Για σκοπούς εφαρμογής του Άρθρου 4(13) του Κανονισμού 655/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαΐου 2014 περί της διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής δέσμευσης λογαριασμού προς διευκόλυνση της διασυνοριακής είσπραξης οφειλών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις,
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμος του 2002.
2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν προκύπτει διαφορετικά από το κείμενο-
«άδεια» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«αντιμισθία» περιλαμβάνει μισθό, ημερομίσθιο, αμοιβή, επίδομα, καθώς και οποιασδήποτε φύσης άλλες πληρωμές·
«Διοικητής» σημαίνει το Διοικητή της Τράπεζας·
«διοικητικό όργανο» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«εξουσιοδοτημένο οικονομικό ίδρυμα» [Διαγράφηκε]
«Επιτροπή» [Διαγράφηκε]
«Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που λειτουργεί σύμφωνα με τη Συνθήκη περί Ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας·
«Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου» σημαίνει το Συμβούλιο που έχει ιδρυθεί διά της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1092/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τη σύσταση Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου»·
«Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών» ή, κατά ταυτόσημη έννοια, “Σύστημα” σημαίνει το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών το οποίο αναφέρεται στη Συνθήκη·
«ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί των Ιδρυμάτων Ηλεκτρονικού Χρήματος Νόμου·
«Καταστατικό» σημαίνει το Καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλο κράτος που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία υπογράφηκε στο Οπόρτο στις 2 Μαΐου 1992, και προσαρμόστηκε από το Πρωτόκολλο το οποίο υπογράφηκε στις Βρυξέλλες την 17η Μαΐου 1993, ως η Συμφωνία αυτή εκάστοτε τροποποιείται·
«πιστωτικό ίδρυμα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«Συμβούλιο» σημαίνει το Διοικητικό Συμβούλιο της Τράπεζας, που προνοείται από τον παρόντα Νόμο·
«σύμβουλος» σημαίνει μέλος του Συμβουλίου, εξαιρουμένων του Διοικητή και του Υποδιοικητή·
«συνάλλαγμα» σημαίνει κάθε τίτλο ή άλλο περιουσιακό στοιχείο, που εκφράζεται σε οποιοδήποτε ξένο νόμισμα ή λογιστική μονάδα·
«συνεργατικό πιστωτικό ίδρυμα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«Συνθήκη» σημαίνει τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, όπως αυτή έχει τροποποιηθεί·
«συστημικός κίνδυνος» σημαίνει τον κίνδυνο αποδιοργάνωσης του χρηματοοικονομικού συστήματος με εν δυνάμει σοβαρές αρνητικές συνέπειες για την εσωτερική αγορά και την πραγματική οικονομία·
«Τράπεζα» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, που έχει ιδρυθεί δυνάμει του άρθρου 3 των περί Κεντρικής Τραπέζης της Κύπρου Νόμων του 1963 μέχρι 2001, κατ' επιταγή των Άρθρων 118 έως 121 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας·
«τράπεζα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«τρίτη χώρα» σημαίνει κράτος άλλο από κράτος μέλος·
«Υποδιοικητής» σημαίνει τον Υποδιοικητή της Τράπεζας- «Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών·
«χρηματοοικονομικό ίδρυμα» σημαίνει οποιοδήποτε πιστωτικό ίδρυμα, χρηματοοικονομικό όμιλο ετερογενών δραστηριοτήτων, ίδρυμα πληρωμών, ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος, ασφαλιστική επιχείρηση, αντασφαλιστική επιχείρηση, ασφαλιστικό μεσολαβητή, ίδρυμα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών, επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ή οργανισμό συλλογικών επενδύσεων ή άλλο ίδρυμα, επιχείρηση ή οντότητα με κύρια δραστηριότητα παρόμοιου χαρακτήρα που έχει συσταθεί στη Δημοκρατία και έλαβε άδεια λειτουργίας από αρμόδια αρχή στη Δημοκρατία ή που λειτουργεί στη Δημοκρατία·
«χρηματοοικονομικό σύστημα» σημαίνει όλα τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα, τις αγορές, τα προϊόντα και τις υποδομές των αγορών.
(2)(α) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες οποιαδήποτε αναφορά σε νομοθετική πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως Οδηγία, Κανονισμός ή Απόφαση, σημαίνει την εν λόγω πράξη όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός εάν από το κείμενο του παρόντος Νόμου ή από τις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες προκύπτει διαφορετική έννοια.
(β) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες οποιαδήποτε αναφορά σε νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη της Δημοκρατίας, σημαίνει τον εν λόγω νόμο ή την εν λόγω κανονιστική διοικητική πράξη όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός εάν από το κείμενο του παρόντος Νόμου ή από τις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες προκύπτει διαφορετική έννοια.
3. Η Τράπεζα συνεχίζει να λειτουργεί ως νομικό πρόσωπο με συνεχή διαδοχή και ίδια κοινή σφραγίδα, ικανότητα να παρίσταται στο δικαστήριο ως ενάγουσα ή εναγομένη, εξουσία κτήσης, σύναψης συμβάσεων, κατοχής και διάθεσης περιουσιακών στοιχείων, καθώς και εξουσία να διενεργεί οποιεσδήποτε πράξεις για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.
4.—(1) Η έδρα και τα κεντρικά γραφεία της Τράπεζας βρίσκονται στη Λευκωσία.
(2) Η Τράπεζα δύναται οποτεδήποτε να ιδρύει και να καταργεί περιφερειακά γραφεία στη Δημοκρατία ανάλογα με τις ανάγκες της.
(3) Η Τράπεζα δύναται οποτεδήποτε να διορίζει και να ανακαλεί το διορισμό αντιπροσώπων ή ανταποκριτών της στη Δημοκρατία ή αλλού.
5.-(1) Πρωταρχικός σκοπός της Τράπεζας είναι η διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών.
(2) Χωρίς επηρεασμό του πρωταρχικού της σκοπού και υπό τον όρο της εκπλήρωσης των υποχρεώσεών της με βάση τις διατάξεις της παραγράφου (1) του άρθρου 105 της Συνθήκης, η Τράπεζα στηρίζει τη γενική οικονομική πολιτική του Kράτους.
5Α.-(1) Η Τράπεζα αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών καιενεργεί καθ’ όσον αφορά τις αρμοδιότητες του εν λόγω Συστήματος σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές και οδηγίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
(2) Η Τράπεζα συμβάλλει, ως αναπόσπαστο μέρος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών, στην εκτέλεση των καθηκόντων και στην άσκηση των αρμοδιοτήτων που ανατίθενται ή εκχωρούνται σ’ αυτό με βάση τις διατάξεις της Συνθήκης ή του Καταστατικού.
6.—(1) Η Τράπεζα ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που είναι αναγκαίες για την επίτευξη των σκοπών της, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε αρμοδιοτήτων που ασκούνται από κεντρική τράπεζα.
(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1) και των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη συμμετοχή της Τράπεζας στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών, οι βασικές αρμοδιότητες της Τράπεζας είναι οι ακόλουθες:
(α) Η συμβολή, ως αναπόσπαστο μέρος του Συστήματος, στη χάραξη και εφαρμογή της νομισματικής πολιτικής της Κοινότητας∙
(β) η κατοχή, διαφύλαξη και διαχείριση των επίσημων αποθεμάτων της Δημοκρατίας, στα οποία περιλαμβάνονται τα διαθέσιμα της Τράπεζας και του Δημοσίου σε συνάλλαγμα και χρυσό∙
(γ) η διενέργεια πράξεων σε συνάλλαγμα, καθώς και η διαχείριση, συναλλαγματικών αποθεμάτων τα οποία δυνατόν να παραχωρηθούν στην Τράπεζα για διαχείριση, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 111 της Συνθήκης∙
(δ) η χορήγηση άδειας και η εποπτεία των αδειοδοτημένων πιστωτικών ιδρυμάτων χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται∙
(ε) η μακροπροληπτική επίβλεψη του χρηματοοικονομικού συστήματος, με απώτερο στόχο τη συμβολή στη διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος·
(στ) η προσφορά υπηρεσιών ή η άσκηση καθηκόντων τραπεζίτη και αντιπροσώπου της Δημοκρατίας σε χρηματοοικονομικά θέματα·
(ζ) η προώθηση, ρύθμιση και επίβλεψη της ομαλής λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών·
(η) η συλλογή, επεξεργασία και διανομή στατιστικών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων που απαιτούνται για την έναντι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας εκπλήρωση των καθηκόντων της Τράπεζας ως αναπόσπαστου μέρους του Συστήματος∙
(θ) η συμμετοχή ως μέλους σε διεθνείς νομισματικούς και οικονομικούς οργανισμούς, επιφυλασσόμενης σχετικής εγκρίσεως της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά την παράγραφο (2) του άρθρου 6 του Καταστατικού.
(3) Η Τράπεζα ορίζεται ως η Αρχή Πληροφόρησης κατ’ εφαρμογή του στοιχείου 13) του Άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 655/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαΐου 2014 περί της διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής δέσμευσης λογαριασμού προς διευκόλυνση της διασυνοριακής είσπραξης οφειλών σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις:
7. Η Τράπεζα και τα μέλη των οργάνων της, δε ζητούν ούτε δέχονται οδηγίες από κοινοτικά όργανα ή οργανισμούς, την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας ή οποιαδήποτε κυβέρνηση άλλου κράτους μέλους ή οποιοδήποτε άλλο οργανισμό κατά την ενάσκηση των αρμοδιοτήτων τους δυνάμει του παρόντος Νόμου.
7Α. Ο Υπουργός δύναται, με τη σύμφωνη γνώμη της Τράπεζας, να εκδίδει γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, με την οποία ορίζει και εξουσιοδοτεί την Τράπεζα να ενεργεί ως η αρμόδια αρχή για την εφαρμογή οποιουδήποτε Κανονισμού ή Απόφασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης συναφούς προς τα υφιστάμενα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες της Τράπεζας.
8. Όργανα της Τράπεζας είναι το Διοικητικό Συμβούλιο, ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 138(I)/2002
- 34(I)/2007
12. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Τράπεζας αποτελείται από το Διοικητή, τον Υποδιοικητή, δύο εκτελεστικούς συμβούλους και πέντε μη εκτελεστικούς συμβούλους.
13.—(1) Οι σύμβουλοι, διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο και είναι πολίτες της Δημοκρατίας, αναγνωρισμένης επιστημονικής κατάρτισης, ή και αναγνωρισμένης οικονομικής και επιχειρηματικής πείρας, οι οποίοι δε στερούνται της ικανότητας προς διορισμό δυνάμει του άρθρου 14.
(2) Κάθε σύμβουλος διορίζεται για περίοδο πέντε ετών, η οποία δύναται να ανανεώνεται και απομακρύνεται από τη θέση του με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, κατόπιν πρότασης του Υπουργού και αφού αυτό ακούσει τις απόψεις του Διοικητή, εφόσον δεν πληροί τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την εκτέλεση των καθηκόντων του ή έχει υποπέσει σε βαρύ παράπτωμα:
(3) Όταν πρόσωπο παύσει να είναι σύμβουλος πριν από τη λήξη του χρόνου της θητείας του, το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει ως σύμβουλο, πρόσωπο που έχει τα προσόντα που καθορίζονται στο εδάφιο (1) για περίοδο πέντε ετών.
(4) Η θέση συμβούλου, εξαιρουμένου του Διοικητή και του Υποδιοικητή, κενουται:
(α) λόγω θανάτου του μέλους ή απώλειας από αυτό της ιθαγένειας της Δημοκρατίας·
(β) διά της εγγράφου παραιτήσεως του μέλους·
(γ) εάν το μέλος δεν πληρεί πλέον τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την εκτέλεση των καθηκόντων του ή έχει υποπέσει σε βαρύ παράπτωμα ή·
(δ) εάν επισυμβεί οποιοδήποτε από τα γεγονότα που αναφέρονται στο άρθρο 14.
(5) Κανένας σύμβουλος που έχει προσωπικό συμφέρον σε υπό συζήτηση θέμα δε δύναται να λαμβάνει μέρος στη συζήτηση και να ψηφίζει για αυτό:
(6) Η αντιμισθία και οι λοιποί όροι υπηρεσίας των εκτελεστικών συμβούλων και η αντιμισθία των μη εκτελεστικών συμβούλων καθορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο με το διορισμό τους για ολόκληρη την πενταετή θητεία τους:
14. Κανένα πρόσωπο δε δύναται να διορισθεί ως σύμβουλος εφόσον κατέχει οποιαδήποτε θέση που είναι ασυμβίβαστη με την ιδιότητά του ως σύμβουλος και ειδικότερα εφόσον-
(α) Είναι υπουργός, ή μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων
(β) είναι μέλος Δημοτικού Συμβουλίου, περιλαμβανομένου του Δημάρχου·
(γ) είναι μέλος των ενόπλων δυνάμεων ή των δυνάμεων ασφαλείας της Δημοκρατίας·
(δ) κατέχει δημόσια θέση ή θέση σε αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης ή ενεργεί ως αναπληρωτής σε τέτοια θέση:
Νοείται ότι «δημόσια θέση» σημαίνει οποιαδήποτε θέση με οικονομικό όφελος στην υπηρεσία της Δημοκρατίας εφόσον οι απολαβές της υπόκεινται στον έλεγχο της Δημοκρατίας και περιλαμβάνει οποιαδήποτε θέση σε οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή οργανισμό κοινής ωφελείας:
Νοείται περαιτέρω ότι το ασυμβίβαστο δεν αναφέρεται σε πρόσωπο, το οποίο-
(i) κατέχει θέση καθηγητή σε πανεπιστήμιο ή άλλο ίδρυμα ανωτάτης εκπαίδευσης στη Δημοκρατία·
(ii) εκτελεί, χωρίς να είναι μέλος της δημόσιας υπηρεσίας, χρέη αντιπροσώπου της Δημοκρατίας σε διεθνή νομισματικό ή οικονομικό οργανισμό, στον οποίο η Δημοκρατία είναι μέλος·
(ε) έχει κηρυχθεί σε πτώχευση, εφόσον δεν έχει αποκατασταθεί ή τελεί υπό αναγκαστική διαχείριση ή βρίσκεται σε συμβιβασμό με τους πιστωτές του·
(στ) τελεί υπό δικαστική απαγόρευση λόγω φρενοβλάβειας ή έχει άλλως πως κηρυχθεί ως μειωμένης νοητικής ικανότητας-
(ζ) είναι μέλος διοικητικού οργάνου, αξιωματούχος ή υπάλληλος άλλου αδειοδοτημένου πιστωτικού ιδρύματος ή χρηματοοικονομικού ιδρύματος ή θυγατρικής αυτών ή έχει ως μέτοχος, συμφέρον δυνάμει του οποίου ελέγχει οποιοδήποτε άλλο πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοοικονομικό ίδρυμα ή θυγατρική αυτών που λειτουργεί στη Δημοκρατία ή που ελέγχεται από οργανισμό που λειτουργεί στη Δημοκρατία.
15.—(1) Το Συμβούλιο έχει τις ακόλουθες βασικές αρμοδιότητες-
(α) Να εποπτεύει τη διαχείριση της Τράπεζας-
(β) να καθορίζει και να εφαρμόζει την πολιτική της Τράπεζας σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 6 για όλα τα θέματα που αφορούν την Τράπεζα, εκτός των θεμάτων που εμπίπτουν στο πεδίο των καθηκόντων του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών.
(2) Για την επίτευξη των βασικών αρμοδιοτήτων που προβλέπονται στο εδάφιο (1) το Συμβούλιο δύναται να ενασκεί όλες τις προς τούτο συνεπαγόμενες αρμοδιότητες.
(3) Το Συμβούλιο δύναται εκάστοτε να αναθέτει με απόφασή του οποιεσδήποτε από τις αρμοδιότητές του στο Διοικητή υπό τέτοιους όρους και για τέτοιες περιόδους, όπως το Συμβούλιο ήθελε καθορίσει.
15Α. Οι αποφάσεις για τη χορήγηση άδειας καθώς και για την άσκηση εργασιών πιστωτικού ιδρύματος λαμβάνονται από το Διοικητή με τη σύμφωνη γνώμη του Συμβουλίου.
16. Το Συμβούλιο δύναται να εκδίδει οδηγίες-
(α) Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 20, προς επίτευξη των κατά το άρθρο 5 σκοπών και των κατά το άρθρο 6 αρμοδιοτήτων ή και για τη ρύθμιση της ενάσκησης των αρμοδιοτήτων της Τράπεζας, με εξαίρεση τις αρμοδιότητες που εμπίπτουν στα καθήκοντα του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών·
(β) για την οργάνωση και τη διαδικασία λειτουργίας του-
(γ) με τη σύσταση του Διοικητή για την οργάνωση της Τράπεζας, για τον καθορισμό των όρων υπηρεσίας όλων των υπαλλήλων της Τράπεζας και για τη ρύθμιση των εξουσιών και των καθηκόντων τους καθώς και θέματα προσλήψεων, προαγωγών και άσκησης πειθαρχικού ελέγχου.
17.—(1) Το Συμβούλιο συγκαλείται σε συνεδρία-
(α) Από το Διοικητή, με ειδοποίηση που αποστέλλεται σε όλα τα μέλη του ή σε περίπτωση προσωρινής απουσίας του Διοικητή ή πρόσκαιρου κωλύματος του από τον Υποδιοικητή:
(β) από δύο συμβούλους ύστερα από έγγραφη αίτηση που υποβάλλεται στο Διοικητή για το σκοπό αυτό, στην οποία καθορίζονται τα θέματα για τα οποία ζητείται η σύγκληση της συνεδρίας.
(2) Των συνεδριών του Συμβουλίου προεδρεύει ο Διοικητής ή ο Υποδιοικητής σε περίπτωση προσωρινής απουσίας ή πρόσκαιρου κωλύματος του πρώτου- εάν απουσιάζουν και οι δύο από οποιαδήποτε συνεδρία, τα παρόντα στη συνεδρία μέλη του Συμβουλίου εκλέγουν μεταξύ τους τον προεδρεύοντα της συνεδρίας.
(3) Πέντε μέλη του Συμβουλίου συνιστούν απαρτία σε κάθε συνεδρία- οι αποφάσεις λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των παρόντων μελών και σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του προεδρεύοντα της συνεδρίας.
(4) Κατά την εκτέλεση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων προς επίτευξη των κατά το άρθρο 5 σκοπών, τα μέλη του Συμβουλίου λαμβάνουν δεόντως υπόψη την ιδιότητα του Διοικητή ως μέλους, τόσο του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, όσο και του Γενικού Συμβουλίου.
(5) Τα πρακτικά κάθε συνεδρίας του Συμβουλίου είναι εμπιστευτικά, εκτός εάν το Συμβούλιο ορίσει διαφορετικά και τηρούνται κατά τον τύπο που καθορίζει το ίδιο, οι αποφάσεις του όμως καταγράφονται επί λέξει.
(6) Ουδεμία πράξη ή ενέργεια του Συμβουλίου θεωρείται άκυρη λόγω χηρείας οποιασδήποτε θέσης του Συμβουλίου.
17Α.(1) Το Συμβούλιο αναθέτει στους εκτελεστικούς συμβούλους ειδικά καθήκοντα για να υποβοηθούν το Διοικητή στη διεύθυνση, εποπτεία και έλεγχο των εργασιών της Τράπεζας, εκτός των θεμάτων που εμπίπτουν στο πεδίο των αρμοδιοτήτων του Ευρωπαϊκού Συστήματος Τραπεζών.
(2) Οι εκτελεστικοί σύμβουλοι ασκούν τα καθήκοντά τους επί πλήρους βάσεως και απασχόλησης και δεν αναλαμβάνουν οποιαδήποτε άλλη απασχόληση.
(3) Οι εκτελεστικοί σύμβουλοι δε δύνανται να αναλάβουν στη Δημοκρατία οποιαδήποτε θέση ή να αποκτήσουν συμφέρον σε οποιοδήποτε αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοοικονομικό ίδρυμα ή θυγατρική αυτών που λειτουργεί στη Δημοκρατία ή που ελέγχεται από οργανισμό που λειτουργεί στη Δημοκρατία και που βρίσκεται κάτω από την εποπτεία της Τράπεζας ή να δεχθούν οποιαδήποτε αντιμισθία από αυτούς, για δύο έτη μετά τον τερματισμό του διορισμού τους.
18.—(1) Τηρουμένης της παραγράφου 1 του Άρθρου 118 του Συντάγματος, ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής διορίζονται από τον Πρόεδρο και Αντιπρόεδρο της Δημοκρατίας.
(2) Ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής είναι πολίτες της Δημοκρατίας και πρόσωπα κατάλληλα και αναγνωρισμένης οικονομικής πείρας.
(3) Η θητεία του Διοικητή και του Υποδιοικητή είναι πενταετής και δύναται να ανανεώνεται:
Νοείται ότι πρόσωπο, το οποίο κατέχει κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου το αξίωμα του Διοικητή ή Υποδιοικητή, θα εξακολουθήσει να κατέχει τούτο υπό τους ίδιους όρους μέχρι λήξεως της θητείας, εκτός εάν νεώτερος νόμος προβλέψει διαφορετικά.
(4) Τηρουμένης της παραγράφου 4 του Άρθρου 118 του Συντάγματος, ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής απομακρύνονται από τη θέση τους, μόνο εάν κατά την κρίση του συμβουλίου, το οποίο συνίσταται σύμφωνα με την όγδοη παράγραφο του Άρθρου 153 του Συντάγματος, δεν πληρούν πλέον τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή έχουν υποπέσει σε βαρύ παράπτωμα.
(5) Η αντιμισθία και οι λοιποί όροι υπηρεσίας του Διοικητή και του Υποδιοικητή καθορίζονται στα έγγραφα του διορισμού τους:
Νοείται ότι η αντιμισθία των εν λόγω αξιωματούχων καθορίζεται για ολόκληρη την πενταετή θητεία τους.
19.—(1) Ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής οφείλουν κατά τη διάρκεια της θητείας τους να αφιερώνουν ολόκληρο το χρόνο τους αποκλειστικά στην υπηρεσία της Τράπεζας και να μην ασχολούνται με οποιαδήποτε άλλη εργασία, επάγγελμα ή επιχείρηση.
(2) Ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής δε δύνανται να αναλάβουν στη Δημοκρατία οποιαδήποτε θέση ή να αποκτήσουν συμφέρον σε οποιοδήποτε αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοοικονομικό ίδρυμα ή θυγατρική αυτών που λειτουργεί στη Δημοκρατία ή που ελέγχεται από οργανισμό που λειτουργεί στη Δημοκρατία και που βρίσκεται κάτω από την εποπτεία της Τράπεζας ή να δεχθούν οποιαδήποτε αντιμισθία από αυτούς για δύο έτη μετά τον τερματισμό του διορισμού τους.
20.—(1) Τηρουμένου του Άρθρου 119 του Συντάγματος, ο Διοικητής ως το ανώτατο εκτελεστικό όργανο της Τράπεζας έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
(α) Να εφαρμόζει την πολιτική της Τράπεζας-
(β) να διευθύνει και να ελέγχει τις εργασίες της Τράπεζας·
(γ) να ενεργεί για όλα τα ζητήματα που αφορούν τη διεξαγωγή των εργασιών της Τράπεζας, τα οποία δεν υπάγονται στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου·
(δ) να διορίζει, θέτει σε διαθεσιμότητα ή απολύει οποιουσδήποτε υπαλλήλους της Τράπεζας.
(2) Ο Διοικητής στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1), ενεργεί σύμφωνα με τη γνώμη της Επιτροπής Προσωπικού που προβλέπεται στο άρθρο 22.
(3)(α) Ο Διοικητής μετέχει, ως εκ της θέσεώς του, ως ανεξάρτητη προσωπικότητα, στο Γενικό Συμβούλιο και στο Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και έχει αποκλειστική αρμοδιότητα για-
(i) την εκτέλεση των καθηκόντων και την άσκηση των εξουσιών που ανατίθενται στην Τράπεζα, σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης ή του Καταστατικού· και
(ii) την επίβλεψη των συστημάτων πληρωμών, εκκαθάρισης, ή και διακανονισμού συναλλαγών.
(β) Χωρίς επηρεασμό των εξουσιών του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τηρουμένων των διατάξεων της Συνθήκης και του Καταστατικού, ο Διοικητής δύναται να εκδίδει Οδηγίες προς επίτευξη των αναφερόμενων στην παράγραφο (α) καθηκόντων.
(4) Ο Διοικητής, είναι ο κύριος εκπρόσωπος της Τράπεζας και έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
(α) Να εκπροσωπεί την Τράπεζα σε κάθε σχέση της με άλλα πρόσωπα, περιλαμβανομένης και της Κυβέρνησης·
(β) να εκπροσωπεί την Τράπεζα, προσωπικά ή διά δικηγόρου, σε κάθε νομική διαδικασία, στην οποία αυτή είναι διάδικος·
(γ) να υπογράφει συμβάσεις που συνάπτονται από την Τράπεζα, καθώς και τις ετήσιες εκθέσεις, τις οικονομικές καταστάσεις, την αλληλογραφία και τα λοιπά έγγραφα της Τράπεζας·
(δ) να αναθέτει την άσκηση οποιωνδήποτε από τις εξουσίες που προβλέπονται στις παραγράφους (α), (β) και (γ) σε άλλους υπαλλήλους της Τράπεζας με δική του ευθύνη.
(5) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (3) και τηρουμένων των διατάξεων της Συνθήκης και του Καταστατικού, ο Διοικητής ενημερώνει το Συμβούλιο για όλα τα τρέχοντα ζητήματα που χρήζουν της προσοχής του και παρέχει σ’ αυτό, εφόσον τούτο είναι πρακτικά δυνατό, τέτοια στοιχεία και πληροφορίες που το διευκολύνουν στη λήψη αποφάσεων και στον καθορισμό της πολιτικής του:
21. Ο Υποδιοικητής βοηθά το Διοικητή στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του και, σε περίπτωση απουσίας ή προσωρινού κωλύματος του Διοικητή, ασκεί όλες τις αρμοδιότητες του Διοικητή όπως αυτές προβλέπονται στο Σύνταγμα ή στον παρόντα Νόμο.
22.—(1) (α) Η Επιτροπή Προσωπικού αποτελείται από το Διοικητή ως Πρόεδρο, τον Υποδιοικητή, τους δύο εκτελεστικούς συμβούλους και δύο άλλα μέλη που διορίζονται από το Συμβούλιο για θητεία τριών ετών, εκτός εάν παυθούν πριν τη λήξη της θητείας τους από το Συμβούλιο κατόπιν αιτιολογημένης εισήγησης του Διοικητή και εφόσον διαπιστωθεί μη πλήρης εκτέλεση των καθηκόντων τους:
(β) Σε περίπτωση προσωρινής απουσίας ή πρόσκαιρου κωλύματος του Διοικητή και του Υποδιοικητή, τα παρόντα στη συνεδρία μέλη της Επιτροπής Προσωπικού εκλέγουν μεταξύ τους τον προεδρεύοντα της συνεδρίας.
(γ) Σε περίπτωση κατά την οποία, οποιοδήποτε μέλος της Επιτροπής Προσωπικού, αδυνατεί να παραστεί σε συνεδρία της, για οποιοδήποτε λόγο, η Επιτροπή Προσωπικού δύναται με εισήγηση του Διοικητή και με τη σύμφωνη γνώμη του Διοικητικού Συμβουλίου να ορίσει άλλο πρόσωπο εκ των προτέρων για να παραστεί στη συνεδρία, σε αντικατάσταση του απόντος.
(2) Η Επιτροπή Προσωπικού βρίσκεται σε απαρτία όταν παρίστανται τέσσερα τουλάχιστον μέλη και αποφασίζει κατά πλειοψηφία. σε περίπτωση δε ισοψηφίας, υπερισχύει η ψήφος του προεδρεύοντος της συνεδρίας.
(3) Η Επιτροπή Προσωπικού δύναται με εισήγηση του Διοικητή να εκχωρεί οποιεσδήποτε από τις αρμοδιότητές της που προβλέπονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 20 του παρόντος Νόμου, όπως αυτή ήθελε ορίσει, σε υπεπιτροπή αποτελούμενη από τουλάχιστο τρία άτομα.
(4) Η Επιτροπή Προσωπικού με εισήγηση του Διοικητή αποφασίζει για την οργάνωση της ιδίας και τη διαδικασία των συνεδριών της καθώς και οποιασδήποτε υπεπιτροπής, στην οποία είναι δυνατό να εκχωρηθούν αρμοδιότητές της δυνάμει του εδαφίου (3).
23.—(1) Για την άσκηση των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων της Τράπεζας, διορίζονται, όπως προνοείται στον παρόντα Νόμο, οι εκάστοτε αναγκαίοι υπάλληλοι.
(2) Ο διορισμός κάθε υπαλλήλου της Τράπεζας γίνεται έναντι απολαβών και υπό τέτοιους όρους, οι οποίοι προβλέπονται σε οδηγίες ή σχέδια υπηρεσίας που εκδίδονται για το σκοπό αυτό από το Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 16 του παρόντος Νόμου.
(3) Τηρουμένων οποιωνδήποτε οδηγιών που εκδόθηκαν για το σκοπό αυτό δυνάμει του παρόντος Νόμου, κανένας δε δύναται να κατέχει οποιαδήποτε θέση στην Τράπεζα, εάν συγχρόνως-
(α) κατέχει οποιαδήποτε θέση σε άλλο αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοοικονομικό ίδρυμα ή θυγατρική αυτών που λειτουργεί στη Δημοκρατία ή που ελέγχεται από οργανισμό που λειτουργεί στη Δημοκρατία·
(β) έχει οποιαδήποτε συμμετοχή στο κεφάλαιο τέτοιου αδειοδοτημένου πιστωτικού ιδρύματος ή χρηματοοικονομικού ιδρύματος ή θυγατρικής αυτών εάν δε γνωστοποιήσει προηγουμένως το γεγονός αυτό και λάβει την άδεια του Συμβουλίου:
24. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των καθοριζομένων για κάθε περίπτωση από το Συμβούλιο όρων υπηρεσίας, είναι δυνατό να προσλαμβάνονται ανεξάρτητα πρόσωπα για την άσκηση ειδικών καθηκόντων, όπως αυτά καθορίζονται εκάστοτε στη σχετική σύμβαση εργασίας.
25.(1) Κάθε σύμβουλος, υπάλληλος της Τράπεζας έχει υποχρέωση, ακόμη και όταν θα έχει παύσει να ασκεί τα καθήκοντά του, να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο και για τους σκοπούς του εκάστοτε εν ισχύ Ποινικού Κώδικα θεωρείται ότι ανήκει στη δημόσια υπηρεσία και οι διατάξεις του περί Δημοσίων Υπαλλήλων (Προστασία) Νόμου εφαρμόζονται σε σχέση με αυτούς ως εάν να ήταν δημόσιοι υπάλληλοι:
(2)(α) Το απόρρητο δεν ισχύει έναντι Δικαστηρίου της Δημοκρατίας, Ερευνητικής Επιτροπής που διορίσθηκε και ενεργεί δυνάμει του περί Ερευνητικών Επιτροπών Νόμου, ποινικού ανακριτή διεξάγοντος ανάκριση βάσει του άρθρου 4 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, της Μονάδας Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης δυνάμει του περί Συγκάλυψης, Έρευνας και Δήμευσης Εσόδων από Ορισμένες Εγκληματικές Πράξεις Νόμου και Κοινοβουλευτικής Επιτροπής δυνάμει του περί της Καταθέσεως Στοιχείων και Πληροφοριών στη Βουλή των Αντιπροσώπων και στις Κοινοβουλευτικές Επιτροπές Νόμου, νοουμένου ότι το παρόν άρθρο δεν ερμηνεύεται ότι παρέχει οποιαδήποτε επιπρόσθετη εξουσία.
(β) Η υποχρέωση για τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου δεν ισχύει σε περίπτωση παροχής πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προς συμμόρφωση με τις διατάξεις της Συνθήκης ή του Καταστατικού.
28.—(1) Όλες οι χρηματικές συναλλαγές που διενεργούνται στη Δημοκρατία, θεωρούνται ότι εκφράζονται σε ευρώ εκτός εάν συμφωνηθεί διαφορετικά μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών.
(2) Όλες οι χρηματικές συναλλαγές που διενεργούνται στη Δημοκρατία διακανονίζονται σε ευρώ, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σε οποιοδήποτε δημόσιο εσωτερικό ή διεθνές νομοθετικό μέτρο ή εκτός εάν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών.
29.-(1) Η Τράπεζα εκδίδει τραπεζογραμμάτια που κυκλοφορούν ως νόμιμο χρήμα στη Δημοκρατία σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (1) του άρθρου 106 της Συνθήκης και του άρθρου 16 του Καταστατικού.
(2) Η Τράπεζα εκδίδει, ως αντιπρόσωπος της Κυβέρνησης, κέρματα που κυκλοφορούν ως νόμιμο χρήμα στη Δημοκρατία. Η ποσότητα των εκδιδόμενων κερμάτων τελεί υπό την έγκριση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η δε ονομαστική αξία και οι τεχνικές προδιαγραφές των κερμάτων σε ευρώ καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (2) του άρθρου 106 της Συνθήκης:
30.—(1) [Διαγράφηκε]
(2) Η Τράπεζα κοινοποιεί με γνωστοποίηση, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας τις αξίες και τα λοιπά χαρακτηριστικά γνωρίσματα των τραπεζογραμματίων και κερμάτων που εκάστοτε εκδίδει δυνάμει του άρθρου 29.
31.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων των ισχυουσών στη Δημοκρατία πράξεων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του εδαφίου (2), τραπεζογραμμάτια και κέρματα που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 106 της Συνθήκης είναι το νομίμως κυκλοφορούν χρήμα και γίνονται αποδεκτά χωρίς περιορισμό ως προς το ποσό για το διακανονισμό όλων των χρεών, δημόσιων και ιδιωτικών.
(2) Η Τράπεζα δύναται, με γνωστοποίησή της, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να κοινοποιεί ότι ορισμένες εκδόσεις ή αξίες τραπεζογραμματίων ή κερμάτων έπαυσαν να είναι νομίμως κυκλοφορούν χρήμα από μια καθορισμένη ημερομηνία και μετέπειτα.
32. Τηρουμένων των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου, η Τράπεζα εκδίδει οδηγίες που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, στις οποίες προβλέπονται οι όροι υπό τους οποίους φθαρμένα, παραποιημένα ή άλλως πως ελαττωματικά τραπεζογραμμάτια ή κέρματα δύνανται να αντικαθίστανται από την Τράπεζα.
33.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων της Συνθήκης και του Καταστατικού, η Τράπεζα διατηρεί απόθεμα πολύτιμων μετάλλων καθώς και συνάλλαγμα ως μέρος του ενεργητικού της.
(2) Τα πολύτιμα μέταλλα και το συνάλλαγμα που η Τράπεζα διατηρεί σύμφωνα με το εδάφιο (1) δύνανται κατά καιρούς να καθορίζονται, τηρουμένων των διατάξεων της Συνθήκης και του Καταστατικού, από το Συμβούλιο.
34.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων της Συνθήκης και του Καταστατικού, η Τράπεζα δύναται να συναλλάσσεται και να δέχεται καταθέσεις σε συνάλλαγμα ή σε πολύτιμα μέταλλα με πράξεις άμεσης, προθεσμιακής ή οποιασδήποτε άλλης μορφής.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων της Συνθήκης και του Καταστατικού, η Τράπεζα δύναται να διενεργεί πιστοληπτικές και πιστοδοτικές πράξεις σε οποιοδήποτε νόμισμα.
35. Τηρουμένων των διατάξεων της Συνθήκης και του Καταστατικού, η Τράπεζα δύναται να διενεργεί συναλλαγές σε συνάλλαγμα και πολύτιμα μέταλλα με-
(α) τράπεζες και συνεργατικά πιστωτικά ιδρύματα·
(β) την Κυβέρνηση, νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου και άλλους οργανισμούς εξηρτημένους από την Κυβέρνηση·
(γ) αλλοδαπές κεντρικές τράπεζες, αλλοδαπά πιστωτικά ιδρύματα ή αλλοδαπά χρηματοοικονομικά ιδρύματα·
(δ) αλλοδαπές κυβερνήσεις και άλλους οργανισμούς εξηρτημένους από αλλοδαπές κυβερνήσεις·
(ε) διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς·
(στ) άλλους οργανισμούς στους οποίους έχει ειδικά επιτραπεί τούτο από την Τράπεζα.
36.—(1) Η Τράπεζα επιτρέπει σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα να ενεργούν πράξεις σε συνάλλαγμα ως μέρος της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας.
(2) Η Τράπεζα εκδίδει οδηγίες, οι οποίες αφορούν τις συναλλαγές και τα αποθέματα σε συνάλλαγμα των φυσικών ή νομικών προσώπων, στα οποία επιτρέπει να ενεργούν δυνάμει του εδαφίου (1).
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 138(I)/2002
- 34(I)/2007
39.—(1) Για τη διεξαγωγή των εργασιών της, η Τράπεζα δύναται να ανοίγει λογαριασμούς υπέρ πιστωτικών ιδρυμάτων, δημόσιων οργανισμών και άλλων φορέων της αγοράς, και να δέχεται περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων τίτλων υπό μορφή λογιστικής εγγραφής, ως ασφάλεια.
(2) Προς επίτευξη των στόχων της και την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων της, η Τράπεζα δύναται-
(α) Να συναλλάσσεται στις χρηματαγορές, αγοράζοντας και πωλώντας με οριστικές πράξεις (άμεσης και προθεσμιακής εκτελέσεως) ή με σύμφωνο επαναγοράς, ή δανείζοντας και δανειζόμενη απαιτήσεις ή και τίτλους σε οποιοδήποτε νόμισμα καθώς και πολύτιμα μέταλλα· και
(β) να διενεργεί πιστοδοτικές και πιστοληπτικές πράξεις με πιστωτικά ιδρύματα και άλλους φορείς της αγοράς με επαρκή εξασφάλιση προκειμένου για δάνεια ή άλλες συναφείς χρηματοδοτικές πράξεις.
3.(α) Τηρουμένων των διατάξεων των ισχυουσών στη Δημοκρατία πράξεων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Τράπεζα δύναται να καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις που διέπουν τις συναλλαγές της με πιστωτικά ιδρύματα.
(β) [Διαγράφηκε]
(4) Ανεξάρτητα από οτιδήποτε διαλαμβάνεται σε οποιοδήποτε άλλο εκάστοτε σε ισχύ νόμο, τα δικαιώματα της Τράπεζας επί εξασφαλίσεως που της παραχωρείται δε θίγονται από τη διαδικασία εκκαθάρισης κατά του αντισυμβαλλομένου της Τράπεζας που παραχώρησε την εξασφάλιση, η οποία δυνατό να ρευστοποιηθεί αμέσως προς ικανοποίηση αυτών των δικαιωμάτων.
41. Τα ελάχιστα αποθεματικά τηρούνται στην Τράπεζα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του Καταστατικού.
42. Προς επίτευξη των στόχων του Συστήματος και προς εκτέλεση των καθηκόντων του, η Τράπεζα δύναται να εκδίδει αξιόγραφα για σκοπούς παρέμβασης στην αγορά χρήματος.
43. Όλα τα μέτρα γενικής εφαρμογής που καθορίζονται από την Τράπεζα δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 40 και 41, δημοσιεύονται και ανακοινώνονται κατάλληλα με τις ημερομηνίες έναρξης της ισχύος τους, κατά τρόπο που καθορίζει η Τράπεζα και οι οδηγίες που εκδίδονται δυνάμει των ανωτέρω διατάξεων δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(1) Η Τράπεζα δέχεται καταθέσεις εκ μέρους πιστωτικών ιδρυμάτων και δύναται να εισπράττει χρήματα για λογαριασμό τους.
(2) Η Τράπεζα δύναται, κατά την κρίση της, να καταβάλλει τόκο σε καθοριζόμενες καταθέσεις που γίνονται από πιστωτικά ιδρύματα, εξαιρουμένων των αποθεματικών που τηρούνται στην Τράπεζα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41.
(3) Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη συμμετοχή της Τράπεζας στο Σύστημα και ιδιαίτερα των διατάξεων του άρθρου 21 του Καταστατικού, η Τράπεζα δύναται να παρέχει χορηγήσεις με εξασφάλιση ή να παρέχει δάνεια με εξασφάλιση σε πιστωτικά ιδρύματα για καθορισμένες περιόδους και για σκοπούς που η Τράπεζα ήθελε καθορίσει.
47Α.-(1) Απώτερος στόχος της μακροπροληπτικής επίβλεψης του χρηματοοικονομικού συστήματος είναι η συμβολή στη διαφύλαξη της σταθερότητας του χρηματοοικονομικού συστήματος ως συνόλου, μεταξύ άλλων, ενισχύοντας την ανθεκτικότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος και μειώνοντας τη συσσώρευση των συστημικών κινδύνων, διασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτόν τη διαρκή συμβολή του χρηματοοικονομικού τομέα στην οικονομική ανάπτυξη∙ για την άσκηση της μακροπροληπτικής επίβλεψης του χρηματοοικονομικού συστήματος, η Τράπεζα -
(α) αναγνωρίζει, παρακολουθεί και αξιολογεί τους κινδύνους που απειλούν τη χρηματοοικονομική σταθερότητα∙ και
(β) εφαρμόζει πολιτικές για αποτροπή ή περιορισμό των εν λόγω κινδύνων προς επίτευξη του απώτερου στόχου της.
(2) Η Τράπεζα ασκεί μακροπροληπτική πολιτική είτε με δική της πρωτοβουλία είτε κατ’ εφαρμογή συστάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου είτε κατ’ εφαρμογή συστάσεων ή αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή άλλων αρμόδιων αρχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
(3) Η Τράπεζα, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της που προβλέπονται στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 6, συνεργάζεται με αρμόδιες αρχές στη Δημοκρατία των οποίων οι ενέργειες επηρεάζουν σημαντικά τη χρηματοοικονομική σταθερότητα, χωρίς επηρεασμό των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους που προβλέπονται σε οικείους νόμους.
(4) Η Τράπεζα δύναται να αναθέτει ή και να αναπτύσσει, σε συνεργασία ή σε συντονισμό με άλλες αρμόδιες αρχές στη Δημοκρατία, τις μεθόδους επιτήρησης για την αναγνώριση των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων και δομών που είναι συστημικά σημαντικές για τη Δημοκρατία, και να καθορίζει ή να προβαίνει σε συστάσεις όσον αφορά την οριοθέτηση των κανονιστικών ρυθμίσεων για το χρηματοοικονομικό σύστημα.
(5) Η Τράπεζα, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της που προβλέπονται στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 6, συνεργάζεται και ανταλλάσσει οποιαδήποτε στοιχεία και πληροφορίες με αρμόδιες αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, και, όταν απαιτείται, με άλλες αρμόδιες αρχές στη Δημοκρατία και σε κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένων των μακροπροληπτικών αρχών άλλων κρατών μελών ή με αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών, διασφαλίζοντας την εμπιστευτικότητά τους.
(6) Η Τράπεζα δύναται να αναπτύσσει και να εφαρμόζει κατάλληλα εργαλεία για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της που προβλέπονται στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 6 είτε με δική της πρωτοβουλία, είτε κατ’ εφαρμογή συστάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, είτε κατ’ εφαρμογή συστάσεων ή αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή άλλων αρμόδιων αρχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
(7) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5Α και των κανόνων που εκάστοτε ισχύουν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών, η Τράπεζα δύναται να εκδίδει ειδικές ή γενικές οδηγίες ή κατευθυντήριες γραμμές προς τις συνιστώσες του χρηματοοικονομικού συστήματος ως σύνολο ή ανά ομάδα ή ανά χρηματοοικονομικό ίδρυμα, επιχείρηση ή οντότητα, τις οποίες δημοσιεύει όπως η ίδια η Τράπεζα ήθελε κρίνει αναγκαίο.
(8) Η Τράπεζα δημοσιοποιεί οποιεσδήποτε αποφάσεις μακροπροληπτικής πολιτικής και την αιτιολογική τους βάση έγκαιρα, εκτός αν αυτό δημιουργεί κινδύνους για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα και καθορίζει και δημοσιοποιεί τις στρατηγικές μακροπροληπτικής πολιτικής.
(9) Η Τράπεζα δύναται να προβαίνει σε δημόσιες και μη δημόσιες δηλώσεις σχετικά με τον συστημικό κίνδυνο.
(10) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (8), η Τράπεζα ενημερώνει τη Βουλή των Αντιπροσώπων για οποιεσδήποτε αποφάσεις μακροπροληπτικής πολιτικής και την αιτιολογική τους βάση, έγκαιρα, καθώς και για τις στρατηγικές μακροπροληπτικής πολιτικής που η Τράπεζα καθορίζει. η Τράπεζα καταθέτει κατ’ έτος, έκθεση για τη μακροπροληπτική πολιτική του προηγούμενου έτους στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
(10Α) Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ενημερώνει τη Βουλή των Αντιπροσώπων με την κατάθεση σχετικής έκθεσης ανά τριμηνιά για-
(α) τον αριθμό, το είδος και το ύψος των χορηγήσεων που αναδιαρθρώθηκαν ανά χρηματοδοτικό ίδρυμα·
(β) την πρόοδο στην είσπραξη καθυστερήσεων οφειλών· και
(γ) την εφαρμογή των διατάξεων του Μέρους VIA και του Μέρους VIB των περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμων του 1965 μέχρι 2014, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται.
(11) Οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο είναι σύμβουλος ή λειτουργός της Τράπεζας, δεν υπέχει ευθύνης σε περίπτωση αρωγής, αίτησης ή άλλης νομικής διαδικασίας για αποζημιώσεις σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων και ευθυνών της Τράπεζας δυνάμει της παραγράφου (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 6 ή δυνάμει οποιωνδήποτε ειδικών ή γενικών οδηγιών ή κατευθυντήριων γραμμών που εκδίδονται δυνάμει του εδαφίου (7) του άρθρου 47Α, εκτός αν αποδειχθεί ότι η πράξη ή η παράλειψη δεν είναι καλή τη πίστει ή είναι αποτέλεσμα σοβαρής αμέλειας.
47Β. Η Κεντρική Τράπεζα, εφόσον κρίνει ότι επηρεάζεται η χρηματοπιστωτική σταθερότητα, δύναται να παρεμβαίνει στο ρυθμό των εκποιήσεων ακινήτων, με την έκδοση γενικών ή ειδικών οδηγιών ή κατευθυντήριων γραμμών, ως ήθελε κρίνει εκάστοτε αναγκαίο, δυνάμει των εξουσιών που της παρέχονται ως μακροπροληπτικής αρχής:
48.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου εκάστοτε σε ισχύ νόμου, η Τράπεζα δύναται-
(α) Να διαχειρίζεται, να συμμετέχει, ή να γίνεται μέλος οποιουδήποτε συστήματος πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών
(β) να θέτει υπό την επίβλεψή της συστήματα πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών που λειτουργούν στη Δημοκρατία.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5Α και των κανόνων που εκάστοτε ισχύουν στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών, η Τράπεζα δύναται να εκδίδει οδηγίες που ρυθμίζουν τις εργασίες και τον τρόπο λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών που βρίσκονται υπό την επίβλεψη της:
(3) Η Τράπεζα δύναται να αναστέλλει τη λειτουργία οποιουδήποτε συστήματος πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών ή να τερματίζει τη συμμετοχή οποιουδήποτε μέλους σε οποιοδήποτε σύστημα πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών που βρίσκεται υπό την επίβλεψη της, με επιστολή προς τα μέλη του συστήματος υπό όρους που καθορίζονται από την ίδια και περιέχονται στη σχετική επιστολή.
(4)(α) Σε περίπτωση, κατά την οποία διαπιστώνεται ότι μέλος ή διαχειριστής συστήματος πληρωμών, εκκαθάρισης ή και διακανονισμού συναλλαγών που βρίσκεται υπό την επίβλεψη της Τράπεζας παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιοδήποτε όρο λειτουργίας του συστήματος αυτού, η Τράπεζα έχει εξουσία να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο, το οποίο δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες λίρες (ΛΚ100.000), ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης.
(β) Σε περίπτωση δεύτερης παράβασης η Τράπεζα δύναται, ανάλογα με τη σοβαρότητα της παράβασης, να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο το οποίο δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες λίρες (ΛΚ200.000).
(γ) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής του κατά το παρόν άρθρο επιβαλλόμενου από την Τράπεζα διοικητικού προστίμου, η Τράπεζα λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.
49.—(1)(α) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 101 της Συνθήκης και του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμός 3603/93 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 13ης Δεκεμβρίου 1993, όπως εκάστοτε τροποποιείται, η Τράπεζα δεν–
(i) παρέχει προκαταβολές ή οποιαδήποτε άλλη πιστωτική διευκόλυνση σε κοινοτικά όργανα ή οργανισμούς, στην Κυβέρνηση, σε επαρχιακές, ή άλλες δημόσιες αρχές, αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή δημόσιες επιχειρήσεις·
(ii) αγοράζει απευθείας τίτλους των αναφερόμενων στην υποπαράγραφο (i) οργανισμών ή φορέων κατά την έκδοσή τους.
(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν ισχύουν για τράπεζες που ανήκουν στο δημόσιο, στα οποία η Τράπεζα παρέχει την ίδια μεταχείριση όπως και στις άλλες τράπεζες που δεν ανήκουν στο δημόσιο.
(3) Το σύνολο των απαιτήσεων της Τράπεζας έναντι της Κυβέρνησης που εκκρεμεί κατά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος Νόμου μετατρέπεται σε μακροπρόθεσμο δάνειο διάρκειας τριάντα ετών, με τα πρώτα πέντε έτη ως περίοδο χάριτος όσο αφορά το κεφάλαιο και με ετήσιο επιτόκιο τρία τοις εκατόν (3%) βάσει επίσημης συμφωνίας μεταξύ της Τράπεζας και του Υπουργείου Οικονομικών.
50.—(1) Η Τράπεζα ενεργεί ως τραπεζίτης της Κυβέρνησης και αντιπρόσωπος της σε χρηματοοικονομικά θέματα, εκτός από περιπτώσεις που ο Υπουργός ήθελε ορίσει διαφορετικά αναφορικά με ορισμένες οικονομικές συναλλαγές.
(2) Η Τράπεζα δύναται κατά την κρίση της να ασκεί αρμοδιότητες αντιπρόσωπου σε χρηματοοικονομικά θέματα και τραπεζίτη για οποιοδήποτε δήμο ή νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου στη Δημοκρατία, σύμφωνα με ειδικές διευθετήσεις μεταξύ της Τράπεζας και του οικείου δήμου ή νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου και εντός των καθορισθέντων από αυτές τις διευθετήσεις, πλαισίων.
51. Η Τράπεζα υπό την ιδιότητά της ως τραπεζίτη της Κυβέρνησης και αντιπροσώπου της σε χρηματοοικονομικά θέματα-
(α) Είναι ο θεματοφύλακας της Κυβέρνησης, δέχεται καταθέσεις και ενεργεί πληρωμές για λογαριασμό της:
(β) είναι ο διαχειριστής των διάφορων ταμείων του δημοσίου, σύμφωνα με διευθετήσεις μεταξύ της Τράπεζας και του Υπουργού-
(γ) είναι ο διαχειριστής του δημόσιου χρέους, περιλαμβανομένης και της έκδοσης αξιογράφων της Κυβέρνησης, εκτός εάν το Υπουργικό Συμβούλιο αποφασίσει άλλως πως:
(δ) πληρώνει, διαβιβάζει, εισπράττει χρήματα ή ενεργεί ως θεματοφύλακας χρημάτων στη Δημοκρατία ή στο εξωτερικό·
(ε) αγοράζει, πωλεί, μεταβιβάζει, πάσης φύσεως αξιόγραφα, πολύτιμα μέταλλα και ξένο συνάλλαγμα ή ενεργεί ως θεματοφύλακας τούτων
(στ) εισπράττει για λογαριασμό της Κυβέρνησης οποιοδήποτε ποσό περιέρχεται στην Κυβέρνηση δυνάμει κυριότητας οποιουδήποτε αξιόγραφου ή άλλου περιουσιακού στοιχείου.
52.—(1) Η Τράπεζα δεν καταβάλλει τόκο για τις καταθέσεις που κρατεί σύμφωνα με την παράγραφο (α) του άρθρου 51.
(2) Εκτός αν συμφωνηθεί διαφορετικά, η Τράπεζα δε λαμβάνει οποιαδήποτε αμοιβή για τις υπηρεσίες που παρέχει στην Κυβέρνηση.
53.—(1) Η Τράπεζα δύναται να παρέχει συμβουλές στην Κυβέρνηση καθώς και στον Υπουργό, για οποιοδήποτε θέμα που κατά τη γνώμη της ενδέχεται να επηρεάσει την επίτευξη των σκοπών της ιδίας, όπως αυτοί καθορίζονται στο άρθρο 5.
(2) Η Κυβέρνηση καθώς και ο Υπουργός δύνανται να ζητούν από την Τράπεζα την παροχή στοιχείων σχετικά με τις επικρατούσες οικονομικές συνθήκες ή συμβουλές για οποιαδήποτε ειδικά μέτρα είναι δυνατό να ληφθούν, καθώς και ενημέρωση για τη γενική κατάσταση του χρήματος και του τραπεζικού συστήματος.
54.—(1) Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 7, ο Διοικητής δυνατό να καλείται και να παρίσταται στις συνεδρίες του Υπουργικού Συμβουλίου ή αρμόδιων επιτροπών του Υπουργικού Συμβουλίου όταν συζητούνται θέματα που σχετίζονται με τους σκοπούς και τις αρμοδιότητες της Τράπεζας.
(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων της παραγράφου (4) του άρθρου 105 της Συνθήκης, για κάθε σχέδιο ή πρόταση νόμου που αφορά τις αρμοδιότητες της Τράπεζας ζητείται η γνώμη της:
55.—(1) Τηρουμένης της παραγράφου 5 του Άρθρου 119 του Συντάγματος, η Τράπεζα καταθέτει κατ' έτος, έκθεση για τη νομισματική πολιτική του προηγούμενου και του τρέχοντος έτους στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 108 της Συνθήκης και των άρθρων 10.4 και 38 του Καταστατικού, ο Διοικητής, εφόσον κληθεί αρμοδίως προς τούτο, εμφανίζεται ενώπιον των επιτροπών της Βουλής, προκειμένου να τις ενημερώσει για θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Τράπεζας.
56.—(1) Το κεφάλαιο της Τράπεζας κατέχεται εξ ολοκλήρου από το κράτος και ανέρχεται σε τριάντα εκατομμύρια ευρώ.
(2) Το κεφάλαιο είναι δυνατό να αυξάνεται ή να μεταβάλλεται μετά από απόφαση του Συμβουλίου:
Νοείται ότι οποιαδήποτε αύξηση του κεφαλαίου που συνεπάγεται επιπρόσθετη καταβολή από το κράτος γίνεται κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της Τράπεζας και του Υπουργικού Συμβουλίου.
57.—(1) Εντός τριών μηνών από τη λήξη κάθε οικονομικού έτους, η Τράπεζα καταρτίζει ετήσιες οικονομικές καταστάσεις.
(2) Η Τράπεζα καθορίζει το καθαρό κέρδος ή την καθαρή ζημιά της για κάθε οικονομικό έτος σύμφωνα με εγκεκριμένες λογιστικές αρχές, που εκάστοτε ισχύουν για το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών, όπως αυτές καθορίζονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
(3) Η Τράπεζα καταρτίζει και δημοσιεύει, πριν το τέλος κάθε μήνα, συνοπτική κατάσταση ισολογισμού, ο οποίος ίσχυε κατά το τέλος του αμέσως προηγούμενου μήνα.
58.—(1) Η Τράπεζα έχει αποθεματικό, καλούμενο «Γενικό Αποθεματικό Κεφάλαιο», το οποίο σχηματίζεται με παρακράτηση από τα καθαρά κέρδη της Τράπεζας, το ύψος του οποίου καθορίζεται από το Συμβούλιο με κριτήριο τη διασφάλιση της διαρκούς και εύρυθμης λειτουργίας της Τράπεζας και της απαραίτητης οικονομικής ανεξαρτησίας για επίτευξη των σκοπών της.
(2) Το Γενικό Αποθεματικό Κεφάλαιο κατόπιν απόφασης του Συμβουλίου δύναται να χρησιμοποιηθεί για-
(α) Έκδοση νέου κεφαλαίου·
(β) διαγραφή συσσωρευμένων ζημιών
(γ) αντιμετώπιση έκτακτων εξόδων που σχετίζονται με την εκπλήρωση των σκοπών της Τράπεζας.
59. Το καθαρό κέρδος της Τράπεζας κατανέμεται ως ακολούθως-
(α) Μεταφέρεται στο Γενικό Αποθεματικό Κεφάλαιο είκοσι τοις εκατόν (20%) των καθαρών κερδών για το αντίστοιχο οικονομικό έτος· εάν το Γενικό Αποθεματικό Κεφάλαιο μειωθεί κάτω από το κεφάλαιο της Τράπεζας, τότε το Συμβούλιο δυνατό να μεταφέρει στο Γενικό Αποθεματικό Κεφάλαιο ποσό που δεν υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατόν (50%) των καθαρών κερδών μέχρι εξίσωσης του Γενικού Αποθεματικού Κεφαλαίου με το κεφάλαιο της Τράπεζας·
(β) το υπόλοιπο, μετά την αφαίρεση του ποσού που αναφέρεται στην παράγραφο (α), μεταφέρεται στο Γενικό Κυβερνητικό Λογαριασμό σε πίστη του Πάγιου Ταμείου της Κυβέρνησης, εκτός εάν το Συμβούλιο αποφασίσει την περαιτέρω παρακράτηση κερδών σε περίπτωση που τούτο επιβάλλεται κατά την κρίση του από εξαιρετικές περιστάσεις.
60.—(1)(α) Οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της Τράπεζας ελέγχονται σύμφωνα με το Άρθρο 27 του Καταστατικού και προς το σκοπό αυτό, η Τράπεζα παρέχει στους ελεγκτές που θα διοριστούν σύμφωνα με το πιο πάνω Άρθρο όλες τις απαραίτητες για την εκτέλεση του έργου τους πληροφορίες, βιβλία και λοιπά στοιχεία.
(β) Χωρίς επηρεασμό του άρθρου 38 του Καταστατικού, ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας δύναται να ασκεί οικονομικό και διαχειριστικό έλεγχο των δραστηριοτήτων της Τράπεζας, που δε σχετίζονται με τα απορρέοντα από το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών καθήκοντα και αρμοδιότητές της υπό την προϋπόθεση ότι οι εκθέσεις και οι ελεγκτικές του δραστηριότητες δε θίγουν την ανεξαρτησία της Τράπεζας.
(2) Οι ελεγκτές υποβάλλουν την έκθεση τους προς το Συμβούλιο μετά το σχετικό έλεγχο με αντίγραφο στον Υπουργό για ενημέρωση.
60Α. Καθιδρύεται Επιτροπή Ελέγχου, η οποία απαρτίζεται από τρία μέλη του Συμβουλίου, οριζόμενα από το Συμβούλιο, τα οποία δεν έχουν εκτελεστική ιδιότητα, με αρμοδιότητα τον έλεγχο της εφαρμογής κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης και την εποπτεία της διενέργειας εσωτερικού διαχειριστικού ελέγχου και την υποβολή σχετικής έκθεσης προς το Συμβούλιο για έγκριση:
61. Το Συμβούλιο καταρτίζει και δημοσιεύει ετήσια έκθεση για τα πεπραγμένα της Τράπεζας για κάθε οικονομικό έτος, στην οποία περιλαμβάνονται οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της Τράπεζας.
63. Επιφυλασσομένης της υποχρέωσης παροχής στατιστικών πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σύμφωνα με το άρθρο 5 του Καταστατικού και της κατ’ εφαρμογήν του εκδιδομένης συμπληρωματικής νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αδειοδοτημένα πιστωτικά ιδρύματα, δημόσιες υπηρεσίες, οργανισμοί δημόσιου δικαίου, καθώς και οποιοδήποτε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο οφείλουν χωρίς δικαίωμα επίκλησης του τραπεζικού ή άλλου απορρήτου, να παρέχουν στην Τράπεζα, τα στοιχεία και πληροφορίες που βρίσκονται στην κατοχή τους και που είναι αναγκαία για την επίτευξη των κατά το άρθρο 5 σκοπών και για την άσκηση των κατά το άρθρο 6 αρμοδιοτήτων της.
64.—(1)(α) Η Τράπεζα δύναται να απαιτεί από τους αναφερόμενους στο άρθρο 63 οργανισμούς και πρόσωπα να της παρέχουν όλα τα στοιχεία και πληροφορίες που βρίσκονται στην κατοχή τους, όπως αυτά ορίζονται σε οδηγίες που εκδίδονται από την Τράπεζα δυνάμει του εδαφίου (2) για την κατάρτιση του ισοζυγίου πληρωμών και τον υπολογισμό της διεθνούς επενδυτικής θέσης της Δημοκρατίας, καθώς και των χρηματοοικονομικών λογαριασμών των επιμέρους τομέων της οικονομίας.
(β) Οι αναφερόμενοι στο άρθρο 63 οργανισμοί και πρόσωπα, χωρίς δικαίωμα επίκλησης του τραπεζικού ή άλλου απορρήτου, παρέχουν στην Τράπεζα, τα αναφερόμενα στην παράγραφο (α) στοιχεία και πληροφορίες.
(2) Η Τράπεζα δύναται να ορίζει με την έκδοση σχετικών οδηγιών, τα στοιχεία και τις πληροφορίες που οφείλουν να εξασφαλίζουν και να της παρέχουν οι αναφερόμενοι στο άρθρο 63 οργανισμοί και πρόσωπα, σχετικά με τις συναλλαγές τους με κατοίκους ή μη κατοίκους Κύπρου, τις απαιτήσεις και υποχρεώσεις τους έναντι των προσώπων αυτών, καθώς και τον τρόπο, χρόνο και διαδικασία παροχής των στοιχείων καθώς και πληροφοριών και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια:
(3) Για την εκπλήρωση της υποχρέωσης παροχής των στοιχείων που ορίζονται στις οδηγίες της Τράπεζας, τα αδειοδοτημένα πιστωτικά ιδρύματα και τα εξουσιοδοτημένα οικονομικά ιδρύματα οφείλουν σε περίπτωση διενέργειας μέσω αυτών συναλλαγών κατοίκων με μη κάτοικους Κύπρου, να παίρνουν από τους συναλλασσόμενους κατοίκους Κύπρου τις πληροφορίες ή τα στοιχεία αυτά.
(4) Ανεξάρτητα από οτιδήποτε διαλαμβάνεται σε οποιοδήποτε άλλο εκάστοτε σε ισχύ νόμο, στοιχεία ή πληροφορίες που παρέχονται στην Τράπεζα για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο και δεν επιτρέπεται να γνωστοποιούνται σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή αρχή είτε από πρόσωπο, το οποίο ασκεί ή άσκησε δραστηριότητα για λογαριασμό της Τράπεζας, είτε από πρόσωπο που λαμβάνει γνώση των πληροφοριών ή των στοιχείων αυτών:
(5) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η Τράπεζα δύναται να ορίζει την έννοια του «κατοίκου Κύπρου» με την έκδοση σχετικών οδηγιών.
(6)(α) Όποιος παραβαίνει οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του τιμωρείται με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες λίρες και εάν το αδίκημα συνεχίζεται, με περαιτέρω χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες για κάθε ημέρα για την οποία συνεχίζεται η παράβαση.
(β) Το Δικαστήριο, το οποίο εκδικάζει αδίκημα λόγω παράβασης των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δύναται, σε περίπτωση καταδίκης, επιπροσθέτως οποιασδήποτε ποινής επιβάλλει στον ένοχο δυνάμει της παραγράφου (α), να διατάξει και την άμεση παροχή προς την Τράπεζα των στοιχείων ή πληροφοριών που αυτή είχε ζητήσει.
64Α. Σε περίπτωση που η Τράπεζα κατά την άσκηση της αρμοδιότητάς της για συλλογή στοιχείων και πληροφοριών διαπιστώνει παράβαση των κατά το παρόν μέρος υποχρεώσεων για παροχή στοιχείων και πληροφοριών και στην έκταση που δεν προβλέπεται αποκλειστική αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να επιβάλλει κυρώσεις, ο Διοικητής δύναται, αφού προηγουμένως ακούσει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εξήντα χιλιάδες λίρες (ΛΚ 60.000) και, σε περίπτωση που η παράβαση συνεχίζεται, να επιβάλλει επιπρόσθετα, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες (ΛΚ 500), για κάθε ημέρα για την οποία συνεχίζεται η παράβαση.
65. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις, οι οποίες περιλαμβάνουν ειδική προς τούτο πρόβλεψη και στην έκταση που δεν προβλέπεται αποκλειστική αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να επιβάλλει κυρώσεις, όποιος παραβαίνει οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του τιμωρείται με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες λίρες και εάν το αδίκημα συνεχίζεται, με περαιτέρω χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες για κάθε ημέρα για την οποία συνεχίζεται η παράβαση.
66. Δίωξη σε σχέση με οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα, δυνάμει του παρόντος Νόμου, ασκείται μόνο από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή με τη συγκατάθεσή του.
66Α.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις, οι οποίες περιλαμβάνουν ειδική προς τούτο πρόβλεψη, σε περίπτωση, κατά την οποία πρόσωπο δε συμμορφώνεται με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων οδηγιών, ο Διοικητής, δύναται στην έκταση που δεν προβλέπεται αποκλειστική αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να επιβάλλει κυρώσεις, αφού προηγουμένως ακούσει το ενδιαφερόμενο μέρος.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «κύρωση» περιλαμβάνει σύσταση, προειδοποίηση, καθώς επίσης και επιβολή διοικητικού προστίμου που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες λίρες (ΛΚ 100.000).
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1) και ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (2), η Τράπεζα έχει εξουσία να επιβάλλει τις διοικητικές κυρώσεις και τα διοικητικά μέτρα που προβλέπονται σε συναφείς προς τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητές της Κανονισμούς ή Αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την εφαρμογή των οποίων η Τράπεζα ορίζεται ως αρμόδια αρχή, είτε δυνάμει των εν λόγω Κανονισμών ή Αποφάσεων, είτε δυνάμει γνωστοποίησης του Υπουργού, που εκδίδεται και δημοσιεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7Α:
67. Η Τράπεζα απαλλάσσεται από την καταβολή οποιασδήποτε φύσης κυβερνητικών ή δημοτικών φόρων, δικαιωμάτων ή τελών, περιλαμβανομένων και τελών χαρτοσήμων πληρωτέων, δυνάμει οποιωνδήποτε εκάστοτε εν ισχύ Νόμων ή Κανονισμών.
68.—(1) Οι διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου δεν έχουν ισχύ επί της Τράπεζας.
(2) Η Τράπεζα δεν τίθεται υπό εκκαθάριση, εκτός σύμφωνα με νομοθεσία, που ψηφίζεται για το σκοπό αυτό.
69. Ανεξαρτήτως οποιασδήποτε διάταξης διαλαμβάνεται στον περί Τραπεζικών Αργιών Νόμο, ο Υπουργός δύναται να κηρύξει με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ορισμένες ημέρες ως ειδικές τραπεζικές αργίες ή ως ημέρες κατά τις οποίες δε διενεργούνται συναλλαγές των αδειοδοτημένων πιστωτικών ιδρυμάτων και των υποκαταστημάτων πιστωτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν στη Δημοκρατία με το κοινό στη Δημοκρατία ή στο εξωτερικό από τη Δημοκρατία, εφόσον κρίνει ότι τούτο είναι προς το δημόσιο συμφέρον.
70.—(1) Ο περί Νομίσματος Νόμος διαβάζεται, ερμηνεύεται και εφαρμόζεται υποκείμενος στις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(2)Εκτός εάν από το κείμενο ή από την ημερομηνία του συγκεκριμένου ζητήματος ή συναλλαγής προκύπτει διαφορετική έννοια, οποιαδήποτε αναφορά νόμου ή διοικητικής πράξης σε λίρα ή στερλίνα ή οποιαδήποτε υποδιαίρεσή τους, ερμηνεύεται ως αναφορά σε ευρώ ή υποδιαίρεσή του, όπως προβλέπεται από τον παρόντα Νόμο.
71. Τηρουμένου του άρθρου 72, οι περί Κεντρικής Τραπέζης της Κύπρου Νόμοι του 1963 μέχρι 2001 καταργούνται.
72. Κανονισμοί, οδηγίες ή άλλες διοικητικές πράξεις που εκδόθηκαν δυνάμει των διά του παρόντος Νόμου καταργούμενων νόμων, οι οποίοι ίσχυαν κατά τον χρόνο έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, εξακολουθούν μέχρις ότου ανακληθούν ή αντικατασταθούν να ισχύουν, καθ' ην έκταση δεν είναι ασυμβίβαστοι με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
72Α. Οδηγίες, πράξεις και αποφάσεις της Επιτροπής Νομισματικής Πολιτικής, η οποία είχε ιδρυθεί και λειτουργούσε δυνάμει του περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμου του 2002, οι οποίες εκδόθηκαν μέχρι την ημερομηνία κατάργησης της εν λόγω Επιτροπής διατηρούν την ισχύ τους μέχρις ότου τροποποιηθούν ή ανακληθούν από το Συμβούλιο.
73. Πρόσωπο, το οποίο κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου είναι υπάλληλος της Τράπεζας, συνεχίζει να κατέχει την ίδια θέση με την ίδια αντιμισθία και ίδιους όρους.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
(Άρθρο 26)
Όρκος Πίστης και Απορρήτου
Εγώ,ο/η....................................................................., από................................................. ορκίζομαι ότι θα εκτελώ πιστά, ειλικρινά και με όλες μου τις δυνάμεις τα καθήκοντα του Διοικητή, Υποδιοικητή, συμβούλου ή υπαλλήλου, ανάλογα με την περίπτωση, της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, τα οποία αναφέρονται στις αρμοδιότητες της θέσης μου στην Τράπεζα.
Επίσης ορκίζομαι, ότι δε θα μεταδίδω και δε θα επιτρέπω σε οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο δε δικαιούται κατά νόμο να γνωρίζει οποιαδήποτε πληροφορία σχετική με τις εργασίες και γενικά τις αρμοδιότητες της Τράπεζας, ούτε θα επιτρέπω σε οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο να λαμβάνει γνώση του περιεχομένου των βιβλίων ή εγγράφων που ανήκουν ή βρίσκονται στην κατοχή της Τράπεζας και που είναι σχετικά με τις εργασίες και γενικά τις αρμοδιότητες της Τράπεζας.
63.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.34(I)/2007] τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Ανεξάρτητα από της διατάξεις του εδαφίου (1), οι τροποποιήσεις στα άρθρα 2(δ), 4, 6, 8, 9, 10, 11, 12(β), 13, 14, 15(β) και (γ), 16, 19, 20, 21(β), 22, 23, 24, 25(β) έως (δ), 26, 27(α)(i) και (ii) και 27(β)(i), 28(α), (β) και (δ)(i) και (ii), 29(α) και (β), 31, 34, 36, 38, 40, 43, 46(β), 48(β)(iii), 52, 53, 54(α), 55, 61 και 62 ενσωματώνονται στους περί της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου Νόμους του 2002 έως 2007 και τίθενται σε ισχύ από την ημερομηνία υιοθέτησης του ευρώ από τη Δημοκρατία.
Εκ παραδρομής στον τροποποιητικό 103(Ι)/2013 αναφέρεται όπως αντικαστασταθεί η λέξη "τραπεζικό" με τη φράση "αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα", στο άρθρο 17Α, εδάφιο (ε), αντί στο άρθρο 17Α, εδάφιο 3 του βασικού νόμου.