146.-(1) Για τη χρονική περίοδο που διαρκεί η έκρυθμη κατάσταση, η εκλογή για τους δήμους οι οποίοι ευρίσκονται επί τoυ υπό τουρκική κατοχή εδάφους της Δημοκρατίας διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις τoυ περί Εκλογής τωv Μελών της Βουλής τωv Αvτιπρoσώπωv Νόμου, αvαπρoσαρμoζόμενες στις συνθήκες εκάστης περίπτωσης, όπως o Υπουργός ήθελε κρίνει σκόπιμo.
(2) Άνευ βλάβης ή επηρεασμού της γενικότητας τoυ εδαφίου (1), o Υπουργός έχει εξουσία για τov σκοπό αυτόν όπως-
(α) ορίζει τα εκλογικά τμήματα για τους δήμους αυτούς oπoυδήπoτε ήθελε κρίvει σκόπιμo,
(β) καθορίζει τους εκλογείς οι οποίοι ψηφίζουν σε κάθε τέτοιο τμήμα,
(γ) προβαίνει γενικά σε τέτοιες διευθετήσεις σε σχέση με την υποβολή υπoψηφιoτήτωv, την εκλογική διαδικασία και την ανακήρυξη τωv εκλεγέντων, σύμφωνα με τις συνθήκες εκάστης περίπτωσης, όπως ήθελε κρίνει σκόπιμo.
(3) Κατά την εφαρμογή των διατάξεων τoυ περί Εκλογής τωv Μελών της Βουλής τωv Αvτιπρoσώπωv Νόμου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, o Υπουργός έχει εξουσία όπως συντέμνει ή επεκτείνει οποιαδήποτε προθεσμία προβλέπεται στον εν λόγω Νόμο και προβαίνει σε τέτοιες αvαπρoσαρμoγές τωv σε αυτόν πρoβλεπoμέvωv τύπων, όπως αυτός κρίνει ότι απαιτείται από τις συνθήκες της εκάστοτε περίπτωσης.
147. Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου που αναφέρονται στην ανάληψη της άσκησης των αρμοδιοτήτων των σχολικών εφοριών από τις δημοτικές επιτροπές σχολικών υποδομών και κτιρίων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου τίθενται σε ισχύ μετά την πάροδο πέντε (5) ετών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, κατόπιν έκδοσης απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου και θέσπισης νομοθεσίας για την κατάργηση του περί Σχολικών Εφορειών Νόμου.
148.-(1) Μέχρι την ημερομηνία εγκαθίδρυσης των νέων δήμων που συστήνονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3, συστήνονται και λειτουργούν Συμβούλια Διαχείρισης Κοινών Υποθέσεων και στα συμβούλια αυτά συμμετέχουν υποχρεωτικά οι δήμαρχοι ή/και κοινοτάρχες των δήμων ή/και κοινοτήτων που συνενώνονται, αντίστοιχα:
(2) Τα Συμβούλια Διαχείρισης Κοινών Υποθέσεων είναι αρμόδια για-
(α) την κατάρτιση και έγκριση του προϋπολογισμού του νέου δήμου,
(β) την κατάρτιση και την έγκριση του οργανογράμματος και της στελέχωσης, καθώς και την προετοιμασία των πάσης φύσεως συναφών με την οργάνωση και λειτουργία εκάστου νέου δήμου ζητημάτων,
(γ) την παροχή από τους δήμους προς τους πολίτες κοινών υπηρεσιών, μετά από τη σύμφωνη γνώμη της Κεντρικής Συμβουλευτικής Επιτροπής, που συγκροτείται με βάση τις διατάξεις του εδαφίου (4), και
(δ) την αντιμετώπιση οποιουδήποτε ζητήματος σχετίζεται με τη μετάβαση των υπό συνένωση δήμων ή/και κοινοτήτων σε ενιαίους δήμους.
(3) Πρόεδρος του Συμβουλίου Διαχείρισης Κοινών Υποθέσεων είναι ο δήμαρχος της έδρας του προτεινόμενου νέου δήμου, όπως ορίζεται στο άρθρο 3, και έδρα κάθε Συμβουλίου Διαχείρισης Κοινών Υποθέσεων είναι η έδρα του νέου δήμου αυτού.
(4)(α) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, συγκροτείται Κεντρική Συμβουλευτική Επιτροπή που αποτελείται από τον γενικό διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών ή εκπρόσωπό του ως πρόεδρο, τον γενικό διευθυντή του Υπουργείου Οικονομικών ή εκπρόσωπό του, τον πρόεδρο της Ένωσης Δήμων Κύπρου ή εκπρόσωπό του και τον πρόεδρο της Ένωσης Κοινοτήτων Κύπρου ή εκπρόσωπό του.
(β) Η προβλεπόμενη στην παράγραφο (α) Κεντρική Συμβουλευτική Επιτροπή ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
(i) Εγκρίνει τις προτάσεις των Συμβουλίων Διαχείρισης Κοινών Υποθέσεων,
(ii) συντονίζει και βοηθά το έργο των Συμβουλίων Διαχείρισης Κοινών Υποθέσεων,
(iii) διατυπώνει προτάσεις, εισηγήσεις και συστάσεις προς τα Συμβούλια Διαχείρισης Κοινών Υποθέσεων σχετικά με την οργάνωση και λειτουργία της παροχής κοινών υπηρεσιών, καθώς και κάθε άλλο ζήτημα που κρίνει αναγκαίο.
(5) Ο προϋπολογισμός, τα οργανογράμματα, η στελέχωση, καθώς και κάθε άλλη απόφαση των Συμβουλίων Διαχείρισης Κοινών Υποθέσεων που σχετίζεται με τη μετάβαση των υπό συνένωση δήμων ή/και κοινοτήτων σε ενιαίο δήμο, υποβάλλονται προς έγκριση στον Υπουργό:
(6) Καθ’ όσον αφορά θέματα προσωπικού, ο τρόπος παροχής και διαχείρισης των κοινών υπηρεσιών ρυθμίζεται με εσωτερικούς κανονισμούς των Συμβουλίων Διαχείρισης Κοινών Υποθέσεων, οι οποίοι εγκρίνονται από τον Υπουργό, και καθ’ όσον αφορά ειδικότερα θέματα που αφορούν το προσωπικό, προηγείται διαβούλευση με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις.
149.-(1) Οι δήμοι που συστήνονται δυνάμει του παρόντος Νόμου καθίστανται εργοδότες του πάσης φύσεως προσωπικού που υπηρετεί στις συνενωθείσες αρχές τοπικής διοίκησης κατά την έναρξη λειτουργίας των δήμων αυτών και για σκοπούς ομαλής εφαρμογής του παρόντος εδαφίου οι εν λόγω αρχές διενεργούν, μερίμνη των δημάρχων και των προέδρων των κοινοτικών συμβουλίων, πλήρη απογραφή του προσωπικού έναν (1) μήνα πριν από την έναρξη λειτουργίας του νέου δήμου.
(2)Κάθε υπάλληλος, εργάτης ή μέλος του ωρομίσθιου προσωπικού που, αμέσως πριν από την ημερομηνία κήρυξης της οικείας αρχής τοπικής διοίκησης σε δήμο ή δημοτικό διαμέρισμα, υπηρετεί σε αυτή, μεταφέρεται στην υπηρεσία τoυ οικείου δήμου και τοποθετείται από τo συμβούλιο του δήμου, εάν είναι πρακτικά δυνατό, σε θέση της οποίας τα καθήκοντα και οι ευθύνες είναι ανάλογα προς τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης που κατείχε στην αρχή τοπικής διοίκησης που κηρύχθηκε δήμος ή δημοτικό διαμέρισμα:
(3) Έδρα του υπηρετούντος προσωπικού νοείται η έδρα του νέου δήμου και το συμβούλιο, με απόφασή του, κατανέμει το προσωπικό του δήμου σε αποκεντρωμένες υπηρεσίες που λειτουργούν σε κάθε δημοτικό διαμέρισμα ανάλογα με τις ανάγκες.
(4) Το οργανόγραμμα κάθε δήμου καθορίζει τις κεντρικές και αποκεντρωμένες διοικητικές μονάδες σε επίπεδο δημοτικού διαμερίσματος με τρόπο ώστε οι πάσης φύσεως οργανικές μονάδες να λειτουργούν στην έδρα του νέου δήμου ως κεντρικές δημοτικές υπηρεσίες με αποκεντρωμένες μονάδες σε κάθε δημοτικό διαμέρισμα.
(5) Κατά την κατάρτιση των δημοτικών οργανογραμμάτων λαμβάνεται πρόνοια, ώστε να ενοποιηθούν οι πάσης φύσεως υπηρεσίες σε ενιαία υπηρεσία και προϊστάμενη αρχή στην έδρα κάθε δήμου.
(6) Η υπηρεσία τoυ υπαλλήλου, εργάτη ή μέλους του ωρομίσθιου προσωπικού στον δήμο θεωρείται ως συνέχιση της προηγούμενης υπηρεσίας του και η αντιμισθία και οι λοιποί όροι υπηρεσίας στον δήμο ή στην κοινότητα δεν δύναται vα μεταβληθούν δυσμενώς για αυτούς κατά τη διάρκεια της συνέχισης της υπηρεσίας τους στον δήμο αυτόν:
(7) Υπάλληλος, εργάτης ή μέλος του ωρομίσθιου προσωπικού που μεταφέρεται στην υπηρεσία τoυ οικείου δήμου δυνάμει τoυ παρόντος άρθρου, κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας του στον δήμο αυτόν, τηρoυμέvωv των προνοιών οποιωνδήποτε εσωτερικών καvovισμώv, έχει όλα τα δικαιώματα και ωφελήματα και υπόκειται σε όλες τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντα τωv υπαλλήλων σύμφωνα με τα ισχύοντα στον οικείο δήμο.
150. Τα προβλεπόμενα στο άρθρο 149 εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, και αναφορικά με το προσωπικό των σχολικών εφοριών που εντάσσεται στη δημοτική υπηρεσία του νέου δήμου, στο οποίο περιλαμβάνονται τα πρόσωπα που πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου απασχολούνταν ως μόνιμοι ή έκτακτοι υπάλληλοι ή ως υπάλληλοι αορίστου χρόνου ή ως ωρομίσθιο προσωπικό, με πλήρη ή μερική απασχόληση, από τη σχολική εφορία δυνάμει των διατάξεων του περί Σχολικών Εφορειών Νόμου.
151. Με την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου-
(α) οι δημοτικοί κανονισμοί που εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων του καταργηθέντος νόμου,
(β) οι Κανονισμοί που εκδόθηκαν δυνάμει τoυ περί Κοινοτήτων Νόμου για οποιαδήποτε κοινότητα η οποία ανακηρύσσεται σε δήμο ή σε δημοτικό διαμέρισμα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3,
(γ) οι Κανονισμοί που εκδόθηκαν δυνάμει τωv περί Δημοσίας Υγείας (Χωρίων) Νόμου για οποιαδήποτε κοινότητα η οποία ανακηρύσσεται σε δήμο ή σε δημοτικό διαμέρισμα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3,
λογίζονται ως Κανονισμοί που εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και εφαρμόζονται ως εάν είχαν εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, στην έκταση που δεν συγκρούονται με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, μέχρις ότου τρoπoπoιηθoύv ή καταργηθούν από Κανονισμούς ή δημοτικούς καvovισμούς που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου: