11. Ουδέν πρόσωπον θεωρείται ως κατέχον τα προσόντα προς πρόσληψιν του ως μαθητευομένου διά να τύχη εκπαιδεύσεως διά μαθητείας εν οιαδήποτε βιομηχανία μαθητείας εκτός εάν-
(α) είναι ηλικίας ουχί κατωτέρας των δεκατεσσάρων ετών και
(β) ανταποκρίνεται προς τοιαύτα επίπεδα μορφώσεως και σωματικής ικανότητος ως δυνατόν να καθορισθώσι δι’ έκαστον επάγγελμα υπό του Υπουργού διά την τοιαύτην βιομηχανίαν:
Νοείται ότι διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ο Υπουργός δύναται να καθορίση εις εξαιρετικάς περιπτώσεις και δι’ ωρισμένα επαγγέλματα μαθητείας ηλικίαν ουχί κατωτέραν των δεκατριών ετών διά σκοπούς μαθητείας.
12.-(1) Ουδέν πρόσωπον προσλαμβάνεται ως μαθητευόμενος διά να τύχη εκπαιδεύσεως διά μαθητείας εις βιομηχανίαν μαθητείας εκτός εάν-
(α) το τοιούτον πρόσωπον ή, εάν είναι ανήλικος, ο πατήρ ή ο κηδεμών του συνήψε σύμβασιν μαθητείας μετά του εργοδότου ως εν τω άρθρω 18 προνοείται και
(β) η σύμβασις μαθητείας ενεγράφη παρά τω Λειτουργώ Μαθητείας:
Νοείται ότι πας μαθητευόμενος εξασκούμενος κατά την ημερομηνίαν της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου θεωρείται ως έχων καταχωρήσει την σύμβασιν μαθητείας του δυνάμει των διατάξεων της παρούσης παραγράφου.
(2) Η περίοδος μαθητείας προσδιορίζεται υπό του Υπουργού, ως δυνατόν να καθορισθή τη συστάσει της διά την βιομηχανίαν ταύτην Επιτροπής, αλλά δέον όπως μη είναι βραχυτέρα των δύο ετών ή υπερβαίνη τα τρία έτη.
13.-(1) Το Συμβούλιον δύναται, δι’ εγγράφου γνωστοποιήσεως, να απαιτήση παρά εργοδότου όπως ούτος προσλάβη εν τη βιομηχανία μαθητείας αυτού τοιούτον αριθμόν μαθητευομένων οίος δυνατόν να καθορισθή εν τω διά την βιομηχανίαν εκείνην διατάγματι μαθητείας, δεούσης προσοχής διδομένης εις την παράγραφον (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 5, ο δε εργοδότης συμμορφούται προς την τοιαύτην απαίτησιν. Εάν εργοδότης θεωρή ότι δι’ οιονδήποτε λόγον δεν θα ηδύνατο να συμμορφωθή προς το διάταγμα, οφείλει να υποβάλη έφεσιν εις τον Υπουργόν η απόφασις του οποίου είναι τελεσίδικος:
Νοείται ότι εάν τα τέκνα του εργοδότου απασχολώνται ως εκπαιδευόμενοι εν τω εργαστηρίω του πατρός των, τα τοιαύτα τέκνα θεωρούνται ως μαθητευόμενοι διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.
(2) Πας εργοδότης προβαίνει εις καταλλήλους διευθετήσεις εις τας βιομηχανικάς του εγκαταστάσεις διά να παράσχη κύκλον μαθημάτων βιομηχανικής εκπαιδεύσεως εις πάντα μαθητευόμενον προσληφθέντα υπ’ αυτού συμφώνως προς το υπό της Επιτροπής εγκριθέν πρόγραμμα.
(3) Ανεξαρτήτως παντός εν τω περί Παιδίων και Νεαρών Προσώπων (Απασχόλησις) Νόμω περιεχομένου, η βιομηχανική εκπαίδευσις μαθητευομένου δύναται να λαμβάνη χώραν κατά τοιαύτας ώρας οίαι δυνατόν να απαιτηθώσι προς τον σκοπόν τούτον.
(4) Εργοδόται δύνανται να συνενώνται προς τον σκοπόν όπως παράσχωσιν εκπαίδευσιν μαθητείας εις τους υπ’ αυτούς μαθητευομένους, μετακινούντες τούτους μεταξύ των αντιστοίχων βιομηχανικών εγκαταστάσεων των.
14. Ο αρχικός μισθός και άλλοι όροι απασχολήσεως μαθητευομένων δέον όπως καθορίζωνται διά συλλογικής συμβάσεως μεταξύ εργοδότου και συντεχνιών( ελλείψει τοιαύτης συμβάσεως ο κατώτατος μισθός καθορίζεται δυνάμει των διατάξεων του περί Ελαχίστου Ημερομισθίου Νόμου αναφορικώς προς την βιομηχανίαν.
15.-(1) Εν συνεννοήσει μετά του Κέντρου Παραγωγικότητος και της Επιτροπής, το Συμβούλιον προβαίνει εις σύστασιν προς τον Υπουργόν όστις προσδιορίζει τα επίπεδα τα οποία απαιτούνται εν τη βιομηχανία μαθητείας.
(2) Κατά την σύστασιν οιωνδήποτε τοιούτων επιπέδων δέον όπως ληφθώσιν ειδικώς υπ’ όψιν τα ακόλουθα θέματα:
(α) τα εκπαιδευτικά προσόντα και το κατώτατον όριον ηλικίας άτινα διέπουσι την εισδοχήν εις μαθητείαν
(β) ειδικαί περιπτώσεις εφ’ ων αποφασίζει το Συμβούλιον, μαθητευομένων εις ειδικά επαγγέλματα μαθητείας των οποίων η ηλικία υπερβαίνει το καθορισθέν ανώτατον όριον ηλικίας
(γ) η διάρκεια μαθητείας, περιλαμβανούσης την επί δοκιμασία χρονικήν περίοδον, λαμβανομένου υπ’ όψιν του εδαφίου (2) του άρθρου 12 και του απαιτουμένου βαθμού δεξιότητος και θεωρητικής τεχνικής γνώσεως
(δ) τα κριτήρια διά τον καθορισμόν της εκτάσεως καθ’ ην η κανονική διάρκεια της μαθητείας δυνατόν να περιορισθή υπό το φως οιασδήποτε προγενεστέρας εκπαιδεύσεως ή πείρας ην ο μαθητευόμενος δυνατόν να έσχεν ή της προόδου του διαρκούσης της μαθητείας
(ε) η παροχή αδείας κατά την διάρκειαν εργασίμων ωρών, ή τοιούτων άλλων τύπων αδείας οίοι δυνατόν να είναι κατάλληλοι, προς φοίτησιν εις εκπαιδευτικόν ίδρυμα.
(στ) αι κατά την διάρκειαν ή επί τη λήξει της μαθητείας διεξαχθησόμεναι εξετάσεις
(ζ) τα προσόντα ή πιστοποιητικά άτινα δυνατόν να αποκτηθώσιν επί τη συμπληρώσει της μαθητείας
(η) οιοσδήποτε έλεγχος του αριθμού των μαθητευομένων όστις απαιτείται ίνα διασφαλισθή επαρκής εκπαίδευσις, αποφευχθή πληθωρισμός εις το επάγγελμα και αντιμετωπισθώσιν αι εις ανθρώπινον δυναμικόν ανάγκαι του επηρεαζομένου ειδικού κλάδου οικονομικής δραστηριότητος
(θ) η φύσις και η έκτασις της ασκηθησομένης επί των μαθητευομένων επιβλέψεως ειδικώς ίνα διασφαλισθή ότι τηρούνται οι διέποντες την μαθητείαν κανόνες ότι η εκπαίδευσις γίνεται συμφώνως προς τα καθιερωμένα επίπεδα και ότι υφίσταται λογική ομοιομορφία εις τους όρους μαθητείας
(ι) η εγγραφή συμβάσεων μαθητείας παρά καταλλήλοις οργανισμοίς
(ια) ο τυπος και το περιεχόμενον της συμβάσεως μαθητείας.
16.-(1) Πας εργοδότης και πας μαθητευόμενος εν βιομηχανία μαθητείας, όπου δε μαθητευόμενος είναι κάτω της ηλικίας των δεκαοκτώ ετών τη συναινέσει του πατρός ή κηδεμόνος του, δύναται να αποταθή κατά τον νενομισμένον τρόπον εις την διά την τοιαύτην βιομηχανίαν Επιτροπήν δι’ άδειαν μεταθέσεως του μαθητευομένου από του εργοδότου του εις έτερον εργοδότην εν τη τοιαύτη βιομηχανία όστις είναι πρόθυμος και ικανός να αναλάβη τας υποχρεώσεις του προηγουμένου εργοδότου, η δε Επιτροπή δύναται να χορηγήση ή να αρνηθή να να χορηγήση την τοιαύτην άδειαν κατόπιν συνεννοήσεως μετά του εργοδότου του.
(2) Μετά πάροδον δεκατεσσάρων ημερών από της ημερομηνίας της χορηγήσεως αδείας δυνάμει του εδαφίου (1), ο αρχικός εργοδότης απαλλάττεται πασών των μέχρι της ημερομηνίας της απαλλαγής δυνάμει της συμβάσεως μαθητείας υποχρεώσεων αυτού, το δε όνομα του νέου εργοδότου θεωρείται ότι αντικατέστησεν από της ημερομηνίας ταύτης εν τη συμβάσει μαθητείας το όνομα του προηγουμένου εργοδότου και η σύμβασις συνεχίζεται κατά πάντα ως εάν ο νέος εργοδότης ήτο συμβαλλόμενον μέρος.
(3) Εν πάση περιπτώσει καθ’ ην η διά βιομηχανίαν τινα Επιτροπή θεωρεί ότι εργοδότης τις δεν είναι ικανός να παράσχη επαρκή εν τη βιομηχανία εκπαίδευσιν εις μαθητευόμενον, η Επιτροπή δύναται, τη συγκαταθέσει του Συμβουλίου, να μεταθέση τον μαθητευόμενον εις έτερον εργοδότην εν τη τοιαύτη βιομηχανία εντός της αυτής περιοχής, πρόθυμον και ικανόν να αναλάβη τας υποχρεώσεις του προηγουμένου εργοδότου, επί τούτω δε αι διατάξεις του εδαφίου (2) ισχύουν διά πάσαν τοιαύτην μετάθεσιν.