26.-(1) Η σύσταση ιδρύματος γίνεται με την εγγραφή του στο Μητρώο Ιδρυμάτων το οποίο τηρείται από τον Έφορο και με την έκδοση από τον Έφορο του αναφερόμενου στο εδάφιο (2) πιστοποιητικού εγγραφής του ιδρύματος.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 27, η εγγραφή ιδρύματος διενεργείται κατόπιν γραπτής αίτησης από τους ιδρυτές ή τους επιτρόπους εμπιστεύματος ή τους εκτελεστές διαθήκης, η οποία υποβάλλεται στον καθορισμένο τύπο και συνοδεύεται από την ιδρυτική αυτού πράξη, καθώς και από το αντίστοιχο καταστατικό, στο οποίο καταγράφονται λεπτομερώς ο τρόπος λειτουργίας του ιδρύματος, τα ονόματα και οι διευθύνσεις των μελών του διοικητικού του συμβουλίου, ο τρόπος διαδοχής τους, καθώς και πρόνοια σύμφωνα με την οποία καμιά αμοιβή, οποιουδήποτε είδους, δεν καταβάλλεται για παρεχόμενες υπηρεσίες σε οποιοδήποτε ιδρυτικό μέλος ή αξιωματούχο του διοικητικού συμβουλίου αυτού. ο Έφορος εξετάζει την αίτηση με κάθε δυνατή ταχύτητα και, εάν ικανοποιηθεί ότι ο σκοπός ή η λειτουργία του ιδρύματος δεν είναι παράνομα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4, διενεργεί την εγγραφή στο Μητρώο και εκδίδει πιστοποιητικό εγγραφής, στον καθορισμένο τύπο, το οποίο φέρει την υπογραφή του:
(3) Ίδρυμα δύναται να εγγραφεί εάν έχει ως βασικό του στόχο την επίτευξη ενός ή περισσοτέρων εκ των ακόλουθων σκοπών:
(α) Την αποτροπή ή ανακούφιση της φτώχειας.
(β) την προώθηση της εκπαίδευσης.
(γ) την προώθηση της υγείας ή τη σωτηρία της ζωής.
(δ) την προώθηση της ανάπτυξης του πολίτη και της κοινότητας.
(ε) την προώθηση των τεχνών, του πολιτισμού, της πολιτιστικής κληρονομίας ή της επιστήμης.
(στ) την προώθηση των ερασιτεχνικών αθλοπαιδιών.
(ζ) την προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της επιλύσεως διαφορών ή της συμφιλίωσης ή την προώθηση της θρησκευτικής ή εθνικής αρμονίας ή ισότητας και ιδιαιτερότητας.
(η) την προώθηση της προστασίας ή της βελτιώσεως του περιβάλλοντος.
(θ) την ανακούφιση των αναγκών που προκύπτουν λόγω του νεαρού ή του προχωρημένου της ηλικίας, προβλημάτων υγείας, αναπηρίας, οικονομικών δυσχερειών ή άλλου μειονεκτήματος.
(ι) την προώθηση της ευημερίας και προστασίας των ζώων.
(ια) για οποιοδήποτε άλλο λόγο, προς όφελος του κοινού γενικά ή ο οποίος θεωρείται συναφής με τους σκοπούς των πιο πάνω παραγράφων (α) μέχρι (ι):
(4) Οι διατυπώσεις χορήγησης έγκρισης της αίτησης με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου εξετάζονται χωρίς καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από το χρόνο της παραλαβής όλων των απαιτούμενων και ορθά συμπληρωμένων εγγράφων και για κάθε αίτηση χορηγείται βεβαίωση παραλαβής της:
(5) Το πιστοποιητικό που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και αποτελεί πλήρη απόδειξη για την ημερομηνία εγγραφής και για την τήρηση των απαιτούμενων από τον παρόντα Νόμο προϋποθέσεων.
(6) Σε περίπτωση που απορριφθεί το αίτημα για την έκδοση πιστοποιητικού εγγραφής, ο Έφορος καταγράφει τους λόγους άρνησης και ενημερώνει για τα μέσα έννομης προστασίας που έχει στη διάθεσή του ο αιτητής.
27.-(1) Η ιδρυτική πράξη ιδρύματος γίνεται είτε με δικαιοπραξία κατά τη διάρκεια ζωής είτε με διάταξη τελευταίας βούλησης:
(2) Στην ιδρυτική πράξη πρέπει να προσδιορίζεται η επωνυμία και ο σκοπός του ιδρύματος, η έδρα του, τυχόν έμβλημά του, η αφιερούμενη περιουσία, τα ονόματα, οι διευθύνσεις και τα στοιχεία επικοινωνίας των μελών του διοικητικού συμβουλίου, καθώς και ο τρόπος διαδοχής τους και το καταστατικό του ιδρύματος:
28. Το καταστατικό ιδρύματος δύναται να καθοριστεί ή να συμπληρωθεί ή να τροποποιηθεί με απόφαση του Δικαστηρίου, τηρουμένης της θέλησης του ιδρυτή και τυχόν συμπλήρωση ή τροποποίηση του καταστατικού δύναται να γίνει σύμφωνα με τους ίδιους όρους και με μεταγενέστερη απόφαση του Δικαστηρίου, στο οποίο μπορεί να προσφύγει το διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος ή ο Έφορος.
29.-(1) Ύστερα από αίτηση του ιδρυτή, το Δικαστήριο δύναται να επιτρέψει την ανάκληση ιδρυτικής πράξης λόγω απορίας του ιδρυτή, η οποία έχει επέλθει μετά την ίδρυση ή ένεκα σπουδαίων λόγων που δικαιολογούν την ανάκληση.
(2) Μετά την εγγραφή του ιδρύματος δεν χωρεί αίτηση ανάκλησης.
30. Ο ιδρυτής οφείλει από τη σύσταση του ιδρύματος να μεταβιβάσει σε αυτό την περιουσία που έχει ταχθεί σε αυτό και δικαιώματα τα οποία μεταβιβάζονται με απλή εκχώρηση, εάν δεν υπάρχει αντίθετη βούληση του ιδρυτή, μεταβιβάζονται αυτοδικαίως με τη σύσταση του ιδρύματος.
31. Μετά τη σύσταση οποιουδήποτε ιδρύματος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, κάθε προσφορά, δωρεά και διάθεση περιουσίας κινητής ή ακίνητης που έγινε μέχρι τότε προς ή προς όφελος του προτεινόμενου ιδρύματος ή των μελών της διοίκησής του ή διαφορετικά για τους σκοπούς αυτού, ισχύει ωσάν αυτή να έγινε προς ή για όφελος του ιδρύματος που συστάθηκε.
32.-(1) Τα εγγεγραμμένα ιδρύματα διοικούνται από τρία (3) ή περισσότερα πρόσωπα και, εκτός εάν η ιδρυτική πράξη ορίζει διαφορετικά, οι αποφάσεις αυτών λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των παρόντων μελών και, σε περίπτωση ισοψηφίας, επικρατεί η ψήφος του προέδρου:
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία μέλος του διοικητικού συμβουλίου του ιδρύματος καταδικάζεται για οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα το οποίο ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα, ο Γενικός Έφορος προβαίνει τάχιστα στη λήψη των απαραίτητων δικαστικών μέτρων για την άμεση απομάκρυνση του εν λόγω μέλους από τα καθήκοντά του και την αντικατάστασή του προς το σκοπό συμπλήρωσης του προβλεπόμενου αριθμού μελών του διοικητικού συμβουλίου του ιδρύματος:
33.-(1) Μέλος του διοικητικού συμβουλίου δεν δικαιούται να συμμετέχει ούτε στη συζήτηση ούτε στην ψηφοφορία, εάν η απόφαση που θα ληφθεί αφορά την επιχείρηση ή σύναψη δικαιοπραξίας ή έγερση ή κατάργηση δίκης μεταξύ του ιδρύματος και του μέλους ή του συζύγου του ή συγγενή του εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και του τρίτου βαθμού συγγένειας ή την επιχείρηση δικαιοπραξίας μεταξύ του ιδρύματος και εταιρείας, προσωπικής ή κεφαλαιουχικής, στην οποία ή στη διοίκηση της οποίας συμμετέχει το μέλος ή σύζυγος ή συγγενής αυτού εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και του τρίτου βαθμού συγγένειας.
(2) Χωρίς επηρεασμό του δικαιώματος αγωγής του ιδρύματος κατά του υπαιτίου μέλους για τυχόν αποζημίωση, λόγω παράβασης νομικού καθήκοντος, απόφαση που λαμβάνεται κατά παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (1) είναι ακυρώσιμη και τυχόν ακυρότητα αυτής συμπαρασύρει και τη δυνάμει αυτής επιχειρούμενη πράξη.
34.-(1) Το διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος οφείλει να χειρίζεται επιμελώς τις υποθέσεις του ιδρύματος και να το αντιπροσωπεύει δικαστικώς και εξωδίκως, εκτός εάν η ιδρυτική πράξη ορίζει διαφορετικά.
(2) Η έκταση της εξουσίας του διοικητικού συμβουλίου του ιδρύματος προσδιορίζεται από την ιδρυτική πράξη και ο προσδιορισμός αυτός ισχύει και έναντι τρίτων∙ με την ιδρυτική πράξη δύναται να ανατεθούν ορισμένες αρμοδιότητες στο ίδιο άτομο και η εξουσία αυτού, σε περίπτωση αμφιβολίας, επεκτείνεται και σε κάθε συναφή πράξη.
35. Οι διατάξεις του περί Επιτρόπων Εμπιστευμάτων Νόμου εφαρμόζονται σε όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες το διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος διαχειρίζεται εμπίστευμα συναρτώμενο με την περιουσία του ιδρύματος ή που συνιστά την περιουσία του ιδρύματος.
36.-(1) Δικαιοπραξίες οι οποίες επιχειρούνται ή συνομολογούνται από το διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος και βρίσκονται εντός των ορίων της εξουσίας του, δεσμεύουν το ίδρυμα.
(2) Το ίδρυμα ευθύνεται έναντι τρίτων από τις παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων ή υπαλλήλων του που το αντιπροσωπεύουν και συνεπάγονται υποχρέωση αποζημίωσης, εφόσον η ζημιογόνος πράξη ή παράλειψη έλαβε χώρα κατά την εκτέλεση των εξουσιών ή καθηκόντων τους:
37. Σε περίπτωση απουσίας οποιουδήποτε από τα απαρτίζοντα το διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος πρόσωπα ή σύγκρουσης των συμφερόντων αυτού με αυτά του ιδρύματος, το Δικαστήριο, ύστερα από αίτηση του Γενικού Εφόρου ή οποιουδήποτε προσώπου έχει έννομο συμφέρον, διορίζει προσωρινό διοικητικό συμβούλιο, μέχρις ότου αρθεί το σχετικό κώλυμα.
38. Ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας έχει εξουσία-
(α) Nα λαμβάνει δικαστικά μέτρα που απαιτούνται για την εκτέλεση οποιουδήποτε καταπιστεύματος που συστάθηκε προς όφελος οποιουδήποτε ιδρύματος είτε μέσω δικαιοπραξίας εν ζωή είτε μέσω διατάξεως τελευταίας επιθυμίας.
(β) να εγκρίνει την πώληση ή καθ’ οποιοδήποτε τρόπο απαλλοτρίωση οποιασδήποτε ακίνητης ιδιοκτησίας που ανήκει στο ίδρυμα, αφού πειστεί ότι η πώληση ή απαλλοτρίωση είναι προς το συμφέρον του ιδρύματος.
39. Το καταστατικό δύναται να μεταβληθεί με απόφαση του Δικαστηρίου και ενάντια στη θέληση του ιδρυτή, ύστερα από αίτηση του διοικητικού συμβουλίου του ιδρύματος, εάν η μεταβολή αυτή επιβάλλεται για σκοπούς συντήρησης της περιουσίας του ιδρύματος ή για εκπλήρωση του σκοπού του.
40.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία ο σκοπός του ιδρύματος κατέστη ανέφικτος, ύστερα από αίτηση του διοικητικού συμβουλίου του ιδρύματος ή του Γενικού Εφόρου, το Δικαστήριο δύναται να αποδώσει στο ίδρυμα άλλο παρεμφερή σκοπό σύμφωνα με την πιθανότερη θέληση του ιδρυτή.
(2) Απαγορεύεται η μεταβολή του περιεχομένου ή των όρων της ιδρυτικής πράξης ενάντια στις διατάξεις που είναι προς όφελος δημόσιου ή κοινωφελούς σκοπού:
41.-(1) Το ίδρυμα παύει να υπάρχει στις περιπτώσεις που ορίζει η ιδρυτική αυτού πράξη ή το καταστατικό του.
(2) Το ίδρυμα διαλύεται με απόφαση του Δικαστηρίου, ύστερα από αίτηση του διοικητικού συμβουλίου του ιδρύματος ή του Γενικού Εφόρου, εάν-
(α) Ο σκοπός του εκπληρώθηκε ή απέβη ανέφικτος∙
(β) λόγω αδράνειας, για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τα δύο (2) έτη, περιλαμβανομένης της μη σύγκλησης ή μη πραγματοποίησης των απαιτούμενων από το καταστατικό συνεδριών του διοικητικού συμβουλίου ή/και της μη υποβολής ελεγμένων ετήσιων λογαριασμών, συνάγεται εγκατάλειψη του σκοπού αυτού∙
(γ) έχει παρεκκλίνει από το σκοπό του ή εάν ο σκοπός ή η λειτουργία του έχουν αποβεί παράνομα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4.
42.-(1) Όταν κατά τις διατάξεις του άρθρου 41 το ίδρυμα παύσει να υπάρχει ή διαλυθεί, διατελεί αυτοδικαίως σε εκκαθάριση και, μέχρι την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης και για τις ανάγκες αυτής, θεωρείται υφιστάμενο.
(2) Η εκκαθάριση, εφόσον νόμος ή η ιδρυτική πράξη δεν ορίζει διαφορετικά ή εφόσον ο Έφορος δεν αποφασίσει διαφορετικά, γίνεται από το διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος και, σε περίπτωση που αυτό δεν υπάρχει, διορίζονται από το Δικαστήριο ένας ή περισσότεροι εκκαθαριστές.
(3) Ο εκκαθαριστής υπέχει θέση υπεύθυνου διοίκησης του ιδρύματος και η εξουσία του περιορίζεται στις ανάγκες της εκκαθάρισης.
(4) Ο εκκαθαριστής ευθύνεται έναντι του ιδρύματος ή των διαδόχων αυτού και καταβάλει αποζημίωση για κάθε παράβαση των υποχρεώσεών του και περισσότεροι του ενός εκκαθαριστές ευθύνονται εξ ολοκλήρου ή/και κεχωρισμένα.
43. Η περιουσία ιδρύματος που έχει διαλυθεί, εκτός εάν η ιδρυτική πράξη ορίζει διαφορετικά ή εκτός εάν ο Έφορος αποφασίσει διαφορετικά, περιέρχεται στη Δημοκρατία, η οποία, με την περιουσία αυτή, οφείλει να εξυπηρετήσει το σκοπό του ιδρύματος ή άλλο συναφή σκοπό.