21.-(1) Οσάκις απολύεται ναυτικός ενώπιον του Λιμενικού Λειτουργού, ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, εκτός εάν άλλως διατάξη το Δικαστήριον, ούτος θα λαμβάνη τους μισθούς αυτού μέσω ή τη παρουσία του Λιμενικού Λειτουργού ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας.
(2) Εις τοιαύτην περίπτωσιν ο πλοιοκτήτης, ή ο πλοίαρχος, όστις πληρώνει τους μισθούς του ναυτικού εντός της Δημοκρατίας καθ’ οιονδήποτε έτερον τρόπον, είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .125.
22.-(1) Ο πλοίαρχος παντός πλοίου οφείλει όπως, πριν ή προβή εις την αποπληρωμήν ναυτικού ή την απόλυσιν αυτού, παραδίδει εις αυτόν καθ’ ον χρόνον και εν ω τρόπω προβλέπεται εν τω παρόντι Νόμω πλήρη και επακριβή έκθεσιν εν τω καθωρισμένω τύπω περί των μισθών του ναυτικού και περί πάσης κατακρατήσεως δι’ οιονδήποτε λόγον γενομένης εκ του μισθού.
(2) Η τοιαύτη έκθεσις παραδίδεται-
(α) εις αυτόν τούτον τον ναυτικόν είκοσι τέσσαρας τουλάχιστον ώρας προ της απολύσεως ή αποπληρωμής αυτού, εάν η απόλυσις δεν λαμβάνη χώραν ενώπιον του Λιμενικού Λειτουργού, ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας~ και
(β) είτε εις αυτόν τούτον τον ναυτικόν κατά ή προ του χρόνου καθ’ ον ούτος εγκαταλείπει το πλοίον, είτε εις τον Λιμενικόν Λειτουργόν ή τον προξενικόν υπάλληλον της Δημοκρατίας, είκοσι τέσσαρας τουλάχιστον ώρας προ της απολύσεως ή αποπληρωμής αυτού, εάν η απόλυσις λαμβάνη χώραν ενώπιον του Λιμενικού Λειτουργού, ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας.
(3) Πας πλοίαρχος, όστις άνευ ευλόγου αιτίας δεν συμμορφούται προς το παρόν άρθρον, είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .125.
23.-(1) Απαγορεύεται η διενέργεια κατακρατήσεων εκ των μισθών εξοφληθέντος ή απολυθέντος ναυτικού εφ’ όσον αι τοιαύται κατακρατήσεις δεν περιελήφθησαν εν τη παραδοθείση συμφώνως τω άρθρω 22 εκθέσει, εκτός εάν αύται γίνωνται αναφορικώς προς ζητήματα επισυμβάντα μετά την τοιαύτην παράδοσιν.
(2) Κατά την διάρκειαν του πλου ο πλοίαρχος εγγράφει τα διάφορα ζητήματα αναφορικώς προς άτινα διενεργούνται κατακρατήσεις, ομού μετά του ποσού των σχετικών κατακρατήσεων ως αύται διενεργούνται, εις βιβλίον ειδικώς επί τούτω τηρούμενον, και εάν τούτο ζητηθή εξ αυτού, προσαγάγει το βιβλίον κατά τον χρόνον της πληρωμής των μισθών, ωσαύτως δε κατά την υπό της αρμοδίας αρχής εκδίκασιν καταγγελίας ή ζητήματος αφορώντος εις την τοιαύτην πληρωμήν.
24.-(1) Οσάκις ο πλοίαρχος Κυπριακού πλοίου υποβιβάζη ναυτικόν, ούτος οφείλει να εγγράφη πάραυτα εν τω ημερολογίω του πλοίου, ή να διατάττη την εγγραφήν εκθέσεως περί τον γενόμενον υποβιβασμόν, και να παρέχη εις τον ναυτικόν αντίγραφον της γενομένης εγγραφής.
(2) Απαγορεύεται η μείωσις του μισθού ην συνεπάγεται ο υποβιβασμός πριν ή γενή η τοιαύτη εγγραφή και παρασχεθή το αντίγραφον αυτής.
(3) Η μείωσις του μισθού, ην συνεπάγεται ο υποβιβασμός, λογίζεται κατακράτησις εκ του μισθού εν τη εννοία των άρθρων 22 και 23.
25.-(1) Ο πλοίαρχος, ή ο πλοιοκτήτης Κυπριακού πλοίου καταβάλλει εις έκαστον ναυτικόν μισθόν συμφώνως προς τους όρους της συμβάσεως μετά του πληρώματος~ άμα τη λύσει ταύτης, ή επί τη απολύσει του ναυτικού ούτος καταβάλλει άπαντας τους εις τον ναυτικόν οφειλομένους μισθούς.
(2) Εάν ο πλοίαρχος, ή ο πλοιοκτήτης παραλείψη άνευ ευλόγου αιτίας να προβή εις την καταβολήν του μισθού κατά τον προσήκοντα χρόνον, ούτος θα καταβάλη εις τον ναυτικόν ποσόν μη υπερβαίνον τον μισθόν δύο ημερών δι’ εκάστην ημέραν καθ’ ην ούτος ευρίσκεται εν υπερημερία πληρωμής, το πληρωτέον όμως ποσόν δεν δύναται να υπερβαίνη δέκα ημερών διπλούς μισθούς.
(3) Το πληρωτέον δυνάμει του παρόντος άρθρου ποσόν δύναται να διεκδικηθή ως μισθός.
26.-(1) Εις περίπτωσιν καθ’ ην ο ναυτικός απολύεται εκ Κυπριακού πλοίου και ο διακανονισμός των μισθών αυτού διενεργείται ενώπιον του Λιμενικού Λειτουργού ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, ούτος υπογράφει τη παρουσία του Λιμενικού Λειτουργού ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, εξοφλητικήν απόδειξιν εν τω καθωρισμένω τύπω περί πάσης αξιώσεως αυτού αναφορικώς προς παρελθόντα πλουν ή μίσθωσιν~ η εξοφλητική απόδειξις υπογράφεται ωσαύτως υπό του πλοιάρχου ή του πλοιοκτήτου και βεβαιούται υπό του Λιμενικού Λειτουργού, ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας.
(2) Η ούτω υπογραφείσα και βεβαιωθείσα εξοφλητική απόδειξις επάγεται αμοιβαίαν απόσβεσιν απασών των μεταξύ των μερών υφισταμένων αξιώσεων και διακανονισμόν αυτών αναφορικώς προς παρελθόντα πλουν ή μίσθωσιν.
(3) Η εξοφλητική απόδειξις κρατείται υπό του Λιμενικού Λειτουργού, ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, άμα δε τη προσαγωγή αυτής εκ του τόπου ένθα φυλάττεται, γίνεται δεκτή ως αποδεικτικόν στοιχείον περί την εξόφλησιν ή απόσβεσιν των αξιώσεων αναφορικώς προς ας αύτη εδόθη.
(4) Εις περίπτωσιν καθ’ ην γίνεται οιαδήποτε πληρωμή υπό του πλοιάρχου ενώπιον του Λιμενικού Λειτουργού, ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, ο Λιμενικός Λειτουργός, ή ο προξενικός υπάλληλος της Δημοκρατίας, υπογράφει, εάν ζητηθή τούτο εξ αυτού, και παραδίδει εις τον πλοίαρχον έκθεσιν περί παντός ούτω πληρωθέντος ποσού~ μεταξύ δε του πλοιάρχου και του εργοδότου αυτού η έκθεσις γίνεται δεκτή ως αποδεικτικόν στοιχείον του γεγονότος ότι ο πλοίαρχος διενήργησε τας εν αυτή μνημονευομένας πληρωμάς.
(5) Ο ναυτικός δύναται να εξαιρέση της υπ’ αυτού δυνάμει του παρόντος άρθρου υπογραφομένης εξοφλητικής αποδείξεως ειδικήν τινά αξίωσιν ή απαίτησιν ην ούτος ήθελεν έχει εναντίον του πλοιοκτήτου ή του πλοιάρχου, επί της εξοφλητικής όμως αποδείξεως σημειούται το γεγονός ότι εγένετο η εξαίρεσις της τοιαύτης αξιώσεως ή απαιτήσεως.
(6) Η τοιαύτη εξοφλητική απόδειξις δεν επάγεται απόσβεσιν ή συμβιβασμόν των ούτω σημειουμένων αξιώσεων ή απαιτήσεων.
27. Οσάκις ο ναυτικός συμφωνή μετά του πλοιάρχου Κυπριακού πλοίου ότι η πληρωμή των μισθών αυτού θα γίνεται εις εγχώριον νόμισμα, ή εις οιονδήποτε έτερον τοιούτον, πάσα πληρωμή μισθών, ή έναντι των μισθών αυτού, γενομένη εις οιονδήποτε έτερον νόμισμα πλην του συμπεφωνημένου τοιούτου, ανεξαρτήτως οιασδήποτε ρήτρας εν τη συμφωνία, γίνεται εις την τρέχουσαν αξίαν του εν τη συμφωνία προβλεπομένου νομίσματος εν ω χρόνω και τόπω γίνεται η πληρωμή.
28.-(1) Εις πάσαν περίπτωσιν καθ’ ην η σύμβασις μετά του πληρώματος αναγκαίως περιβάλλεται καθωρισμένον τινά τύπον-
(α) η σύμβασις δύναται να διαλαμβάνη ρήτραν προνοούσαν ότι, υπό τον όρον ότι ο ναυτικός θα αναχωρήση μετά του πλοίου συμφώνως τη συναφθείση συμβάσει, θα καταβάλληται εις αυτόν, ή εις έτερον εκ μέρους αυτού, ποσόν μη υπερβαίνον τον πληρωτέον εις αυτόν δυνάμει της συμβάσεως μισθόν ενός μηνός~ και
(β) αι αφορώσαι εις την παραχώρησιν των μισθών του ναυτικού ρήτραι δύνανται να συναφθώσι συμφώνως τω παρόντι Μέρει.
(2) Εξαιρουμένης της ανωτέρω διατάξεως, πάσα συμφωνία υπό ή εκ μέρους του εργοδότου ναυτικού προνοούσα την καταβολήν χρηματικού ποσού εις τον ναυτικόν, ή εις έτερον εκ μέρους του ναυτικού, υπό τον όρον ότι ο ναυτικός θα αναχωρήση μετά του πλοίου εξ οιουδήποτε λιμένος της Δημοκρατίας, είναι άκυρος, το καταβληθέν δε δυνάμει της τοιαύτης συμφωνίας ποσόν δεν δύναται να κατακρατηθή εκ του μισθού του ναυτικού~ δεν παρέχεται δε δικαίωμα αγωγής ή συμψηφισμού εναντίον του ναυτικού ή του εκδοχέως αυτού αναφορικώς προς χρηματικόν ποσόν ούτω καταβληθέν, ή όπερ φέρεται ως ούτω καταβληθέν.
29.-(1) Η υπό τινος ναυτικού κατά την έναρξιν του πλου συνομολογηθείσα ρήτρα δυνάμει του άρθρου 28 διά την παραχώρησιν μέρους του μισθού του ναυτικού κατά την απουσίαν αυτού, παρεντίθεται εν τη συμβάσει μετά του πληρώματος, καθορίζει δε το ποσόν και τον χρόνον των διενεργηθησομένων πληρωμών.
(2) Εις πάσαν περίπτωσιν καθ’ ην η σύμβασις αναγκαίως περιβάλλεται καθωρισμένον τινα τύπον, ο ναυτικός δύναται να ζητήση όπως παρεντεθή εν τη συμβάσει, υπό μορφήν εντολής παραχωρήσεως, ρήτρα περί παραχωρήσεως μέρους τινος του μισθού αυτού μη υπερβαίνοντος το ήμισυ του τοιούτου μισθού, προς όφελος στενού τινος συγγενούς αυτού ή Ταμιευτηρίου.
(3) Αι περί παραχωρήσεως εντολαί δέον όπως γίνωνται εν τω καθωρισμένω τύπω.
(4) Καθ’ όσον αφορά τους σκοπούς των διατάξεων του παρόντος Νόμου εν σχέσει προς τας περί παραχωρήσεως εντολάς-
(α) “στενός συγγενής” σημαίνει τα ακόλουθα πρόσωπα, ήτοι την σύζυγον, πατέρα, μητέρα, πάππον, μάμμην, τέκνον, εγγονόν, αδελφόν ή αδελφήν του ναύτου, και
(β) “Ταμιευτήριον” σημαίνει καθωρισμένον ταμιευτήριον.
(5) Επί τω τέλει πραγματώσεως του σκοπού των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο Διευθυντής του Τμήματος Λιμένων, ή ο προξενικός υπάλληλος της Δημοκρατίας θα ερωτώσι τον ναυτικόν, αφού ούτος υπογράψη την σύμβασιν, εάν επιθυμή την συνομολόγησιν ρήτρας περί παραχωρήσεως υπό μορφήν εντολής παραχωρήσεως, εάν δε ούτος τω όντι επιθυμή την τοιαύτην συνομολόγησιν, εν τη συμβάσει μετά του πληρώματος εντίθεται η οικεία ρήτρα ήτις και θεωρείται ως συνομολογηθείσα μετά του πλοιάρχου.
30.-(1) Η παραχώρησις προς όφελος Ταμιευτηρίου γίνεται μόνον προς όφελος καθωρισμένων προσώπων και διενεργείται μόνον εν τω καθωρισμένω τύπω.
(2) Το υπό Ταμιευτηρίου λαμβανόμενον ποσόν δυνάμει παραχωρήσεως τινος θα καταβάλλεται μόνον κατόπιν αιτήσεως υποβαλλομένης μέσω του Διευθυντού, ή μέσω του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, υπ’ αυτού τούτου του ναυτικού, ή εν περιπτώσει θανάτου αυτού, υπό του προσώπου εις ο δυνάμει του παρόντος Μέρους δύναται να καταβληθή η περιουσία, της οποίας η αξία δεν υπερβαίνει τας επτακοσίας πεντήκοντα λίρας, ην ούτος κατέλιπεν.
31.-(1) Εις τους ναυτικούς και τους εις ναυτικήν υπηρεσίαν μαθητευομένους θα παρέχωνται διευκολύνσεις διά να εμβάζωνται οι μισθοί αυτών ως και έτερα χρηματικά ποσά εις τους συγγενείς των, ή εις έτερα πρόσωπα, διά ναυτικών εντολών πληρωμής εκδιδομένων υπό Λιμενικών Λειτουργών συμφώνως τω παρόντι Νόμω.
(2) Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να εκδώση Κανονισμούς αφορώντας εις τας ναυτικάς εντολάς πληρωμής, ειδικώς δε εν τοις τοιούτοις Κανονισμοίς δύναται να καθορίση τον χρόνον και τον τρόπον πληρωμής, ως και τα πρόσωπα υφ’ ων, ή εις άτινα, γίνεται η πληρωμή εν όσω δε οι Κανονισμοί είναι εν ισχύϊ δεσμεύουσιν άπαντα τα πρόσωπα άτινα κέκτηνται, ή αξιούσιν ότι κέκτηνται, συμφέρον επί των εντολών, ως και άπαντας τους υπαλλήλους οίτινες ασχολούνται εις την έκδοσιν ή την πληρωμήν αυτών.
32.-(1) Εκτός εάν αποδειχθή εν τω καθωρισμένω υπό του παρόντος Νόμου τρόπω ότι ο ναυτικός απεστερήθη του μισθού του ή ότι έπαυσε να δικαιούται εις την καταβολήν του μισθού εξ ου θα διενεργείτο η πληρωμή του παραχωρηθέντος ποσού, το πρόσωπον προς όφελος του οποίου εξεδόθη δυνάμει του παρόντος Μέρους η προς παραχώρησιν εντολή, δύναται να διεκδικήση τα παραχωρηθέντα ποσά, καθ’ ον χρόνον και τρόπον είναι ταύτα πληρωτέα, ομού μετά των εξόδων, εκ του πλοιοκτήτου του πλοίου δι’ ο εγένετο η μίσθωσις, ή εκ του εξουσιοδοτήσαντος την παραχώρησιν αντιπροσώπου αυτού, εν τω αυτώ Δικαστηρίω, και καθ’ ον τρόπον δύναται να διεκδικήση δυνάμει του παρόντος Νόμου τους μισθούς αυτού:
Νοείται ότι η σύζυγος ναυτικού απόλλυσι παν δικαίωμα διά περαιτέρω πληρωμάς δυνάμει παραχωρήσεως γενομένης προς όφελος αυτής, εάν εγκαταλείπη τα τέκνα της ή επιδείξη τοιαύτην διαγωγήν ώστε να κρίνεται ανάξιος οιασδήποτε διατροφής εκ μέρους του συζύγου αυτής.
(2) Εις πάσαν δικαστικήν διαδικασίαν αφορώσαν εις την τοιαύτην διεκδίκησιν, είναι επαρκής απόδειξις το γεγονός ότι ο ενάγων είναι το εν τη εντολή αναγραφόμενον πρόσωπον, και το γεγονός ότι η εντολή εξεδόθη υπό του πλοιοκτήτου ή του πλοιάρχου ή ετέρου τινός εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου~ ο ναυτικός δε τεκμαίρεται ως προσηκόντως κερδαίνων τον μισθόν αυτού, μέχρις ου αποδειχθή το εναντίον κατά τρόπον ικανοποιούντα το Δικαστήριον-
(α) δι’ επισήμου εκθέσεως γενομένης και υπογραφομένης υπό του πλοιάρχου ως απαιτείται υπό του παρόντος Νόμου, περί της προκληθείσης ως εκ της απουσίας αυτού μεταβολής του πληρώματος~ ή
(β) διά κεκυρωμένου αντιγράφου εγγραφής γενομένης εν τω επισήμω ημερολογίω δι’ ης δεικνύεται ότι ούτος εγκατέλειψε το πλοίον~ ή
(γ) δι’ αξιοπίστου επιστολής του πλοιάρχου δηλούσης το αυτό~ ή
(δ) διά τοιούτων ετέρων αποδεικτικών στοιχείων ως το Δικαστήριον, εν τη ενασκήσει απολύτου διακριτικής εξουσίας, ήθελε θεωρήσει επαρκή διά την απόδειξιν του γεγονότος ότι ο ναυτικός έπαυσε να δικαιούται εις τον μισθόν, εξ ου θα διενεργείτο η πληρωμή του παραχωρηθέντος μισθού.
33. Αι δυνάμει της προς παραχώρησιν εντολής πληρωμαί άρχονται άμα τη παρόδω ενός μηνός από της ημερομηνίας της συμβάσεως μετά του πληρώματος, διενεργούνται δε άμα τη παρόδω ενός εκάστου επομένου μηνός μετά τον πρώτον μήνα, εν σχέσει δε μόνον προς τους δεδουλευμένους προ της ημερομηνίας πληρωμής μισθούς.
34. Το επί μισθών και ειδών διατροφής δικαίωμα ναυτικού ανήκοντος εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου άρχεται αφ’ ης το πρώτον ήθελεν επισυμβή οιονδήποτε των ακολούθων συμβεβηκότων, ήτοι είτε από της ενάρξεως της εργασίας αυτού, είτε από του καθωρισμένου εν τη συμβάσει χρόνου ενάρξεως της εργασίας αυτού, είτε από της επί του πλοίου επιβιβάσεως αυτού.
35.-(1) Απαγορεύεται η συμβατική αφαίρεσις του επί του πλοίου ναυτικού προνομίου ναυτικού ανήκοντος εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου, ή η διά συμβάσεως αποστέρησις αυτού εξ οιουδήποτε δικαστικού μέτρου προς διεκδίκησιν των μισθών αυτού, εις ο προνόμιον ή μέτρον θα εδικαιούτο ελλείψει εναντίας συμφωνίας~ απαγορεύεται ωσαύτως η συμβατική εγκατάλειψις του δικαιώματος αυτού επί μισθών εν περιπτώσει απωλείας του πλοίου, ή η συμβατική εγκατάλειψις παντός δικαιώματος όπερ ούτος κέκτηται ή λαμβάνει υπό μορφήν σώστρων~ είναι δε άκυρος πάσα ρήτρα αντικειμένη προς οιανδήποτε των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ήτις συνομολογείται εν τινι συμβάσει.
(2) Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων εφαρμόζεται επί συμφωνίας γενομένης μετά ναύτου ανήκοντος εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου όπερ, συμφώνως προς τους όρους της συμβάσεως, θα χρησιμοποιήται εις ναυαγοσωστικήν υπηρεσίαν, εν σχέσει προς την αμοιβήν ήτις θα καταβάλληται εις αυτόν διά την επιθαλάσσιον αρωγήν ήτις θα παρέχεται υπό του πλοίου τούτου εις οιονδήποτε έτερον πλοίον.
36.-(1) Το δικαίωμα μισθού ναυτικού ανήκοντος εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου ουδόλως εξαρτάται εκ των εκ ναύλων εσόδων.
(2) Οι ναυτικοί και οι μαθητευόμενοι οίτινες θα εδικαιούντο να απαιτήσωσι και λάβωσι μισθόν εάν το πλοίον εις ο υπηρέτουν απέδιδε ναύλον, τηρουμένων απάντων των κανόνων δικαίου και των όρων των εφαρμοστέων εις την περίπτωσιν, θα δικαιούνται να απαιτήσωσι και λάβωσι τούτον και εάν έτι δεν εξεδουλεύθη ναύλος.
(3) Εις πάσαν περίπτωσιν ναυαγίου ή απωλείας πλοίου, απόδειξις του γεγονότος ότι ο ναυτικός δεν έπραξε τα καθ’ εαυτόν διά την σωτηρίαν του πλοίου παρακωλύει την προς λήψιν μισθού αξίωσιν αυτού.
(4) Οσάκις ναυτικός ή μαθητευόμενος όστις, εάν δεν επεσυνέβαινε ο θάνατος αυτού, θα εδικαιούτο δυνάμει του παρόντος άρθρου να απαιτήση και λάβη μισθούς, αποθνήσκη προ της πληρωμής αυτών, οι μισθοί θα καταβάλλωνται και χρησιμοποιώνται εν τω προβλεπομένω υπό του παρόντος Μέρους τρόπω αναφορικώς προς τους μισθούς ναυτικού αποβιώσαντος διαρκούντος του πλου.
37.-(1) Εάν η υπηρεσία ναυτικού υπηρετούντος επί Κυπριακού πλοίου τερματισθή προ της προβλεπομένης εν τη συμβάσει ημερομηνίας, λόγω ναυαγίου, απωλείας ή της διά δημοσίου πλειστηριασμού πωλήσεως πλοίου, ούτος θα δικαιούται να λαμβάνη δι’ εκάστην ημέραν καθ’ ην ούτος είναι εν τη πραγματικότητι άνευ εργασίας διαρκούσης της περιόδου των δύο μηνών από της ημερομηνίας καθ’ ην ετερματίσθη η υπηρεσία αυτού, τους μισθούς εις ους εδικαιούτο μέχρι της ημερομηνίας ταύτης.
(2) Εάν ο πλοιοκτήτης αποδείξη ότι η ανεργία του ναυτικού δεν οφείλεται εις το ναυάγιον, την απώλειαν του πλοίου ή την διά δημοσίου πλειστηριασμού πώλησιν αυτού, ο ναυτικός δεν θα δικαιούται εις την λήψιν μισθού δυνάμει του παρόντος άρθρου~ δεν θα δικαιούται ωσαύτως εις την λήψιν μισθών δυνάμει του παρόντος άρθρου αναφορικώς προς οιανδήποτε ημέραν, καθ’ ην ο πλοιοκτήτης δύναται να αποδείξη ότι ο ναυτικός ηδύνατο να εύρη κατάλληλον εργασίαν.
(3) Εν τω παρόντι άρθρω “ναυτικός” περιλαμβάνει παν πρόσωπον εργαζόμενον ή υπηρετούν υφ’ οιανδήποτε ιδιότητα επί πλοίου, εις την περίπτωσιν όμως πλοίου ούτινος η χωρητικότης δεν υπερβαίνει τους πεντήκοντα κόρους, δεν περιλαμβάνει πρόσωπα άτινα δικαιούνται εις αντιμισθίαν μόνον διά συμμετοχής εις τα εκ της εκμεταλλεύσεως του πλοίου προκύπτοντα κέρδη, ή διά συμμετοχής εις τας ακαθαρίστους εισπράξεις αυτού.
38.-(1) Εάν η υπηρεσία ναυτικού ανήκοντος εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου τερματισθή προ της προβλεπομένης εν τη συμβάσει ημερομηνίας, λόγω του ότι ούτος απεβιβάσθη του πλοίου εις οιονδήποτε τόπον εκτός της Κύπρου δυνάμει του χορηγουμένου κατά τον προβλεπόμενον εν τω Κώδικι τρόπον πιστοποιητικού ακαταλληλότητος ή ανικανότητος προς συνέχισιν του πλου, ούτος θα δικαιούται εις την λήψιν μισθών μέχρι του χρόνου καθ’ ον επεσυνέβη ο τοιούτος τερματισμός, ουχί όμως διά περαιτέρω περίοδον.
(2) Ο πλοίαρχος Κυπριακού πλοίου δεν θα εγκαταλείπη ναυτικόν εις οιονδήποτε μέρος εκτός της Δημοκρατίας, εις την ξηράν ή εν θαλάσση (εκτός οσάκις ο ναυτικός απολύεται δυνάμει του παρόντος Νόμου) εκτός εάν προηγουμένως διά σημειώσεως γενομένης επί της συμβάσεως μετά του πληρώματος πιστοποιηθή υπό των τελωνειακών ή λιμενικών αρχών του μέρους τούτου η αιτία δι’ ην εγκατέλειψε το ναυτικόν, και εάν η τοιαύτη αιτία ήτο ακαταλληλότης ή ανικανότης προς συνέχισιν του πλου, λιποταξία ή ετέρα τις αιτία.
39. Εάν ναυτικός ανήκων εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου είναι λόγω ασθενείας ανίκανος να εκτελέση τα καθήκοντα αυτού, και αποδειχθή ότι η ασθένεια προεκλήθη υπαιτιότιτι αυτού, ούτος δεν θα δικαιούται εις την λήψιν μισθών διά το χρονικόν διάστημα καθ’ ο είναι ανίκανος να εκτελή τα καθήκοντα αυτού ως εκ της τοιαύτης ασθενείας.
40. Ο ανήκων εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου ναυτικός ή μαθητευόμενος δεν δικαιούται εις την λήψιν μισθού διά το χρονικόν διάστημα καθ’ ο ούτος παρανόμως αρνείται ή αμελεί να εργασθή καίτοι υπόχρεως προς τούτο, είτε προ, είτε μετά τον καθωρισμένον εν τη συμβάσει χρόνον ενάρξεως της τοιαύτης εργασίας~ εκτός δε εάν άλλως διατάξη το δικάσαν την υπόθεσιν δικαστήριον, ούτος δεν δικαιούται εις την λήψιν μισθών διά το διάστημα καθ’ ο ούτος νομίμως τελεί εν φυλακίσει διά αδίκημα διαπραχθέν υπ’ αυτού.
41. Οσάκις εις δικαστικήν διαδικασίαν αφορώσαν εις τους μισθούς ναυτικού, αποδεικνύεται ότι ο ανήκων εις Κυπριακόν πλοίον ναυτικός ή μαθητευόμενος κατεδικάσθη διαρκούντος του πλου υπό αρμοδίου δικαστηρίου δι’ αδίκημα τι και ότι δικαίως τω επεβλήθη διά το τοιούτον αδίκημα η ποινή της φυλακίσεως ή ετέρα τοιαύτη, το δικάζον την υπόθεσιν δικαστήριον δύναται να διατάξη όπως μέρος των οφειλομένων εις τον ναυτικόν μισθών, μη υπερβαίνον τους μισθούς ενός μηνός, χρησιμοποιηθή διά την κάλυψιν των εξόδων άτινα προσηκόντως υπέστη ο πλοίαρχος διά να επιτύχη την καταδίκην και την επιβολήν ποινής εις αυτόν.
42. Εάν ναυτικός, υπογράψας σύμβασιν υπηρεσίας επί Κυπριακού πλοίου, απολυθή κατά τρόπον αντικείμενον προς τους όρους του παρόντος Νόμου προ της ενάρξεως του πλου, ή πριν ή δουλευθώσι μισθοί ενός μηνός, άνευ ιδίου πταίσματος δικαιολογούντος την τοιαύτην απόλυσιν, και άνευ της συναινέσεως αυτού, ούτος θα δικαιούται να λάβη εκ του πλοιάρχου ή του πλοιοκτήτου, επιπροσθέτως των δεδουλευμένων μισθών, δικαίαν αποζημίωσιν διά την ζημίαν ην υπέστη ως εκ της απολύσεως, μη υπερβαίνουσαν ενός μηνός μισθούς, εάν η απόλυσις εγένετο εν τη Δημοκρατία, δύο δε μηνών μισθούς εάν εγένετο αλλαχού~ ούτος δύναται να διεκδικήση την αποζημίωσιν ως εάν επρόκειτο περί προσηκόντως δεδουλευμένων μισθών.
43.-(1) Αναφορικώς προς μισθούς οφειλομένους εις ναυτικόν ή μαθητευόμενον ανήκοντα εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου, ή μισθούς κερδαινομένους υπ’ αυτού, ισχύουν τα ακόλουθα:
(α) ούτοι δεν υπόκεινται εις κατάσχεσιν επιβαλλομένην υπό Δικαστηρίου εν τη Δημοκρατία~
(β) η πώλησις ή εκχώρησις αυτών, γενομένη πριν ή ούτοι καταστώσι δεδουλευμένοι μισθοί, ουδόλως δεσμεύει το διενεργήσαν την τοιαύτην πράξιν πρόσωπον~
(γ) το αφορών εις την λήψιν αυτών πληρεξούσιον έγγραφον είναι μετακλητόν~ και
(δ) η γενομένη εις τον ναυτικόν ή μαθητευόμενον πληρωμή μισθών είναι νομικώς έγκυρος, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι προηγουμένως εχώρησε πώλησις, εκχώρησις των τοιούτων μισθών ή κατάσχεσις ή επιβάρυνσις αυτών.
(2) Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων επηρεάζει τας διατάξεις του παρόντος Μέρους αναφορικώς προς τας εντολάς παραχωρήσεως.
44.-(1) Ευθύς ως οι δεδουλευμένοι και μη υπερβαίνοντες τας εκατόν λίρας μισθοί ναυτικού ή μαθητευομένου καταστώσι πληρωτέοι, ούτος ή ο υπ’ αυτού δεόντως εξουσιοδοτηθείς δύναται να διεκδικήση τους τοιούτους μισθούς δι’ αγωγής εκδικαζομένης συνοπτικώς εν τω προβλεπομένω εν Διαδικαστικώ Κανονισμώ τρόπω ενώπιον παντός εν τη Δημοκρατία αρμοδίου δικαστηρίου~ το επί τούτω εκδιδόμενον δικαστικόν διάταγμα είναι τελεσίδικον.
(2) Ουδέν των εν τω παρόντι Μέρει διαλαμβανομένων θα ερμηνεύηται ως περιορίζον την δικαιοδοσίαν δικαστηρίου τινός όπως αρνηθή την εκδίκασιν αγωγής διά μισθούς, εγερθείσης είτε υπό του πλοιάρχου είτε υπό μέλους του πληρώματος πλοίου, εάν το πλοίον δεν είναι Κυπριακόν.
(3) Ο πλοίαρχος, εφ’ όσον επιτρέπεται υπό των περιστάσεων, κέκτηται τα αυτά δικαιώματα, δύναται να προσφύγη εις τα αυτά δικαστικά μέτρα και έχει το αυτό ναυτικόν προνόμιον αναφορικώς προς την διεκδίκησιν των μισθών του ως και οιοσδήποτε ναυτικός δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(4) Ο πλοίαρχος και παν έτερον πρόσωπον όπερ νομίμως αναπληροί τούτον εν περιπτώσει θανάτου ή ανικανότητος του πλοιάρχου εκ τινος ασθενείας, εφ’ όσον επιτρέπεται υπό των περιστάσεων, κέκτηται τα αυτά δικαιώματα, δύναται να προσφύγη εις τα αυτά δικαστικά μέτρα και έχει το αυτό ναυτικόν προνόμιον αναφορικώς προς την διεκδίκησιν των προσηκόντως γενομένων υπ’ αυτού δαπανών, ή αναληφθεισών υποχρεώσεων διά λογαριασμόν του πλοίου εν τη ιδιότητι αυτού ως πλοιάρχου, ως και ο πλοίαρχος διά την διεκδίκησιν των μισθών του.
45. Εις πάσαν αγωγήν εγερθείσαν υπό του πλοιάρχου, ή εις πάσαν ετέραν δικαστικήν διαδικασίαν αρξαμένην υπ’ αυτού, προς διεκδίκησιν παντός ποσού οφειλομένου αυτώ δίκην μισθού, το δικαστήριον εάν κρίνη ότι η καθυστέρησις εις την πληρωμήν των μισθών δεν οφείλεται εις πράξιν ή παράλειψιν του πλοιάρχου, ή εις εύλογον τινα διαφοράν περί την υποχρέωσιν προς καταβολήν αυτών, ή εις ετέραν αιτίαν, αλλ’ εις άδικον πράξιν ή παράλειψιν του υπόχρεου προς καταβολήν αυτών προσώπου, δύναται να διατάξη το πρόσωπον τούτο όπως καταβάλη επιπροσθέτως του οφειλομένου τω πλοιάρχω ποσού διά μισθούς, δικαίαν αποζημίωσιν διά την χωρήσασαν καθυστέρησιν, άνευ επηρεασμού οιασδήποτε αξιώσεως ην ο πλοίαρχος ήθελε προβάλει διά ταύτην.