13.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) μέχρι (5) του παρόντος άρθρου, κάθε πρόσωπο που πραγματοποιεί φορολογητέες παραδόσεις αγαθών ή φορολογητέες παροχές υπηρεσιών οφείλει να εγγραφεί-
(α) Μετά το τέλος οποιασδήποτε φορολογικής περιόδου εάν η αξία των φορολογητέων παραδόσεων αγαθών ή των φορολογητέων παροχών υπηρεσιών που έχει πραγματοποιήσει-
(i) Κατά τη διάρκεια της εν λόγω φορολογικής περιόδου έχει υπερβεί το ποσό των £3,000, ή
(ii) κατά τη διάρκεια της εν λόγω φορολογικής περιόδου και κατά τη διάρκεια των αμέσως προηγούμενων τριών φορολογικών περιόδων έχει υπερβεί το ποσό των £12,000
(β) σε οποιοδήποτε χρόνο εφόσο υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι η αξία των φορολογητέων παραδόσεων αγαθών ή φορολογητέων παροχών υπηρεσιών τις οποίες πρόκειται να πραγματοποιήσει σε περίοδο ενός έτους από το χρόνο αυτό, θα υπερβεί το ποσό των £12,000.
(2) Η υποχρέωση οποιουδήποτε προσώπου να εγγραφεί μετά το τέλος της φορολογικής περιόδου με βάση την υποπαράγραφο (ϊ) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου παύει να υφίσταται σε περίπτωση κατά την οποία ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι η συνολική αξία των φορολογητέων παραδόσεων αγαθών ή των φορολογητέων παροχών υπηρεσιών τις οποίες το εν λόγω πρόσωπο έχει πραγματοποιήσει κατά την εν λόγω περίοδο και που θα πραγματοποιήσει κατά τη διάρκεια των επόμενων τριών φορολογικών περιόδων δε θα υπερβεί το ποσό των £12,000.
(3) Η υποχρέωση οποιουδήποτε προσώπου να εγγραφεί μετά το τέλος οποιασδήποτε φορολογικής περιόδου με βάση την υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου παύει να υφίσταται σε περίπτωση κατά την οποία ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι η αξία των φορολογητέων παραδόσεων αγαθών ή των φορολογητέων παροχών υπηρεσιών τις οποίες το εν λόγω πρόσωπο πρόκειται να πραγματοποιήσει κατά τη διάρκεια των επόμενων τεσσάρων φορολογικών περιόδων, δε θα υπερβεί το ποσό των £11,000.
(4) Στον υπολογισμό της αξίας των παραδόσεων αγαθών ή των παροχών υπηρεσιών οποιουδήποτε προσώπου για τους σκοπούς της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, δε θα λαμβάνονται υπόψη οποιεσδήποτε παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκαν ενόσω βρισκόταν σε ισχύ προηγούμενη εγγραφή του προσώπου αυτού εάν-
(α) Η εγγραφή του είχε ακυρωθεί για οποιοδήποτε λόγο, εκτός από το λόγο που αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 17,
(β) ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι πριν από την ακύρωση της προηγούμενης εγγραφής ο Έφορος είχε όλες τις αναγκαίες για την ακύρωση της εγγραφής πληροφορίες.
(5) Στον υπολογισμό της αξίας των παραδόσεων αγαθών ή των παροχών υπηρεσιών για τους σκοπούς του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου δε λαμβάνονται υπόψη οι παραδόσεις αγαθών ή οι παροχές υπηρεσιών που αποτελούν «στοιχεία πάγιου ενεργητικού της επιχείρησης» περιλαμβανομένης και της εμπορικής εύνοιας «Goodwill» που πραγματοποιούνται μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης.
(6) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (7) του παρόντος άρθρου, εγγεγραμμένο πρόσωπο που πραγματοποιεί φορολογητέες παραδόσεις αγαθών ή φορολογητέες παροχές υπηρεσιών παύει να διατηρεί την υποχρέωση του για εγγραφή σε οποιοδήποτε χρόνο, εάν ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι η αξία των φορολογητέων παραδόσεων αγαθών ή φορολογητέων παροχών υπηρεσιών τις οποίες πρόκειται να πραγματοποιήσει σε περίοδο ενός έτους από το χρόνο αυτό, δε θα υπερβεί το ποσό των £11,000.
(7) Εάν ο λόγος που η αξία των φορολογητέων παραδόσεων αγαθών ή φορολογητέων παροχών υπηρεσιών οποιουδήποτε προσώπου δε θα υπερβεί το ποσό των £11,000 κατά τη διάρκεια της περιόδου που αναφέρεται στο εδάφιο (6) του παρόντος άρθρου, είναι ότι το εν λόγω πρόσωπο θα παύσει να πραγματοποιεί φορολογητέες παραδόσεις αγαθών ή φορολογητέες παροχές υπηρεσιών κατά τη διάρκεια της πιο πάνω περιόδου, ή ότι θα αναστείλει την πραγματοποίηση τέτοιων παραδόσεων ή παροχών για περίοδο μεγαλύτερη των τριάντα (30) ημερών, τότε το εν λόγω πρόσωπο εξακολουθεί να διατηρεί την υποχρέωση του για εγγραφή.
(8) Στον υπολογισμό της αξίας των παραδόσεων αγαθών ή των παροχών υπηρεσιών για τους σκοπούς του εδαφίου (6) του παρόντος άρθρου δε λαμβάνονται υπόψη οι παραδόσεις αγαθών ή παροχές υπηρεσιών που αποτελούν «στοιχεία πάγιου ενεργητικού της επιχείρησης» περιλαμβανομένης και της εμπορικής εύνοιας "Goodwill" και πραγματοποιούνται μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης.
(9) Κάθε πρόσωπο το οποίο, με βάση τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος Μέρους, είναι υπόχρεο να είναι εγγεγραμμένο κατά την ημέρα έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, οφείλει να ειδοποιήσει γραπτώς τον Έφορο για το γεγονός αυτό σε χρόνο και με τρόπο που καθορίζεται σε διάταγμα που θα εκδοθεί με βάση τις διατάξεις του άρθρου 58 του παρόντος Νόμου και ο Έφορος προβαίνει στην εγγραφή του η οποία αρχίζει να ισχύει από την ημέρα έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου.
14.—(1) Κάθε πρόσωπο το οποίο με βάση την παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 13 υποχρεούται να εγγραφεί μετά το τέλος οποιασδήποτε φορολογικής περιόδου, οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για την υποχρέωσή του αυτή το αργότερο μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από το τέλος της εν λόγω φορολογικής περιόδου και ο Έφορος προβαίνει στην εγγραφή του, είτε έχει ειδοποιηθεί από το πρόσωπο αυτό είτε μη, και η εγγραφή αρχίζει να ισχύει από το τέλος του μήνα στον οποίο η τριακοστή ημέρα ανήκει, ή από οποιαδήποτε άλλη προηγούμενη ημερομηνία που θα συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.
(2) Κάθε πρόσωπο το οποίο με βάση την παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 13 υποχρεούται να εγγραφεί λόγω της αξίας των φορολογητέων παραδόσεων αγαθών ή των φορολογητέων παροχών υπηρεσιών τις οποίες πρόκειται να πραγματοποιήσει σε οποιαδήποτε μελλοντική περίοδο, οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για την υποχρέωσή του αυτή το αργότερο μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την έναρξη της περιόδου αυτής και τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου ο Έφορος προβαίνει στην εγγραφή του εν λόγω προσώπου, είτε έχει ειδοποιηθεί από το πρόσωπο αυτό είτε μη, και η εγγραφή αρχίζει να ισχύει μετά το τέλος της περιόδου των τριάντα (30) ημερών, ή από οποιαδήποτε προηγούμενη ημερομηνία η οποία θα συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.
(3) Εάν υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι η αξία των φορολογητέων παραδόσεων αγαθών ή φορολογητέων παροχών υπηρεσιών τις οποίες το εν λόγω πρόσωπο πρόκειται να πραγματοποιήσει τις πρώτες τριάντα (30) ημέρες της φορολογικής περιόδου θα υπερβεί το ποσό των £12,000 ο Έφορος μπορεί, εάν κρίνει σκόπιμο, να τον εγγράψει και η εγγραφή του να ισχύει από την αρχή της εν λόγω περιόδου.
15.—(1) 'Όταν οποιοδήποτε πρόσωπο που δεν είναι υπόχρεο να εγγραφεί, ικανοποιεί τον Έφορο ότι-
(α) Πραγματοποιεί φορολογητέες παραδόσεις αγαθών ή φορολογητέες παροχές υπηρεσιών, ή
(β) ασκεί επιχείρηση και προτίθεται να πραγματοποιήσει φορολογητέες παραδόσεις αγαθών ή φορολογητέες παροχές υπηρεσιών μέσα στα πλαίσια ή για προώθηση των δραστηριοτήτων της επιχείρησης αυτής,
τότε ο Έφορος, αν υποβληθεί σχετική αίτηση από το πρόσωπο αυτό, προβαίνει στην εγγραφή του η οποία αρχίζει να ισχύει από την ημέρα που υποβλήθηκε η αίτηση για εγγραφή, ή από οποιαδήποτε προγενέστερη ημερομηνία η οποία θα συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.
(2) Χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις του άρθρου 16 και του άρθρου 17 του παρόντος Νόμου, οποιοδήποτε πρόσωπο εγγράφεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, υποχρεούται να παραμείνει εγγεγραμμένο για περίοδο τουλάχιστο τριών (3) ετών μετά την ημερομηνία της πιο πάνω εγγραφής του.
16. Οποιοδήποτε πρόσωπο εγγράφηκε σύμφωνα με τα άρθρα 14 και 15 του παρόντος Νόμου και το οποίο τερματίζει την πραγματοποίηση ή παύει να έχει πρόθεση της πραγματοποίησης φορολογητέων παραδόσεων αγαθών ή φορολογητέων παροχών υπηρεσιών, οφείλει να γνωστοποιήσει το γεγονός αυτό στον Έφορο το αργότερο μέσα σε τριάντα ημέρες από την ημέρα του εν λόγω τερματισμού.
17.—(1) Όταν οποιοδήποτε εγγεγραμμένο πρόσωπο γνωστοποιήσει στον Έφορο ότι δεν είναι υπόχρεο να είναι εγγεγραμμένο και ικανοποιήσει τον Έφορο για το γεγονός αυτό, τότε ο Έφορος οφείλει να ακυρώσει την εγγραφή του και η ακύρωση ισχύει από την ημερομηνία της πιο πάνω γνωστοποίησης ή από οποιαδήποτε μεταγενέστερη ημερομηνία που θα συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.
(2) Όταν ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι οποιοδήποτε εγγεγραμμένο πρόσωπο παύει να είναι υπόχρεο ή δικαιούχο να εγγραφεί, τότε μπορεί να ακυρώσει την εγγραφή του και η ακύρωση ισχύει από την ημέρα που έπαυσε να είναι υπόχρεο ή δικαιούχο, ή από οποιαδήποτε μεταγενέστερη ημερομηνία που θα συμφωνηθεί μεταξύ του Εφόρου και του προσώπου αυτού.
(3) Όταν ο Έφορος ικανοποιηθεί ότι κατά την ημέρα της εγγραφής του το εγγεγραμμένο πρόσωπο δεν ήταν ούτε δικαιούχο για εγγραφή αλλά ούτε και υπόχρεο, τότε μπορεί να ακυρώσει την εγγραφή και η ακύρωση ισχύει από την πιο πάνω ημέρα.
18.—(1) Ανεξάρτητα από τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος Μέρους, εάν οποιοδήποτε πρόσωπο που πραγματοποιεί ή προτίθεται να πραγματοποιήσει φορολογητέες παραδόσεις αγαθών ή φορολογητέες παροχές υπηρεσιών και υποχρεούται να εγγραφεί σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμο», ικανοποιεί τον Έφορο ότι όλες ή το μεγαλύτερο μέρος από αυτές φορολογούνται με φορολογικό συντελεστή μηδέν τοις εκατόν (0%) ή θα φορολογούντο με το συντελεστή αυτό εάν τα ίδιο ήταν υποκείμενο στο φόρο πρόσωπα, τότε ο Έφορος μπορεί, εάν το θεωρεί σκόπιμο και εφόσο υποβληθεί σχετική αίτηση από το πρόσωπο αυτό, να προβεί σε εξαίρεσή του από την υποχρέωσή του για εγγραφή, και η εξαίρεση ισχύει μέχρις ότου ο Έφορος κρίνει ότι δεν πρέπει να ενεργεί πλέον με βάση την υποβληθείσα αίτηση, ή ότι η αίτηση αποσύρθηκε.
(2) Όταν υπάρχουν σημαντικές αλλαγές στη φύση των παραδόσεων αγαθών ή των παροχών υπηρεσιών που πραγματοποιήθηκαν από το εξαιρούμενο από την εγγραφή πρόσωπο δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, τότε το εν λόγω» πρόσωπο οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για την αλλαγή αυτή-
(α) Το αργότερο μέσα σε τριάντα ημέρες από την ημέρα που επήλθε η εν λόγω αλλαγή, ή
(β) αν δεν υπάρχει συγκεκριμένη ημέρα κατά την οποία επήλθε η αλλαγή, το αργότερο μέσα σε τριάντα ημέρες από το τέλος της φορολογικής περιόδου κατά τη διάρκεια της οποίας επήλθε η εν λόγω αλλαγή.
(3) Όταν υπάρχει σημαντική αλλαγή σε οποιαδήποτε φορολογική περίοδο σε ότι αφορά την αναλογία των φορολογητέων παραδόσεων αγαθών ή παροχών υπηρεσιών που φορολογούνται με φορολογικό συντελεστή μηδέν τοις εκατόν (0%) τότε το εν λόγω πρόσωπο οφείλει να ειδοποιήσει τον Έφορο για την αλλαγή αυτή το αργότερο μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από το τέλος της φορολογικής περιόδου κατά τη διάρκεια της οποίας επήλθε η εν λόγω αλλαγή.
19. Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο μπορούν να τροποποιούν τα ποσά που αναφέρονται στις διατάξεις του παρόντος Μέρους.
20. Οποιαδήποτε γνωστοποίηση που αναφέρεται στις διατάξεις του παρόντος Μέρους συντάσσεται πάνω σε ειδικό έντυπο το οποίο καθορίζεται με διάταγμα που εκδίδεται από το Υπουργικό Συμβούλιο και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
21. Ο 'Έφορος τηρεί Μητρώο με την ονομασία «Μητρώο Φόρου Προστιθέμενης Αξίας» στο οποίο εγγράφονται το όνομα και η διεύθυνση του υποκείμενου στο φόρο προσώπου καθώς και οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες τις οποίες ο Έφορος θεωρεί αναγκαίες για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου. Το Μητρώο μπορεί να τηρείται σε οποιοδήποτε τύπο ήθελε καθορίσει ο Έφορος για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου περιλαμβανομένης και της μηχανογραφημένης μορφής.
21Α. Κάθε πρόσωπο που αρνείται ή παραλείπει ή καθυστερεί να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του Μέρους III του παρόντος Νόμου ή οποιωνδήποτε κανονισμών ή διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού, οφείλει να καταβάλει στον Έφορο χρηματική επιβάρυνση πενήντα λιρών (£50) για κάθε μήνα ή το μέρος αυτού για το οποίο ή το οποίο διαρκεί η καθυστέρηση, ή η άρνηση ή η παράλειψη.