1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Κατοχής, Χρήσης και Ανακοίνωσης Προνομιακών Εμπιστευτικών Πληροφοριών, περί της Εποπτικής Αρμοδιότητας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και περί Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμος του 1999.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
“αποκόμιση κέρδους” σημαίνει προσπορισμό οποιουδήποτε οφέλους, εξαιρουμένων των συνήθων και υπό τις περιστάσεις κάθε περίπτωσης λογικών μεσιτικών δικαιωμάτων που δικαιούται χρηματιστής σύμβουλος επενδύσεων, διαχειριστής χαρτοφυλακίου ή άλλο πρόσωπο το οποίο παρέχει υπηρεσίες σε τρίτους σχετικά με την απόκτηση, διάθεση ή διαχείριση κινητών αξιών˙
“Δημοκρατία” σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία˙
“δημόσια χρεόγραφα” σημαίνει χρεόγραφα που εκδίδονται από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας, από δήμους, άλλες τοπικές αρχές και από νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου και περιλαμβάνει χρεόγραφα εγγυημένα από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας και χρεόγραφα που εκδίδονται από την κυβέρνηση ή νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου άλλων κρατών, καθώς και χρεόγραφα εγγυημένα από την κυβέρνηση άλλων κρατών, εφόσον τα χρεόγραφα αυτά γίνονται δεκτά προς διαπραγμάτευση σε εγκεκριμένη από τον Υπουργό χρηματιστηριακή αγορά, η οποία διέπεται από ορισμένους κανόνες, τελεί υπό την εποπτεία δημοσίως αναγνωρισμένων αρχών, λειτουργεί κανονικά και είναι άμεσα ή έμμεσα ανοικτή στο κοινό˙
“εκδότης” σημαίνει το νομικό πρόσωπο ή την ένωση προσώπων που εκδίδει κινητές αξίες˙
“Επιτροπή” σημαίνει την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου που συνιστάται δυνάμει του άρθρου 5 του περί Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου του 2001.
“κινητές αξίες” ή περιληπτικά “αξίες” σημαίνει δημόσια χρεόγραφα και τίτλους˙
“Σύμβαση” σημαίνει τη Σύμβαση για τους Έχοντες Προνομιακή Πρόσβαση στην Πληροφόρηση του Συμβουλίου της Ευρώπης, που κυρώθηκε με νόμο από τη Δημοκρατία με τον Κυρωτικό της Σύμβασης για τους Έχοντες Προνομιακή Πρόσβαση στην Πληροφόρηση Νόμο˙
“τίτλοι” σημαίνει μετοχές, χρεόγραφα, ομολογίες, ιδρυτικούς και άλλους τίτλους δημόσιων εταιρειών που έχουν κατά νόμο συσταθεί στη Δημοκρατία, μερίδια σε σχέδια συλλογικών επενδύσεων και δικαιώματα επ’ αυτών, συμπεριλαμβανομένων και των συμβάσεων ή/και των δικαιωμάτων προεγγραφής ή υπό προθεσμία ή προτιμήσεως για απόκτηση ή διάθεση τους, όπως και συμβάσεις με ρήτρα για τους τίτλους αυτούς και περιλαμβάνει τίτλους κατά την πιο πάνω έννοια εταιρειών ή άλλων νομικών προσώπων ή ενώσεων προσώπων που έχουν κατά νόμο συσταθεί στην αλλοδαπή, εφόσον οι τίτλοι αυτοί γίνονται δεκτοί προς διαπραγμάτευση σε εγκεκριμένη από τον Υπουργό χρηματιστηριακή αγορά, η οποία διέπεται από ορισμένους κανόνες, τελεί υπό την εποπτεία δημοσίως αναγνωρισμένων αρχών, λειτουργεί κανονικά και είναι άμεσα ή έμμεσα ανοικτή στο κοινό˙
“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών˙
“Χρηματιστήριο” σημαίνει το κατά τις διατάξεις του άρθρου 3 του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου συσταθέν Χρηματιστήριο˙
“χρηματιστής” σημαίνει χρηματιστή κατά την έννοια του άρθρου 33 του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου.
3.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, “προνομιακή εμπιστευτική πληροφορία” είναι κάθε πληροφορία που αφορά μια ή περισσότερες συγκεκριμένες κινητές αξίες ή έναν ή περισσότερους εκδότες, είναι συγκεκριμένης φύσεως, δεν κατέστη δημόσια γνωστή και, αν καθίστατο δημόσια γνωστή, θα μπορούσε να επηρεάσει ουσιωδώς την τιμή των αξιών αυτών.
(2) Μια πληροφορία αφορά έναν εκδότη τίτλων όχι μόνο στην περίπτωση που αναφέρεται στον ίδιο τον εκδότη, αλλά και στην περίπτωση που αυτή αναφέρεται σε γεγονός που δύναται να επηρεάσει τις επιχειρησιακές προοπτικές του εκδότη αυτού.
(3) Μια πληροφορία λογίζεται ότι κατέστη “δημόσια γνωστή” -
(α) Εφόσον δημοσιεύτηκε σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν μια οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά με σκοπό την πληροφόρηση των επενδυτών και των κατ’ επάγγελμα συμβούλων τους ή με βάση τον παρόντα Νόμο ή άλλο νόμο που εκάστοτε ισχύει στη Δημοκρατία˙
(β) εφόσον περιέχεται σε αρχεία ή άλλα έγγραφα κατά νόμο διαθέσιμα στο κοινό προς επιθεώρηση˙
(γ) εφόσον ευχερώς δύναται να αποκτηθεί˙ ή
(δ) εφόσον απέρρευσε από πληροφορία που κατέστη δημόσια γνωστή.
(4) Ενδεικτικά, και ανάλογα με τα πραγματικά περιστατικά της κάθε περίπτωσης, μία πληροφορία δύναται να λογιστεί ότι κατέστη “δημόσια γνωστή”, έστω και αν η πληροφορία αυτή -
(α) Μπορεί να αποκτηθεί επί τη βάσει δημόσια γνωστών πληροφοριών μόνο από πρόσωπα που επιδεικνύουν ειδική επιμέλεια ή εμπειρία˙
(β) κοινοποιείται σε μέρος μόνο του κοινού και όχι στο κοινό εν γένει˙
(γ) μπορεί να αποκτηθεί επί τη βάσει δημόσια γνωστών πληροφοριών μόνο κατόπιν ειδικής παρατηρήσεως ή εκτιμήσεως˙
(δ) κοινοποιείται μόνο κατόπιν καταβολής ενός λογικού δικαιώματος˙
(ε) δημοσιεύεται μόνο εκτός της Δημοκρατίας.
4. Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, “κάτοχος προνομιακής εμπιστευτικής πληροφορίας” είναι κάθε πρόσωπο που λόγω των περιπτώσεων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (α) και (β) του παρόντος άρθρου κατέχει προνομιακή εμπιστευτική πληροφορία που εν γνώσει του είναι τέτοια-
(α) (i) Λόγω της ιδιότητας του ως μέλους των διοικητικών, διευθυντικών ή εποπτικών οργάνων οποιουδήποτε εκδότη˙
(ii) λόγω της συμμετοχής του στο κεφάλαιο οποιουδήποτε εκδότη˙
(iii) επειδή έχει πρόσβαση στην πληροφορία αυτή λόγω της άσκησης της εργασίας, του επαγγέλματος ή των καθηκόντων του˙ ή
(β) λόγω του γεγονότος ότι προέρχεται άμεσα ή έμμεσα από πηγή ή πρόσωπο που εμπίπτει στις διατάξεις της παραγράφου (α):
Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, πρόσωπο που συνδέεται με σχέση συγγένειας μέχρι δεύτερου βαθμού και που εκ των υστέρων αποδεικνύεται ότι έχει συναλλαχθεί σε σχετικό χρόνο σε κινητές αξίες κατά παράβαση του άρθρου 5 εμπίπτει στον κατάλογο των προσώπων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο, εκτός αν το εν λόγω πρόσωπο αποδείξει ότι κάτω από το σύνολο των περιστάσεων δεν είχε ευχέρεια ή ευκαιρία πρόσβασης ή γνώσης της σχετικής πληροφορίας.
5.-(1) Απαγορεύεται στον κάτοχο προνομιακής εμπιστευτικής πληροφορίας να αγοράζει, πωλεί, διαθέτει, δεσμεύει, υποθηκεύει ή άλλως πως διαθέτει κινητές αξίες των οποίων η τιμή δύναται να επηρεαστεί ουσιωδώς από την πληροφορία αυτή. Παράβαση της διατάξεως αυτής συνιστά ποινικό αδίκημα που τιμωρείται σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος Νόμου.
(2) Απαγορεύεται στον κάτοχο προνομιακής εμπιστευτικής πληροφορίας να προτρέπει ή να διευκολύνει τρίτο ή να συνιστά σε τρίτο συναλλαγή σε κινητές αξίες των οποίων η τιμή δύναται ουσιωδώς να επηρεαστεί από την πληροφορία αυτή, ανεξάρτητα αν ο άλλος αυτός γνωρίζει το γεγονός. Παράβαση της διατάξεως αυτής συνιστά ποινικό αδίκημα, που τιμωρείται σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος Νόμου.
(3) Απαγορεύεται στον κάτοχο προνομιακής εμπιστευτικής πληροφορίας να ανακοινώνει σε τρίτο την πληροφορία αυτή, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η ανακοίνωση της πληροφορίας αυτής γίνεται μέσα στα συνήθη πλαίσια της άσκησης της εργασίας, του επαγγέλματος ή των καθηκόντων του. Παράβαση της διατάξεως αυτής συνιστά ποινικό αδίκημα, που τιμωρείται σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος Νόμου.
(4) Οι απαγορεύσεις που προνοούνται στο παρόν άρθρο δεν ισχύουν προκειμένου περί πράξεων που διενεργούνται αποκλειστικά με σκοπό την άσκηση νομισματικής ή συναλλαγματικής πολιτικής ή με σκοπό τη διαχείριση του δημόσιου χρέους από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας, την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ή από άλλο εξουσιοδοτημένο από την κυβέρνηση ή την Κεντρική Τράπεζα οργανισμό ή κατ’ εντολήν τους.
(5) (α) Σε περίπτωση που ο ενεργών κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου αυτού είναι νομικό πρόσωπο, ποινική ευθύνη για το αδίκημα που διαπράττεται υπέχουν μόνο τα φυσικά πρόσωπα που έλαβαν μέρος στη λήψη της απόφασης προς τέλεση της πράξεως που στοιχειοθετεί το αδίκημα.
(β) “Ενεργών” για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου περιλαμβάνει και το πρόσωπο που είναι ή συμπεριφέρεται ως αντιπρόσωπος ή εντολοδόχος.
(6) (α) “Συναλλαγή σε αξίες”, για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, σημαίνει-
(i) Την κτήση ή τη διάθεση κινητών αξιών για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου˙
(ii) την πρόκληση, άμεση ή έμμεση, της κτήσεως ή της διαθέσεως κινητών αξιών από άλλο πρόσωπο, που ενεργεί ως αντιπρόσωπος, εντολοδόχος ή σύμφωνα με τις οδηγίες του προσώπου αυτού.
(β) Ο όρος “κτήση κινητής αξίας”, για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, περιλαμβάνει -
(i) Τη συμφωνία προς κτήση των κινητών αξιών˙ και
(ii) τη σύναψη συμβάσεως με την οποία συνιστάται η κινητή αξία.
(γ) Ο όρος “διάθεση κινητής αξίας” περιλαμβάνει -
(i) Τη συμφωνία προς διάθεση της κινητής αξίας˙ και
(ii) τον τερματισμό της συμβάσεως με την οποία συνεστήθη η κινητή αξία.
(7) Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν επηρεάζουν το έγκυρο των κατά παράβαση των διατάξεων του συναπτόμενων συμβάσεων.
6.-(1) Το κατά τις διατάξεις του εδαφίου (1), του εδαφίου (2) ή του εδαφίου (3) του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου διαπραττόμενο ποινικό αδίκημα τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι επτά έτη ή με χρηματική ποινή μέχρι πενήντα χιλιάδες λίρες ή και με τις δύο αυτές ποινές.
(2) Πρόσωπο που καταδικάζεται για αδίκημα που στοιχειοθετείται σύμφωνα με τα εδάφια (1), (2) ή (3) του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου στερείται του δικαιώματος να συναλλάσσεται, άμεσα ή έμμεσα, σε κινητές αξίες για διάστημα πέντε ετών από την καταδίκη του, εκτός αν πρόκειται για την ολοκλήρωση προγενέστερων της καταδίκης του νόμιμων πράξεων.
(3) (α) Παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου αυτού συνιστά ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος ή με χρηματική ποινή μέχρι δύο χιλιάδες λίρες ή και με τις δύο αυτές ποινές.
(β) Το αδίκημα αυτό συνεπάγεται στέρηση του δικαιώματος του υπαιτίου να συναλλάσσεται, άμεσα ή έμμεσα, σε κινητές αξίες, υπό τις ίδιες όπως και στο εδάφιο (2) προϋποθέσεις, για περαιτέρω διάστημα πέντε ετών από τη νέα αυτή καταδίκη.
7.-(1) Αποκλείεται το άδικο της πράξεως και ο υπαίτιος του κατά το άρθρο 5(1) του παρόντος Νόμου ποινικού αδικήματος δεν τιμωρείται, αν αποδείξει ότι κατά την τέλεση της πράξεως συνέτρεχε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Δεν προσδοκούσε στην αποκόμιση κέρδους ή στην αποτροπή ζημιάς, εξαιτίας της πληροφορίας που κατείχε.
(β) Με βάση το άρθρο 3(3) είχε την εύλογη πεποίθηση πως η πληροφορία αυτή ήταν ευρέως γνωστή, σε έκταση που να αποτρέπεται το ενδεχόμενο ένα εκ των δύο μερών στη συναλλαγή να βρίσκεται σε προνομιακή θέση έναντι του άλλου που δεν κατείχε την πληροφορία αυτή.
(γ) Θα τελούσε την πράξη αυτή οπωσδήποτε, έστω και αν δεν κατείχε την πληροφορία αυτή ως εκκαθαριστής, παραλήπτης, διαχειριστής πτωχεύσεως, εμπιστευματοδόχος, εντολοδόχος, εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ή άλλως πως.
(δ) Ανακοινώνοντας την πληροφορία που κατείχε στην Επιτροπή, η Επιτροπή έκρινε σκόπιμο υπό τις περιστάσεις να μην τη γνωστοποιήσει στο ευρύ κοινό και παρήλθε διάστημα είκοσι μιας ημερών από την ανακοίνωση της πληροφορίας στην Επιτροπή.
(2) Αποκλείεται το άδικο της πράξεως και ο υπαίτιος του κατά το άρθρο 5(2) του παρόντος Νόμου ποινικού αδικήματος δεν τιμωρείται, αν αποδείξει ότι κατά την τέλεση της πράξεως συνέτρεχε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Δεν προσδοκούσε ότι η συναλλαγή θα απέληγε στην αποκόμιση κέρδους ή στην αποτροπή ζημιάς εξαιτίας της πληροφορίας αυτής.
(β) Είχε την εύλογη πεποίθηση πως η πληροφορία αυτή ήταν ή θα γινόταν ευρέως γνωστή, σε έκταση που να αποτρέπεται το ενδεχόμενο ένα εκ των δύο μερών στη συναλλαγή να βρίσκεται σε προνομιακή θέση έναντι του άλλου που δεν κατείχε την πληροφορία αυτή.
(γ) Ανακοινώνοντας την πληροφορία που κατείχε στην Επιτροπή, η Επιτροπή έκρινε σκόπιμο υπό τις περιστάσεις να μην τη γνωστοποιήσει στο ευρύ κοινό και παρήλθε διάστημα είκοσι μιας ημερών από την ανακοίνωση της πληροφορίας στην Επιτροπή.
(3) Αποκλείεται το άδικο της πράξεως και ο υπαίτιος του κατά το άρθρο 5(3) ποινικού αδικήματος δεν τιμωρείται, αν αποδείξει ότι κατά την τέλεση της πράξεως δεν προσδοκούσε ότι εξαιτίας της ανακοίνωσης της πληροφορίας αυτής οποιοδήποτε πρόσωπο θα προέβαινε σε συναλλαγή στις αξίες που αφορούσε η πληροφορία ή ότι, παρότι το προσδοκούσε εντούτοις δεν ανέμενε ότι η συναλλαγή θα απέληγε σε αποκόμιση κέρδους ή στην αποτροπή ζημιάς εξαιτίας της πληροφορίας που ανακοίνωσε.
8.-(1) Αποκλείεται το άδικο της πράξεως και δεν τιμωρείται ο υπαίτιος του κατά το άρθρο 5(1) ή 5(2) ποινικού αδικήματος, αν αποδείξει ότι κατά την τέλεση της πράξεως συνέτρεχαν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Η προνομιακή εμπιστευτική πληροφορία που κατείχε λογίζεται “επαγγελματική πληροφορία” κατά την έννοια του εδαφίου (4) του άρθρου αυτού~ και
(β) ήταν εύλογο, ως εκ της ιδιότητας του, να ενεργήσει όπως ενήργησε, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι κατείχε την πληροφορία αυτή.
(2) Για να κριθεί κατά πόσο συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού, λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) Το περιεχόμενο της πληροφορίας~
(β) οι περιστάσεις υπό τις οποίες περιήλθε σε γνώση του η πληροφορία και η ιδιότητα που τότε κατείχε~
(γ) η ιδιότητα υπό την οποία ενήργησε~
(δ) ο αριθμός και η αξία των κινητών αξιών που ήταν αντικείμενο της συναλλαγής του υπαιτίου.
(3) Αποκλείεται το άδικο της πράξεως και δεν τιμωρείται ο υπαίτιος του κατά το άρθρο 5(1) ή (2) ποινικού αδικήματος, αν αποδείξει ότι κατά την τέλεση της πράξεως συνέτρεχαν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Η πράξη του είχε ως αντικείμενο την κτήση ή διάθεση αξιών η οποία τελούσε υπό μελέτη ή ήταν αντικείμενο διαπραγματεύσεων ή έγινε στα πλαίσια μιας σειράς τέτοιων ανάλογων πράξεων και προς το σκοπό ολοκλήρωσης τους~ και
(β) η προνομιακή εμπιστευτική πληροφορία που κατείχε λογίζεται “επαγγελματική πληροφορία” κατά την έννοια του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου και κατείχε την πληροφορία αυτή εξαιτίας της συμμετοχής του στις πιο πάνω πράξεις.
(4) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, “επαγγελματική πληροφορία” λογίζεται κάθε πληροφορία που αφορά ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα γεγονότα:
(α) Το γεγονός ότι συντελέστηκε ή επίκειται να συντελεστεί η κτήση ή η διάθεση αξιών συγκεκριμένης κατηγορίας ή ότι η κτήση ή η διάθεση των αξιών αυτών τελεί υπό μελέτη ή είναι αντικείμενο διαπραγματεύσεων, ο αριθμός και η τιμή των αξιών αυτών.
(β) Το γεγονός ότι δε συντελέστηκε ούτε επίκειται να συντελεστεί η κτήση ή η διάθεση αξιών συγκεκριμένης κατηγορίας.
(γ) Η ταυτότητα των προσώπων που εμπλέκονται, υπό οποιαδήποτε ιδιότητα, στη κτήση ή στη διάθεση των αξιών.
9. Πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, που ενεργεί κατά παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (1) ή (2) ή (3) του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου ευθύνεται για κάθε ζημιά, περιλαμβανομένης και της απώλειας κέρδους, που γίνεται σε τρίτους ένεκα της πράξεως του, εκτός εάν αποδείξει ότι συντρέχει οποιοσδήποτε γενικός ή ειδικός λόγος που αποκλείει το άδικο της πράξεως, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 7 και 8 του παρόντος Νόμου.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 36(I)/1999
- 107(I)/2001
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 36(I)/1999
- 107(I)/2001
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 36(I)/1999
- 107(I)/2001
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 36(I)/1999
- 107(I)/2001
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 36(I)/1999
- 107(I)/2001
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 36(I)/1999
- 107(I)/2001
22.-(1) Κάθε εκδότης τίτλων οφείλει να τηρεί ανελλιπώς όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το Νόμο δυνάμει του οποίου έχει συσταθεί και λειτουργεί και επιπλέον τις καθορισμένες κατά τις επόμενες διατάξεις του Νόμου αυτού υποχρεώσεις.
(2) Κάθε εκδότης που έχει εισηγμένους τίτλους στο Χρηματιστήριο οφείλει, για όσο χρόνο οι τίτλοι είναι εισηγμένοι, να τηρεί ανελλιπώς όλες τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στον περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμο, στους περι Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Κανονισμούς και ειδικότερα στο Παράρτημα ΣΤ’ αυτών, στο άρθρο 26 του παρόντος Νόμου και στους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς.
(3) Κάθε εκδότης τίτλων μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο οφείλει να τηρεί ανελλιπώς όλες τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα επόμενα άρθρα του Μέρους αυτού και στους δυνάμει του παρόντος Νόμου εκδιδόμενους Κανονισμούς.
23.-(1) Ο εκδότης οφείλει να ανακοινώνει, χωρίς καθυστέρηση, στην Επιτροπή και στο ευρύ κοινό -
(α) Κάθε ουσιώδη πληροφορία ικανή να βοηθήσει τους δικαιούχους των τίτλων και το ευρύ κοινό εν γένει στην κατά το δυνατό καλύτερη εκτίμηση της κατάστασης του και την αξιολόγηση των τίτλων, ώστε να αποτρέπεται διακύμανση της τιμής των τίτλων που δε δικαιολογείται από τα στοιχεία του ενεργητικού, τα κέρδη και τις προοπτικές του εκδότη ή εσφαλμένη εντύπωση αναφορικά με την έκταση του επενδυτικού ενδιαφέροντος ή της επενδυτικής δραστηριότητας σχετικά με τους τίτλους αυτούς~ και
(β) κάθε μείζονος σημασίας νέα εξέλιξη στη σφαίρα των δραστηριοτήτων του που δεν είναι δημόσια γνωστή, όπως ορίζεται στον παρόντα Νόμο, και που ενδέχεται, ως εκ των επιπτώσεων της επί των στοιχείων του ενεργητικού και των υποχρεώσεων του ή της οικονομικής του κατάστασης ή της γενικής πορείας των εργασιών του -
(i) να επιφέρει ουσιώδη διακύμανση στην τιμή των τίτλων~
(ii) προκειμένου περί ομολογιακών αξιών, να επιφέρει ουσιώδη διακύμανση στην τιμή τους ή να επηρεάσει ουσιωδώς την ικανότητα του εκδότη να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του.
(2) Ο εκδότης έχει υποχρέωση να μην ανακοινώνει τις πιο πάνω πληροφορίες σε τρίτους και να λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο για να διασφαλίζει ότι οι πιο πάνω πληροφορίες δε θα διαρρεύσουν σε μη εξουσιοδοτημένους τρίτους, πριν αυτές ανακοινωθούν στην Επιτροπή και στο ευρύ κοινό. Επιτρέπεται εντούτοις στον εκδότη, κατ’ εξαίρεσιν του πιο πάνω κανόνα, η παροχή απολύτως εμπιστευτικών πληροφοριών σε συμβούλους ή πρόσωπα με τα οποία βρίσκεται σε διαπραγμάτευση προς σύναψη συμβάσεως ή χρηματοδότηση, όπως στην περίπτωση πιθανών αναδόχων ή χρηματοδοτών κεφαλαίου ή χορηγών δανείων. Στην περίπτωση αυτή ο εκδότης οφείλει να εφιστά την προσοχή των προσώπων στα οποία παρέχονται οι εμπιστευτικές πληροφορίες στο γεγονός ότι δεν επιτρέπεται να συναλλάσσονται σε τίτλους του εκδότη ή να προτρέπουν ή να διευκολύνουν τρίτο ή να συνιστούν σε τρίτο συναλλαγή σε τίτλους του εκδότη ή να ανακοινώνουν σε τρίτο τέτοιες πληροφορίες, μέχρις ότου οι πληροφορίες αυτές καταστούν δημόσια γνωστές.
(3) Σε περίπτωση που αναμένεται οποιαδήποτε μείζων εξέλιξη, δυνάμενη να επηρεάσει ουσιωδώς την τιμή των τίτλων, ο εκδότης οφείλει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για διατήρηση του απολύτως εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών αυτών. Αν αδυνατεί να το πράξει ή διαπιστώσει διαρροή των πληροφοριών αυτών, ο εκδότης οφείλει πάραυτα να εκδώσει προς την Επιτροπή και το ευρύ κοινό ανάλογη προειδοποιητική ανακοίνωση, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις συναλλαγών προς εξαγορά ή συγχώνευση ή σε περίπτωση οποιασδήποτε άλλης μείζονος αλλαγής στις σχέσεις του με άλλους εκδότες, εφόσον υφίσταται εύλογος πιθανότης προς τελείωση της πράξεως ή εφόσον οι διαπραγματεύσεις επεκτείνονται για να καλύψουν μεγαλύτερο αριθμό προσώπων.
(4) Σε περίπτωση που ο εκδότης έχει κατά νόμο ή άλλως πως υποχρέωση προς ανακοίνωση σε τρίτους πληροφοριών ικανών να επηρεάσουν την τιμή των τίτλων, ο εκδότης οφείλει να ανακοινώνει τις πληροφορίες αυτές συγχρόνως και στην Επιτροπή και στο ευρύ κοινό. Σε περίπτωση που οι πληροφορίες αυτές αφορούν πρόταση του εκδότη που απευθύνεται προς τους υπαλλήλους του, ο εκδότης δύναται να αναβάλει την ανακοίνωση των πληροφοριών αυτών, μέχρις ότου καταλήξει σε συμφωνία με τους υπαλλήλους προς εφαρμογή της προτάσεως.
(5) Σε περίπτωση που επίκειται η ανακοίνωση σε γενική συνέλευση των μετόχων πληροφοριών ικανών να επηρεάσουν την τιμή των τίτλων, ο εκδότης οφείλει να ανακοινώσει τις πληροφορίες αυτές προηγουμένως στην Επιτροπή και στο ευρύ κοινό.
(6) Σε περίπτωση που ο εκδότης κρίνει ότι η κοινοποίηση πληροφοριών ενδέχεται να παραβλάψει τα συμφέροντα του, οφείλει να θέσει το θέμα ενώπιον της Επιτροπής και να διαβουλεύεται μαζί της για χειρισμό του θέματος. Η Επιτροπή έχει εξουσία, σε δικαιολογημένες περιπτώσεις, να εξαιρεί τον εκδότη από την υποχρέωση προς κοινοποίηση των πληροφοριών, εφόσον ικανοποιηθεί ότι η κοινοποίηση των πληροφοριών αυτών προσκρούει στο δημόσιο συμφέρον ή επάγεται σοβαρή ζημιά για τον εκδότη και ότι η μη αποκάλυψη τους δεν είναι ικανή να παραπλανήσει το κοινό σε ότι αφορά γεγονότα και περιστάσεις ουσιώδεις για την εκτίμηση των σχετικών τίτλων.
24.-(1) Ο εκδότης έχει υποχρέωση να ανακοινώνει στην Επιτροπή και στο ευρύ κοινό, ευθύς αμέσως μετά τη λήψη ή έγκριση της -
(α) Κάθε απόφαση των οργάνων διοικήσεως του προς καταβολή ή μη καταβολή μερισμάτων, διανομή κερδών ή πληρωμή τόκου·
(β) κάθε κατάσταση προκαταρκτικών αποτελεσμάτων, αναφορικά με οποιοδήποτε οικονομικό έτος ή άλλη χρονική περίοδο·
(γ) προκειμένου περί ομολογιακών αξιών, κάθε απόφαση για νέα έκδοση ομολογιακών αξιών και ιδιαίτερα για οποιαδήποτε εγγύηση ή κάλυψη σχετικά με τις αξίες αυτές·
(δ) κάθε απόφαση για αλλαγή στην κεφαλαιουχική του διάρθρωση ή στις ομολογιακές του αξίες·
(ε) κάθε απόφαση των οργάνων διοικήσεως του για τροποποίηση οποιουδήποτε εγγράφου που διέπει τη λειτουργία του.
(2) Ο εκδότης οφείλει να ανακοινώνει χωρίς καθυστέρηση, στην Επιτροπή και στο ευρύ κονό -
(α) Οποιαδήποτε μεταβολή στα δικαιώματα που συνάπτονται σε μία κατηγορία τίτλων, περιλαμβανομένης και της μεταβολής στο ποσοστό του επιτοκίου μιας ομολογιακής αξίας, και οποιαδήποτε μεταβολή στα δικαιώματα που συνάπτονται στους τίτλους στους οποίους τυχόν προορίζονται να μετατραπούν·
(β) οποιαδήποτε παράταση χρόνου που παραχωρείται για την κυκλοφορία των προσωρινών εγγράφων κυριότητας των τίτλων και κάθε πληροφορία σχετική με εξαγορά ή ρευστοποίηση σημαντικών περιουσιακών στοιχείων.
(3) Ο εκδότης οφείλει να ανακοινώνει στην Επιτροπή και στο ευρύ κοινό, ευθύς ως περιέλθει σε γνώση του, το γεγονός ότι ένας δικαιούχος μιας κατηγορίας τίτλων του εκδότη απέκτησε ή διέθεσε τίτλους της κατηγορίας αυτής και συνεπεία της συναλλαγής το ποσοστό δικαιωμάτων ψήφου που κατέχει ο ίδιος ή μέσω συνδεδεμένων με αυτόν προσώπων φθάνει, υπερβαίνει ή κατέρχεται κάτω από τα όρια των δέκα, είκοσι πέντε, πενήντα και εβδομήντα επί τοις εκατό του συνόλου των δικαιωμάτων ψήφου της κατηγορίας αυτής. Την ίδια υποχρέωση για ανακοίνωση στην Επιτροπή και στον εκδότη έχει και ο δικαιούχος των τίτλων, που οφείλει να ανακοινώνει το γεγονός μέσα σε προθεσμία μίας κατ’ ανώτατο όριο εργάσιμης ημέρας από την κατάρτιση της συναλλαγής.
(4) Ο εκδότης οφείλει να ανακοινώνει, χωρίς καθυστέρηση, στην Επιτροπή και στο ευρύ κοινό την αγορά ή εξαγορά ομολογιακών αξιών του από τον ίδιο ή από το συγκρότημα στο οποίο ανήκει ο εκδότης, κατά τα οριζόμενα πιο κάτω:
(α) Ο εκδότης οφείλει να ανακοινώνει το γεγονός, εφόσον εξαγοράσει αθροιστικώς ομολογιακές αξίες σε ποσοστό τρία επί τοις εκατό του συνόλου των αξιών. Επιπλέον οφείλει να ανακοινώνει το γεγονός σε κάθε περίπτωση που προβαίνει στην αγορά ή εξαγορά πρόσθετου ποσοστού ενός επί τοις εκατό του συνόλου των αξιών.
(β) Ο εκδότης οφείλει να δηλώνει το ποσό των ομολογιακών αξιών που αγοράστηκαν ή εξαγοράστηκαν και την τιμή της αγοράς ή εξαγοράς ή, εφόσον η τιμή αυτή διαφέρει, την ψηλότερη και χαμηλότερη τιμή αγοράς ή εξαγοράς.
(5) Ο εκδότης οφείλει να ανακοινώνει, χωρίς καθυστέρηση, στην Επιτροπή και στο ευρύ κοινό κάθε μείζονα αλλαγή στις δραστηριότητες ή εργασίες του ιδίου ή του συγκροτήματος στο οποίο ανήκει η κάθε αλλαγή στο φορολογικό καθεστώς που το διέπει.
(6) Ο εκδότης οφείλει-
(α) Να ανακοινώνει οποιαδήποτε άλλη πληροφορία που τυχόν θα καθοριστεί με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου· και
(β) να δημοσιεύει ετήσιους λογαριασμούς, εξαμηνιαίες ή άλλες εκθέσεις και καταστάσεις προκαταρκτικών αποτελεσμάτων για το πλήρες οικονομικό έτος, κατά τα οριζόμενα σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(7) Για τους σκοπούς του Μέρους αυτού, “πρόσωπα συνδεδεμένα με άλλον” λογίζονται -
(α) Κατά μαχητό τεκμήριο ο σύζυγος και οι συγγενείς εξ αίματος μέχρι δεύτερου βαθμού·
(β) εταιρείες στις οποίες αυτός κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, από μόνος του ή/και μαζί με το/ή τη σύζυγο ή/και μαζί με συγγενείς εξ αίματος μέχρι δευτέρου βαθμού τουλάχιστο το είκοσι επί τοις εκατόν του δικαιώ ματος ψήφου σε γενική συνέλευση.
(γ) πρόσωπα που, κατά την κρίση της Επιτροπής, τελούν σε σχέση εξάρτησης ή έχουν κοινά σε ουσιώδη βαθμό συμφέροντα με αυτόν.
(8) Με απόφαση της Επιτροπής, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, θα εξειδικεύονται τα κριτήρια που θα εφαρμόζονται κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας της Επιτροπής, κατά τις διατάξεις της παραγράφου (γ) του προηγούμενου εδαφίου.
25. Η ανακοίνωση πληροφοριών προς το ευρύ κοινό ενεργείται με δημοσίευση της πληροφορίας σε δύο τουλάχιστον ημερήσιες εφημερίδες παγκύπριας κυκλοφορίας.
26. Οι εκδότες οφείλουν, μέσα σε τρεις μήνες από την ψήφιση του παρόντος Νόμου, να καταρτίσουν και να κοινοποιήσουν στο προσωπικό ανάλογου βαθμού, αξιωματούχους, συμβούλους, εποπτικό ή ελεγκτικό προσωπικό τους, κανονισμούς και διαδικασίες που να διέπουν θέματα που άπτονται των προνοιών του παρόντος Νόμου και, μετά ταύτα, να τηρούν τέτοιους κανονισμούς και κατάλληλες διαδικασίες.
27. Με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου δύναται να καθοριστεί κώδικας συμπεριφοράς των διοικητικών, διευθυντικών, εποπτικών και ελεγκτικών οργάνων και των λοιπών υπαλλήλων ενός εκδότη, σχετικά με συναλλαγές σε κινητές αξίες του εκδότη αυτού ή συνδεδεμένων με αυτόν προσώπων.
28. Η Επιτροπή δύναται, κατά την κρίση της, κατά τακτά ή έκτακτα διαστήματα να ζητήσει από εκδότη να την πληροφορήσει για τη συμμόρφωση του εκδότη προς τις πρόνοιες των άρθρων 26 και 27 πιο πάνω και να δώσει οδηγίες στον εκδότη να συμμορφωθεί προς τα πιο πάνω, μέσα σε περίοδο που θα καθορίσει η Επιτροπή και, σε περίπτωση άρνησης ή αμέλειας του εκδότη να συμμορφωθεί, ο εκδότης διαπράττει αδίκημα που τιμωρείται δυνάμει του παρόντος Νόμου.
29.-(1) Πρόσωπο που παραλείπει να συμμορφωθεί προς υποχρέωση του για ανακοίνωση πληροφοριών κατά τις διατάξεις του Μέρους αυτού διαπράττει ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με ποινή φυλακίσεως μέχρι δύο ετών ή με χρηματική ποινή μέχρι πέντε χιλιάδων λιρών ή και με τις δύο αυτές ποινές.
(2) Ποινική ευθύνη για το πιο πάνω αδίκημα που τελείται από νομικό πρόσωπο υπέχει, εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, και οποιοδήποτε από τα μέλη των διοικητικών, διευθυντικών, εποπτικών ή ελεγκτικών οργάνων του που αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε στην τέλεση του αδικήματος.
(3) Πρόσωπα που, κατά τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο, υπέχουν ποινική ευθύνη για τα τελούμενα από νομικό πρόσωπο αδικήματα ευθύνονται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή και κεχωρισμένως για κάθε ζημιά που γίνεται σε τρίτους ένεκα της πράξεως ή της παραλείψεως που στοιχειοθετεί το αδίκημα.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 36(I)/1999
- 107(I)/2001
31.-(1) Η Επιτροπή έχει εξουσία να καταρτίζει και υποβάλλει, μέσω του Υπουργού, Κανονισμούς στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση.
(2) Οι κατά το άρθρο αυτό εκδιδόμενοι Κανονισμοί δύνανται να επιβάλλουν ποινή φυλακίσεως μέχρι τριών μηνών ή χρηματική ποινή μέχρι χιλίων λιρών ή και τις δύο αυτές ποινές για τα προβλεπόμενα στους Κανονισμούς ποινικά αδικήματα.
Ο περί Κατοχής, Χρήσης και Ανακοίνωσης Προνομιακών Εμπιστευτικών Πληροφοριών, περί της Εποπτικής Αρμοδιότητας της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και περί άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμος και οι Κανονισμοί οι οποίοι εκδόθηκαν δυνάμει αυτού, δια του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.116(Ι)/2005] καταργούνται και αντικαθίστανται με τον παρόντα Νόμο [Σ.Σ.: δηλαδή τον Ν.116(I)/2005].