων οποιαδήποτε δραστηριότητα θεωρούν ότι εξαιρείται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) κατόπιν αιτήσεώς της, η οποία τις κοινοποιεί στην Επιτροπή, εφόσον της ζητηθεί.
22.-(1)(α) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις ή στους διαγωνισμούς μελετών που ο αναθέτων φορέας υποχρεούται να αναθέσει ή να διοργανώσει, σύμφωνα με διαδικασίες σύναψης συμβάσεων διαφορετικές από αυτές του παρόντος Νόμου και οι οποίες καθορίζονται:
(i) Είτε βάσει νομικού μέσου που δημιουργεί διεθνείς νομικές υποχρεώσεις, όπως διεθνή συμφωνία που συνάπτεται σύμφωνα με τις Συνθήκες, μεταξύ κράτους μέλους και μίας ή περισσότερων τρίτων χωρών ή υποδιαιρέσεών τους και καλύπτει έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες που προορίζονται για την από κοινού εκτέλεση ή εκμετάλλευση ενός σχεδίου από τα συμβαλλόμενα μέρη της,
(ii) είτε από διεθνή οργανισμό.
(β) Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων κοινοποιεί στην Επιτροπή όλα τα νομικά μέσα που προβλέπονται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α).
(2) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις και στους διαγωνισμούς μελετών που αναθέτει ή διοργανώνει ο αναθέτων φορέας, σύμφωνα με τους κανόνες περί σύναψης συμβάσεων που θεσπίζονται από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, εφόσον οι σχετικές συμβάσεις ή οι σχετικοί διαγωνισμοί μελετών χρηματοδοτούνται πλήρως από τον εν λόγω οργανισμό ή ίδρυμα· στην περίπτωση συμβάσεων ή διαγωνισμών μελετών που συγχρηματοδοτούνται, κατά το μεγαλύτερο μέρος, από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν επί των εφαρμοστέων διαδικασιών σύναψης συμβάσεων.
(3) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 29, τα εδάφια (1) και (2) δεν εφαρμόζονται επί των συμβάσεων και διαγωνισμών μελετών που αφορούν θέματα άμυνας και ασφάλειας, τα οποία ανατίθενται ή διοργανώνονται σύμφωνα με διεθνείς κανόνες.
23.-(1) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, οι οποίες αφορούν:
(α) Την απόκτηση ή μίσθωση, με οποιουσδήποτε χρηματοδοτικούς όρους, γης, υφισταμένων κτισμάτων ή άλλων ακινήτων, ή σε σχέση με δικαιώματα επ’ αυτών˙
(β) υπηρεσίες διαιτησίας και συμβιβασμού˙
(γ) οποιαδήποτε από τις ακόλουθες νομικές υπηρεσίες:
(i) Nομική εκπροσώπηση πελάτη από δικηγόρο κατά την έννοια των άρθρων 2 και 14A του περί Δικηγόρων Νόμου σε:
(iα) διαιτησία ή συμβιβασμό που διεξάγεται σε κράτος μέλος, τρίτη χώρα ή ενώπιον διεθνούς οργάνου διαιτησίας ή συμβιβασμού, ή
(iβ) δικαστικές διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίων, δικαιοδοτικών οργάνων ή δημοσίων αρχών κράτους μέλους, τρίτης χώρας ή διεθνών δικαστηρίων, δικαιοδοτικών ή θεσμικών οργάνων,
(ii) νομικές συμβουλές για την προετοιμασία οποιασδήποτε από τις διαδικασίες της υποπαραγράφου (i) της παρούσας παραγράφου ή εάν υπάρχει απτή ένδειξη και μεγάλη πιθανότητα το ζήτημα που αφορούν οι συμβουλές να αποτελέσει αντικείμενο τέτοιων διαδικασιών, υπό την προϋπόθεση ότι οι συμβουλές παρέχονται από δικηγόρο, κατά την έννοια των άρθρων 2 και 14A του περί Δικηγόρων Νόμου,
(iii) υπηρεσίες πιστοποίησης και εξακρίβωσης της γνησιότητας εγγράφων που πρέπει να παρέχονται από συμβολαιογράφους,
(iv) νομικές υπηρεσίες που παρέχονται από εμπιστευματοδόχους (trustees) ή διορισμένους επιτρόπους ή άλλες νομικές υπηρεσίες, των οποίων οι πάροχοι διορίζονται από αρμόδιο δικαστήριο ή δικαιοδοτικό όργανο στη Δημοκρατία ή διορίζονται βάσει του δικαίου για την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων υπό την εποπτεία τέτοιων δικαστηρίων ή δικαιοδοτικών οργάνων,
(iv) λοιπές νομικές υπηρεσίες, οι οποίες συνδέονται, έστω και περιστασιακά, με την άσκηση δημόσιας εξουσίας·
(δ) χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες σχετικές με την έκδοση, την αγορά, την πώληση ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, κατά την έννοια του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου του 2007, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
(ε) δάνεια, είτε συνδέονται είτε όχι με την έκδοση, την πώληση, την αγορά ή τη μεταβίβαση τίτλων ή άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων˙
(στ) συμβάσεις απασχόλησης˙
(ζ) δημόσιες επιβατικές μεταφορές με σιδηρόδρομο ή μετρό˙
(η) υπηρεσίες πολιτικής άμυνας, πολιτικής προστασίας και πρόληψης κινδύνων που παρέχονται από μη κερδοσκοπικές οργανώσεις ή ενώσεις και καλύπτονται από τους ακόλουθους κωδικούς του CPV: 75250000-3, 75251000-0, 75251100-1, 75251110-4, 75251120-7, 75252000-7, 75222000-8, 98113100-9 και 85143000-3 πλην των υπηρεσιών ασθενοφόρων για τη διακομιδή ασθενών˙
(θ) συμβάσεις που αφορούν το χρόνο μετάδοσης ή την παροχή προγράμματος που ανατίθενται σε παρόχους υπηρεσιών οπτικοακουστικών ή ραδιοφωνικών μέσων. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ο όρος «πάροχοι υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Οργανισμών Νόμου του 1998, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται. Το «πρόγραμμα» έχει την ίδια έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του ίδιου Νόμου, αλλά περιλαμβάνει επίσης ραδιοφωνικά προγράμματα και υλικό ραδιοφωνικών προγραμμάτων:
24. Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις υπηρεσιών, οι οποίες ανατίθενται σε φορέα ο οποίος είναι ο ίδιος αναθέτουσα αρχή ή σε ένωση αναθετουσών αρχών, βάσει αποκλειστικού δικαιώματος, του οποίου απολαύουν δυνάμει δημοσιευμένων νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων σύμφωνων προς τη ΣΛΕΕ.
25. Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται:
(α) Στις συμβάσεις για την αγορά ύδατος, εφόσον συνάπτονται από αναθέτοντες φορείς οι οποίοι ασκούν μία ή και τις δύο δραστηριότητες που σχετίζονται με πόσιμο ύδωρ και ορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 15·
(β) στις συμβάσεις οι οποίες συνάπτονται από αναθέτοντες φορείς που δραστηριοποιούνται οι ίδιοι στον τομέα της ενέργειας μέσω της άσκησης μιας δραστηριότητας που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 13, στο εδάφιο (1) του άρθρου 14 ή στο άρθρο 19 για την τροφοδότηση:
(i)Με ενέργεια,
(ii) με καύσιμα που προορίζονται για την παραγωγή ενέργειας.
26.-(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται στη σύναψη συμβάσεων και σε διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας, εξαιρουμένων των κατωτέρω συμβάσεων:
(α) Συμβάσεων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Ορισμένων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών που Συνάπτονται από Αναθέτουσες Αρχές ή Αναθέτοντες Φορείς στους Τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2011·
(β) συμβάσεων στις οποίες δεν εφαρμόζεται ο ως άνω Νόμος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 9, 13 και 14 του εν λόγω Νόμου.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, να αποφασίζει ότι ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται:
(α) Στις συμβάσεις και στους διαγωνισμούς μελετών που δεν εξαιρούνται διαφορετικά σύμφωνα με το εδάφιο (1), στο μέτρο που η προστασία των ουσιωδών συμφερόντων ασφάλειας της Δημοκρατίας δεν μπορεί να διασφαλιστεί με λιγότερο δραστικά μέτρα, όπως, επιβάλλοντας απαιτήσεις για την προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών που η αναθέτουσα αρχή καθιστά διαθέσιμες σε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο·
(β) στις συμβάσεις και στους διαγωνισμούς μελετών που δεν εξαιρούνται διαφορετικά σύμφωνα με το εδάφιο (1), στο μέτρο που η εφαρμογή του παρόντος Νόμου θα υποχρέωνε τη Δημοκρατία να παράσχει πληροφορίες, τη δημοσιοποίηση των οποίων θεωρεί αντίθετη με τα ουσιώδη συμφέροντα ασφάλειάς της, σύμφωνα με το Άρθρο 346, παράγραφος (1), στοιχείο (α) της ΣΛΕΕ.
(3) Όταν η διαδικασία σύναψης σύμβασης και η εκτέλεση της σύμβασης ή του διαγωνισμού μελετών κηρύσσεται απόρρητη ή πρέπει να συνοδεύεται από ειδικά μέτρα ασφάλειας σύμφωνα με τις σχετικές νομικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις που ισχύουν στη Δημοκρατία, ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται, υπό την προϋπόθεση ότι το Υπουργικό Συμβούλιο κρίνει ότι τα εν λόγω ουσιώδη συμφέροντα της Δημοκρατίας δεν μπορούν να διασφαλιστούν με λιγότερο δραστικά μέτρα, όπως αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).
27.-(1) Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στις μικτές συμβάσεις που έχουν αντικείμενα που καλύπτονται από τον παρόντα Νόμο, καθώς και από το Άρθρο 346 της ΣΛΕΕ ή τον περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Ορισμένων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών που Συνάπτονται από Αναθέτουσες Αρχές ή Αναθέτοντες Φορείς στους Τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2011.
(2) Στην περίπτωση που τα διάφορα μέρη μιας συγκεκριμένης σύμβασης μπορούν να χωριστούν αντικειμενικά, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέγουν να αναθέσουν χωριστές συμβάσεις για τα ξεχωριστά μέρη ή να αναθέσουν ενιαία σύμβαση.
(3) Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν να αναθέσουν χωριστές συμβάσεις για χωριστά μέρη, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών έκαστου μέρους.
(4) Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν να αναθέσουν ενιαία σύμβαση, ισχύουν τα ακόλουθα κριτήρια για τον καθορισμό του εφαρμοστέου νομικού καθεστώτος:
(α) Όταν μέρος μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από το Άρθρο 346 της ΣΛΕΕ, η σύμβαση μπορεί να ανατίθεται χωρίς εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, υπό την προϋπόθεση ότι η ανάθεση ενιαίας σύμβασης βασίζεται σε αντικειμενικούς λόγους ∙
(β) όταν μέρος μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από τον περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Ορισμένων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών που Συνάπτονται από Αναθέτουσες Αρχές ή Αναθέτοντες Φορείς στους Τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2011, η σύμβαση μπορεί να ανατίθεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω Νόμου, υπό την προϋπόθεση ότι η ανάθεση ενιαίας σύμβασης βασίζεται σε αντικειμενικούς λόγους, χωρίς επηρεασμό των κατωτάτων ορίων και των εξαιρέσεων που προβλέπονται στον εν λόγω Νόμο:
(5) Όταν τα διάφορα μέρη μιας συγκεκριμένης σύμβασης δεν μπορούν να χωριστούν αντικειμενικά, η σύμβαση μπορεί να ανατίθεται χωρίς να εφαρμόζεται ο παρών Νόμος, όταν περιλαμβάνει στοιχεία στα οποία εφαρμόζεται το Άρθρο 346 της ΣΛΕΕ· διαφορετικά, μπορεί να ανατίθεται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Ορισμένων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών που Συνάπτονται από Αναθέτουσες Αρχές ή Αναθέτοντες Φορείς στους Τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2011.
28.-(1) Στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν πολλαπλές δραστηριότητες, οι αναθέτοντες φορείς μπορούν να επιλέγουν είτε την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για κάθε επιμέρους δραστηριότητα ή την ανάθεση ενιαίας σύμβασης.
(2)(α) Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για τα επιμέρους μέρη, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών κάθε συγκεκριμένης δραστηριότητας.
(β) Όταν οι αναθέτοντες φορείς επιλέγουν την ανάθεση ενιαίας σύμβασης, εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (3). Η επιλογή ανάμεσα στην ανάθεση ενιαίας σύμβασης και στην ανάθεση πολλών χωριστών συμβάσεων δεν επιτρέπεται να γίνεται με σκοπό την εξαίρεση της σύμβασης ή των συμβάσεων από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου ή του περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Ορισμένων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών που Συνάπτονται από Αναθέτουσες Αρχές ή Αναθέτοντες Φορείς στους Τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2011.
(3) Στην περίπτωση συμβάσεων που προορίζονται να καλύψουν δραστηριότητα η οποία υπόκειται στον παρόντα Νόμο και άλλη δραστηριότητα η οποία -
(α) Υπόκειται στον περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Ορισμένων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών που Συνάπτονται από Αναθέτουσες Αρχές ή Αναθέτοντες Φορείς στους Τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2011∙ ή
(β) καλύπτεται από το Άρθρο 346 ΣΛΕΕ,
χωρίς επηρεασμό των κατωτάτων ορίων και εξαιρέσεων που προβλέπει ο περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Ορισμένων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών που Συνάπτονται από Αναθέτουσες Αρχές ή Αναθέτοντες Φορείς στους Τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας και για Συναφή Θέματα Νόμος του 2011, η σύμβαση μπορεί να ανατεθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω Νόμου στις περιπτώσεις της παραγράφου (α) και χωρίς την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου στις περιπτώσεις της παραγράφου (β).
(4) Οι συμβάσεις που εμπίπτουν στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) και οι οποίες περιλαμβάνουν επιπλέον συμβάσεις ή άλλα στοιχεία που καλύπτονται από το Άρθρο 346 ΣΛΕΕ μπορούν να ανατίθενται χωρίς την εφαρμογή του παρόντος Νόμου:
29.-(1) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις και τους διαγωνισμούς μελετών που αφορούν την άμυνα και την ασφάλεια, που ο αναθέτων φορέας υποχρεούται να αναθέσει ή να διοργανώσει σύμφωνα με διαδικασίες σύναψης συμβάσεων διαφορετικές από αυτές του παρόντος Νόμου και οι οποίες καθορίζονται σε οποιοδήποτε από τα εξής:
(α) Είτε από διεθνή συμφωνία ή ρύθμιση που συνάπτεται σύμφωνα με τις Συνθήκες μεταξύ κράτους μέλους και μίας ή περισσότερων τρίτων χωρών ή υποδιαιρέσεών τους και καλύπτουν έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες που προορίζονται για την από κοινού εκτέλεση ή εκμετάλλευση ενός σχεδίου από τα συμβαλλόμενα μέρη τους∙
(β) είτε από διεθνείς συμφωνίες ή ρυθμίσεις που έχουν συναφθεί για τη στάθμευση στρατευμάτων και αφορούν επιχειρήσεις κράτους μέλους ή τρίτης χώρας∙
(γ) είτε από διεθνή οργανισμό.
(2) Όλες οι συμφωνίες ή οι ρυθμίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) κοινοποιούνται από τις αναθέτουσες αρχές στην Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων, η οποία τις κοινοποιεί στην Επιτροπή.
(3) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις και τους διαγωνισμούς μελετών που αφορούν την άμυνα και την ασφάλεια και ανατίθενται από αναθέτοντα φορέα σύμφωνα με τους κανόνες διαδικασίας σύναψης σύμβασης, οι οποίοι προβλέπονται από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, εφόσον οι σχετικές συμβάσεις και οι διαγωνισμοί μελετών χρηματοδοτούνται πλήρως από τον εν λόγω οργανισμό ή ίδρυμα· στην περίπτωση συμβάσεων ή διαγωνισμών μελετών που συγχρηματοδοτούνται, κατά το μεγαλύτερο μέρος, από διεθνή οργανισμό ή διεθνές χρηματοδοτικό ίδρυμα, οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν επί των εφαρμοστέων διαδικασιών σύναψης συμβάσεων.
30.-(1) Σύμβαση που ανατίθεται από αναθέτουσα αρχή σε άλλο νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, εφόσον πληρούνται οι κατωτέρω σωρευτικές προϋποθέσεις:
(α) Η αναθέτουσα αρχή ασκεί επί του εν λόγω νομικού προσώπου έλεγχο ανάλογο εκείνου που ασκεί επί των δικών της υπηρεσιών˙
(β) περισσότερο από το ογδόντα τοις εκατόν (80%) των δραστηριοτήτων του ελεγχομένου νομικού προσώπου, όπως το ποσοστό αυτό καθορίζεται στο εδάφιο (5), διεξάγεται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί από την ελέγχουσα αναθέτουσα αρχή ή άλλα νομικά πρόσωπα που ελέγχει η εν λόγω αναθέτουσα αρχή˙ και
(γ) δεν υπάρχει άμεση συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, εξαιρουμένων των μορφών συμμετοχής ιδιωτικών κεφαλαίων, χωρίς δυνατότητα ελέγχου ή δικαιώματος αρνησικυρίας, ως απαιτούνται από σχετική νομοθεσία σύμφωνη με τις Συνθήκες και δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο:
(2) Το εδάφιο (1) εφαρμόζεται σε περίπτωση που ένα ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, το οποίο είναι αναθέτουσα αρχή, αναθέτει σύμβαση στην αναθέτουσα αρχή, η οποία το ελέγχει ή σε άλλο νομικό πρόσωπο, το οποίο τελεί υπό τον έλεγχο της ίδιας αναθέτουσας αρχής, εφόσον δεν υπάρχει άμεση συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στο νομικό πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η σύμβαση, εξαιρουμένων των μορφών συμμετοχής ιδιωτικών κεφαλαίων χωρίς δυνατότητα ελέγχου ή δικαιώματος αρνησικυρίας που απαιτούνται από σχετική νομοθεσία σύμφωνη με τις Συνθήκες και δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.
(3) Μια αναθέτουσα αρχή που δεν ασκεί έλεγχο κατά την έννοια του εδαφίου (1) σε νομικό πρόσωπο ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου δύναται να αναθέσει δημόσια σύμβαση στο εν λόγω νομικό πρόσωπο, χωρίς να εφαρμόσει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, νοουμένου ότι πληρούνται οι κατωτέρω σωρευτικές προϋποθέσεις:
(α) Η αναθέτουσα αρχή ασκεί από κοινού με άλλες αναθέτουσες αρχές έλεγχο επί του εν λόγω νομικού προσώπου ανάλογο εκείνου που ασκεί επί των δικών της υπηρεσιών:
(i) Τα όργανα λήψης αποφάσεων του ελεγχόμενου νομικού προσώπου απαρτίζονται από αντιπροσώπους όλων των αναθετουσών αρχών που συμμετέχουν· ένας αντιπρόσωπος μπορεί να εκπροσωπεί πολλές ή όλες τις συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές,
(ii) οι εν λόγω αναθέτουσες αρχές είναι σε θέση να ασκούν από κοινού αποφασιστική επιρροή στους στρατηγικούς στόχους και τις σημαντικές αποφάσεις του ελεγχόμενου νομικού προσώπου, και
(iii) το ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο δεν επιδιώκει συμφέροντα αντίθετα από αυτά των αναθετουσών αρχών που το ελέγχουν∙
(β) περισσότερο από το ογδόντα τοις εκατόν (80%) των δραστηριοτήτων του εν λόγω νομικού προσώπου, όπως το ποσοστό αυτό καθορίζεται στο εδάφιο (5), διεξάγεται κατά την εκτέλεση καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί από τις ελέγχουσες αναθέτουσες αρχές ή άλλα νομικά πρόσωπα που ελέγχονται από τις ίδιες αναθέτουσες αρχές· και
(γ) δεν υπάρχει άμεση συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο, εξαιρουμένων των μορφών συμμετοχής ιδιωτικών κεφαλαίων χωρίς δυνατότητα ελέγχου ή δικαιώματος αρνησικυρίας που απαιτούνται από σχετική νομοθεσία σύμφωνη με τις Συνθήκες, και δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στο ελεγχόμενο νομικό πρόσωπο.
(4)Μια σύμβαση, η οποία συνάπτεται αποκλειστικά μεταξύ δύο ή περισσότερων αναθετουσών αρχών, δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, όταν πληρούνται σωρευτικά οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
(α) Η σύμβαση θεσπίζει ή υλοποιεί συνεργασία μεταξύ των συμμετεχουσών αναθετουσών αρχών, η οποία αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι οι δημόσιες υπηρεσίες που πρέπει να εκτελούν οι εν λόγω αρχές, παρέχονται για την επιδίωξη των κοινών τους στόχων·
(β) η υλοποίηση της συνεργασίας αυτής λαμβάνει αποκλειστικά υπόψη το δημόσιο συμφέρον· και
(γ) οι συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές εκτελούν στην ανοικτή αγορά λιγότερο από το είκοσι τοις εκατόν (20%) των δραστηριοτήτων που αφορά η συνεργασία, όπως το ποσοστό αυτό καθορίζεται στο εδάφιο (5).
(5) Για τον προσδιορισμό του ποσοστού των δραστηριοτήτων που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1), στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) και στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (4), λαμβάνεται υπόψη ο μέσος συνολικός κύκλος εργασιών ή άλλο ενδεδειγμένο μέτρο βάσει δραστηριοτήτων, όπως το κόστος που βαρύνει το συγκεκριμένο νομικό πρόσωπο, όσον αφορά τις υπηρεσίες, τις προμήθειες και τα έργα, κατά την τριετία που προηγείται της ανάθεσης της σύμβασης:
31.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «συνδεδεμένη επιχείρηση» νοείται κάθε επιχείρηση της οποίας οι ετήσιοι λογαριασμοί έχουν ενοποιηθεί με τους λογαριασμούς του αναθέτοντος φορέα σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας που μεταφέρει στην εσωτερική έννομη τάξη τις διατάξεις της Οδηγίας 2013/34/ΕΕ σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών.
(2) Στην περίπτωση φορέων που δεν εμπίπτουν στη νομοθεσία που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ως «συνδεδεμένη επιχείρηση» νοείται κάθε επιχείρηση η οποία:
(α) Μπορεί να υπόκειται, άμεσα ή έμμεσα, σε δεσπόζουσα επιρροή του αναθέτοντος φορέα·
(β) μπορεί να ασκεί δεσπόζουσα επιρροή επί του αναθέτοντος φορέα· ή
(γ) υπόκειται, από κοινού με τον αναθέτοντα φορέα, στη δεσπόζουσα επιρροή άλλης επιχείρησης λόγω κυριότητας, χρηματοδοτικής συμμετοχής ή των κανόνων που τη διέπουν:
(3) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 30 και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (4) του παρόντος άρθρου, ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις που ανατίθενται:
(α) Από αναθέτοντα φορέα σε συνδεδεμένη επιχείρηση· ή
(β) από κοινοπραξία, η οποία έχει συσταθεί αποκλειστικά από διάφορους αναθέτοντες φορείς με σκοπό την άσκηση δραστηριοτήτων κατά την έννοια των άρθρων 13 έως 19, σε επιχείρηση συνδεδεμένη μ’ έναν από αυτούς τους αναθέτοντες φορείς.
(4) Το εδάφιο (3) εφαρμόζεται σε:
(α) Συμβάσεις υπηρεσιών, εφόσον το ογδόντα τοις εκατόν (80%) τουλάχιστον του μέσου συνολικού κύκλου εργασιών της συνδεδεμένης επιχείρησης κατά την τελευταία τριετία, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις υπηρεσίες που παρείχε η εν λόγω επιχείρηση, προέρχεται από την παροχή υπηρεσιών στον αναθέτοντα φορέα ή σ’ άλλες επιχειρήσεις με τις οποίες συνδέεται·
(β) συμβάσεις προμηθειών, εφόσον το ογδόντα τοις εκατόν (80%) τουλάχιστον του μέσου συνολικού κύκλου εργασιών της συνδεδεμένης επιχείρησης, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις προμήθειες που παρείχε η εν λόγω επιχείρηση κατά την τελευταία τριετία, προέρχεται από την παροχή προμηθειών στον αναθέτοντα φορέα ή σ’ άλλες επιχειρήσεις με τις οποίες συνδέεται·
(γ) στις συμβάσεις έργων, εφόσον το ογδόντα τοις εκατόν (80%) τουλάχιστον του μέσου συνολικού κύκλου εργασιών της συνδεδεμένης επιχείρησης, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα έργα που παρείχε η εν λόγω επιχείρηση κατά την τελευταία τριετία, προέρχεται από την παροχή έργων στον αναθέτοντα φορέα ή σ’ άλλες επιχειρήσεις με τις οποίες συνδέεται.
(5) Όταν, λόγω της ημερομηνίας σύστασης της συνδεδεμένης επιχείρησης ή της ημερομηνίας έναρξης των δραστηριοτήτων της, δεν είναι διαθέσιμος ο κύκλος εργασιών της για την τελευταία τριετία, η επιχείρηση αρκεί να αποδεικνύει ότι ο κύκλος εργασιών που αναφέρεται στις παραγράφους (α), (β) ή (γ) του εδαφίου (4) είναι αξιόπιστος, ιδίως με προβολές επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
(6) Όταν περισσότερες από μία επιχειρήσεις συνδεδεμένες με τον αναθέτοντα φορέα με τον οποίο συγκροτούν οικονομικό όμιλο, παρέχουν τις ίδιες ή παρεμφερείς υπηρεσίες ή προμήθειες ή τα ίδια ή παρεμφερή έργα, για τον υπολογισμό των προαναφερόμενων στο εδάφιο (4) ποσοστών λαμβάνεται υπόψη ο συνολικός κύκλος εργασιών που προκύπτει αντιστοίχως από την παροχή υπηρεσιών, προμηθειών ή έργων εκ μέρους των εν λόγω συνδεδεμένων επιχειρήσεων.
32. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 30 και υπό την προϋπόθεση ότι η κοινοπραξία έχει συσταθεί με σκοπό την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας επί περίοδο τουλάχιστον τριών ετών και η συστατική πράξη της κοινοπραξίας ορίζει ότι οι αναθέτοντες φορείς που τη συγκροτούν συμμετέχουν σ’ αυτήν τουλάχιστον για την εν λόγω περίοδο, ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται:
(α) Στις συμβάσεις που αναθέτει κοινοπραξία, η οποία έχει συσταθεί αποκλειστικά από ορισμένους αναθέτοντες φορείς με σκοπό την άσκηση δραστηριοτήτων κατά την έννοια των άρθρων 13 έως 19, σ’ έναν από τους εν λόγω αναθέτοντες φορείς· ή
(β) στις συμβάσεις που αναθέτει αναθέτων φορέας σε τέτοιου είδους κοινοπραξία στην οποία συμμετέχει.
33.-(1) Οι αναθέτοντες φορείς κοινοποιούν στην Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων, κατόπιν αιτήσεώς της, τις ακόλουθες πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 31 και του άρθρου 32:
(α) Τις επωνυμίες των επιχειρήσεων ή κοινοπραξιών για τις οποίες πρόκειται·
(β) τη φύση και την αξία των σχετικών συμβάσεων·
(γ) τα στοιχεία που η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων κρίνει απαραίτητα για να αποδείξουν ότι οι σχέσεις μεταξύ της επιχείρησης ή της κοινοπραξίας στην οποία ανατίθενται οι συμβάσεις και του αναθέτοντος φορέα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των άρθρων 31 ή 32.
(2) Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων διαβιβάζει στην Επιτροπή τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1), εφόσον ζητηθεί.
34. Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται μόνο σε συμβάσεις υπηρεσιών για υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης καλυπτόμενες από τους κωδικούς CPV 73000000-2 έως 73120000-9, 73300000-5, 73420000-2 και 73430000-5, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι κατωτέρω προϋποθέσεις:
(α) Τα αποτελέσματα ανήκουν αποκλειστικά στον αναθέτοντα φορέα για ιδία χρήση κατά την άσκηση της δραστηριότητάς του∙ και
(β) η παροχή της υπηρεσίας αμείβεται εξολοκλήρου από τον αναθέτοντα φορέα.
35.-(1) Οι συμβάσεις που προορίζονται να επιτρέψουν την άσκηση δραστηριότητας οριζόμενης στα άρθρα 13 έως 19 δεν υπάγονται στον παρόντα Νόμο, εάν η Δημοκρατία ή οι αναθέτοντες φορείς που υπέβαλαν αίτημα δυνάμει του άρθρου 36 μπορούν να καταδείξουν ότι η δραστηριότητα, που ασκείται στη Δημοκρατία, είναι άμεσα εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό σε αγορές στις οποίες η πρόσβαση δεν είναι περιορισμένη. Η αναφερόμενη στο παρόν άρθρο αξιολόγηση του ανταγωνισμού, η οποία διενεργείται με βάση τις πληροφορίες που είναι διαθέσιμες στην Επιτροπή και για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, δεν θίγει την εφαρμογή της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού:
(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, το κατά πόσο μια δραστηριότητα είναι άμεσα εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό καθορίζεται με βάση κριτήρια σύμφωνα με τις διατάξεις περί ανταγωνισμού της ΣΛΕΕ. Σε αυτά μπορεί να περιλαμβάνονται:
(α) Τα χαρακτηριστικά των συγκεκριμένων προϊόντων ή υπηρεσιών∙
(β) η ύπαρξη εναλλακτικών προϊόντων ή υπηρεσιών που θεωρούνται ότι μπορούν να τα υποκαταστήσουν τόσο από την πλευρά της ζήτησης όσο και από την πλευρά της προσφοράς∙
(γ) οι τιμές∙
(δ) η πραγματική ή δυνητική παρουσία περισσότερων του ενός παρόχων των εν λόγω προϊόντων ή υπηρεσιών.
(3) Η γεωγραφική αγορά αναφοράς, με βάση την οποία αξιολογείται η έκθεση στον ανταγωνισμό, νοείται η περιοχή όπου οι σχετικές επιχειρήσεις συμμετέχουν στην προσφορά και τη ζήτηση προϊόντων ή υπηρεσιών, όπου οι συνθήκες ανταγωνισμού είναι επαρκώς ομοιογενείς και η οποία μπορεί να διακριθεί από τις γειτονικές περιοχές επειδή, ιδίως, οι συνθήκες ανταγωνισμού είναι αισθητά διαφορετικές. Η εν λόγω αξιολόγηση λαμβάνει ιδίως υπόψη τη φύση και τα χαρακτηριστικά των σχετικών προϊόντων ή υπηρεσιών, την ύπαρξη εμποδίων για την είσοδο στην αγορά ή ενδεχόμενων προτιμήσεων των καταναλωτών, τις αισθητές διαφορές στα μερίδια αγοράς των επιχειρήσεων μεταξύ της εν λόγω περιοχής και των γειτονικών περιοχών ή τις αισθητές διαφορές στις τιμές.
(4) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, η πρόσβαση σε μια αγορά θεωρείται ότι δεν περιορίζεται εάν το κράτος μέλος έχει ενσωματώσει και εφαρμόσει τη νομοθεσία της Ένωσης που αναφέρεται στο Παράρτημα IV.
(5) Όταν η ελεύθερη πρόσβαση σε συγκεκριμένη αγορά δεν τεκμαίρεται βάσει του εδαφίου (4), πρέπει να καταδεικνύεται ότι η εν λόγω πρόσβαση είναι ελεύθερη εκ του νόμου και εκ των πραγμάτων.
36.-(1) Όταν η Δημοκρατία ή ένας αναθέτων φορέας θεωρεί ότι, με βάση τα κριτήρια των εδαφίων (2) έως (5) του άρθρου 35, μια δεδομένη δραστηριότητα είναι απευθείας εκτεθειμένη στον ανταγωνισμό, σε αγορές στις οποίες η πρόσβαση δεν είναι περιορισμένη, μπορεί να υποβάλει αίτημα στην Επιτροπή προκειμένου να βεβαιώσει ότι η Οδηγία 2014/25/ΕΕ δεν εφαρμόζεται στην ανάθεση συμβάσεων ή στη διοργάνωση διαγωνισμών μελετών για την άσκηση της εν λόγω δραστηριότητας.
(2) Το αίτημα που αναφέρεται στο εδάφιο (1) υποβάλλεται από τη Δημοκρατία ή τον ενδιαφερόμενο φορέα ακολουθώντας τις πρόνοιες του άρθρου 35 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ και τυχόν εκτελεστικής πράξης που εκδίδει η Επιτροπή για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 35 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ.
(3) Οι συμβάσεις που προορίζονται να καταστήσουν δυνατή την άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας και οι διαγωνισμοί μελετών που διοργανώνονται για την πραγματοποίηση μιας τέτοιου είδους δραστηριότητας για την οποία υποβλήθηκε αίτημα που προβλέπεται στο εδάφιο (1) παύουν να υπόκεινται στον παρόντα Νόμο σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Η Επιτροπή εξέδωσε εκτελεστική πράξη σχετικά με τη δυνατότητα εφαρμογής του άρθρου 34 παράγραφος 1 της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο Παράρτημα IV της εν λόγω Οδηγίας∙
(β) η Επιτροπή δεν εξέδωσε την εκτελεστική πράξη εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο Παράρτημα IV της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ.
(4) Σε περίπτωση έκδοσης της εκτελεστικής πράξης της Επιτροπής που αναφέρεται στο εδάφιο (2), η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων ενημερώνει με εγκύκλιό της τους αναθέτοντες φορείς.