90.-(1) Οι διατάξεις του άρθρου 24 δεν θίγουν τις αρμοδιότητες της Κεντρικής Τράπεζας δυνάμει -
(α) του περί Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου, και
(β) της πράξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1781/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Νοεμβρίου 2006, περί των πληροφοριών για τον πληρωτή που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών», όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(2) Για όση ζημία δεν καλύπτεται από τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 57 και των άρθρων 69, 70, 71 και 73 δεν θίγεται τυχόν δικαίωμα αποζημίωσης το οποίο έχει ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών δυνάμει του δικαίου που εφαρμόζεται στη σύμβαση παροχής υπηρεσιών πληρωμών.
(3) Ο παρών Νόμος δεν θίγει την εξουσία της Κεντρικής Τράπεζας προς έκδοση οδηγιών δυνάμει άλλων διατάξεων, ιδίως του εδαφίου (3) του άρθρου 41 του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου.
(4) Ο παρών Νόμος δεν θίγει την εξουσία της ΥΕΑΣΕ προς έκδοση αποφάσεων και οδηγιών δυνάμει του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου ή άλλου νόμου.
(5) Ο παρών Νόμος δεν θίγει την εφαρμογή των περί Καταναλωτικής Πίστης Νόμων του 2001 έως 2007, τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου και τις συμβατές με το κοινοτικό δίκαιο διατάξεις του κυπριακού δικαίου, οι οποίες σχετίζονται με τη χορήγηση πιστώσεων στους καταναλωτές.
(6) Το Μέρος IV δεν θίγει την εφαρμογή -
(α) διατάξεων του κοινοτικού δικαίου, και
(β) διατάξεων του κυπριακού δικαίου που ενσωματώνουν διατάξεις κοινοτικού δικαίου ή αποσκοπούν στην εφαρμογή τους,
οι οποίες προβλέπουν επιπλέον απαιτήσεις περί προηγούμενης ενημέρωσης.
(7) Ο περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμος εφαρμόζεται σε κάθε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από σύστημα πληρωμών ή πάροχο υπηρεσιών πληρωμών, η οποία γίνεται για σκοπούς συμμόρφωσης με διατάξεις του παρόντος Νόμου και πρόληψης, διερεύνησης και εντοπισμού απάτης στον τομέα των υπηρεσιών πληρωμών.
91. Χωρίς επηρεασμό των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου που προβλέπουν την έκδοση οδηγιών, η Κεντρική Τράπεζα και η ΥΕΑΣΕ δύνανται να εκδίδουν μεμονωμένα ή/και από κοινού οδηγίες για τη ρύθμιση οποιουδήποτε άλλου θέματος στον παρόντα Νόμο ή/και τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 924/2009, το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού.
92. Ο Υπουργός Οικονομικών, με διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δύναται-
(α) να τροποποιεί το Παράρτημα, ή/και
(β) να τροποποιεί το ποσό το οποίο αναφέρεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 57.
93.-(1) Νομικά πρόσωπα τα οποία άρχισαν να ασκούν νομίμως δραστηριότητες ιδρύματος πληρωμών στη Δημοκρατία πριν από την 25η Δεκεμβρίου 2007 και τα οποία δεν παρέχουν υπηρεσίες διαμεσολάβησης για τη μεταφορά χρημάτων, δικαιούνται να συνεχίσουν να ασκούν τις δραστηριότητες αυτές εφόσον, το αργότερο μέχρι την 30η Απριλίου 2011, λάβουν άδεια λειτουργίας ιδρύματος πληρωμών:
Νοείται ότι τα πρόσωπα αυτά -
(α) δεν απολαύουν του δικαιώματος εγκατάστασης και ελεύθερης παροχής υπηρεσιών δυνάμει του άρθρου 23, προτού λάβουν άδεια λειτουργίας ιδρύματος πληρωμών∙ και
(β) υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του περί Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου και της πράξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1781/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Νοεμβρίου 2006 περί των πληροφοριών για τον πληρωτή που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών», όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(2) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να χορηγεί άδεια λειτουργίας ιδρύματος πληρωμών, χωρίς προηγούμενη αίτηση, στα νομικά πρόσωπα στα οποία χορήγησε άδεια για την ίδρυση και λειτουργία επιχείρησης παροχής υπηρεσιών διαμεσολάβησης στη μεταφορά χρημάτων, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) η άδεια για την ίδρυση και λειτουργία επιχείρησης παροχής υπηρεσιών διαμεσολάβησης στη μεταφορά χρημάτων χορηγήθηκε πριν από την 25η Δεκεμβρίου 2007 και δεν έχει ανακληθεί∙
(β) δεν συντρέχει λόγος ανάκλησης της πιο πάνω άδειας λειτουργίας∙
(γ) η Κεντρική Τράπεζα διαθέτει ήδη αποδείξεις ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησης άδειας λειτουργίας ιδρύματος πληρωμών:
Νοείται ότι η Κεντρική Τράπεζα δύναται να τάσσει προθεσμία στα πρόσωπα αυτά προς συμπλήρωση των προϋποθέσεων χορήγησης άδειας λειτουργίας ιδρύματος πληρωμών επί ποινή ανάκλησης της άδειας για την ίδρυση και λειτουργία επιχείρησης παροχής υπηρεσιών διαμεσολάβησης στη μεταφορά χρημάτων. Η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει τα πρόσωπα αυτά πριν από τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας ιδρύματος πληρωμών.
(3) Θυγατρικές εταιρείες τραπεζών οι οποίες άρχισαν πριν από την 25η Δεκεμβρίου 2007 να διενεργούν πράξεις πληρωμής κατά την έννοια της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 13 του περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμου, ως οι εν λόγω Νόμοι ίσχυαν κατά την εν λόγω ημερομηνία, λαμβάνουν άδεια λειτουργίας ιδρύματος πληρωμών, χωρίς προηγούμενη αίτηση, εφόσον γνωστοποιήσουν στην Κεντρική Τράπεζα την εν λόγω δραστηριότητα μέχρι την 25η Δεκεμβρίου 2009 και εφόσον πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις που ήθελε ορίσει με οδηγία της η Κεντρική Τράπεζα:
Νοείται ότι άδεια λειτουργίας ιδρύματος πληρωμών που χορηγείται δυνάμει του παρόντος εδαφίου μπορεί να παύσει, να ανακληθεί ή/και να ανασταλεί κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 16 έως 18 του παρόντος Νόμου.
(4) Τα πρόσωπα των εδαφίων (1) έως (3), για όσο χρόνο συνεχίζουν να ασκούν δραστηριότητες χωρίς άδεια λειτουργίας ιδρύματος πληρωμών, εξακολουθούν να υπόκεινται στις προϋποθέσεις αδειοδότησης και τις διατάξεις προληπτικής εποπτείας που ίσχυαν στη Δημοκρατία πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.
(5) Τα πρόσωπα των εδαφίων (1) έως (3) υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τις διατάξεις των Μερών IV έως IX του παρόντος Νόμου και με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 924/2009. Για σκοπούς εφαρμογής των Μερών IV έως IX, τα πρόσωπα αυτά θεωρούνται ιδρύματα πληρωμών και υπόκεινται στην εποπτεία της Κεντρικής Τράπεζας, εφαρμοζομένων των άρθρων 84, 85, 86 και 88.
(6) Η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε σχέση με την εφαρμογή των εδαφίων (2) και (3).
94.-(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται και σε κάθε σύμβαση που συνάφθηκε ανάμεσα σε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και χρήστη υπηρεσιών πληρωμών πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου και η οποία συνιστά σύμβαση-πλαίσιο παροχής υπηρεσιών πληρωμών κατά την έννοια του παρόντος Νόμου. Κάθε όρος της σύμβασης που αντιβαίνει σε διάταξη του παρόντος Νόμου θεωρείται άκυρος, εκτός εάν είναι ευνοϊκότερος για το χρήστη υπηρεσιών πληρωμών σε σύγκριση με τη διάταξη στην οποία αντιβαίνει.
(2) Το εδάφιο (1) δεν θίγει πράξεις πληρωμής οι οποίες συνιστούν ατομικές πράξεις πληρωμής καλυπτόμενες από σύμβαση-πλαίσιο κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, οι οποίες εκτελέστηκαν πριν από την 1η Νοεμβρίου 2009.
(3) Παρά τα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 42, σύμβαση η οποία συνάφθηκε ανάμεσα σε πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και χρήστη υπηρεσιών πληρωμών πριν από την 1η Νοεμβρίου 2009 και η οποία συνιστά σύμβαση-πλαίσιο κατά την έννοια του άρθρου 2 του παρόντος Νόμου, μπορεί να τροποποιηθεί άπαξ, κατόπιν πρότασης του παρόχου υπηρεσιών πληρωμών που παρέχεται τουλάχιστον δύο μήνες πριν από την προτεινόμενη ημερομηνία έναρξης ισχύος της τροποποίησης, για σκοπούς παροχής της προτεινόμενης τροποποίησης, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών μπορεί να παράσχει συνοπτικό κατάλογο των πληροφοριών και όρων που τροποποιούνται και να υποδείξει τον τρόπο με τον οποίο έχει καταστεί διαθέσιμο το πλήρες κείμενο των τροποποιούμενων πληροφοριών και όρων. Η τροποποίηση θα θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή από το χρήστη υπηρεσιών πληρωμών, εάν αυτός δεν γνωστοποιήσει τη μη αποδοχή πριν από την προτεινόμενη ημερομηνία έναρξης ισχύος της τροποποίησης. Όταν προταθεί τέτοια τροποποίηση, ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών δικαιούται να τερματίσει τη σύμβαση-πλαίσιο αμέσως και χωρίς επιβάρυνση πριν από την προτεινόμενη ημερομηνία έναρξης ισχύος της τροποποίησης. Ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών επισημαίνει στο χρήστη το παρόν εδάφιο και το δικαίωμα τερματισμού κατά την πρόταση της τροποποίησης:
(4) Για την πρόταση της τροποποίησης κατά το εδάφιο (3), ο πάροχος υπηρεσιών λαμβάνει υπόψη τη γεωγραφική διεύθυνση και λοιπά στοιχεία επικοινωνίας που του παρέσχε ο χρήστης υπηρεσιών πληρωμών.
(5) Κάθε εντολή πληρωμής την οποία έδωσε πληρωτής πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου και η οποία αφορά άμεση χρέωση κατά την έννοια του άρθρου 2, θεωρείται ότι περιλαμβάνει εξουσιοδότηση του πληρωτή για χρέωση του λογαριασμού πληρωμών που διατηρεί με τον οικείο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών και πίστωση του λογαριασμού πληρωμών που διατηρεί ο δικαιούχος με άλλον πάροχο υπηρεσιών πληρωμών. Για την πρώτη χρήση της εξουσιοδότησης αυτής απαιτείται καταχώρηση στον ημερήσιο τύπο, με μέριμνα του δικαιούχου, δύο μήνες πριν από τη σκοπούμενη ημερομηνία. Ο πληρωτής μπορεί να ανακαλέσει την εντολή πληρωμής αμέσως και χωρίς επιβάρυνση πριν από την ημερομηνία αυτή.
(6) Τα εδάφια (3) και (4) παύουν να ισχύουν σε οχτώ μήνες μετά την έναρξη ισχύος τους.