Προοίμιο

Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο -

«Οδηγία 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου της 8ης Μαΐου 2000 περί μέτρων κατά της εισαγωγής στην Κοινότητα οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα και κατά την εξάπλωση τους στο εσωτερικό της Κοινότητας» (EE L169 της 10.7.2000, σελ. 1), όπως τροποποιήθηκε μέχρι και την «Οδηγία 2002/36/ΕΚ της Επιτροπής, της 29ης Απριλίου 2002, για την τροποποίηση ορισμένων παραρτημάτων της οδηγίας 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου περί μέτρων κατά της εισαγωγής στην Κοινότητα οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα και κατά της εξάπλωσής τους στο εσωτερικό της Κοινότητας» (EE L 116 της 3.5.2002, σελ. 16),

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Συνοπτικός τίτλος

1. Ο Νόμος αυτός θα αναφέρεται ως ο περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Νόμος του 2003.

ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Ερμηνεία

2. Στο Νόμο αυτό, εκτός αν προκύπτει διαφορετικά από το κείμενο -

«αποστολή» σημαίνει την ποσότητα προϊόντων που καλύπτονται από ένα ενιαίο έγγραφο που απαιτείται για τις τελωνειακές ή άλλες διατυπώσεις, όπως ενιαίο φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό ή ενιαίο εναλλακτικό έγγραφο ή σήμα· μια αποστολή μπορεί να απαρτίζεται από μια ή περισσότερες παρτίδες·

«Αρμόδια Αρχή» σημαίνει την αρμόδια αρχή που καθορίζεται στο άρθρο 4·

«γεωπόνος» σημαίνει τον εγγεγραμμένο γεωπόνο δυνάμει του περί Εγγραφής Γεωπόνων Νόμου του 1987 μέχρι 2000·

«δασικός λειτουργός» σημαίνει το λειτουργό όπως αυτός ορίζεται δυνάμει του περί Δασών Νόμου του 1967 μέχρι 2001·

«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·

«διαμετακόμιση (transit)» σημαίνει την κυκλοφορία προϊόντων που υπόκεινται σε τελωνειακή επιτήρηση μεταξύ δύο σημείων του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 91 του Κανονισμού 2913/92/ΕΟΚ·

«Διάταγμα» σημαίνει οποιοδήποτε Διάταγμα που εκδίδεται από τον Υπουργό δυνάμει του άρθρου 24·

«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Γεωργίας του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·

«εκμετάλλευση» σημαίνει τις γεωργικές εγκαταστάσεις και τα υποστατικά όπου παράγονται ή αποθηκεύονται φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που υπόκεινται σε φυτοϋγειονομικό έλεγχο και περιλαμβάνει και τη γη που καλλιεργείται ή δύναται να καλλιεργηθεί και οποιοδήποτε άλλο καλλιεργητικό υπόστρωμα καθώς και τα μέσα μεταφοράς·

«εξάπλωση» αναφορικά με επιβλαβή οργανισμό σημαίνει τον οργανισμό που είναι εξαπλωμένος σε μια περιοχή, εάν η ύπαρξή του σε αυτήν είναι γνωστή και εφόσον κανένα επίσημο μέτρο δεν έχει ληφθεί για την εξάλειψή του ή εφόσον τέτοια μέτρα αποδείχθηκαν αναποτελεσματικά κατά τη διάρκεια μιας περιόδου τουλάχιστον δύο συνεχόμενων ετών·

«εξουσιοδοτημένος Επιθεωρητής» σημαίνει το πρόσωπο το οποίο ορίζεται ως Επιθεωρητής για να ασκεί καθήκοντα επιθεώρησης και ελέγχου δυνάμει του άρθρου 5·

«επιβλαβείς οργανισμοί» σημαίνει κάθε είδος, στέλεχος ή βιότυπος φυτικού, ζωικού ή παθογόνου παράγοντα που είναι επιβλαβής για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα·

«επίσημος» σε σχέση με έλεγχο ή μέτρο ή διαδικασία σημαίνει τον φυτοϋγειονομικό έλεγχο, μέτρο ή διαδικασία που πραγματοποιείται με την επιφύλαξη του άρθρου 18, από ή υπό την επίβλεψη εξουσιοδοτημένου Επιθεωρητή επί φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων ή στο καλλιεργητικό υπόστρωμά τους·

«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

«Κανονισμοί» σημαίνει οποιουσδήποτε Κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 27·

«Κανονισμός 2454/93/ΕΟΚ» σημαίνει τον Κανονισμό της Επιτροπής την 2ας Ιουλίου 1993 για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, για τη θέσπιση του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται·

«Κανονισμός 2913/92/ΕΟΚ» σημαίνει τον Κανονισμό του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992 περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται·

«Κανονισμός 1262/84/ΕΟΚ» σημαίνει τον Κανονισμό του Συμβουλίου, της 10ης Απριλίου 1984 σχετικά με τη σύναψη της Διεθνούς Σύμβασης για την Εναρμόνιση των ελέγχων των εμπορευμάτων στα Σύνορα, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται·

«Κανονισμός 1260/1999/ΕΚ» σημαίνει τον Κανονισμό του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999 περί γενικών διατάξεων για τα διαρθρωτικά Ταμεία, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται·

«Κανονισμός 1258/1999/ΕΚ» σημαίνει τον Κανονισμό του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999 περί χρηματοδοτήσεως της κοινής γεωργικής πολιτικής, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται·

«Κοινοτικός Tελωνειακός Κώδικας» σημαίνει τον Κανονισμό 2913/92/ΕΟΚ·

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και περιλαμβάνει τη Δημοκρατία·

«λειτουργός επιθεώρησης προϊόντων» σημαίνει τον δυνάμει του περί Επιβολής Ποιοτικού Ελέγχου στα Γεωργικά Προϊόντα Νόμου του 2002 λειτουργό της Υπηρεσίας Επιθεώρησης Προϊόντων του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού·

«παρτίδα» σημαίνει ένα σύνολο μονάδων του ίδιου εμπορεύματος, αναγνωρίσιμο από την ομογένεια της σύνθεσης και της προέλευσής του, και το οποίο αποτελεί μέρος μιας αποστολής·

«προστατευόμενη ζώνη» σημαίνει τη ζώνη στο έδαφος της Δημοκρατίας ή κράτους μέλους μέσα στην οποία:

(α) Ένας ή περισσότεροι από τους επιβλαβείς οργανισμούς που καθορίζονται στους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμούς του 2003, και που εμφανίσθηκαν σε μία ή περισσότερες περιοχές της Δημοκρατίας ή ενός κράτους μέλους, δεν είναι ενδημικοί ούτε έχουν εξαπλωθεί, παρότι οι συνθήκες ευνοούν την εξάπλωσή τους,

(β) υπάρχει κίνδυνος εξάπλωσης ορισμένων επιβλαβών οργανισμών λόγω ευνοϊκών οικολογικών συνθηκών, για ορισμένες καλλιέργειες, παρότι οι εν λόγω οργανισμοί δεν είναι ενδημικοί ούτε έχουν διαδοθεί στη Δημοκρατία ή σε κράτος μέλος,

και η οποία έχει αναγνωριστεί σύμφωνα με τους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Αναγνώριση Προστατευόμενων Ζωνών που είναι Εκτεθειμένες σε Ιδιαίτερους Φυτοϋγειονομικούς Κινδύνους) Κανονισμούς του 2003.

«σημείο εισόδου» σημαίνει το μέρος όπου τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα εισάγονται για πρώτη φορά στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, δηλαδή, ο αερολιμένας, σε περίπτωση αεροπορικής μεταφοράς, το λιμάνι, σε περίπτωση θαλάσσιας ή ποτάμιας μεταφοράς, ο σταθμός, σε περίπτωση σιδηροδρομικής μεταφοράς, και ο τόπος του τελωνείου που είναι αρμόδιο για την περιοχή όπου πραγματοποιείται η διάβαση των χερσαίων συνόρων της Κοινότητας, για όλα τα άλλα είδη μεταφοράς·

«σπόροι» σημαίνει τους σπόρους με τη βοτανική έννοια του όρου, εξαιρουμένων των σπόρων που δεν προορίζονται για σπορά·

«σταθμός φυτοκαραντίνας» σημαίνει τον επίσημο σταθμό που ορίζεται δυνάμει του άρθρου 23, για την κράτηση φυτών ή φυτικών προϊόντων σε καραντίνα·

«Συμβούλιο» σημαίνει το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

«τελωνειακός προορισμός εμπορεύματος» σημαίνει τον  τελωνειακό προορισμό εμπορεύματος που αναφέρεται στο σημείο 15 του άρθρου 4 του Κανονισμού 2913/92/ΕΟΚ·

«τελωνείο προορισμού» σημαίνει το τελωνείο προορισμού κατά την έννοια του άρθρου 340β παράγραφος 3 του Κανονισμού 2454/93/ΕΟΚ·

«τελωνείο του σημείου εισόδου» σημαίνει το τελωνείο του σημείου εισόδου κατά τα οριζόμενα στον ορισμό «σημείο εισόδου»·

«τοπική κυκλοφορία» σημαίνει τη διάθεση για τελική χρήση σε πρόσωπα της τοπικής αγοράς τα οποία δεν ασχολούνται επαγγελματικά με την παραγωγή φυτών ή φυτικών προϊόντων·

«τρίτες χώρες» σημαίνει τις χώρες που δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με εξαίρεση τη Δημοκρατία·

«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·

«φυτά» σημαίνει τα ζώντα φυτά ή τα ζώντα τμήματα των φυτών, συμπεριλαμβανομένων των σπόρων προς σπορά. στα ζώντα τμήματα των φυτών περιλαμβάνονται -

(α) Οι καρποί με τη βοτανική έννοια του όρου, αλλά εξαιρούνται οι κατεψυγμένοι,

(β) τα λαχανικά, με εξαίρεση τα υπερκατεψυγμένα,

(γ) οι κόνδυλοι, οι βολβοί, τα ριζώματα,

(δ) τα κομμένα άνθη,

(ε) οι κλάδοι με φύλλα,

(στ) τα κομμένα δέντρα με φύλλα,

(ζ) οι καλλιέργειες φυτικών ιστών.

“φυτά” σημαίνει τα ζώντα φυτά και συγκεκριμένα ζώντα μέρη αυτών, συμπεριλαμβανομένων των σπόρων.  στα ζώντα μέρη των φυτών περιλαμβάνονται:

(i) οι καρποί – με τη βοτανική έννοια- εκτός των κατεψυγμένων,

(ii) τα λαχανικά, εκτός των υπερκατεψυγμένων,

(iii) οι κόνδυλοι, οι βολβοί, τα ριζώματα,

(iv) τα κομμένα άνθη,

(v) οι κλάδοι με φύλλωμα,

(vi) τα κομμένα δένδρα με φύλλωμα,

(vii) φύλλα, φύλλωμα,

(viii) οι καλλιέργειες φυτικών ιστών,

(ix) ζωντανή γύρη,

(x) μοσχεύματα, εμβόλια,

(xi) οποιοδήποτε άλλο μέρος φυτών που μπορεί να προσδιορισθεί σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ·

«φύτευση» σημαίνει οποιαδήποτε εργασία τοποθέτησης φυτών ή φυτικών προϊόντων με σκοπό την εξασφάλιση της αναπτύξεώς τους ή της περαιτέρω αναπαραγωγής ή πολλαπλασιασμού τους·

«φυτικά προϊόντα» σημαίνει τα προϊόντα φυτικής προέλευσης τα οποία δεν έχουν υποστεί μεταποίηση ούτε έχουν αποτελέσει αντικείμενο απλής προπαρασκευής, εφόσον δεν πρόκειται για φυτά·

«φυτοϋγειονομικό διαβατήριο» σημαίνει την επίσημη ετικέτα ή/και το συνοδευτικό έγγραφο, που καθορίζεται στους περί μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Διαδικασία Έκδοσης Φυτοϋγειονομικών Διαβατηρίων) Κανονισμούς του 2003, η οποία ή το οποίο αποδεικνύει ότι πληρούνται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου όσον αφορά τις φυτοϋγειονομικές προδιαγραφές και τις ειδικές απαιτήσεις για τα φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα και για το σκοπό αυτό εκδίδεται από την Αρμόδια Αρχή και χορηγείται σύμφωνα με τις διατάξεις εφαρμογής που αφορούν τις ιδιαιτερότητες της διαδικασίας χορήγησης φυτοϋγειονομικών διαβατηρίων.

Όπου το φυτοϋγειονομικό διαβατήριο έχει τη μορφή ετικέτας, αυτή είναι τυποποιημένη σε κοινοτικό επίπεδο για τα διάφορα είδη φυτών ή φυτικών προϊόντων.

Για ειδικούς τύπους προϊόντων μπορούν να καθοριστούν επίσημα συμβατικά σήματα διαφορετικά από την ετικέτα, σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ.

“IPPC” σημαίνει τη Διεθνή Σύμβαση για την Προστασία των Φυτών του FAO (International Plant Protection Convention).

 

Πεδίο εφαρμογής

3.-(1) O παρών Νόμος ρυθμίζει -

(α) Τα μέτρα προστασίας κατά της εισαγωγής και εξάπλωσης οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα από κράτη μέλη ή από τρίτες χώρες·

(β) τα μέτρα προστασίας κατά της εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών στο εσωτερικό της Κοινότητας με μέσα που συνδέονται με τη διακίνηση των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων συναφών αντικειμένων στη Δημοκρατία·

(γ) το υπόδειγμα των “φυτοϋγειονομικών πιστοποιητικών” και των “φυτοϋγειονομικών πιστοποιητικών επανεξαγωγής” ή των ισοδύναμων τους σε ηλεκτρονική μορφή, που εκδίδονται από τα κράτη μέλη δυνάμει της IPPC·

(δ) τη στενή, ταχεία, άμεση και ουσιαστική συνεργασία μεταξύ της Δημοκρατίας και των άλλων κρατών μελών και της Επιτροπής για θέματα που καλύπτονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται -

(α) Εκτός εάν ρητώς ορίζεται διαφορετικά, και στο ξύλο, μόνο εφόσον διατηρεί όλο ή μέρος της φυσικής στρογγυλής επιφάνειάς του, με ή χωρίς φλοιό, ή βρίσκεται υπό μορφή πλακιδίων μικρών τεμαχίων, πριονιδιών, απορριμμάτων ή θραυσμάτων ξύλου.

(β) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου (α) και με την επιφύλαξη των διατάξεων του Παραρτήματος V των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, στο ξύλο, το οποίο έχει τη μορφή υλικού σφηνώσεως φορτίων πλοίων, διαχωριστικών στοιχείων, παλετών ή υλικού συσκευασίας για τη μεταφορά αντικειμένων παντός είδους, εφόσον υπάρχει φυτοϋγειονομικός κίνδυνος.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Αρμόδια Αρχή

4.(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου το Τμήμα Γεωργίας του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ορίζεται ως Αρμόδια Αρχή.

(2)(α) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να αναθέτει την εκτέλεση των καθηκόντων της, που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο, υπό την εξουσία και τον έλεγχό της, σε νομικό πρόσωπο δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου, υπό τον όρο ότι το νομικό αυτό πρόσωπο και τα μέλη του δεν πορίζονται κανένα προσωπικό όφελος από το αποτέλεσμα του ληφθέντος μέτρου.

(β) Η Αρμόδια Αρχή εξασφαλίζει ότι στο νομικό πρόσωπο, το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο (α), έχουν ανατεθεί, δυνάμει του παρόντος Νόμου ή του επισήμως εγκριθέντος ιδρυτικού εγγράφου ή/και καταστατικού που το διέπει, αποκλειστικώς ειδικά καθήκοντα δημοσίου συμφέροντος, με εξαίρεση τις εργαστηριακές δοκιμές τις οποίες μπορεί να διενεργήσει αυτό το νομικό πρόσωπο έστω και αν η εργαστηριακή δοκιμή δε συμπεριλαμβάνεται στα ειδικά καθήκοντα του δημοσίου συμφέροντος.

(γ) Οι εργαστηριακές δοκιμές δύνανται να ανατίθενται στα πιο πάνω πρόσωπα υπό τον όρο ότι η Αρμόδια Αρχή διασφαλίσει ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάθεσης το νομικό πρόσωπο στο οποίο ανατίθενται οι εργαστηριακές δοκιμές μπορεί να διασφαλίσει την αμεροληψία, την ποιότητα και την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών και ότι δεν υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ της άσκησης των καθηκόντων που του ανατέθηκαν και των άλλων δραστηριοτήτων αυτού.

Εξουσία εισόδου και επιθεώρησης

5.-(1) Ο Διευθυντής δύναται να ορίσει ως εξουσιοδοτημένους Επιθεωρητές, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, γεωπόνους από το Τμήμα Γεωργίας ή δασικούς λειτουργούς από το Τμήμα Δασών, του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, με τη σύμφωνη γνώμη του Διευθυντή του Τμήματος Δασών, του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ή λειτουργούς επιθεώρησης προϊόντων που είναι γεωπόνοι, της Υπηρεσίας Επιθεώρησης Προϊόντων του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού:

Νοείται ότι ορισμός εξουσιοδοτημένου Επιθεωρητή δύναται να πραγματοποιείται για ορισμένo ή απεριόριστο χρονικό διάστημα και να ανακαλείται ανά πάσα στιγμή.

(2) Χωρίς επηρεασμό οποιασδήποτε άλλης διάταξης του παρόντος Νόμου, κάθε εξουσιοδοτημένος Επιθεωρητής δύναται, σε οποιαδήποτε εύλογη ώρα, να εισέρχεται σε ιδιωτικό κήπο ή ιδιωτική οικία, στην παρουσία και με τη συγκατάθεση του νόμιμου κατόχου της περιουσίας αυτής, ή σε οποιοδήποτε υποστατικό, αγροτεμάχιο, περιοχή, μεταφορικό μέσο ή οποιοδήποτε άλλο χώρο όπου φύονται, φυλάσσονται, καλλιεργούνται, αποθηκεύονται, διατίθενται ή μεταφέρονται φυτά ή φυτικά προϊόντα, σε περιπτώσεις εμφάνισης ή ύπαρξης υποψιών για εμφάνιση επιβλαβών οργανισμών με σκοπό-

(α) Την επιθεώρηση για την παρουσία, έξαρση ή εξάπλωση των επιβλαβών οργανισμών·

(β) την επιθεώρηση της αποστολής φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που προορίζονται για εισαγωγή ή εξαγωγή·

(γ) τη διασφάλιση λήψης όλων των κατάλληλων μέτρων περιλαμβανομένου του υποκαπνισμού και της απολύμανσης, που αποβλέπουν στην απαλλαγή του φορτίου φυτών ή φυτικών προϊόντων που προορίζονται για διακίνηση, εισαγωγή ή εξαγωγή, καθώς και του υλικού συσκευασίας, του αποθηκευτικού χώρου, του εμπορευματοκιβωτίου ή άλλου μέσου μεταφοράς, απο οποιοδήποτε επιβλαβή οργανισμό,

(δ) τη διασφάλιση της ασφαλούς περισυλλογής και καταστροφής άχρηστων φυτικών υλικών από -

(i) αεροσκάφη και πλοία που εισέρχονται στη Δημοκρατία και

(ii) υποστατικά τα οποία μεταποιούν, συσκευάζουν ή πλένουν εισαγόμενα φυτικά προϊόντα·

(ε) έκδοση ή τη διευθέτηση για έκδοση των -

(i) φυτοϋγειονομικών πιστοποιητικών, ή

(ii) φυτοϋγειονομικών πιστοποιητικών επανεξαγωγής ή

(iii) φυτοϋγειονομικών διαβατηρίων,

εφόσον τηρούνται οι πρόνοιες του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών.

(στ) την παρακολούθηση και εφαρμογή των μέτρων όπως ο Διευθυντής δύναται να καθορίζει ανάλογα με την περίπτωση.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Απαγόρευση εισαγωγής και διακίνησης επιβλαβών οργανισμών

6.-(1) Απαγορεύεται η εισαγωγή στη Δημοκρατία των επιβλαβών οργανισμών που καθορίζονται στο Παράρτημα Ι, μέρος Α, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003.

(2) Απαγορεύεται η εισαγωγή στη Δημοκρατία των φυτών και φυτικών προϊόντων που καθορίζονται στο Παράρτημα ΙΙ, μέρος Α, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, εφόσον αυτά είναι προσβεβλημένα από τους επιβλαβείς οργανισμούς που αναφέρονται στο εν λόγω Παράρτημα.

(3) Τα εδάφια (1) και (2) δεν εφαρμόζονται σύμφωνα με όρους που είναι δυνατόν να καθοριστούν σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, στην περίπτωση ελαφράς μόλυνσης φυτών, εκτός εκείνων που προορίζονται για φύτευση, από επιβλαβείς οργανισμούς, οι οποίοι καθορίζονται στο Παράρτημα Ι Μέρος Α ή στο Παράρτημα ΙΙ Μέρος Α των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, ή στην περίπτωση κατάλληλων ορίων ανοχής που καθορίζονται για επιβλαβείς οργανισμούς, οι οποίοι καθορίζονται στο Παράρτημα ΙΙ Μέρος Α Κεφάλαιο ΙΙ, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, και που έχουν προηγουμένως επιλεγεί σε συμφωνία με την Αρμόδια Αρχή, όσον αφορά φυτά που προορίζονται για φύτευση, τα οποία έχουν επιλεγεί με τη συμφωνία των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών στον τομέα της υγείας των φυτών, και βάσει της σχετικής ανάλυσης φυτοϋγειονομικού κινδύνου.

(4) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) εφαρμόζονται επιπρόσθετα και στην εξάπλωση των εν λόγω επιβλαβών οργανισμών με μέσα που συνδέονται με τη διακίνηση των φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων στο έδαφος της Δημοκρατίας.

(5) Απαγορεύεται η εισαγωγή και η εξάπλωση εντός των προστατευόμενων ζωνών:-

(α) των επιβλαβών οργανισμών που καθορίζονται στο Παράρτημα Ι, μέρος Β, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003,

(β) των φυτών και φυτικών προϊόντων που καθορίζονται στο Παράρτημα ΙΙ, μέρος Β, των περι Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, εφόσον αυτά είναι προσβεβλημένα από τους επιβλαβείς οργανισμούς που αναφέρονται σε αυτό.

(6) Τα εδάφια (1), (2), (4) και (5) δεν εφαρμόζονται εφόσον εξασφαλίζεται έγκριση σύμφωνα με τους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Εισαγωγή και Διακίνηση σε Περιοχές της Δημοκρατίας, των Κρατών Μελών ή σε Ορισμένες Προστατευόμενες Ζώνες τους για Δοκιμές, Επιστημονικούς Σκοπούς ή για Εργασίες Επιλογής Ποικιλιών) Κανονισμούς του 2003, όσον αφορά εργασίες που πραγματοποιούνται για σκοπούς δοκιμής ή για επιστημονικούς σκοπούς, καθώς και για εργασίες επιλογής ποικιλιών.

(7) Σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 της παραγράφου 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ είναι δυνατόν να θεσπίζονται διατάξεις οι οποίες να καθορίζουν τους όρους για την εισαγωγή στη Δημοκρατία, και τη διάδοση εντός της Δημοκρατίας:

(α) Οργανισμών οι οποίοι είναι ύποπτοι ως επιβλαβείς για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα αλλά οι οποίοι δεν καθορίζονται στα Παραρτήματα Ι και ΙΙ των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003.

(β) οργανισμών οι οποίοι καθορίζονται στο Παράρτημα ΙΙ των περί Μέτρων Προστασίας κατά Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, αλλά οι οποίοι απαντώνται σε φυτά ή φυτικά προϊόντα διαφορετικά από αυτά που απαριθμούνται στο Παράρτημα αυτό, και οι οποίοι είναι ύποπτοι ως επιβλαβείς για τα φυτά ή φυτικά προϊόντα·

(γ) οργανισμών οι οποίοι καθορίζονται στα Παραρτήματα Ι και ΙΙ των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, οι οποίοι ευρίσκονται σε απομόνωση και οι οποίοι στη συγκεκριμένη κατάσταση, θεωρούνται επιβλαβείς για τα φυτά ή φυτικά προϊόντα.

(8) Μετά τη θέσπιση των μέτρων που προβλέπονται στο εδάφιο (7), το εν λόγω εδάφιο δεν εφαρμόζεται, υπό τους όρους που καθορίζονται σύμφωνα με την κοινοτική  διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, για δοκιμές ή για επιστημονικούς σκοπούς καθώς για τις εργασίες επιλογής φυτικών ποικιλιών.

Απαγόρευση εισαγωγής και διακίνησης φυτών και φυτικών προϊόντων

7.-(1)(α) Απαγορεύεται η εισαγωγή στη Δημοκρατία των φυτών ή των φυτικών προϊόντων που καθορίζονται στο Παράρτημα ΙΙΙ, μέρος Α, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, που προέρχονται από χώρες που αναφέρονται στο μέρος αυτό του εν λόγω Παραρτήματος.

(β) Η παράγραφος (α) δεν εφαρμόζεται στα φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα που προέρχονται από τα κράτη μέλη.

(2) Απαγορεύεται η εισαγωγή εντός των καθορισμένων προστατευόμενων ζωνών στη Δημοκρατία, των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων που καθορίζονται στο Παράρτημα ΙΙΙ, μέρος Β, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003.

(3) Τα εδάφια (1) και (2) δεν εφαρμόζονται, εφόσον εξασφαλίζεται έγκριση σύμφωνα με τους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Εισαγωγή και Διακίνηση σε Περιοχές της Δημοκρατίας, τω Κρατών Μελών ή σε Ορισμένες Προστατευόμενες Ζώνες τους για Δοκιμές, Επιστημονικούς Σκοπούς ή για Εργασίες Επιλογής Ποικιλιών) Κανονισμούς του 2003, όσον αφορά εργασίες που πραγματοποιούνται για σκοπούς δοκιμής ή για επιστημονικούς σκοπούς καθώς και για εργασίες επιλογής ποικιλιών.

Ειδικές απαιτήσεις για εισαγωγή φυτών και φυτικών προϊόντων. Εξαιρέσεις για ιδίαν κατανάλωση

8.-(1) Απαγορεύεται η εισαγωγή στη Δημοκρατία των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων που καθορίζονται στο Παράρτημα IV, μέρος Α, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, εκτός εάν πληρούν τις αντίστοιχες ειδικές απαιτήσεις που αναφέρονται στο μέρος αυτό του εν λόγω Παραρτήματος.

(2) Απαγορεύεται η εισαγωγή και η διακίνηση εντός των καθορισμένων προστατευόμενων ζωνών, των φυτών, των φυτικών προϊόντων και των άλλων αντικειμένων που καθορίζονται στο Παράρτημα IV, μέρος Β, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, εκτός εάν πληρούν τις αντίστοιχες ειδικές απαιτήσεις που αναφέρονται στο μέρος αυτό του εν λόγω Παραρτήματος.

(3) (α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (7) του άρθρου 9, οι διατάξεις του εδαφίου (1) ανωτέρω εφαρμόζονται και στη διακίνηση των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων στο έδαφος της Δημοκρατίας.

(β) Τα εδάφια (1), (2) και (3) δεν εφαρμόζονται στην κυκλοφορία μικρών ποσοτήτων φυτών, φυτικών προϊόντων, τροφίμων ή ζωοτροφών που προορίζονται για χρήση από τον ιδιοκτήτη ή αποδέκτη για μη βιομηχανικούς σκοπούς και μη εμπορικούς σκοπούς ή για κατανάλωση κατά τη μεταφορά, με την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών.

(4) Τα εδάφια (1), (2) και (3) δεν εφαρμόζονται, εφόσον εξασφαλίζεται έγκριση σύμφωνα με τους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Εισαγωγή και Διακίνηση σε Περιοχές της Δημοκρατίας, των Κρατών Μελών ή σε Ορισμένες Προστατευόμενες Ζώνες τους για Δοκιμές, Επιστημονικούς Σκοπούς ή για Εργασίες Επιλογής Ποικιλιών) Κανονισμούς του 2003, όσον αφορά εργασίες που πραγματοποιούνται για σκοπούς δοκιμής ή για επιστημονικούς σκοπούς καθώς και για εργασίες επιλογής ποικιλιών.

ΜΕΡΟΣ IV ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΦΥΤΟΫΓΕΙΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ
Διενέργεια επίσημου ελέγχου. Εξαιρέσεις για ιδίαν κατανάλωση

9.-(1) H Aρμόδια Αρχή υποβάλλει, σε περίπτωση αποστολής τους σε κράτος μέλος, τα φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα, που καθορίζονται στο Παράρτημα V, μέρος Α, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, καθώς και τη συσκευασία αυτών, σε επίσημο και σχολαστικό έλεγχο είτε στο σύνολό τους είτε σε αντιπροσωπευτικό δείγμα, και εφόσον είναι αναγκαίο διεξάγει επίσημο έλεγχο και στα μεταφορικά μέσα αυτών προκειμένου να διαπιστωθεί ότι:

(α) Αυτά δεν είναι προσβεβλημένα από τους επιβλαβείς οργανισμούς που καθορίζονται στο Παράρτημα Ι, μέρος Α, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003·

(β) στην περίπτωση των φυτών και φυτικών προϊόντων που καθορίζονται στο Παράρτημα ΙΙ, μέρος Α, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, δεν έχουν προσβληθεί από τους αντίστοιχους επιβλαβείς οργανισμούς που αναφέρονται στο μέρος αυτό του εν λόγω Παραρτήματος·

(γ) στην περίπτωση των φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικείμενων που καθορίζονται στο Παράρτημα IV, μέρος Α των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, πληρούν τις ειδικές απαιτήσεις που αντιστοιχούν σε αυτά και αναφέρονται στο μέρος αυτό του εν λόγω Παραρτήματος.

(2) Η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο επίσημου ελέγχου, που αναφέρεται στο εδάφιο (1), προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ικανοποιούνται οι διατάξεις των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 6 ή του εδαφίου (2) του άρθρου 8, όταν το κράτος μέλος προορισμού κάνει χρήση των διατάξεων αυτών.

(3) Σπόροι προς σπορά, που καθορίζονται στο Παράρτημα IV, μέρος Α, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, οι οποίοι πρόκειται να αποσταλούν σε κράτος μέλος, υπόκεινται σε επίσημο έλεγχο για να διαπιστωθεί ότι πληρούν τις σχετικές ειδικές απαιτήσεις που αναφέρονται στο μέρος αυτό του εν λόγω Παραρτήματος.

(4)(α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (7), τα εδάφια (1), (2) και (3) εφαρμόζονται επίσης και στην κυκλοφορία των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων στο έδαφος της Δημοκρατίας·

(β) Τα εδάφια (1), (2) και (3) δεν εφαρμόζονται, όσον αφορά τους επιβλαβείς οργανισμούς που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι, μέρος Β, ή στο Παράρτημα ΙΙ, μέρος Β και στις ειδικές απαιτήσεις του Παραρτήματος IV, μέρος Β, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, κατά την κυκλοφορία των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων διά μέσου μίας προστατευόμενης ζώνης ή εκτός της προστατευόμενης ζώνης.

(5)(α) Οι επίσημοι έλεγχοι που αναφέρονται στα εδάφια (1), (2) και (3) διενεργούνται ούτως ώστε -

(i) να καλύπτουν όλα τα σχετικά φυτά ή φυτικά προϊόντα που έχουν καλλιεργηθεί, παραχθεί ή χρησιμοποιηθεί από τον παραγωγό ή που βρίσκονται άλλως πως στην εκμετάλλευσή του ή στο καλλιεργητικό υπόστρωμα ανάπτυξης που χρησιμοποιείται εκεί·

(ii) να διενεργούνται στην εκμετάλλευση, κατά προτίμηση στον τόπο παραγωγής·

(iii) να διενεργούνται τακτικά σε εύλογη ώρα, τουλάχιστον μία φορά ετησίως, και τουλάχιστον μέσω οπτικού ελέγχου, με την επιφύλαξη των ειδικών απαιτήσεων που καθορίζονται στο Παράρτημα IV, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003.

(β)(i) Κάθε παραγωγός, για τον οποίο απαιτείται σύμφωνα με τα εδάφια (1) (2) και (3), ο επίσημος έλεγχος που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (5), εγγράφεται στο επίσημο μητρώο σύμφωνα με τους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Υποχρεώσεις των Παραγωγών και των Εισαγωγέων Φυτών, Φυτικών Προϊόντων και άλλων Αντικειμένων και Καθορισμός των Λεπτομερειών για την Εγγραφή τους σε Επίσημα Μητρώα) Κανονισμούς του 2003, με αριθμό που να επιτρέπει την αναγνώρισή του.

(ii) Στο μητρώο που αναφέρεται πιο πάνω ή Επιτροπή δύναται μετά από αίτησή της να έχει πρόσβαση.

(γ) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων που καθορίζονται στους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Υποχρεώσεις των Παραγωγών και των Εισαγωγέων Φυτών, Φυτικών Προϊόντων και άλλων Αντικειμένων και Καθορισμός των Λεπτομερειών για την Εγγραφή τους σε Επίσημα Μητρώα) Κανονισμούς του 2003 κάθε παραγωγός οφείλει να ενημερώνει αμέσως την Αρμόδια Αρχή για οποιαδήποτε ασυνήθιστη εμφάνιση επιβλαβών οργανισμών ή συμπτωμάτων ή κάθε άλλη ανωμαλία που αφορά τα φυτά·

(δ) Τα εδάφια (1), (2) και (3) δεν εφαρμόζονται στην κυκλοφορία μικρών ποσοτήτων φυτών, φυτικών προϊόντων, τροφίμων ή ζωοτροφών που προορίζονται για χρήση από τον ιδιοκτήτη ή αποδέκτη, για μη βιομηχανικούς και μη εμπορικούς σκοπούς, ούτε στην κατανάλωση κατά τη μεταφορά τους, με την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών.

(6)(α) Οι παραγωγοί ορισμένων φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων που δεν απαριθμούνται στο Παράρτημα V, μέρος Α, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003 και που προσδιορίζονται σύμφωνα με τους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Εγγραφή των Παραγωγών, των Αποθηκών και των Κέντρων Διανομής Ορισμένων Φυτών και Φυτικών Προϊόντων στο Μητρώο) Κανονισμούς του 2003, καθώς και οι αποθήκες συλλογής ή τα κέντρα αποστολής που βρίσκονται εντός της ζώνης παραγωγής, εγγράφονται σε επίσημο μητρώο, που τηρείται από την Αρμόδια Αρχή, σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου 5. Οι παραγωγοί αυτοί υπόκεινται ανά πάσα στιγμή στους ελέγχους που προβλέπει η παράγραφος (α) του εδαφίου (5).

(β) Για ορισμένα φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα Κανονισμοί δύνανται να καθορίσουν το σύστημα που θα επιτρέπει, στο βαθμό που είναι δυνατό, την εξακρίβωση της προέλευσής τους, λαμβανομένης υπόψη της φύσης των συνθηκών παραγωγής και εμπορίας.

(7) Ο Διευθυντής δύναται, νοουμένου ότι δεν υπάρχει κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών, να εξαιρέσει -

(α) Από την εγγραφή στο μητρώο, που προβλέπεται στα εδάφια (4), (5) και (6), τους μικρούς παραγωγούς ή μεταποιητές που προορίζουν το σύνολο της παραγωγής και της πώλησης των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων, στην τοπική κυκλοφορία, ή

(β) από τον επίσημο έλεγχο, που προβλέπεται στα εδάφια (4), (5) και (6), την τοπική κυκλοφορία φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων που παράγονται από πρόσωπα τα οποία απαλλάσσονται από την εγγραφή.

(8) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου λιγότερο αυστηρές προϋποθέσεις και έλεγχοι δύνανται να καθοριστούν με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 26, για τα φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα που διακινούνται εντός ή διά μέσου προστατευόμενης ζώνης.

Έκδοση φυτοϋγειονομι-κού πιστοποιητικού

10. [Διαγράφηκε]
Εισαγωγή φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων από κράτος μέλος μέσω άλλου κράτους μέλους. Φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό επανεξαγωγής

11. [Διαγράφηκε]
Έκδοση φυτοϋγειονομικού πιστοποιητικού από τη Δημοκρατία ως χώρα καταγωγής

12. [Διαγράφηκε]
Έκδοση φυτοϋγειονομικού διαβατηρίου. Εξαιρέσεις για ιδίαν κατανάλωση

13.-(1)(α) Η Αρμόδια Αρχή, εάν μετά από τον έλεγχο που προβλέπεται στα εδάφια (1), (2) και (3) του άρθρου 9, ο οποίος διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 9, διαπιστώσει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στα εν λόγω εδάφια, χορηγεί φυτοϋγειονομικό διαβατήριο.

(β) Σε περίπτωση που ο έλεγχος δεν αφορά προϋποθέσεις σχετικά με τις προστατευόμενες ζώνες ή αν θεωρηθεί ότι δεν πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις, το χορηγούμενο φυτοϋγειονομικό διαβατήριο δεν ισχύει για τις εν λόγω ζώνες και πρέπει να φέρει ειδικό σήμα όπως προβλέπεται στους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Διαδικασία Έκδοσης Φυτοϋγειονομικών Διαβατηρίων) Κανονισμούς του 2003.

(1Α) Στην περίπτωση σπόρων που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 9, δεν χρειάζεται να εκδίδεται φυτοϋγειονομικό διαβατήριο, εφόσον εξασφαλίζεται, ότι από τα έγγραφα που εκδόθηκαν σύμφωνα με τις κοινοτικές διατάξεις που διέπουν την εμπορία των επίσημα πιστοποιημένων σπόρων, προκύπτει ότι τηρούνται οι απαιτήσεις του εδαφίου (3) του άρθρου 9. Στην περίπτωση αυτή, τα έγγραφα αυτά θεωρούνται ότι ενέχουν θέση φυτοϋγειονομικού διαβατηρίου για κάθε σκοπό, σύμφωνα με τον ορισμό “φυτοϋγειονομικό διαβατήριο” του άρθρου 2.

(2)(α) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (γ), τα φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα που καθορίζονται στο Παράρτημα V, μέρος Α, κεφάλαιο Ι, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003 και σπόροι που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 9, δεν επιτρέπεται να διακινηθούν στη Δημοκρατία, παρά μόνο εάν προσαρτηθεί στη συσκευασία τους ή στα οχήματα που τα μεταφέρουν, φυτοϋγειονομικό διαβατήριο το οποίο ισχύει για τη Δημοκρατία και έχει νόμιμα χορηγηθεί από την Αρμόδια Αρχή της Δημοκρατίας ή την αρμόδια υπηρεσία κράτους μέλους·

(β) Τα φυτά, τα φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα που καθορίζονται στο Παράρτημα V, μέρος Α, κεφάλαιο ΙΙ, των περί Μέτρων Προστασίας κατά την Εισαγωγή και Εξάπλωση Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003 και σπόροι που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 9, δεν επιτρέπεται να εισαχθούν σε συγκεκριμένη προστατευόμενη ζώνη και να διακινηθούν σ΄αυτήν, παρά μόνο εάν έχει προσαρτηθεί σε αυτά, στη συσκευασία τους ή στα οχήματα που τα μεταφέρουν, φυτοϋγειονομικό διαβατήριο το οποίο ισχύει για τη ζώνη αυτή και έχει νόμιμα χορηγηθεί από την Αρμόδια Αρχή της Δημοκρατίας ή την αρμόδια υπηρεσία κράτους μέλους. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Διακίνηση Ορισμένων Φυτών, Φυτικών Προϊόντων ή άλλων Αντικειμένων εντός των Προστατευμένων Ζωνών) Κανονισμών του 2003, όσον αφορά τη μεταφορά διαμέσου προστατευόμενης ζώνης·

(γ) Οι παράγραφοι (α) και (β) δεν εφαρμόζονται στην κυκλοφορία μικρών ποσοτήτων φυτών, φυτικών προϊόντων, τροφίμων ή ζωοτροφών, που προορίζονται για χρήση από τον ιδιοκτήτη ή αποδέκτη για μη βιομηχανικούς και μη εμπορικούς σκοπούς ή για κατανάλωση κατά τη μεταφορά, νοουμένου ότι δεν υπάρχει κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών.

(3) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να αντικαταστήσει το φυτοϋγειονομικό διαβατήριο μεταγενέστερα από ένα άλλο, σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις:

(α) Φυτοϋγειονομικό διαβατήριο δύναται να αντικατασταθεί μόνο σε περίπτωση διαίρεσης των αποστολών ή ανάμειξης περισσοτέρων αποστολών ή των τμημάτων αυτών, είτε και σε περίπτωση μεταβολής του φυτοϋγειονομικού καθεστώτος των αποστολών, με την επιφύλαξη των ιδιαίτερων απαιτήσεων που καθορίζονται στο Παράρτημα IV, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003 είτε σε άλλες περιπτώσεις που καθορίζονται στους περί Μέτρων περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμούς του 2003 (Διαδικασία Έκδοσης Φυτοϋγειονομικών Διαβατηρίων) Κανονισμούς του 2003·

(β) Η αντικατάσταση δύναται να πραγματοποιηθεί μόνο, μετά από αίτηση ενός φυσικού ή νομικού προσώπου, είτε πρόκειται για παραγωγό είτε όχι, ο οποίος είναι εγγεγραμμένος σε επίσημο μητρώο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (5) του άρθρου 9, που εφαρμόζονται κατ΄αναλογία·

(γ) Το διαβατήριο αντικατάστασης δύναται να εκδοθεί μόνο από την Αρμόδια Αρχή και μόνο εφόσον υπάρχουν εγγυήσεις ως προς την ταυτότητα του προϊόντος και την απουσία κινδύνου προσβολής του από επιβλαβείς οργανισμούς, όπως αυτοί καθορίζονται στα Παραρτήματα Ι και ΙΙ, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμούς του 2003, αφότου αποστάληκε από τον παραγωγό·

(δ) Η διαδικασία αντικατάστασης πρέπει να είναι σύμφωνη με τις διατάξεις που καθορίζονται στους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Διαδικασία Έκδοσης Φυτοϋγειονομικών Διαβατηρίων) Κανονισμούς του 2003·

(ε) Το διαβατήριο αντικατάστασης φέρει ειδικό σήμα, το οποίο προσδιορίζεται σύμφωνα με τους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Διαδικασία Έκδοσης Φυτοϋγειονομικών Διαβατηρίων) Κανονισμούς του 2003, το οποίο περιλαμβάνει τον αριθμό μητρώου του αρχικού παραγωγού και σε περίπτωση που υπήρξε μεταβολή του φυτοϋγειονομικού καθεστώτος, το όνομα του προσώπου που επέφερε αυτή την αλλαγή.

Εφαρμογή επισήμων μέτρων

14.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), η Αρμόδια Αρχή δεν χορηγεί φυτοϋγειονομικό διαβατήριο εάν μετά τον έλεγχο που προβλέπεται στα εδάφια (1), (2) και (3) του άρθρου 9, ο οποίος πραγματοποιείται σύμφωνα με τα εδάφια (4) και (5) του ίδιου άρθρου, διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στα εν λόγω εδάφια.

(2) Σε ειδικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες θεωρείται, βάσει των αποτελεσμάτων του διενεργηθέντος ελέγχου, ότι ένα μέρος των φυτών ή των φυτικών προϊόντων που καλλιεργούνται, παράγονται ή χρησιμοποιούνται από παραγωγό ή που βρίσκονται κατά οποιονδήποτε άλλο τρόπο στις εγκαταστάσεις του ή σε περίπτωση όπου ένα μέρος του καλλιεργητικού υποστρώματος που χρησιμοποιείται από αυτόν, δεν παρουσιάζει κινδύνους εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών, το εδάφιο (1) δεν εφαρμόζεται στο εν λόγω μέρος των φυτών ή φυτικών προϊόντων ή του καλλιεργητικού υποστρώματος και μπορεί να χρησιμοποιείται φυτοϋγειονομικό διαβατήριο.

(3)(α) Σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1), τα εν λόγω φυτά, φυτικά προϊόντα ή το καλλιεργητικό υπόστρωμα υπόκεινται σε ένα ή σε περισσότερα από τα ακόλουθα επίσημα μέτρα:

(i) κατάλληλη επεξεργασία, συνοδευόμενη από τη χορήγηση του φυτοϋγειονομικού διαβατηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 13, εφόσον θεωρηθεί μετά την επεξεργασία αυτή ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εν λόγω χορήγηση·

(ii) άδεια μετακίνησης, υπό επίσημο έλεγχο, σε ζώνες οι οποίες δεν παρουσιάζουν περαιτέρω κίνδυνο·

(iii) άδεια μετακίνησης, υπό επίσημο έλεγχο, σε εγκαταστάσεις βιομηχανικής μεταποίησης·

(iv) καταστροφή και τα έξοδα βαραίνουν το πρόσωπο, στο οποίο δεν έχει χορηγηθεί το φυτοϋγειονομικό διαβατήριο που αναφέρεται στο εδάφιο (1).

(β) Οι όροι και οι λεπτομέρειες σύμφωνα με τις οποίες λαμβάνονται ή όχι ένα ή περισσότερα από τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο (α) δύνανται να καθορίζονται με Κανονισμούς.

(4) Σε περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1), οι δραστηριότητες του παραγωγού αναστέλλονται, εν μέρει ή συνολικά, έως ότου διαπιστωθεί ότι έχει περιοριστεί ο κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών. Κατά τη διάρκεια της αναστολής αυτής δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 13.

(5) Μόλις διαπιστωθεί, βάσει του επίσημου ελέγχου που διενεργείται σύμφωνα με το εδάφιο (6) του άρθρου 9, ότι τα προϊόντα που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο δεν είναι απαλλαγμένα από τους επιβλαβείς οργανισμούς που καθορίζονται στα Παραρτήματα Ι και ΙΙ, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά, Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, τα εδάφια (2), (3) και (4) του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ΄αναλογία.

Επίσημοι Έλεγχοι

15.-(1) Η Αρμόδια Αρχή διοργανώνει επίσημους ελέγχους για να διασφαλίζει την τήρηση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, και ιδίως του εδαφίου (2) του άρθρου 13·  οι έλεγχοι αυτοί διενεργούνται τυχαίως και χωρίς διακρίσεις όσον αφορά την καταγωγή των φυτών, των φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων και σύμφωνα με τις ακόλουθες διατάξεις:

(α) Περιστασιακοί έλεγχοι σε οποιαδήποτε στιγμή και σε οποιοδήποτε τόπο όπου διακινούνται φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα,

(β) περιστασιακοί έλεγχοι στις εγκαταστάσεις όπου φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα καλλιεργούνται, παράγονται, αποθηκεύονται ή διατίθενται προς πώληση, καθώς και στις εγκαταστάσεις των αγοραστών,

(γ) περιστασιακοί έλεγχοι που διενεργούνται ταυτόχρονα με άλλο έλεγχο εγγράφων για μη φυτοϋγειονομικούς σκοπούς:

Νοείται ότι οι έλεγχοι πρέπει να είναι τακτικοί στις εγκαταστάσεις που έχουν εγγραφεί σε επίσημο μητρώο σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 13 και την παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 16Γ, και μπορούν να είναι τακτικοί σε εγκαταστάσεις που έχουν εγγραφεί σε επίσημο μητρώο σύμφωνα με το εδάφιο (6) του άρθρου 9. Οι έλεγχοι πρέπει να είναι κατευθυνόμενοι, αν υπάρχουν ενδείξεις ότι δεν τηρήθηκαν μια ή περισσότερες διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Οι έμποροι που αγοράζουν φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα, ως τελικοί χρήστες ασχολούμενοι επαγγελματικά με την παραγωγή φυτών, φυλάσσουν τα σχετικά φυτοϋγειονομικά διαβατήρια επί ένα τουλάχιστον έτος και καταχωρούν τα στοιχεία τους στα μητρώα τους. Οι εξουσιοδοτημένοι Επιθεωρητές έχουν πρόσβαση στα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα σε όλα τα στάδια της παραγωγής και εμπορίας. έχουν το δικαίωμα να διεξάγουν οποιαδήποτε έρευνα είναι αναγκαία για τη διενέργεια των επίσημων αυτών ελέγχων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τα φυτοϋγειονομικά διαβατήρια και τα μητρώα.

(3) Η Αρμόδια Αρχή δυνατό να επικουρείται κατά τους επίσημους ελέγχους από τους εμπειρογνώμονες που αναφέρονται στο άρθρο 18.

(4) Αν διαπιστωθεί, μέσω των επισήμων ελέγχων που διενεργούνται σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2), ότι φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα δημιουργούν κίνδυνο εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών, αυτά υπόκεινται σε επίσημα μέτρα σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 14.

(5) Με την επιφύλαξη των κοινοποιήσεων και των πληροφοριών που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 17, η Αρμόδια Αρχή, όταν τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα σχετικά αντικείμενα προέρχονται από άλλο κράτος μέλος, ενημερώνει αμέσως την αρμόδια αρχή του εν λόγω κράτους μέλους και την Επιτροπή, για τα ευρήματα και για τα επίσημα μέτρα που έλαβε ή προτίθεται να λάβει. Σε περίπτωση που καθορισθεί ένα τυποποιημένο σύστημα πληροφόρησης σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, αυτό χρησιμοποιείται από την Αρμόδια Αρχή για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου.

Εισαγωγή από Τρίτες Χώρες. Γενικές Διατάξεις.

16.-(1) Η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει, με την επιφύλαξη:

(α) Των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 6 και των εδαφίων (1), (2), (3), (4), (5) του άρθρου 16Β,

(β) των ειδικών απαιτήσεων και προϋποθέσεων που καθορίζονται σε παρεκκλίσεις οι οποίες θεσπίζονται σύμφωνα με έκτακτα μέτρα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 17, και

(γ) των ειδικών συμφωνιών που συνάπτονται για θέματα που καλύπτονται από το παρόν άρθρο μεταξύ της Κοινότητας και μιας ή περισσοτέρων τρίτων χωρών,

ότι τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που καθορίζονται στο Μέρος Β του Παραρτήματος V των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, τα οποία προέρχονται από τρίτη χώρα και εισάγονται στη Δημοκρατία, τίθενται από τη στιγμή της εισόδου τους, υπό τελωνειακή επιτήρηση σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 1 του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα υπό τον έλεγχο της Αρμόδιας Αρχής. Μπορούν να τίθενται υπό το τελωνειακό καθεστώς, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 εδάφιο (16) στοιχεία (α), (δ), (ε), (στ) και (ζ) του Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα, εφόσον έχουν τηρηθεί οι διατυπώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 16Α σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 16Γ και προέκυψε από αυτές, στο βαθμό που μπορεί να διαπιστωθεί:-

(i)(αα) ότι τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα δεν έχουν μολυνθεί από επιβλαβείς οργανισμούς που καθορίζονται στο Παράρτημα Ι, Μέρος Α των περί  Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003,

(ββ) στην περίπτωση φυτών ή φυτικών προϊόντων που καθορίζονται στο Παράρτημα II, Μέρος A των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, ότι δεν έχουν μολυνθεί από τους σχετικούς επιβλαβείς οργανισμούς που καθορίζονται σε αυτό το Παράρτημα, και

(γγ) στην περίπτωση φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που καθορίζονται στο Παράρτημα IV, Μέρος Α των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, ότι πληρούν τις σχετικές ειδικές απαιτήσεις που αναφέρονται σε αυτό το Παράρτημα ή, κατά περίπτωση, την επιλογή που δηλώνεται στο πιστοποιητικό σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (4) του άρθρου 16Α, και

(ii) ότι τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα συνοδεύονται από το αντίστοιχο πρωτότυπο του απαιτούμενου επίσημου φυτοϋγειονομικού πιστοποιητικού ή φυτοϋγειονομικού πιστοποιητικού επανεξαγωγής που εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 16Α ή, ενδεχομένως, ότι το πρωτότυπο εναλλακτικών εγγράφων ή σημάτων, που καθορίζονται σε εφαρμοστικές διατάξεις συνοδεύει ή επισυνάπτεται ή τοποθετείται κατ' άλλον τρόπο στο συγκεκριμένο αντικείμενο:

Νοείται ότι η ηλεκτρονική πιστοποίηση δύναται να αναγνωρίζεται επισήμως, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται σε εφαρμοστικές διατάξεις οι οποίες θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ:

Νοείται περαιτέρω ότι σε εξαιρετικές περιπτώσεις δύναται να γίνονται αποδεκτά τα επίσημα επικυρωμένα αντίγραφα, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται σε εφαρμοστικές διατάξεις οι οποίες θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ.

(2) Το εδάφιο (1) εφαρμόζεται σε περιπτώσεις φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που έχουν προορισμό μια προστατευόμενη ζώνη, όσον αφορά τους επιβλαβείς οργανισμούς και τις ειδικές απαιτήσεις που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι Μέρος Β, στο Παράρτημα ΙΙ Μέρος Β και στο Παράρτημα IV Μέρος Β των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, αντιστοίχως, για την εν λόγω προστατευόμενη ζώνη.

(3)(α) Η Αρμόδια Αρχή μεριμνά ώστε τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα, εκτός από εκείνα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) ή (2), τα οποία προέρχονται από τρίτη χώρα και εισάγονται στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, να μπορούν να τίθενται, από τη στιγμή της εισόδου τους, υπό την εποπτεία των επίσημων Τελωνειακών Αρχών, όσον αφορά την πρώτη, τη δεύτερη ή την τρίτη περίπτωση της υποπαραγράφου (i) του εδαφίου (1). Σε αυτά τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή αντικείμενα, συμπεριλαμβάνεται και το ξύλο υπό μορφή υλικού σφηνώσεως φορτίων πλοίων, διαχωριστικών στοιχείων, παλετών ή υλικών συσκευασίας, τα οποία χρησιμοποιούνται επί του παρόντος για τη μεταφορά παντός είδους αντικειμένων.

(β) Όταν η Αρμόδια Αρχή κάνει χρήση αυτής της δυνατότητας, τα εν λόγω φυτά, φυτικά προϊόντα ή αντικείμενα παραμένουν υπό την επιτήρηση και τον έλεγχο που αναφέρεται στο εδάφιο (1), μέχρις ότου ολοκληρωθούν οι σχετικές διατυπώσεις και βάσει αυτών επιτραπεί να συναχθεί το συμπέρασμα, ως αποτέλεσμα των εν λόγω διατυπώσεων και στο βαθμό που μπορεί να διαπιστωθεί, ότι αυτά ανταποκρίνονται στις σχετικές απαιτήσεις που καθορίζονται από ή δυνάμει του  παρόντος Νόμου.

(γ) Οι εφαρμοστικές διατάξεις που αφορούν τον τύπο των πληροφοριών και τα μέσα διαβίβασής τους, που παρέχονται από τους εισαγωγείς ή τους αντιπροσώπους εκτελωνιστές τους προς τους επίσημους αρμόδιους φορείς και αφορούν τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή αντικείμενα που συμπεριλαμβάνουν διάφορα είδη ξύλου, όπως αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, εκδίδονται σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 της παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ.

(4) Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 16Γ η Αρμόδια Αρχή μπορεί, σε περίπτωση που υπάρχει κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών, να εφαρμόζει επίσης τα εδάφια (1), (2) και (3) στα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που τίθενται υπό εγκεκριμένη τελωνειακή μεταχείριση ή χρήση όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 15 στοιχεία (β), (γ), (δ), (ε) του κοινοτικού τελωνειακού κώδικα, ή δυνάμει των τελωνειακών διαδικασιών, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 716 στοιχεία (β) και (γ) του εν λόγω κώδικα.

Εισαγωγή από Τρίτες Χώρες. Διατυπώσεις και έλεγχος.

16Α.-(1)(α) Οι διατυπώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16, συνίστανται σε λεπτομερείς ελέγχους από τους επίσημους αρμόδιους φορείς, τουλάχιστον:

(i) κάθε αποστολής που δηλώνεται, δυνάμει των τελωνειακών διατυπώσεων, ότι συνίσταται από ή περιλαμβάνει φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα, τα οποία αναφέρονται στα εδάφια (1), (2) ή (3) του άρθρου 16 υπό τις αντίστοιχες προϋποθέσεις, ή

(ii) σε περίπτωση μιας αποστολής η οποία απαρτίζεται από διάφορες παρτίδες, κάθε παρτίδα που δηλώνεται, δυνάμει των τελωνειακών διατυπώσεων, ότι συνίσταται από ή περιλαμβάνει τέτοια φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα.

(β) Από τους ελέγχους διαπιστώνεται αν:

(i) Αποστολή ή η παρτίδα συνοδεύεται από τα απαιτούμενα πιστοποιητικά, εναλλακτικά έγγραφα ή σήματα, όπως καθορίζονται στην παράγραφο (ii) του εδαφίου (1) του άρθρου 13 (έλεγχοι εγγράφων),

(ii) στο σύνολό της ή σε ένα ή περισσότερα αντιπροσωπευτικά δείγματα, η αποστολή ή η παρτίδα αποτελείται από ή περιλαμβάνει φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που δηλώνονται στα απαιτούμενα έγγραφα (έλεγχοι ταυτότητας), και

(iii) στο σύνολό της ή σε ένα ή περισσότερα αντιπροσωπευτικά δείγματα, συμπεριλαμβανομένης της συσκευασίας και, οσάκις ενδείκνυται, των οχημάτων μεταφοράς, η αποστολή ή η παρτίδα ή το ξύλινο υλικό συσκευασίας της ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου, όπως προσδιορίζονται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 16 (φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι), όπως επίσης κατά πόσον εφαρμόζεται στο εδάφιο (2) του  άρθρου 17.

(2) Οι έλεγχοι ταυτότητας και οι φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι μπορούν να διενεργούνται με μικρότερη συχνότητα, εάν:

(α) Οι δραστηριότητες επιθεώρησης των φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων της αποστολής ή της παρτίδας έχουν ήδη πραγματοποιηθεί στην τρίτη χώρα απ' όπου αποστέλλονται με βάση τις τεχνικές ρυθμίσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (6) του άρθρου 16Β, ή

(β) τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα της αποστολής ή της παρτίδας απαριθμούνται στις εφαρμοστικές διατάξεις που θεσπίζονται γι' αυτόν το σκοπό σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου 5, ή

(γ) τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα της αποστολής ή της παρτίδας προέρχονται από τρίτη χώρα, για την οποία στα πλαίσια ή βάσει συνολικών διεθνών φυτοϋγειονομικών συμφωνιών βάσει της αρχής της αμοιβαίας μεταχείρισης μεταξύ της Κοινότητας και μιας τρίτης χώρας, αναφέρεται διάταξη όσον αφορά μειωμένη συχνότητα ελέγχων ταυτότητας και φυτοϋγειονομικών ελέγχων, εκτός εάν υπάρχει σοβαρός λόγος να πιστεύεται ότι δεν τηρούνται οι απαιτήσεις του παρόντος Νόμου.

(δ) Οι φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι μπορούν επίσης να διενεργούνται με μικρότερη συχνότητα εάν υπάρχουν ενδείξεις, που αντιπαραβάλλονται από την Επιτροπή και βασίζονται στην εμπειρία που αποκτήθηκε από προηγούμενη εισαγωγή τέτοιου υλικού της ίδιας προέλευσης στην Κοινότητα όπως επιβεβαιώνεται απ' όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, και μετά από διαβούλευση εντός της Επιτροπής, όπως αναφέρεται στο άρθρο 18  παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, από την οποία συμπεραίνεται ότι τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα της αποστολής ή της παρτίδας ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι λεπτομερείς όροι που καθορίζονται στις εφαρμοστικές διατάξεις σύμφωνα με την παράγραφο (γ) του εδαφίου (5).

(3)(α) Το επίσημο φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό ή φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό επανεξαγωγής που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (ii) του εδαφίου (1) του άρθρου 16 πρέπει να έχει εκδοθεί σε μια τουλάχιστον από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας και σύμφωνα με τις νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις της τρίτης χώρας εξαγωγής ή επανεξαγωγής, οι οποίες έχουν θεσπισθεί, ανεξάρτητα από το αν είναι συμβαλλόμενο μέρος ή όχι, σύμφωνα με τις διατάξεις της IPPC. Το έγγραφο αυτό απευθύνεται στους οργανισμούς προστασίας φυτών των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 3.

(β) Το πιστοποιητικό δεν πρέπει να έχει εκδοθεί σε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 14 ημερών πριν από την ημερομηνία κατά την οποία τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που καλύπτονται από αυτό εγκατέλειψαν την τρίτη χώρα στην οποία εκδόθηκε.

(γ) Ανεξάρτητα από τη μορφή του, το πιστοποιητικό περιλαμβάνει πληροφορίες σύμφωνα με τα υποδείγματα που καθορίζονται στο Παράρτημα της IPPC.

(δ) Το πιστοποιητικό πρέπει να είναι σύμφωνο προς ένα από τα υποδείγματα που καθορίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με το εδάφιο (4). Πρέπει επίσης να έχει εκδοθεί από τις αρχές που είναι εξουσιοδοτημένες γι' αυτόν το σκοπό βάσει των νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων της οικείας τρίτης χώρας οι οποίες δηλώθηκαν, σύμφωνα με τις διατάξεις της IPPC στο γενικό διευθυντή του FAO ή, σε περίπτωση τρίτων χωρών μη συμβεβλημένων στην IPPC, στην Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη για τις δηλώσεις αυτές.

(4)(α) Τα υποδείγματα που γίνονται αποδεκτά βάσει των διαφόρων εκδοχών του παραρτήματος της IPPC καθορίζονται σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18  παράγραφος 2 της Οδηγίας  2000/29/ΕΚ. Σύμφωνα με την ίδια διαδικασία, μπορούν να καθορίζονται εναλλακτικές προδιαγραφές για τα φυτοϋγειονομικά πιστοποιητικά και για τα φυτοϋγειονομικά πιστοποιητικά επανεξαγωγής για τρίτες χώρες που δεν είναι μέλη της IPPC.

(β) Τα πιστοποιητικά, στην περίπτωση φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που καθορίζονται στο Παράρτημα IV Μέρος Α Κεφάλαιο Ι ή Μέρος Β των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, διευκρινίζουν, στη στήλη Συμπληρωματική δήλωση και, ανάλογα με την περίπτωση, ποια ειδική απαίτηση μεταξύ αυτών που καθορίζονται ως εναλλακτικές στη σχετική θέση των διαφόρων μερών του Παραρτήματος IV των πιο πάνω Κανονισμών πληρείται. Οι προδιαγραφές αυτές παρέχονται με παραπομπή στην οικεία θέση του Παραρτήματος IV των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003.

(γ) Σε περίπτωση φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων στα οποία εφαρμόζονται οι ειδικές απαιτήσεις του Παραρτήματος IV Μέρος Α ή Μέρος Β των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, το επίσημο φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό, που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (ii) του εδαφίου (1)  του άρθρου 16 πρέπει να έχει εκδοθεί στην τρίτη χώρα από την οποία κατάγονται τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα (χώρα καταγωγής).

(δ) Ωστόσο, στην περίπτωση που οι σχετικές ειδικές απαιτήσεις μπορούν να τηρηθούν και σε τόπους άλλους από αυτόν της καταγωγής ή όταν δεν εφαρμόζονται ειδικές απαιτήσεις, το φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό μπορεί να έχει εκδοθεί στην τρίτη χώρα από την οποία προέρχονται τα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα (χώρα αποστολής).

(5) Σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18  παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, είναι δυνατόν να θεσπίζονται εφαρμοστικές διατάξεις σχετικά:

(α) Με τον καθορισμό των διαδικασιών για τη διενέργεια των φυτοϋγειονομικών ελέγχων που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (iii) της παράγραφου (β) του εδαφίου (1), συμπεριλαμβανομένου του ελάχιστου αριθμού και του ελάχιστου μεγέθους των δειγμάτων·

(β) με την κατάρτιση καταλόγων φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων για τα οποία οι φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι διενεργούνται με μειωμένη συχνότητα σύμφωνα με την υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (2)·

(γ) με τον καθορισμό των λεπτομερών προϋποθέσεων για τα αποδεικτικά στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2), και των κριτηρίων για το είδος και τον βαθμό του περιορισμού των φυτοϋγειονομικών ελέγχων. Η Επιτροπή μπορεί να συμπεριλαμβάνει κατευθυντήριες γραμμές όσον αφορά το εδάφιο (2), στις συστάσεις που αναφέρονται στη παράγραφο 6 του άρθρου 21 της οδηγίας 2000/29/ΕΚ.

Εισαγωγή από Τρίτες Χώρες. Ειδικές περιπτώσεις.

16Β.-(1) (α) Οι εξουσιοδοτημένοι Επιθεωρητές ελέγχουν τις αποστολές ή τις παρτίδες που προέρχονται από τρίτη χώρα για τις οποίες δεν δηλώνεται κατά τις τελωνειακές διατυπώσεις ότι αποτελούνται από ή περιέχουν φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που καθορίζονται στο Παράρτημα V Μέρος Β των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, όταν υπάρχουν σοβαρές υπόνοιες για την παρουσία τέτοιων φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων.

(β) Όταν κατά την τελωνειακή επιθεώρηση αποκαλύπτεται ότι αποστολή ή παρτίδα από τρίτη χώρα συνίσταται από ή περιέχει μη δηλωθέντα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που καθορίζονται στο Παράρτημα V Μέρος Β των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, το Τμήμα Τελωνείων ενημερώνει αμέσως την Αρμόδια Αρχή, στα πλαίσια της συνεργασίας η οποία αναφέρεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 16Γ.

(γ) Αν, μετά από επιθεώρηση που λαμβάνει χώρα σύμφωνα με τις παραγράφου (α) και (β), υπάρχουν αμφιβολίες ως προς την ταυτότητα του προϊόντος, ιδίως όσον αφορά το γένος ή το είδος των φυτών ή φυτικών προϊόντων ή την καταγωγή τους, η αποστολή θεωρείται ότι περιλαμβάνει φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που καθορίζονται στο Παράρτημα V Μέρος B των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003.

(2) Εφόσον δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών στην Κοινότητα:

(α) Το εδάφιο (1) του άρθρου 16 δεν εφαρμόζεται για την εισαγωγή, στη Δημοκρατία φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που έχουν διακινηθεί μεταξύ της δημοκρατίας και άλλου Κράτους Μέλους μέσω του εδάφους τρίτης χώρας, δίχως μεταβολή του τελωνειακού τους καθεστώτος (εσωτερική διαμετακόμιση)·

(β) το εδάφιο (1) του άρθρου 16 και το εδάφιο (1) του άρθρου 7, δεν εφαρμόζονται για την εισαγωγή, στη Δημοκρατία φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που διακινούνται μεταξύ δύο σημείων εντός μίας ή δύο τρίτων χωρών μέσω του εδάφους της Κοινότητας βάσει των ενδεδειγμένων τελωνειακών διαδικασιών και χωρίς μεταβολή του τελωνειακού τους καθεστώτος.

(3)  (α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7 όσον αφορά το Παράρτημα ΙΙΙ των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, και υπό τον όρο ότι δεν υφίσταται κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών στην Κοινότητα, το εδάφιο (1) του άρθρου 16  δεν εφαρμόζεται κατά την εισαγωγή, στην Κοινότητα, μικρών ποσοτήτων φυτών, φυτικών προϊόντων, τροφίμων ή ζωοτροφών, εφόσον σχετίζονται με φυτά ή φυτικά προϊόντα, όταν προορίζονται για χρήση από τον κάτοχο ή τον παραλήπτη για μη βιομηχανικούς και μη εμπορικούς σκοπούς, ή για κατανάλωση κατά τη μεταφορά.

(β) Σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18  παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, μπορούν να θεσπίζονται λεπτομερείς κανόνες, οι οποίοι καθορίζουν τους όρους εφαρμογής της παραγράφου (α) του εδαφίου (3), συμπεριλαμβανομένου του προσδιορισμού των μικρών ποσοτήτων.

(4) Το εδάφιο (1) του άρθρου 16 δεν εφαρμόζεται, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, για τις εισαγωγές, στη Δημοκρατία, φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε δοκιμές, για επιστημονικούς σκοπούς ή για εργασίες επιλογής ποικιλιών. Οι συγκεκριμένες προϋποθέσεις καθορίζονται σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ.

(5)  Στο πλαίσιο τεχνικών διακανονισμών μεταξύ της Επιτροπής και των αρμόδιων φορέων ορισμένων τρίτων χωρών, οι οποίοι εγκρίνονται σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, μπορεί να συμφωνείται ότι οι δραστηριότητες που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (i) του εδαφίου (1) του  άρθρου 16,  είναι δυνατόν να διεξάγονται υπό την ευθύνη της Επιτροπής και σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του άρθρου 18 στην τρίτη χώρα αποστολής, σε συνεργασία με τον επίσημο φυτοϋγειονομικό οργανισμό της χώρας αυτής.

Εισαγωγή από Τρίτες Χώρες. Διαδικασία εισαγωγής και επίσημα μέτρα.

16Γ.-(1)(α) Οι διατυπώσεις που προσδιορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16Α, οι επιθεωρήσεις όπως προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16Β και οι έλεγχοι για συμμόρφωση προς τις διατάξεις του άρθρου 7, όσον αφορά το Παράρτημα ΙΙΙ, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, διενεργούνται σε συνδυασμό, όπως ορίζεται στο εδάφιο (2) με τις διατυπώσεις που απαιτούνται για να τεθούν υπό τελωνειακό καθεστώς, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) ή στο εδάφιο (4) του άρθρου 16.

Οι διατυπώσεις αυτές εκτελούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της διεθνούς σύμβασης για την εναρμόνιση των ελέγχων των εμπορευμάτων στα σύνορα και ιδίως με το παράρτημα 4, όπως εγκρίθηκε από τον Κανονισμό 1262/84/ΕΟΚ·

(β) Οι εισαγωγείς, είτε είναι παραγωγοί είτε όχι, φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που καθορίζονται στο Παράρτημα V Μέρος Β των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, οφείλουν να είναι εγγεγραμμένοι στο επίσημο μητρώο με επίσημο αριθμό εγγραφής. Οι διατάξεις των παραγράφων (3) και (4), του εδαφίου (5) του άρθρου 9 εφαρμόζονται ανάλογα σε αυτούς τους εισαγωγείς.

(γ) Η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει επίσης ότι:

(i) Oι εισαγωγείς, ή οι αντιπρόσωποι εκτελωνιστές τους, αποστολών που αποτελούνται από ή περιέχουν φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που καθορίζονται στο Παράρτημα V Μέρος B των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, δηλώνουν, σε ένα τουλάχιστον από τα έγγραφα που απαιτούνται για να τεθούν υπό τελωνειακό καθεστώς, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16 ή στο εδάφιο (4) του άρθρου 16, το περιεχόμενο της αποστολής με τις ακόλουθες πληροφορίες:

(αα) στοιχεία για τον τύπο των φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων, με χρήση του κωδικού του ολοκληρωμένου δασμολογίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Taric),

(ββ) δήλωση ότι “η παρούσα αποστολή περιέχει προϊόντα με φυτοϋγειονομική σημασία”, ή άλλη ισοδύναμη εναλλακτική σήμανση κατά τα συμφωνηθέντα μεταξύ του τελωνείου του σημείου εισόδου και του εξουσιοδοτημένου Επιθεωρητή του σημείου εισόδου,

(γγ) αριθμό(-ούς) αναφοράς των απαιτουμένων φυτοϋγειονομικών εγγράφων,

(δδ) επίσημο αριθμό εγγραφής του εισαγωγέα, όπως αναφέρεται στην παράγραφο (β),

(ii) οι αερολιμενικές αρχές, οι λιμενικές αρχές, ή οι εισαγωγείς ή άλλοι συναλλασσόμενοι, σύμφωνα με τις μεταξύ τους ρυθμίσεις, ειδοποιούν εκ των προτέρων, αμέσως μόλις τους γίνει γνωστή η επικείμενη άφιξη των αποστολών αυτών, το τελωνείο του σημείου εισόδου και τον εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή του σημείου εισόδου. Η παρούσα διάταξη εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, σε περιπτώσεις χερσαίων μεταφορών, ιδίως όταν η άφιξη αναμένεται εκτός των κανονικών ωρών εργασίας του εξουσιοδοτημένου Επιθεωρητή ή μιας άλλης αρμόδιας υπηρεσίας, όπως καθορίζεται στο εδάφιο (2).

(2)(α) Οι έλεγχοι εγγράφων καθώς και οι επιθεωρήσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16B και οι έλεγχοι συμμόρφωσης προς τις διατάξεις του άρθρου 7, όσον αφορά το Παράρτημα ΙΙΙ των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, πρέπει να πραγματοποιούνται από τον εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή του σημείου εισόδου ή, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της Αρμόδιας Αρχής και του Τμήματος Τελωνείων, από το τελωνείο του σημείου εισόδου.

(β) Οι έλεγχοι ταυτότητας και οι φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι πρέπει να πραγματοποιούνται, με την επιφύλαξη των παραγράφων (γ) και (δ) από τον εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή του σημείου εισόδου όσον αφορά τις τελωνειακές διατυπώσεις που απαιτούνται για να τεθούν υπό τελωνειακό καθεστώς, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) ή στο εδάφιο (4) του άρθρου 16, και είτε στον ίδιο τόπο με τις εν λόγω διατυπώσεις στις εγκαταστάσεις της Αρμόδιας Αρχής στο σημείο εισόδου είτε σε οποιονδήποτε άλλο πλησιέστερο τόπο, καθορισμένο ή εγκεκριμένο από το Τμήμα Τελωνείων και από την Αρμόδια Αρχή, διαφορετικό του τόπου προορισμού, όπως προσδιορίζεται στην παράγραφο (δ).

(γ) Ωστόσο, σε περίπτωση διαμετακόμισης μη κοινοτικών εμπορευμάτων, ο εξουσιοδοτημένος Επιθεωρητής του σημείου εισόδου μπορεί να αποφασίζει, σε συμφωνία με τον ή τους επίσημους φορείς προορισμού, ότι το σύνολο ή μέρος των ελέγχων ταυτότητας ή των φυτοϋγειονομικών ελέγχων, πραγματοποιούνται από τον εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή  προορισμού, είτε στην εγκατάστασή του είτε σε οποιονδήποτε άλλο πλησιέστερο τόπο, καθορισμένο ή εγκεκριμένο από το Τμήμα Τελωνείων και από την Αρμόδια Αρχή, διαφορετικό του τόπου προορισμού, όπως προσδιορίζεται στην παράγραφο (δ). Εάν δεν επέλθει τέτοια συμφωνία, τότε ολόκληρος ο έλεγχος ταυτότητας ή ο φυτοϋγειονομικός έλεγχος διενεργείται από τον εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή του σημείου εισόδου σε έναν από τους δύο τόπους που καθορίζονται στην υποπαράγραφο (β).

(δ) Σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, είναι δυνατόν να καθορίζονται ορισμένες περιπτώσεις ή περιστάσεις κατά τις οποίες οι έλεγχοι ταυτότητας και οι φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι μπορούν να διενεργούνται στον τόπο προορισμού, όπως στον τόπο παραγωγής, που εγκρίνεται από την Αρμόδια Αρχή και το Τμήμα Τελωνείων της περιοχής στην οποία βρίσκεται ο τόπος προορισμού, αντί των προαναφερόμενων άλλων τόπων, εφόσον τηρούνται συγκεκριμένες εγγυήσεις και έγγραφα όσον αφορά τη μεταφορά φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων.

(ε) Σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφο 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, θεσπίζονται εφαρμοστικές διατάξεις όσον αφορά:

(αα) τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις για τη διενέργεια των φυτοϋγειονομικών ελέγχων σύμφωνα με τις παραγράφους (β), (γ) και (δ),

(ββ) τις συγκεκριμένες εγγυήσεις και έγγραφα όσον αφορά την μεταφορά των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων στους τόπους που προσδιορίζονται στις παραγράφους (γ) και (δ), ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών κατά τη μεταφορά,

(γγ) πέραν του προσδιορισμού των περιπτώσεων της παραγράφου (δ), τις συγκεκριμένες εγγυήσεις και τους στοιχειώδεις όρους που αφορούν την καταλληλότητα του τόπου προορισμού προς αποθήκευση και τις προϋποθέσεις αποθήκευσης.

(στ) Σε όλες τις περιπτώσεις, οι φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι θεωρούνται αναπόσπαστο μέρος των διατυπώσεων, οι οποίες αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16.

(3)(α) Το αντίστοιχο πρωτότυπο ή η ηλεκτρονική μορφή των πιστοποιητικών, ή των εναλλακτικών εγγράφων, εκτός των σημάτων, που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 16 το οποίο εκδίδεται από την Αρμόδια Αρχή για τους ελέγχους εγγράφων σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (i) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 16Α, μετά την επιθεώρηση, σφραγίζονται από τον εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή με σφραγίδα της Αρμόδιας Αρχής, μαζί με το όνομά του και την ημερομηνία προσκόμισης του εγγράφου.

(β) Σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, μπορεί να καθιερωθεί τυποποιημένο σύστημα ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι πληροφορίες που περιλαμβάνει το πιστοποιητικό, στην περίπτωση συγκεκριμένων φυτών προς φύτευση, διαβιβάζονται στην Αρμόδια Αρχή.

(4) Η Αρμόδια Αρχή:

(α) Διαβιβάζει στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη εγγράφως τον κατάλογο των τόπων που ορίζονται ως σημεία εισόδου. Τυχόν τροποποιήσεις του καταλόγου αυτού διαβιβάζονται εγγράφως χωρίς καθυστέρηση.

(β) Καταρτίζει κατάλογο των τόπων, όπως προσδιορίζεται στις παραγράφους (β) και (γ) του  εδαφίου (2), και των τόπων προορισμού, όπως προσδιορίζεται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (2), υπό την ευθύνη της. Η Επιτροπή έχει πρόσβαση στους καταλόγους αυτούς.

(γ) Διευθετεί ώστε κάθε σημείο εισόδου και προορισμού όπου διενεργούνται έλεγχοι ταυτότητας ή φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι, πρέπει να πληρούν ορισμένες στοιχειώδεις προϋποθέσεις όσον αφορά την υποδομή, το προσωπικό και τον εξοπλισμό.

(δ) Οι προαναφερόμενες στοιχειώδεις προϋποθέσεις καθορίζονται στις εφαρμοστικές διατάξεις σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ. Σύμφωνα με την ίδια διαδικασία, η Επιτροπή δύναται να θεσπίσει λεπτομερείς κανόνες για:

(i) Tον τύπο των εγγράφων που απαιτούνται για να τεθούν υπό τελωνειακό καθεστώς, σχετικά με τα οποία πρέπει να γίνεται η ενημέρωση, όπως ορίζεται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (γ), του εδαφίου (1).

(ii) τη συνεργασία μεταξύ:

(αα) του επίσημου φορέα του σημείου εισόδου και του επίσημου φορέα προορισμού,

(ββ) του επίσημου φορέα του σημείου εισόδου και του τελωνείου του σημείου εισόδου,

(γγ) του επίσημου φορέα προορισμού και του τελωνείου προορισμού, και

(δδ) του επίσημου φορέα του σημείου εισόδου και του τελωνείου προορισμού.

(ε) Οι κανόνες της παραγράφου (δ) περιλαμβάνουν υποδείγματα των εγγράφων που πρέπει να χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας, τα μέσα διαβίβασης των εν λόγω εγγράφων, τις διαδικασίες ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των προαναφερομένων επίσημων φορέων και τελωνείων, καθώς επίσης και τα μέτρα τα οποία πρέπει να λαμβάνονται για τη διατήρηση της ταυτότητας των παρτίδων και των αποστολών και για τη διασφάλιση από τον κίνδυνο εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών, ιδίως κατά τη μεταφορά, μέχρι την ολοκλήρωση των απαιτούμενων τελωνειακών διατυπώσεων.

(5) Τα εδάφια  (1) και (3) του άρθρου 13, εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που αναφέρονται στο άρθρο 16, εφόσον καθορίζονται στο Παράρτημα V Μέρος A των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, και όπου κρίνεται, βάσει των διατυπώσεων οι οποίες αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16Α, ότι πληρούνται οι όροι που καθορίζονται στο άρθρο αυτό.

(6) Εφόσον διαπιστωθεί, βάσει των διατυπώσεων οι οποίες αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16, ότι δεν πληρούνται οι όροι που καθορίζονται στο άρθρο αυτό, λαμβάνονται αμέσως ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα επίσημα μέτρα:

(α) ’ρνηση εισόδου στην Δημοκρατία για ολόκληρη την αποστολή ή για μέρος της·

(β) μεταφορά, υπό επίσημη επιτήρηση σύμφωνα με την προσήκουσα τελωνειακή διαδικασία, κατά την διακίνησή της εντός της Δημοκρατίας, σε προορισμό εκτός Κοινότητας·

(γ) αφαίρεση των προσβεβλημένων προϊόντων από την αποστολή·

(δ) καταστροφή και τα έξοδα βαραίνουν τον εισαγωγέα·

(ε) επιβολή καραντίνας μέχρις ότου είναι διαθέσιμα τα αποτελέσματα των εξετάσεων ή των επισήμων δοκιμών·

(στ) κατ' εξαίρεση και μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, κατάλληλη επεξεργασία εφ' όσον θεωρείται από την Αρμόδια Αρχή ότι, συνεπεία της επεξεργασίας, πληρούνται οι όροι και αποτρέπεται ο κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών· το μέτρο της κατάλληλης επεξεργασίας μπορεί να λαμβάνεται και για επιβλαβείς οργανισμούς που δεν καθορίζονται στο Παράρτημα Ι ή στο Παράρτημα ΙΙ των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003.

(ζ) Η παράγραφος (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 14 εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών.

(η) Στην περίπτωση άρνησης εισόδου που αναφέρεται στην παράγραφο (α), ή μεταφοράς σε προορισμό εκτός Κοινότητας που αναφέρεται στην παράγραφο (β), ή σε περίπτωση αφαίρεσης που αναφέρεται στην παράγραφο (γ), η Αρμόδια Αρχή ορίζει ότι τα φυτοϋγειονομικά πιστοποιητικά ή τα φυτοϋγειονομικά πιστοποιητικά επανεξαγωγής και οποιαδήποτε άλλα έγγραφα, τα οποία προσκομίσθηκαν κατά την αίτηση εισαγωγής φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων στο έδαφός της Δημοκρατίας, ακυρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή. Όταν ακυρώνονται, τα εν λόγω πιστοποιητικά ή έγγραφα φέρουν στην πρώτη τους σελίδα και σε περίοπτη θέση, τριγωνική ερυθρή σφραγίδα,  με τις λέξεις ακυρωθέν πιστοποιητικό ή ακυρωθέν έγγραφο, μαζί με την ονομασία του και την  ημερομηνία άρνησης, την έναρξη μεταφοράς σε προορισμό εκτός Κοινότητας ή αφαίρεσης. Η προαναφερόμενη ένδειξη πρέπει να είναι γραμμένη με κεφαλαία και σε μία τουλάχιστον από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας.

(7) Με την επιφύλαξη των κοινοποιήσεων και των πληροφοριών που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 17, η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει σχετικά τον οργανισμό προστασίας φυτών της τρίτης χώρας καταγωγής ή παραλαβής και την Επιτροπή για όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που προέρχονταν από την οικεία τρίτη χώρα κρατήθηκαν επειδή δεν ανταποκρίνονταν στις φυτοϋγειονομικές απαιτήσεις, και για τους λόγους της κράτησης, με την επιφύλαξη της ενέργειας την οποία μπορεί να αναλάβει ή έχει αναλάβει η Αρμόδια Αρχή σε σχέση με την κρατηθείσα αποστολή. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται, το συντομότερο δυνατό, ούτως ώστε οι οικείοι οργανισμοί προστασίας φυτών και, οσάκις ενδείκνυται, και η Επιτροπή, να μπορούν να μελετήσουν την περίπτωση με ιδιαίτερο σκοπό, να λάβουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να παρεμποδίσουν την επανάληψη παρόμοιων περιπτώσεων. Σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ δημιουργείται τυποποιημένο σύστημα πληροφόρησης.

Φυτοϋγειονομικά τέλη

16Δ.-(1) Η Αρμόδια Αρχή εισπράττει φυτοϋγειονομικά τέλη για την κάλυψη των εξόδων που συνεπάγονται οι έλεγχοι εγγράφων, οι έλεγχοι ταυτότητας και οι φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16Α. Το επίπεδο του τέλους είναι συνάρτηση:

(α) Των μισθών, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικής ασφάλισης, των εξουσιοδοτημένων Επιθεωρητών που συμμετέχουν στους προαναφερόμενους ελέγχους·

(β) των γραφείων, άλλων εγκαταστάσεων, των εργαλείων και του εξοπλισμού αυτών των εξουσιοδοτημένων Επιθεωρητών·

(γ) της δειγματοληψίας για την οπτική επιθεώρηση ή για τις εργαστηριακές δοκιμές·

(δ) των εργαστηριακών δοκιμών·

(ε) των διοικητικών δραστηριοτήτων (συμπεριλαμβανομένων των λειτουργικών εξόδων) που απαιτούνται για την ουσιαστική διενέργεια των σχετικών ελέγχων, οι οποίες μπορούν να περιλαμβάνουν τα έξοδα που απαιτούνται για την προϋπηρεσιακή και ενδοϋπηρεσιακή κατάρτιση των επιθεωρητών.

(2)(α) Το επίπεδο των φυτοϋγειονομικών τελών καθορίζεται με βάση λεπτομερή υπολογισμό του κόστους που γίνεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) ή με την επιβολή κατ' αποκοπή τέλους, όπως ορίζεται στους περί  Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Επιβολή Φυτοϋγειονομικών Τελών) Κανονισμούς του 2005.

(β) Όταν, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 16Α, για ορισμένες ομάδες φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων, καταγωγής ορισμένων τρίτων χωρών, διεξάγονται έλεγχοι ταυτότητας και φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι με μικρότερη συχνότητα, εισπράττεται αναλόγως μειωμένο φυτοϋγειονομικό τέλος για κάθε αποστολή και παρτίδα της συγκεκριμένης ομάδας, είτε υπόκειται σε επιθεώρηση είτε όχι.

(3)(α) Όταν τα φυτοϋγειονομικά τέλη καθορίζονται από την Αρμόδια Αρχή με βάση τα έξοδα που πραγματοποιεί η Αρμόδια Αρχή, ανακοινώνει στην Επιτροπή έκθεση, με την οποία διευκρινίζει τη μέθοδο υπολογισμού του τέλους σε σχέση με τα στοιχεία που παρατίθενται στο εδάφιο (1).

(β) Κάθε τέλος το οποίο επιβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) δεν πρέπει να είναι υψηλότερο από το πραγματικό κόστος.

(4) Δεν επιτρέπεται άμεση ή έμμεση επιστροφή των τελών που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο. Η δυνατότητα εφαρμογής του κατ' αποκοπή τέλους, όπως καθορίζεται στους πιο πάνω  Κανονισμούς, δεν θεωρείται έμμεση επιστροφή.

(5) Το κατ' αποκοπή τέλος που καθορίζεται στο Παράρτημα των  περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Επιβολή Φυτοϋγειονομικών Τελών) Κανονισμών του 2005 εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των επιπλέον επιβαρύνσεων για την κάλυψη πρόσθετων εξόδων που πραγματοποιούνται για ειδικές δραστηριότητες που αφορούν τους ελέγχους, όπως έκτακτες μετακινήσεις των εξουσιοδοτημένων Επιθεωρητών ή περίοδοι αναμονής των εξουσιοδοτημένων Επιθεωρητών που οφείλονται σε καθυστερήσεις της άφιξης των αποστολών, έλεγχοι που διενεργούνται εκτός του κανονικού ωραρίου εργασίας, συμπληρωματικοί έλεγχοι ή εργαστηριακές αναλύσεις που απαιτούνται επιπλέον εκείνων που προβλέπονται από το άρθρο 16, για να επιβεβαιωθούν τα συμπεράσματα των ελέγχων, ειδικά φυτοϋγειονομικά μέτρα που απαιτούνται από τις κοινοτικές πράξεις δυνάμει του άρθρου 17, μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το εδάφιο (6), του  άρθρου 16Γ, ή μετάφραση των απαιτούμενων εγγράφων.

(6) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να ορίζει τη διαδικασία είσπραξης των φυτοϋγειονομικών τελών. Τα τέλη είναι καταβλητέα από τον εισαγωγέα ή τους αντιπροσώπους εκτελωνιστές του.

Φυτοϋγειονομικά πιστοποιητικά

16Ε. Το σχήμα των φυτοϋγειονομικών πιστοποιητικών και φυτοϋγειονομικών πιστοποιητικών επανεξαγωγής τα οποία εκδίδει η Αρμόδια Αρχή δυνάμει της IPPC είναι σύμφωνο με το τυποποιημένο υπόδειγμα του Παραρτήματος VII των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003.

Γνωστοποίηση εμφάνισης επιβλαβούς οργανισμού

17.-(1)(α) Η Αρμόδια Αρχή γνωστοποιεί αμέσως και γραπτώς στην Επιτροπή και στις αρμόδιες υπηρεσίες των κρατών μελών, την παρουσία στο έδαφος της Δημοκρατίας οποιουδήποτε επιβλαβούς οργανισμού που καθορίζεται στο Παράρτημα Ι, μέρος Α, κεφάλαιο Ι ή το Παράρτημα ΙΙ, μέρος Α, κεφάλαιο Ι, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003 και την εμφάνιση οποιουδήποτε επιβλαβούς οργανισμού σε περιοχή της Δημοκρατίας, στην οποία η παρουσία του δεν ήταν προηγουμένως γνωστή και ο οποίος οργανισμός περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι, μέρος Α, κεφάλαιο ΙΙ ή στο μέρος Β ή στο Παράρτημα ΙΙ μέρος Α, κεφάλαιο ΙΙ ή στο μέρος Β, των προαναφερομένων Κανονισμών.

(β) Η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την εξάλειψη, ή, εάν αυτό είναι αδύνατο, για τον περιορισμό της εξάπλωσης των επιβλαβών οργανισμών που αναφέρονται στην παράγραφο (α). Η Αρμόδια Αρχή ανακοινώνει στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη τα ληφθέντα μέτρα.

(2)(α) Η Αρμόδια Αρχή γνωστοποιεί αμέσως γραπτώς στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη την πραγματική ή εικαζόμενη εμφάνιση οποιωνδήποτε επιβλαβών οργανισμών, που δεν καθορίζονται στο Παράρτημα Ι ή στο Παράρτημα ΙΙ, των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, των οποίων η παρουσία ήταν άγνωστη μέχρι στιγμής στο έδαφος της Δημοκρατίας. Ανακοινώνει επίσης στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη τα προστατευτικά μέτρα που έλαβε ή που προτίθεται να λάβει ώστε να παρεμποδιστεί ο κίνδυνος εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών στο έδαφος των κρατών μελών·

(β) Σε περίπτωση αποστολής φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων, προέλευσης τρίτων χωρών που θεωρούνται ότι ενέχουν άμεσο κίνδυνο εισαγωγής ή εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών που περιλαμβάνονται στο εδάφιο (1) και στην παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου, η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει αμέσως όλα τα αναγκαία μέτρα για να προστατέψει το έδαφος των κρατών μελών από τον κίνδυνο αυτό και ενημερώνει αμέσως και γραπτώς σχετικά την Επιτροπή και τα κράτη μέλη·

(γ) Στις περιπτώσεις που η Αρμόδια Αρχή θεωρεί ότι υπάρχει άμεσος κίνδυνος, εκτός από αυτόν που αναφέρεται στην παράγραφο (β), ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα κράτη μέλη για τα μέτρα που θα ήθελε να ληφθούν. Εάν κρίνει ότι τα ανωτέρω μέτρα δεν λαμβάνονται έγκαιρα ώστε να παρεμποδιστεί η είσοδος και η διασπορά των επιβλαβών οργανισμών στο έδαφος της Δημοκρατίας, δύναται να λάβει προσωρινά κάθε πρόσθετο μέτρο που θεωρεί αναγκαίο.

(3) Η Επιτροπή για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου δύναται στα πλαίσια του εδαφίου (2) του άρθρου 18, να διεξάγει επιτόπιες έρευνες. Τα απαιτούμενα μέτρα στα οποία περιλαμβάνονται και τα μέτρα με τα οποία δύναται να αποφασιστεί εάν τα μέτρα που έχουν ληφθεί απó την Αρμόδια Αρχή πρέπει να ανακληθούν ή να τροποποιηθούν, καθορίζονται με Κανονισμούς.

Τα μέτρα αυτά καθορίζονται βάσει ανάλυσης φυτοϋγειονομικού κινδύνου ή προκαταρτικής ανάλυσης φυτοϋγειονομικού κινδύνου για τις περιπτώσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο (2).

(4) Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των εδαφίων (1) και (2) καθορίζονται στους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα (Διαδικασία Γνωστοποίησης της Παρακράτησης Εμπορεύματος η Επιβλαβούς Οργανισμού από Τρίτες Χώρες) Κανονισμούς του 2003.

Φυτοϋγειονομικά μέτρα

17Α.  Η Αρμόδια Αρχή μπορεί να λαμβάνει κατά την εισαγωγή στη Δημοκρατία φυτών ή φυτικών προϊόντων, ειδικότερα δε εκείνων που καθορίζονται στο Παράρτημα VI των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003 καθώς και για τη συσκευασία τους ή τα οχήματα μεταφοράς τους, ειδικά φυτοϋγειονομικά μέτρα κατά των επιβλαβών οργανισμών οι οποίοι, κατά γενικό κανόνα, προσβάλλουν τα φυτά ή τα αποθηκευμένα φυτικά προϊόντα.

Εξουσίες Εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής

18.-(1) Στο μέτρο που είναι απαραίτητο για την ενιαία και σωστή εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών και με την επιφύλαξη των ελέγχων που διενεργεί η Αρμόδια Αρχή, η Επιτροπή δύναται να αναθέσει, υπό την ευθύνη της, σε εμπειρογνώμονες να διεξάγουν ελέγχους στα πλαίσια των καθηκόντων που αναφέρονται στο εδάφιο (3), επί τόπου ή άλλού, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου. Οι έλεγχοι αυτοί, πρέπει να γίνονται σε συνεργασία με την Αρμόδια Αρχή.

(2) Οι έλεγχοι που αναφέρονται στο εδάφιο (1) μπορούν να διενεργούνται όσον αφορά τα ακόλουθα καθήκοντα:

(α) Την επίβλεψη των ελέγχων, σύμφωνα με το άρθρο 9,

(β) τη διεξαγωγή των επίσημων ελέγχων, σύμφωνα με το εδάφιο (6) του άρθρου 15,

(γ) την επίβλεψη ή στο πλαίσιο των διατάξεων της παραγράφου (δ) του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου, τη διενέργεια, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, επιθεωρήσεων, σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 16,

(δ) την άσκηση ή επίβλεψη των δραστηριοτήτων που προσδιορίζονται στους τεχνικούς διακανονισμούς, που αναφέρονται στο εδάφιο (6) του άρθρου 16Β,

(ε) τη διενέργεια των ερευνών που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 17 του παρόντος Νόμου και στο άρθρο 15 παράγραφοι 1 και 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ,

(στ) τις δραστηριότητες επίβλεψης που απαιτούνται δυνάμει των διατάξεων που καθορίζουν τους όρους υπό τους οποίους ορισμένοι επιβλαβείς οργανισμοί, φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα μπορούν να εισάγονται ή να διακινούνται στη Δημοκρατία ή σε ορισμένες προστατευμένες ζώνες της, για δοκιμές ή επιστημονικούς σκοπούς ή για εργασίες επιλογής φυτικών ποικιλιών, που προβλέπονται στο εδάφιο (9) του άρθρου 6, στο εδάφιο (5) του άρθρου 7 , στο εδάφιο (5) του άρθρου 8 και στο εδάφιο (4) του άρθρου 16Β,

(ζ) τις δραστηριότητες επίβλεψης που απαιτούνται δυνάμει των αδειών οι οποίες χορηγούνται κατ' εφαρμογή του άρθρου 15 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ δυνάμει των μέτρων που λαμβάνει η Αρμόδια Αρχή κατ' εφαρμογή των εδαφίων (1) ή (2) του άρθρου 17, ή δυνάμει των μέτρων που θεσπίζονται βάσει των εδαφίων (3) και (5) του άρθρου 17,

(η) την κοινοποίηση προς την Επιτροπή των διαδικασιών επιθεώρησης που ισχύουν σε εθνικό επίπεδο,

(θ) την εκτέλεση κάθε άλλου καθήκοντος που ανατίθεται στους εμπειρογνώμονες σύμφωνα με τους λεπτομερείς κανόνες που δύνανται να καθοριστούν σύμφωνα με την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ.

(3) Προκειμένου να εκπληρώσουν τα καθήκοντα που αναφέρονται στο εδάφιο (2), οι εμπειρογνώμονες έχουν εξουσία σε κάθε εύλογη ώρα:

(α) Να επισκέπτονται φυτώρια, εκμεταλλεύσεις και άλλους χώρους όπου καλλιεργούνται, παράγονται, μεταποιούνται ή αποθηκεύονται φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα,

(β) να επισκέπτονται χώρους όπου πραγματοποιούνται οι έλεγχοι που αναφέρονται στο άρθρο 9 ή οι επιθεωρήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 16,

(γ) να συμβουλεύονται τους υπαλλήλους της Αρμόδιας Αρχής,

(δ) να συνοδεύουν τους εξουσιοδοτημένους Επιθεωρητές όταν ασκούν δραστηριότητες δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(4)(α) Στα πλαίσια της συνεργασίας που αναφέρθηκε στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1), η Αρμόδια Αρχή ενημερώνεται εγκαίρως σχετικά με το έργο που πρέπει να επιτελεστεί, ώστε να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα.

(β) Η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει κάθε απαραίτητο μέτρο για την επίτευξη των στόχων και την αποτελεσματικότητα των επιθεωρήσεων των εμπειρογνωμόνων, οι οποίοι εκτελούν τα καθήκοντά τους χωρίς να παρεμποδίζονται και εφόσον το ζητήσουν, τους παρέχεται ο διαθέσιμος απαραίτητος εξοπλισμός, στον οποίο θα περιλαμβάνεται το υλικό και το προσωπικό εργαστηρίου.

(γ) Οι εμπειρογνώμονες ενεργούν μετά από σχετική εντολή από την Αρμόδια Αρχή, και συμμορφώνονται με οποιουσδήποτε κανόνες ή πρακτικές εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση και για τους εξουσιοδοτημένους Επιθεωρητές.

(δ) Όταν πρόκειται για διενέργεια επιθεωρήσεων, που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16, σε συνεργασία με την Αρμόδια Αρχή, οι επιθεωρήσεις αυτές πρέπει να εντάσσονται σε ένα καταρτισθέν πρόγραμμα επιθεωρήσεων. Σε περίπτωση κοινής επιθεώρησης η Αρμόδια Αρχή επιτρέπει την αποστολή φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων σε κράτος μέλος μόνον εφόσον η Αρμόδια Αρχή και η Επιτροπή συμφωνούν. Ο όρος αυτός δύναται να επεκταθεί και σε άλλες επιτακτικές απαιτήσεις που εφαρμόζονται στις αποστολές πριν την εισαγωγή της στη Δημοκρατία εάν η εμπειρία δείχνει ότι αυτή η επέκταση είναι αναγκαία, σύμφωνα με διαδικασία που δύναται να καθοριστεί με Κανονισμούς. Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής και του Εξουσιοδοτημένου Επιθεωρητή η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα μέχρις ότου ληφθεί οριστική απόφαση.

(5)(α) Οι εμπειρογνώμονες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) μπορεί:

(i) να προσλαμβάνονται από την Επιτροπή,

(ii) να προσλαμβάνονται από τη Δημοκρατία και να τίθενται στη διάθεση της Επιτροπής σε προσωρινή βάση ή ad hoc.

(β) Οι πιο πάνω εμπειρογνώμονες πρέπει να έχουν αποκτήσει σε ένα τουλάχιστο κράτος μέλος τα προσόντα που απαιτούνται για τα πρόσωπα τα οποία αναλαμβάνουν τη διενέργεια και την επίβλεψη των επίσημων φυτοϋγειονομικών ερευνών.

 

Χρηματοδοτική συνεισφορά Κοινότητας

18Α.  Σε περίπτωση ε΅φάνισης ή ύπαρξης υποψιών για την ε΅φάνιση επιβλαβών οργανισ΅ών συνεπεία εισαγωγής ή διάδοσής τους στη Δημοκρατία, η Αρμόδια Αρχή δύναται να λα΅βάνει χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας σύ΅φωνα ΅ε τις διατάξεις των άρθρων 18Β και 18Γ, για την κάλυψη των δαπανών που αφορούν ά΅εσα τα απαραίτητα ΅έτρα που ελήφθησαν ή προβλέπονται για την καταπολέ΅ηση των επιβλαβών αυτών οργανισ΅ών προκει΅ένου να εξαλειφθούν ή, εάν αυτό δεν είναι εφικτό, να ελεγχθούν.

 

Διαδικασία για καταβολή συνεισφοράς

18Β.-(1) Η Αρμόδια Αρχή, ύστερα από σχετική της αίτηση, δύναται να λάβει τη χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας που αναφέρεται στο άρθρο 18Α εφόσον αποδεικνύεται ότι ο επιβλαβής συγκεκρι΅ένος  οργανισ΅ός, ανεξαρτήτως του εάν αναφέρεται στα Παραρτή΅ατα I και II περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003:

(α) έχει κοινοποιηθεί σύ΅φωνα ΅ε τις διατάξεις του εδαφίου (1) ή της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 17 και

(β) συνιστά ά΅εσο κίνδυνο για ολόκληρη την Κοινότητα ή τ΅ή΅α της λόγω της ε΅φάνισής του σε ζώνη στην οποία δεν είχε ε΅φανισθεί κατά το παρελθόν, είχε εξαλειφθεί ή βρίσκεται υπό εξάλειψη και

(γ) έχει εισαχθεί σε αυτή τη ζώνη ΅ε παρτίδες φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικει΅ένων που προέρχονται από τρίτη χώρα ή άλλη ζώνη της Κοινότητας.

(2) Ως απαραίτητα ΅έτρα κατά την έννοια του άρθρου 18Α νοούνται τα ακόλουθα:

(α) Η καταστροφή, η απολύ΅ανση, η απεντό΅ωση, η αποστείρωση, ο καθαρισ΅ός ή οποιαδήποτε άλλη αγωγή που εφαρ΅όζεται επισή΅ως ή ΅ετά από επίση΅η αίτηση:

(i) στα φυτά, τα φυτικά προϊόντα και άλλα αντικεί΅ενα που αποτελούν την παρτίδα ή τις παρτίδες ΅έσω των οποίων έχει εισαχθεί ο επιβλαβής οργανισ΅ός στην εν λόγω ζώνη, και τα οποία έχουν αναγνωρισθεί ως πράγ΅ατι ή ενδεχο΅ένως ΅ολυσ΅ένα·

(ii) τα φυτά, τα φυτικά προϊόντα και τα άλλα αντικεί΅ενα που έχουν αναγνωρισθεί ως πράγ΅ατι ή ενδεχο΅ένως ΅ολυσ΅ένα από τους εισαχθέντες επιβλαβείς οργανισ΅ούς, τα οποία έχουν προέλθει από τα φυτά της παρτίδας ή των εν λόγω παρτίδων ή βρέθηκαν κοντά στα φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα των παρτίδων αυτών ή εκείνων που προήλθαν απ' αυτά·

(iii) τα καλλιεργητικά υποστρώ΅ατα και τα εδάφη που έχουν αναγνωρισθεί ως πράγ΅ατι ή ενδεχο΅ένως ΅ολυσ΅ένα από τους εν λόγω επιβλαβείς οργανισ΅ούς·

(iv) τα υλικά παραγωγής, πρώτης συσκευασίας, δεύτερης συσκευασίας και αποθήκευσης, οι χώροι αποθήκευσης ή πρώτης συσκευασίας και τα ΅εταφορικά ΅έσα, που έχουν έλθει σε επαφή ΅ε τα ανωτέρω φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικεί΅ενα ή ΅έρος αυτών·

(β) Οι επιθεωρήσεις ή οι εξετάσεις που πραγ΅ατοποιούνται επισή΅ως ή ΅ετά από επίση΅η αίτηση, προκει΅ένου να ελεγχθεί ή ύπαρξη ή η έκταση της ΅όλυνσης από τον εισαχθέντα επιβλαβή οργανισ΅ό·

(γ) Η απαγόρευση ή ο περιορισ΅ός της χρησι΅οποίησης καλλιεργητικού υποστρώ΅ατος, καλλιεργήσι΅ων εκτάσεων, ή χώρων καθώς και φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικει΅ένων, εκτός από εκείνα που αποτελούν την παρτίδα ή τις εν λόγω παρτίδες ή προέρχονται από αυτές, όταν προκύπτουν από επίση΅ες αποφάσεις λόγω φυτοϋγειονο΅ικών κινδύνων συναφών ΅ε τον εισαχθέντα επιβλαβή οργανισ΅ό.

(3) Οι δαπάνες που καταβάλλονται από πιστώσεις του κρατικού προϋπολογισ΅ού και πρόκειται:

(α) Να καλύψουν το σύνολο ή ΅έρος του κόστους των ΅έτρων που αναφέρονται στις  παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (2), εκτός εκείνων που αφορούν τις τρέχουσες δαπάνες λειτουργίας της Αρμόδιας Αρχής, ή

(β) να αντισταθ΅ίσουν πλήρως ή εν ΅έρει χρη΅ατικές ζη΅ίες πλην του διαφυγόντος κέρδους τις οποίες συνεπάγεται ά΅εσα ένα ή περισσότερα από τα ΅έτρα που αναφέρονται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (2),

λογίζονται ως δαπάνες α΅έσως σχετικές προς τα αναγκαία ΅έτρα του εδαφίου (2).

(4) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 17 και για να λάβει την ειδική χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας, η Αρμόδια Αρχή υποβάλλει, το αργότερο κατά τη διάρκεια του έτους που ακολουθεί τη διαπίστωση της ε΅φάνισης του επιβλαβούς οργανισ΅ού, αίτηση στην Επιτροπή, δια της οποίας γνωστοποιεί τόσο στην Επιτροπή όσο και στα άλλα κράτη ΅έλη:

(α) Τα στοιχεία της κοινοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1),

(β) τη φύση και την έκταση της ε΅φάνισης του επιβλαβούς οργανισ΅ού που προβλέπεται στο άρθρο 18Α, καθώς επίσης και το ιστορικό και τις λεπτο΅έρειες της διαπίστωσής τους,

(γ) τα στοιχεία των παρτίδων για τις οποίες γίνεται λόγος στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (1), ΅ε τις οποίες εισήχθη επιβλαβής οργανισ΅ός,

(δ) τα ληφθέντα ή προβλεπό΅ενα απαραίτητα ΅έτρα και το χρονοδιάγρα΅΅α εφαρ΅ογής τους για τα οποία ζητεί την καταβολή της χρη΅ατοδοτικής συνεισφοράς της Κοινότητας,

(ε) τα επιτευχθέντα αποτελέσ΅ατα και το πραγ΅ατικό ή  υπολογιζό΅ενο κόστος των δαπανών που έχουν αναληφθεί ή πρόκειται να αναληφθούν και το τ΅ή΅α αυτών που καταβλήθηκε από δη΅όσιες πιστώσεις του κράτους ΅έλους για την υλοποίηση των απαραίτητων ΅έτρων.

(5)(α) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 18Γ, η διάθεση και το ύψος της χρη΅ατοδοτικής συνεισφοράς της Κοινότητας αποφασίζονται ΅ε την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, βάσει των πληροφοριών και εγγράφων που παρέχει η Αρμόδια Αρχή σύ΅φωνα ΅ε τις διατάξεις του εδαφίου (4), και, ενδεχο΅ένως, βάσει των αποτελεσ΅άτων των ερευνών που διεξάγονται κατ' εντολήν της Επιτροπής από τους ε΅πειρογνώ΅ονες του άρθρου 18 δυνά΅ει της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 17, και λα΅βανο΅ένου υπόψη του κινδύνου που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1), καθώς και ανάλογα ΅ε τις προς το σκοπό αυτό διαθέσι΅ες πιστώσεις.

(β) Εντός των διαθέσι΅ων για τους σκοπούς αυτούς πιστώσεων, η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας καλύπτει ΅έχρι το 50 % και, στην περίπτωση αποζη΅ίωσης διαφυγόντων κερδών σύ΅φωνα ΅ε την παράγραφο (β) του εδαφίου (3), ΅έχρι το 25 % των δαπανών που έχουν σχέση ΅ε τα απαραίτητα ΅έτρα που προβλέπονται στο εδάφιο (2) εφόσον έχουν ληφθεί εντός διαστή΅ατος ΅έχρι δύο ετών από τη στιγ΅ή της ε΅φάνισης του επιβλαβούς οργανισ΅ού που ορίζεται στο άρθρο 18Α, ή τα οποία προβλέπεται να ληφθούν κατά το εν λόγω διάστη΅α. Η περίοδος αυτή ΅πορεί να παραταθεί, σύ΅φωνα ΅ε την ίδια διαδικασία, εφόσον η εξέταση της κατάστασης επιτρέπει το συ΅πέρασ΅α ότι οι στόχοι των ΅έτρων θα πραγ΅ατοποιηθούν σε εύλογο συ΅πληρω΅ατικό χρονικό διάστη΅α. Η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας κατά τα εν λόγω έτη είναι φθίνουσα.

(γ) Όταν η Αρμόδια Αρχή δεν ΅πορεί να παράσχει τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά ΅ε την ταυτότητα των παρτίδων, σύ΅φωνα ΅ε την παράγραφο (γ) του εδαφίου (4), υποδεικνύει τις εικαζό΅ενες πηγές ε΅φάνισης του οργανισ΅ού και τους λόγους για τους οποίους οι παρτίδες δεν ΅πόρεσαν να εξακριβωθούν. Η χορήγηση της χρη΅ατοδότησης ΅πορεί να αποφασισθεί σύ΅φωνα ΅ε την ίδια διαδικασία, κατόπιν εκτί΅ησης των πληροφοριών αυτών.

(6)(α) Η διάθεση της ειδικής κοινοτικής χρη΅ατοδοτικής συνεισφοράς για τέτοιες περαιτέρω δράσεις, απαιτήσεις ή προϋποθέσεις αποφασίζεται ΅ε την ίδια κοινοτική διαδικασία. Εντός των διαθέσι΅ων πιστώσεων, η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας καλύπτει ΅έχρι το 50% των δαπανών που αφορούν ά΅εσα αυτές τις περαιτέρω δράσεις, απαιτήσεις ή προϋποθέσεις.

(β) Όταν περαιτέρω απαιτήσεις ή προϋποθέσεις αποβλέπουν κυρίως στην προστασία της Κοινότητας εκτός της Δημοκρατίας, ΅πορεί να αποφασισθεί κατά την αυτή διαδικασία ότι η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας καλύπτει πλέον του 50 % των δαπανών.

(γ) Η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας κατά τη διάρκεια των εν λόγω ετών είναι χρονικά περιορισ΅ένη και φθίνουσα.

(7) Η χορήγηση χρη΅ατοδοτικής συνεισφοράς της Κοινότητας δεν θίγει τα τυχόν δικαιώ΅ατα της Δημοκρατίας ή ιδιωτών έναντι τρίτων, συ΅περιλα΅βανο΅ένων άλλων κρατών ΅έλων στις προβλεπό΅ενες από το εδάφιο (3) του άρθρου 18Γ  περιπτώσεις, για την απόδοση δαπανών, την αποκατάσταση απωλειών ή άλλων ζη΅ιών, δυνά΅ει του εθνικού, του κοινοτικού ή του διεθνούς δικαίου. Εφόσον οι εν λόγω δαπάνες, απώλειες ή ζη΅ίες καλύπτονται από τη χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας, τα δικαιώ΅ατα αυτά θα αποτελούν αντικεί΅ενο αυτοδικαίας εκχώρησης στην Κοινότητα σύ΅φωνα ΅ε τις ισχύουσες ρυθ΅ίσεις, η δε εκχώρηση παράγει αποτελέσ΅ατα συγχρόνως ΅ε την καταβολή της κοινοτικής συνεισφοράς.

(8)(α) Η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας ΅πορεί να καταβάλλεται ΅ε δόσεις.

(β) Εάν διαπιστωθεί ότι η χορηγού΅ενη χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας δεν είναι πλέον δικαιολογη΅ένη, εφαρ΅όζονται τα ακόλουθα:

(i) Η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά της Κοινότητας που χορηγείται στη Δημοκρατία δυνά΅ει του άρθρου 23 παράγραφοι 5 και 6 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ ΅πορεί να ΅ειωθεί ή να ανασταλεί, εάν αποδειχθεί ότι βάσει των πληροφοριών που παρέχει η Αρμόδια Αρχή ή από τα αποτελέσ΅ατα των ερευνών που διεξάγονται κατ' εντολήν της Επιτροπής από τους ε΅πειρογνώ΅ονες του άρθρου 18 ή από τα αποτελέσ΅ατα εξέτασης την οποία έχει διεξαγάγει η Επιτροπή ΅ε διαδικασίες ανάλογες εκείνων του άρθρου 39 του Κανονισ΅ού 1260/1999/ΕΚ:

(αα) δεν είναι δικαιολογημένη η εν όλω ή εν μέρει μη εκτέλεση των απαραίτητων μέτρων, που λαμβάνονται δυνάμει των εδαφίων (5) και (6) ή η μη τήρηση των πρακτικών λεπτομερειών ή των προθεσμιών που καθορίσθηκαν βάσει αυτών των διατάξεων ή επιβάλλονταν από τους επιδιωκόμενους στόχους ή

(ββ) τα ΅έτρα δεν είναι πλέον απαραίτητα ή

(γγ) έχει διαπιστωθεί ΅ια κατάσταση όπως αυτή που περιγράφεται στο άρθρο 39 του Κανονισ΅ού 1260/1999/ΕΚ.

(9) Τα άρθρα 8 και 9 του Κανονισ΅ού 1258/1999/ΕΚ εφαρ΅όζονται κατ' αναλογίαν.

(10) Τα ποσά της χρη΅ατοδοτικής συνεισφοράς της Κοινότητας που καταβάλλονται στη Δημοκρατία, δυνά΅ει του άρθρου 23 παράγραφοι 5 και 6 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ, επιστρέφονται εξ ολοκλήρου  ή εν ΅έρει από τη Δημοκρατία προς την Κοινότητα, εάν αποδειχθεί, από τις πηγές που καθορίζονται στο εδάφιο (8), ότι:

(α) Τα απαραίτητα ΅έτρα που ελήφθησαν υπόψη δυνά΅ει των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 23 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ -

(i) δεν εφαρ΅όσθηκαν ή δεν εφαρ΅όσθηκαν ΅ε τρόπο σύ΅φωνο ΅ε τις λεπτο΅έρειες

(ii) ή προθεσ΅ίες που καθορίστηκαν βάσει αυτών των διατάξεων ή που επιβάλλονται από τους επιδιωκό΅ενους στόχους ή

(β) τα καταβληθέντα ποσά χρησι΅οποιήθηκαν για σκοπούς άλλους από εκείνους υπέρ των οποίων εδόθη η χρη΅ατοδοτική συνεισφορά ή

(γ) έχει διαπιστωθεί ΅ια κατάσταση όπως αυτή που  περιγράφεται στο άρθρο 39 του Κανονισ΅ού 1260/1999/ΕΚ:

Νοείται ότι τα αναφερό΅ενα στη δεύτερη φράση του εδαφίου (7) δικαιώ΅ατα αποτελούν αντικεί΅ενο εκχώρησης στη Δημοκρατία, παράγουσα αποτελέσ΅ατα από τη στιγ΅ή της επιστροφής των ποσών, στο βαθ΅ό που τα δικαιώ΅ατα καλύπτονται από αυτήν:

Νοείται περαιτέρω ότι οι τόκοι υπερη΅ερίας καταλογίζονται στα ΅η επιστρεφό΅ενα ποσά σύ΅φωνα ΅ε τις διατάξεις του δη΅οσιονο΅ικού κανονισ΅ού και σύ΅φωνα ΅ε τις ρυθ΅ίσεις στις οποίες προβαίνει η Επιτροπή ΅ε βάση την κοινοτική διαδικασία του άρθρου 18 παράγραφος 2 της Οδηγίας 2000/29/ΕΚ.

 

Έλεγχος εμφάνισης επιβλαβούς οργανισμού και μέτρα

18Γ-(1) Σχετικά ΅ε τα αίτια ε΅φάνισης του επιβλαβούς οργανισ΅ού, σύ΅φωνα ΅ε το άρθρο 18Α ισχύουν τα ακόλουθα:

(α) Η Επιτροπή εξακριβώνει εάν η ε΅φάνιση του επιβλαβούς οργανισ΅ού στη συγκεκρι΅ένη ζώνη προκλήθηκε από τη διακίνηση, εντός της ζώνης αυτής, ΅ιας ή περισσοτέρων παρτίδων φορέων του επιβλαβούς αυτού οργανισ΅ού, και προσδιορίζει το ή τα διαδοχικά κράτη ΅έλη από τα οποία προέρχονται οι παρτίδες.

(β) Σε περίπτωση που η παρτίδα(ες)-φορείς του επιβλαβούς οργανισ΅ού προέρχονται από τη Δημοκρατία, είτε συ΅πίπτει είτε όχι ΅ε το ανωτέρω αναφερό΅ενο, η Αρμόδια Αρχή ενη΅ερώνει α΅έσως την Επιτροπή, ΅ετά από αίτησή της, σχετικά ΅ε όλες τις λεπτο΅έρειες που αφορούν την καταγωγή της παρτίδας/παρτίδων και όλες τις σχετικές διοικητικές διατυπώσεις, συ΅περιλα΅βανο΅ένων των εξετάσεων, επιθεωρήσεων και ελέγχων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, προκει΅ένου να εξακριβωθούν οι λόγοι για τους οποίους δεν διαπίστωσε ότι η παρτίδα/παρτίδες δεν πληρούσαν τις διατάξεις του παρόντα Νόμου.  Ενη΅ερώνει επίσης την Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της, για τον προορισ΅ό όλων των άλλων παρτίδων που απεστάλησαν από την ίδια καταγωγή/καταγωγές κατά τη διάρκεια ορισ΅ένης περιόδου.

(2) Η χρη΅ατοδοτική κοινοτική συνεισφορά δε χορηγείται ή, αν έχει αποφασιστεί, δεν εκτα΅ιεύεται, ή, αν έχει ήδη καταβληθεί, τα καταβληθέντα ποσά επιστρέφονται στην Κοινότητα εφόσον η Δημοκρατία δεν εκπλήρωσε κάποια από τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει των άρθρων 9 και 16. Στην τελευταία περίπτωση εφαρ΅όζονται οι διατάξεις της δεύτερης επιφύλαξης του εδαφίου (10) του άρθρου 18Β.

ΜΕΡΟΣ V ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Σημεία εισόδου

19. ΄Ολα τα φυτά, φυτικά προϊόντα, ή άλλα αντικείμενα που προέρχονται από τρίτες χώρες, εισάγονται μόνο μέσω των σημείων εισόδου στα αεροδρόμια και στα λιμάνια, τα οποία καθορίζονται από την Αρμόδια Αρχή.

Γνωστοποίηση στην Αρμόδια Αρχή

20. Ο παραλήπτης οποιουδήποτε φυτού, φυτικού προϊόντος ή άλλου αντικειμένου πρέπει να γνωστοποιεί έγκαιρα στην Αρμόδια Αρχή την άφιξή του εν λόγω φυτού, φυτικού προϊόντος ή άλλου αντικειμένου.

Δικαίωμα ένστασης

21.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο, ιδιοκτήτης ή κάτοχος αγροτεμαχίου, ιδιοκτήτης ή χειριστής μέσου μεταφοράς, ή ιδιοκτήτης ή εισαγωγέας φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων, επηρεάζεται από οποιαδήποτε απόφαση ή μέτρο που λήφθηκε από εξουσιοδοτημένο Επιθεωρητή, δύναται να προσβάλει την απόφαση αυτή με ένστασή του προς το Διευθυντή, εντός τριών ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης σε αυτόν:

Νοείται ότι το δικαίωμα ένστασης, δεν παρέχεται σε περίπτωση που λήφθηκε οποιαδήποτε απόφαση ή μέτρο κατά την ύπαρξη κινδύνου πιθανής εξάπλωσης ή πραγματικής εξάπλωσης οποιουδήποτε επιβλαβούς οργανισμού.

(2) Ο Διευθυντής εξετάζει χωρίς καθυστέρηση την ένσταση και έχει εξουσία να αναθέσει σε ένα ή περισσότερους λειτουργούς της Αρμόδιας Αρχής, την εξέταση των θεμάτων που αφορούν την ένσταση, πριν την έκδοση της απόφασής του.

(3) Με την υποβολή ένστασης, ο Διευθυντής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για την προσωρινή απαγόρευση της καταστροφής, επεξεργασίας ή διάθεσης των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων κατά την περίοδο εκκρεμότητας της ένστασης, εκτός εάν κατά τη γνώμη του οιαδήποτε καθυστέρηση στην εν λόγω καταστροφή επεξεργασία ή διάθεση θα δημιουργούσε ουσιώδη κίνδυνο εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών.

Ειδοποίηση για παρουσία επιβλαβών οργανισμών

22. Ο κάτοχος ή ιδιοκτήτης οποιασδήποτε εκμετάλλευσης ή εγκατάστασης στην οποία εμφανίζεται επιβλαβής οργανισμός, όπως καθορίζεται στους περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμούς του 2003, παρουσιάζεται ή ενδέχεται να παρουσιαστεί, υποχρεούται να ειδοποιήσει αμέσως την Αρμόδια Αρχή.

Σταθμός Φυτοκαραντίνας

23. Τηρείται, στο Τμήμα Γεωργίας, σταθμός φυτοκαραντίνας, όπου κρατούνται, με απόφαση του Διευθυντή, φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα, μέχρις ότου είναι διαθέσιμα τα αποτελέσματα των εξετάσεων που διενεργούνται δυνάμει του παρόντος Νόμου.

Εξουσία έκδοσης Διαταγμάτων

24.(1) Ο Υπουργός έχει εξουσία, μετά από εισήγηση του Διευθυντή, να εκδίδει Διατάγματα τα οποία δύνανται να καθορίζουν ρυθμίσεις τεχνικού χαρακτήρα.

(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), Διατάγματα που εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο δύνανται να προβλέπουν ειδικότερα για -

(α) Τροποποίηση των Παραρτημάτων των Κανονισμών, οι οποίοι εκδίδονται βάσει του άρθρου 26·

(β) εξαιρέσεις από την εγγραφή στο μητρώο σύμφωνα με το εδάφιο (7) του άρθρου 9·

(γ) την επιβολή καραντίνας και τον καθορισμό της περιόδου της καραντίνας σε εκμετάλλευση, εγκατάσταση, ή περιοχή που έχει προσβληθεί ή ενδέχεται να προσβληθεί από οποιοδήποτε επιβλαβή οργανισμό·

(δ) τον καθορισμό των τελών που καταβάλλονται από τον ιδιοκτήτη ή τον κάτοχο φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων που κρατούνται στο σταθμό φυτοκαραντίνας και του τρόπου καταβολής των τελών αυτών·

(ε) τον καθορισμό των σημείων εισόδου όπως λιμάνια και αεροδρόμια από τα οποία επιτρέπεται η εισαγωγή φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων που υπόκεινται σε φυτοϋγειονομικό έλεγχο.

Δικαίωμα αποζημίωσης

25.-(1) ΄Οταν εξουσιοδοτημένος Επιθεωρητής ασκήσει οποιαδήποτε εξουσία δυνάμει του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών, για καταστροφή, επιβολή καραντίνας ή λήψη άλλων μέτρων σε φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα για εξάλειψη, έλεγχο ή περιορισμό εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών, η Αρμόδια Αρχή καταβάλλει αποζημίωση στον κάτοχο ή ιδιοκτήτη αυτών, όπως προβλέπεται πιο κάτω:

(2)(α) Η αποζημίωση υπολογίζεται από την Αρμόδια Αρχή με βάση την αξία του φυτού ή του φυτικού προϊόντος ή άλλου αντικειμένου κατά το χρόνο επιβολής του μέτρου το οποίο κατάστρεψε ή έβλαψε αυτό.

(β) Εάν το μέτρο που αναφέρεται στο εδάφιο (1) επηρεάζει εκμετάλλευση ή μέρος αυτής για σειρά ετών, η αποζημίωση υπολογίζεται με βάση το κόστος ενοικίασης αντίστοιχης εκμετάλλευσης ή του επηρεαζόμενου μέρους αυτής στην υπό αναφορά περιοχή. Εάν αποδεδειγμένα ο κάτοχος ή ιδιοκτήτης της επηρεαζόμενης εκμετάλλευσης αδυνατεί να εξεύρει αντίστοιχη εκμετάλλευση ή μέρος αυτής για ενοικίαση, ή αποζημίωση υπολογίζεται με βάση την απώλεια εισοδήματος.

(γ) Σε περίπτωση που ο κάτοχος ή ιδιοκτήτης διαφωνήσει ως προς το ποσό της αποζημίωσης που πρέπει να του καταβληθεί, το θέμα παραπέμπεται στον Υπουργό για τελική απόφαση·

(3) Η Αρμόδια Αρχή δεν υποχρεούται να αποζημιώσει οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο υπέστη ζημιά ως αποτέλεσμα ενέργειας που λήφθηκε δυνάμει του Νόμου αυτού αν η ενέργεια λήφθηκε για θεραπεία της κατάστασης που προκλήθηκε εξ΄ ολοκλήρου ή μερικώς από αμέλεια του προσώπου αυτού ή λόγω παράλειψης του να συμμορφωθεί με τις νενομισμένες υποδείξεις ή οδηγίες της Αρμόδιας Αρχής ή κατά παράβαση του Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών.

ΜΕΡΟΣ VΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Εξουσία έκδοσης Κανονισμών

26.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς, οι οποίοι δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, για τον καθορισμό οποιουδήποτε θέματος το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Ειδικότερα, και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του εδαφίου (1) οι Κανονισμοί αυτοί δύνανται να προβλέπουν για όλα ή οποιαδήποτε από τα ακόλουθα θέματα:

(α) Λιγότερο αυστηρές προϋποθέσεις για την κυκλοφορία φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων, στο εσωτερικό μιας προστατευόμενης ζώνης, η οποία έχει καθοριστεί για τα εν λόγω φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα, όσον αφορά έναν ή περισσότερους επιβλαβείς οργανισμούς,

(β) εγγυήσεις όσον αφορά την κυκλοφορία φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων διά μέσου μιας προστατευόμενης ζώνης, η οποία έχει καθοριστεί για τα εν λόγω φυτά, φυτικά προϊόντα και άλλα αντικείμενα, όσον αφορά έναν ή περισσότερους επιβλαβείς οργανισμούς,

(γ) την συχνότητα και το χρονοδιάγραμμα του επίσημου ελέγχου συμπεριλαμβανομένων των περαιτέρω ενεργειών που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (iii) της παραγράφου (α), του εδαφίου (5) του άρθρου 9,

(δ) τις υποχρεώσεις των εγγεγραμμένων στο μητρώο παραγωγών που αναφέρονται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (5) του άρθρου 9,

(ε) τον προσδιορισμό των προϊόντων, καθώς και τα προϊόντα για τα οποία προβλέπεται το σύστημα της παραγράφου (β) του εδαφίου (6) του άρθρου 9,

(στ) άλλες απαιτήσεις που αφορούν τις αναφερόμενες στο εδάφιο (7) του άρθρου 9 απαλλαγές, ιδιαιτέρως όσον αφορά τους όρους μικροί παραγωγοί και τοπική αγορά και τις αντίστοιχες διαδικασίες.

(ζ) τις λεπτομέρειες της διαδικασίας σχετικά με τη χορήγηση φυτοϋγειονομικών διαβατηρίων, όπως προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 13,

(η) τους όρους και τις ιδιαιτερότητες της διαδικασίας, σύμφωνα με τους οποίους μπορεί να αντικατασταθεί ένα φυτοϋγειονομικό διαβατήριο σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρο 13,

(θ) το ειδικό σήμα που απαιτείται για το φυτοϋγειονομικό διαβατήριο αντικατάστασης, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 13,

(ι) τον καθορισμό τελών και του τρόπου πληρωμής αυτών,

(ια) τον τύπο, διαδικασία και γλώσσα έκδοσης του φυτοϋγειονομικού πιστοποιητικού, του φυτοϋγειονομικού πιστοποιητικού επανεξαγωγής και του φυτοϋγειονομικού διαβατηρίου ή άλλων εντύπων, καθώς και τις χώρες στις οποίες προορίζονται αυτά,

(ιβ) τον καθορισμό των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων ή των επιβλαβών οργανισμών, η εισαγωγή και η εξάπλωση των οποίων απαγορεύεται, και τις λεπτομέρειες και όρους εισαγωγής και διακίνησής τους,

(ιγ) τον καθορισμό των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων ή των επιβλαβών οργανισμών η εισαγωγή και εξάπλωση των οποίων σε ορισμένες προστατευόμενες ζώνες απαγορεύεται και τις λεπτομέρειες και όρους εισαγωγής και διακίνησής τους,

(ιδ) τις προϋποθέσεις της απαγόρευσης ή της χορήγησης ειδικής άδειας κατά την εισαγωγή και την εξάπλωση στο έδαφος της Δημοκρατίας συγκεκριμένων οργανισμών, σε κατάσταση απομόνωσης ή μη, οι οποίοι θεωρούνται επιβλαβείς για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα, και οι οποίοι δεν περιλαμβάνονται στα Παράρτημα Ι και ΙΙ των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003.

(ιε) τις προϋποθέσεις της απαγόρευσης ή της χορήγησης ειδικής άδειας κατά την εισαγωγή στη Δημοκρατία και την εξάπλωση στο εσωτερικό της ορισμένων οργανισμών οι οποίο περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙ των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003, αλλά αφορούν φυτά που δεν περιλαμβάνονται στο εν λόγω Παράρτημα και θεωρούνται επιβλαβείς για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα,

(ιστ) τις προϋποθέσεις της απαγόρευσης ή της χορήγησης ειδικής άδειας κατά την εισαγωγή στη Δημοκρατία και την εξάπλωση στο εσωτερικό της ορισμένων οργανισμών οι οποίοι περιλαμβάνονται στα Παραρτήματα Ι και ΙΙ των περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Κανονισμών του 2003 οι οποίοι βρίσκονται σε κατάσταση απομόνωσης και θεωρούνται επιβλαβείς για τα φυτικά προϊόντα,

(ιζ) τον καθορισμό των προστατευόμενων ζωνών για συγκεκριμένους επιβλαβείς οργανισμούς και τις συνθήκες ή τα μέτρα που πρέπει να τηρούνται σε αυτές καθώς και τις λεπτομέρειες των διεξαγομένων ελέγχων για την αναγνώριση των προστατευομένων ζωνών ή τους διεξαγόμενους επίσημους ελέγχους σχετικά με την ύπαρξη των επιβλαβών οργανισμών σε μία προστατευόμενη ζώνη και τις λεπτομέρειες και όρους εισαγωγής και διακίνησής τους,

(ιη) τον καθορισμό των ειδικών απαιτήσεων για την εισαγωγή και διακίνηση φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων προς ορισμένες προστατευόμενες ζώνες και εκτός των προστατευόμενων ζωνών,

(ιθ) τον καθορισμό των φυτών, φυτικών προϊόντων και άλλων αντικειμένων που πρέπει να υποβάλλονται σε φυτοϋγειονομικό έλεγχο πριν την εισαγωγή τους στη Δημοκρατία,

(κ) τους όρους και περιορισμούς για την εισαγωγή φυτών, φυτικών προϊόντων, ωφελίμων οργανισμών, χώματος, υλικού συσκευασίας ή άλλου αντικειμένου, που δυνατό να φιλοξενούν επιβλαβείς οργανισμούς,

(κα) τους όρους εισαγωγής και διακίνησης επιβλαβών οργανισμών σε περιοχές της Δημοκρατίας ή σε ορισμένες προστατευόμενες ζώνες τους για σκοπούς δοκιμής ή για επιστημονικούς σκοπούς ή για εργασίες επιλογής ποικιλιών,

(κβ) τις λεπτομέρειες για τη δημιουργία και εγγραφή μητρώου παραγωγών, εισαγωγέων, αποθηκών συλλογής και κέντρων διανομής των φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων, και των υποχρεώσεων αυτών,

(κγ) τις περιπτώσεις κατά τις οποίες φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα δεν χρειάζεται να συνοδεύονται από φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό, φυτοϋγειονομικό πιστοποιητικό επανεξαγωγής ή φυτοϋγειονομικό διαβατήριο,

(κδ) τις διαδικασίες που πρέπει να υιοθετούνται για την επεξεργασία των εισαγομένων υλικών και των μέσων μεταφοράς για το σκοπό παρεμπόδισης ή ελέγχου της εισαγωγής και εξάπλωσης επιβλαβών οργανισμών,

(κε) τον καθορισμό των φυτών και φυτικών προϊόντων που δύνανται να υποβληθούν σε ειδικό καθεστώς,

(κστ) τα μέτρα ή τις μεθόδους για την διάγνωση, ανίχνευση και αναχαίτηση επιβλαβών οργανισμών,

(κζ) τη διαδικασία για γνωστοποίηση παρακράτησης αποστελλόμενου εμπορεύματος ή επιβλαβούς οργανισμού προέλευσης τρίτων χωρών,

(κη) τα πρόσθετα μέτρα καταπολέμησης άλλων επιβλαβών οργανισμών,

(κθ) τα μέτρα καταπολέμησης της καστανής σήψης της πατάτας και της βακτηριακής μάρανσης της τομάτας,

(λ) τους όρους φυτοϋγειονομικού ελέγχου σε φυτά, φυτικά προϊόντα ή άλλα αντικείμενα που προέρχονται από τρίτες χώρες,

(λα) τα μέτρα καταπολέμησης του χρυσονηματώδη σκώληκα, του καρκίνου και της κορυνοβακτηρίωσης, της πατάτας,

(λβ) τον τρόπο αποθήκευσης των φυτών, ή φυτικών προϊόντων με σκοπό την εισαγωγή, εξαγωγή ή διακίνησή τους,

(λγ) τα μέτρα καταπολέμησης των φυλλοδετών των γαρυφάλλων,

(λδ) τα μέτρα καταπολέμησης του κοκκοειδούς του Αγίου Ιωσήφ,

(λε) τη διαδικασία επιθεώρησης φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων που προορίζονται για εξαγωγή,

(λστ) τον τρόπο με τον οποίο οι εξουσιοδοτημένοι Επιθεωρητές προβαίνουν στην καταστροφή, μετακίνηση ή επεξεργασία φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων μέσα στην περιοχή ή χώρο που δηλώνεται ότι είναι σε καραντίνα,

(λζ) τον καθορισμό των προσθέτων μέτρων που λαμβάνονται προς το σκοπό προστασίας του εδάφους της Δημοκρατίας κατά της εισαγωγής και εξάπλωσης οποιουδήποτε επιβλαβούς οργανισμού,

(λη) τον καθορισμό των μέτρων και των διαδικασιών που πρέπει να ακολουθούνται για τη δημιουργία ζωνών απαλλαγμένων από συγκεκριμένους επιβλαβείς οργανισμούς για σκοπούς παραγωγής και εξαγωγής των φυτών, φυτικών προϊόντων ή άλλων αντικειμένων.

Αδικήματα και ποινές

27. (1) Πρόσωπο το οποίο έχει στην κατοχή του, διακινεί, εισάγει, εξάγει ή με οποιοδήποτε τρόπο διαθέτει ή προτίθεται να διαθέσει προς πώληση οποιοδήποτε φυτό, φυτικό προϊόν ή άλλο αντικείμενο που καλύπτεται από τον παρόντα Νόμο και τους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους Κανονισμούς, κατά παράβαση αυτών ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιεσδήποτε διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει ογδόντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€85.000) ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.

(2) Πρόσωπο, το οποίο αυτοπροσώπως ή διά υπαλλήλου του ή άλλου νομίμου εκπροσώπου του-

(α) παρεμποδίζει την, δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου, άσκηση των εξουσιών του Επιθεωρητή,

(β) παρεμποδίζει την Αρμόδια Αρχή από τη διενέργεια επίσημου ελέγχου σύμφωνα με τα εδάφια (1), (2), (3), (4), (5) και (6) του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου,

(γ) παρεμποδίζει ή με οποιοδήποτε τρόπο αρνείται να συμμορφωθεί με τη λήψη οποιουδήποτε από τα μέτρα που προβλέπονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 14 ή στο εδάφιο (6) του άρθρου 16Γ του παρόντος Νόμου· ή

(δ) παρεμποδίζει τη διενέργεια οποιουδήποτε από τους ελέγχους που προβλέπονται στο άρθρο 15 του παρόντος Νόμου·

είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις ογδόντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€85.000) ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές.

Επιβολή διοικητικών κυρώσεων

27Α.-(1) Η Αρμόδια Αρχή διενεργεί έρευνα, κατόπιν υποβολής παραπόνου ή αυτεπάγγελτα, για να διαπιστώσει κατά πόσο εισαγωγέας, παραγωγός, διακινητής ή παραλήπτης οποιουδήποτε φυτού, φυτικού προϊόντος ή άλλου αντικειμένου, ο οποίος είναι εγγεγραμμένος στο επίσημο μητρώο που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (β) του εδαφίου (5) του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου έχει παραβεί οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Όταν η Αρμόδια Αρχή, από τη διενέργεια της έρευνας που αναφέρεται στο εδάφιο (1), διαπιστώσει οποιαδήποτε παράβαση δύναται -

(α) Να προβεί σε σύσταση προς το πρόσωπο που έχει διαπράξει την παράβαση όπως μέσα σε εύλογη προθεσμία τερματίσει αυτήν και αποφύγει επανάληψή της στο μέλλον,

(β) να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο μέχρι τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000),

(γ) σε περίπτωση μη άρσης της παράβασης, να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο μέχρι και τριακόσια ευρώ (€300) για κάθε μέρα συνέχισής της·

(δ) να ανακαλέσει ή να αναστείλει την έγκριση έκδοσης φυτοϋγειονομικού διαβατηρίου ή εγγραφής στο φυτοϋγειονομικό μητρώο.

(3) Οι προβλεπόμενες στο εδάφιο (2) διοικητικές κυρώσεις επιβάλλονται στο πρόσωπο που αναφέρεται στο εδάφιο (1) με αιτιολογημένη γραπτή απόφαση της Αρμόδιας Αρχής, η οποία εκδίδεται και κοινοποιείται σε αυτό, αφού προηγουμένως του δοθεί η ευκαιρία να προβεί, γραπτώς ή προφορικώς, σε παραστάσεις προς την Αρμόδια Αρχή.

(4) Πρόσωπο, κατά του οποίου εκδόθηκε απόφαση, σύμφωνα με το εδάφιο (3), δύναται να ασκήσει προσφυγή, σύμφωνα με το ’ρθρο 146 του Συντάγματος.

(5) Οι κυρώσεις που προβλέπονται στις παραγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (2), δεν επιβάλλονται σε περίπτωση που το πρόσωπο που αναφέρεται στο εδάφιο (1) καταδικαστεί δυνάμει του άρθρου 27 του παρόντος Νόμου.

Καταργήσεις και επιφυλάξεις

28.-(1) Οι περί Προλήψεως και Καταπολεμήσεως των Φυτικών Ασθενειών και Εχθρών Νόμοι του 1893 μέχρι 1993 καθώς και οι πρόνοιες του άρθρου 23 του περί Επιβολής Ποιοτικού Ελέγχου στα Γεωργικά Προϊόντα Νόμου του 2002 που αφορούν την έκδοση φυτοϋγειονομικού πιστοποιητικού, καθώς και οι συναφείς δυνάμει του άρθρου αυτού εκδοθέντες κανονισμοί που αφορούν τη διεξαγωγή φυτοϋγειονομικού ελέγχου και την έκδοση φυτοϋγειονομικού πιστοποιητικού.

(2) Κανονισμοί, Διατάγματα, διορισμοί, εξουσιοδοτήσεις, πιστοποιητικά ή άλλης φύσεως πράξεις που έγιναν δυνάμει των Νόμων που αναφέρονται στο εδάφιο (1), στην έκταση που δεν αντίκεινται με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, διατηρούνται σε ισχύ μέχρις ότου ανακληθούν, καταργηθούν ή αντικατασταθούν.

Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

29.-(1) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (2) ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(2) Οι ακόλουθες διατάξεις του παρόντος Νόμου τίθενται σε ισχύ κατά την ημερομηνία προσχώρησης της Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση -

(α) Η υποπαράγραφος (iii) της παραγράφου (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 5·

(β) η υποπαράγραφος (ii) της παραγράφου (β) του εδαφίου (5) του άρθρου 9·

(γ) το άρθρο 13·

(δ) το άρθρο 14·

(ε) το εδάφιο (6) του άρθρου 15·

(στ) το άρθρο 18.

Σημείωση
17 του Ν. 146(Ι)/2023Καταργήσεις και μεταβατικές διατάξεις

17.-(1) Από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου οι περί Μέτρων Προστασίας κατά της Εισαγωγής και Εξάπλωσης Οργανισμών Επιβλαβών για τα Φυτά και τα Φυτικά Προϊόντα Νόμοι του 2003 έως 2012, καταργούνται.

(2) Κανονισμοί ή Διατάγματα που εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων του πιο πάνω καταργηθέντος νόμου, τα οποία βρίσκονται σε ισχύ πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, λογίζεται ότι από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και εξακολουθούν να ισχύουν και να εφαρμόζονται, στην έκταση που δεν είναι αντίθετα ή ασυμβίβαστα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, μέχρις ότου τροποποιηθούν, καταργηθούν ή αντικατασταθούν από Κανονισμούς ή Διατάγματα που θα εκδοθούν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(3) Διορισμοί, εξουσιοδοτήσεις, πιστοποιητικά, εγγραφές στο μητρώο, εγκρίσεις, άδειες ή οποιεσδήποτε πράξεις έγιναν ή χορηγήθηκαν δυνάμει των διατάξεων του καταργηθέντος νόμου λογίζεται ότι έγιναν ή χορηγήθηκαν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και διατηρούνται σε ισχύ, στον βαθμό που δεν συγκρούονται με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, μέχρις ότου ανακληθούν, καταργηθούν ή αντικατασταθούν.

(4) Αιτήσεις, άδειες, εγκρίσεις ή άλλες πράξεις των οποίων, κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, εκκρεμεί η εξέταση τυγχάνουν χειρισμού και αποφασίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.