ΜΕΡΟΣ VΙ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΙΟΚΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Ίδρυση Συμβουλευτικής Επιτροπής

28.-(1) Για σκοπούς του παρόντος Νόμου, ιδρύεται Συμβουλευτική Επιτροπή η οποία αποτελείται από τα ακόλουθα μέλη:

(α) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ο οποίος ενεργεί ως πρόεδρος, ή εκπρόσωπο του·

(β) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή εκπρόσωπο του·

(γ) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού ή εκπρόσωπο του·

(δ) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης ή εκπρόσωπο του·

(ε) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων ή εκπρόσωπο του·

(στ) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών ή εκπρόσωπο του·

(ζ) το Διευθυντή του Τμήματος Περιβάλλοντος·

(η) το Διευθυντή του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης·

(θ) το Διευθυντή του Τμήματος Αλιείας·

(ι) έναν εκπρόσωπο του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου·

(κ) έναν εκπρόσωπο της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου·

(λ) έναν εκπρόσωπο της Ομοσπονδίας Περιβαλλοντικών Οργανώσεων Κύπρου.

(2) Ο κάθε φορέας που αναφέρεται στο εδάφιο (1) δύναται να εκπροσωπείται σε κάθε συνεδρία της Συμβουλευτικής Επιτροπής, από διαφορετικό εκπρόσωπο και να συνοδεύεται από ένα ή δύο συμβούλους. Οι σύμβουλοι έχουν δικαίωμα να εκφράσουν τις απόψεις τους κατά τη συνεδρία, χωρίς όμως, να έχουν δικαίωμα ψήφου.

Αρμοδιότητες και υποχρεώσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής

29. -(1) Η Συμβουλευτική Επιτροπή έχει καθήκον να μελετά το περιεχόμενο των αιτήσεων που υποβάλλονται με βάση τον παρόντα Νόμο, να προβαίνει σε αξιολόγηση των αιτήσεων για εξερεύνηση και αδειοδότηση τόπων αποθήκευσης του CO2 και να ετοιμάζει τα αντίστοιχα σχέδια για άδεια, καθώς και να προβαίνει σε αξιολόγηση όλων των θεμάτων που δυνατό να προκύψουν σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας για την αποθήκευση του CO2 .

(2) Η Συμβουλευτική Επιτροπή έχει επίσης αρμοδιότητα, να συμβουλεύει την αρμόδια αρχή για τα θέματα που ορίζει ο παρών Νόμος ή που προκύπτουν κατά την εφαρμογή των διατάξεων του, καθώς και για οτιδήποτε άλλο κρίνει η ίδια σκόπιμο να εξετάσει και να υποβάλλει τις απόψεις της στον Υπουργό.

(3) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται, μέσω του προέδρου της, να καλέσει σε συνεδρία της και ή να συμβουλεύεται ειδικούς εμπειρογνώμονες για θέματα που αφορούν τη δέσμευση, μεταφορά και αποθήκευση CO2, περιλαμβανομένου οποιουδήποτε λειτουργού κρατικής υπηρεσίας ή οργανισμού δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου καθώς και οποιουδήποτε προσώπου του οποίου οι απόψεις ή εξειδικευμένες γνώσεις σε συγκεκριμένο θέμα δυνατόν να κριθούν χρήσιμες ή αναγκαίες για το έργο της.

(4) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται να ορίζει ειδικές τεχνικές επιτροπές για τη μελέτη εξειδικευμένων θεμάτων που εγείρονται κατά την εξέταση οποιασδήποτε αίτησης ή άλλου θέματος, να καθορίζει τους όρους εντολής τους και τη λειτουργία τους και να λαμβάνει υπόψη τα πορίσματα των μελετών που διενεργούν.

(5) Η Συμβουλευτική Επιτροπή βρίσκεται σε απαρτία όταν παρευρίσκονται στη συνεδρίαση ο πρόεδρος και έξι (6) τουλάχιστον μέλη.

(6) Οι συνεδρίες της Συμβουλευτικής Επιτροπής συγκαλούνται από τον πρόεδρο της με γραπτή πρόσκληση, προς κάθε μέλος τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν από τη συνεδρίαση. Οποιοδήποτε μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής δύναται να ζητήσει τη σύγκληση έκτακτης συνεδρίας με γραπτή επιστολή του προς τον πρόεδρο, στην οποία αναφέρεται το θέμα και τους λόγους που την επιβάλλουν.

(7) Ο πρόεδρος μεριμνά ώστε με την πρόσκληση για συνεδρία, να αποστέλλονται όλες πληροφορίες και τα έγγραφα, σχετικά με το κάθε θέμα της ημερήσιας διάταξης.

(8) Οποιοδήποτε θέμα που αφορά την εσωτερική λειτουργία της Συμβουλευτικής Επιτροπής, δύναται να ρυθμιστεί με σχετική απόφασή της που λαμβάνεται με απόλυτη πλειοψηφία.

Αρχιεπιθεωρητής και Επιθεωρητές

30. -(1) Για σκοπούς αποτελεσματικότερης εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, των κανονισμών και των διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού, ο Υπουργός εξουσιοδοτεί:

(α) λειτουργό του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος να ενεργεί ως Αρχιεπιθεωρητής, και

(β) λειτουργούς του ίδιου υπουργείου να ενεργούν ως Επιθεωρητές.

(2) Τα ονόματα των λειτουργών που διορίζονται ως Επιθεωρητές με βάση το εδάφιο (1) δημοσιεύονται με γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(3) Χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2), ο Υπουργός δύναται με σχετικές γνωστοποιήσεις του που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να εξουσιοδοτεί γραπτώς οποιαδήποτε πρόσωπα τα οποία κρίνει ότι κατέχουν κατάλληλα προσόντα και υπηρετούν ή όχι στη δημόσια υπηρεσία, να ασκούν τέτοιες από τις εξουσίες και τα καθήκοντα των Επιθεωρητών και να υπόκεινται σε τέτοιους όρους, όπως θα καθορίζεται στην εξουσιοδότηση.

(4) Τα καθήκοντα, οι ευθύνες και οι αρμοδιότητες του Αρχιεπιθεωρητή και των Επιθεωρητών καθορίζονται από σχετικούς Κανονισμούς.

Αδικήματα και ποινές

31. -(1) Πρόσωπο το οποίο:

(α) παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις ή οποιουσδήποτε κανονισμούς ή διατάγματα που εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο· ή

(β) αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί προς απαγόρευση ή υποχρέωση, η οποία του επιβάλλεται από τις διατάξεις ή τους κανονισμούς ή τα διατάγματα που εκδίδονται με βάση το παρόντα Νόμο, ή

(γ) αρνείται ή παραλείπει να τηρήσει οποιοδήποτε όρο άδειας η οποία του χορηγήθηκε με βάση τον παρόντα Νόμο, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

Επιβολή διοικητικού προστίμου

32.- (1) Κάθε φορέας εκμετάλλευσης, υπόκειται στην καταβολή διοικητικού προστίμου για τυχόν παραβάσεις ή μη συμμορφώσεις με τις διατάξεις ή κανονισμούς ή διατάγματα που εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο. Το ύψος του προστίμου που επιβάλλεται από την αρμόδια αρχή, ανάλογα με τη φύση και τη σοβαρότητα της παράβασης, κατά περίπτωση ανέρχεται μέχρι τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000).

(2) Η διαδικασία επιβολής προστίμου που προβλέπεται στο εδάφιο (1) αρχίζει με την κοινοποίηση στον παραβάτη σχετικής έκθεσης που συντάσσεται από την αρμόδια αρχή και έγγραφης κλήτευσης προς τον παραβάτη να υποβάλει τις απόψεις του εντός διαστήματος δέκα ημερών από την κοινοποίηση της κλήτευσης. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί, ύστερα από αίτηση του παραβάτη, για δέκα (10) επιπλέον ημέρες.

(3) Το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) πρόστιμο επιβάλλεται στον παραβάτη με αιτιολογημένη απόφαση της αρμόδιας αρχής που βεβαιώνει την παράβαση, μετά από γνωμάτευση του Διευθυντή του Τμήματος Περιβάλλοντος και αφού λάβει υπόψη, την γραπτή ή προφορική άποψη του ενδιαφερόμενου παραβάτη ή εκπροσώπου του.

(4) Κατά της απόφασης για επιβολή διοικητικού προστίμου, επιτρέπεται η άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης στον παραβάτη.

(5) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από την αρμόδια αρχή όταν περάσει άπρακτη η προθεσμία των εβδομήντα πέντε (75) ημερών, για άσκηση προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης για επιβολή χρηματικής ποινής ή σε περίπτωση που ασκείται προσφυγή ενώπιον του Υπουργού σύμφωνα με το εδάφιο (3), από την κοινοποίηση της επί της ιεραρχικής προσφυγής, απόφασης του Υπουργού.

(6) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής του επιβαλλομένου από την αρμόδια αρχή διοικητικού προστίμου, η αρμόδια αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττεται το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.

(7) Σε περίπτωση που φορέας εκμετάλλευσης δε συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και όταν άλλα μέτρα εφαρμογής δεν εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση, η αρμόδια αρχή δύναται να αποφασίσει την επιβολή απαγόρευσης λειτουργίας του φορέα εκμετάλλευσης.

Δημοσίευση ονομάτων

33. Η αρμόδια αρχή μεριμνά για τη δημοσίευση των ονομάτων των φορέων εκμετάλλευσης που έχουν παραβιάσει απαιτήσεις του παρόντος Νόμου ή/και δεν συμμορφώθηκαν με την επιβολή προστίμου δυνάμει του άρθρου 32 αυτού.

Τέλη

34. Ο Υπουργός δύναται με διάταγμα που εκδίδει και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας:

(α) να επιβάλλει τέλος που κρίνει επαρκές για την κάλυψη των εξόδων που συνεπάγεται η εξέταση της αίτησης για χορήγηση άδειας, και

(β) για όσο χρονικό διάστημα παραμένει σε ισχύ η άδεια, να επιβάλλει ετήσιο τέλος για την κάλυψη των εξόδων της παρακολούθησης, της διεξαγωγής μετρήσεων ή άλλων ελέγχων.