1. Οι περί Ιατρών (Σύλλογοι, Πειθαρχία και Ταμείον Συντάξεων) Νόμοι του 1967 έως 1987 θα αναφέρωνται ομού ως οι περί Ιατρών (Σύλλογοι, Πειθαρχία και Ταμείον Συντάξεων) Νόμοι του 1967 έως 1987.
2.-(1) Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη διάφορος έννοια-
“Γενικός Διευθυντής” σημαίνει τον Γενικόν Διευθυντήν του Υπουργείου Υγείας
“Διευθυντής” σημαίνει τον Διευθυντήν του Τμήματος Ιατρικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας
“Επιτροπή” σημαίνει Επιτροπήν Τοπικού Ιατρικού Συλλόγου εκλεγείσαν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8
“Εταιρεία Ιατρών” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Εγγραφής Γιατρών Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται
“ιατρός” σημαίνει πρόσωπο εγγεγραμμένο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Εγγραφής Γιατρών Νόμου και δεν περιλαμβάνει ιατρό πολίτη κράτους μέλους που ασκεί υπηρεσίες ιατρού στην Κύπρο προσωρινά και περιστασιακά
“ιατρός πολίτης κράτους μέλους που ασκεί υπηρεσίες ιατρού στην Κύπρο προσωρινά και περιστασιακά” σημαίνει ιατρό πολίτη κράτους μέλους που ασκεί νόμιμα υπηρεσίες ιατρού στην Κύπρο προσωρινά και περιστασιακά δυνάμει του περί Εγγραφής Γιατρών Νόμου
“κράτος μέλος” σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και περιλαμβάνει τα κράτη που αποτελούν συμβαλλόμενα μέρη στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο και την Ελβετία
“Παγκύπριος Ιατρικός Σύλλογος” περιλαμβάνει άπαντας τους Ιατρούς της Δημοκρατίας
“Συμβούλιον” σημαίνει το δυνάμει του άρθρου 12 καθιδρυόμενον Συμβούλιον
“Ταμείο” σημαίνει το Ταμείο Σύνταξης Ιατρών που έχει καθιδρυθεί όπως προβλέπεται στο άρθρο 15 ή όπως αυτό τυχόν διευρυνθεί και μετονομασθεί κατ΄ εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 15Α
“Τοπικός Ιατρικός Σύλλογος” περιλαμβάνει άπαντας τους Ιατρούς επαρχίας τινός
“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργόν Υγείας.
(2) Οι εν τω παρόντι Νόμω μη καθορισθέντες άλλως όροι, κέκτηνται, εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη διάφορος έννοια, την υπό των διατάξεων του περί Εγγραφής Ιατρών Νόμου αποδοθείσαν αυτοίς έννοιαν.
- 16/1967
- 50/1987
- 69(I)/2011
- 180(I)/2011
- 72(I)/2013
3.-(1) Συνιστάται Πειθαρχικόν Συμβούλιον προς άσκησιν, έλεγχον και πειθαρχικάς εξουσίας επί των ιατρών.
(2) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον αποτελείται:
(α) εξ ενός ιατρού ασκούντος το ιατρικόν επάγγελμα επί δεκαπενταετίαν τουλάχιστον, ως Προέδρου
(β) εκ τεσσάρων άλλων ιατρών, από τους οποίους ο ένας τουλάχιστον να ανήκει στη δημόσια υπηρεσία της Δημοκρατίας, που ασκούν το ιατρικό επάγγελμα επί επταετία τουλάχιστον και οι οποίοι διορίζονται από το Συμβούλιο του Ιατρικού Σώματος.
(3) Κατά την ακρόασιν οιασδήποτε υποθέσεως ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου θα παρίσταται δικηγόρος, οριζόμενος προς τούτο υπό του Συμβουλίου του Ιατρικού Σώματος, διά να συμβουλεύη το Πειθαρχικόν Συμβούλιον επί νομικών θεμάτων εγειρομένων κατά την διαδικασίαν.
(4) (α) Η θητεία των μελών του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι τριετής, θα ασκώσι δε το λειτούργημα των μέχρι του διορισμού νέων μελών.
(β) Τα μέλη των οποίων η θητεία έληξε θα εξακολουθώσι να ασκώσι το λειτούργημα των προς τον σκοπόν της συμπληρώσεως οιασδήποτε πειθαρχικής διαδικασίας αρξαμένης προ της λήξεως της θητείας των.
(5) Τρία μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου αποτελούν απαρτίαν.
(6) Αι αποφάσεις του Πειθαρχικού Συμβουλίου λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν των παρόντων και ψηφιζόντων μελών.
(7) Εν περιπτώσει απουσίας ή προσωρινού κωλύματος του Προέδρου ή άλλου μέλους του Πειθαρχικού Συμβουλίου, το Συμβούλιον του Ιατρικού Σώματος δύναται να διορίση, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), έτερον ιατρόν διά να ασκή τας εξουσίας και να εκτελή τα καθήκοντα του Προέδρου ή μέλους, αναλόγως της περιπτώσεως, διαρκούσης της απουσίας ή του κωλύματος.
(8) Ο Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου συγκαλεί τας συνεδριάσεις του και προεδρεύει αυτών, εν περιπτώσει δε απουσίας του τα παρόντα μέλη εκλέγουσιν ένα εξ αυτών διά να προεδρεύση της συνεδριάσεως.
(9) Το Συμβούλιον του Ιατρικού Σώματος δύναται να καταβάλλη εις τον Πρόεδρον και τα μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου τοιούτον επίδομα οδοιπορικών ή άλλο επίδομα, ως ήθελεν αποφασίσει.
- 16/1967
- 32/1977
- 90/1985
- 50/1987
- 180(I)/2011
4.-(1) Ιατρός υπόκειται εις πειθαρχική δίωξιν:
(α) εάν καταδικασθή υπό Δικαστηρίου δι’ αδίκημα ενέχον έλλειψιν τιμιότητος ή ηθικήν αισχρότητα
(β) εάν επέδειξε στα πλαίσια της ιδιότητάς του ως ιατρού διαγωγή επονείδιστη ή ασυμβίβαστη προς το ιατρικό επάγγελμα:
(γ) εάν επέτυχε την εγγραφήν του ως ιατρού δυνάμει του περί Εγγραφής Ιατρών Νόμου διά ψευδών ή δολίων παραστάσεων.
(2) Ιατρός διωχθείς διά ποινικόν αδίκημα και ευρεθείς ένοχος δεν δύναται να διωχθή πειθαρχικώς επί τη αυτή κατηγορία, δύναται όμως να διωχθή διά πειθαρχικόν αδίκημα προκύπτον εκ της διαγωγής του η οποία σχετίζεται μεν προς την ποινικήν υπόθεσιν αλλά δεν εγείρει το αυτό επίδικον θέμα ως το της κατηγορίας κατά την ποινικήν δίωξιν.
(3) Η διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών σε τελεσίδικη απόφαση που εκδόθηκε από ποινικό ή πολιτικό δικαστήριο σε διαδικασία στην οποία ιατρός υπήρξε διάδικος δύναται να γίνει δεκτή από το Πειθαρχικό Συμβούλιο ως εκ πρώτης όψεως απόδειξη.
(4) Η συμμετοχή ιατρού σε Εταιρεία Ιατρών υπό οποιαδήποτε ιδιότητα ή η συνεργασία του με αυτή με οποιοδήποτε τρόπο ή η εργοδότησή του από αυτήν ή η ιδιότητα του ιατρού ως αντιπροσώπου ή προστηθέντος της Εταιρείας Ιατρών δεν απαλλάσσει τον ιατρό από τυχόν προσωπική πειθαρχική ευθύνη ούτε επηρεάζει οποιαδήποτε πειθαρχική διαδικασία δυνάμει του παρόντος Νόμου.
- 16/1967
- 50/1987
- 180(I)/2011
- 72(I)/2013
5.-(1) Εάν καταγγελθή εις το Συμβούλιον, ή περιέλθη εις γνώσιν του Συμβουλίου, ότι ιατρός δυνατόν να έχη διαπράξει πειθαρχικόν αδίκημα, το Συμβούλιον ορίζει ιατρόν (εις το παρόν άρθρον αναφερόμενον ως “ο ερευνών λειτουργός”) όπως διεξαγάγη έρευναν.
(2) Ο ερευνών λειτουργός διεξάγει την έρευναν το ταχύτερον κατά δε την υπ’ αυτού διεξαγωγήν της ερεύνης ούτος κέκτηται εξουσίαν όπως ακούση οιουσδήποτε μάρτυρας ή λάβη εγγράφως καταθέσεις παρ’ οιουδήποτε προσώπου, παν δε τοιούτο πρόσωπον οφείλει να δώση πάσαν πληροφορίαν περιελθούσαν εις γνώσιν του αναφορικώς προς τα γεγονότα της υποθέσεως.
(3) Ο καταγγελθείς ιατρός δικαιούται να γνωρίζη την κατ’ αυτού υπόθεσιν, παρέχεται δε εις αυτόν η ευκαιρία όπως ακουσθή.
(4) Μετά την συμπλήρωσιν της ερεύνης ο ερευνών λειτουργός υποβάλλει την έκθεσιν αυτού ομού μετ’ απάντων των σχετικών εγγράφων εις το Συμβούλιον.
(5) Εάν εκ της υποβληθείσης εκθέσεως και των σχετικών εγγράφων, το Συμβούλιον κρίνη ότι δύναται να διατυπωθή πειθαρχική κατηγορία κατά του καταγγελθέντος, προβαίνει εις την διατύπωσιν της κατηγορίας και αποστέλλει ταύτην εις το Πειθαρχικόν Συμβούλιον.
- 16/1967
- 50/1987
6.-(1) Εντός δύο εβδομάδων από της ημερομηνίας της υπ’ αυτού λήψεως της πειθαρχικής κατηγορίας, το Πειθαρχικόν Συμβούλιον μεριμνά όπως εκδοθή και επιδοθή προς τον καταγγελθέντα κλήσις κατά τον εις τον Πίνακα εμφαινόμενον τύπον κλήσεως και κατά τον εις τον Πίνακα προνοούμενον τρόπον επιδόσεως.
(2) Η υπό του Πειθαρχικού Συμβουλίου εκδίκασις της υποθέσεως διεξάγεται, τηρουμένων των αναλογιών, κατά τον αυτόν τρόπον ως η ακρόασις ποινικής υποθέσεως εκδικαζομένης συνοπτικώς:
Νοείται ότι το Πειθαρχικόν Συμβούλιον κέκτηται εξουσίαν όπως αποδεχθή οιανδήποτε μαρτυρίαν έστω και εάν αύτη δεν θα εγένετο δεκτή εις ποινικήν ή πολιτικήν διαδικασίαν.
(3) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον κέκτηται εξουσίαν όπως:
(α) καλή μάρτυρας και απαιτή την προσέλευσιν αυτών ως και την προσέλευσιν του καταγγελθέντος, ως εις συνοπτικώς διεξαγομένας δίκας
(β) απαιτή την προσαγωγήν παντός εγγράφου σχετιζομένου προς την κατηγορίαν.
(4) Πάσα απόφασις του Πειθαρχικού Συμβουλίου δέον να είναι ητιολογημένη και να υπογράφεται υπό του προέδρου αυτού.
(5) Πάσα απόφασις του Πειθαρχικού Συμβουλίου θα θεωρήται ως διάταγμα δικαστηρίου ασκούντος συνοπτικήν διαδικασίαν και θα εκτελήται κατά τον αυτόν τρόπον ως και διάταγμα του δικαστηρίου τούτου.
- 16/1967
- 50/1987
- 180(I)/2011
6Α.-(1) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον, εάν εύρη τον καταγγελθέντα ένοχον, δύναται να επιβάλη εις αυτόν μίαν των ακολούθων ποινών:
(α) διαγραφήν του ονόματος αυτού εκ του Μητρώου Εγγραφής Ιατρών
(β) αναστολήν ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος διά χρονικήν περίοδον οίαν το Πειθαρχικόν Συμβούλιον ήθελε κρίνει πρέπουσαν
(γ) καταβολήν υπό τύπον προστίμου χρηματικού ποσού μη υπερβαίνοντος τας δέκα χιλιάδες ευρώ
(δ) προφορικήν ή έγγραφον επίπληξιν.
(2) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον δύναται να εκδώση τοιούτο διάταγμα όσον αφορά την πληρωμήν των εξόδων της Πειθαρχικής διαδικασίας οίον ήθελε κρίνει υπό τας περιστάσεις εύλογον.
(3) Παν ποσόν καταβαλλόμενον δυνάμει της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) κατατίθεται εις τον Ταμείον του Συμβουλίου.
- 16/1967
- 50/1987
- 180(I)/2011
6Β. Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους και οι πειθαρχικές διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδοθέντων Κανονισμών ισχύουν, στην έκταση που δεν αντίκεινται στις διατάξεις του περί Εγγραφής Γιατρών Νόμου και καθόσον αφορά ιατρούς πολίτες κράτους μέλους που ασκούν υπηρεσίες ιατρού στην Κύπρο προσωρινά και περιστασιακά.
(2)Οι διατάξεις του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών και για Εταιρεία Ιατρών.
6Γ.-(1) Διά τους σκοπούς του παρόντος Μέρους-
(α) ιατρός τις λογίζεται ασκών το Ιατρικόν επάγγελμα εν τινι επαρχία εάν ούτος, ή οιοσδήποτε ιατρός μεθ’ ου ούτος εργάζεται συνεταιρικώς, ασκή το ιατρικόν επάγγελμα και διατηρή ιατρείον εν τη επαρχία ταύτη
(β) ιατρικός λειτουργός έχων την έδραν αυτού εν τινι επαρχία λογίζεται ιατρός ασκών το ιατρικόν επάγγελμα εν τη επαρχία ταύτη
(γ) η αρχαιότης των μελών Τοπικού Ιατρικού Συλλόγου κρίνεται βάσει της ημερομηνίας της εγγραφής εκάστου εξ αυτών ως ιατρού δυνάμει των διατάξεων του περί Εγγραφής Ιατρών Νόμου.
7.-(1) Εν εκάστη επαρχία καθιδρύεται Τοπικός Ιατρικός Σύλλογος συγκείμενος εξ απάντων των ιατρών οίτινες ασκούσι το ιατρικόν επάγγελμα εν τη επαρχία ταύτη:
Νοείται ότι εάν ο αριθμός των εν τινι επαρχία ιατρών δεν υπερβαίνη τους δεκαπέντε, ούτοι αντί να αποτελέσωσι Τοπικόν Ιατρικόν Σύλλογον δύνανται να καταστώσι μέλη του Τοπικού Ιατρικού Συλλόγου γειτνιαζούσης επαρχίας της εκλογής των, όστις και υποχρεούται όπως δεχθή τούτους ως μέλη αυτού.
(2) Ουδείς ιατρός δύναται να είναι μέλος δύο Τοπικών Ιατρικών Συλλόγων συγχρόνως.
8.-(1) Μετά την πάροδον ενός μηνός, εν πάση δε περιπτώσει ουχί βραδύτερον των τριών μηνών, από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου καθ’ όσον αφορά το έτος 1967, καθ’ όσον δε αφορά έκαστον επόμενον τρίτον έτος κατά ή μετά την δεκάτην, ουχί δε βραδύτερον της τριακοστής πρώτης Ιανουαρίου εν εκάστω επομένω τρίτω έτει, το αρχαιότερον των μελών του Τοπικού Ιατρικού Συλλόγου διά το έτος 1967 και ο Πρόεδρος της Επιτροπής του Τοπικού Ιατρικού Συλλόγου δι’ εκάστην επομένην περίοδον τριών ετών, συγκαλεί άπαντα τα μέλη του τοιούτου συλλόγου εις τακτικήν γενικήν συνέλευσιν εις χρόνον και τόπον καθορισθησόμενον υπ’ αυτού.
(2) Της τοιαύτης συνελεύσεως προεδρεύει το παριστάμενον εις ταύτην αρχαιότερον των μελών του Τοπικού Ιατρικού Συλλόγου· απαρτίαν συνιστά το εν τέταρτον των συγκληθέντων μελών ή ο πλησιέστερος προς τούτο αριθμός.
(3) Η συνέλευσις εκλέγει εκ των μελών του Τοπικού Ιατρικού Συλλόγου Επιτροπήν συγκειμένην εκ του Προέδρου και εξ μελών ων η θητεία διαρκεί μέχρι της επομένης εκλογής Επιτροπής του τοιούτου Συλλόγου.
(4) Μετά την εκλογήν της Επιτροπής η συνέλευσις προχωρεί και εκλέγει εκ των μελών του Τοπικού Ιατρικού Συλλόγου, ουχί δε αναγκαίως εκ των μελών της Επιτροπής, αριθμόν ιατρών ασκούντων το ιατρικόν επάγγελμα επί επταετίαν τουλάχιστον, ίνα ούτοι ομού μετά του Προέδρου του Τοπικού Ιατρικού Συλλόγου εκπροσωπώσι τον οικείον Τοπικόν Ιατρικόν Σύλλογον εις το Συμβούλιον μέχρι της επομένης εκλογής, ήτοι-
(α) δύο (2) ιατρούς, όταν ο Τοπικός Ιατρικός Σύλλογος αποτελείται από όχι περισσότερα από τριακόσια (300) μέλη·
(β) τρεις (3) ιατρούς, όταν ο Τοπικός Ιατρικός Σύλλογος αποτελείται από όχι περισσότερα από εξακόσια (600) μέλη·
(γ) τέσσερις (4) ιατρούς, όταν ο Τοπικός Ιατρικός Σύλλογος αποτελείται από όχι περισσότερα από εννιακόσια (900) μέλη· και
(δ) πέντε (5) ιατρούς, όταν ο Τοπικός Ιατρικός Σύλλογος αποτελείται από περισσότερα από εννιακόσια (900) μέλη:
(5) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή δύναται να ρυθμίζει την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, τα της εσωτερικής λειτουργίας της καθώς και τον τρόπο διενέργειας των εκλογών με βάση τα εδάφια (3) και (4).
(6)(α) Κανένα μέλος δε γίνεται δεκτό σε οποιαδήποτε συνέλευση, η οποία συνέρχεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ούτε είναι εκλέξιμο δυνάμει του παρόντος Νόμου, αν δεν έχει σε ισχύ ετήσια άδεια επαγγέλματος·
(β) (i) Κανένας δεν ασκεί το επάγγελμα του ιατρού αν δεν έχει σε ισχύ ετήσια άδεια επαγγέλματος,
(ii) η ετήσια άδεια εκδίδεται από την Επιτροπή του Τοπικού Ιατρικού Συλλόγου, σύμφωνα με τον καθορισμένο από το Συμβούλιο τύπο και με καταβολή του καθορισμένου από το Συμβούλιο ποσού,
(iii) η ετήσια άδεια λήγει την 31η Δεκεμβρίου που έπεται της ημερομηνίας εκδόσεώς της,
(iv) κάθε πρόσωπο, που ασκεί το επάγγελμα του ιατρού, χωρίς να έχει ετήσια άδεια σε ισχύ, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες λίρες και το δικαστήριο μπορεί, επιπρόσθετα από την ποινή, να διατάξει τον καταδικασθέντα να καταβάλει στην Επιτροπή τα οφειλόμενα ποσά εκδόσεως ετήσιας άδειας.
- 16/1967
- 4/1970
- 208(I)/2002
- 180(I)/2011
9.-(1) Τη εγγράφω αιτήσει του ενός τετάρτου τουλάχιστον του ολικού αριθμού των μελών Τοπικού Ιατρικού Συλλόγου η Επιτροπή συγκαλεί έκτακτον γενικήν συνέλευσιν του τοιούτου Συλλόγου προς συζήτησιν και λήψιν αποφάσεως επί παντός θέματος αναγραφομένου επί της προσκλήσεως.
(2) Αι διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 8 αι αφορώσαι εις την απαρτίαν εφαρμόζονται και επί πάσης τοιαύτης συνελεύσεως, αι αποφάσεις δε εφ’ απάντων των θεμάτων λαμβάνονται διά πλειοψηφίας των παρόντων μελών͘ εν περιπτώσει ισοψηφίας ο πρόεδρος της συνελεύσεως κέκτηται νικώσαν ψήφον.
10.-(1) Ο Πρόεδρος, ή εν περιπτώσει απουσίας ή ανικανότητος αυτού ο Αντιπρόεδρος, ουχί βραδύτερον των τεσσάρων μηνών από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου καθ’ όσον αφορά το έτος 1967, εν εκάστω δε επομένω τρίτω έτει ουχί βραδύτερον της εικοστής ογδόης Φεβρουαρίου, συγκαλεί άπαντας τους ιατρούς της Δημοκρατίας εις τακτικήν γενικήν συνέλευσιν συγκροτηθησομένην εν Λευκωσία, εις τόπον και χρόνον καθορισθησόμενον υπ’ αυτού.
(2) Αι διά την εν τω εδαφίω (1) αναφερομένην τακτικήν γενικήν συνέλευσιν προσκλήσεις αναφέρουσι τον τόπον και χρόνον της τοιαύτης συνελεύσεως και αποστέλλονται εις άπαντα τα δικαιούμενα όπως παραστώσι κατ’ αυτήν και τα έχοντα δικαίωμα ψήφου πρόσωπα ουχί περισσότερον των δέκα τεσσάρων και ουχί ολιγώτερον των οκτώ ημερών προ της ημερομηνίας της συνελεύσεως:
(3)(α) Ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος ή, σε περίπτωση απουσίας ή ανικανότητας αυτών, μέλος που ορίζεται από τη γενική συνέλευση προεδρεύει της συνέλευσης.
(β) Απαρτία αποτελεί το ένα δέκατο των μελών που έχουν δικαίωμα παράστασης στη γενική συνέλευση:
(4) Αι αποφάσεις εφ’ απάντων των θεμάτων λαμβάνονται διά πλειοψηφίας των παρόντων, εν περιπτώσει δε ισοψηφίας ο Πρόεδρος της συνελεύσεως κέκτηται δευτέραν ή νικώσαν ψήφον.
(5) Η τακτική γενική συνέλευση του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου προβαίνει μεταξύ άλλων στην εκλογή τεσσάρων (4) ιατρών ως μελών του Συμβουλίου, εκ των οποίων-
(α) δύο (2) έχουν ασκήσει το ιατρικό επάγγελμα για τουλάχιστον επτά (7) έτη:
(β) δύο (2) είναι κυβερνητικοί ιατροί και δεν είναι μέλη του ίδιου Τοπικού Ιατρικού Συλλόγου.
- 16/1967
- 4/1970
- 180(I)/2011
- 23(I)/2012
11.-(1) Το Συμβούλιο συγκαλεί έκτακτη γενική συνέλευση του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου, όταν κρίνει τούτο σκόπιμο ή υποχρεωτικά όταν κατατεθεί στο Γραμματέα αυτού έγγραφη αίτηση υπογεγραμμένη από το ένα δέκατο των μελών που δικαιούνται παράσταση στη γενική συνέλευση.
(2) Εάν το Συμβούλιον εντός τεσσαράκοντα ημερών από της καταθέσεως της τοιαύτης αιτήσεως δεν προβή εις την προσήκουσαν σύγκλησιν της τοιαύτης συνελεύσεως, δεκαπέντε ιατροί εκ των υποβαλόντων την αίτησιν δύνανται να συγκαλέσωσιν έκτακτον γενικήν συνέλευσιν.
(3) Η αίτησις εκθέτει τον σκοπόν της τοιαύτης συνελεύσεως, υπογράφεται δε υπό των υποβαλόντων ταύτην.
(4) Αι διατάξεις των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 10 εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, επί πάσης γενικής συνελεύσεως συγκαλουμένης δυνάμει του παρόντος άρθρου.
12.-(1) Καθιδρύεται Συμβούλιον του Ιατρικού Σώματος συγκείμενον εκ των Προέδρων των Τοπικών Ιατρικών Συλλόγων, των ιατρών οίτινες εξελέγησαν ως εκπρόσωποι των Τοπικών Ιατρικών Συλλόγων συμφώνως ταις διατάξεσι του εδαφίου (4) του άρθρου 8 και των τεσσάρων μελών άτινα εξελέγησαν υπό της τακτικής γενικής συνελεύσεως του Παγκυπρίου Ιατρικού Συλλόγου συμφώνως ταις διατάξεσι του εδαφίου (5) του άρθρου 10:
(2) Η θητεία των μελών του Ιατρικού Συμβουλίου διαρκεί μέχρι της διενεργείας των επομένων εκλογών, άπαντα δε τα μέλη είναι επανεκλέξιμα.
(3) Το Ιατρικόν Συμβούλιον εκλέγει εκ των ιδίων αυτού μελών τον Πρόεδρον, Αντιπρόεδρον και Γραμματέα αυτού.
(4) Το Ιατρικόν Συμβούλιον συνέρχεται, αναβάλλει ή άλλως πως ρυθμίζει τας ιδίας αυτού συνεδρίας κατά το δοκούν.
(5) Εννέα μέλη του Συμβουλίου συνιστώσιν απαρτίαν, αι αποφάσεις δε εφ’ απάντων των ενώπιον αυτού αναφυομένων ζητημάτων λαμβάνονται διά πλειοψηφίας͘ εν περιπτώσει ισοψηφίας ο πρόεδρος της συνεδρίας κέκτηται δευτέραν ή νικώσαν ψήφον.
(6) Εν περιπτώσει απουσίας ή ανικανότητος του Προέδρου ή του Αντιπροέδρου, τα παρόντα μέλη του Συμβουλίου εκλέγουσι μεταξύ αυτών εν πρόσωπον όπως προεδρεύη της συνεδρίας.
(7) Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου δύναται να συγκαλή το Συμβούλιον εις συνεδρίαν, υποχρεούται δε να πράξη τούτο τη αιτήσει του Αντιπροέδρου ή τη εγγράφω αιτήσει πέντε τουλάχιστον μελών του Συμβουλίου καθοριζούση τους σκοπούς της τοιαύτης συνεδρίας.
- 16/1967
- 4/1970
- 180(I)/2011
13.-(1) Το Συμβούλιον εξετάζει άπαντα τα εφαπτόμενα του Ιατρικού επαγγέλματος θέματα και λαμβάνει άπαντα τα μέτρα άτινα εκάστοτε ήθελε κρίνει σκόπιμα προς τούτο· άνευ δε επηρεασμού της γενικότητος της ανωτέρω διατάξεως ή οιασδήποτε ετέρας εξουσίας χορηγηθείσης εις αυτό υπό του παρόντος Νόμου, το Συμβούλιον κέκτηται τας ακολούθους εξουσίας:
(α) να προστατεύη την τιμήν και την ανεξαρτησίαν του Παγκυπρίου Ιατρικού Συλλόγου και να προασπίζη ταύτην εις τας σχέσεις αυτού προς την νομοθετικήν και εκτελεστικήν εξουσίαν
(β) να ρυθμίζει διά κανονισμών την αφορώσαν εις την άσκησιν του Ιατρικού επαγγέλματος δεοντολογίαν
(γ) να δίδη διευκρινίσεις και να αποφαίνεται επί θεμάτων αφορώντων εις την επαγγελματικήν δεοντολογίαν
(δ) να εξετάζη και, εάν κρίνη τούτο σκόπιμον, να υποβάλλη εισηγήσεις επί ισχυούσης νομοθεσίας και ιατρικών θεμάτων υποβαλλομένων αυτώ προς εξέτασιν ή να υποβάλλη εισηγήσεις προς την Κυβέρνησιν επί του κατά πόσον είναι επιθυμητή η εισαγωγή νέας νομοθεσίας
(ε) να εκπροσωπή το ιατρικόν σώμα δι’ οιονδήποτε θέμα ως προς το οποίον η τοιαύτη εκπροσώπησις θεωρείται αναγκαία ή σκόπιμος
(στ) να προωθή καλάς σχέσεις και κατανόησιν μεταξύ του Παγκυπρίου Ιατρικού Συλλόγου και του κοινού
(ζ) να καθορίζει το ποσοστό που θα καταβάλλεται στο Συμβούλιο, από το ποσό που επιβάλλεται στα μέλη για έκδοση ετήσιας άδειας άσκησης επαγγέλματος, και να εκδίδει κανονισμούς που να διέπουν τις προϋποθέσεις έκδοσης άδειας άσκησης του ιατρικού επαγγέλματος·
(η) να καθορίζη κλίμακας αμοιβών ιατρών δι’ επαγγελματικάς συμβουλάς, παρασχεθείσας υπηρεσίας ή εκτελεσθείσαν εργασίαν
(θ) να εκδίδη Κανονισμούς διέποντας και ρυθμίζοντας οιονδήποτε των ως άνω θεμάτων υπό τον όρον ότι οι τοιούτοι Κανονισμοί θα τύχωσι της εγκρίσεως της πλειοψηφίας της γενικής συνελεύσεως του Παγκυπρίου Ιατρικού Συλλόγου.
(2) Κανονισμοί εκδιδόμενοι:
(α) δυνάμει των παραγράφων (α), (β), (γ), (δ), (ε), (στ), (ζ) και (θ) δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας και τίθενται εν ισχύϊ από της δημοσιεύσεως των
(β) διά την ρύθμισιν θεμάτων προβλεπομένων εν τη παραγράφω (η) ή διά την ρύθμισιν οιωνδήποτε άλλων θεμάτων πλην των εν τω εδαφίω (2) (α) αναφερομένων, θα ισχύουν υπό τον όρον ότι οι τοιούτοι κανονισμοί, άμα τη εγκρίσει των υπό της πλειοψηφίας της Γενικής Συνελεύσεως του Παγκυπρίου Ιατρικού Συλλόγου, θα εγκρίνωνται υπό του Υπουργικού Συμβουλίου και θα κατατίθενται εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων. Εάν μετά πάροδον είκοσι και μιας ημερών από της τοιαύτης καταθέσεως η Βουλή των Αντιπροσώπων δι’ αποφάσεως αυτής δεν τροποποιήση ή ακυρώση τους ούτω κατατεθέντας Κανονισμούς εν όλω ή εν μέρει, τότε ούτοι αμέσως μετά την πάροδον της ως άνω προθεσμίας δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας και τίθενται εν ισχύϊ από της τοιαύτης δημοσιεύσεως. Εν περιπτώσει τροποποιήσεως τούτων εν όλω ή εν μέρει, υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων ούτοι δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας ως ήθελεν ούτω τροποποιηθή υπ’ αυτής και τίθενται εν ισχύϊ από της τοιαύτης δημοσιεύσεως.
(3) Κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του παρόντος άρθρου είναι δεσμευτικοί δι’ άπαντας τους ιατρούς.
(4) Πας ιατρός όστις παραβαίνει ή δεν τηρεί Κανονισμούς εκδοθέντας συμφώνως τω παρόντι άρθρω θεωρείται ένοχος ασυμβιβάστου προς το ιατρικόν επάγγελμα διαγωγής.
(5) Το Συμβούλιον είναι δυνατόν να εκπροσωπηθή ενώπιον οιουδήποτε Δικαστηρίου υφ’ οιουδήποτε των μελών αυτού ή υπό δικηγόρου δεόντως επί τούτω διοριζομένου.
(6) Το Συμβούλιον δύναται να ρυθμίζη τας ιδίας αυτού λειτουργίας, την πρακτικήν και την ενώπιον αυτού διαδικασίαν καθ’ ον τρόπον ήθελε τούτο κρίνει σκόπιμον.
14.-(1) Το Συμβούλιον θα δημιουργήση το ταχύτερον δυνατόν μετά την εκλογήν του τας ακολούθους επιτροπάς επιπροσθέτως προς οιασδήποτε ετέρας επιτροπάς ων η σύστασις ήθελε κριθή επιθυμητή:
(α) Επιτροπήν Επαγγελματικής Δεοντολογίας ήτις θα συντάξη σχέδιον κανονισμών διεπόντων την αφορώσαν εις την ενάσκησιν του ιατρικού επαγγέλματος εν τη Δημοκρατία δεοντολογίαν και ήτις θα συντονίζη και θα συμβουλεύη επί θεμάτων επαγγελματικής συμπεριφοράς
(β) Εκτελεστικήν Επιτροπήν ήτις θα αποτελή μονίμως λειτουργούν σώμα εξουσιοδοτημένον όπως αποφασίζη ή εκτελή αποφάσεις εκ μέρους του Συμβουλίου επί θεμάτων άτινα θεωρούνται υπό της Εκτελεστικής Επιτροπής ως λίαν ασήμαντα διά να απαιτήται αναφορά των εις συνεδρίαν του Συμβουλίου ή οσάκις θεωρείται υπό της Εκτελεστικής Επιτροπής ότι η διεκπεραίωσις των επείγει.
(2) Ενέργειαι των Επιτροπών υποβάλλονται τω Συμβουλίω προς έγκρισιν κατά την πρώτην πρόσφορον ευκαιρίαν.
15.-(1) Το Συμβούλιον δύναται, τη εγκρίσει του Υπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδη Κανονισμούς δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους, προνοούντας την δημιουργίαν Ταμείου κληθησομένου “Ταμείον Συντάξεως Ιατρών” διά την χορήγησιν συντάξεων και χορηγημάτων προς αποσυρομένους της ασκήσεως του Ιατρικού επαγγέλματος ιατρούς εισενεγκόντας εις το Ταμείον (εν τω παρόντι Νόμω αναφερομένους ως “οι εισφορείς”) και εν περιπτώσει θανάτου αυτών εις τας χήρας και τα ορφανά αυτών.
(2) Οι εκδοθησόμενοι δυνάμει του παρόντος Μέρους Κανονισμοί θα προνοώσι-
(α) περί της καθιδρύσεως Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου (εν τω παρόντι Νόμω αναφερομένου ως “το Διοικητικόν Συμβούλιον”) και περί της εκδόσεως εσωτερικού κανονισμού διέποντος τα των συνεδριών, συμπεριλαμβανομένου του θέματος της απαρτίας, του Διοικητικού Συμβουλίου
(β) περί των εξουσιών και των καθηκόντων του Διοικητικού Συμβουλίου
(γ) περί της επενδύσεως χρημάτων ανηκόντων εις το Ταμείον, περί του εκάστοτε διενεργουμένου ελέγχου και εκτιμήσεως του Ταμείου και, οσάκις εκτίμησις του Ταμείου δεικνύει ότι τούτο-
(i) είναι, ή πιθανόν να καταστή, ανεπαρκές προς αντιμετώπισιν των υποχρεώσεων αυτού ή
(ii) είναι, και ενδέχεται να συνεχίση να είναι, πλέον ή ευλόγως επαρκές προς αντιμετώπισιν των υποχρεώσεων αυτού, περί λήψεως τοιούτων μέτρων οία δυνατόν να θεωρηθώσιν αναγκαία ίνα το Ταμείον καταστή κατά τας περιστάσεις είτε επαρκές είτε μη πέραν του ευλόγως δέοντος επαρκές προς αντιμετώπισιν των υποχρεώσεων αυτού
(δ) περί του ποσού των εισφορών και της πληρωμής αυτών εις το Ταμείον υπό των ιατρών και περί του τρόπου της συλλογής τοιούτων εισφορών ως και περί των κυρώσεων διά την μη πληρωμήν των τοιούτων εισφορών
(ε) περί των όρων χορηγήσεως συντάξεων και χορηγημάτων προς τους εισφορείς ή προς τας χήρας και τα ορφανά αυτών και περί του τρόπου υπολογισμού των τοιούτων συντάξεων και χορηγημάτων
(στ) περί των στοιχείων άτινα θα παρέχωνται υπό των εισφορέων και των χηρών και ορφανών αυτών
(ζ) περί της απαγορεύσεως της εκχωρήσεως, επιβαρύνσεως ή κατασχέσεως οιασδήποτε συντάξεως ή χορηγήματος
(η) περί των συνθηκών υπό τας οποίας σύνταξις χορηγηθείσα δυνάμει των διατάξεων των τοιούτων Κανονισμών τερματίζεται ή διακόπτεται
(θ) περί της τηρήσεως των αναγκαίων λογαριασμών του Ταμείου και περί του τρόπου ελέγχου τούτων
(ι) περί των συνθηκών υπό τας οποίας διαλύεται το Ταμείον και της εν τοιαύτη περιπτώσει ακολουθητέας πορείας ως και περί του τρόπου διαθέσεως του Ταμείου
(ια) περί αναφυομένων και συμπληρωματικών θεμάτων ων η ρύθμισις ήθελε κριθή αναγκαία ή σκόπιμος διά τους σκοπούς του Ταμείου.
15Α.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 15, στο Ταμείο είναι δυνατή η συμμετοχή είτε οδοντιάτρων, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι δυνάμει του περί Εγγραφής Οδοντιάτρων Νόμου είτε φαρμακοποιών, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι δυνάμει του περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμου και οι οποίοι ασκούν το επάγγελμά τους ως ελεύθεροι επαγγελματίες ή ως μισθωτοί, εξαιρουμένων των οδοντιάτρων ή φαρμακοποιών που κατέχουν συντάξιμη θέση στη δημόσια υπηρεσία ή άλλη υπηρεσία της Δημοκρατίας ή στην υπηρεσία οργανισμού δημοσίου δικαίου ή αρχής τοπικής διοίκησης, υπό τους ιδίους όρους, δικαιώματα και υποχρεώσεις που έχουν οι ιατροί μέλη του:
(2) Σε περίπτωση συμμετοχής στο Ταμείο είτε οδοντιάτρων είτε φαρμακοποιών ή και των δύο, η εξουσία του Συμβουλίου για την έκδοση Κανονισμών δυνάμει του άρθρου 15, διαφοροποιείται ως ακολούθως:
(α) Η εξουσία του Συμβουλίου για έκδοση Κανονισμών, ασκείται αφού το Συμβούλιο λάβει τη σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου του Παγκύπριου Οδοντιατρικού Συλλόγου ή του Συμβουλίου του Παγκύπριου Φαρμακευτικού Συλλόγου, ανάλογα με το αν στο Ταμείο συμμετέχουν οδοντίατροι ή φαρμακοποιοί.
(β) Μετά την εκπνοή της θητείας του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου που υπηρετεί κατά τον χρόνο διεύρυνσης του Ταμείου με τη συμμετοχή οδοντιάτρων ή φαρμακοποιών, το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου αποτελείται από ιατρούς, οδοντιάτρους ή φαρμακοποιούς κατά την αναλογία που η κάθε επαγγελματική ομάδα έχει, σε σχέση με το σύνολο των μελών του Ταμείου, ως ειδικότερα προβλέπεται στους περί Ιατρών (Συντάξεις και Χορηγήματα) Κανονισμούς.
(γ) Ουδεμία διάκριση με βάση την επαγγελματική ιδιότητα είναι δυνατή σε σχέση με τις υποχρεώσεις ή τα ωφελήματα των μελών του Ταμείου μετά την εγγραφή στο Ταμείο.
(δ) Η εποπτεία του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου ασκείται από Εποπτική Επιτροπή που αποτελείται από ιατρούς, οδοντιάτρους και φαρμακοποιούς, οι οποίοι είναι μέλη του Ταμείου, ως ειδικότερα προβλέπεται στους περί Ιατρών (Συντάξεις και Χορηγήματα) Κανονισμούς:
(3) Σε περίπτωση συμμετοχής στο Ταμείο οδοντιάτρων ή φαρμακοποιών, το Ταμείο μετονομάζεται όπως προβλέπεται στους περί Ιατρών (Συντάξεις και Χορηγήματα) Κανονισμούς.
- 16/1967
- 28/1976
- 69(I)/2011
16.-Ουδείς ιατρός θα χρεώση οιονδήποτε των ασθενών αυτού δι’ οιονδήποτε ποσόν πληρωθέν υπ’ αυτού ως εισφορά προς το Ταμείον ή θα λάβη το ποσόν τούτο παρ’ αυτού.
(2) Πας ιατρός όστις παραβαίνει τας διατάξεις του εδαφίου (1) είναι ένοχος ασυμβιβάστου προς το ιατρικόν επάγγελμα διαγωγής.
17. Η ισχύς του παρόντος Νόμου, πλην του Μέρους V, άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας, η δε του Μέρους V, άρχεται από ημερομηνίας καθορισθησομένης υπό του Υπουργικού Συμβουλίου διά γνωστοποιήσεως δημοσιευθησομένης εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας.
3 του Ν.28/76. Η ισχύς του παρόντος Νόμου λογίζεται ως αρξαμένη την 25ην Ιανουαρίου, 1975.
Εκ παραδρομής η Βουλή παρέλειψε να μετατρέψει τις χρηματικές ποινές όπως προβλέπονται από τον περί Αυξήσεως των Χρηματικών Ποινών Ν.166/1987.
12.(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), ο Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 180(I)/2011] τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Το άρθρο 3 του Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.180(I)/2011] τίθεται σε ισχύ μετά τη λήξη της θητείας του παρόντος Πειθαρχικού Συμβουλίου.