Εκτέλεση με πώληση
Ένταλμα πώλησης γης δεν εκδίδεται εκτός αν ο οφειλέτης δεν έχει κινητή ιδιοκτησία

22. Κανένα ένταλμα εκτέλεσης με πώληση ακίνητης ιδιοκτησίας δεν θα εκδίδεται παρά μόνο με τη συναίνεση του εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτη χρέους, εκτός αν ένταλμα πώλησης της κινητής ιδιοκτησίας του οφειλέτη χρέους, που εκδόθηκε από το Δικαστήριο και που απευθύνθηκε στον επιτετραμμένο με την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων της Επαρχίας στην οποία βρίσκεται το Δικαστήριο επεστράφηκε στο Δικαστήριο ανεκτέλεστο ή εκτός αν φαίνεται ότι ο οφειλέτης χρέους δεν έχει πράγματι στην κατοχή του κινητή ιδιοκτησία.

Ποια γη υπόκειται σε εκτέλεση

23. Η ακίνητη ιδιοκτησία του εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτη χρέους, η οποία δύναται να πωληθεί με εκτέλεση θα περιλαμβάνει μονο την εγγεγραμμένη ακίνητη ιδιοκτησία που είναι εγγεγραμμένη στο όνομα του στα βιβλία του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου:

Νοείται ότι όταν η ιδιοκτησία συνίσταται ολικά ή μερικά από κατοικία ή κατοικίες πρέπει να αφήνεται ή παρέχεται στον οφειλέτη χρέους τέτοια στέγαση η οποία κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου είναι απόλυτα αναγκαία γι αυτόν και την οικογένεια του:

Νοείται επίσης ότι, όταν ο οφειλέτης χρέους είναι γεωργός πρέπει να εξαιρείται από την πώληση τέτοια γη η οποία κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου είναι απόλυτα αναγκαία για τη συντήρηση αυτού και της οικογένειας του. Η τελευταία αυτή επιφύλαξη δεν εφαρμόζεται σε σχέση με οφειλές που δημιουργήθηκαν πριν από την 2α Μαϊου, 1919 ή σε σχέση με οφειλές που πρέπει να καταβληθούν από παρόν ή πρώην μέλος, οποιασδήποτε συνεργατικής εταιρείας, που είναι δεόντως εγγεγραμμένη ως τέτοια, δυνάμει των διατάξεων του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, 1914, ή οποιασδήποτε τροποποίησης αυτού:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, ακίνητη ιδιοκτησία του εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτη χρέους η οποία δύναται να πωληθεί με τη διαδικασία της εκτέλεσης δεν περιλαμβάνει ακίνητη ιδιοκτησία η οποία βρίσκεται σε μη ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές.

Έκδοση εντάλματος

24. Κανένα ένταλμα πώλησης ακίνητης ιδιοκτησίας δεν εκδίδεται παρά μόνο κατόπι αίτησης προς το Δικαστήριο και μετά από προηγούμενη γνωστοποίηση της αίτησης προς τον οφειλέτη χρέους0 κάθε τέτοιο ένταλμα υπογράφεται από το δικαστή ή από ένα από τους δικαστές που διατάσσουν την έκδοση του.

Διάρκεια της ισχύος του εντάλματος

25. Τηρουμένων των διατάξεων του επόμενου άρθρου, όταν ένταλμα πώλησης ακίνητης ιδιοκτησίας παραμένει ανεκτέλεστο για ένα έτος από την έκδοση του, λόγω μόνο της μή πληρωμής των εξόδων που απαιτούνται για τη διεξαγωγή της πώλησης, ο Επαρχιακός Κτηματολογικός Λειτουργός δύναται να οπισθογράψει επί του εντάλματος ότι αυτό δεν έχει εκτελεστεί λόγω της μη πληρωμής των εξόδων, οπότε το ένταλμα επιστρέφεται στο Δικαστήριο που το έκδωσε και παύει να έχει οποιαδήποτε νομική ισχύ και αποτέλεσμα.

Το Δικαστήριο δύναται, σε οποιοδήποτε χρόνο, πριν από την παρέλευση ενός έτους από την ημερομηνία της έκδοσης του εντάλματος, να διατάξει όπως αυτό παραμείνει σε ισχύ για τόσο περαιτέρω χρονικό διάστημα όπως το Δικαστήριο θα κρίνει σκόπιμο.

Διάταγμα για να προηγηθεί πώληση μέρους γης

26. Αν ο οφειλέτης χρέους από δικαστική απόφαση, του οποίου η ακίνητη ιδιοκτησία ζητείται να πωληθεί αξιώνει ότι θα είναι προς το συμφέρον αυτού ή των πιστωτών του αν μέρος της ακίνητης ιδιοκτησίας πωληθεί πριν από οποιοδήποτε άλλος μέρος, αυτός οφείλει να γνωστοποιήσει στο Δικαστήριο την αξίωση, πριν από το τέλος του πλειστηριασμού και αν το Δικαστήριο θεωρεί ότι πρέπει να προηγηθεί η πώληση κάποιου μέρους της ιδιοκτησίας, δύναται να διατάξει κατά τον τρόπο αυτό.

Εντάλματα τα οποία διατάσσουν πώληση γης γενικά ..

27. Ένταλμα πώλησης ακίνητης ιδιοκτησίας που διατάσσει γενικά την πώληση της ακίνητης ιδιοκτησίας του οφειλέτη χρέους, χωρίς άλλες ή περαιτέρω οδηγίες, αποτελεί επαρκή εξουσιοδότηση για τον επιτετραμμένο με την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων και τους λειτουργούς του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου να πωλήσουν τόσο μέρος από την εγγεγραμμένη στο όνομα του οφειλέτη χρέους ιδιοκτησία, όσον ήθελε θεωρηθεί επαρκές για την εξασφάλιση του οφειλομένου βάσει της απόφασης ποσού με όλα τα έξοδα της εκτέλεσης:

Νοείται ότι, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου αναστέλλεται στις περιπτώσεις ενυπόθηκου χρέους, το οποίο εξασφαλίζεται με υποθήκη επί ακίνητης ιδιοκτησίας που βρίσκεται σε μη ελεγχόμενες περιοχές της Δημοκρατίας.

Γη η οποία βαρύνεται με υποθήκη

28. Όταν η ιδιοκτησία βαρύνεται με υποθήκη-

(α) ο εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτής δύναται, σε οποιοδήποτε χρόνο, αφού το ενυπόθηκο χρέος καταστεί πληρωτέο, να πληρώσει στον ενυπόθηκο δανειστή εκ μέρους του εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτη χρέους, όλα τα ασφαλισμένα με την υποθήκη χρήματα και δύναται να προσθέσει τα χρήματα που πληρώθηκαν με τον τρόπο αυτό στο ποσό του χρέους από δικαστική απόφαση· και το δικαστήριο όταν ικανοποιηθεί ότι τα ασφαλιζόμενα με την υποθήκη χρήματα έχουν πληρωθεί, δύναται να διατάξει την πώληση της ιδιοκτησίας

(β) αν ο ενυπόθηκος δανειστής αρνηθεί να δεχτεί την προσφορά των ασφαλισμένων με την υποθήκη χρημάτων που έγινε σε αυτόν από τον εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή, το Δικαστήριο δύναται με αίτηση του εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή να διατάξει όπως η ιδιοκτησία πωληθεί υπό τέτοιους όρους ως προς την  πληρωμή από τον εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή στο Δικαστήριο ή την εξασφάλιση του ενυπόθηκου χρέους από αυτόν με άλλο τρόπο, όπως το Δικαστήριο θα κρίνει σκόπιμο

(γ) ο εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτής δύναται αντί να πληρώσει ή να προσφέρει στον ενυπόθηκο δανειστή τα ασφαλισμένα με την υποθήκη χρήματα, να γνωστοποιήσει σε αυτόν την πρόθεση του να ζητήσει από το Δικαστήριο έκδοση εντάλματος πώλησης· στην αίτηση αυτή και αφού ο εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτής παράσχει ασφάλεια που ικανοποιεί το Δικαστήριο για τα έξοδα τα οποία θα προκύψουν κατά την πώληση ή σε σχέση με αυτήν, δύναται να εκδοθεί ένταλμα για πώληση της ιδιοκτησίας, το οποίο ορίζει την επιφυλαχθείσα από το Δικαστήριο προσφορά για την εξασφάλιση των χρημάτων τα οποία οφείλονται ή θα οφείλονται δυνάμει της υποθήκης· και αν δεν υπάρξει προσφορά ίση με την επιφυλαχθείσα η ιδιοκτησία δεν πωλείται

(δ) το ποσό χρημάτων το οποίο εισπράττεται κατόπι πώλησης δυνάμει της παραγράφου (γ), εφόσον αυτό επαρκεί, διατίθεται για πληρωμή πρώτα του οφειλόμενου βάσει της υποθήκης ποσού· δεύτερο, των εξόδων της πώλησης· τρίτο, του εκ δικαστικής αποφάσεως χρέους· και το υπόλοιπο, αν υπάρχει ανήκει στον εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτη χρέους

(ε) αν το ποσό που εισπράχτηκε με τον τρόπο αυτό δεν επαρκεί για την αποπληρωμή ολόκληρου του ενυπόθηκου χρέους και των εξόδων την πώλησης, ο εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτής είναι υπεύθυνος για το έλλειμα, αλλά δύναται, αν το Δικαστήριο θεωρήσει σκόπιμο να διατάξει κατ’ αυτό τον τρόπο, να προσθέσει το ποσό του ελλείμματος στο ποσό του εκ δικαστικής αποφάσεως χρέους ως έξοδα εκτέλεσης:

Νοείται ότι όταν το ακίνητο βαρύνεται με δύο ή περισσότερες υποθήκες-

(α) οι διατάξεις των παραγράφων (α), (γ), (δ) και (ε) θα εφαρμόζονται σε όλες αυτές τις υποθήκες, στα χρηματικά ποσά που ασφαλίζονται με αυτές και στους αντίστοιχους ενυπόθηκους δανειστές

(β) αν ο ενυπόθηκος δανειστής οποιασδήποτε τέτοιας υποθήκης αρνηθεί να αποδεχθεί πληρωμή του ασφαλισμένου με την υποθήκη αυτή χρηματικού ποσού, με την προσφορά αυτού από τον εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή όπως προνοείται στην παράγραφο (α), οι διατάξεις της παραγράφου (β) του άρθρου αυτού θα εφαρμόζονται στον πιο πάνω ενυπόθηκο δανειστή, στην αντίστοιχη υποθήκη και στο ασφαλισμένο με αυτή χρηματικό ποσό:

Νοείται ότι, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου αναστέλλεται στις περιπτώσεις ενυπόθηκου χρέους, το οποίο εξασφαλίζεται με υποθήκη επί ακίνητης ιδιοκτησίας που βρίσκεται σε μη ελεγχόμενες περιοχές της Δημοκρατίας.

Γη εγγεγραμμένη στο όνομα αποθανόντα οφειλέτη χρέους δεν είναι ανάγκη να εγγράφεται στο όνομα των κληρονόμων

29. Κάθε φορά που εκδίδεται ένταλμα πώλησης ακίνητης ιδιοκτησίας για ικανοποίηση εκ δικαστικής αποφάσεως χρέους το οποίο οφείλεται από αποθανόντα και η ιδιοκτησία βρίσκεται εγγεγραμμένη στο όνομα του αποθανόντα στα βιβλία του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου, το Κτηματολογικό και Χωρομετρικό Τμήμα πωλεί την ιδιοκτησία προς ικανοποίηση του χρέους χωρίς προηγουμένως να απαιτήσει την εγγραφή της ιδιοκτησίας στο όνομα των κληρονόμων.

Πώληση δυνάμει μεταγενέστερου εντάλματος γης, η πώληση της οποίας διατάχτηκε με προγενέστερο ένταλμα

30. Κάθε φορά που εκδίδεται ένταλμα πώλησης ακίνητης ιδιοκτησίας, το Δικαστήριο δύναται με αίτηση οποιουδήποτε άλλου εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή, να εκδώσει ένταλμα για την πώληση τόσου μέρους της ιδιοκτησίας, όσο παρέμεινε απώλητο δυνάμει του πρώτου εντάλματος0 και δύναται, με την ίδια αίτηση, να διατάξει όπως το υπόλοιπο, αν υπάρχει, μετά την πληρωμή κάθε οφειλομένου δυνάμει του πρώτου εντάλματος, διατεθεί προς ικανοποίηση του χρέους που οφείλεται στον πιστωτή που υπόβαλε την αίτηση.

Οδηγίες

31. Ο επιτετραμμένος με την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων ή κάθε πρόσωπο το οποίο εκτελεί ένταλμα πώλησης ακίνητης ιδιοκτησίας, δύναται να αποταθεί στο  Δικαστήριο για έκδοση οδηγιών προς επίλυση οποιουδήποτε ζητήματος που ανέκυψε ή που ενδέχεται να ανακύψει κατά την πορεία της πώλησης0 το Δικαστήριο όμως δύναται σε τέτοια περίπτωση να δώσει τέτοιες οδηγίες, ως ήθελε κρίνει σκόπιμο.

Αίτηση τρίτου για αναστολή της πώλησης

32. Κάθε πρόσωπο που αξιώνει συμφέρον επί ακίνητης ιδιοκτησίας για την πώληση της οποίας εκδόθηκε ένταλμα, δύναται να ζητήσει από το Δικαστήριο αναστολή της πώλησης 0 και το Δικαστήριο δύναται, αφού ακούσει όλους τους ενδιαφερόμενους, να εκδώσει τέτοιο διάταγμα ως ήθελε θεωρήσει δίκαιο.

Η πώληση γίνεται με δημόσιο πλειστηριασμό

33. Κάθε πώληση ακίνητης ιδιοκτησίας προς ικανοποίηση δικαστικής απόφασης διενεργείται με δημόσιο πλειστηριασμό σε χρόνο και τόπο για τους οποίους δίνεται δημόσια ειδοποίηση.

Ειδοποίηση πώλησης

34.-(1) Η ειδοποίηση τοιχοκολλάται στην πόλη ή στο χωριό όπου βρίσκεται η ιδιοκτησία, στην πόλη ή στο χωριό όπου η πώληση πρόκειται να διενεργηθεί, στο δικαστικό μέγαρο του Δικαστηρίου που έκδωσε το ένταλμα πώλησης και σε κάθε άλλο τόπο ή τόπους ως ήθελε οριστεί από το Δικαστήριο ή από Κανονισμούς Πώλησης που εκδίδονται δυνάμει του Νόμου αυτού.

(2) Η ειδοποίηση πρέπει να ορίζει το όνομα και τον τόπο εργασίας του προσώπου που διορίστηκε για να διενεργήσει την πώληση, καθώς και του προσώπου, αν υπάρχει, προς το οποίο μπορούν να γίνονται προσφορές μέχρι το χρόνο που ορίστηκε για την πώληση.

(3) Η ειδοποίηση πρέπει να ορίζει προθεσμία τουλάχιστο δεκαπέντε ημερών σε καμιά όμως περίπτωση δεν θα υπερβαίνει τις ενενήντα ημέρες και πρέπει να εκδίδεται σε τέτοιο χρόνο πριν από την πώληση και να κοινοποιείται με τέτοιο τρόπο, ως ήθελε προβλεφθεί από οποιουσδήποτε Κανονισμούς Πώλησης που εκδίδονται δυνάμει του Νόμου αυτού ή ελλείψει αυτών, με τέτοιο τρόπο ως το Δικαστήριο ήθελε διατάξει.

Γραπτές προσφορές

35. Μετά τη δημοσίευση της ειδοποίησης και μέχρι το χρόνο που ορίστηκε για την πώληση, μπορούν να γίνονται προσφορές γραπτώς προς κάθε πρόσωπο που κατονομάζεται για το σκοπό αυτό στην ειδοποίηση πώλησης, νοουμένου ότι αυτές γίνονται σύμφωνα με τους Κανονισμούς Πώλησης ή ελλείψει αυτών, υπογράφονται από τον πλειοδότη στην παρουσία προσώπου που ορίστηκε για να δέχεται γραπτές προσφορές.

Πέρας της πώλησης

36. Κατά το χρόνο και στον τόπο που ορίστηκε για την πώληση το πρόσωπο το οποίο ορίστηκε για τη διεξαγωγή αυτής ή ο αναπληρωτής αυτού, δέχεται κάθε προσφορά που έγινε προφορικά σε αυτό και κλείνει την πώληση σύμφωνα με τις διατάξεις των Κανονισμών Πώλησης ή ελλείψει αυτών, όταν κρίνει από το χρόνο ο οποίος παρήλθε από την τελευταία προηγούμενη προσφορά, ότι δεν προβλέπονται άλλες προσφορές.

Ανακήρυξη του τελευταίου πλειοδότη

37. Μετά το περάς της πώλησης το πρόσωπο που διεξάγει αυτήν αναγγέλει το όνομα του τελευταίου πλειοδότη.

Ευθύνη πλειοδότη

38.-(1) Κάθε πρόσωπο που πλειοδοτεί γραπτά ή προφορικά, εκτός αν ή μέχρι να γίνει μεγαλύτερη προσφορά, είναι υπεύθυνο για το ποσό που πρόσφερε, για τη συμπλήρωση της αγοράς και την πληρωμή όλων των δικαιωμάτων που είναι αναγκαία για τη δέουσα μεταβίβαση της ιδιοκτησίας στο όνομα του στα βιβλία του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου0 αν όμως ο τελευταίος πλειοδότης, αφού κληθεί από το πρόσωπο που διεξάγει την πώληση, αμελήσει ή αρνηθεί να πληρώσει το ποσό που πρόσφερε ή τέτοιο μέρος αυτού το οποίο ήθελε οριστεί από τους Κανονισμούς Πώλησης, καθώς και τα δικαιώματα που αναφέρθηκαν πιο πάνω, οι πλειοδοσίες επανανοίγονται και η ιδιοκτησία τίθεται εκ νέου προς πώληση. Ο τελευταίος πλειοδότης κατά την προηγούμενη πώληση, ευθύνεται για κάθε ζημιά που ενδέχεται να προκύψει από την αμέλεια ή την άρνηση του να πληρώσει τα ποσά που αναφέρθηκαν.

(2) Αν κατά τη μεταγενέστερη πώληση το ποσό που εισπράχθηκε δεν επαρκεί για την ικανοποίηση του ποσού το οποίο οφείλεται δυνάμει της δικαστικής απόφασης προς εκτέλεση της οποίας διενεργείται η πώληση, το ποσό, αν υπάρχει, για το οποίο κατέστη υπεύθυνος ο πλειοδότης κατά την προηγούμενη πώληση, εισπράττεται με αγωγή που εγείρεται από τον εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή ή με άδεια του δικαστηρίου, από τον εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτη χρέους. Σε αντίθετη περίπτωση, το ποσό εισπράττεται με αγωγή που εγείρεται από τον εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτη.

Ποινή για τη μη πληρωμή του εκπλειστηριάσματος

39. Όταν το πρόσωπο που ανακηρύχθηκε ως τελευταίος πλειοδότης δεν κληθεί αμέσως μετά το πέρας της πώλησης από το πρόσωπο που διεξήγαγε αυτήν να πληρώσει όλο το εκπλειστηρίασμα, τότε, αν παραλείψει να πληρώσει αυτό εντός του χρόνου που ορίστηκε από τους όρους της πώλησης, ο εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτής δύναται να επιδώσει σε αυτό γραπτή ειδοποίηση με την οποία καλείται να πληρώσει όλο το εκπλειστηρίασμα εντός δέκα ημερών από την επίδοση αυτής0 αν όμως αμελήσει ή αρνηθεί, χωρίς εύλογη αιτία, το βάρος απόδειξης της οποίας φέρει ο ίδιος, να πληρώσει όλο το εκπλειστηριάσμα εντός των δέκα ημερών που αναφέρθηκαν, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης, σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες.

Το Δικαστήριο δύναται να ορίζει επιφυλαχθείσα τιμή

40. Το Δικαστήριο δύναται, κατά την έκδοση εντάλματος, να δώσει οδηγίες να μην πωληθεί η ιδιοκτησία εκτός αν το ποσό που προσφέρεται είναι ίσο ή υπερβαίνει την επιφυλαχθείσα τιμή η οποία ορίζεται από το Δικαστήριο. Κάθε τέτοια οδηγία δύναται να δοθεί από το Δικαστήριο με αίτηση του προσώπου του οποίου η ιδιοκτησία διατάχτηκε να πωληθεί και αφού αυτό εξασφαλίσει, κατά τέτοιο τρόπο ως το Δικαστήριο ήθελε εγκρίνει, την πληρωμή οποιασδήποτε πρόσθετης δαπάνης που δυνατό να συνεπάγεται η οδηγία αυτή0 αν δοθεί τέτοια οδηγία η επιφυλαχθείσα τιμή πρέπει σε κάθε περίπτωση να αναφέρεται στο ένταλμα πώλησης και καμιά πλειοδοσία ή προσφορά δεν γίνεται αποδεκτή, εκτός αν είναι ίση με την επιφυλαχθείσα τιμή ή υπερβαίνει αυτή: Νοείται ότι το άρθρο αυτό δεν εφαρμόζεται σε ιδιοκτησία που είναι υποθηκευμένη σύμφωνα με το νόμο για πληρωμή χρέους.

Επαναπώληση όταν δεν εξασφαλιστεί η επιφυλαχθείσα τιμή

41. Όταν, η ιδιοκτησία δεν πωληθεί λόγω του ότι δεν προσφέρθηκε ποσό ίσο με την επιφυλαχθείσα τιμή, αν, μετά την παρέλευση έξι μηνών από την περάτωση των πλειοδοσιών η ιδιοκτησία παραμένει ακόμη απώλητη και ο πιστωτής ζητά από το Δικαστήριο να διατάξει όπως αυτή τεθεί εκ νέου προς πώληση, το Δικαστήριο, εκτός αν αποδεικτεί ότι το χρέος ικανοποιήθηκε, εκδίδει τέτοιο διάταγμα και η ιδιοκτησία πωλείται τότε στην καλύτερη τιμή η οποία δύναται να εξασφαλιστεί.

Πώληση κεκλεισμένων των θυρών

42. Οι θύρες της αίθουσας όπου διεξάγεται η πώληση δύνανται, κατά την κρίση του επιτετραμμένου που ορίστηκε για τη διεξαγωγή της πώλησης ή του αναπληρωτή του, να κλείσουν για να μην αναχωρήσει οποιοσδήποτε που είναι παρών κατά την έναρξη της πώλησης μέχρις ότου αυτή αποπερατωθεί από το πρόσωπο που τη διεξάγει και καλέσει τον τελευταίο πλειοδότη  να πληρώσει το εκπλειστηρίασμα ή τόσο μέρος αυτού που δυνατό να είναι καταβλητέο.

Αντικανονικότητα κατά την πώληση

43. Αν φανεί στο Δικαστήριο ότι κατά την πώληση έγινε οποιαδήποτε παράλειψη ή αντικανονικότητα από την οποία ζημιώθηκε πράγματι οποιοδήποτε πρόσωπο ή επηρεάστηκε δυσμενώς, το Δικαστήριοο δύναται να ακυρώσει την πώληση και να διατάξει νέα με τέτοιους όρους ως ήθελε κρίνει δίκαιο.

Η πώληση δύναται να ανασταλεί ή το ένταλμα να ακυρωθεί αν η ανώτατη πλειοδοσία είναι ανεπαρκής

44.-(1) Όταν το ανώτατο ποσό που προσφέρθηκε είναι ανεπαρκές, τότε, αν ο οφειλέτης χρέους ζητήσει από το Δικαστήριο, εντός επτά ημερών από την ημέρα που έγινε η προσφορά, αναστολή της διαδικασίας και αποδείξει κατά τρόπο που να ικανοποιεί το Δικαστήριο ότι το ανώτατο ποσό που προσφέρθηκε είναι ανεπαρκές όπως προαναφέρθηκε, και αν, αφού υποβληθεί η αίτηση στο Δικαστήριο και αυτό είναι έτοιμο να επιληφθεί αυτής, είναι δυνατό να εκδοθεί διάταγμα άνευ βλάβης των δικαιωμάτων ή δυσμενούς επηρεασμού οποιουδήποτε προσώπου άλλου από τον οφειλέτη χρέους και του πιστωτή του, το Δικαστήριο δύναται να διατάξει όπως η διαδικασία δυνάμει του εντάλματος ανασταλεί ή ακυρωθεί το ένταλμα, αναφορικά με την ιδιοκτήσια για την οποία η ανώτατη προσφορά είναι ανεπαρκής, είτε χωρίς όρους  ή με όρους τους οποίους το Δικαστήριο ήθελε θεωρήσει σκόπιμο να επιβάλει.

(2) Το Δικαστήριο δεν εκδίδει το διάταγμα, αν φαίνεται ότι ο οφειλέτης ή άλλο πρόσωπο εν γνώσει και εκ μέρους αυτού ή προς προαγωγή κοινού σκοπού που αποφασίστηκε από αυτόν και άλλους για δυσμενή επηρεασμό, παρεμπόδιση ή ματαίωση της πώλησης ακίνητης ιδιοκτησίας, ενέργησε κατά τρόπο ώστε να επηρεάσει δυσμενώς την πώληση της ιδιοκτησίας ή να παρεμποδίσει ή ματαιώσει την υποβολή προσφορών.

(3) Αν μετά την παρέλευση έξι μηνών αφότου το Δικαστήριο διέταξε την αναστολή της διαδικασίας δυνάμει του εντάλματος ή την ακύρωση του εντάλματος, η ιδιοκτησία που περιλαμβάνεται στο ένταλμα παραμένει ακόμη απώλητη, και ο πιστωτής ζητήσει από το Δικαστήριο να διατάξει όπως αυτή τεθεί εκ νέου προς πώληση, το Δικαστήριο οφείλει, εκτός να φανεί ότι το χρέος έχει ικανοποιηθεί, να εκδώσει το διάταγμα αυτό χωρίς επιβολή περαιτέρω δικαστικών τελών0 και η ιδιοκτησία πωλείται τότε στην καλύτερη τιμή η οποία δύναται να εξασφαλιστεί.

(4) Το άρθρο αυτό καθώς και τα άρθρα 45 έως 50, και των δύο περιλαμβανομένων, δεν εφαρμόζονται σε ιδιοκτησία που είναι υποθηκευμένη σύμφωνα με το νόμο για πληρωμή χρέους.

Εννοια του όρου “ανεπαρκής”..

45. Προσφορά θεωρείται συνήθως ότι είναι ανεπαρκής με την έννοια του Νόμου αυτού, αν είναι κατώτερη από το ένα τρίτο της αξίας της ιδιοκτησίας όπως αυτή αναγράφεται στα φορολογικά μητρώα ακίνητης ιδιοκτησίας. Ο πιστωτής όμως δύναται να προσαγάγει μαρτυρία ενώπιον του δικαστηρίου ότι η αξία που φαίνεται κατά τον πιο πάνω τρόπο υπερβαίνει την πραγματική αξία της ιδιοκτησίας και το Δικαστήριο, αφού ακούσει τη μαρτυρία αυτή, καθώς και οποιαδήποτε μαρτυρία που προσάχθηκε από τον οφειλέτη χρέους προς αντίκρουση και αφού ακούσει τους διαδίκους ή όσους από αυτούς παρίστανται στο Δικαστήριο, δύναται να ορίσει την πραγματική αξία της ιδιοκτησίας0 και στην περίπτωση αυτή η προσφορά θεωρείται ανεπαρκής με την έννοια του Νόμου αυτού, αν είναι κατώτερη από το ένα τρίτο της αξίας που ορίστηκε από το Δικαστήριο.

Προθεσμία για αίτηση αναστολής ή ακύρωσης

46. Κάθε οφειλέτης χρέους που επιθυμεί την έκδοση διατάγματος του Δικαστηρίου με το οποίο να αναστέλλεται η διαδικασία δυνάμει εντάλματος πώλησης οποιασδήποτε ακίνητης ιδιοκτησίας του, ή με το οποίο να ακυρώνει το ένταλμα αυτό πρέπει να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο εντός επτά ημερών από την ημέρα που έκλεισε ο πλειστηριασμός0 και σε καμιά περίπτωση δεν θα γίνεται δεκτή τέτοια αίτηση μετά την παρέλευση επτά ημερών.

Επαναπώληση μετά την αναστολή ή ακύρωση του εντάλματος

47. Όταν αναστάληκε η διαδικασία δυνάμει εντάλματος ή ακυρώθηκε ένταλμα δυνάμει των διατάξεων του Νόμου αυτού, οποιαδήποτε ιδιοκτησία η οποία είχε διαταχτεί να πωληθεί, δύναται με αίτηση οποιουδήποτε ενδιαφερoμένου σε οποιοδήποτε χρόνο μετά από αυτά, να πωληθεί, αν το Δικαστήριο κρίνει σκόπιμο να διατάξει κατά τον τρόπο αυτό.

Η αναστολή ή ακύρωση να μην επηρεάζει δυσμενώς τον πιστωτή

48. Η αναστολή διαδικασίας δυνάμει εντάλματος ή η ακύρωση εντάλματος δεν μεταθέτει την απαίτηση του πιστωτή, με αίτηση του οποίου εκδόθηκε το ένταλμα, προς όφελος της απαίτησης οποιουδήποτε άλλου πιστωτή, αλλά όλα τα δικαιώματα κατά του οφειλέτη χρέους και κατά κάθε άλλου προσώπου που έχει απαίτηση μέσω ή κατά του οφειλέτη χρέους, τα οποία αποκτήθηκαν υπέρ του πιστωτή με την έκδοση του εντάλματος σε σχέση με την ιδιοκτησία που αναφέρεται σε αυτό, παραμένουν σε πλήρη ισχύ μέχρι να ικανοποιηθεί το χρέος αυτού μαζί με τους τόκους και τα έξοδα.

Πότε ο πιστωτής δύναται να λάβει κατοχή της ιδιοκτησίας

49. Όταν το Δικαστήριο αναστέλλει τη διαδικασία δυνάμει εντάλματος ή ακυρώνει αυτό ή αν η ανώτατη προσφορά είναι κατώτερη από την επιφυλαχθείσα τιμή που καθορίστηκε από το Δικαστήριο, ο πιστωτής δύναται, αν το ζητήσει  και αν το Δικαστήριο θεωρήσει αυτό σκόπιμο, να λάβει κατοχή της ιδιοκτησίας για περίοδο όχι μεγαλύτερη των τριών ετών αντί ετήσιου μισθώματος που ορίζεται από το Δικαστήριο:

Νοείται ότι αν προσφέρεται οποιοδήποτε πρόσωπο άλλο από τον πιστωτή να μισθώσει την ιδιοκτησία και παράσχει ασφάλεια για την πληρωμή του μισθώματος, ο πιστωτής δεν δικαιούται να λάβει κατοχή αυτής με μικρότερο μίσθωμα από αυτό που προσφέρεται κατά τον πιο πάνω τρόπο.

Το Δικαστήριο δύναται να διατάξει πώληση παρόλο ότι ο πιστωτής κατέχει την ιδιοκτησία

50. Ανεξάρτητα αν ο πιστωτής έλαβε ή όχι κατοχή της ιδιοκτησίας δυνάμει του αμέσως προηγούμενου άρθρου, αυτή δύναται, με άδεια του Δικαστηρίου να πωληθεί οποτεδήποτε, σε οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο προσφέρει επαρκή τιμή.

Εκτός όπως προνοείται πιο πάνω το Δικαστήριο δεν διατάσσει κατ’ ανάγκη την πώληση της ιδιοκτησίας, αλλά διατάσσει είτε την πώληση αυτής είτε τη συνέχιση της κατοχής αυτής από τον πιστωτή, όπως θα ήταν κατά τη γνώμη του Δικαστηρίου πιο εξυπηρετικό για τα συμφέροντα όλων των ενδιαφερομένων.

Οδηγίες σε περίπτωση μη πώλησης

51. Αν, για οποιοδήποτε λόγο, η ιδιοκτησία δεν πωλήθηκε κατά την ημέρα που ορίστηκε για πώληση, το Δικαστήριο δύναται να δώσει τέτοιες οδηγίες για την πώληση αυτής, καθώς και για αγγελίες και ειδοποιήσεις όπως αυτό θα κρίνει ορθό.

Μεταβίβαση να μην καταχωρείται παρά μόνο μετά από δεκαπέντε ημέρες από την πώληση

52. Καμιά μεταβίβαση ακίνητης ιδιοκτησίας που πωλήθηκε κατά την εκτέλεση δεν διενεργείται στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο πριν από την παρέλευση δεκαπέντε ημερών από την ημερομηνία που έκλεισαν οι πλειοδοσίες.