14Α.-(1) Σε περίπτωση που απαγορεύεται ο απόπλους πλοίου δυνάμει του παρόντος Νόμου, ο λαμβάνων την απόφαση επιθεωρητής ενημερώνει τον πλοίαρχο του πλοίου, με την σχετική κοινοποίηση που του επιδίδει, περί των δικαιωμάτων ένστασης και προσφυγής που χορηγούνται από τα άρθρα 15 και 16, αντίστοιχα.
(2) Σε περίπτωση που απαγορεύεται η είσοδος πλοίου σε λιμένα δυνάμει του παρόντος Νόμου, ο λαμβάνων την απόφαση ενημερώνει τον πλοίαρχο του πλοίου, με την σχετική κοινοποίηση που του επιδίδει, περί των δικαιωμάτων προσφυγής που χορηγούνται από το άρθρο 16.
15.—(1) Η απόφαση επιθεωρητή για απαγόρευση του απόπλου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, μπορεί να προσβληθεί με ένσταση ενώπιον του Διευθυντή από τον πλοιοκτήτη, τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου ή τον αντιπρόσωπο τους στη Δημοκρατία. Η ένσταση ασκείται εγγράφως μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία 48 ωρών εντός εργάσιμων ημερών από την επίδοση της κοινοποίησης απαγόρευσης απόπλου στον πλοίαρχο δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 9.
(2) Η κατά το εδάφιο (1) ένσταση δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης.
(3) Ο Διευθυντής εξετάζει την ένσταση και, αφού ακούσει τους ενδιαφερομένους ή δώσει την ευκαιρία σ' αυτούς να εκθέσουν τις απόψεις τους γραπτώς, αποφασίζει για την τύχη της σύμφωνα με το εδάφιο (4) το αργότερο εντός προθεσμίας 48 ωρών εντός εργάσιμων ημερών.
(4) Ο Διευθυντής μπορεί να εκδώσει μια από τις ακόλουθες αποφάσεις:
(α) Να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·
(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση-
(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση·
(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.
Ο Διευθυντής κοινοποιεί την απόφαση που εκδίδει δυνάμει του παρόντος εδαφίου στον ενιστάμενο, καθώς και στον πλοίαρχο του σχετικού πλοίου (εάν δεν είναι ο ενιστάμενος).
16.—(1) Ο πλοιοκτήτης πλοίου, ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου ή ο αντιπρόσωπος οποιουδήποτε από αυτούς στη Δημοκρατία μπορούν έκαστος να προσβάλουν με προσφυγή ενώπιον του Υπουργού οποιαδήποτε από τις ακόλουθες αποφάσεις, η οποία αφορά αυτό το πλοίο και η οποία εκδόθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου:
(α) Απόφαση επιθεωρητή για απαγόρευση απόπλου·
(β) απόφαση της αρμόδιας αρχής για απαγόρευση εισόδου σε λιμένα της Δημοκρατίας·
(γ) απόφαση του Διευθυντή, εκδιδόμενη δυνάμει του άρθρου 15.
Η προσφυγή ενώπιον του Υπουργού ασκείται εγγράφως μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία 5 ημερών από την επίδοση της κοινοποίησης της προσβληθείσας απόφασης στον πλοίαρχο του σχετικού πλοίου.
(2) Η κατά το εδάφιο (1) προσφυγή δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης.
(3) Ο Υπουργός εξετάζει την προσφυγή και, αφού ακούσει τους ενδιαφερομένους ή δώσει την ευκαιρία σ' αυτούς να εκθέσουν τις απόψεις τους γραπτώς, αποφασίζει για την τύχη της σύμφωνα με το εδάφιο (4) το αργότερο εντός προθεσμίας 10 ημερών.
(4) Ο Υπουργός μπορεί να εκδώσει μια από τις ακόλουθες αποφάσεις:
(α) Να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·
(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·
(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση·
(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.
Ο Υπουργός κοινοποιεί την απόφαση που εκδίδει δυνάμει του παρόντος εδαφίου στον προσφεύγοντα, καθώς και στον πλοίαρχο του σχετικού πλοίου (εάν δεν είναι ο προσφεύγοντας).
17.—(1) Κατά την άσκηση του ελέγχου από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, πρέπει να καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να αποφεύγεται η αδικαιολόγητη απαγόρευση απόπλου ή η καθυστέρηση πλοίου.
(2) Σε περίπτωση αδικαιολόγητης απαγόρευσης απόπλου ή καθυστέρησης, ο πλοιοκτήτης ή ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου δικαιούται αποζημίωσης για τις τυχόν απώλειες ή ζημιά που υπέστη:
18.—(1) Όταν κατά τις επιθεωρήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 5 και 6 επιβεβαιώνονται ή διαπιστώνονται ελλείψεις σε σχέση με τις απαιτήσεις μίας σύμβασης οι οποίες δικαιολογούν την απαγόρευση απόπλου του πλοίου, όλες οι δαπάνες, σε μια κανονική λογιστική περίοδο, οι οποίες σχετίζονται με την επιθεώρηση, καλύπτονται από τον πλοιοκτήτη ή τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου ή τον εκπρόσωπο του στη Δημοκρατία.
(2) Όλες οι δαπάνες σχετικά με τις επιθεωρήσεις που διεξάγει η αρμόδια αρχή σύμφωνα με το εδάφιο (4) του άρθρου 11, επιβαρύνουν τον πλοιοκτήτη ή τον έχοντα εκμετάλλευση του πλοίου.
(2Α) Σε περίπτωση απαγόρευσης απόπλου πλοίου λόγω ελλείψεων ή έλλειψης πιστοποιητικών σε ισχύ, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 και εκάστοτε σε γνωστοποίηση, όλες οι δαπάνες κατακράτησης στο λιμένα βαρύνουν τον πλοιοκτήτη ή τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου.
(3) Η απαγόρευση απόπλου αίρεται μόνο όταν καταβληθεί όλο το ποσό ή δοθεί επαρκής εγγύηση για την κάλυψη των δαπανών, η οποία διασφαλίζεται με την κατάθεση τραπεζικής εγγύησης ίσου ποσού αναγνωρισμένης τράπεζας και με όρους ικανοποιητικούς για την αρμόδια αρχή:
(4) [Διαγράφηκε]
19.—(1) Η αρμόδια αρχή και οι λιμενικές αρχές της Δημοκρατίας υπέχουν από κοινού υποχρέωση να διασφαλίζουν ότι η αρμόδια αρχή μπορεί να λαμβάνει όλες τις σχετικές πληροφορίες για τα πλοία που καταπλέουν στους λιμένες της Δημοκρατίας.
(2)(α) Η αρμόδια αρχή χειρίζεται θέματα ανταλλαγής πληροφοριών και συνεργασίας με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και είναι ο επιχειρησιακός σύνδεσμος με την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το σύστημα πληροφοριών Sirenac.
(β) Για τους σκοπούς της διεξαγωγής των επιθεωρήσεων που προβλέπονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 4 και το άρθρο 6, οι επιθεωρητές συμβουλεύονται τις δημόσιες και ιδιωτικές βάσεις δεδομένων σχετικά με τις επιθεωρήσεις πλοίων, οι οποίες είναι προσβάσιμες μέσω του συστήματος πληροφοριών Equasis.
(γ) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (α) είναι οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 14 καθώς και άλλες που καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση.
20. Η αρμόδια αρχή παρέχει στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τις πληροφορίες που καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση με τη συχνότητα που καθορίζεται εκάστοτε σε γνωστοποίηση.
21. Διαπράττει ποινικό αδίκημα έκαστος εκ του πλοιοκτήτη, του έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου και του πλοιάρχου -
(α) Που επιχειρεί τον απόπλου πλοίου κατά παράβαση απαγόρευσης απόπλου που επεβλήθηκε στο πλοίο δυνάμει του παρόντος Νόμου, ή
(β) που επιχειρεί την είσοδο πλοίου σε λιμένα της Δημοκρατίας κατά παράβαση απαγόρευσης τέτοιας εισόδου η οποία επεβλήθηκε στο πλοίο δυνάμει του παρόντος Νόμου, ή
(γ) που παραλείπει να συμμορφωθεί με υποχρέωση που του επιβάλλει το εδάφιο (3)(α) του άρθρου 6, ή
(δ) που παραλείπει να λάβει τα δέοντα μέτρα για τον κατάπλου πλοίου στον πλησιέστερο κατάλληλο λιμένα, ως ήθελε επιτρέψει η αρμόδια αρχή σύμφωνα με εδάφιο (3) του άρθρου 9, ή παραλείπει να λάβει τα δέοντα μέτρα για αποκατάσταση βλάβης κατόπιν απαίτησης της αρμόδιας αρχής σύμφωνα με το ίδιο εδάφιο, ή
(ε) που παραλείπει να λάβει τα δέοντα μέτρα για τον πλου πλοίου σε μονάδα επισκευής πλοίων σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 11, και
σε περίπτωση καταδίκης του, τιμωρείται με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή με χρηματική ποινή μέχρι πέντε χιλιάδων λιρών ή και με τις δύο αυτές ποινές.
21Α.-(1) Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι πρόσωπο διενεργεί πράξη ή τελεί σε παράλειψη, κατά παράβαση του εδαφίου (3)(α) του άρθρου 6, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιβάλλει σε τέτοιο πρόσωπο διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες πεντακόσια ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, ανεξάρτητα από το αν συντρέχει περίπτωση ποινικής ευθύνης δυνάμει του παρόντος Νόμου ή άλλου νόμου ή κανονισμών.
(2) Προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, η αρμόδια αρχή ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή της να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία 15 ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης.
(3) Η αρμόδια αρχή επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του εδαφίου (1) με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή της την οποία διαβιβάζει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο και -
(α) η οποία καθορίζει την παράβαση∙ και
(β) δια της οποίας πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο -
(i) περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση-
(αα) με προσφυγή στον Υπουργό κατά το άρθρο 21Β, και
(ββ) με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος, και
(ii) περί των προθεσμιών εντός των οποίων δύνανται να ασκηθούν τα προαναφερόμενα δικαιώματα, οι οποίες καθορίζονται στο άρθρο 21Β του παρόντος Νόμου και το Άρθρο 146 του Συντάγματος, αντίστοιχα∙ και
(γ) η οποία καθίσταται εκτελεστή με την εν λόγω διαβίβασή της.
(4) Ο Υπουργός έχει εξουσία να καθορίζει με οδηγίες του τα ενδεικτικά κριτήρια υπολογισμού του ύψους επιβαλλόμενου δυνάμει του εδαφίου (1) διοικητικού προστίμου, χωρίς τούτο να περιορίζει την διακριτική ευχέρεια της αρμόδιας αρχής να αποφασίζει ελεύθερα περί του ύψους του επιβαλλόμενου διοικητικού προστίμου, με βάση τα κατά περίπτωση πραγματικά περιστατικά.
21Β.-(1)(α) Ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου, ο αντιπρόσωπός του στη Δημοκρατία και ο πλοίαρχος τέτοιου πλοίου μπορούν έκαστος να προσβάλουν, με προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, την απόφαση της αρμόδιας αρχής δυνάμει του άρθρου 21Α περί επιβολής διοικητικού προστίμου, η οποία απόφαση αφορά το εν λόγω πλοίο.
(β) Η προσφυγή ενώπιον του Υπουργού ασκείται εγγράφως μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία 30 ημερών από τη διαβίβαση της προσβαλλόμενης απόφασης στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.
(2) Τα εδάφια (2), (3) και (4) του άρθρου 16 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.
(3) Σε περίπτωση που το διοικητικό πρόστιμο επιβλήθηκε με απόφαση του Υπουργού ως αρμόδια αρχή, το παρόν άρθρο εφαρμόζεται ως εάν να ήταν διάταξη που προβλέπει την υποβολή ένστασης στον Υπουργό κατά της απόφασής του περί επιβολής του διοικητικού προστίμου.
22.-(1) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης-
(α) προσώπου να καταβάλει στην αρμόδια αρχή το αντίτιμο των δαπανών οι οποίες το βαρύνουν κατά το άρθρο 18∙
(β) προσώπου, στο οποίο επεβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του παρόντος Νόμου, να καταβάλει στην αρμόδια αρχή τέτοιο πρόστιμο,
η αρμόδια αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
(2) Οποιοδήποτε από τα ακόλουθα συνιστά επιβάρυνση επί πλοίου, η οποία επιβάρυνση ικανοποιείται κατά προτίμηση έναντι των άλλων δανειστών, όμως έπεται της τελευταίας υποθήκης:
(α) δαπάνη η οποία αναφέρεται στο άρθρο 18 και η οποία αφορά το εν λόγω πλοίο∙
(β) διοικητικό πρόστιμο που επεβλήθηκε στον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου δυνάμει του παρόντος Νόμου, αναφορικά με το εν λόγω πλοίο.
(3) Σε περίπτωση που διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου προσβλήθηκε επιτυχώς είτε ενώπιον του Υπουργού κατά το άρθρο 21Β είτε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος, ισχύουν τα ακόλουθα:
(α) τα εδάφια (1) και (2) δεν εφαρμόζονται αναφορικά με τέτοιο διοικητικό πρόστιμο∙
(β) η αρμόδια αρχή επιστρέφει οποιοδήποτε καταβληθέν προαναφερόμενο διοικητικό πρόστιμο, στο πρόσωπο που το είχε καταβάλει.
23.—(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να εκδίδει Κανονισμούς για τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος, που κατά τον παρόντα Νόμο χρειάζεται ή είναι δεκτικό καθορισμού.
(2) Κανονισμοί, που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία έχει εξουσία προς έγκριση ή απόρριψή τους μέσα σε προθεσμία εξήντα ημερών από την κατάθεσή τους. Αν η Βουλή των Αντιπροσώπων εγκρίνει τους Κανονισμούς ή η προθεσμία των εξήντα ημερών παρέλθει άπρακτη, οι Κανονισμοί δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και, εκτός αν προβλέπεται σε αυτούς διαφορετικά, τίθενται σε ισχύ κατά την ημέρα της δημοσίευσής τους.
24.—(1) Ο παρών Νόμος θα τεθεί σε ισχύ κατά την ημερομηνία, που θα ορίσει το Υπουργικό Συμβούλιο με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να ορίσει διαφορετικές ημερομηνίες για την έναρξη της ισχύος διάφορων διατάξεων του παρόντος Νόμου.