62.—(1) Σχέδιο το οποίο προσφέρει στο κοινό μερίδια για αγορά δημοσιεύει πρόσκληση για εγγραφή, η οποία δύναται να είναι στην Αγγλική, πρέπει να είναι χρονολογημένη και το περιεχόμενο της να είναι ενημερωμένο.
(2) Η πρόσκληση για εγγραφή που εκδίδεται από σχέδιο περιλαμβάνει όλες τις πληροφορίες που χρειάζονται, για να καταστήσουν τους μεριδιούχους ικανούς να λάβουν απόφαση κατόπιν πλήρους ενημέρωσης για την επένδυση που προτείνεται σε αυτούς, και ως ελάχιστο περιεχόμενο περιλαμβάνει τις πληροφορίες που καθορίζονται από την Τράπεζα.
(3) Οι διατάξεις των άρθρων 40, 43 και 44 του περί Εταιρειών Νόμου εφαρμόζονται σε σχέση με την πρόσκληση για εγγραφή που δημοσιεύεται από διεθνές σχέδιο μονάδων εμπιστεύματος και από διεθνή επενδυτικό συνεταιρισμό περιορισμένης ευθύνης κατ' αναλογίαν, όπως αν ήταν διεθνής επενδυτική εταιρεία.
(4) Τα ιδρυτικά έγγραφα και οι πιο πρόσφατοι ετήσιοι και εξαμηνιαίοι λογαριασμοί του σχεδίου αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της πρόσκλησης για εγγραφή και επισυνάπτονται σε αυτή, εκτός αν το κοινό πληροφορείται μέσω της πρόσκλησης για εγγραφή ότι κατόπιν αίτησης αυτά θα αποστέλλονται σε οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο ή αν δίνονται πληροφορίες για τον τόπο όπου οποιοσδήποτε μπορεί να τα συμβουλευτεί.
(5) Η πρόσκληση για εγγραφή διατίθεται σε οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο χωρίς οποιαδήποτε επιβάρυνση πριν από τη σύναψη του συμβολαίου για την αγορά μεριδίων.
(6) Η πρόσκληση για εγγραφή, προτού εκδοθεί, κυκλοφορήσει ή διανεμηθεί από οποιοδήποτε πρόσωπο, πρέπει να εγκριθεί από την Τράπεζα:
Νοείται ότι πρόσωπο το οποίο εν γνώσει του εκδίδει, κυκλοφορεί, διανέμει πρόσκληση για εγγραφή ή έντυπο αίτησης για πρόσκληση για εγγραφή που δεν έχει εγκριθεί από την Τράπεζα είναι ένοχο αδικήματος.
63. Στα ιδρυτικά έγγραφα και στην πρόσκληση για εγγραφή κάθε σχεδίου παρατίθενται με τρόπο που να ικανοποιεί την Τράπεζα οι μέθοδοι και η συχνότητα υπολογισμού της καθαρής αξίας του ενεργητικού των μεριδίων του, καθώς και ο τρόπος με τον οποίο η αξία κοινοποιείται στους μεριδιούχους.
64.—(1) Κάθε σχέδιο έχει υποχρέωση να διορίζει ελεγκτή.
(2) Πρόσωπο που διορίζεται δυνάμει του εδαφίου (1) ως ελεγκτής σχεδίου έχει υποχρέωση να εξασφαλίζει έγκριση από την Τράπεζα, προτού ενεργήσει ως ελεγκτής.
65.—(1) Για κάθε σχέδιο ετοιμάζεται ετήσια έκθεση για κάθε οικονομικό έτος και ενδιάμεση έκθεση που καλύπτει τους πρώτους έξι μήνες του οικονομικού έτους, οι οποίες περιέχουν τις πληροφορίες που καθορίζονται από την Τράπεζα. Οι εκθέσεις αποστέλλονται στην Τράπεζα και στους μεριδιούχους μέσα σε τρεις μήνες από το τέλος του οικονομικού έτους στην περίπτωση της ετήσιας έκθεσης και μέσα σε δύο μήνες από το τέλος του εξαμήνου στην περίπτωση της εξαμηνιαίας έκθεσης.
(2) Οι οικονομικές καταστάσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (1), σε σχέση με σχέδιο, ετοιμάζονται σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα που καθορίζονται από τη Διεθνή Επιτροπή Λογιστικών Προτύπων ή, όπου δεν υπάρχουν συγκεκριμένα πρότυπα, σύμφωνα με τον τρόπο και τον τύπο που η Τράπεζα καθορίζει.
(3) Οι πληροφορίες που δίνονται στην ετήσια έκθεση, σύμφωνα με το εδάφιο (1) πιο πάνω, ελέγχονται από ελεγκτή σύμφωνα με διεθνή ελεγκτικά πρότυπα, ο οποίος ετοιμάζει έκθεση που στην ολότητά της ενσωματώνεται στην ετήσια έκθεση του εν λόγω σχεδίου.
(4) Αν ο ελεγκτής του σχεδίου έχει λόγο να πιστεύει—
(α) Ότι οι πληροφορίες που παρέχονται στους μεριδιούχους μέσω των εκθέσεων δεν περιγράφουν αληθώς την οικονομική κατάσταση και το ενεργητικό και τις υποχρεώσεις του σχεδίου ή ότι σε αυτές υπάρχουν ουσιώδεις ανακρίβειες ή παραλείψεις· ή
(β) ότι το ενεργητικό του σχεδίου δεν επενδύεται ή δεν επενδύθηκε σύμφωνα με τα ιδρυτικά έγγραφα του σχεδίου, την πρόσκληση για εγγραφή, το Νόμο ή διοικητική πράξη που εκδίδεται δυνάμει αυτού· ή
(γ) ότι υπάρχουν συνθήκες οι οποίες πιθανόν να επηρεάζουν ουσιωδώς την ικανότητα του σχεδίου να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του προς τους μεριδιούχους ή να συμμορφώνεται προς οποιαδήποτε υποχρέωσή του δυνάμει του Νόμου ή διοικητικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει αυτού· ή
(δ) ότι υπάρχουν ουσιώδεις αδυναμίες στα συστήματα εσωτερικού ελέγχου ή στα λογιστικά αρχεία του σχεδίου ή, τέλος, έχει λόγους να εκφράζει επιφυλάξεις άλλες από τις πιο πάνω στην έκθεσή του, αναφέρεται γραπτώς χωρίς καθυστέρηση στην Τράπεζα.
(5) Ο ελεγκτής υποβάλλει ετησίως στην Τράπεζα γραπτή αναφορά στην οποία δηλώνει αν, κατά τη γνώμη του και εξ όσων καλύτερα γνωρίζει, το σχέδιο συμμορφώθηκε προς τις υποχρεώσεις του δυνάμει του Νόμου ή διοικητικής πράξης που εκδίδεται δυνάμει αυτού.
(6) Η Τράπεζα κατόπιν αίτησης του ελεγκτή παρέχει σε αυτόν γραπτώς στοιχεία εκθέσεων χρηματοοικονομικής φύσης που υποβάλλονται στην Τράπεζα από το σχέδιο για σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων του δυνάμει του Νόμου:
Νοείται ότι η πράξη αυτή της Τράπεζας δεν υπόκειται σε οποιοδήποτε περιορισμό εμπιστευτικότητας επιβάλλεται από το Νόμο ή από οποιοδήποτε άλλο νόμο ή κανονισμό.
(7) Ο ελεγκτής σχεδίου αποστέλλει στο σχέδιο αντίγραφο οποιασδήποτε γραπτής αναφοράς υποβάλλεται από αυτό στην Τράπεζα δυνάμει των εδαφίων (4) και (5).
(8) Η Τράπεζα, οποτεδήποτε κρίνει ότι η άσκηση των αρμοδιοτήτων της δυνάμει του Νόμου ή η προστασία του συμφέροντος των μεριδιούχων αυτό απαιτεί, δύναται να ζητεί από τον ελεγκτή σχεδίου να της παρέχει οποιεσδήποτε πληροφορίες αυτή ορίζει.
(9) Ο ελεγκτής δε θεωρείται ότι έχει παραβεί οποιαδήποτε από τα καθήκοντά του και δε φέρει οποιαδήποτε ευθύνη έναντι του σχεδίου, των μεριδιούχων, των πιστωτών ή άλλων ενδιαφερόμενων μερών λόγω της συμμόρφωσής του προς τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται σε αυτόν δυνάμει του Νόμου.
66.—(1) Η πληρωμή από μεριδιούχους για την αγορά μεριδίων γίνεται σε μετρητά ή με αντάλλαγμα άλλου είδους περιουσία, νοουμένου ότι στην περίπτωση ανταλλάγματος σε μη μετρητά η αξία της σχετικής περιουσίας είναι η εύλογη αγοραία αξία της περιουσίας κατά το χρόνο της μεταβίβασής της στο σχέδιο.
(2) Ο ελεγκτής σχεδίου, στην περίπτωση κατά την οποία αυτό προτίθεται να πωλήσει μερίδια με αντάλλαγμα περιουσία η οποία δε συνίσταται σε μετρητά, η αξία της οποίας υπερβαίνει το δέκα τοις εκατόν της καθαρής αξίας του ενεργητικού του σχεδίου, ετοιμάζει έκθεση στην οποία παρέχονται οι πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (4).
(3) Αν ο ελεγκτής κατά το χρόνο της ετοιμασίας της έκθεσης που αναφέρεται στο εδάφιο (2), κρίνει ότι η εκτίμηση της περιουσίας η οποία συνιστά αντάλλαγμα σε μη μετρητά, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (2), πρέπει να γίνει από πρόσωπο το οποίο, κατά τη γνώμη του, έχει τις απαιτούμενες γνώσεις και την πείρα να προβεί σε εκτίμηση της εν λόγω περιουσίας, τότε δύναται να διευθετήσει να γίνει η εκτίμηση ή να δεχτεί την εκτίμηση που ετοιμάστηκε από το πρόσωπο αυτό, ώστε να μπορέσει ο ίδιος να ετοιμάσει πλήρως την έκθεση σύμφωνα με το εδάφιο (2), εφόσον το πρόσωπο αυτό δεν είναι αξιωματούχος του σχεδίου ή ο διευθυντής ή ο εμπιστευματοδόχος του.
(4) Στην έκθεση που αναφέρεται στο εδάφιο (2) περιλαμβάνονται δηλώσεις ότι—
(α) Στην περίπτωση εκτίμησης που έγινε σύμφωνα με το εδάφιο (3) ήταν, κατά τη γνώμη του ελεγκτή, εύλογο να ζητήσει και να αποδεχθεί εκτίμηση που έγινε σύμφωνα με το εδάφιο (3)·
(β) η μέθοδος εκτίμησης που χρησιμοποιήθηκε ήταν εύλογη από όλες τις απόψεις-
(γ) από την ημερομηνία της εκτίμησης δεν υπήρξε ουσιώδης αλλαγή στην αξία της περιουσίας που δόθηκε ως αντάλλαγμα·
(δ) βάσει της εκτίμησης, ο αριθμός των μεριδίων που θα εκδοθούν είναι ή δεν είναι εύλογος.
(5) Έκθεση που ετοιμάζεται από ελεγκτή σύμφωνα με το εδάφιο (2) παραδίδεται χωρίς καθυστέρηση από τον ίδιο στο σχέδιο, στο διευθυντή ή στον εμπιστευματοδόχο του, που τη θέτει στη διάθεση των μεριδιούχων του σχεδίου χωρίς οποιαδήποτε επιβάρυνση.
67.—(1) Η Τράπεζα δύναται να εκδίδει Κανονισμούς με τους οποίους να καθορίζει τους επενδυτικούς περιορισμούς που πρέπει να τηρούνται από σχέδια, ανάλογα με τους επενδυτικούς στόχους και την επενδυτική πολιτική τους. Οι επενδυτικοί περιορισμοί αναφέρονται αφενός στα περιουσιακά στοιχεία στα οποία δεν επιτρέπεται να επενδύει το σχέδιο και αφετέρου στο είδος των επενδύσεων που αυτό μπορεί να αποκτά, -καθώς και στην έκταση στην οποία μπορεί να επενδύει σε τίτλους καθενός εκδότη, περιλαμβανομένης της έκτασης στην οποία μπορεί να προβαίνει σε δανεισμό για να χρηματοδοτήσει την αγορά επενδύσεων.
(2) Η Τράπεζα δύναται να εκδίδει Κανονισμούς που να περιέχουν οδηγίες προς σχέδια, τους διευθυντές και τους εμπιστευματοδόχους τους με τις οποίες να καθορίζονται, μεταξύ άλλων—
(α) Τα δικαιώματα της Τράπεζας που χρήζουν καθορισμού δυνάμει του Νόμου.
(β) Η μέθοδος και η συχνότητα υπολογισμού της καθαρής αξίας του ενεργητικού του σχεδίου.
(γ) Η μέθοδος για τον καθορισμό των τιμών πώλησης, εξαγοράς ή επαναγοράς των μεριδίων.
(δ) Το περιεχόμενο της πρόσκλησης για εγγραφή, που περιλαμβάνει τουλάχιστο τα ακόλουθα—
(i) Πληροφορίες αναφορικά με την ίδρυση και τη νομική δομή του σχεδίου·
(ii) πληροφορίες αναφορικά με το διευθυντή·
(iii) πληροφορίες αναφορικά με τον εμπιστευματοδόχο·
(iv) τους επενδυτικούς στόχους και την επενδυτική πολιτική του σχεδίου·
(ν) λεπτομέρειες αναφορικά με οποιαδήποτε ουσιώδη συμβόλαια μεταξύ του σχεδίου, του διευθυντή, του εμπιστευματοδόχου ή άλλων έμπειρων προσώπων, ειδικών στη διαχείριση σχεδίων και στην παροχή επενδυτικών συμβουλών, ή άλλων ειδικών.
(ε) Το περιεχόμενο των ιδρυτικών εγγράφων.
(στ) Το περιεχόμενο της δήλωσης που δίδεται προς το σχέδιο, το διευθυντή ή τον εμπιστευματοδόχο του από όλα τα πρόσωπα που αποκτούν μερίδια στο σχέδιο, όταν αυτά εμπίπτουν στον όρο "μεριδιούχος", σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου.
(ζ) Τα βιβλία και τα αρχεία που πρέπει να τηρούνται από το σχέδιο, το διευθυντή και εμπιστευματοδόχο του, καθώς και το περιεχόμενο των περιοδικών εκθέσεων που πρέπει να υποβάλλονται στην Τράπεζα.
(η) Τις υποχρεωτικές δραστηριότητες σχεδίων εντός της Δημοκρατίας.
(θ) Τα κριτήρια για τον καθορισμό προσώπου ως "ικανού και κατάλληλου" και "έμπειρου επενδυτή".
(ι) Οποιαδήποτε άλλα θέματα αφορούν σχέδια, τους διευθυντές και τους εμπιστευματοδόχους τους.
(3) Η Τράπεζα δύναται να εκδίδει Κανονισμούς που να περιέχουν κώδικες δεοντολογίας για σχέδια, τους διευθυντές και τους εμπιστευματοδόχους, το περιεχόμενο των οποίων δύναται να διαφέρει, ανάλογα με τις διάφορες κατηγορίες σχεδίων και την πείρα των μεριδιούχων στους οποίους προωθείται το σχέδιο και οι οποίοι ειδικότερα αναφέρονται σε θέματα όπως είναι η καταλληλότητα και η ικανότητα αξιωματούχων, η κεφαλαιουχική επάρκεια σχεδίων και διευθυντών, η εμπορία και η διαφήμιση σχεδίων, τα συστήματα εσωτερικού ελέγχου, περιλαμβανομένων συστημάτων για την παρεμπόδιση ξεπλύματος βρόμικου χρήματος, η αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων, οι σχέσεις με την Τράπεζα και άλλα συναφή θέματα.
(4) Οι εκάστοτε επενδυτικοί περιορισμοί, οδηγίες και κώδικες δεοντολογίας που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου αυτού δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και έχουν ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσής τους.
(5) Η Τράπεζα δύναται, όταν το κρίνει σκόπιμο να αναθεωρεί τους επενδυτικούς περιορισμούς, τις οδηγίες και τους κώδικες δεοντολογίας που αναφέρονται στα εδάφια (1), (2) και (3).
68. Κάθε σχέδιο περιλαμβάνει, ανάλογα με την περίπτωση, την ονομασία "Διεθνής εταιρεία καθορισμένου κεφαλαίου", "Διεθνής εταιρεία μεταβλητού κεφαλαίου", "Διεθνές σχέδιο εμπιστεύματος μονάδων", "Διεθνής επενδυτικός συνεταιρισμός περιορισμένης ευθύνης" σε όλα τα έγγραφα, τις ανακοινώσεις, τις δημοσιεύσεις, τις επιστολές και τα άλλα έγγραφα που σχετίζονται ή εκδίδονται από αυτό στη γλώσσα που είναι γραμμένα τα προαναφερόμενα.
69.—(1) Η Τράπεζα δημιουργεί και τηρεί μητρώο το οποίο καλείται «Μητρώο Διεθνών Συλλογικών Επενδυτικών Σχεδίων.».
(2) Το μητρώο αυτό είναι ανοικτό για έλεγχο στο κοινό με καταβολή του δικαιώματος που η Τράπεζα καθορίζει.
(3) Η Τράπεζα το γρηγορότερο δυνατό μετά την ημερομηνία αναγνώρισης σχεδίου δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ανακοίνωση ότι έχει προβεί στην εν λόγω αναγνώριση.
(4) Η Τράπεζα δημοσιεύει τουλάχιστο μία φορά το χρόνο με οποιοδήποτε τρόπο κρίνει κατάλληλο τα ονόματα όλων των σχεδίων των οποίων η αναγνώριση βρίσκεται σε ισχύ.
70.—(1) Η Τράπεζα εκδίδει σε κάθε σχέδιο πιστοποιητικό αναγνώρισης.
(2) Στην περίπτωση των διεθνών επενδυτικών εταιρειών και των διεθνών συνεταιρισμών περιορισμένης ευθύνης, η Τράπεζα αποστέλλει στον Έφορο μέσα σε πέντε μέρες από την ημερομηνία έκδοσης του πιστοποιητικού αναγνώρισης που αναφέρεται στο εδάφιο (1) αντίγραφο του πιστοποιητικού.
71.—(1) Τα μερίδια σχεδίου πωλούνται αρχικά για την περίοδο που καθορίζεται στη πρόσκληση για εγγραφή στην τιμή που καθορίζεται στην πρόσκληση και μετά την εκπνοή της εν λόγω περιόδου στην τιμή που προκύπτει με τη διαίρεση της καθαρής αξίας του ενεργητικού του σχεδίου με τον αριθμό των μεριδίων που υφίστανται:
Νοείται ότι η τιμή αυτή δύναται να αυξάνεται προσθέτοντας σε αυτή ποσό που αντιπροσωπεύει τέλη, επιβαρύνσεις και δικαιώματα, σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους και τα ιδρυτικά έγγραφα του σχεδίου.
(2) Κάθε σχέδιο δημοσιεύει με τον τρόπο που καθορίζει η Τράπεζα κατά καιρούς την καθαρή αξία του ενεργητικού των μεριδίων του και την τιμή πώλησης, επαναγοράς ή εξαγοράς τους.
(3) Μερίδια σχεδίου δε δύνανται να εκδίδονται ως μερικώς πληρωθέντα και δε δύνανται να πωλούνται, εκτός αν καταβληθεί το ολικό ποσό της τιμής πώλησης και ενσωματωθεί στο ενεργητικό του σχεδίου:
Νοείται ότι δεν αποκλείεται η έκδοση χαριστικών μεριδίων. (4) Απαγορεύεται η πληρωμή για αγορά μεριδίων σε σχέδιο με την παροχή προς το σχέδιο οποιωνδήποτε υπηρεσιών ή δανείων.
(5) Κανένα άλλο πρόσωπο εκτός από μεριδιούχο δε δικαιούται να κατέχει μερίδια σε σχέδιο.
72. Η τιμή στην οποία τα μερίδια του σχεδίου δύνανται να εξαγοράζονται ή επαναγοράζονται προκύπτει από τη διαίρεση της καθαρής αξίας του ενεργητικού του σχεδίου με τον αριθμό των μεριδίων που υφίστανται και η τιμή αυτή δύναται να μειώνεται αφαιρώντας ποσό που αντιπροσωπεύει τέλη, επιβαρύνσεις και δικαιώματα, σύμφωνα με τους εφαρμοστέους νόμους και τα ιδρυτικά έγγραφα του σχεδίου.
73. Η αξία των στοιχείων ενεργητικού σχεδίου βασίζεται, στην περίπτωση επισήμως εισηγμένων τίτλων αξιών, στην τελευταία γνωστή χρηματιστηριακή τιμή συναλλαγής και, στην περίπτωση μη επισήμως εισηγμένων τίτλων αξιών, στην πιθανή αγοραία αξία, η οποία πρέπει να υπολογίζεται προσεκτικά και καλόπιστα από το σχέδιο, το διευθυντή, τον εμπιστευματοδόχο ή τον ελεγκτή, ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με τις πρόνοιες που αναφέρονται στα ιδρυτικά του έγγραφα ή σύμφωνα με οδηγίες πού η Τράπεζα εκδίδει κατά καιρούς.
74.—(1) Σχέδιο του οποίου τα ιδρυτικά έγγραφα προνοούν ότι τα μερίδια, κατ' επιλογή των μεριδιούχων, εξαγοράζονται ή επαναγοράζονται δύναται προσωρινά να αναστείλει την εξαγορά των μεριδίων του:
(α) Σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα ιδρυτικά του έγγραφα, ή
(β) σε εξαιρετικές περιπτώσεις κατά τις οποίες αυτό απαιτούν οι περιστάσεις κατόπιν έγκρισης της Τράπεζας και εφόσον η αναστολή είναι δικαιολογημένη, λαμβανομένου υπόψη του συμφέροντος των μεριδιούχων.
(2) Η Τράπεζα δύναται οποτεδήποτε να ζητεί την αναστολή της επαναγοράς ή εξαγοράς των μεριδίων σχεδίου, αν, κατά την κρίση της, αυτό απαιτεί το συμφέρον των μεριδιούχων.
(3) Σχέδιο το οποίο ενεργεί σύμφωνα με το εδάφιο (1)(α) κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση την απόφαση του στην Τράπεζα.
75.—(1) Οι συναλλαγές μεταξύ σχεδίου αφενός και του προωθούντος, του διευθυντή, εμπιστευματοδόχου ή επενδυτικού συμβούλου ή οποιουδήποτε συνδεδεμένου οργανισμού ή αξιωματούχου αφετέρου, οποιουδήποτε των προαναφερομένων, διεξάγονται όπως αν είχαν συναφθεί σύμφωνα με τους κανονικούς εμπορικούς όρους και τα συναλλακτικά ήθη, ενώ τα μέρη στη συναλλαγή αυτή, που για τους σκοπούς του άρθρου αυτού θα αναφέρεται "συνδεδεμένη συναλλαγή", διασφαλίζουν ότι η συναλλαγή είχε διεξαχθεί προς το καλύτερο συμφέρον των μεριδιούχων του σχεδίου.
(2) Τα μέρη που αναφέρονται στο εδάφιο (1) δύνανται να συνάψουν συνδεδεμένη συναλλαγή, αν—
(α) Ο εμπιστευματοδόχος λάβει πιστοποιημένη εκτίμηση της συνδεδεμένης συναλλαγής από πρόσωπο που εγκρίνεται από την Τράπεζα ως ανεξάρτητο και ικανό·
(β) η συνδεδεμένη συναλλαγή εκτελείται με τους καλύτερους όρους στο χρηματιστήριο και σύμφωνα με τους κανόνες του χρηματιστηρίου.
(3) Στις περιπτώσεις στις οποίες αναμένεται ότι θα γίνουν συνδεδεμένες συναλλαγές, πρέπει να υπάρχει πλήρης διαφάνεια τέτοιων συναλλαγών στην πρόσκληση για εγγραφή του σχεδίου.
76. Παρά τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου σχέδιο που έχει συσταθεί στη Δημοκρατία, καθώς και ο διευθυντής ή ο εμπιστευματοδόχος του ο οποίος δεν είναι μόνιμος κάτοικος Κύπρου, δεν υπόκεινται στην υποχρέωση καταβολής φόρου.
77. Η Τράπεζα και οποιοσδήποτε αξιωματούχος ή υπάλληλος της Τράπεζας δεν έχουν ευθύνη σε οποιαδήποτε αγωγή ή άλλη νομική διαδικασία για αποζημιώσεις για οποιαδήποτε πράξη τους ή για οποιαδήποτε παράλειψη εκπλήρωσης των λειτουργιών και ευθυνών της Τράπεζας δυνάμει του Νόμου, εκτός αν αποδειχθεί ότι η πράξη ή η παράλειψη ήταν αποτέλεσμα βαριάς αμέλειας ή δόλου.
78.—(1) Ο περί Εταιρειών Νόμος εξακολουθεί να ισχύει και να εφαρμόζεται στις διεθνείς επενδυτικές εταιρείες εκτός από τα άρθρα 31, 38-39, 41-42, 45-51, 84, 108, 118, 124, 141-147, 150-152 και 158-169, ενώ επιπρόσθετα, στις περιπτώσεις διεθνών εταιρειών μεταβλητού κεφαλαίου, εκτός από την επιφύλαξη του άρθρου 57(1) και τα άρθρα 60-62 και 64-69.
(2) Στην περίπτωση κατά την οποία διεθνείς επενδυτικές εταιρείες εξουσιοδοτούνται από την Τράπεζα να εκδίδουν μερίδια στον κομιστή, δεν εφαρμόζονται τα άρθρα 73-77, 81, 83, 105, 106, 107, 109, 110, 111, 112, 113, 125, 126, 127, 128, 130, 134, 187 και 190 του περί Εταιρειών Νόμου.
(3) Ο περί Ομορρύθμων και Ετερορρύθμων και Εμπορικών Επωνυμιών Νόμος εξακολουθεί να ισχύει και να εφαρμόζεται σε διεθνείς επενδυτικούς συνεταιρισμούς περιορισμένης ευθύνης εκτός από τα άρθρα 3, 37, 40, 44-46, 47(3), 51(1)δ, 53, 64 και 65.