1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Καθορισμού Ανωτάτων Τιμών Χονδρικής και Λιανικής Πώλησης σε Ειδικές Περιπτώσεις Νόμος του 2012.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -
«αγορά» σημαίνει τη σχετική αγορά χονδρικής και λιανικής διάθεσης των προϊόντων που αναφέρονται στον Πίνακα του Παραρτήματος∙
«Γενικός Διευθυντής» σημαίνει το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας·
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία∙
«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή της Υπηρεσίας Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου και οποιοδήποτε λειτουργό της εν λόγω υπηρεσίας εξουσιοδοτημένο, γραπτώς, από το Διευθυντή για να ενεργεί εκ μέρους του·
«διανομέας» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, στην αλυσίδα εφοδιασμού, άλλο από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο καθιστά διαθέσιμα στην αγορά τα προϊόντα ή μέρος αυτών, που περιλαμβάνονται στον Πίνακα του Παραρτήματος∙
«διάταγμα» σημαίνει διάταγμα του Υπουργού που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 4∙
«έμπορος» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο στο πλαίσιο της εμπορικής, επιχειρηματικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας καθιστά διαθέσιμα στην αγορά τα προϊόντα ή μέρος αυτών που περιλαμβάνονται στον Πίνακα του Παραρτήματος και περιλαμβάνει τον κατασκευαστή, τον παραγωγό, τον εισαγωγέα, το διανομέα, τον καταστηματάρχη και το λιανοπώλη∙
«εξουσιοδοτημένος λειτουργός» σημαίνει λειτουργό, που διορίζεται από τον Υπουργό δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6 για να ασκεί εξουσίες επιθεώρησης δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 7∙
«κατασκευαστής» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο κατασκευάζει, επεξεργάζεται ή μεταποιεί ή αναθέτει σε άλλους το σχεδιασμό ή την κατασκευή των προϊόντων ή μέρος αυτών που περιλαμβάνονται στο Πίνακα του Παραρτήματος και εμπορεύεται τα προϊόντα αυτά στη Δημοκρατία υπό την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του∙
«καταστηματάρχης» σημαίνει τον ιδιοκτήτη ή κάτοχο οποιουδήποτε υποστατικού στη Δημοκρατία ο οποίος το χρησιμοποιεί για εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα∙
«λιανοπώλης» σημαίνει πρόσωπο του οποίου η επιχείρηση ή μέρος αυτής δραστηριοποιείται στην πώληση των προϊόντων ή μέρους αυτών που περιλαμβάνονται στον Πίνακα του Παραρτήματος σε καταναλωτή∙
«περιθώριο μικτού κέρδους» σημαίνει το δείκτη κερδοφορίας, ο οποίος εκφράζεται ως ποσοστό του μικτού κέρδους στις πωλήσεις ενός εμπόρου κατά τη διάρκεια μίας λογιστικής περιόδου∙
«προϊόντα» σημαίνει οποιαδήποτε αγαθά που αποτιμούνται σε χρήμα, τα οποία είναι ικανά να αποτελέσουν αντικείμενο εμπορικής συναλλαγής και περιλαμβάνονται στον Πίνακα του Παραρτήματος, συμπεριλαμβανομένων και των βασικών πρώτων υλών με τις οποίες παρασκευάζονται/παράγονται τα προϊόντα αυτά∙
«παραγωγός» σημαίνει πρόσωπο το οποίο ασχολείται προσωπικά ή μέσω άλλων προσώπων στην παραγωγή των προϊόντων ή μέρους αυτών που περιλαμβάνονται στο Πίνακα του Παραρτήματος∙
«τιμές» σημαίνει, ανάλογα με την περίπτωση, τις τιμές λιανικής ή χονδρικής πώλησης∙
«Υπουργείο» σημαίνει το Υπουργείο Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας.
3. Τηρουμένων των διατάξεων του περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου, το ύψος των τιμών λιανικής πώλησης των προϊόντων που περιλαμβάνονται στον Πίνακα του Παραρτήματος καθορίζεται ελεύθερα από τους εμπόρους, έχοντας υπόψη τις διεθνείς και εγχώριες συνθήκες της αγοράς.
4.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 3, ο Υπουργός δύναται να εκδώσει διάταγμα με το οποίο να καθορίζει, για περίοδο μέχρι σαράντα πέντε (45) ημέρες, ανώτατες τιμές πώλησης ή ανώτατα περιθώρια μικτών κερδών για όλα ή μερικά από τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στον Πίνακα του Παραρτήματος, όταν το ύψος των τιμών, στις οποίες διατίθενται τα προϊόντα αυτά στη Δημοκρατία, είναι σε υπερβολικά πιο ψηλό επίπεδο από ό,τι δικαιολογείται από τις διεθνείς και εγχώριες συνθήκες, καθώς και όταν επικρατούν στην αγορά ιδιαίτερα δύσκολες οικονομικές συνθήκες που επιβάλλουν συγκράτηση της αύξησης των τιμών σε βασικά καταναλωτικά προϊόντα, καθώς και για την προστασία των καταναλωτών, ιδίως όταν το περιθώριο κέρδους των εμπόρων είναι υπερβολικά ψηλό:
(2) Το διάταγμα εκπνέει με την παρέλευση της αναφερόμενης το εδάφιο (1) χρονικής περιόδου.
(3) O Υπουργός κατά τον καθορισμό των ανώτατων τιμών ή ανώτατων περιθωρίων μικτών κερδών που αναφέρονται στο εδάφιο (1) λαμβάνει υπόψη τις συνθήκες της διεθνούς και της εγχώριας αγοράς και ιδίως-
(α) Τις τιμές εισαγωγής των προϊόντων, σε περίπτωση που δεν παράγονται στη Δημοκρατία,
(β) το κόστος αγοράς των πρώτων υλών για την παραγωγή των προϊόντων που θα παραχθούν στη Δημοκρατία,
(γ) το κόστος παραγωγής των προϊόντων σε περίπτωση που παράγονται στη Δημοκρατία,
(δ) το κόστος των εμπόρων,
(ε) τα περιθώρια κέρδους των εμπόρων,
(στ) την προστασία των καταναλωτών.
5.-(1) Ο Υπουργός, με διάταγμά του, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, έχει εξουσία, όταν οι συνθήκες της αγοράς το επιβάλλουν να τροποποιεί το Παράρτημα.
6.-(1) Ο Υπουργός, με διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, διορίζει λειτουργούς του Υπουργείου ως εξουσιοδοτημένους λειτουργούς για σκοπούς διεξαγωγής ερευνών των συνθηκών της αγοράς, κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 7.
(2) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός υποβάλλει λεπτομερή έκθεση προς τον Υπουργό αναφορικά με το αποτέλεσμα της έρευνάς του.
7.-(1) Εξουσιοδοτημένος λειτουργός, δύναται για σκοπούς έρευνας που διεξάγεται με βάση τον παρόντα Νόμο να-
(α) Απαιτήσει από πρόσωπο, το οποίο κατά τη γνώμη του κατέχει πληροφορίες ή έχει υπό τον έλεγχο ή την εξουσία του έγγραφα ή στοιχεία σχετικά με την έρευνα και ιδίως με τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 4, να παράσχει αυτές τις πληροφορίες, τα έγγραφα ή στοιχεία σ’ αυτόν και αν είναι αναγκαίο, δύναται να απαιτήσει από το πρόσωπο αυτό να προσέλθει στα γραφεία του εξουσιοδοτημένου λειτουργού για το σκοπό αυτό∙
(β) εισέρχεται κατά οποιαδήποτε εύλογη ώρα επιδεικνύοντας πιστοποιητικό της ιδιότητάς του, και χωρίς προηγούμενη προειδοποίηση σε οποιοδήποτε κτίριο ή υποστατικό ή άλλο χώρο, εξαιρουμένης της κατοικίας, στον οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι φυλάσσονται πληροφοριακά στοιχεία και έγγραφα που σχετίζονται με την έρευνα∙
(γ) διεξάγει τέτοιες έρευνες, εξετάσεις, δοκιμές, ελέγχους, επιθεωρήσεις και διερευνήσεις που μπορεί να είναι αναγκαίες για να διαπιστώσει κατά πόσο το ύψος των τιμών των προϊόντων στις οποίες διατίθενται αυτά στην αγορά, είναι σε υπερβολικά ψηλότερο επίπεδο από ό,τι δικαιολογείται από τις διεθνείς και εγχώριες συνθήκες∙
(δ) κρατήσει αντίγραφα οποιωνδήποτε στοιχείων για τα οποία έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι, ενδεχομένως, θα χρειαστούν για αποδεικτικούς σκοπούς σε ποινική διαδικασία αναφορικά με οποιοδήποτε αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(2) Πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται οποιαδήποτε απαίτηση δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (1), υποχρεούνται να συμμορφωθεί με την απαίτηση αυτή, επιφυλασσόμενων των ασυλιών και προνομιών που απολαμβάνει μάρτυρας, ο οποίος καλείται να εμφανισθεί ενώπιον δικαστηρίου.
(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο υποχρεούται να συμμορφώνεται με οποιαδήποτε απαίτηση απευθύνεται σε αυτό από εξουσιοδοτημένο λειτουργό, δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(4) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να παρακωλύει ή παρεμποδίζει, με πράξη ή παράλειψη, εξουσιοδοτημένο λειτουργό κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος Νόμου.
7Α.-(1) Ο Διευθυντής έχει την αρμοδιότητα να διερευνά τυχόν παραβάσεις σχετικά με την εφαρμογή των ανώτατων τιμών πώλησης ή ανώτατων περιθωρίων μικτών κερδών που καθορίζονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 4, ασκώντας τις εξουσίες που προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 7Β και 7Γ.
(2) Ο Διευθυντής υποβάλλει γραπτή έκθεση προς τον Υπουργό αναφορικά με το αποτέλεσμα της διερεύνησης που διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1).
7Β.-(1) Ο Διευθυντής δύναται να συλλέγει πληροφορίες απαραίτητες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του με γραπτό αίτημα προς εμπόρους ή άλλα πρόσωπα ή δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς.
(2) Στο γραπτό αίτημα του Διευθυντή καθορίζονται οι αιτούμενες πληροφορίες και οι διατάξεις που το προβλέπουν, η αιτιολογία του αιτήματος, η εύλογη προθεσμία προς παροχή των πληροφοριών, που δε δύναται να είναι μικρότερη των είκοσι (20) ημερών, και οι ενδεχόμενες κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την υποχρέωση της παροχής πληροφοριών.
(3) Ο έμπορος ή άλλο πρόσωπο ή δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας, προς τους οποίους απευθύνεται το αίτημα του Διευθυντή, έχει υποχρέωση προς έγκαιρη, πλήρη και ακριβή παροχή των αιτούμενων πληροφοριών εντός της προκαθορισμένης εύλογης προθεσμίας.
(4) Σε περίπτωση που η απάντηση και/ ή οι πληροφορίες που δίδονται από τον έμπορο ή άλλο πρόσωπο ή δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα, στους οποίους απευθύνεται το αίτημα για παροχή πληροφοριών, είναι ελλιπείς, ασαφείς ή χρήζουν περαιτέρω διευκρινίσεων και/ή διερεύνησης, ο Διευθυντής δύναται να προβεί στην υποβολή νέου αιτήματος προς τον εν λόγω έμπορο ή άλλο πρόσωπο ή δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα, με σκοπό τη λήψη όλων των απαιτούμενων πληροφοριών και/ ή απαραίτητων διευκρινίσεων και/ ή επεξηγήσεων:
(5)(α) Σε περίπτωση που έμπορος ή άλλο πρόσωπο ή άλλος δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας παραλείπει να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, και/ή εκ προθέσεως ή εξ αμελείας παρέχει ψευδείς, ελλιπείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες, διαπράττει ποινικό αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(β) Σε περίπτωση δεύτερης ή μεταγενέστερης καταδίκης του ίδιου εμπόρου ή άλλου προσώπου ή άλλου δημόσιου ή ιδιωτικού φορέα, το πρόσωπο αυτό υπόκειται σε ποινή φυλάκισης για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τον ένα (1) χρόνο ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες ευρώ (€8.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
7Γ.-(1) Ο Διευθυντής δύναται, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του, να διενεργεί όλες τις απαραίτητες έρευνες και συγκεκριμένα-
(α) Να εισέρχεται σε κάθε γραφείο, χώρο, γήπεδο και μεταφορικό μέσο των εμπόρων, καθώς και σε κάθε άλλο επαγγελματικό χώρο, εξαιρουμένων των κατοικιών·
(β) να ελέγχει τα αρχεία, τα βιβλία, τους λογαριασμούς, καθώς και κάθε άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, ανεξαρτήτως της μορφής αποθήκευσής τους·
(γ) να λαμβάνει ή να αποκτά υπό οποιαδήποτε μορφή αντίγραφο ή απόσπασμα αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών και κάθε άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας ανεξαρτήτως της μορφής αποθήκευσής τους και οπουδήποτε και αν αυτά φυλάσσονται·
(δ) να σφραγίζει οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο και αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς και άλλα έγγραφα επαγγελματικής φύσης, κατά την περίοδο και στο βαθμό που απαιτούνται για τον έλεγχο·
(ε) να υποβάλλει σε κάθε έμπορο, αντιπρόσωπο ή μέλος του προσωπικού του εμπόρου ερωτήσεις και να ζητά επεξηγήσεις περί των γεγονότων ή εγγράφων που σχετίζονται με το αντικείμενο και το σκοπό του ελέγχου και να καταγράφει τις απαντήσεις.
(2) Οι έρευνες διενεργούνται χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση του εμπόρου, εκτός εάν ο Διευθυντής κρίνει ότι η παροχή ειδοποίησης θα υποβοηθήσει στην άσκηση των εξουσιών που του παρέχονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου.
(3) Η έρευνα διενεργείται κατόπιν επίδειξης γραπτής εντολής του Διευθυντή που καθορίζει επακριβώς το αντικείμενο και το σκοπό της έρευνας, ορίζει την ημερομηνία έναρξης της έρευνας, τη διάταξη η οποία προβλέπει την εξουσία του Διευθυντή για την εν λόγω έρευνα και τις ενδεχόμενες κυρώσεις σε περίπτωση άρνησης του εμπόρου να συμμορφωθεί προς την εντολή του Διευθυντή.
(4) Ο έμπορος, ο οποίος υπόκειται σε έρευνα, δύναται να συμβουλευθεί το συνήγορό του κατά τη διάρκεια της έρευνας, η παρουσία όμως αυτού δε συνιστά νομική προϋπόθεση για το έγκυρο της έρευνας και/ ή υπεράσπιση για την μη και/ ή πλημμελή συμμόρφωση στην εντολή του Διευθυντή.
(5) Ο Διευθυντής, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, ζητά τη συνδρομή της Αστυνομίας προκειμένου να καταστεί δυνατή η άσκηση των εξουσιών του κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο.
(6) Κάθε έμπορος, ο οποίος υπόκειται σε έρευνα, και κάθε πρόσωπο στο οποίο υποβάλλονται ερωτήσεις ή από το οποίο ζητούνται επεξηγήσεις δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1), έχουν έκαστος υποχρέωση να παρέχουν στο Διευθυντή, εφόσον ο τελευταίος εύλογα το απαιτεί –
(α) Οποιαδήποτε διευκόλυνση,
(β) οποιαδήποτε πληροφορία, και
(γ) οποιαδήποτε δήλωση περί του αληθούς των πληροφοριών που παρέχουν.
(7) Σε περίπτωση που πρόσωπο αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του, δυνάμει του παρόντος άρθρου, και/ή αποκρύπτει, καταστρέφει ή παραποιεί πληροφορία, αρχείο, βιβλίο, λογαριασμό ή άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, που αποτελεί αντικείμενο έρευνας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ή παρέχει στο Διευθυντή ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητική πληροφορία, δήλωση, αρχείο, βιβλίο, λογαριασμό ή άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, ή αρνείται ή παραλείπει να παράσχει στο Διευθυντή πληροφορία, δήλωση, αρχείο, βιβλίο, λογαριασμό ή άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, που ζητείται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, διαπράττει ποινικό αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες ευρώ (€4.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(β) Σε περίπτωση δεύτερης ή μεταγενέστερης καταδίκης του ίδιου προσώπου, το πρόσωπο αυτό υπόκειται σε ποινή φυλάκισης για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τον ένα (1) χρόνο ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες ευρώ (€8.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
8.-(1) Τα στοιχεία και οι πληροφορίες που συλλέγονται και χρησιμοποιούνται από τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό ή/και το Διευθυντή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου θεωρούνται ως εμπιστευτικά.
(2) Εξουσιοδοτημένος λειτουργός ή ο Διευθυντής ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ασκεί οποιαδήποτε αρμοδιότητα με βάση τον παρόντα Νόμο, απαγορεύεται να ανακοινώνει ή να χορηγεί σε τρίτους με οποιοδήποτε τρόπο εμπιστευτικά στοιχεία ή πληροφορίες, που έχουν περιέλθει σε γνώση του ή του έχουν γνωστοποιηθεί κατά την άσκηση της εν λόγω αρμοδιότητας και έχει καθήκον να προστατεύει οποιαδήποτε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας που σχετίζεται με τα εν λόγω στοιχεία ή πληροφορίες:
(α) έναντι Δικαστηρίου της Δημοκρατίας∙
(β) έναντι Ερευνητικής Επιτροπής, που διορίσθηκε και ενεργεί δυνάμει του περί Ερευνητικών Επιτροπών Νόμου∙
(γ) έναντι ποινικού ανακριτή, ο οποίος διεξάγει ανάκριση με βάση το άρθρο 4 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου∙
(δ) έναντι της Μονάδας Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης δυνάμει του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο.
(3) Πρόσωπο, το οποίο, κατά παράβαση του εδαφίου (2), αποκαλύπτει οποιαδήποτε εμπιστευτικά στοιχεία ή πληροφορίες, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα δύο χιλιάδες ευρώ ή και στις δύο αυτές ποινές.
9. Ο Υπουργός δύναται να μεριμνά για τη διάδοση τέτοιων πληροφοριών και συμβουλών αναφορικά με την εφαρμογή του παρόντος Νόμου, τις οποίες θεωρεί χρήσιμες για την εξυπηρέτηση των καταναλωτών, καθώς και όλων των προσώπων που ενδεχομένως επηρεάζονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
10. Πρόσωπο, το οποίο αυτοπροσώπως ή διά υπαλλήλου του ή αντιπροσώπου του -
(α) δεν εφαρμόζει τις τιμές ή υπερβαίνει τα ανώτατα περιθώρια μικτού κέρδους που καθορίζονται με βάση το άρθρο 4∙
(β) παρεμποδίζει εξουσιοδοτημένο λειτουργό να εισέλθει σε υποστατικό ή άλλο χώρο και να πραγματοποιήσει οποιεσδήποτε έρευνες ή επιθεωρήσεις ή να πραγματοποιήσει οτιδήποτε θεωρεί σκόπιμο με βάση το άρθρο 7,
είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες ευρώ ή και στις δύο αυτές ποινές και σε περίπτωση δεύτερης ή μεταγενέστερης καταδίκης του, το πρόσωπο αυτό, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες ευρώ ή και στις δύο αυτές ποινές.
11.-(1) Όταν διαπράττεται ποινικό αδίκημα κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου από νομικό πρόσωπο και αποδεικνύεται ότι το αδίκημα αυτό έχει διαπραχθεί με τη συναίνεση ή τη συμπαιγνία ή αποδίδεται σε παράλειψη προσώπου που είναι διευθύνων σύμβουλος, διευθυντής, γραμματέας ή άλλος αξιωματούχος του νομικού αυτού προσώπου, το πρόσωπο αυτό, καθώς επίσης και το νομικό πρόσωπο, είναι ένοχοι αδικήματος και υπόκειται σε ποινική δίωξη σε σχέση με το αδίκημα αυτό.
(2) Όταν μέλος νομικού προσώπου, χωρίς να είναι διευθύνων σύμβουλος ή διευθυντής, ασκεί αρμοδιότητες διευθύνοντος συμβούλου ή διευθυντή, τότε εφαρμόζεται, σε σχέση με τις πράξεις ή παραλήψεις του, το εδάφιο (1), ως εάν το πρόσωπο αυτό ήταν διευθύνων σύμβουλος ή διευθυντής του νομικού προσώπου.
12.-(1) Ο Υπουργός έχει αρμοδιότητα να εξετάζει, κατόπιν υποβολής παραπόνου ή και αυταπάγγελτα, τυχόν παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος Νόμου κατόπιν διερεύνησης που διενεργείται από το Διευθυντή και υποβολής γραπτής έκθεσης σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 7Α.
(2) Όταν διαπιστώνεται παράβαση του παρόντος Νόμου, ο Υπουργός προβαίνει στις πιο κάτω ενέργειες:
(α) διατάσσει ή συστήνει στον παραβάτη όπως μέσα σε τακτή προθεσμία τερματίσει την παράβαση και αποφύγει επανάληψή της στο μέλλον ή σε περίπτωση που η παράβαση τερματίσθηκε πριν από την έκδοση της απόφασης, βεβαιώνει με απόφασή του την παράβαση,
(β) δημοσιεύει ή απαιτεί από τον παραβάτη τη δημοσίευση της απόφασής του στο σύνολό της ή εν μέρει, με τη μορφή και τον τρόπο που κρίνει κατάλληλο,
(γ) απαιτεί επιπλέον από τον παραβάτη τη δημοσίευση μέσα σε τακτή προθεσμία, επανορθωτικής δήλωσης με την μορφή και τον τρόπο που κρίνει υπό τις περιστάσεις κατάλληλο,
(δ) επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο, ανάλογα με τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης, το οποίο δε θα ξεπερνά τις διακόσιες χιλιάδες ευρώ,
(ε) αποφασίζει ότι σε περίπτωση συνέχισης της παράβασης, θα οφείλεται διοικητικό πρόστιμο μέχρι και χίλια ευρώ για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης, ανάλογα με τη βαρύτητα αυτής,
(στ) ζητά με αίτησή του προς το δικαστήριο την έκδοση απαγορευτικού ή προστακτικού διατάγματος, περιλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, εναντίον οποιουδήποτε προσώπου το οποίο, κατά την κρίση του, ενέχεται ή ευθύνεται για την παράβαση αυτή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του παρόντος Νόμου.
(3) Κατά τη δυνάμει του εδαφίου (1) διερεύνηση οποιασδήποτε παράβασης το Υπουργείο δύναται, αν το θεωρήσει σκόπιμο, να λάβει υπόψη του οποιαδήποτε ανάληψη δέσμευσης που παρέχεται από τον παραβάτη ή εκ μέρους του παραβάτη, αναφορικά με τη γενόμενη παράβαση και την προοπτική άρσης ή αποκατάστασης αυτής.
(4) Ο Υπουργός οφείλει να αιτιολογεί δεόντως την απόφασή του σε σχέση με την άσκηση οποιασδήποτε από τις εξουσίες που προβλέπονται στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου.
(5) Ο Υπουργός δύναται να αναθέσει την άσκηση οποιασδήποτε αρμοδιότητας που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο στο Γενικό Διευθυντή.
13.-(1) Τα προβλεπόμενα στις παραγράφους (δ) και (ε) του εδαφίου 2 του άρθρου 12 διοικητικά πρόστιμα, επιβάλλονται στον παραβάτη, με αιτιολογημένη απόφαση του Υπουργού, αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στον ενδιαφερόμενο παραβάτη ή εκπρόσωπό του να ακουστεί προφορικά ή/και γραπτά.
(2) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από το Υπουργείο όταν περάσει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου προθεσμία των εβδομήντα πέντε ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης για επιβολή χρηματικής ποινής.
(3) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής των κατά τον παρόντα Νόμο επιβαλλόμενων από το Υπουργείο διοικητικών προστίμων, το Υπουργείο λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττεται το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.
14.-(1) Το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκδικάζεται οποιαδήποτε αίτηση δυνάμει της παραγράφου (στ) του εδαφίου (2) του άρθρου 12 του παρόντος Νόμου, έχει εξουσία, τηρουμένων των διατάξεων του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, των περί Δικαστηρίων Νόμων και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, καθώς και οποιωνδήποτε άλλων νόμων ή κανονισμών που τροποποιούν ή αντικαθιστούν αυτούς, να εκδώσει απαγορευτικό ή προστακτικό διάταγμα, περιλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, με το οποίο να διατάσσει-
(α) Την άμεση παύση και/ή μη επανάληψη της γενόμενης παράβασης, και/ή
(β) την εντός ορισμένης προθεσμίας λήψη τέτοιων διορθωτικών κατά την κρίση του Δικαστηρίου μέτρων προς άρση της παράνομης κατάστασης που δημιούργησε η σχετική παράβαση, και/ή
(γ) τη δημοσίευση του συνόλου ή μέρους της σχετικής απόφασης του Δικαστηρίου ή τη δημοσίευση επανορθωτικής ανακοίνωσης με σκοπό την απάλειψη των τυχόν συνεχιζόμενων επιπτώσεων της παράβασης, και/ή
(δ) οποιαδήποτε άλλη ενέργεια ή μέτρο ήθελε κριθεί αναγκαίο ή εύλογο υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης.
(2) Το διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (1) δύναται να αφορά όχι μόνο στις συγκεκριμένες πράξεις, παραλείψεις ή στη συμπεριφορά του παραβάτη, αλλά και σε παρόμοιες μελλοντικές πράξεις ή παραλείψεις ή συμπεριφορά αυτού.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Προϊόντα για τα οποία ο Υπουργός Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας
δύναται να καθορίσει ανώτατες τιμές χονδρικής και λιανικής πώλησης σε
ειδικές περιπτώσεις.
ΠΙΝΑΚΑΣ
Α/Α | ΕΙΔΟΣ |
1. | Ψωμί. |
2. | Γάλα. |
3. | Νερό. |
4. | Ηλεκτρικό ρεύμα. |
5. | Κυπριακός Καφές. |