1. Τα αεροδρόμια διακρίνονται σε αερολιμένες και πεδία προσγειώσεως.
2. Τα αεροδρόμια διακρίνονται σε πολιτικά και στρατιωτικά. Ο νόμος αυτός αναφέρεται μόνο στα πολιτικά αεροδρόμια, εκτός αν ρητώς προβλέπεται το αντίθετο, κυρίως στο Κεφάλαιο Εικοστό Έκτο (αστική ευθύνη αερομεταφορέων), ιδίως άρθρο 231 (αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής) παράγραφος 3. Το άρθρο 40 (δημόσια και ιδιωτική χρήση αεροδρομίων) παράγραφος 6 δεν θίγεται.
3. Τα αεροδρόμια είναι δημόσια ή ιδιωτικά.
4. Τα αεροδρόμια είναι δημόσιας ή ιδιωτικής χρήσεως. Το άρθρο 40 (δημόσια και ιδιωτική χρήση αεροδρομίων) παράγραφοι 2 και 4 δεν θίγεται.
5. Οι αερολιμένες μπορεί να είναι τελωνειακοί ή/και υγειονομικοί. Το άρθρο 8 (κρατική ρύθμιση και εποπτεία) παράγραφοι 5 και 6 δεν θίγεται.
1. Η κατασκευή και λειτουργιά αεροδρομίου προϋποθέτει διοικητική αδεία (αδεία αεροδρομίου), η οποία μπορεί να είναι συστατικό μέρος συμβάσεως δημόσιου.
2. Η άδεια για την κατασκευή, καθώς και την ουσιώδη ανασκευή ή επέκταση αεροδρομίου που δεν ανήκει στην κυριότητα του κράτους χορηγείται ως έξης:
(α) την άδεια κατασκευής αερολιμένα χορηγεί το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφαση,
(β) την άδεια κατασκευής πεδίου προσγειώσεως ή ανασκευής ή διευρύνσεως αερολιμένα ή πεδίου προσγειώσεως χορηγεί ο Υπουργός με διάταγμα,
(γ) την άδεια αναβαθμίσεως πεδίου προσγειώσεως σε αερολιμένα χορήγει το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφαση.
3. Οι άδειες της παραγράφου 2 χορηγούνται -
(α) στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που πράγματι εκμεταλλεύεται ή πρόκειται να εκμεταλλευθεί το αεροδρόμιο,
(β) για δημόσια ή ιδιωτική χρήση,
(γ) για ορισμένου τύπου αεροσκάφη,
(δ) για χρονική περίοδο που δεν μπορεί να είναι βραχύτερη των πέντε ούτε μακρότερη των εικοσιπέντε ετών, αλλά που μπορεί να ανανεώνεται για τις ίδιες η βραχύτερες περιόδους.
4. Οι άδειες της παραγράφου 2 μπορούν να συνοδεύονται με όρους η/και προθεσμίες στο πλαίσιο του παρόντος Νόμου και των βάσει αυτού εκδιδομένων κανονισμών. Η άδεια αναγράφει την χρονική περίοδο, εντός της οποίας πρέπει να γίνει η έναρξη των εργασιών, καθώς και την προθεσμία, εντός της οποίας πρέπει να έχουν περατωθεί οι εργασίες. Μετά την παρέλευση των προθεσμιών αυτών η άδεια θεωρείται ότι δεν ισχύει πλέον, εκτός αν ανανεωθεί.
5. Αν κατά τις εργασίες κατασκευής ή ανασκευής ή επεκτάσεως αεροδρομίου είναι πολύ πιθανή η πρόκληση σημαντικών ζημιών στο δημόσιο ή σε τρίτους, η αρμόδια αρχή εξαρτά την χορήγηση της άδειας από την παροχή εύλογης εγγυήσεως εκ μέρους του αιτούντος. Η εγγύηση αυτή περιλαμβάνει την σύναψη ασφαλιστικής συμβάσεως για ευθύνη έναντι τρίτου.
6. Η άδεια αερολιμένα χορηγείται ή ανανεώνεται, η δε άδεια αναβαθμίσεως πεδίου προσγειώσεως χορηγείται, μόνο αν η γεωγραφική θέση, φύση και έκταση του ακινήτου, καθώς και ο υφιστάμενος ή προγραμματισμένος αεροναυτιλιακός εξοπλισμός και αεροναυτιλιακές διευκολύνσεις του αεροδρομίου, συμπεριλαμβανομένων των ραδιοφωνικών, τηλεοπτικών και άλλων ηλεκτρονικών, καθώς και μετεωρολογικών υπηρεσιών, είναι κατάλληλοι για την ασφαλή, τακτική, αποτελεσματική και οικονομική εκμετάλλευση των προτεινόμενων αεροπορικών υπηρεσιών και αεροσκαφών. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται τα σχετικά παραρτήματα της διεθνούς συμβάσεως του Σικάγου 1944.
7. Η άδεια πεδίου προσγειώσεως χορηγείται ή ανανεώνεται μόνο, αν αυτό είναι κατάλληλο για την ασφαλή άφιξη και αναχώρηση αεροσκαφών του αναφερόμενου στην άδεια τύπου.
8. Η άδεια αεροδρομίου χορηγείται ή ανανεώνεται μόνο αν, κατά την σύμφωνη γνώμη των αρμοδίων υπηρεσιών για την πολεοδομία, την χωροταξία και την προστασία του περιβάλλοντος, τηρούνται οι διατάξεις για την χωροταξία, την προστασία του περιβάλλοντος και την προστασία από τον θόρυβο, τις δονήσεις και τα εκπεμπόμενα αέρια. Οι ανωτέρω υπηρεσίες λαμβάνουν υπ’όψη τα υποβληθέντα σ’αυτές υπομνήματα εμπειρογνωμόνων ή εχόντων έννομο συμφέρον.
9. Η άδεια αεροδρομίου χορηγείται ή ανανεώνεται υπό την προϋπόθεση ότι η κυριότητα επ’αυτού αντιστοιχεί στις διατάξεις του άρθρου 11 (εγγραφή) παρ.1 στοιχείο (δ) για την εγγραφή αεροσκάφους στο Κυπριακό Νηολόγιο Αεροσκαφών. Οι διατάξεις του άρθρου 11 παρ. 2 και 3 εφαρμόζονται αναλόγως.
10. Σε περίπτωση που δεν εκπληρώνεται μεν προσωρινά μια από τις προϋποθέσεις του άρθρου αυτού για την χορήγηση ή ανανέωση άδειας αεροδρομίου, αλλά αναμένεται ευλόγως η σύντομη εκπλήρωσή της, η άδεια αεροδρομίου μπορεί κατ’εξαίρεση να χορηγηθεί ή να ανανεωθεί με δεόντως αιτιολογημένη απόφαση του κατά την παράγραφο 1 αρμόδιου Υπουργικού Συμβούλιου ή Υπουργού, για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες επί πεδίων προσγειώσεως και το ένα έτος επί αερολιμένων.
11. Χωρίς έγκυρη άδεια αεροδρομίου δεν είναι έγκυρη η σύναψη οποιασδήποτε συμβάσεως με αντικείμενο το αεροδρόμιο ή μέρος αυτού.
12. Για την χορήγηση ή ανανέωση άδειας αεροδρομίου εισπράττονται τέλη, οριζόμενα με κανονισμούς του Υπουργικού Συμβουλίου, και αποδίδονται δαπάνες.
13. Η διεύθυνση του αεροδρόμιου οφείλει να αναφέρει αμελλητί στην αρμόδια αρχή οποιαδήποτε μεταβολή στις ανωτέρω προϋποθέσεις χορηγήσεως ή ανανεώσεως άδειας αεροδρομίου.
14. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν θίγουν τις διατάξεις άλλης συναφούς νομοθεσίας.
1. Η άδεια αεροδρομίου δεν χορηγείται ούτε ανανεώνεται, αν γεγονότα θεμελιώνουν εύλογη υποψία, ότι διακινδυνεύεται η δημόσια τάξη και ασφάλεια. Αν τέτοια γεγονότα ανακύψουν μεταγενέστερα, η άδεια μπορεί να ανακληθεί από το όργανο το οποίο την είχε χορηγήσει.
2. Για λόγους δημόσιου συμφέροντος ο Υπουργός μπορεί κατ’εξαίρεση να αναστέλλει προσωρινά την άδεια αεροδρομίου. Για την επαναφορά σε ισχύ ή την οριστική ανάκληση της άδειας αποφασίζει το Υπουργικό Συμβούλιο ή ο Υπουργός, ανάλογα με το ποιός είχε αρχικά χορηγήσει την άδεια.
3. Σε περίπτωση πολέμου ή άλλου δημόσιου κίνδυνου που απειλεί την ύπαρξη της Δημοκρατίας ή τμήματος της ο Υπουργός μπορεί με διάταγμα να θέτει ένα αεροδρόμιο, για ορισμένο η αόριστο χρόνο, υπό κρατική διοίκηση. Τους όρους και την διαδικασία ορίζει κανονισμός.
1. Μετά την υποβολή αιτήσεως για την χορήγηση της άδειας αεροδρομίου ή άδειας αναβαθμίσεως πεδίου προσγειώσεως σε αερολιμένα, και πριν χορηγηθεί η ζητούμενη άδεια, η αρμόδια αρχή ελέγχει αν το προορισμένο για τον σκοπό αυτό ακίνητο και τα σχέδια κατασκευής και τεχνικού εξοπλισμού του προτεινομένου αεροδρομίου εκπληρώνουν τις νόμιμες προϋποθέσεις χορηγήσεως της ζητούμενης άδειας:
2. Μετά την κατασκευή του αεροδρομίου, για το οποίο χορηγήθηκε άδεια, και πριν την έναρξη λειτουργίας του, η αρμόδια αρχή ελέγχει, αν η περατωθείσα κατασκευή και ο έτοιμος προς λειτουργία τεχνικός εξοπλισμός του αεροδρομίου εκπληρώνουν τις νόμιμες προϋποθέσεις χορηγήσεως και τους κατά την παράγραφο 3 όρους της χορηγηθείσας άδειας.
3. Κατά την διάρκεια λειτουργίας του αεροδρομίου η αρμόδια αρχή διενεργεί τεχνικό έλεγχο του αεροδρομίου και του εξοπλισμού του -
(α) κατά περιοδικά χρονικά διαστήματα,
(β) μετά την εκτέλεση μετατροπών ή ουσιωδών επισκευών,
(γ) κάθε φορά που φυσικό γεγονός, βλάβη ή ελαττωματική λειτουργία επιβάλλει τον έλεγχο,
(δ) κάθε φορά που η αρμόδια αρχή κρίνει τον έλεγχο αναγκαίο.
4. Μετά την θετική έκβαση του ελέγχου της παραγράφου 1 χορηγείται η ζητηθείσα άδεια αεροδρομίου ή αναβαθμίσεως πεδίου προσγειώσεως σε αερολιμένα. Μετά την θετική έκβαση του ελέγχου της παραγράφου 2 εξουσιοδοτείται η έναρξη λειτουργίας του αεροδρομίου με σχετική καταχώριση στην χορηγηθείσα άδεια. Μετά την θετική έκβαση των ελέγχων της παραγράφου 3 ανανεώνεται η άδεια του αεροδρομίου.
5. Αν η αρμόδια αρχή διαπιστώσει την μη τήρηση όρου, ο οποίος περιλαμβάνεται σε ισχύουσα άδεια αεροδρομίου ή στα σχετικά παραρτήματα της διεθνούς συμβάσεως του Σικάγου 1944, ή διαπιστώσει λάθη ή παραλείψεις στον έλεγχο, ή αν συμβούν φυσικά γεγονότα ή βλάβες οι οποίες μπορούν να διακινδυνεύουν την ασφάλεια αεροσκαφών ή χρηστών η περιοίκων του αεροδρομίου, η αρμόδια αρχή λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα, συμπεριλαμβανομένης, αν αυτό επιβάλλουν λόγοι ασφάλειας, της αναστολής ή και ανακλήσεως της άδειας του αεροδρομίου.
6. Κάθε φυσικό γεγονός, βλάβη ή ελαττωματική λειτουργία, που μπορεί να διακινδυνεύει την ασφάλεια αεροσκάφους ή χρηστών η περιοίκων αεροδρομίου, αναφέρεται αμέσως στην αρμόδια αρχή.
7. Το Υπουργικό Συμβούλιο ορίζει με κανονισμούς τα τέλη και έξοδα τα οποία οφείλει να καταβάλλει ο εκμεταλλευόμενος το αεροδρόμιο.
1. Στο πλαίσιο της διαμορφώσεως και εκτελέσεως της πολιτικής αεροπορικών μεταφορών, και των οικονομικών, τουριστικών, περιβαλλοντολογικών και άλλων πολιτικών συσχετίσεων και επιπτώσεών της, καθώς και στο πλαίσιο των διεθνών δεσμεύσεων και επιδιώξεων της Δημοκρατίας, ο Υπουργός, και κατ’εξουσιοδότησή του η αρμόδια αρχή, ασκεί κρατική εποπτεία επί των αεροδρομίων, ανεξάρτητα από το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς.
2. Η ανωτέρω παράγραφος δεν θίγει την ισχύ των άρθρων 8 (κρατική ρύθμιση και εποπτεία) και 34 (ρήτρα δημόσιου συμφέροντος).
3. Ο Υπουργός, αφού ακούσει την γνώμη των εκμεταλλευομένων θιγόμενο δημόσιο ή ιδιωτικό αεροδρόμιο, μπορεί να απευθύνει σ’αυτούς γενικές ή ειδικές οδηγίες για να προβούν σε ορισμένες πράξεις ή παραλείψεις προς το συμφέρον της εθνικής ασφάλειας ή των διεθνών σχέσεων ή δεσμεύσεων της Δημοκρατίας. Αν για λόγους δημόσιου συμφέροντος, κατά την κρίση του Υπουργού, οι οδηγίες αυτές δεν πρέπει να γίνουν δημόσια γνωστές, χαρακτηρίζονται ως εμπιστευτικές και απαγορεύεται η κοινοποίησή τους σε τρίτους.
1. Η κυριότητα επί αεροδρομίου μπορεί να ανήκει πλήρως ή εν μέρει στο κράτος, σε οργανισμό τοπικής αυτοδιοικήσεως ή σε άλλο νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου ή σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, ελεγχόμενο οικονομικά από ιδιώτες ή από το κράτος ή νομικό πρόσωπο δημόσιου δικαίου.
2. Η κυριότητα επί αεροδρομίου, όπως και τα ελέγχοντα οικονομικά συμφέροντα μπορούν να μεταβιβάζονται, πλήρως ή εν μέρει, από τον δημόσιο στον ιδιωτικό και από τον ιδιωτικό στον δημόσιο τομέα.
3. Η κυριότητα ή δικαίωμα από χρηματοδοτική μίσθωση (leasing) ή άλλο δικαίωμα εκμεταλλεύσεως αερολιμένα, που δεν ανήκει στο κράτος, μεταβιβάζεται ύστερα από έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου. Χωρίς έγκριση η άδεια του αερολιμένα θεωρείται ως ανακληθείσα με την σύναψη της συμβάσεως μεταβιβάσεως.
4. Η διοίκηση αεροδρομίου που ανήκει στον δημόσιο τομέα μπορεί να ανατίθεται σε ιδιώτες.
6. Παρά τις διατάξεις του περί Κτήσεως Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Αλλοδαποί) Νόμου και του άρθρου 18 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακάτοχοι, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να συνάπτει Σύμβαση Δημοσίου δυνάμει των περί Προσφορών του Δημοσίου Νόμων του 1997 μέχρι 2001, με την οποία να εκμισθώνει οποιοδήποτε αεροδρόμιο ή να αναθέτει σε οποιοδήποτε πρόσωπο την κατασκευή, διαχείριση, ανάπτυξη, επέκταση, τροποποίηση, διεύθυνση ή λειτουργιά οποιουδήποτε αεροδρομίου.
1. Στον βαθμό που μπορούν να διακινδυνεύουν ή να παρεμποδίζουν την ασφαλή και αποτελεσματική λειτουργία της πολιτικής αεροπορίας, απαγορεύεται στην κατά την παράγραφο 3 καθοριζόμενη περιοχή του αεροδρομίου -
(α) η άσκηση δικαιωμάτων εκ της κυριότητας ή άλλων εμπράγματων ή ενοχικών δικαιωμάτων,
(β) η εγκατάσταση η/και χρήση ραδιοφωνικών ή τηλεοπτικών ή άλλων ηλεκτρονικών σταθμών ή συσκευών,
(γ) η φύτευση ή διατήρηση δέντρων ή άλλων φυτών πάνω από ένα προκαθορισμένο ύψος,
(δ) η εγκατάσταση ή διατήρηση κεραιών, διαφημίσεων ή άλλων υπερυψωμάτων πάνω από ένα προκαθορισμένο ύψος,
(ε) η τοποθέτηση, διέλευση, συντήρηση ή επισκευή ηλεκτροφόρων, τηλεφωνικών ή άλλων καλωδίων ή σωλήνων πάνω από ακίνητα.
2. Προς εξυπηρέτηση της ασφαλούς και αποτελεσματικής λειτουργίας της πολιτικής αεροπορίας, επιτρέπεται στην κατά την παράγραφο 3 καθοριζόμενη περιοχή του αεροδρομίου και με δαπάνες του δημοσίου:
(α) η τοποθέτηση σημάτων,
(β) η απομάκρυνση αντικειμένων ή η κοπή δένδρων,
(γ) η αναρρύθμιση ή κατάργηση οδών και διόδων,
(δ) η λήψη άλλων αναγκαίων για την ασφάλεια και αποτελεσματικότητα της πολίτικης αεροπορίας μέτρων.
3. Με διάταγμα του Υπουργού και κριτήριο τις ανάγκες της ασφαλούς και αποτελεσματικής πολιτικής αεροπορίας, καθορίζεται η περιοχή του αεροδρομίου και το επιτρεπόμενο ανώτατο ύψος φυτών, κτισμάτων και άλλων αντικειμένων.
4. Κατά την εφαρμογή του άρθρου αυτού αποφεύγονται μέτρα που είναι για τους ιδιώτες, λόγω του είδους η/και της διάρκειάς τους, επαχθέστερα από τον αναγκαίο εκάστοτε βαθμό.
5. Για τους ανωτέρω περιορισμούς κυριότητας καταβάλλεται αποζημίωση στο μέτρο που το είδος ή/και η διάρκεια του περιορισμού θίγει τον πυρήνα του δικαιώματος της ιδιοκτησίας.
1. Η κατασκευή, επέκταση η απρόσκοπτη λειτουργία πολιτικού αεροδρομίου ή άλλων εγκαταστάσεων της πολιτικής αεροπορίας εξυπηρετεί σκοπό δημόσιας ωφέλειας, κατά την έννοια του άρθρου 23 παράγραφος 4 του Συντάγματος, και δικαιολογεί την αναγκαστική απαλλοτρίωση της αναγκαίας προς τούτο κινητής ή ακίνητης ιδιοκτησίας ή οποιουδήποτε δικαιώματος επί της ιδιοκτησίας αυτής. Κατά τα λοιπά ισχύει ο περί αναγκαστικής απαλλοτριώσεως Νόμος του 1962 μέχρι (Αρ. 2) 1996.
2. Η αποζημίωση βαρύνει τον κάτοχο άδειας του ωφελούμενου αεροδρομίου. Αν όμως πρόκειται για μέτρα που εξυπηρετούν άμεσα την ασφάλεια πτήσεως, άσχετα με την προσγείωση ή απογείωση αεροσκαφών, η αποζημίωση βαρύνει το δημόσιο.
3. Η παράγραφος 2 εφαρμόζεται ανάλογα στις περιπτώσεις που οφείλεται αποζημίωση κατά το άρθρο 38 (περιορισμοί κυριότητας) παράγραφος 6.