Προοίμιο

Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο-

«Οδηγία (ΕΕ) 2019/770 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2019 σχετικά με ορισμένες πτυχές που αφορούν τις συμβάσεις για την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου και ψηφιακών υπηρεσιών»,

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Ορισμένων Πτυχών που αφορούν τις Συμβάσεις για την Προμήθεια Ψηφιακού Περιεχομένου και Ψηφιακών Υπηρεσιών Νόμος του 2021.

Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

«αγαθά με ψηφιακά στοιχεία» σημαίνει κάθε ενσώματο κινητό αντικείμενο που εντάσσει ή διασυνδέεται με ψηφιακό περιεχόμενο ή ψηφιακή υπηρεσία κατά τέτοιο τρόπο, ώστε η απουσία του εν λόγω ψηφιακού περιεχομένου ή της εν λόγω ψηφιακής υπηρεσίας να παρεμποδίζει τα αγαθά από το να εκτελούν τις λειτουργίες τους·

«δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» σημαίνει τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα όπως ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και στο εδάφιο (1) του άρθρου 2 του περί της Προστασίας των Φυσικών προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου·

«διαλειτουργικότητα» σημαίνει την ικανότητα του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας να λειτουργεί με υλικό ή λογισμικό διαφορετικό από εκείνο με το οποίο χρησιμοποιείται συνήθως ψηφιακό περιεχόμενο ή ψηφιακή υπηρεσία ιδίου τύπου·

«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή της Υπηρεσίας Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας·

«έλλειψη συμμόρφωσης» σημαίνει οποιαδήποτε έλλειψη συμμόρφωσης με τις διατάξεις των άρθρων 6, 7 και 8

«έμπορος» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο, ανεξάρτητα από το εάν διέπεται από το ιδιωτικό ή δημόσιο δίκαιο, το οποίο, ενεργεί, το ίδιο ή μέσω άλλου προσώπου ενεργούντος εξ ονόματος ή για λογαριασμό του εν λόγω φυσικού ή νομικού προσώπου, για σκοπούς οι οποίοι σχετίζονται με την εμπορική, επιχειρηματική, βιοτεχνική ή επαγγελματική δραστηριότητά του σε σχέση με τις συμβάσεις που διέπονται από τον παρόντα Νόμο·

«ενσωμάτωση» σημαίνει σύνδεση και ένταξη του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας στα συστατικά μέρη του ψηφιακού περιβάλλοντος του καταναλωτή, ώστε το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία να χρησιμοποιείται σύμφωνα με τις απαιτήσεις συμμόρφωσης που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο·

«Εντεταλμένη Υπηρεσία» σημαίνει το Διευθυντή της Υπηρεσίας Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας και οποιονδήποτε λειτουργό της εν λόγω Υπηρεσίας ή άλλο πρόσωπο ειδικά εξουσιοδοτημένο γραπτώς από αυτόν να ενεργεί στο όνομα και για λογαριασμό του·

«επιγραμμική διεπαφή» σημαίνει λογισμικό, περιλαμβανομένου του δικτυακού τόπου, μέρους αυτού ή μίας εφαρμογής, το οποίο διαχειρίζεται εμπορευόμενος ή άλλος εξ ονόματός του και χρησιμεύει για να δοθεί στους καταναλωτές πρόσβαση στα αγαθά ή τις υπηρεσίες του εμπορευόμενου·

«ιδιοκτήτης κώδικα» σημαίνει κάθε οντότητα, συμπεριλαμβανομένων ενός εμπορευόμενου ή μίας ομάδας εμπορευόμενων, η οποία είναι υπεύθυνη για τη διατύπωση και την αναθεώρηση ενός κώδικα συμπεριφοράς και/ή για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης προς τον κώδικα όσων έχουν αναλάβει να δεσμεύονται από αυτόν∙

«Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της Οδηγίας 95/46/ΕΚ

«καταναλωτής» σημαίνει κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο, σε σχέση με τις συμβάσεις που διέπονται από τον παρόντα Νόμο, ενεργεί για σκοπούς οι οποίοι δεν εμπίπτουν στο πλαίσιο της εμπορικής, επιχειρηματικής, βιοτεχνικής ή επαγγελματικής δραστηριότητάς του·

«λειτουργικότητα» σημαίνει την ικανότητα του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας να εκτελεί τις λειτουργίες του, έχοντας υπόψη τον σκοπό του·

«Οδηγία (ΕΕ) 2018/1972» σημαίνει την Οδηγία (ΕΕ) 2018/1972 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών

«σταθερό μέσο» σημαίνει κάθε μέσο που επιτρέπει στον καταναλωτή ή στον έμπορο να αποθηκεύει πληροφορίες που απευθύνονται προσωπικά σε αυτόν κατά τρόπο προσπελάσιμο για μελλοντική πρόσβαση επί χρονικό διάστημα επαρκές για τους σκοπούς που εξυπηρετούν οι πληροφορίες και το οποίο επιτρέπει την ακριβή αναπαραγωγή των αποθηκευμένων πληροφοριών·

«συμβατότητα» σημαίνει την ικανότητα του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας να λειτουργήσει με υλικό ή λογισμικό με το οποίο χρησιμοποιείται συνήθως ψηφιακό περιεχόμενο ή ψηφιακή υπηρεσία ιδίου τύπου, χωρίς την ανάγκη μετατροπής του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας·

«τίμημα» σημαίνει χρηματικό ποσό ή ψηφιακή αναπαράσταση αξίας, που οφείλεται ως αντάλλαγμα για την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου ή ψηφιακής υπηρεσίας·

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας·

«ψηφιακό περιβάλλον» σημαίνει υλικό, λογισμικό και κάθε σύνδεση δικτύου που χρησιμοποιεί ο καταναλωτής για να προσπελάσει ή να χρησιμοποιήσει ψηφιακό περιεχόμενο ή ψηφιακή υπηρεσία·

«ψηφιακό περιεχόμενο» σημαίνει τα δεδομένα, τα οποία παράγονται και παρέχονται σε ψηφιακή μορφή·

«ψηφιακή υπηρεσία» σημαίνει-

(α) την υπηρεσία, η οποία επιτρέπει στον καταναλωτή να δημιουργεί, να επεξεργάζεται, να αποθηκεύει δεδομένα σε ψηφιακή μορφή και/ή να έχει πρόσβαση σε αυτά· ή

(β) την υπηρεσία, η οποία επιτρέπει την ανταλλαγή δεδομένων σε ψηφιακή μορφή και/ή κάθε άλλη αλληλεπίδραση με τα δεδομένα αυτά, τα οποία αναφορτώνονται ή δημιουργούνται από τον καταναλωτή ή άλλους χρήστες της εν λόγω υπηρεσίας.

Πεδίο εφαρμογής

3.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται σε κάθε σύμβαση βάσει της οποίας ο έμπορος-

(α) προμηθεύει ή αναλαμβάνει την υποχρέωση να προμηθεύσει ψηφιακό περιεχόμενο και/ή ψηφιακή υπηρεσία στον καταναλωτή και ο καταναλωτής καταβάλλει ή αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει ένα τίμημα,

(β) προμηθεύει ή αναλαμβάνει την υποχρέωση να προμηθεύσει ψηφιακό περιεχόμενο και/ή ψηφιακή υπηρεσία στον καταναλωτή και ο καταναλωτής παρέχει ή αναλαμβάνει την υποχρέωση να παράσχει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα στον έμπορο, εξαιρουμένης της περίπτωσης στην οποία τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία παρέχει ο καταναλωτής, υποβάλλονται σε επεξεργασία από τον έμπορο αποκλειστικά για την προμήθεια του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή προκειμένου ο έμπορος να συμμορφωθεί με τις νομικές απαιτήσεις στις οποίες υπόκειται και δεν επεξεργάζεται τα δεδομένα αυτά για οποιονδήποτε άλλο σκοπό,

(γ) προμηθεύει ή αναλαμβάνει την υποχρέωση να προμηθεύσει ψηφιακό περιεχόμενο και/ή ψηφιακή υπηρεσία στον καταναλωτή, τα οποία σχεδιάζονται σύμφωνα με τις προδιαγραφές του καταναλωτή και ο καταναλωτής καταβάλλει ή αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλει ένα τίμημα.

(2) Εξαιρουμένων των διατάξεων των άρθρων 4 και 12, ο παρών Νόμος εφαρμόζεται και σε κάθε ενσώματο μέσο που χρησιμεύει αποκλειστικά ως φορέας για τη μεταφορά ψηφιακού περιεχομένου.

(3) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται αναφορικά με συμβάσεις, οι οποίες αφορούν-

(α) σε παροχή ψηφιακού περιεχομένου και/ή ψηφιακών υπηρεσιών, οι οποίες ενσωματώνονται σε αγαθά και/ή διασυνδέονται με αυτά, κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 2 και τα οποία παρέχονται με τα αγαθά στο πλαίσιο σύμβασης πώλησης που αφορά τα εν λόγω αγαθά, ανεξάρτητα από το εάν το εν λόγω ψηφιακό περιεχόμενο και/ή η εν λόγω ψηφιακή υπηρεσία παρέχεται από τον πωλητή ή από τρίτο μέρος:

Νοείται ότι, σε περίπτωση αμφιβολίας για το εάν η παροχή ενσωματωμένου ή διασυνδεδεμένου ψηφιακού περιεχομένου ή ενσωματωμένης ή διασυνδεδεμένης ψηφιακής υπηρεσίας αποτελεί μέρος της σύμβασης πώλησης, τεκμαίρεται ότι το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία διέπεται από τη σύμβαση πώλησης,

(β) στην παροχή υπηρεσιών, πέραν των ψηφιακών υπηρεσιών, ανεξάρτητα από το εάν ο έμπορος χρησιμοποιεί ψηφιακές μορφές και/ή ψηφιακά μέσα για να παράγει το αποτέλεσμα της υπηρεσίας και/ή για την παράδοση και/ή διαβίβασή του στον καταναλωτή,

(γ) στις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως ορίζονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2 της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972, με εξαίρεση τις υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών, ανεξαρτήτως αριθμών όπως ορίζονται στην παράγραφο 7 του άρθρου 2 της εν λόγω Οδηγίας,

(δ) στην υγειονομική περίθαλψη, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του περί Εφαρμογής των Δικαιωμάτων των Ασθενών στο πλαίσιο της Διασυνοριακής Υγειονομικής Περίθαλψης Νόμου,

(ε) στις υπηρεσίες τζόγου, ήτοι στις υπηρεσίες που συνίστανται σε τυχερά παιχνίδια στα οποία ο παίκτης στοιχηματίζει χρηματική αξία, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που ενέχουν στοιχείο δεξιότητας, όπως λαχειοφόρες αγορές, τζόγο σε καζίνα, παιχνίδια πόκερ και συναλλαγές που αφορούν στοιχήματα, με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων ή άλλης τεχνολογίας για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας και κατόπιν ατομικού αιτήματος αποδέκτη υπηρεσίας,

(στ) στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του περί της εξ Αποστάσεως Εμπορίας Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών προς τους Καταναλωτές Νόμου,

(ζ) στο λογισμικό, το οποίο προσφέρει ο έμπορος, βάσει άδειας ελεύθερου και ανοικτού λογισμικού, όταν ο καταναλωτής δεν καταβάλλει τίμημα και τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που παρέχει ο καταναλωτής υποβάλλονται σε επεξεργασία από τον έμπορο αποκλειστικά για τη βελτίωση της ασφάλειας, της συμβατότητας ή της διαλειτουργικότητας του συγκεκριμένου λογισμικού,

(η) στην προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου, όταν το ψηφιακό περιεχόμενο διατίθεται στο ευρύ κοινό με άλλον τρόπο, εκτός από τη μετάδοση σήματος, ως μέρος παράστασης ή εκδήλωσης, όπως οι ψηφιακές κινηματογραφικές προβολές,

(θ) στο ψηφιακό περιεχόμενο, το οποίο παρέχεται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Περαιτέρω Χρήσης Πληροφοριών του Δημόσιου Τομέα Νόμου.

(4) Σε περίπτωση που διάταξη του παρόντος Νόμου συγκρούεται με άλλη διάταξη άλλης εθνικής εναρμονιστικής ή ενωσιακής νομοθεσίας, η οποία ρυθμίζει ειδικό τομέα ή αντικείμενο, η τελευταία υπερισχύει έναντι των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(5) Η άσκηση δραστηριοτήτων σε σχέση με τις συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, η οποία προϋποθέτει τη συλλογή και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα τελείται μόνο τηρουμένων των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, του περί της Προστασίας των Φυσικών προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου και του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου:

Νοείται ότι, σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των πιο πάνω αναφερόμενων νομοθεσιών για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, υπερισχύουν οι εν λόγω νομοθεσίες.

(6) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των διατάξεων του περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας και Συγγενικών Δικαιωμάτων Νόμου και της Οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορικής.

(7) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται τηρουμένων των διατάξεων του περί Συμβάσεων Νόμου και ειδικά των κανόνων εγκυρότητας, διαμόρφωσης ή αποτελέσματος μιας σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων των συνεπειών τερματισμού μιας σύμβασης, στον βαθμό που στον παρόντα Νόμο δεν ρυθμίζονται γενικές έννοιες του δικαίου των συμβάσεων.

(8) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται τηρουμένων των διατάξεων του περί Ελαττωματικών Προϊόντων (Αστική Ευθύνη) Νόμου.

Προμήθεια του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας

4.-(1) Ο έμπορος υποχρεούται να προμηθεύει το ψηφιακό περιεχόμενο και/ή την ψηφιακή υπηρεσία στον καταναλωτή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση αμέσως μετά τη σύναψη της σύμβασης, εκτός εάν τα μέρη έχουν συμφωνήσει διαφορετικά.

(2) Ο έμπορος τεκμαίρεται ότι έχει συμμορφωθεί με την υποχρέωση προμήθειας όταν-

(α) το ψηφιακό περιεχόμενο ή οποιοδήποτε μέσο κατάλληλο για την προσπέλαση ή καταφόρτωση ψηφιακού περιεχομένου καθίσταται διαθέσιμο και/ή προσβάσιμο από τον καταναλωτή ή από τη φυσική ή εικονική εγκατάσταση που έχει επιλέξει ο καταναλωτής για τον σκοπό αυτό·

(β) η ψηφιακή υπηρεσία καθίσταται διαθέσιμη στον καταναλωτή σε φυσική και/ή εικονική εγκατάσταση την οποία έχει επιλέξει ο καταναλωτής για τον σκοπό αυτό.

Συμμόρφωση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας

5. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 9, ο έμπορος υποχρεούται να παρέχει στον καταναλωτή ψηφιακό περιεχόμενο και/ή ψηφιακή υπηρεσία που να πληροί, ανάλογα με την περίπτωση, τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των άρθρων 6, 7 και 8.

Υποκειμενικές απαιτήσεις συμμόρφωσης

6. Τεκμαίρεται ότι το ψηφιακό περιεχόμενο και/ή η ψηφιακή υπηρεσία συμμορφώνεται με τους όρους της σύμβασης, εάν, ανάλογα με την περίπτωση-

(α) αντιστοιχεί στην περιγραφή, στην ποσότητα και στην ποιότητα και διαθέτει τη λειτουργικότητα, τη συμβατότητα, τη διαλειτουργικότητα και τα λοιπά χαρακτηριστικά, σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης,

(β) είναι κατάλληλο για κάθε ειδικό σκοπό και/ή χρήση την οποία επιζητεί ο καταναλωτής και την οποία γνωστοποίησε στον έμπορο το αργότερο κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης και ο δε έμπορος την αποδέχθηκε,

(γ) συνοδεύεται από όλα τα εξαρτήματα, περιλαμβανομένων τυχόν οδηγιών, σχετικά με την εγκατάσταση, καθώς και οποιεσδήποτε διαθέσιμες υπηρεσίες υποστήριξης του πελάτη, όπως προβλέπονται στη σύμβαση, και

(δ) επικαιροποιείται με ενημερώσεις, όπως προβλέπεται στη σύμβαση.

Αντικειμενικές απαιτήσεις συμμόρφωσης

7.-(1) Επιπροσθέτως της τήρησης κάθε απαίτησης συμμόρφωσης όπως προβλέπεται στη σύμβαση, το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία πρέπει να-

(α) είναι κατάλληλα για τους σκοπούς για τους οποίους χρησιμοποιείται συνήθως ψηφιακό περιεχόμενο ή ψηφιακή υπηρεσία ιδίου τύπου, λαμβάνοντας υπόψη, κατά περίπτωση, τυχόν ισχύουσα εθνική και ενωσιακή νομοθεσία, τεχνικά πρότυπα ή, σε περίπτωση απουσίας τεχνικών προτύπων, κάθε κώδικα δεοντολογίας που τυχόν εφαρμόζεται ανά τομέα,

(β) αντιστοιχεί στην ποσότητα και διαθέτει τις ιδιότητες και τα χαρακτηριστικά επιδόσεων, μεταξύ άλλων σε ό,τι αφορά τη λειτουργικότητα, τη συμβατότητα, την προσβασιμότητα, τη συνέχεια και την ασφάλεια, τα οποία είναι συνήθη σε ψηφιακό περιεχόμενο ή ψηφιακή υπηρεσία ιδίου τύπου και τα οποία εύλογα αναμένει ο καταναλωτής, δεδομένης της φύσης του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας και λαμβάνοντας υπόψη τυχόν δημόσιες δηλώσεις οι οποίες έχουν γίνει από τον έμπορο και/ή για λογαριασμό του και/ή από άλλα πρόσωπα σε προηγούμενα στάδια της αλυσίδας συναλλαγών, ιδίως στο πλαίσιο διαφήμισης ή στην επισήμανση, εκτός εάν ο έμπορος αποδείξει ότι-

(i) δεν γνώριζε και δεν μπορούσε ευλόγως να γνωρίζει τη σχετική δημόσια δήλωση,

(ii) κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης, η σχετική δημόσια δήλωση είχε διορθωθεί με τον ίδιο ή παρόμοιο τρόπο με αυτόν που είχε πραγματοποιηθεί, ή

(iii) η απόφαση για την απόκτηση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας δεν ήταν δυνατό να επηρεάστηκε από τη δημόσια δήλωση,

(γ) κατά περίπτωση, συνοδεύεται από τυχόν εξαρτήματα και οδηγίες που ο καταναλωτής δύναται ευλόγως να αναμένει να λάβει, και

(δ) συμμορφώνεται προς κάθε δοκιμαστική έκδοση ή προεπισκόπηση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας, την οποία διέθεσε έμπορος προγενέστερα της σύναψης της σύμβασης.

(2) Ο έμπορος διασφαλίζει ότι κοινοποιούνται και παρέχονται στον καταναλωτή οι ενημερώσεις, συμπεριλαμβανομένων των ενημερώσεων ασφαλείας, οι οποίες είναι απαραίτητες προκειμένου το ψηφιακό περιεχόμενο και/ή η ψηφιακή υπηρεσία να εξακολουθούν να συμμορφώνονται για το χρονικό διάστημα-

(α) κατά το οποίο το ψηφιακό περιεχόμενο και/ή η ψηφιακή υπηρεσία πρέπει να παρέχεται βάσει της σύμβασης, όταν η σύμβαση προβλέπει συνεχή προμήθεια σε χρονική διάρκεια, ή

(β) για το οποίο ο καταναλωτής δύναται ευλόγως να αναμένει, δεδομένου του τύπου και/ή του σκοπού του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας και λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις και τη φύση της σύμβασης, όταν η σύμβαση προβλέπει μία ενιαία πράξη προμήθειας ή σειρά επιμέρους πράξεων προμήθειας.

(3) Όταν ο καταναλωτής δεν εγκαθιστά εντός εύλογου χρονικού διαστήματος τις ενημερώσεις που παρέχονται από τον έμπορο σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), ο έμπορος δεν φέρει ευθύνη για οποιαδήποτε έλλειψη συμμόρφωσης η οποία προκύπτει αποκλειστικά λόγω μη έγκαιρης εγκατάστασης της σχετικής ενημέρωσης, υπό την προϋπόθεση ότι-

(α) ο έμπορος ενημέρωσε τον καταναλωτή σχετικά με τη διαθεσιμότητα της ενημέρωσης και τις συνέπειες της μη εγκατάστασής της από τον καταναλωτή, και

(β) η παράλειψη εγκατάστασης και/ή η εσφαλμένη εγκατάσταση της ενημέρωσης από τον καταναλωτή δεν οφειλόταν σε ελλιπείς, ανακριβείς και/ή λανθασμένες οδηγίες εγκατάστασης, όπως παρασχέθηκαν από τον έμπορο.

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία η σύμβαση πώλησης προβλέπει τη συνεχή παροχή του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας σε χρονική διάρκεια, το ψηφιακό περιεχόμενο και/ή η ψηφιακή υπηρεσία τελεί σε συμμόρφωση καθ’ όλη την εν λόγω χρονική διάρκεια.

(5) Δεν υφίσταται έλλειψη συμμόρφωσης σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1) και/ή (2) εάν κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης ο καταναλωτής έλαβε ειδική ενημέρωση ότι συγκεκριμένο χαρακτηριστικό του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας παρέκκλινε από τις αντικειμενικές απαιτήσεις συμμόρφωσης, όπως προβλέπονται στα εδάφια (1) και/ή (2) και αποδέχθηκε ρητώς και χωριστά αυτή την παρέκκλιση κατά τη σύναψη της σύμβασης.

(6) Εκτός εάν τα μέρη έχουν συμφωνήσει διαφορετικά, το ψηφιακό περιεχόμενο και/ή η ψηφιακή υπηρεσία παρέχεται με την πλέον πρόσφατη έκδοση η οποία είναι διαθέσιμη κατά τον χρόνο σύναψης της σύμβασης.

Εσφαλμένη ενσωμάτωση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας

8. Κάθε έλλειψη συμμόρφωσης, συνεπεία της εσφαλμένης ενσωμάτωσης του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας στο ψηφιακό περιβάλλον του καταναλωτή, θεωρείται έλλειψη συμμόρφωσης του περιεχομένου και/ή της υπηρεσίας εφόσον-

(α) η ενσωμάτωση του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας πραγματοποιήθηκε από τον έμπορο ή υπό την ευθύνη του, ή

(β) το ψηφιακό περιεχόμενο και/ή η ψηφιακή υπηρεσία προοριζόταν για ενσωμάτωση από τον καταναλωτή και η εσφαλμένη και/ή κακή ενσωμάτωση οφείλεται σε ελλιπείς, ανακριβείς και/ή λανθασμένες οδηγίες ενσωμάτωσης όπως παρασχέθηκαν από τον έμπορο ή πάροχο του ψηφιακού περιεχομένου.

Δικαιώματα τρίτων

9. Με την επιφύλαξη των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου, οι οποίες προβλέπουν για το ακυρώσιμο και την ακυρότητα της σύμβασης σε τέτοιες περιπτώσεις, όταν περιορισμός ο οποίος προκύπτει από παραβίαση δικαιώματος οποιουδήποτε τρίτου προσώπου και δη δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, παρεμποδίζει και/ή περιορίζει τη χρήση του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 6 και 7, τότε ο καταναλωτής δικαιούται σε ένα από τους τρόπους επανόρθωσης για έλλειψη συμμόρφωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13.

Ευθύνη εμπόρου

10.-(1) O έμπορος ευθύνεται για κάθε περίπτωση μη προμήθειας του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4.

(2) Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 7, σε περίπτωση κατά την οποία η σύμβαση προβλέπει ενιαία πράξη προμήθειας ή σειρά επιμέρους πράξεων προμήθειας, ο έμπορος ευθύνεται για κάθε έλλειψη συμμόρφωσης του ψηφιακού περιεχομένου και/ή ψηφιακής υπηρεσίας, η οποία προκύπτει ή καθίσταται εμφανής εντός δύο (2) ετών από τον χρόνο προμήθειας, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 6, 7 και 8.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία η σύμβαση προβλέπει συνεχή παροχή σε χρονική διάρκεια, ο έμπορος ευθύνεται για κάθε έλλειψη συμμόρφωσης δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 6, 7 και 8, η οποία προκύπτει ή καθίσταται εμφανής εντός της περιόδου κατά την οποία πρέπει να παρέχεται το ψηφιακό περιεχόμενο και/ή η ψηφιακή υπηρεσία βάσει της σύμβασης.

(4) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμου, η περίοδος παραγραφής των δικαιωμάτων του καταναλωτή, όπως προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 13, δεν δύναται να λήγει εντός περιόδου μικρότερης των δύο (2) ετών από τον χρόνο προμήθειας του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας.

Βάρος απόδειξης

11.-(1) Το βάρος απόδειξης σε σχέση με την προμήθεια του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4, φέρει ο έμπορος.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία η σύμβαση προβλέπει ενιαία πράξη προμήθειας ή σειρά επιμέρους πράξεων προμήθειας, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 10, το βάρος απόδειξης σε σχέση με τη συμμόρφωση του παρεχόμενου ψηφιακού περιεχομένου και/ή της παρεχόμενης ψηφιακής υπηρεσίας, κατά τον χρόνο προμήθειας, φέρει ο έμπορος, για κάθε έλλειψη συμμόρφωσης που καθίσταται εμφανής εντός ενός (1) έτους από τον χρόνο προμήθειας του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία η σύμβαση προβλέπει συνεχή παροχή σε χρονική διάρκεια, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 10, το βάρος απόδειξης σε σχέση με τη συμμόρφωση του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας, εντός της περιόδου κατά την οποία πρέπει να παρέχεται το ψηφιακό περιεχόμενο και/ή η ψηφιακή υπηρεσία βάσει της σύμβασης, φέρει ο έμπορος για κάθε έλλειψη συμμόρφωσης που καθίσταται εμφανής εντός της περιόδου αυτής.

(4) Οι διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) δεν εφαρμόζονται στη περίπτωση που ο έμπορος αποδεικνύει ότι το ψηφιακό περιβάλλον του καταναλωτή δεν είναι συμβατό με τις τεχνικές απαιτήσεις του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας και είχε ενημερώσει τον καταναλωτή προγενέστερα της σύναψης της σύμβασης σχετικά με τις εν λόγω απαιτήσεις με σαφή και κατανοητό τρόπο.

(5)(α) Ο καταναλωτής συνεργάζεται με τον έμπορο στον βαθμό που είναι ευλόγως δυνατό και αναγκαίο και με τα τεχνικά διαθέσιμα μέσα τα οποία είναι λιγότερο παρεμβατικά για τον καταναλωτή, προκειμένου να εξακριβωθεί εάν η αιτία της έλλειψης συμμόρφωσης του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας εντός του χρονικού διαστήματος που προβλέπεται στις διατάξεις των εδαφίων (2) ή (3) του άρθρου 10, ανάλογα με την περίπτωση, έγκειται στο ψηφιακό περιβάλλον του καταναλωτή.

(β) Σε περίπτωση μη συνεργασίας από τον καταναλωτή και νοουμένου ότι ο έμπορος είχε ενημερώσει τον καταναλωτή για την εν λόγω απαίτηση με σαφή και κατανοητό τρόπο προγενέστερα της σύναψης της σύμβασης, το βάρος της απόδειξης σε σχέση με το κατά πόσο η έλλειψη συμμόρφωσης υφίστατο εντός του χρονικού διαστήματος που προβλέπεται στις διατάξεις των εδαφίων (2) ή (3) του άρθρου 10, ανάλογα με την περίπτωση, φέρει ο καταναλωτής.

Επανόρθωση σε περίπτωση αδυναμίας προμήθειας

12.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), σε περίπτωση μη προμήθειας του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας από τον έμπορο σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4, ο καταναλωτής ζητά από τον έμπορο όπως προμηθεύσει το ψηφιακό περιεχόμενο ή την ψηφιακή υπηρεσία και σε περίπτωση κατά την οποία ο έμπορος δεν προμηθεύσει το ψηφιακό περιεχόμενο και/ή την ψηφιακή υπηρεσία χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση ή εντός πρόσθετης χρονικής περιόδου, εάν τέτοια πρόσθετη χρονική περίοδος έχει ρητά συμφωνηθεί από τα μέρη, ο καταναλωτής δικαιούται να τερματίσει τη σύμβαση.

(2) Ο καταναλωτής δικαιούται όπως τερματίσει άμεσα τη σύμβαση σε περίπτωση κατά την οποία-

(α) ο έμπορος έχει δηλώσει και/ή είναι εξίσου σαφές από τις περιστάσεις ότι δεν προτίθεται να προμηθεύσει το ψηφιακό περιεχόμενο και/ή την ψηφιακή υπηρεσία,

(β) ο καταναλωτής και ο έμπορος έχουν συμφωνήσει από κοινού και/ή είναι σαφές από τις περιστάσεις σύναψης της σύμβασης ότι ο χρόνος προμήθειας είναι ουσιώδης για τον καταναλωτή και ο έμπορος παραλείπει να προμηθεύσει το ψηφιακό περιεχόμενο και/ή την ψηφιακή υπηρεσία έως ή κατά τον εν λόγω χρόνο.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία ο καταναλωτής τερματίσει τη σύμβαση δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (1) ή (2), εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις των άρθρων 14 έως 17.

Τρόποι επανόρθωσης για την έλλειψη συμμόρφωσης

13.-(1) Σε περίπτωση έλλειψης συμμόρφωσης, ο καταναλωτής δικαιούται να ζητήσει αποκατάσταση της συμμόρφωσης του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας ή να λάβει ανάλογη μείωση του τιμήματος ή να τερματίσει τη σύμβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

(2) Ο καταναλωτής δικαιούται να ζητήσει αποκατάσταση της συμμόρφωσης του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας, εκτός εάν αυτό θα ήταν αδύνατο ή θα επέφερε δυσανάλογες δαπάνες για τον έμπορο, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις περιστάσεις της εκάστοτε περίπτωσης, μεταξύ των οποίων-

(α) την αξία που θα είχε το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία εάν δεν υπήρχε έλλειψη συμμόρφωσης, και

(β) τη βαρύτητα της έλλειψης συμμόρφωσης.

(3) Ο έμπορος αποκαθιστά τη συμμόρφωση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2)-

(α) εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος από τη στιγμή κατά την οποία ο έμπορος ενημερώθηκε από τον καταναλωτή σχετικά με την έλλειψη συμμόρφωσης,

(β) δωρεάν, και

(γ) χωρίς σημαντική ενόχληση του καταναλωτή, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας και τον σκοπό για τον οποίο ο καταναλωτής ζήτησε το ψηφιακό περιεχόμενο ή την ψηφιακή υπηρεσία.

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία παρέχεται έναντι της καταβολής τιμήματος, ο καταναλωτής δικαιούται ανάλογη μείωση του τιμήματος σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (5) ή να τερματίσει τη σύμβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (6), σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Η αποκατάσταση της συμμόρφωσης του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας ως τρόπος επανόρθωσης είναι αδύνατη ή δυσανάλογη, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2)·

(β) ο έμπορος δεν έχει αποκαταστήσει τη συμμόρφωση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3)·

(γ) παρουσιάζεται έλλειψη συμμόρφωσης παρά το γεγονός ότι ο έμπορος είχε προηγουμένως προσπαθήσει να αποκαταστήσει τη συμμόρφωση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας·

(δ) η έλλειψη συμμόρφωσης είναι τόσο σοβαρή, ώστε να δικαιολογεί την άμεση μείωση του τιμήματος ή τον τερματισμό της σύμβασης· ή

(ε) ο έμπορος έχει δηλώσει ή συνάγεται από τις περιστάσεις ότι δεν θα αποκαταστήσει τη συμμόρφωση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας εντός εύλογου χρονικού διαστήματος ή χωρίς σημαντική ενόχληση του καταναλωτή.

(5) Η μείωση του τιμήματος είναι ανάλογη με τη μείωση της αξίας του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας, που παρασχέθηκε στον καταναλωτή, σε σύγκριση με την αξία που θα είχε το εν λόγω ψηφιακό περιεχόμενο ή η εν λόγω ψηφιακή υπηρεσία εάν δεν υπήρχε έλλειψη συμμόρφωσης:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία η σύμβαση ορίζει ότι το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία παρέχονται σε χρονική διάρκεια έναντι καταβολής τιμήματος, η μείωση του τιμήματος εφαρμόζεται για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία δεν τελούσε σε συμμόρφωση.

(6) Σε περίπτωση που το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία έχει παρασχεθεί έναντι καταβολής τιμήματος, ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να τερματίσει τη σύμβαση μόνο εάν η έλλειψη συμμόρφωσης δεν είναι επουσιώδης, το δε βάρος απόδειξης ότι η έλλειψη συμμόρφωσης είναι επουσιώδης φέρει ο έμπορος.

Άσκηση του δικαιώματος τερματισμού

14. Ο καταναλωτής ασκεί το δικαίωμα τερματισμού της σύμβασης με δήλωση προς τον έμπορο με την οποία εκφράζει την απόφαση του να τερματίσει τη σύμβαση.

Υποχρεώσεις του εμπόρου σε περίπτωση τερματισμού της σύμβασης

15.-(1)(α) Σε περίπτωση τερματισμού της σύμβασης, ο έμπορος επιστρέφει στον καταναλωτή το συνολικό ποσό το οποίο έχει καταβληθεί εντός του πλαισίου της σύμβασης.

(β) Σε περίπτωση κατά την οποία η σύμβαση προβλέπει την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου ή ψηφιακής υπηρεσίας σε χρονική διάρκεια έναντι καταβολής τιμήματος και το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία τελεί σε συμμόρφωση για ορισμένο χρονικό διάστημα, προγενέστερα του τερματισμού της σύμβασης, ο έμπορος επιστρέφει στον καταναλωτή την αναλογία του καταβληθέντος τιμήματος, το οποίο αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία δεν τελούσε σε συμμόρφωση, καθώς και τυχόν μέρος του τιμήματος που έχει καταβληθεί από τον καταναλωτή προκαταβολικά για το εναπομείναν διάστημα έως τη λήξη της σύμβασης, σε περίπτωση που αυτή δεν είχε τερματιστεί.

(2) Ο έμπορος έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου και τις κείμενες υποχρεώσεις, μεταξύ των οποίων είναι η ικανοποίηση των αιτημάτων των καταναλωτών για ανάκληση της συγκατάθεσής τους, διαγραφή, φορητότητα ή πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τους.

(3) Ο έμπορος υποχρεούται να απέχει από κάθε χρήση περιεχομένου που δεν συνιστά δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα, το οποίο παρασχέθηκε ή δημιουργήθηκε από τον καταναλωτή κατά τη χρήση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας που παρέχεται από τον έμπορο, εκτός εάν το εν λόγω περιεχόμενο-

(α) δεν έχει καμία χρησιμότητα εκτός του πλαισίου του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας που παρέχεται από τον έμπορο,

(β) αφορά μόνο τη δραστηριότητα του καταναλωτή κατά τη χρήση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας που παρέχεται από τον έμπορο,

(γ) έχει ομαδοποιηθεί με άλλα δεδομένα από τον έμπορο και δεν δύναται να διαχωριστεί ή δύναται να διαχωριστεί μόνο με δυσανάλογες προσπάθειες, ή

(δ) έχει παραχθεί από τον καταναλωτή από κοινού με άλλα πρόσωπα και άλλοι καταναλωτές είναι σε θέση να συνεχίζουν να χρησιμοποιούν το περιεχόμενο.

(4)(α) Εξαιρουμένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β) και (γ) του εδαφίου (3), ο έμπορος, κατόπιν αιτήματος του καταναλωτή, θέτει στη διάθεσή του οποιοδήποτε περιεχόμενο το οποίο δεν συνιστά δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα και το οποίο παρασχέθηκε και/ή δημιουργήθηκε από τον καταναλωτή κατά τη χρήση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας που παρέχεται από τον έμπορο.

(β) Ο καταναλωτής δικαιούται όπως ανακτά το εν λόγω ψηφιακό περιεχόμενο δωρεάν, χωρίς να παρεμποδίζεται από τον έμπορο, εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος και σε κοινώς χρησιμοποιούμενο και αναγνώσιμο από μηχάνημα μορφότυπο.

(5) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (4), ο έμπορος δύναται όπως εμποδίσει οποιαδήποτε περαιτέρω χρήση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας από τον καταναλωτή καθιστώντας μη προσβάσιμο το ψηφιακό περιεχόμενο ή την ψηφιακή υπηρεσία στον καταναλωτή και/ή απενεργοποιώντας τον λογαριασμό χρήστη του καταναλωτή.

Υποχρεώσεις του καταναλωτή σε περίπτωση τερματισμού της σύμβασης

16.-(1) Κατόπιν τερματισμού της σύμβασης, ο καταναλωτής απέχει από τη χρήση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας και από ενδεχόμενη διάθεσή τους σε τρίτους.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία το ψηφιακό περιεχόμενο έχει παρασχεθεί σε ενσώματο μέσο, ο καταναλωτής οφείλει όπως το επιστρέψει άμεσα και χωρίς οποιαδήποτε αδικαιολόγητη καθυστέρηση κατόπιν αιτήματος και με δαπάνες του εμπόρου, το οποίο αίτημα υποβάλλεται εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την ημέρα κατά την οποία ο έμπορος ενημερώνεται για την απόφαση του καταναλωτή να τερματίσει τη σύμβαση.

(3) Ο καταναλωτής δεν υποχρεούται να πληρώσει για οποιαδήποτε χρήση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας για το χρονικό διάστημα προγενέστερα του τερματισμού της σύμβασης, κατά το οποίο το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία δεν τελούσε σε συμμόρφωση.

Προθεσμίες και μέσα επιστροφής χρημάτων από τον έμπορο

17.-(1) Ο έμπορος προβαίνει στην οφειλόμενη προς τον καταναλωτή επιστροφή χρημάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 13 ή του εδαφίου (1) του άρθρου 15, λόγω της μείωσης του τιμήματος ή του τερματισμού της σύμβασης χωρίς οποιαδήποτε αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση, εντός δεκατεσσάρων (14) ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία ο έμπορος ενημερώνεται για την απόφαση του καταναλωτή να επικαλεστεί το δικαίωμά του για μείωση του τιμήματος ή για τερματισμό της σύμβασης.

(2) Ο έμπορος προβαίνει στην επιστροφή χρημάτων χρησιμοποιώντας τα ίδια μέσα πληρωμής που χρησιμοποίησε ο καταναλωτής για την πληρωμή του ψηφιακού περιεχομένου της ψηφιακής υπηρεσίας, εκτός εάν ο καταναλωτής συμφωνήσει ρητώς για τη χρήση διαφορετικού μέσου και υπό τον όρο να μην επιβαρυνθεί με οποιεσδήποτε επιπρόσθετες προκύψασες χρεώσεις.

(3) Ο έμπορος δεν επιβάλλει στον καταναλωτή οποιαδήποτε τέλη επιστροφής.

Τροποποίηση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας

18.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία η σύμβαση προβλέπει ότι το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία παρέχεται ή τίθεται στη διάθεση του καταναλωτή σε χρονική διάρκεια, ο έμπορος δύναται να τροποποιήσει το ψηφιακό περιεχόμενο ή την ψηφιακή υπηρεσία πέραν του αναγκαίου, ώστε να διατηρηθεί η συμμόρφωση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας με τις προβλεπόμενες στις διατάξεις των άρθρων 6 και 7 απαιτήσεις, νοουμένου ότι πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Η σύμβαση επιτρέπει και παρέχει βάσιμους λόγους για μία τέτοια τροποποίηση·

(β) η εν λόγω τροποποίηση πραγματοποιείται χωρίς πρόσθετο κόστος για τον καταναλωτή·

(γ) ο καταναλωτής ενημερώνεται με σαφή και κατανοητό τρόπο σχετικά με την τροποποίηση· και

(δ) στις περιπτώσεις οι οποίες προβλέπονται στο εδάφιο (2), ο καταναλωτής ενημερώνεται εκ των προτέρων και σε κάθε περίπτωση εντός εύλογης προθεσμίας σε σταθερό μέσο σχετικά με τα χαρακτηριστικά και τον χρόνο της τροποποίησης, καθώς και για το δικαίωμα τερματισμού της σύμβασης σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) και/ή για την ευχέρεια διατήρησης του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας χωρίς την εν λόγω τροποποίηση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4).

(2) Ο καταναλωτής έχει δικαίωμα όπως τερματίσει την σύμβαση, σε περίπτωση που η τροποποίηση επηρεάζει αρνητικά την πρόσβασή του στο ψηφιακό περιεχόμενο ή την ψηφιακή υπηρεσία ή τη χρήση τους, εξαιρουμένης της περίπτωσης κατά την οποία ο αρνητικός αντίκτυπος είναι μόνο επουσιώδης και σε τέτοια περίπτωση, ο καταναλωτής δικαιούται όπως τερματίσει τη σύμβαση χωρίς οποιαδήποτε επιβάρυνση, εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία παραλαβής των πληροφοριών και/ή από τη χρονική στιγμή κατά την οποία το ψηφιακό περιεχόμενο ή η ψηφιακή υπηρεσία τροποποιείται από τον έμπορο, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι μεταγενέστερη.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία ο καταναλωτής τερματίσει τη σύμβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις των άρθρων 14 έως 17.

(4) Οι διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που έχει δοθεί από τον έμπορο στον καταναλωτή η δυνατότητα να διατηρήσει χωρίς καμία επιπρόσθετη επιβάρυνση το ψηφιακό περιεχόμενο ή την ψηφιακή υπηρεσία χωρίς την τροποποίηση και εφόσον διατηρείται η συμμόρφωση του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας.

(5) Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 3, σε περίπτωση που μία ενιαία σύμβαση μεταξύ του ίδιου εμπόρου και του ίδιου καταναλωτή περιλαμβάνει σε δέσμη στοιχεία προμήθειας ψηφιακού περιεχομένου και/ή ψηφιακής υπηρεσίας και/ή στοιχεία παροχής άλλων υπηρεσιών ή αγαθών, ο παρών Νόμος εφαρμόζεται αποκλειστικά στα στοιχεία της σύμβασης τα οποία αφορούν το ψηφιακό περιεχόμενο και/ή την ψηφιακή υπηρεσία.

(6)(α) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που μία δέσμη σύμφωνα με την Οδηγία (ΕΕ) 2018/1972, περιλαμβάνει στοιχεία υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται στο σημείο 2 του άρθρου 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/2120 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, για τη θέσπιση μέτρων σχετικά με την πρόσβαση στο ανοιχτό διαδίκτυο για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 για την περιαγωγή σε δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός τα Ένωσης, ή υπηρεσιών διαπροσωπικών επικοινωνιών βάσει αριθμών, όπως ορίζονται στο σημείο 6 του άρθρου 2 της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972.

(β) Με την επιφύλαξη των προνοιών της παραγράφου 2 του άρθρου 107 της Οδηγίας (ΕΕ) 2018/1972, τα αποτελέσματα που ενδέχεται να έχει ο τερματισμός ενός στοιχείου μίας δεσμοποιημένης σύμβασης επί των λοιπών στοιχείων της δεσμοποιημένης σύμβασης διέπονται από τις διατάξεις του περί Συμβάσεων Νόμου.

Δικαίωμα αναγωγής

19. Σε περίπτωση που έμπορος υπέχει ευθύνη έναντι του καταναλωτή λόγω μη προμήθειας του ψηφιακού περιεχομένου ή της ψηφιακής υπηρεσίας ή λόγω έλλειψης συμμόρφωσης με τους όρους της σύμβασης η οποία απορρέει από πράξη ή παράλειψη προσώπου, το οποίο εντάσσεται στην ίδια αλυσίδα συναλλαγών, δικαιούται να στραφεί κατά του προσώπου ή των προσώπων που φέρουν ευθύνη στην αλυσίδα των συναλλαγών με βάση τις γενικές διατάξεις περί συμβατικής ή εξωσυμβατικής ευθύνης.

Υποχρεωτικός χαρακτήρας

20.-(1) Οποιαδήποτε συμβατική ρήτρα η οποία αποκλείει σε βάρος του καταναλωτή την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, παρεκκλίνει από αυτές και/ή μεταβάλλει τα αποτελέσματά τους, προτού η μη προμήθεια και/ή η παραβίαση των όρων της σύμβασης περιέλθει σε γνώση του εμπόρου από τον καταναλωτή ή προτού η τροποποίηση του ψηφιακού περιεχομένου και/ή της ψηφιακής υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18, περιέλθει σε γνώση του καταναλωτή από τον έμπορο, δεν είναι δεσμευτική για τον καταναλωτή.

(2) Ο έμπορος δύναται να προσφέρει στον καταναλωτή συμβατικές ρυθμίσεις οι οποίες υπερβαίνουν την προστασία που παρέχουν οι διατάξεις του παρόντος Νόμου.

Αρμοδιότητα Εντεταλμένης Υπηρεσίας και διερεύνηση παραβάσεων

21.-(1) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία έχει αρμοδιότητα να εξετάζει, κατόπιν υποβολής παραπόνου ή/και αυτεπάγγελτα, τυχόν παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος Νόμου από έναν ή περισσότερους εμπόρους, χωριστά ή από κοινού, του αυτού επαγγελματικού τομέα ή των ενώσεών τους που τυχόν παραβιάζουν τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Σε περίπτωση που τα υποβαλλόμενα παράπονα αφορούν ζητήματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Εντεταλμένης Υπηρεσίας με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, η Εντεταλμένη Υπηρεσία προβαίνει σε περαιτέρω αξιολόγηση της αναγκαιότητας διερεύνησής τους, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως-

(α) το δημόσιο συμφέρον,

(β) τις επιπτώσεις ή τις πιθανές επιπτώσεις στο καταναλωτικό κοινό,

(γ) τις επιπτώσεις ή τις πιθανές επιπτώσεις σε ευαίσθητες ομάδες του πληθυσμού,

(δ) την προστασία των καταναλωτών, και

(ε) το προσδοκώμενο αποτέλεσμα από την παρέμβασή της σε συγκεκριμένη υπόθεση:

Νοείται ότι, εάν η Εντεταλμένη Υπηρεσία κρίνει μη αναγκαία τη διερεύνηση παραπόνου βάσει των πιο πάνω, ενημερώνει σχετικά τον παραπονούμενο.

Εξουσίες της Εντεταλμένης Υπηρεσίας κατά τη διερεύνηση παραβάσεων

22.-(1) Κατά τη διερεύνηση τυχόν παράβασης, κατόπιν παραπόνου ή/και αυτεπάγγελτα, η Εντεταλμένη Υπηρεσία έχει, εντός του πλαισίου εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου και, τηρουμένων των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου και του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιακών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου, τις ακόλουθες εξουσίες:

(α) Να διενεργεί επιτόπιες επιθεωρήσεις και έρευνες, περιλαμβανομένης της πρόσβασης σε κάθε χώρο, έδαφος ή μέσο μεταφοράς, ώστε να εξετάζει, να κατάσχει, να λαμβάνει ή να αποκτά αντίγραφα στοιχείων, δεδομένων ή εγγράφων, ανεξαρτήτως του μέσου αποθήκευσής τους ή να υποβάλλει αίτημα λήψης συνδρομής σχετικά με τις εν λόγω ενέργειες από άλλες αρχές του δημόσιου τομέα, οι οποίες ενεργούν στα πλαίσια ενάσκησης των δικών τους αρμοδιοτήτων, εφόσον η Εντεταλμένη Υπηρεσία κρίνει τέτοια συνδρομή εύλογη και αναγκαία για τη διερεύνηση ενδεχόμενων παραβάσεων των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(β) να κατάσχει κάθε πληροφορία, δεδομένο ή έγγραφο για το χρονικό διάστημα και στον βαθμό που απαιτείται για την έρευνα·

(γ) να απαιτεί από κάθε εκπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού του εμπόρου, τον οποίο αφορά η έρευνα, να παρέχει εξηγήσεις όσον αφορά τα πραγματικά περιστατικά, τις πληροφορίες, τα δεδομένα ή τα έγγραφα που σχετίζονται με το αντικείμενο της έρευνας και να καταγράφει τις απαντήσεις·

(δ) να ζητεί και να λαμβάνει οποιαδήποτε στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων συμβάσεων, δεδομένων, πληροφοριών και/ή άλλων συναφών στοιχείων, καταχωρημένα σε μηχανικό, ηλεκτρικό ή ηλεκτρονικό σύστημα δεδομένων και οποιαδήποτε βιβλία και έγγραφα, τα οποία βρίσκονται σε υποστατικό ή άλλο χώρο ή σε μεταφορικό μέσο και να λαμβάνει αντίγραφα, σε οποιαδήποτε μορφή, φωτοτυπίες και αποσπάσματα τους, ανεξαρτήτως του μέσου ή του τόπου αποθήκευσής τους·

(ε) να ζητεί από τον έμπορο να προσκομίσει σε τακτή προθεσμία αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ακρίβεια των πραγματικών ισχυρισμών του αναφορικά με υπό διερεύνηση παράβαση του παρόντος Νόμου, στη βάση των δεδομένων της συγκεκριμένης υπόθεσης και λαμβάνοντας υπόψη τα έννομα συμφέροντα του εμπόρου και των λοιπών επηρεαζόμενων:

Νοείται ότι, εφόσον τα αποδεικτικά στοιχεία που ζητούνται δεν προσκομιστούν έγκαιρα ή θεωρηθούν ανεπαρκή από την Εντεταλμένη Υπηρεσία, οι πραγματικοί ισχυρισμοί του εμπόρου δύναται να θεωρηθούν ανακριβείς·

(στ) να λαμβάνει φωτογραφίες και/ή μαγνητοσκοπημένα αρχεία των υποστατικών, του χρησιμοποιούμενου εξοπλισμού, των διαφημίσεων και/ή των μεταδιδόμενων εκπομπών του εμπορευόμενου, ανεξαρτήτως του χρησιμοποιούμενου μέσου μετάδοσης αυτών·

(ζ) να ζητεί από κάθε αρχή του δημόσιου τομέα ή φορέα ή οργανισμό, ή κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, περιλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών πληρωμών, των παρόχων υπηρεσιών διαδικτύου, των φορέων τηλεπικοινωνιών, των καταχωρητών τομέα, των μητρώων τομέα και των παρόχων υπηρεσιών φιλοξενίας, την παροχή κάθε σχετικής πληροφορίας, δεδομένων ή εγγράφων, υπό οποιανδήποτε μορφή ή μορφότυπο και, ανεξαρτήτως του μέσου ή του τόπου αποθήκευσής τους, με σκοπό την εξέταση του κατά πόσον έχουν παραβιαστεί ή παραβιάζονται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου και τον καθορισμό των στοιχείων της εν λόγω παράβασης:

Νοείται ότι, τα εν λόγω στοιχεία περιλαμβάνουν τον εντοπισμό των χρηματοοικονομικών ροών και/ή των ροών δεδομένων και/ή τη διαπίστωση της ταυτότητας των προσώπων που συμμετέχουν σε χρηματοοικονομικές ροές και/ή ροές δεδομένων και τη διαπίστωση των στοιχείων τραπεζικού λογαριασμού και της ιδιοκτησίας των δικτυακών τόπων:

Νοείται περαιτέρω ότι, οι αρχές δημόσιου τομέα δύναται να αρνηθούν την παροχή των αιτούμενων πληροφοριών σε περίπτωση που η παροχή θα προσέκρουε σε διάταξη του ενωσιακού δικαίου ή Νόμου ή δευτερογενούς νομοθεσίας, που αποσκοπεί στην εναρμόνιση με το ενωσιακό δίκαιο·

(η) να προβαίνει σε αγορά αγαθών ή υπηρεσιών ως δοκιμαστικές αγορές, κατά περίπτωση, με καλυμμένη ταυτότητα ή μη, ώστε να εντοπίζει τυχόν παραβάσεις του παρόντος Νόμου και να συγκεντρώνει αποδεικτικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένης της εξουσίας να επιθεωρεί, παρατηρεί, μελετά, αποσυναρμολογεί ή να υποβάλει σε δοκιμές τα αγαθά ή τις υπηρεσίες·

(θ) να ανακόπτει, εισέρχεται, επιθεωρεί, ερευνά και διενεργεί έλεγχο σε οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο ξηράς, θάλασσας ή αέρα·

(ι) να εισέρχεται σε υποστατικό ή άλλο χώρο και σε μεταφορικό μέσο-

(i) με συνοδεία από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, του οποίου την παρουσία κρίνει αναγκαία για οποιονδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκεί εξουσία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου,

(ii) φέροντας οποιονδήποτε εξοπλισμό ή υλικά, που κρίνει αναγκαία για οποιονδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκεί εξουσία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, και

(iii) να λαμβάνει δείγματα προϊόντων δωρεάν και οποιαδήποτε άλλα τεκμήρια που κρίνει αναγκαία για οποιονδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκεί εξουσία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς ενάσκησης των ως άνω εξουσιών η Εντεταλμένη Υπηρεσία δύναται, καθ’ οιονδήποτε εύλογο χρόνο, να εισέρχεται σε υποστατικά, χωρίς ειδοποίηση και χωρίς δικαστικό ένταλμα.

(2) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1), δεν επιτρέπεται η είσοδος σε κατοικία ή η άσκηση σε κατοικία οποιασδήποτε άλλης εξουσίας, εκτός κατόπιν δικαστικού διατάγματος

(3) Ο κάτοχος και ο υπεύθυνος οποιουδήποτε υποστατικού ή άλλου χώρου ή μεταφορικού μέσου και ο κάτοχος σχετικού με την υπό διερεύνηση παράβαση προϊόντος και το πρόσωπο που προσφέρει ή παρέχει σχετική με την υπό διερεύνηση παράβαση υπηρεσία και οποιοδήποτε πρόσωπο απασχολείται σε υποστατικό ή άλλο χώρο ή μεταφορικό μέσο, στο οποίο εισέρχεται το μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), έχουν έκαστος υποχρέωση να παρέχουν στο μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας οποιαδήποτε πληροφορία κατέχουν και κάθε διευκόλυνση, την οποία το μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας εύλογα ζητεί, το δε μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας έχει εξουσία να ζητεί και να λαμβάνει οποιαδήποτε τέτοια πληροφορία και διευκόλυνση.

(4) Κάθε μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας έχει υποχρέωση να επιδεικνύει, εφόσον του ζητηθεί, πριν και κατά την άσκηση οποιασδήποτε από τις εξουσίες που του χορηγούνται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, αποδεικτικό έγγραφο της ιδιότητάς του.

Εξουσίες της Εντεταλμένης Υπηρεσίας για κατάσχεση και κατακράτηση αγαθών

23.-(1) Σε περίπτωση που, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 22, μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας-

(α) λαμβάνει δείγμα προϊόντος, ή/και

(β) λαμβάνει αντίγραφο, σε οποιαδήποτε μορφή, φωτοτυπία ή απόσπασμα στοιχείων, βιβλίων ή εγγράφων, ή/και

(γ) κατακρατεί ή δεσμεύει μεταφορικό μέσο ή προϊόντα ή μέρος των προϊόντων,

πληροφορεί σχετικά το πρόσωπο του οποίου τα συμφέροντα επηρεάζονται από τη σχετική προαναφερόμενη πράξη ή απόφαση, ή το πρόσωπο το οποίο κατά τη στιγμή που δεσμεύονται ή κατακρατούνται τα αντικείμενα που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β) και (γ) είναι υπεύθυνο του υποστατικού ή του μεταφορικού μέσου.

(2) Tο μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας πληροφορεί το πρόσωπο που αναφέρεται στις διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) το συντομότερο δυνατό, γραπτώς ή με άλλο ενδεικνυόμενο υπό τις περιστάσεις τρόπο-

(α) για τους λόγους στους οποίους βασίζεται η σχετική πράξη ή απόφαση,

(β) για το δικαίωμα του προαναφερόμενου προσώπου να προσβάλει την πράξη ή την απόφαση με προσφυγή στον Υπουργό, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στις διατάξεις του άρθρου 26, και

(γ) για την προθεσμία, εντός της οποίας δύναται να ασκηθεί το προαναφερόμενο δικαίωμα, η οποία καθορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 26.

Εξουσίες του Διευθυντή σε περίπτωση διαπίστωσης παράβασης

24.-(1) Σε περίπτωση που η Εντεταλμένη Υπηρεσία διαπιστώσει παράβαση ή επικείμενη παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, έστω και αν δεν αποδεικνύεται πραγματική ζημιά και/ή βλάβη, και/ή δόλος, και/ή αμέλεια εκ μέρους του εμπόρου, ο Διευθυντής έχει εξουσία να προβαίνει στις ακόλουθες ενέργειες:

(α) Να διατάσσει ή να συστήνει στον φερόμενο ως παραβάτη ή οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο κατά την κρίση του, ενέχεται ή ευθύνεται για την παράβαση αυτή, ή ακόμα και οποιοδήποτε πρόσωπο για το οποίο κατά την κρίση του εύλογα επίκειται η παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, όπως, άμεσα ή εντός τακτής προθεσμίας, τερματίσει την παράβαση και/ή δεν προβεί στην παράβαση και αποφύγει επανάληψή της στο μέλλον∙ και/ή

(β) να δημοσιεύει ή να απαιτεί από τον παραβάτη τη δημοσίευση απόφασής του στο σύνολο της ή εν μέρει με τη μορφή και τον τρόπο που κρίνει κατάλληλο∙ και/ή

(γ) να απαιτεί από τον παραβάτη τη δημοσίευση εντός τακτής προθεσμίας, επανορθωτικής δήλωσης με τη μορφή και/ή τον τρόπο και/ή τον τύπο που κρίνει υπό τις περιστάσεις κατάλληλο∙ και/ή

(δ) να προβαίνει στη λήψη μέτρων για την έκδοση απαγορευτικού και/ή προστακτικού διατάγματος, συμπεριλαμβανομένου προσωρινού διατάγματος, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 29∙ και/ή

(ε) να επιδιώκει την απόκτηση ή αποδοχή δεσμεύσεων από τον παραβάτη προς τον ίδιο με σκοπό την παύση της παράβασης ή της εικαζόμενης παράβασης, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 25∙ και/ή

(στ) να λαμβάνει από τον παραβάτη, με πρωτοβουλία του τελευταίου, επιπρόσθετες διορθωτικές δεσμεύσεις προς όφελος των καταναλωτών που έχουν θιγεί από την παράβαση ή την εικαζόμενη παράβαση, ή ανάλογα με την περίπτωση, να επιδιώκει την απόκτηση δέσμευσης από τον παραβάτη για προσφορά ικανοποιητικών μέσων θεραπείας προς τους καταναλωτές που έχουν θιγεί από την εν λόγω παράβαση δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 25∙ και/ή

(ζ) να διατάσσει, κατά περίπτωση, τον έμπορο και/ή οποιοδήποτε τρίτο μέρος, όπως παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου και οποιονδήποτε παρέχει φιλοξενία ή μεταδίδει πληροφορίες να αφαιρεί περιεχόμενο ή να περιορίζει την πρόσβαση σε επιγραμμική διεπαφή ή να προβεί σε ρητή αναγραφή προειδοποίησης προς τους καταναλωτές κατά την πρόσβασή τους σε επιγραμμική διεπαφή∙ και/ή

(η) να διατάσσει, κατά περίπτωση, πάροχο υπηρεσιών υποδοχής και/ή οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο, όπως παρόχους υπηρεσιών διαδικτύου και οποιονδήποτε παρέχει φιλοξενία ή μεταδίδει πληροφορίες να διαγράψει, να απενεργοποιήσει ή να περιορίσει την πρόσβαση σε επιγραμμική διεπαφή· και/ή

(θ) να διατάσσει, κατά περίπτωση, τη διαγραφή από μητρώα τομέα ενός πλήρως εγκεκριμένου ονόματος τομέα και να ζητεί από την αρμόδια εποπτική αρχή να προβεί σε σχετική καταχώριση:

Νοείται ότι, για την εφαρμογή των παραγράφων (ζ) έως (θ) ο Διευθυντής δύναται, κατά περίπτωση, να ζητήσει από κάθε αρχή του δημόσιου τομέα ή άλλο φορέα να εφαρμόσει τα μέτρα που προβλέπονται στις εν λόγω παραγράφους, ενεργώντας στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων τους και χωρίς επηρεασμό των αρμοδιοτήτων αυτών∙ και/ή

(ι) να διατάσσει τους προμηθευτές μέσων επικοινωνίας εξ αποστάσεως και οποιαδήποτε πρόσωπα δημοσιεύουν ή διευθετούν τη δημοσίευση διαφημίσεων, να τερματίσουν, εφόσον είναι σε θέση να το πράξουν, τις πρακτικές εκείνες που έχουν κηρυχθεί ως παράνομες δυνάμει δικαστικής απόφασης σύμφωνα µε τις διατάξεις του άρθρου 29 ή τις διαφημίσεις που η Εντεταλμένη Υπηρεσία έχει διαπιστώσει ότι παραβαίνουν διατάξεις του παρόντος Νόμου∙ και/ή

(ια) με αιτιολογημένη απόφαση και αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στον ενδιαφερόμενο παραβάτη ή εκπρόσωπό του να ακουστεί, προφορικά και/ή γραπτά, να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο, ανάλογα με τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης, ύψους έως πέντε τοις εκατό (5%) του κύκλου εργασιών του παραβάτη κατά το αμέσως προηγούμενο της παράβασης έτος ή πρόστιμο ύψους έως πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000):

Νοείται ότι, αναφορικά με ίδρυμα ή οργανισμό που κρίνεται ότι δεν έχει κύκλο εργασιών, για τον υπολογισμό του πιο πάνω διοικητικού προστίμου χρησιμοποιείται, ως βάση, αντί του κύκλου εργασιών, το πέντε τοις εκατόν (5%) του συνόλου του ενεργητικού του:

Νοείται περαιτέρω ότι, αναφορικά με ασφαλιστική εταιρεία, ως βάση για τον υπολογισμό του πιο πάνω διοικητικού προστίμου, χρησιμοποιείται, αντί του κύκλου εργασιών, η αξία των κατά το τελευταίο οικονομικό έτος ανεκκαθάριστων ασφαλίστρων, που περιλαμβάνουν όλα τα εισπραχθέντα και προς είσπραξη χρηματικά ποσά, δυνάμει των ασφαλιστηρίων συμβολαίων που έχουν εισπραχθεί από την ασφαλιστική εταιρεία ή για λογαριασμό της, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλίστρων που έχουν εκχωρηθεί σε αντασφαλιστές, μετά την έκπτωση του φόρου προστιθέμενης αξίας και άλλων φόρων που συνδέονται άμεσα με τον κύκλο εργασιών:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, σε καμία περίπτωση το διοικητικό πρόστιμο δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000)· και/ή

(ιβ) σε περίπτωση συνέχισης της παράβασης να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000), για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης, ανάλογα με τη βαρύτητα αυτής·

(ιγ) να διατάσσει τον παραβάτη να καταβάλει στην Εντεταλμένη Υπηρεσία οποιαδήποτε διοικητική επιβάρυνση, η οποία περιλαμβάνει το κόστος αγοράς και τα έξοδα που αυτή έχει υποστεί για την εξέταση ή/και δοκιμή του προϊόντος ή/και της υπηρεσίας ή/και τον έλεγχο εγγράφων, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα της εξέτασης ή/και δοκιμής του προϊόντος ή/και της υπηρεσίας ή/και τον έλεγχο εγγράφων που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000) και, σε περίπτωση υποβολής παρόμοιου αιτήματος κατά το παρελθόν, σε διοικητική επιβάρυνση που δεν υπερβαίνει τις έξι χιλιάδες ευρώ (€6.000).

(2) Κατά την επιβολή του διοικητικού προστίμου, ο Διευθυντής δύναται να λάβει υπόψη του οποιαδήποτε ανάληψη δέσμευσης από τον παραβάτη, ή εκ μέρους αυτού, που παρέχεται δυνάμει των παραγράφων (ε) και (στ) του εδαφίου (1) και του άρθρου 25, αναφορικά με τη γενόμενη παράβαση και την προοπτική άρσης ή αποκατάστασης αυτής, καθώς και να λάβει υπόψη του οποιαδήποτε άλλη κύρωση έχει επιβληθεί σε αυτόν δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) για την ίδια ή οποιαδήποτε άλλη παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Ανάληψη δεσμεύσεων

25.-(1) Εάν ο Διευθυντής έχει λόγο να πιστεύει ότι ένας έμπορος διαπράττει ή έχει διαπράξει παράβαση ή πρόκειται να διαπράξει παράβαση του παρόντος Νόμου, τότε, δύναται να αποδεχθεί από τον έμπορο γραπτή ανάληψη δέσμευσης, η οποία υπογράφεται από τον έμπορο στο έντυπο το οποίο περιέχεται στο Παράρτημα με τις ανάλογες προσθήκες ή αφαιρέσεις, με βάση το οποίο ο έμπορος αναλαμβάνει να πληροί τους όρους και προϋποθέσεις των υποχρεώσεων που ανέλαβε.

(2) Σε περίπτωση ανάληψης δέσμευσης, ο Διευθυντής δύναται να δημοσιεύει ή απαιτεί από τον εμπορευόμενο να δημοσιεύσει την εν λόγω ανάληψη δέσμευσης με οποιαδήποτε μορφή ή τρόπο που κρίνει κατάλληλο ο Διευθυντής.

(3) Χωρίς περιορισμό των διατάξεων του εδαφίου (1), η ανάληψη δέσμευσης δύναται να περιλαμβάνει έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους όρους και προϋποθέσεις:

(α) Ότι θα συμμορφώνεται με τις διατάξεις και/ή συγκεκριμένες διατάξεις του παρόντος Νόμου∙

(β) ότι θα απέχει από οποιαδήποτε πρακτική ή ενέργεια, η οποία απαγορεύεται με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου∙

(γ) ότι θα παύσει οποιαδήποτε παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου∙

(δ) ότι θα αποζημιώσει οποιουσδήποτε καταναλωτές ή ότι θα επιστρέψει οποιαδήποτε χρήματα ή άλλα περιουσιακά στοιχεία τα οποία κατέβαλαν καταναλωτές αναφορικά με παράβαση του Νόμου ή/και θα προβεί σε άλλες ικανοποιητικές θεραπείες προς καταναλωτές που έχουν επηρεαστεί από την παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου∙

(ε) ότι θα προβεί σε δημοσίευση διορθωτικής δήλωσης αναφορικά με οποιαδήποτε παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(4) Σε περίπτωση ανάληψης δέσμευσης από τον έμπορο, o Διευθυντής δύναται να αναστείλει τη διερεύνηση της υπόθεσης ή, σε περίπτωση που κατόπιν έρευνας ήδη διαπιστώθηκε παράβαση, να αναστείλει τη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 24 εναντίον του εμπορευόμενου.

(5) Σε περίπτωση που ο έμπορος παραβεί την ανάληψη δέσμευσης, τότε η Εντεταλμένη Υπηρεσία ολοκληρώνει την έρευνα της υπόθεσης ή σε περίπτωση που κατόπιν έρευνας ήδη διαπιστώθηκε παράβαση, ο Διευθυντής προβαίνει σε μία ή περισσότερες ενέργειες, από τις ενέργειες που περιγράφονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 24, στις οποίες δεν είχε προηγουμένως προβεί λαμβάνοντας υπόψη την ανάληψη δέσμευσης εκ μέρους του παραβάτη.

(6) Σε περίπτωση που, πριν ή μετά την ανάληψη δέσμευσης από τον έμπορο με βάση τις διατάξεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (3), ο καταναλωτής απαιτήσει αποζημιώσεις από τον έμπορο βάσει ατομικής αξίωσης, τότε αφαιρείται από τις αποζημιώσεις αυτές το ποσό που θα ανακτήσει με βάση τις διατάξεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (3).

Ιεραρχική προσφυγή

26.-(1) Κατά της απόφασης του Διευθυντή, επιτρέπεται η άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης στον παραβάτη.

(2) Κατά την εξέταση της ιεραρχικής προσφυγής, ο Υπουργός δύναται-

(α) να ζητεί από τον έμπορο να προσκομίσει σε τακτή προθεσμία, αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ακρίβεια των πραγματικών ισχυρισμών που αναφέρονται στην ιεραρχική προσφυγή, εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο, επί τη βάσει των δεδομένων της συγκεκριμένης υπόθεσης λαμβάνοντας υπόψη τα έννομα συμφέροντα του εμπόρου και των λοιπών επηρεαζόμενων, και

(β) να θεωρεί ανακριβείς τους πραγματικούς ισχυρισμούς, εφόσον τα αποδεικτικά στοιχεία που ζητούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) δεν προσκομιστούν έγκαιρα ή θεωρηθούν ανεπαρκή από τον Υπουργό.

(3)(α) O Υπουργός εξετάζει αμέσως κάθε προσφυγή που ασκείται ενώπιόν του, και εάν σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη περίπτωση θεωρήσει αυτό αναγκαίο ή σκόπιμο, ακούει ή με άλλο τρόπο παρέχει την ευκαιρία στον προσφεύγοντα να υποστηρίξει τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή.

(β) Ο Υπουργός αποφασίζει για κάθε προσφυγή το ταχύτερο και κοινοποιεί την απόφασή του στον προσφεύγοντα εντός ενενήντα (90) ημερολογιακών ημερών από την ημερομηνία άσκησης της προσφυγής.

(4) Κατόπιν εξέτασης της προσφυγής, ο Υπουργός δύναται-

(α) να επικυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, ή

(β) να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση, ή

(γ) να τροποποιήσει την προσβαλλόμενη απόφαση:

Νοείται ότι, σε περίπτωση ακύρωσης της απόφασης, ο Υπουργός δύναται να προβεί στην έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβαλλόμενης.

(5) Πρόσωπο το οποίο δεν ικανοποιείται από την απόφαση που εκδίδεται από τον Υπουργό, δύναται να προσφύγει εντός εβδομήντα πέντε (75) ημερών στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει των διατάξεων του Άρθρου 146 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Επίδοση απόφασης και επικοινωνία

27.-(1) Οποιαδήποτε έγγραφη επικοινωνία, περιλαμβανομένης της απόφασης του Διευθυντή ή του Υπουργού, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται να επιδοθεί σε κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο-

(α) με ιδιόχειρη παράδοση ή με την παράδοση του εγγράφου στην προσήκουσα διεύθυνση ή με αποστολή διά συστημένου ταχυδρομείου ή μέσω τηλεμοιοτύπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, ή

(β) εάν το εν λόγω πρόσωπο είναι νομικό πρόσωπο, με επίδοση του εγγράφου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) στο γραμματέα ή στον διευθυντή ή σε οποιονδήποτε διευθύνοντα σύμβουλο, ή

(γ) εάν πρόκειται για ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρεία, με επίδοση του εγγράφου σύμφωνα με την παράγραφο (α) σε έναν από τους εταίρους ή σε πρόσωπο το οποίο έχει τον έλεγχο ή τη διεύθυνση των εργασιών της εν λόγω εταιρείας.

(2) Για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (1), η προσήκουσα διεύθυνση οποιουδήποτε προσώπου στο οποίο δύναται να επιδοθεί έγγραφη επικοινωνία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, είναι η τελευταία γνωστή διεύθυνση αυτού, εξαιρουμένων των ακόλουθων περιπτώσεων:

(α) Στην περίπτωση επίδοσης σε νομικό πρόσωπο είναι η διεύθυνση του εγγεγραμμένου ή του κεντρικού γραφείου του νομικού προσώπου·

(β) στην περίπτωση επίδοσης σε ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρεία, η προσήκουσα διεύθυνση είναι το κεντρικό γραφείο της εταιρείας αυτής:

Νοείται ότι, το κεντρικό γραφείο ενός νομικού προσώπου εγγεγραμμένου εκτός της Δημοκρατίας ή μιας εταιρείας η οποία διεξάγει εργασία εκτός της Δημοκρατίας είναι το κεντρικό γραφείο αυτών στη Δημοκρατία.

(4) Κατά την επίδοση απόφασης, η Εντεταλμένη Υπηρεσία ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο για το δικαίωμά του να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 26 και για το δικαίωμά του να προσφύγει στο Διοικητικό Δικαστήριο εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (5) του άρθρου 26.

Είσπραξη διοικητικών προστίμων

28.-(1) Το επιβληθέν διοικητικό πρόστιμο καθίσταται άμεσα πληρωτέο και η διαδικασία είσπραξης του δεν αναστέλλεται λόγω της ενδεχόμενης άσκησης ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού, ούτε λόγω καταχώρησης προσφυγής στο Διοικητικό Δικαστήριο ή καταχώρισης έφεσης στο Ανώτατο Δικαστήριο κατά της απόφασης του Διευθυντή:

Νοείται ότι, σε περίπτωση τελεσίδικης επιτυχίας της ιεραρχικής προσφυγής ή της προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, ο φερόμενος ως παραβάτης δικαιούται την άμεση επιστροφή του καταβληθέντος διοικητικού προστίμου από την Εντεταλμένη Υπηρεσία.

(2) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου, στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, να καταβάλει στην Εντεταλμένη Υπηρεσία πρόστιμο, η Εντεταλμένη Υπηρεσία λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.

(3) Η διαδικασία είσπραξης προστίμου δεν αναστέλλεται από οποιαδήποτε παράλληλη διαδικασία η οποία εγείρεται από ή κατά της Εντεταλμένης Υπηρεσίας και/ή του Διευθυντή και/ή του Υπουργού.

Έκδοση διαταγμάτων από δικαστήριο

29.-(1) Πρόσωπα που έχουν έννομο συμφέρον κατά την έννοια του παρόντος άρθρου δύνανται με αίτηση τους στο δικαστήριο στο πλαίσιο διαδικασίας, η οποία εγείρεται αναφορικά με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, να αιτούνται διάταγμα με βάση το οποίο απαγορεύεται σε οποιοδήποτε εμπορευόμενο συμπεριλαμβανομένου ιδιοκτήτη κώδικα, να παραβεί ή να συνεχίσει να παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Έννομο συμφέρον δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) έχουν-

(α) ο Διευθυντής δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 24,

(β) οργανώσεις και/ή ενώσεις καταναλωτών που θεμελιώνουν επαρκώς έννομο συμφέρον για την προστασία των συμφερόντων του καταναλωτικού κοινού,

(γ) καταναλωτές οι οποίοι επηρεάζονται άμεσα από την παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(3) Το Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου εκδικάζεται οποιαδήποτε αίτηση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), έχει εξουσία, τηρουμένων των διατάξεων του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, του περί Δικαστηρίων Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, καθώς και οποιωνδήποτε άλλων Νόμων ή Κανονισμών που τροποποιούν ή αντικαθιστούν αυτούς, να εκδώσει απαγορευτικό ή προστακτικό διάταγμα, συμπεριλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, με το οποίο να διατάσσει-

(α) την άμεση παύση και/ή μη επανάληψη της γενόμενης παράβασης,

(β) την εντός ορισμένης προθεσμίας λήψη τέτοιων διορθωτικών, κατά την κρίση του Δικαστηρίου μέτρων, προς άρση της παράνομης κατάστασης που δημιούργησε η σχετική παράβαση,

(γ) τη δημοσίευση του συνόλου ή μέρους της σχετικής απόφασης του Δικαστηρίου, ή τη δημοσίευση επανορθωτικής ανακοίνωσης με σκοπό την απάλειψη των τυχόν συνεχιζόμενων επιπτώσεων της παράβασης, και/ή

(δ) οποιαδήποτε άλλη ενέργεια ή μέτρο ήθελε κριθεί αναγκαίο ή εύλογο υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης.

(4) Το διάταγμα το οποίο εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (2), δύναται να αφορά τις συγκεκριμένες πράξεις, παραλείψεις ή τη συμπεριφορά του παραβάτη, καθώς και παρόμοιες μελλοντικές πράξεις ή παραλείψεις ή συμπεριφορά αυτού.

(5) Οι διατάξεις του περί Δικαστηρίων Νόμου, του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών που εφαρμόζονται σχετικά με αιτήσεις έκδοσης διαταγμάτων σε πολιτικές υποθέσεις, εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν αναφορικά με τον τύπο, τη σύνταξη, την καταχώριση και την εκδίκαση της αίτησης που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 29.

Θεραπείες

30.-(1) Καταναλωτής του οποίου τα οικονομικά συμφέροντα έχουν θιγεί, συνεπεία οποιασδήποτε παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου, έχει δικαίωμα καταχώρισης αγωγής ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου ατομικά για καταβολή αποζημίωσης και/ή για υπαναχώρηση από τη σύμβαση και/ή για μείωση του τιμήματος του προϊόντος και/ή της υπηρεσίας το οποίο αποτελεί το αντικείμενο της σύμβασης και/ή για οποιαδήποτε άλλη εύλογη απαίτηση ως θεραπεία και/ή ως αποκατάσταση και/ή ως επανόρθωση της βλάβης που έχει υποστεί.

(2) Η αγωγή, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) δύναται να καταχωρισθεί εναντίον οποιουδήποτε εμπορευόμενου παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(3) Το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκδικάζεται οποιαδήποτε αγωγή, όπως προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), έχει εξουσία, τηρουμένων των διατάξεων του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, του περί Δικαστηρίων Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, καθώς και οποιωνδήποτε άλλων Νόμων ή Κανονισμών που τροποποιούν ή αντικαθιστούν αυτούς, να διατάξει τον εναγόμενο όπως προβεί στις ακόλουθες ενέργειες, ως θεραπεία και/ή ως αποκατάσταση και/ή ως επανόρθωση της βλάβης και/ή ζημίας που έχει υποστεί ο ενάγων:

(α) Να κηρύξει τη σύμβαση ως παράνομη∙ και/ή

(β) να μειώσει το τίμημα πώλησης του προϊόντος και/ή της υπηρεσίας που αποτελεί το αντικείμενο της σύμβασης∙ και/ή

(γ) να καταβάλει στον ενάγοντα τέτοιο χρηματικό ποσό το οποίο ήθελε θεωρηθεί από το Δικαστήριο ως εύλογη αποζημίωση∙ και/ή

(δ) να προβεί σε οποιαδήποτε άλλη ενέργεια, η οποία ήθελε θεωρηθεί από το Δικαστήριο ως εύλογη.

Παράλειψη συμμόρφωσης και παρακώληση Εντεταλμένης Υπηρεσίας και παροχή ευδών στοιχείων

31.-(1) Πρόσωπο το οποίο-

(α) παραλείπει να συμμορφωθεί ή ενεργεί κατά παράβαση απόφασης, διοικητικού μέτρου ή διοικητικής κύρωσης του Διευθυντή και/ή του Υπουργού, ή

(β) σκοπίμως παρακωλύει την Εντεταλμένη Υπηρεσία κατά την ενάσκηση των εξουσιών της που καθορίζονται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ή

(γ) παρέχει ψευδή ή παραπλανητικά ή ανακριβή στοιχεία, πληροφορίες ή έγγραφα ή έντυπα στην Εντεταλμένη Υπηρεσία ή εντός οποιασδήποτε άλλης διαδικασίας που προβλέπεται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ή

(δ) χωρίς εύλογη αιτία αρνείται ή παραλείπει να παρέχει στην Εντεταλμένη Υπηρεσία συνδρομή ή πληροφορίες οι οποίες εύλογα απαιτούνται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου αναφορικά με την ενάσκηση των εξουσιών της που καθορίζονται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου,

διαπράττει ποινικό αδίκημα, και σε περίπτωση καταδίκης του, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες χιλιάδες ευρώ (€700.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Ποινική ευθύνη για τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του παρόντος άρθρου αδικήματα που διαπράττονται από νομικό πρόσωπο υπέχει, εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, και οποιοδήποτε από τα μέλη των διοικητικών, διευθυντικών, εποπτικών ή ελεγκτικών του οργάνων που αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε στη διάπραξη του αδικήματος.

(3) Πρόσωπο που, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του εδαφίου (2), υπέχει ποινική ευθύνη για τα τελούμενα από νομικό πρόσωπο αδικήματα, ευθύνεται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή/και κεχωρισμένως για κάθε ζημιά σε βάρος τρίτων εξαιτίας της πράξεως ή της παραλείψεως που στοιχειοθετεί το αδίκημα.

(4) Ποινική δίωξη σε σχέση με οποιοδήποτε αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου ασκείται μόνο από τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή με τη συγκατάθεσή του.

Ευθύνη φυσικών προσώπων για παραβάσεις νομικών προσώπων

32. Σε περίπτωση που οποιαδήποτε παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου διαπράττεται από νομικό πρόσωπο ή από πρόσωπο που ενεργεί εκ μέρους νομικού προσώπου και αποδεικνύεται ότι αυτή έχει διαπραχθεί με τη συγκατάθεση, συνενοχή ή έγκριση ή έχει διευκολυνθεί από την επιδειχθείσα αμέλεια συμβούλου, διευθυντή, γραμματέα ή οποιουδήποτε άλλου αξιωματούχου του νομικού προσώπου ή οποιουδήποτε άλλου φυσικού προσώπου που φαίνεται ότι ενεργεί υπό τέτοια ιδιότητα, το φυσικό αυτό πρόσωπο είναι επίσης ένοχο της προαναφερθείσας παράβασης.

Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

33. Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2022.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΑΝΑΛΗΨΗΣ ΔΕΣΜΕΥΣΗΣ

(Άρθρο 25)

Η παρούσα Συμφωνία Ανάληψης Δέσμευσης (στο εξής «η Συμφωνία») γίνεται σήμερα την ........... στη Λευκωσία

ΜΕΤΑΞΥ

Του Διευθυντή Υπηρεσίας Προστασίας Καταναλωτή (στο εξής «ο Διευθυντής»)

ΚΑΙ

…………………………………………………………..

(στο εξής «ο Έμπορος»).

Οι ως άνω συμβαλλόμενοι θα αναφέρονται μαζί στο εξής ως «τα Μέρη»

 

ΕΠΕΙΔΗ:

Α. Η Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή διερευνά κατά πόσο υφίσταται εκ μέρους του Εμπόρου / έχει διαπιστώσει (διαγράφεται κατά περίπτωση) παράβαση του άρθρου ……………… του  αναφορικά με τα ακόλουθα ζητήματα:

 

(α) ……………………………

(β) ……………………………

(γ) ……………………………

(δ) ……………………………

 

Β. Ο  Έμπορος έχει συνεργαστεί πλήρως με την Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή για τους σκοπούς της διερεύνησης.

 

Γ. Από την διερεύνηση προκύπτουν στοιχεία για εικαζόμενη παράβαση/παράβαση (διαγράφεται κατά περίπτωση) εκ μέρους του  Εμπόρου του άρθρου ….. του περί Ορισμένων Πτυχών που αφορούν τις Συμβάσεις για την Προμήθεια Ψηφιακού Περιεχομένου και Ψηφιακών Υπηρεσιών Νόμου αναφορικά με τα ακόλουθα ζητήματα:

 

(α) ……………………………

(β) ……………………………

(γ) ……………………………

Δ. ΤΑ ΜΕΡΗ ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

1. Ο Έμπορος αναλαμβάνει τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

 

(α) ……………………………

(β) ……………………………

(γ) ……………………………

(δ) ……………………………

 

2. Ο Έμπορος θα προβεί μέχρι την …………. σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες για συμμόρφωση με τις πιο πάνω υποχρεώσεις του και οι υποχρεώσεις παραμένουν δεσμευτικές για τον Έμπορο μέχρι την …………

3. Σε περίπτωση που οι εργασίες ή η επιχείρηση του Εμπόρου μεταφερθούν ή πωληθούν σε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο, οι υποχρεώσεις παραμένουν δεσμευτικές για το πρόσωπο αυτό και ο Έμπορος θα λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα  για να βεβαιωθεί ότι θα ισχύσει η εν λόγω δέσμευση του προσώπου και ότι το πρόσωπο αυτό θα συμμορφωθεί με τις εν λόγω υποχρεώσεις.

4. Σε αντάλλαγμα για την ανάληψη των πιο πάνω υποχρεώσεων, ο Διευθυντής δεσμεύεται ότι η Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή:

(α) ……………………………

(β) ……………………………

(γ) ……………………………

(δ) ……………………………

για όσο χρονικό διάστημα ο Έμπορος τελεί σε συμμόρφωση με τις ως άνω υποχρεώσεις του.

5. Ο Διευθυντής διατηρεί την εξουσία που του παρέχεται από το εδάφιο (2) του άρθρου 25 του περί Ορισμένων Πτυχών που αφορούν τις Συμβάσεις για την Προμήθεια Ψηφιακού Περιεχομένου και Ψηφιακών Υπηρεσιών Νόμου να δημοσιεύει την παρούσα ανάληψη δέσμευσης με οποιαδήποτε μορφή ή τρόπο που κρίνει κατάλληλο.

6. Η Εντεταλμένη Υπηρεσία διατηρεί τις εξουσίες για έρευνα και έλεγχο που τις παρέχει ο περί Ορισμένων Πτυχών που αφορούν τις Συμβάσεις για την Προμήθεια Ψηφιακού Περιεχομένου και Ψηφιακών Υπηρεσιών Νόμου, προκειμένου να διερευνήσει εάν ο Έμπορος τηρεί ή έχει τηρήσει τις δεσμεύσεις που έχει ή είχε αναλάβει.

7. Η παρούσα Συμφωνία είναι δεσμευτική για τα Μέρη και για τυχόν παράβασή της, αποκλειστική αρμοδιότητα έχουν τα Δικαστήρια της Κυπριακής Δημοκρατίας.

8. Η παρούσα Συμφωνία είναι δεσμευτική για τον Έμπορο, τους διαδόχους, τους υπαλλήλους και αντιπροσώπους του.

9. Η παρούσα Συμφωνία συνομολογείται άνευ βλάβης των δικαιωμάτων του Εμπόρου σε σχέση με οποιαδήποτε υφιστάμενη ή μελλοντική Δικαστική, Διοικητική, Πειθαρχική ή άλλη διαδικασία και καμία πρόνοια της παρούσας Συμφωνίας δεν δύναται να ερμηνευθεί ως παραδοχή εκ μέρους του Εμπόρου αναφορικά με την ύπαρξη άλλης παράβασης του παρόντος ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου.

 

ΟΙ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΟΙ

 

 

……………………………….                             ……………………………….

 

Ο Διευθυντής                                                                Για τον Έμπορο