4. (1) Στην περίπτωση εκκαθάρισης ιδρύματος που υπόκειται σε εξυγίανση, εφαρμόζεται, κατά προτεραιότητα, το εδάφιο (1) και (2) του άρθρου 300 του περί Εταιρειών Νόμου.
(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (1), καταβάλλονται χρέη ή απαιτήσεις εξασφαλισμένες με επιβάρυνση στην περιουσία του ιδρύματος που υπόκειται σε εξυγίανση, μέχρι ποσού που προκύπτει από τη ρευστοποίηση της εξασφάλισης ή η εξασφάλιση παραδίδεται στο δικαιούχο πιστωτή.
(3) Λοιπά χρέη ή απαιτήσεις καταβάλλονται από τα έσοδα της εκκαθάρισης, με την ακόλουθη σειρά:
(α) Αναγκαία και εύλογα έξοδα του ειδικού εκκαθαριστή και της Αρχής Εξυγίανσης, συμπεριλαμβανομένων επαγγελματικών εξόδων κατά την εφαρμογή των διατάξεων της εν λόγω εκκαθάρισης,
(β) πιστώσεις που παραχωρήθηκαν στο ίδρυμα που υπόκειται σε εξυγίανση μετά το διορισμό του ειδικού εκκαθαριστή,
(γ) πιστώσεις που παραχωρήθηκαν στο ίδρυμα που υπόκειται σε εξυγίανση από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ή τα Ταμεία πριν το διορισμό του ειδικού εκκαθαριστή,
(δ) εγγυημένη κατάθεση, ποσά οφειλόμενα προς το Ταμείο Προστασίας Καταθέσεων, οποιαδήποτε κρατική στήριξη δόθηκε στο ίδρυμα που υπόκειται σε εξυγίανση, δυνάμει του περί της Αναδιάρθρωσης Χρηματοοικονομικών Οργανισμών Νόμου του 2013 και κυβερνητικές εγγυήσεις που παραχωρήθηκαν στο ίδρυμα που υπόκειται σε εξυγίανση δυνάμει του περί της Παραχώρησης Κυβερνητικών Εγγυήσεων για τη Σύναψη Δανείων ή και την Έκδοση Ομολόγων από Πιστωτικά Ιδρύματα Νόμου του 2012,
(ε) άλλα χρέη ή απαιτήσεις που δεν εξασφαλίζονται με επιβάρυνση στην περιουσία του ιδρύματος που υπόκειται σε εξυγίανση,
(στ) χρέη ή απαιτήσεις μειωμένης εξασφάλισης (δευτεροβάθμιο κεφάλαιο).
(4) Στην περίπτωση όπου το διαθέσιμο ποσό για πληρωμή οποιωνδήποτε χρεών ή απαιτήσεων ως διαλαμβάνονται στο εδάφιο (3) δεν επαρκεί για την πλήρη εξόφλησή τους, τα εν λόγω χρέη ή απαιτήσεις μειώνονται κατ’ αναλογία. Για οποιαδήποτε πληρωμή χρεών ή απαιτήσεων, τηρείται αυστηρά η σειρά προτεραιότητας, ως αυτή διαλαμβάνεται στο εδάφιο (3).
(5) Χρέη ή απαιτήσεις που έχουν καταχωρηθεί εκτός της προθεσμίας που καθορίζεται σε σχετική νομοθεσία δεν ικανοποιούνται. Τυχόν έσοδα που απομένουν μετά την πλήρη εξόφληση των άλλων πιστωτών κατανέμονται μεταξύ των μετόχων του ιδρύματος που υπόκειται σε εξυγίανση, κατ’ αναλογία με τα δικαιώματά τους.
(6) Η Αρχή Εξυγίανσης δύναται να διαχωρίζει χρέη και υποχρεώσεις της ίδιας τάξης, εάν θεωρείται αναγκαίο για τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας εντός και εκτός της Δημοκρατίας ή, όταν αυτό είναι προς όφελος των πιστωτών στο σύνολό τους και για την προαγωγή της δημόσιας ωφέλειας και την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος