ΜΕΡΟΣ Χ ΔΑΣΜΟΙ ΚΑΙ ΦΟΡΟΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΕΩΣ, ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΝΤΩΝ ΔΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΦΟΡΩΝ - ΓΕΝΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Γενικαί διατάξεις αφορώσαι εις εισαγόμενα εμπορεύματα
Παράδοσις εισαγομένων εμπορευμάτων επί τη παροχή εγγυήσεως

156.-(1) Οσάκις είναι πρακτικώς ανέφικτος η άμεσος βεβαίωσις του γεγονότος εάν οφείλεται οιοσδήποτε δασμός και τις ο πληρωτέος δασμός αναφορικώς προς οιαδήποτε εισαγόμενα εμπορεύματα, άτινα ως καθορίζεται εν τη περί τούτω διασαφήσει προορίζονται προς εσωτερικήν κατανάλωσιν είτε επί τη εισαγωγή είτε εκ τίνος αποθήκης αποταμιεύσεως, ο Διευθυντής δύναται κατά το δοκούν και ανεξαρτήτως οιασδήποτε ετέρας διατάξεως του παρόντος Νόμου, να επιτρέψη παράδοσιν των εμπορευμάτων ευθύς ως ο εισαγωγεύς παράσχει επαρκή εγγύησιν, διά καταθέσεως χρημάτων ή άλλως πως, διά την πληρωμήν παντός μη πληρωθέντος ποσού, όπερ δυνατόν να οφείλεται υπό μορφήν δασμού.

(2) Ο Διευθυντής δύναται διά τους σκοπούς του αμέσως προηγουμένου εδαφίου να θεώρηση εμπορεύματα ως προοριζόμενα δι' εσωτερικήν κατανάλωσιν, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι η κατατεθείσα περί τούτων διασάφησις δεν περιέχει άπαντα τα απαιτούμενα διά τελειωτικήν διασάφησιν στοιχεία, εφ' όσον περιέχει τα εκ των στοιχείων τούτων τότε γνωστά τω εισαγωγεί·εν τοιαύτη περιπτώσει ο εισαγωγεύς οφείλει να παράσχη το ταχύτερον τα εναπομένοντα στοιχεία εις τον Διευθυντήν.

(3) Εν η περιπτώσει επιτρέπεται παράδοσις εμπορευμάτων δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο Διευθυντής επιδίδει τω εισαγωγεί ειδοποίησιν, καθορίζουσαν το ποσόν του κατ' αυτόν πληρωτέου δασμού, όπερ καθίσταται πάραυτα πληρωτέον ή, εάν κατετέθη οιονδήποτε ποσόν δυνάμει του εδαφίου (1), καθίσταται πάραυτα πληρωτέα η μεταξύ των δύο ποσών διαφορά ή επιστρέφεται παν αχρεωστήτως καταβληθέν τοιούτο:

Νοείται ότι εάν ο εισαγωγεύς αμφισβητή την ορθότητα του ούτω καθοριζομένου ποσού, ούτος δύναται, καθ' οιονδήποτε χρόνον εντός τριών μηνών από της ημερομηνίας της ειρημένης ειδοποιήσεως, να ζητήση παραπομπήν της διαφοράς εις διαιτησίαν ή να υποβάλη αίτησιν τω δικαστηρίω συμφώνως ταις διατάξεσι του άρθρου 161· το άρθρον 161 θα τυγχάνη αναλόγου εφαρμογής, εν πάση όμως περιπτώσει δεν επιτρέπεται τοιαύτη παραπομπή ή αίτησις, μέχρις ου καταληθή παν δυνάμει του παρόντος εδαφίου οφειλόμενον ποσόν· δεν καταβάλλεται δε τόκος υπερημερίας δυνάμει του εδαφίου (2) του εν λόγω άρθρου επί παντός ούτω οφειλομένου ποσού, αναφορικώς προς οιονδήποτε χρονικόν διάστημα προ της πληρωμής του ποσού τούτου.

Επιστροφή του δασμού επί εμπορευμάτων επιστρεφομένων ή καταστρεφομένων υπό του εισαγωγέως

157.-(1) Τηρουμένων των όρων, ους ο Διευθυντής ήθελε κατά το δοκούν επιβάλει, εφ' όσον αποδειχθή τω Διευθυντή ότι-

(α)τα εμπορεύματα εισήχθησαν δυνάμει συμβάσεως πωλήσεως και ότι ο χαρακτηρισμός, ποιότης ή κατάστασις των εμπορευμάτων αντίκειται προς τας προνοίας της τοιαύτης συμβάσεως ή ότι τα εμπορεύματα κατά την διαμετακόμισιν αυτών υπέστησαν βλάβην· και

(β) ότι ο εισαγωγεύς τη συναινέσει του πωλητού είτε-

(i) επέστρεψε τα μη χρησιμοποιηθέντα εμπορεύματα εις τον πωλητήν και επί τω σκοπώ τούτω συνεμορφώθη προς τας διατάξεις του άρθρου 41, καθ' όσον αφορά εις την κατάθεσιν διασαφήσεως εξαγωγής, ως εάν επρόκειτο περί εμπορευμάτων υποκειμένων εις τας διατάξεις του εν λόγω άρθρου· ή

(ii) κατέστρεψε τα μη χρησιμοποιηθέντα εμπορεύματα, ο εισαγωγεύς κέκτηται το δικαίωμα όπως απαιτήση παρά του Διευθυντού επιστροφήν παντός τελωνειακού δασμού καταβληθέντος επί τη εισαγωγή των εμπορευμάτων.

(2) Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων τυγχάνει εφαρμογής επί εμπορευμάτων εισαγομένων υπό τον όρον εγκρίσεως τούτων, πωλήσεως ή επιστροφής ή υπό παρόμοιον τινά όρον.

Δήμευσις διά παράβασιν ωρισμένων όρων

158.-(1) Εάν δυνάμει οιασδήποτε διατάξεως του παρόντος ή ετέρου τινός Νόμου ή εθίμου, δι' ης-

(α) επιτρέπεται όπως εμπορεύματα υποκείμενα εις τελωνειακόν δασμόν παραδοθώσιν άνευ της πληρωμής του αναλογούντος αυτοίς δασμού, επί τω όρω ότι ταύτα δεν θα πωληθώσιν ή θα επανεξαχθώσιν ή επί παρομοίω τινί όρω· ή

(β) το ποσόν του πληρωτέου εφ' οιωνδήποτε εμπορευμάτων δασμού ήρτηται εκ της εισαγωγής αυτών επί παρομοίω όρω, επιτραπή η παράδοσις εμπορευμάτων άνευ πληρωμής του αναλογούντος αυτοίς

δασμού ή επί τη πληρωμή δασμού υπολογισθέντος συμφώνως προς την εν λόγω διόταξιν ή έθιμον και ο όρος δεν τηρηθή, τα εμπορεύματα υπόκεινται εις δήμευσιν, εκτός εάν η μη τήρησις του όρου έτυχεν της εγκρίσεως του Διευθυντού.

(2) Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου τυγχάνουσιν εφαρμογής, ανεξαρτήτως εάν παρεσχέθη δέσμευσις ή εγγύησις, διά την τήρησιν του όρου ή διά την καταβολήν του πληρωτέου ανεξαρτήτως της τοιαύτης δεσμεύσεως ή εγγυήσεως δασμού, η δε δήμευσις εμπορευμάτων δυνάμει του παρόντος άρθρου ουδόλως επηρεάζει την ενοχήν του παρασχόντος την τοιαύτην δέσμευσιν ή εγγύησιν προσώπου.

Εκτίμησις εμπορευμάτων επί τω τέλει καταβολής των κατ'αξίαν πληρωτέων δασμών

159.-(1) Διά τους σκοπούς οιασδήποτε- εκάστοτε τελούσης εν ισχύι νομοθετικής πράξεως, δυνάμει της οποίας επιβάλλεται δασμός επί εμπορευμάτων κατ' εκτίμησιν της αξίας τούτων, η αξία παντός εισαγομένου εμπορεύματος καθορίζεται βάσει των διατάξεων της Συμφωνίας διά την Εφαρμογήν του Άρθρου VII της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου και του Πρωτοκόλλου αυτής (εν τοις εφεξής αναφερομένης ως "η Συμφωνία").

(2) Τα εν τω εδαφίω (2) του άρθρου 8 της Συμφωνίας αναφερόμενα στοιχεία θα περιλαμβάνονται εν όλω εις την τελωνειακήν αξίαν παντός εισαγομένου εμπορεύματος.

(3) Οσάκις διά τον καθορισμό της δασμολογητέας αξίας ενός εμπορεύματος είναι αναγκαία η μετατροπή νομίσματος, η τιμή συναλλάγματος που χρησιμοποιείται είναι η τιμή που ισχύει για το σκοπό αυτό, σύμφωνα με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του εδαφίου (4), κατά τη στιγμή της καταθέσεως της διασαφήσεως προς εσωτερική κατανάλωση.

(4) Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να εκδώση Κανονισμούς ίνα θέση εν εφαρμογή τας προηγουμένας διατάξεις του παρόντος άρθρου, και ειδικώτερον ίνα επιβάλη εις τον εισαγωγέα ή έτερον ενδιαφερόμενον εις την εισαγωγήν εμπορευμάτων πρόσωπον όπως παράσχη τω Διευθυντή, εν οίω τύπω θέλει ούτως απαιτήσει, τας κατ' αυτόν αναγκαίας προς δικαίαν εκτίμησιν της αξίας των εμπορευμάτων πληροφορίας και όπως προσκομίση οιαδήποτε λογιστικά βιβλία ή έτερα πάσης φύσεως έγγραφα, άτινα αφορώσιν εις την αγοράν, εισαγωγήν ή πώλησιν των εμπορευμάτων υπό του εν λόγω προσώπου.

(5) Πας όστις διά πράξεως ή παραλείψεως αυτού παραβαίνει οιονδήποτε Κανονισμόν δυνάμει του παρόντος άρθρου γενόμενον, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας πεντακόσιας λίρας.

Επιβολή δασμού επί βιομηχανοποιημένων ή συνθέτων ειδών

160.-(1) Εξαιρέσει των περιπτώσεων, καθ' ας άλλως προνοείται υπό ετέρας νομοθετικής πράξεως αφορώσης εις τα τελωνεία, εάν εισαγόμενα εμπορεύματα περιέχωσιν ή έχωσιν ως συστατικόν τούτων οιονδήποτε αντικείμενον, υποκείμενον εις τελωνειακόν δασμόν, επιβάλλεται επί των εμπορευμάτων τούτων δασμός αναφορικώς προς έκαστον τοιούτον αντικείμενον, αναλόγως της ποσότητος αυτού, ήτις, κατά τον Διευθυντήν, εχρησιμοποιήθη εν τη κατασκευή ή παρασκευή των εμπορευμάτων: Νοείται ότι, εάν προς διασφάλισιν των δημοσίων προσόδων ο Υπουργός θέλει κρίνει τούτο αναγκαίον, τα εμπορεύματα θα υπόκεινται εις ον δασμόν θα υπέκειντο εάν απετελούντο εξ ολοκλήρου εκ του δασμολογητέου αντικειμένου ή, εάν τα εμπορεύματα περιέχωσιν πλείονα του ενός τοιαύτα αντικείμενα, εκ του αντικειμένου όπερ αποδίδει τον υψηλότερον δασμόν.

(2) Πάσα μείωσις δασμού ήτις, κατά νόμον επιτρέπεται επί αντικειμένου, κεχωρισμένως δασμολογουμένου, επιτρέπεται ωσαύτως και κατά την δασμολόγησιν εμπορευμάτων δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, αναφορικώς προς οιανδήποτε ποσότητα του αντικειμένου τούτου, ήτις θέλει χρησιμοποιηθή εν τη κατασκευή ή παρασκευή των εμπορευμάτων.

Επίλυσις διαφορών περί των πληρωτέων τελωνειακών δασμών

161 .-(1) Εάν, πριν ή εισαχθέντα εμπορεύματα παραδοθώσιν εκ του τελωνειακού ελέγχου, αναφυή οιαδήποτε διαφορά καθ' όσον αφορά εις το εάν οφείλεται επ' αυτών οιοσδήποτε δασμός ή το ποσόν τούτου, ο εισαγωγεύς οφείλει να καταβάλη το αιτούμενον υπό του αρμοδίου λειτουργού ποσόν, δύναται όμως εντός τριών μηνών το βραδύτερον από της πληρωμής-

(α)εάν μεν η διαφορά αφορά εις την αξίαν των εμπορευμάτων, να απαιτήση όπως το ζήτημα παραπεμφθή εις την διαιτησίαν προσώπου, διοριζομένου υπό Δικαστού του Ανωτάτου Δικαστηρίου, και μη τελούντος εν τη υπηρεσία οιουδήποτε Κυβερνητικού Τμήματος, ούτινος η απόφασις είναι τελειωτική και ανέκκλητος· ή

(β) εν πάση ετέρα περιπτώσει να υποβάλη αίτησιν τω αρμοδίω δικαστηρίω δι' απόφασιν αυτού περί το ποσόν του τυχόν κατά νόμον πληρωτέου επί των εμπορευμάτων δασμού.

(2) Εάν επί τη τοιαύτη αιτήσει προς παραπομπήν της διαφοράς εις διαιτησίαν ή εκδίκασιν υπό του Δικαστηρίου, ο διαιτητής ή το δικαστήριον αποφασίση ότι ουδείς δασμός οφείλεται ή ότι οφείλεται ποσόν έλασσον του ήδη καταβληθέντος αναφορικώς προς τα εμπορεύματα, ο Διευθυντής επιστρέφει το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσόν ομού μετά τόκου επ' αυτού από της ημερομηνίας της αχρεωστήτως γενομένης πληρωμής του ποσοστού του τόκου καθοριζομένου ωσαύτως υπό του διαιτητού ή δικαστηρίου· το ούτω επιστρεφόμενον ως αχρεωστήτως καταβληθέν ποσόν λαμβάνεται υπό του εισαγωγέως προς ικανοποίησιν πάσης αξιώσεως αυτού, καθ' όσον αφορά εις την εισαγωγήν των ειρημένων εμπορευμάτων και τον επ' αυτών πληρωτέον δασμόν ως και πάσαν συναφή προς την διαφοράν αποζημίωσιν ή δαπάνην, εξαιρουμένων των εξόδων της διαιτητικής ή δικαστικής διαδικασίας.

(3) Η διαδικασία, η διέπουσα αίτησιν παραπομπής εις διαιτησίαν δυνάμει του παρόντος άρθρου, καθορίζεται υπό του διαιτητού.

Γενικαί διατάξεις αφορώσαι εις την επιβολήν δασμού και την παράδοσιν των εμπορευμάτων
Μείωσις ή απόδοσις δασμού ή φόρου επί μετουσιωμένων εμπορευμάτων

162.-(1) Οσάκις οιαδήποτε εμπορεύματα-

(α) εισαχθέντα αλλά μη εισέτι τελωνισθέντα, δι' ον σκοπόν εδηλώθη εν τη κατατεθείση διασαφήσει εισαγωγής· ή

(β)τελούντα εν αποταμιεύσει, παύσωσι, λόγω της καταστάσεως αυτών, να αξίζωσιν τον αναλογούντα αυτοίς πλήρη δασμόν ή φόρον και υποστώσι μετουσίωσιν, καθ' ον τρόπον ο Διευθυντής θέλει καθορίσει και υφ' ους όρους ούτος κατά το δοκούν θέλει επιβάλει, ο Διευθυντής δύναται να μειώση ή επιστρέψη εν όλω ή εν μέρει τον επ' αυτών επιβλητέον ή καταβληθέντα δασμόν ή φόρον ή να παραιτηθή πάσης αξιώσεως προς επαναπληρωμήν εν όλω ή εν μέρει οιουδήποτε δασμού ή φόρου επιστραφέντος επί τη αποταμιεύσει τούτων, άμα τη παραδόσει των εμπορευμάτων, δι' ην χρήσιν ο Διευθυντής ήθελεν εκάστοτε καθορίσει:

Νοείται ότι το παρόν εδάφιον δεν τυγχάνει εφαρμογής επί οινοπνευματωδών.

(2) Οσάκις, είτε δυνάμει του προηγουμένου εδαφίου είτε άλλως πως, εμπορεύματα υποκείμενα εις δασμόν ή φόρον δίδονται προς εσωτερικήν κατανάλωσιν, υποστάντα μετουσίωσιν διά μίξεως αυτών μεθ' ετέρας τινός ουσίας, πας όστις διαχωρίζει τα εμπορεύματα εκ της τοιαύτης ουσίας είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν την εις τριπλούν αξίαν των εμπορευμάτων ή τας £1500 ή το εν εκάστη περιπτώσει μείζον των άνω ποσών ή εις φυλάκισιν μέχρι δύο ετών ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης, τα δε εμπορεύματα υπόκεινται εις δήμευσιν.

Απαλλαγή εκ του δασμού ή φόρου εμπορευμάτων απολεσθέντων ή καταστραφέντων

163.-(1) Εφ' όσον αποδειχθή τω Διευθυντή ότι εμπορεύματα υποκείμενα εις τινα δασμόν ή φόρον απωλέσθησαν ή κατεστράφησαν εξ αφεύκτου τινός αιτίας-

(α)μετά την εισαγωγήν των, αλλά πριν ή ταύτα τελωνισθώσιν, δι' ον σκοπόν εδηλώθη εν τη κατατεθείση διασαφήσει εισαγωγής· ή

(β) εν τη περιπτώσει εμπορευμάτων υποκειμένων εις τινα φόρων καταναλώσεως επί τη κατασκευή ή παραγωγή των ή επί τη μεταφορά αυτών εκ του τόπου της κατασκευής ή παραγωγής, καθ' οιονδήποτε χρόνον προ της μεταφοράς των εκ του τόπου τούτου· ή

(γ) εν όσω είναι αποταμιευμένα εν τινι δημοσία ή ιδιωτική αποθήκη· ή

(δ) καθ' οιονδήποτε χρόνον, εν όσω ο δασμός ή φόρος παραμένει εισέτι νομίμως απλήρωτος, εκτός οσάκις η πληρωμή του δασμού ή φόρου κατέστη μεν απαιτητή παρεσχέθη όμως υπό του Διευθυντού παράτασις του χρόνου πληρωμής· ή

(ε) καθ' οιονδήποτε χρόνον μετά την επιστροφήν του επ' αυτών καταβληθέντος δασμού ή φόρου,

ο Διευθυντής απαλλάττει τα εμπορεύματα του φόρου ή δασμού ή επιστρέφει τον καταβληθέντα δασμόν ή φόρον ή παραιτείται πάσης αξιώσεως προς επαναπληρωμήν οιουδήποτε δασμού ή φόρου επιστραφέντος επί τη αποταμιεύσει τούτων.

(2) Ο Διευθυντής δύναται, τη αιτήσει του κυρίου των ειρημένων εμπορευμάτων και υπό την προϋπόθεσιν τηρήσεως των υπό του Διευθυντού κατά το δοκούν επιβληθέντων όρων, να επιτρέψη την καταστροφήν και να παραιτηθή πάσης αξιώσεως προς πληρωμήν του αναλογούντος αυτοίς δασμού ή φόρου ή επαναπληρωμήν του επιστραφέντος δασμού ή φόρου-

(α)επί παντός μέρους αποταμιευμένων εμπορευμάτων, όπερ υφίσταται ζημίαν ή καθίσταται πλεόνασμα ως εκ της διενεργείας οιασδήποτε νομίμου πράξεως επί των εν λόγω αποταμιευμένων εμπορευμάτων εν τη αποθήκη, και επί παντός απορρίμματος προκύπτοντος εκ τοιούτων πράξεων· και

(β) επί εισαχθέντων εμπορευμάτων μη εισέτι τελωνισθέντων, δι' ον σκοπόν εδηλώθη εν τη κατατεθείση διασαφήσει εισαγωγής ή εφ' οιωνδήποτε αποταμιευμένων εμπορευμάτων, εφ' όσον εν εκατέρα περιπτώσει πρόκειται περί εμπορευμάτων, άτινα λόγω της καταστάσεως αυτών δεν αξίζουν πλέον πλήρη τον αναλογούντα αυτοίς δασμόν ή φόρον.

(3) Εφ' όσον αποδειχθή τω Διευθυντή, εν τη περιπτώσει οιουδήποτε ζυθοποιού, ότι ζύθος κατασκευασθείς υπ' αυτού κατεστράφη ή υπέστη φθοράν ή άλλως κατέστη ακατάλληλος προς ανάλωσιν λόγω αφεύκτου τινός συμβεβηκότος, εν όσω ευρίσκετο εν τω δεδηλωμένω αυτού οικήματι και εν τη περιπτώσει ζύθου υποστάντος φθοράν ή άλλως καταστάντος ακαταλλήλου προς ανάλωσιν, ότι ούτος κατεστράφη τη αδεία του αρμοδίου λειτουργού και τη παρουσία αυτού, ο Διευθυντής απαλλάττει ή επιστρέφει τον επιβληθέντα ή καταβληθέντα αναφορικώς προς τούτον φόρον.

Εκτέλεσις εγγυητηρίου αναφορικώς προς εμπορεύματα μεταφερθέντα άνευ πληρωμής του δασμού ή φόρου

164. Εάν εμπορεύματα, ων επετράπη κατά νόμον η μεταφορά δι' οιονδήποτε σκοπόν, άνευ πληρωμής του αναλογούντος αυτοίς δασμού ή φόρου, ληφθώσιν παρανόμως εξ οιουδήποτε πλοίου, αεροσκάφους ή τόπου, πριν ή επιτευχθή ο τοιούτος σκοπός, ο Διευθυντής δύναται κατά το δοκούν να προβή εις την εκτέλεσιν του παρασχεθέντος διά ταύτα εγγυητηρίου, και εάν έτι δεν παρήλθεν εισέτι ο εν τω εγγυητηρίω καθωρισμένος χρόνος προς επίτευξιν του εν λόγω σκοπού.

Επιστροφή καταβληθέντος δασμού ή φόρου κ.λ.π. - Γενικαί Διατάξεις
Επέκτασις εφαρμογής των αφορωσών εις επιστροφήν του καταβληθέντος δασμού ή φόρου διατάξεων

165.-(1) Άνευ επηρεασμού οιασδήποτε ετέρας διατάξεως του παρόντος ή οιουδήποτε ετέρου Νόμου, εφ' όσον επιτρέπεται η επιστροφή του καταβληθέντος δασμού ή φόρου επί τη φορτώσει εμπορευμάτων ως εφοδίων, το αυτό επιτρέπεται, τηρουμένων των όρων και περιορισμών, ους ο Διευθυντής ήθελε κατά το δοκούν επιβάλει, και επί τη αποταμιεύσει των εμπορευμάτων τούτων προς χρήσιν αυτών ως εφοδίων.

(2) Άνευ επηρεασμού οιασδήποτε ετέρας διατάξεως του παρόντος ή οιουδήποτε ετέρου Νόμου, οσάκις ο καταβληθείς δασμός ή φόρος επιστρέφεται επί τη εξαγωγή των εμπορευμάτων ή επί τη αποταμιεύσει τούτων προς εξαγωγήν, τηρουμένων των όρων και περιορισμών, ους ο Διευθυντής ήθελε κατά το δοκούν επιβάλει, επιστρέφεται ωσαύτως ούτος επι τη φορτώσει των εμπορευμάτων ως εφοδίων ή, αναλόγως της περιπτώσεως, επί τη αποταμιεύσει τούτων ως εφοδίων.

Γενική διάταξις περί τας αξιώσεις επιστροφής του καταβληθέντος δασμού ή φόρου

166.-(1) Πάσα αξίωσις προς επιστροφήν του καταβληθέντος δασμού ή φόρου δέον όπως υποβάλληται εν ω τύπω και περιέχη τοιαύτα στοιχεία, ως ο Διευθυντής ήθελεν εκάστοτε ορίσει.

(2) Οσάκις υποβάλληται αξίωσις προς επιστροφήν καταβληθέντος δασμού ή φόρου, αναφορικώς προς οιαδήποτε εμπορεύματα-

(α) ούτος δεν επιστρέφεται, εκτός εάν καταδειχθή τω Διευθυντή ότι ο δασμός ή φόρος επί των τοιούτων εμπορευμάτων ή του εν αυτοίς περιεχομένου ή χρησιμοποιηθέντος εν τη κατασκευή ή παρασκευή των αντικειμένου, αναφορικώς προς ον προβάλλεται η αξίωσις, κατεβλήθη κατά νόμον και μηδέποτε επεστράφη· και

(β)ο καταβληθείς δασμός ή φόρος δεν επιστρέφεται, μέχρις ου το δικαιούμενον εις τούτον πρόσωπον ή ο αντιπρόσωπος αυτού προβή εις δήλωσιν, εν ω τύπω και τρόπω και περιέχουσαν τοιαύτα στοιχεία, ως ο Διευθυντής θέλει καθορίσει, ότι επληρώθησαν άπαντες οι όροι, υφ' ους επιτρέπεται κατά νόμον η επιστροφή καταβληθέντος δασμού ή φόρου· και

(γ)ο Διευθυντής δύναται να απαιτήση εκ παντός προσώπου, όπερ καθ' οιονδήποτε στάδιον είχεν οιονδήποτε συμφέρον επί των εμπορευμάτων ή αντικειμένου, όπως παράσχη πάσαν ευλόγως αναγκαίαν πληροφορίαν, ίνα ο Διευθυντής δυνηθή να αποφασίση, εάν ο δασμός ή φόρος κατεβλήθη κατά νόμον και μηδέποτε επεστράφη και ίνα καταστή δυνατός ο υπολογισμός του ποσού του εκάστοτε επιστρεπτέου δασμού ή φόρου και όπως προσαγάγη οιονδήποτε λογιστικόν βιβλίον ή έτερον πάσης φύσεως έγγραφον, αφορών εις τα εμπορεύματα ή αντικείμενον.

(3) Πας όστις παραλείπει να συμμορφωθή προς απαίτησιν του Διευθυντού δυνάμει της παραγράφου (γ) του αμέσως προηγουμένου εδαφίου γενομένην, είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας £250.

Επιστροφή καταβληθέντος δασμού ή και φόρου επί παράγωγων προϊόντων

166Α. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Κανονισμούς να καθορίσει τους όρους και προϋποθέσεις επιστροφής των εισαγωγικών δασμών ή και φόρων που αναλογούν σε εμπορεύματα σε σχέση με τα οποία ο Διευθυντής ικανοποιείται ότι, μετά τον τελωνισμό τους για επιτόπια κατανάλωση, έχουν υποβληθεί σε μια ή περισσότερες εργασίες τελειοποίησης και στη συνέχεια έχουν επανεξαχθεί ως παράγωγα προϊόντα.

Επιστροφή καταβληθέντος δασμού ή φόρου επί εμπορευμάτων υποστάντων βλάβην ή καταστραφέντων μετά την φόρτωσιν

167.-(1) Εφ' όσον αποδειχθή τω Διευθυντή, ότι εμπορεύματα, μετά την προσηκόντως γενομένην φόρτωσιν αυτών προς εξαγωγήν κατεστράφησαν εκ τυχαίου συμβεβηκότος επί του πλοίου ή αεροσκάφους της εξαγωγής, επιστρέφεται ο καταβληθείς δασμός ή φόρος κατά τον αυτόν τρόπον, ως εάν τα εμπορεύματα εξήγοντο εις τον προορισμόν των.

(2) Εφ' όσον αποδειχθή τω Διευθυντή, ότι οιαδήποτε εμπορεύματα, μετά την προσηκόντως γενομένην φόρτωσιν αυτών προς εξαγωγήν, υπέστησαν ουσιώδη ζημίαν εκ τυχαίου συμβεβηκότος επί του πλοίου ή αεροσκάφους της εξαγωγής, και τη συναινέσει του Διευθυντού και υπό τους όρους, ους ούτος θέλει επιβάλει, τα εμπορεύματα αποβιβασθώσιν ή εκφορτωθώσι και εκ νέου κομισθώοιν εν τη Δημοκρατία και είτε εγκαταλειφθώσιν εις τον Διευθυντήν ή καταστραφώσιν, επιστρέφεται ο αναφορικώς προς τα εμπορεύματα καταβληθείς δασμός ή φόρος, ως εάν ταύτα εξήγοντο προσηκόντως εις τον προορισμόν των· ανεξαρτήτως δε οιασδήποτε διατάξεως του παρόντος ή οιουδήποτε ετέρου νόμου, αφορώντος εις την επανεισαγωγήν εξαχθέντων εμπορευμάτων, το πρόσωπον εις ο οφείλεται ή εις ο επεστράφη οιονδήποτε τοιούτο ποσόν, δεν υποχρεούται να πληρώση δασμόν επί των εμπορευμάτων των δυνάμει του παρόντος εδαφίου αποβιβαζομένων, εκφορτουμένων ή εκ νέου προσκομιζομένων εν τη Δημοκρατία.

Αδικήματα περί τας αξιώσεις επιστροφής καταβληθέντος δασμού ή φόρου

168.-(1) Πας όστις λαμβάνει ή πειράται να λάβη, ή πράττει τι ως εκ του οποίου έτερον τι πρόσωπον θα ηδύνατο να λάβη, οιονδήποτε ποσόν υπό μορφήν επιστρεφομένου, εκπιπτουμένου ή μειουμένου δασμού ή φόρου αναφορικώς προς οιαδήποτε εμπορεύματα, μη τω όντι κατά νόμον οφειλομένου ή όπερ είναι μείζον του κατά νόμον οφειλομένου-

(α)εάν μεν το αδίκημα διαπράττεται με πρόθεσιν καταδολιεύσεως της Δημοκρατίας, ούτος υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν την εις τριπλούν αξίαν των εμπορευμάτων ή τας £750 ή το εν εκάστη περιπτώσει μείζον των άνω ποσών·

(β) εν πάση ετέρα περιπτώσει, ούτος υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν την εις τριπλούν αξίαν του ποσού, του παρανόμως ληφθέντος ή εκπεσθέντος ή όπερ παρανόμως θα ελαμβάνετο ή εξεπίπτετο ή τας £500 ή το εν εκάστη περιπτώσει μείζον των άνω ποσών.

(2) Άπαντα τα εμπορεύματα, αναφορικώς προς άτινα διαπράττεται αδίκημα δυνάμει του προηγουμένου εδαφίου, υπόκεινται εις δήμευσιν:

Νοείται ότι εν τη περιπτώσει αξιώσεως προς επιστροφήν καταβληθέντος δασμού ή φόρου ο Διευθυντής δύναται κατά το δοκούν, αντί να προβή εις κατάσχεσιν των εμπορευμάτων, να αρνηθή να επιτρέψη επιστροφήν του καταβληθέντος επ' αυτών δασμού ή φόρου ή να διατάξη επιστροφήν μέρους μόνον του δασμού ή φόρου, ως ούτος ήθελεν εκάστοτε κατά το δοκούν ορίσει.

(3) Άνευ επηρεασμού των προηγουμένων διατάξεων του παρόντος άρθρου, εάν εν τη περιπτώσει οιωνδήποτε εμπορευμάτων, εφ' ων προεβλήθη αξίωσις επιστροφής καταβληθέντος δασμού ή φόρου, εκπτώσεως ή απαλλαγής εκ του δασμού ή φόρου, ευρεθή ότι-

(α)τα εμπορεύματα ταύτα δεν ανταποκρίνονται προς διασάφησιν κατατεθείσαν επ' αυτών, σχετικώς προς την τοιαύτην αξίωσιν· ή

(β)ότι τα εμπορεύματα πωλούμενα προς εσωτερικήν κατανάλωσιν, θα απέδιδον ελάσσονα του αξιουμένου ποσού, τα εμπορεύματα υπόκεινται εις δήμευσιν, ο δε καταθείς την διασάφησιν ή υποβαλών την αξίωσιν, υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν την εις τριπλούν αξίαν του απαιτουμένου ποσού ή τας £500 ή το εν εκάστη περιπτώσει μείζον των άνω ποσών:

Νοείται ότι η παράγραφος (β) του παρόντος εδαφίου ουδόλως τυγχάνει εφαρμογής επί αξιώσεως υποβαλλομένης δυνάμει οιασδήποτε των ακολούθων διατάξεων του παρόντος Νόμου, ήτοι-

(i) άρθρον 157·

(ii) εδάφιον 3, άρθρον 163· και

(iii)εδάφιον 2, άρθρον 167.

Δασμοί, Φόροι, Επιστροφή Καταβληθέντων δασμών και φόρων - Γενικαί Διατάξεις
Είσπραξις δασμών και φόρων, υπολογισμός και επιστροφή τούτων

169.-(1) Άνευ επηρεασμού οιασδήποτε ετέρας διατάξεως του παρόντος Νόμου, παν ποσόν οφειλόμενον υπό μορφήν δασμού ή φόρου καταναλώσεως εισπράττεται ως χρέος οφειλόμενον τη Δημοκρατία.

(2) Ο δασμός ή φόρος, ο επιστρεπτέος δασμός ή φόρος ή το ποσόν της εκπτώσεως δασμού ή φόρου, ούτινος ο συντελεστής είναι εκπεφρασμένος κατ' αναφοράν εις καθωρισμένην ποσότητα ή βάρος οιωνδήποτε εμπορευμάτων, επιβάλλεται ή εκπίπτεται και επί παντός κλάσματος της εν λόγω ποσότητος ή βάρους, το δε ποσόν το πληρωτέον ή επιστρεπτέον επί παντός τοιούτου κλάσματος υπολογίζεται αναλόγως:

Νοείται ότι ο Διευθυντής δύναται να καθορίζη τίνα κλάσματα θα λαμβάνωνται υπ' όψιν αναφορικώς προς οιονδήποτε βάρος ή ποσότητα.

(3) Κατά τον υπολογισμόν οιουδήποτε ποσού, οφειλομένου υπό τίνος προσώπου ή εις τι πρόσωπον δυνάμει των περί Τελωνείων ή Φόρων Καταναλώσεως Νόμων υπό μορφήν δασμού ή φόρου, επιστρεφομένου δασμού ή φόρου ή εκπτώσεως, ουδόλως λαμβάνεται υπ' όψιν ποσόν έλασσον των δέκα μιλς.