19.-(1) Όταν η αρμόδια αρχή ενεργεί σύμφωνα με το εδάφιο (4) του άρθρου 18 ή σύμφωνα με τις παραγράφους (δ) και (στ), του άρθρου 11, επιδίδει στον παραγωγό ή στο διανομέα, ανάλογα με την περίπτωση, είτε ειδοποίηση αναστολής, η οποία απαγορεύει στο πρόσωπο στο οποίο επιδίδεται για τόση περίοδο όση καθορίζεται σε αυτή, όχι όμως μεγαλύτερη από έξι μήνες από την ημερομηνία επίδοσης της ειδοποίησης, τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά χωρίς τη συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής, είτε ειδοποίηση απόσυρσης του προϊόντος από την αγορά.
(2)Η ειδοποίηση αναστολής ή απόσυρσης οφείλει να -
(α)Περιγράφει το προϊόν με τρόπο που να διακριβώνεται επακριβώς η ταυτότητα του και
(β)εκθέτει τους λόγους για τους οποίους επιδίδεται και τους λόγους για τους οποίους η αρμόδια αρχή θεωρεί ότι έχει παραβιαστεί ο Νόμος και οι δυνάμει αυτού εκδιδόμενοι Κανονισμοί.
(3) Η ειδοποίηση αναστολής ή απόσυρσης η οποία επιδίδεται από την αρμόδια αρχή δυνάμει του εδαφίου (1), δύναται να απαιτεί από το πρόσωπο προς το οποίο επιδίδεται, να την τηρεί ενήμερη για το χώρο στον οποίο βρίσκεται το προϊόν κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής ή απόσυρσης.
(4) Επίδοση ειδοποίησης αναστολής αναφορικά με οποιοδήποτε προϊόν, συνεπάγεται τη μη δυνατότητα επίδοσης περαιτέρω ειδοποίησης αναφορικά με το ίδιο προϊόν, εκτός αν κατά τη λήξη της περιόδου που αναγράφεται στην πιο πάνω ειδοποίηση, βρίσκεται σε εκκρεμότητα -
(α)Ποινική διαδικασία εναντίον του προσώπου αυτού για αδίκημα αναφορικά με παράβαση του άρθρου 32.
(β)διαδικασία δήμευσης των προϊόντων δυνάμει του άρθρου 20.
(5)Συγκατάθεση για επαναδιάθεση του προϊόντος στην αγορά που παρέχεται από την αρμόδια αρχή για σκοπούς του εδαφίου (1), δύναται να επιβάλλει τέτοιους όρους για τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά, τους οποίους η αρμόδια αρχή θεωρεί κατάλληλους ως προς τη συμμόρφωση του προϊόντος με τον παρόντα Νόμο και τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς.