Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης με τίτλο «Απόφαση-Πλαίσιο 2005/214/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 24ης Φεβρουαρίου, 2005 σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης επί χρηματικών ποινών»,
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Αναγνώρισης και Εκτέλεσης Αποφάσεων Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίες Επιβάλλουν Χρηματικές Ποινές Νόμος του 2007.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«Απόφαση-Πλαίσιο 2005/214/ΔΕΥ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Απόφαση-Πλαίσιο του Συμβουλίου της 24ης Φεβρουαρίου 2005 σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης επί χρηματικών ποινών», όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«απόφαση» σημαίνει αμετάκλητη απόφαση που επιβάλλει χρηματική ποινή σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εφόσον η απόφαση αυτή έχει εκδοθεί-
(α) από δικαστήριο του κράτους έκδοσης σε σχέση με ποινικό αδίκημα σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους έκδοσης,
(β) από μη δικαστική αρχή του κράτους έκδοσης, σε σχέση με ποινικό αδίκημα σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους έκδοσης υπό την προϋπόθεση ότι το πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε η απόφαση είχε την ευκαιρία να δικαστεί η υπόθεσή του από αρμόδιο δικαστήριο που έχει δικαιοδοσία ειδικά σε ποινικές υποθέσεις,
(γ) από μη δικαστική αρχή του κράτους έκδοσης, σε σχέση με πράξεις οι οποίες, βάσει του δικαίου του κράτους έκδοσης, τιμωρούνται ως παραβάσεις των κανόνων δικαίου, υπό την προϋπόθεση ότι το πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε η απόφαση είχε την ευκαιρία να δικαστεί η υπόθεσή του από αρμόδιο δικαστήριο που έχει δικαιοδοσία ειδικά σε ποινικές υποθέσεις, ή
(δ) από δικαστήριο που έχει δικαιοδοσία ειδικά σε ποινικές υποθέσεις, εφόσον η απόφαση εκδόθηκε αναφορικά με απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο (γ)·
«αρμόδια αρχή έκδοσης», αναφορικά με τη Δημοκρατία, σημαίνει αρχή ή Δικαστήριο που αναφέρεται στο άρθρο 4(1)·
«αρμόδια αρχή εκτέλεσης», σημαίνει το αναφερόμενο στο άρθρο 4(2) δικαστήριο·
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
«κεντρική αρχή» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 5·
«κράτος έκδοσης» σημαίνει το κράτος μέλος στο οποίο εκδόθηκε απόφαση·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης·
«χρηματική ποινή» σημαίνει την υποχρέωση καταβολής-
(α) χρηματικού ποσού δυνάμει καταδικαστικής απόφασης για ποινικό αδίκημα,
(β) αποζημίωσης προς όφελος θυμάτων, η οποία επιδικάζεται με την ίδια απόφαση από το δικαστήριο κατά την ενάσκηση της ποινικής του δικαιοδοσίας, όταν το θύμα δεν μπορεί να είναι πολιτικός διάδικος στη διαδικασία,
(γ) χρηματικού ποσού για την κάλυψη δικαστικών ή διοικητικών εξόδων της διαδικασίας που οδήγησε στην έκδοση της απόφασης, ή
(δ) χρηματικού ποσού προς δημόσιο ταμείο ή οργάνωση στήριξης θυμάτων, το οποίο επιδικάζεται με την ίδια απόφαση, αλλά δεν περιλαμβάνει-
(α) διατάγματα δήμευσης οργάνων ή προϊόντων εγκλήματος, και
(β) αποφάσεις αστικής φύσης που προκύπτουν από αξίωση αποζημιώσεων και αποκατάστασης και είναι εκτελεστές σύμφωνα με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 44/2001 του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις», όπως αυτός τροποποιήθηκε από τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 του Συμβουλίου της 20ης Νοεμβρίου 2006 και όπως περαιτέρω εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
3.-(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται αναφορικά με την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων κρατών μελών που επιβάλλουν χρηματικές ποινές σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα.
(2) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται με την επιφύλαξη του σεβασμού των θεμελιωδών δικαιωμάτων και αρχών, σύμφωνα με το άρθρο 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος υπεράσπισης των προσώπων τα οποία υπόκεινται σε ποινικές διαδικασίες, και χωρίς να θίγονται οι υποχρεώσεις που τυχόν βαρύνουν τις δικαστικές αρχές ως προς το θέμα αυτό.
4.-(1) Αρμόδιες αρχές έκδοσης αποφάσεων στη Δημοκρατία είναι οι ακόλουθες:
(α) το Κακουργιοδικείο ή το Επαρχιακό Δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση·
(β) οποιαδήποτε αρχή στη Δημοκρατία που καθορίζεται σε νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη ως αρμόδια για την έκδοση απόφασης για επιβολή χρηματικής κύρωσης ή διοικητικού προστίμου.
(2) Αρμόδια αρχή εκτέλεσης, αναφορικά με απόφαση άλλου κράτους μέλους στη Δημοκρατία, είναι το Επαρχιακό Δικαστήριο, στην κατά τόπο δικαιοδοσία του οποίου το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εναντίον του οποίου έχει εκδοθεί απόφαση σε άλλο κράτος μέλος, έχει τη συνήθη διαμονή του ή, εάν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, την έδρα του.
5. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ως κεντρική αρχή -
(α) είναι αρμόδιο για την υποβολή αίτησης στην αρμόδια αρχή εκτέλεσης για έκδοση διατάγματος εκτέλεσης απόφασης, σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 7, και
(β) επικουρεί τις αρμόδιες αρχές έκδοσης και εκτέλεσης απόφασης κατά τη διαβίβαση και παραλαβή της απόφασης και κατά την επίσημη αλληλογραφία.
6.-(1) Κράτος έκδοσης δύναται να διαβιβάζει απόφασή του ή επικυρωμένο αντίγραφό της για αναγνώριση και εκτέλεση στην κεντρική αρχή, εφόσον το φυσικό ή νομικό πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε η απόφαση έχει, αφ’ ενός, περιουσιακά στοιχεία ή εισόδημα στη Δημοκρατία και, αφ’ ετέρου, τη συνήθη διαμονή του ή, εάν πρόκειται για νομικό πρόσωπο, την έδρα του στη Δημοκρατία.
(2) Η διαβιβαζόμενη απόφαση ή επικυρωμένο αντίγραφο αυτής συνοδεύεται από πιστοποιητικό σύμφωνα με τον τύπο που προβλέπεται στο Παράρτημα της Απόφασης-Πλαισίου 2005/214/ΔΕΥ, το οποίο πιστοποιητικό υπογράφεται και το περιεχόμενό του πιστοποιείται ως ακριβές από την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης.
(3) Η διαβίβαση των προβλεπόμενων στα εδάφια (1) και (2) κειμένων γίνεται με οποιοδήποτε ασφαλές μέσο που μπορεί να αποτυπωθεί εγγράφως, υπό συνθήκες που επιτρέπουν στην κεντρική αρχή και την αρμόδια αρχή εκτέλεσης να εξακριβώνουν τη γνησιότητά τους. Το πρωτότυπο της απόφασης ή του επικυρωμένου αντιγράφου αυτής και το πρωτότυπο του πιστοποιητικού αποστέλλονται στην κεντρική αρχή, εφόσον η τελευταία το απαιτεί είτε με ίδια πρωτοβουλία είτε κατόπιν διαταγής της αρμόδιας αρχής εκτέλεσης.
(4) Το προβλεπόμενο στο εδάφιο (2) πιστοποιητικό πρέπει να είναι διατυπωμένο σε επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας ή στην Αγγλική.
(5) Το κράτος έκδοσης δύναται να διενεργήσει την προβλεπόμενη στο παρόν άρθρο διαβίβαση απόφασης στην κεντρική αρχή, μόνο αν δεν διενήργησε την ίδια διαβίβαση σε άλλο κράτος μέλος.
7.-(1) Απόφαση που διαβιβάζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 αναγνωρίζεται και λαμβάνονται όλα τα αναγκαία μέτρα για την εκτέλεσή της, εφόσον η απόφαση συνδέεται με πράξη η οποία θα συνιστούσε αδίκημα σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο, ανεξάρτητα από την περιγραφή ή τα συστατικά της στοιχεία.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), κάθε απόφαση που διαβιβάζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 αναγνωρίζεται και εκτελείται στη Δημοκρατία χωρίς έλεγχο του διττού αξιοποίνου, για τα ακόλουθα ποινικά αδικήματα, όπως αυτά ορίζονται από το δίκαιο του κράτους έκδοσης και εφόσον τιμωρούνται στο κράτος αυτό:
(α) συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση,
(β) τρομοκρατία,
(γ) εμπορία ανθρώπων,
(δ) σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών και παιδική πορνογραφία,
(ε) παράνομη διακίνηση ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών,
(στ) παράνομη διακίνηση όπλων, πυρομαχικών και εκρηκτικών,
(ζ) δωροδοκία,
(η) απάτη, περιλαμβανομένης και της απάτης σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά την έννοια της Σύμβασης της 26ης Ιουλίου 1995 σχετικά με την Προστασία των Οικονομικών Συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,
(θ) νομιμοποίηση προϊόντων εγκλήματος,
(ι) παραχάραξη και κιβδηλεία νομίσματος, περιλαμβανομένου του ευρώ,
(ια) εγκλήματα στον κυβερνοχώρο,
(ιβ) εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος, περιλαμβανομένου του λαθρεμπορίου απειλουμένων ζωϊκών ειδών και του λαθρεμπορίου απειλουμένων φυτικών ειδών και ποικιλιών,
(ιγ) παροχή βοήθειας για την παράνομη είσοδο και διαμονή,
(ιδ) ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, βαρεία σωματική βλάβη,
(ιε) παράνομο εμπόριο ανθρωπίνων οργάνων και ιστών,
(ιστ) απαγωγή, παράνομη κατακράτηση και περιαγωγή σε ομηρία,
(ιζ) ρατσισμός και ξενοφοβία,
(ιη) οργανωμένες ή ένοπλες ληστείες,
(ιθ) παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών, περιλαμβανομένων των αρχαιοτήτων και των έργων τέχνης,
(κ) υπεξαιρέσεις και απάτες,
(κα) αθέμιτη προστασία έναντι παρανόμου περιουσιακού οφέλους και εκβίαση,
(κβ) απομίμηση και πειρατεία προϊόντων,
(κγ) πλαστογραφία δημοσίων εγγράφων και εμπορία πλαστών δημοσίων εγγράφων,
(κδ) παραχάραξη μέσων πληρωμής,
(κε) λαθρεμπόριο ορμονικών ουσιών και άλλων αυξητικών παραγόντων,
(κστ) λαθρεμπόριο πυρηνικών ή ραδιενεργών ουσιών,
(κζ) εμπορία κλεμμένων οχημάτων,
(κη) βιασμός,
(κθ) εμπρησμός,
(λ) εγκλήματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου,
(λα) αεροπειρατεία και πειρατεία,
(λβ) δολιοφθορά,
(λγ) συμπεριφορά που παραβιάζει κανονισμούς οδικής κυκλοφορίας, περιλαμβανομένων και παραβάσεων κανόνων που αφορούν τις ώρες οδήγησης και τις ώρες ανάπαυσης και κανόνων που αφορούν επικίνδυνα προϊόντα,
(λδ) λαθρεμπόριο,
(λε) παραβάσεις δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας,
(λστ) απειλές και πράξεις βίας κατά προσώπων, περιλαμβανομένων πράξεων βίας κατά τη διάρκεια αθλητικών εκδηλώσεων,
(λζ) βανδαλισμός,
(λη) κλοπή,
(λθ) αδικήματα που ορίζονται από το κράτος έκδοσης και που εξυπηρετούν το σκοπό της εφαρμογής υποχρεώσεων που απορρέουν από πράξεις οι οποίες θεσπίστηκαν δυνάμει της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκή Κοινότητας ή του τίτλου VI της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.
(3)(α) Η κεντρική αρχή υποβάλλει στην αρμόδια αρχή εκτέλεσης αίτηση για έκδοση διατάγματος εκτέλεσης της απόφασης που αναφέρεται στο εδάφιο (1) ή (2) και κοινοποιεί αντίγραφο της αίτησης και της απόφασης στο πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε η απόφαση.
(β) Η αρμόδια αρχή εκτέλεσης εκδίδει διάταγμα εκτέλεσης της απόφασης που αναφέρεται στο εδάφιο (1) ή (2), αφού μετατρέψει, εφόσον είναι αναγκαίο, το ποσό της χρηματικής ποινής σε ευρώ σύμφωνα με την ισοτιμία που ίσχυε κατά το χρόνο επιβολής της χρηματικής ποινής από το κράτος έκδοσης και, με την επιφύλαξη του άρθρου 11, η απόφαση εκτελείται στη Δημοκρατία σύμφωνα με τον περί Ποινικής Δικονομίας Νόμο, ως εάν επρόκειτο περί χρηματικής ποινής που είχε εξαρχής επιβληθεί από αρμόδιο δικαστήριο ή αρμόδια διοικητική αρχή της Δημοκρατίας.
(γ) Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή εκτέλεσης διαπιστώσει ότι η απόφαση αφορά αποκλειστικά πράξεις οι οποίες δεν διαπράχθηκαν στο έδαφος του κράτους έκδοσης, δύναται να μειώσει το ποσό της χρηματικής ποινής στο ανώτατο όριο που προβλέπεται για τέτοιες πράξεις από το κυπριακό δίκαιο, όταν οι πράξεις εμπίπτουν στη δικαιοδοσία κυπριακού δικαστηρίου.
(δ) Η αρμόδια αρχή εκτέλεσης δύναται να αναστείλει την έκδοση διατάγματος εκτέλεσης, εάν το προβλεπόμενο στο άρθρο 6 πιστοποιητικό δεν πληροί τις απαιτήσεις του εδαφίου (4) του ιδίου άρθρου, μέχρις ότου η κεντρική αρχή, μετά από οδηγίες της αρμόδιας αρχής εκτέλεσης, μεριμνήσει για τη μετάφραση του πιστοποιητικού σε γλώσσα που αναφέρεται στο ίδιο εδάφιο.
(4) Χωρίς επηρεασμό της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου και του άρθρου 11, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης δε δύναται να αποφαίνεται επί αιτήσεως αναθεωρήσεως απόφασης η οποία αναφέρεται στο εδάφιο (1) ή (2) του παρόντος άρθρου.
8.-(1) Ανεξάρτητα από το άρθρο 7, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης δύναται να αρνηθεί την αναγνώριση και εκτέλεση απόφασης άλλου κράτους μέλους εάν το προβλεπόμενο στο άρθρο 6 πιστοποιητικό -
(α) δεν προσκομισθεί ή είναι ελλιπές ή προδήλως δεν αντιστοιχεί στην απόφαση, ή
(β) εγείρει ζήτημα ότι δυνατόν να έχουν παραβιασθεί θεμελιώδη δικαιώματα ή θεμελιώδεις νομικές αρχές όπως κατοχυρώνονται στο Άρθρο 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση.
(2) Ανεξάρτητα από το άρθρο 7 και χωρίς επηρεασμό του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης δύναται να αρνηθεί την αναγνώριση και εκτέλεση απόφασης άλλου κράτους μέλους, εάν διαπιστωθεί ότι -
(α) έχει εκδοθεί απόφαση κατά του καταδικασθέντος προσώπου αναφορικά με τις ίδιες πράξεις στη Δημοκρατία, ή σε οποιοδήποτε άλλο κράτος πέραν του κράτους έκδοσης και της Δημοκρατίας, και, στην τελευταία περίπτωση, η απόφαση αυτή έχει εκτελεστεί·
(β) πρόκειται για περίπτωση που δεν εμπίπτει στις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 7 και η απόφαση αφορά πράξεις που δεν συνιστούν αδίκημα σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο·
(γ) έχει επέλθει παραγραφή της ποινής σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο και η απόφαση αφορά πράξεις που υπάγονται στη δικαιοδοσία κυπριακού δικαστηρίου, σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο·
(δ) η απόφαση αφορά πράξεις οι οποίες-
(i) θεωρούνται από το κυπριακό δίκαιο ότι τελέστηκαν εξ’ ολοκλήρου ή εν μέρει εντός της επικράτειας της Δημοκρατίας ή σε εξομοιούμενο προς αυτήν τόπο, ή
(ii) τελέστηκαν εκτός της επικράτειας του κράτους έκδοσης και, σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο, δεν επιτρέπεται η δίωξη για τις ίδιες πράξεις όταν τελούνται εκτός της επικράτειας της Δημοκρατίας·
(ε) σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο, υφίσταται ασυλία που καθιστά αδύνατη την εκτέλεση της απόφασης·
(στ) η απόφαση εκδόθηκε εναντίον φυσικού προσώπου το οποίο, σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο, δεν μπορούσε να θεωρηθεί λόγω της ηλικίας του ότι υπείχε ποινική ευθύνη για τις πράξεις για τις οποίες έχει εκδοθεί η απόφαση·
(ζ) σύμφωνα με το προβλεπόμενο στο άρθρο 6 πιστοποιητικό, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, σε περίπτωση γραπτής διαδικασίας, δεν ενημερώθηκε σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους έκδοσης προσωπικά ή μέσω αρμόδιου, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, εκπροσώπου σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, σχετικά με το δικαίωμά του να προσβάλει την απόφαση και για τις προθεσμίες τέτοιου ένδικου μέσου∙
(η) η χρηματική ποινή είναι κατώτερη από 70 ευρώ ή ισοδύναμο ποσό∙
(θ) σύμφωνα με το προβλεπόμενο στο άρθρο 6 πιστοποιητικό, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν εμφανίστηκε αυτοπροσώπως στη δίκη που οδήγησε στην έκδοση της απόφασης, εκτός εάν στο πιστοποιητικό αναφέρεται ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, βάσει περαιτέρω δικονομικών απαιτήσεων που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο του κράτους έκδοσης -
(i) σε κατάλληλο χρόνο -
(Α) είτε είχε κλητευθεί αυτοπροσώπως και με την κλήτευση είχε ενημερωθεί σχετικά με την προγραμματισμένη ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της δίκης που οδήγησε στην έκδοση της απόφασης, είτε είχε με οποιοδήποτε άλλο μέσο ενημερωθεί πραγματικά και επισήμως για την προγραμματισμένη ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της δίκης αυτής, κατά τρόπον ώστε να αποδεικνύεται σαφώς ότι τελούσε σε γνώση της προγραμματισμένης δίκης, και
(Β) είχε ενημερωθεί ότι μπορεί να εκδοθεί απόφαση σε περίπτωση που το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν εμφανιστεί στη δίκη, ή
(ii) τελούσε σε γνώση της προγραμματισμένης δίκης, είχε δώσει εντολή σε δικηγόρο, τον οποίο διόρισε είτε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είτε το κράτος έκδοσης για να τον εκπροσωπήσει στη δίκη, και εκπροσωπήθηκε όντως από αυτόν το δικηγόρο στη δίκη, ή
(iii) αφού του επιδόθηκε η απόφαση και ενημερώθηκε ρητά για το δικαίωμά του να δικαστεί εκ νέου ή να ασκήσει ένδικο μέσο, όπου το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δικαιούται να παρίσταται και όπου η ουσία της υπόθεσης, περιλαμβανομένων και νέων αποδεικτικών στοιχείων, θα επανεξεταστεί, και η δίκη μπορεί να οδηγήσει σε ανατροπή της αρχικής απόφασης -
(Α) έχει δηλώσει ρητώς ότι δεν αμφισβητεί την απόφαση, ή
(Β) δεν έχει ζητήσει να δικαστεί εκ νέου ή δεν έχει ασκήσει ένδικο μέσο εντός της ισχύουσας προθεσμίας·
(ι) σύμφωνα με το προβλεπόμενο στο άρθρο 6 πιστοποιητικό, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν εμφανίσθηκε αυτοπροσώπως, εκτός εάν επισημαίνεται στο πιστοποιητικό ότι το εν λόγω πρόσωπο, αφού ενημερώθηκε ρητά για τη διαδικασία και τη δυνατότητα να παραστεί αυτοπροσώπως σε δίκη, παραιτείται ρητά του δικαιώματος ακρόασης και δηλώνει ρητά ότι δεν αμφισβητεί την υπόθεση.
(3) Σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) και στις παραγράφους (γ), (ζ), (θ) και (ι) του εδαφίου (2), η αρμόδια αρχή εκτέλεσης, πριν αποφασίσει να μην αναγνωρίσει και εκτελέσει απόφαση, εν όλω ή εν μέρει, διαβουλεύεται, μέσω της κεντρικής αρχής, με οποιοδήποτε κατάλληλο μέσο με την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης και, όπου κρίνει κατάλληλο, της ζητεί να παράσχει χωρίς καθυστέρηση τυχόν αναγκαίες πληροφορίες.
(4) Εάν η αρμόδια αρχή εκτέλεσης αποφασίσει ότι δεν έχει δικαιοδοσία να αναγνωρίσει και εκτελέσει απόφαση άλλου κράτους μέλους, διαβιβάζει την απόφαση αυτή στην κεντρική αρχή, η οποία ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης.
9.-(1) ΄Οταν ο καταδικασθείς είναι σε θέση να αποδείξει ότι κατέβαλε το ποσό της χρηματικής ποινής, εν όλω ή εν μέρει, σε οποιοδήποτε κράτος, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης η οποία εξέδωσε το διάταγμα, διαβουλεύεται, μέσω της κεντρικής αρχής, με την αρμόδια αρχή στο κράτος έκδοσης κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (3) του άρθρου 8.
(2) Κάθε τμήμα του ποσού της χρηματικής ποινής που έχει εισπραχθεί με οποιονδήποτε τρόπο σε άλλο κράτος εκπίπτει πλήρως από το ποσό της χρηματικής ποινής που είναι εκτελεστή στη Δημοκρατία.
(3) Οποιαδήποτε ποσά εισπράττονται κατά την εκτέλεση αναφερόμενης στο άρθρο 7 απόφασης περιέρχονται στη Δημοκρατία, εκτός αν υπάρχει διαφορετική συμφωνία μεταξύ της Δημοκρατίας και του κράτους έκδοσης, ιδίως αναφορικά με αποφάσεις που επιβάλλουν την υποχρέωση καταβολής της αποζημίωσης η οποία προβλέπεται στην παράγραφο (β) του ορισμού του όρου «χρηματική ποινή» στο άρθρο 2.
10. Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη νομοθετική διάταξη ή κανόνα απόδειξης, τα αναφερόμενα στο άρθρο 6 έγγραφα, τα οποία διαβιβάζονται με οποιοδήποτε τρόπο, περιλαμβανομένων των μέσων σύγχρονης τεχνολογίας, γίνονται δεκτά σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία από τα δικαστήρια, καθώς και από την αρμόδια αρχή εκτέλεσης, ως εκ πρώτης όψεως απόδειξη της αυθεντικότητάς τους και του περιεχομένου τους.
11. Όταν μια απόφαση δεν είναι δυνατόν να εκτελεστεί εν όλω ή εν μέρει, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης δύναται να επιβάλει εναλλακτικές ποινές τις οποίες επιτρέπει το κυπριακό δίκαιο, περιλαμβανομένων των στερητικών της ελευθερίας ποινών, εφόσον -
(α) το κράτος έκδοσης έχει επιτρέψει την επιβολή αυτών των εναλλακτικών ποινών στο προβλεπόμενο στο άρθρο 6 πιστοποιητικό, και
(β) το ύψος της επιβαλλόμενης ποινής δεν υπερβαίνει το μέγιστο όριο που τυχόν δηλώνεται στο ίδιο πιστοποιητικό.
12. Η τέταρτη παράγραφος του Άρθρου 53 του Συντάγματος εφαρμόζεται επί αποφάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 7, ως εάν αυτές οι αποφάσεις αφορούσαν χρηματική ποινή επιβληθείσα από δικαστήριο στη Δημοκρατία.
13.-(1) Η αρμόδια αρχή εκτέλεσης ανακαλεί το εκδοθέν διάταγμα εκτέλεσης δυνάμει του εδαφίου (3) του άρθρου 7, μόλις πληροφορηθεί από την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης ότι στο κράτος αυτό χορηγήθηκε αμνηστία ή χάρη ή λήφθηκε άλλη απόφαση ή μέτρο, συνεπεία των οποίων η σχετική με το διάταγμα απόφαση παύει να είναι εκτελεστή ή αποσύρεται από τη Δημοκρατία για οποιοδήποτε άλλο λόγο.
(2) Σε περίπτωση που, αναφορικά με την εκτέλεση αναφερόμενης στο άρθρο 7 απόφασης στη Δημοκρατία, έτυχε εφαρμογής, σύμφωνα με το άρθρο 12, η τέταρτη παράγραφος του Άρθρου 53 του Συντάγματος, η κεντρική αρχή πληροφορεί αμέσως την αρμόδια αρχή στο κράτος έκδοσης για το γεγονός αυτό καθώς και για το περιεχόμενο απόφασης που λαμβάνεται δυνάμει του άρθρου 12.
14. Επιπρόσθετα από τις απαιτήσεις ενημέρωσης του κράτους έκδοσης οι οποίες προβλέπονται στο εδάφιο (4) του άρθρου 8 και στο εδάφιο (2) του άρθρου 13, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης ενημερώνει, το συντομότερο δυνατό, μέσω της κεντρικής αρχής, την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης με οποιοδήποτε μέσο που αποτυπώνεται εγγράφως -
(α) για οποιαδήποτε απόφαση άρνησης αναγνώρισης και εκτέλεσης απόφασης, σύμφωνα με το άρθρο 8, καθώς και για τους λόγους τέτοιας απόφασης·
(β) για την ολική ή μερική μη εκτέλεση της απόφασης για τους λόγους που αναφέρονται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 7 και στα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 9·
(γ) για την εκτέλεση της απόφασης, μόλις η εκτέλεση ολοκληρωθεί·
(δ) για την επιβολή εναλλακτικής ποινής σύμφωνα με το άρθρο 11.
15. Σε περίπτωση που αρμόδια αρχή έκδοσης της Δημοκρατίας διαβιβάζει απόφασή της σε άλλο κράτος μέλος προς αναγνώριση και εκτέλεσή της, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις της Απόφασης-Πλαισίου 2005/214/ΔΕΥ:
16. Το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται να εκδίδει διαδικαστικούς κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου.
17. Ο περί της Σύμβασης μεταξύ των Κρατών Μελών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την Εκτέλεση των Αλλοδαπών Ποινικών Καταδικαστικών Αποφάσεων (Κυρωτικός) Νόμος δεν εφαρμόζεται αναφορικά με αποφάσεις που διαβιβάζονται σύμφωνα με το άρθρο 6.