Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο-
«Οδηγία 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕK, 2001/80/ΕΚ. 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ, 2008/1/ΕΚ, και του κανονισμού (ΕΚ) αρίθ. 1013/2006»,
Για σκοπούς ορθότερης εναρμόνισης με τις διατάξεις του Άρθρου 18, παράγραφοι 1, 2 και 3 της πράξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο -
«Οδηγία 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Απριλίου 2009 σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και 2008/1/ΕΚ, και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006»,
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Αποθήκευσης Διοξειδίου του Άνθρακα σε Γεωλογικούς Σχηματισμούς Νόμος του 2012.
2. - (1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -
«άδεια αποθήκευσης» σημαίνει τη γραπτή και αιτιολογημένη απόφαση με την οποία εξουσιοδοτείται η αποθήκευση CO2 σε έναν τόπο αποθήκευσης από το φορέα εκμετάλλευσης, στην οποία καθορίζονται οι όροι διεξαγωγής της και εκδίδεται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου·
«άδεια εξερεύνησης» σημαίνει τη γραπτή και αιτιολογημένη απόφαση με την οποία εξουσιοδοτείται η εξερεύνηση ενός γεωλογικού σχηματισμού για χρήση του ως τόπου αποθήκευσης, στην οποία καθορίζονται οι όροι διεξαγωγής της και εκδίδεται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου·
«άδεια κατασκευής» σημαίνει την άδεια οικοδομής που χορηγείται με βάσει τις διατάξεις του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου·
«απόβλητο» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Αποβλήτων Νόμου·
«αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς» σημαίνει την έγχυση που συνοδεύεται από αποθήκευση ρευμάτων CO2 σε υπόγειους γεωλογικούς σχηματισμούς·
«Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης Νόμου·
«αρμόδια αρχή» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·
«αρχιεπιθεωρητής» σημαίνει το λειτουργό που εξουσιοδοτείται να ενεργεί ως αρχιεπιθεωρητής με βάση το άρθρο 30·
«γεωλογικός σχηματισμός» σημαίνει τη βασική στρωματογραφική ενότητα αποτελούμενη από πετρώματα με χαρακτηριστική λιθολογία και στρωματογραφική θέση·
«δέσμευση» σημαίνει το διαχωρισμό του CO2 από άλλες αέριες εκπομπές και την καθοιονδήποτε τρόπο δέσμευση του, που απαιτείται για τη μεταφορά του CO2 σε τόπο αποθήκευσης·
«διαρροή» σημαίνει οποιαδήποτε διαρροή CO2 από το συγκρότημα αποθήκευσης·
«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Περιβάλλοντος·
«δίκτυο μεταφοράς» σημαίνει το δίκτυο σωληναγωγών, συμπεριλαμβανομένων των συναφών σταθμών αύξησης της πίεσης για τη μεταφορά CO2 στον τόπο αποθήκευσης·
«Διοξείδιο του Άνθρακα» σημαίνει το Διοξείδιο του Άνθρακα (εφεξής «CO2 »)·
«διορθωτικά μέτρα» σημαίνει τυχόν μέτρα που λαμβάνονται για να διορθωθούν σημαντικές ανωμαλίες ή να αποφραχθούν διαρροές ώστε να προληφθεί ή να πάψει η έκλυση CO2 από το συγκρότημα αποθήκευσης·
«εγκατάσταση καύσης» σημαίνει κάθε τεχνική εγκατάσταση, στην οποία οξειδώνονται καύσιμα, με σκοπό τη χρησιμοποίηση της παραγόμενης θερμότητας·
«εξερεύνηση» σημαίνει την αξιολόγηση δυνητικών συμπλεγμάτων αποθήκευσης για τους σκοπούς της αποθήκευσης CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς μέσω δραστηριοτήτων διείσδυσης στον υπόγειο χώρο, όπως γεωτρητικές εργασίες για την απόκτηση γεωλογικών πληροφοριών σχετικά με στρώματα στο δυνητικό συγκρότημα αποθήκευσης και, ανάλογα με την περίπτωση, διεξαγωγή δοκιμών έγχυσης για το χαρακτηρισμό του τόπου αποθήκευσης·
«επιθεωρητής» σημαίνει το λειτουργό που εξουσιοδοτείται να ενεργεί ως επιθεωρητής με βάση το άρθρο 30·
«Επιτροπή» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ·
«ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 76 του περί της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (Κυρωτικού) Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε ισχύει, τροποποιείται ή αντικαθίσταται στη Δημοκρατία·
«θύσανος CO2» σημαίνει τον όγκο διασποράς CO2 στο γεωλογικό σχηματισμό·
«κλείσιμο» ενός τόπου αποθήκευσης σημαίνει την οριστική παύση έγχυσης CO2 στον εν λόγω τόπο αποθήκευσης·
«μετανάστευση» σημαίνει την κίνηση του CO2 εντός του συμπλέγματος αποθήκευσης·
«μετά το κλείσιμο» σημαίνει την περίοδο μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης στην αρμόδια αρχή·
«Οδηγία 2009/31/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «οδηγία 2009/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009 σχετικά με την αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα σε γεωλογικούς σχηματισμούς και για την τροποποίηση της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2000/60/ΕΚ, 2001/80/ΕΚ, 2004/35/ΕΚ, 2006/12/ΕΚ και 2008/1/ΕΚ, και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1013/2006» όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«ουσιώδης μεταβολή» σημαίνει οποιαδήποτε αλλαγή μη προβλεπόμενη στην άδεια αποθήκευσης, η οποία μπορεί να επηρεάσει σημαντικά το περιβάλλον ή την ανθρώπινη υγεία·
«ρεύμα CO2» σημαίνει τη ροή ουσιών που προκύπτει από διεργασίες δέσμευσης CO2·
«σημαντική ανωμαλία» σημαίνει τυχόν ανωμαλία στις εργασίες έγχυσης ή αποθήκευσης ή στις συνθήκες του ίδιου του συμπλέγματος αποθήκευσης, η οποία συνεπάγεται κίνδυνο διαρροής ή κίνδυνο για το περιβάλλον ή/και την ανθρώπινη υγεία·
«σημαντικός κίνδυνος» σημαίνει το συνδυασμό της πιθανότητας πρόκλησης ζημιάς και μεγέθους ζημιάς, για το περιβάλλον ή/και την ανθρώπινη υγεία·
«στήλη ύδατος» σημαίνει την κατακορύφως συνεχή μάζα ύδατος από την επιφάνεια έως τα ιζήματα του βυθού μιας υδάτινης μάζας·
«σύμπλεγμα αποθήκευσης» σημαίνει τον τόπο αποθήκευσης και τους γύρω γεωλογικούς χώρους, οι οποίοι μπορεί να επηρεάσουν τη συνολική ακεραιότητα και την ασφάλεια της αποθήκευσης, δηλαδή δευτερογενείς σχηματισμοί απομόνωσης·
«Συμβουλευτική Επιτροπή» σημαίνει την επιτροπή που ιδρύεται με βάση το άρθρο 29·
«ταμιευτήρας» σημαίνει το πορώδες και διαπερατό γεωλογικό στρώμα (ή στρώματα) που βρίσκεται μεταξύ αδιαπέραστων γεωλογικών στρωμάτων, στο οποίο βρίσκονται ή είναι δυνατόν να βρεθούν ή είναι δυνατόν να αποθηκευθούν υδρογονάνθρακες·
«τόπος αποθήκευσης» σημαίνει την κατ’ όγκον καθορισμένη περιοχή εντός γεωλογικού σχηματισμού ο οποίος χρησιμοποιείται για την αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς και τις συναφείς επιφανειακές και εγχυτικές εγκαταστάσεις·
«τρίτη χώρα» σημαίνει χώρα που δεν είναι κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«υδραυλική μονάδα» σημαίνει τον υδραυλικά συνδεδεμένο πορώδη χώρο, όπου η μεταφορά της πίεσης μπορεί να μετρηθεί με τεχνικά μέσα, ο οποίος οριοθετείται από γεωλογικούς σχηματισμούς οι οποίοι εμποδίζουν την ροή και διαφυγή του CO2·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·
«φορέας εκμετάλλευσης» σημαίνει οιοδήποτε φυσικό ή νομικό, ιδιωτικό ή δημόσιο πρόσωπο, το οποίο εκμεταλλεύεται τον τόπο αποθήκευσης ή έχει τον έλεγχο του τόπου ή στον οποίο έχει μεταβιβασθεί οικονομική εξουσία, αποφασιστικής σημασίας ως προς την τεχνική λειτουργία του τόπου αποθήκευσης, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία·
3. -(1) Ο παρών Νόμος θεσπίζει το νομικό πλαίσιο για την περιβαλλοντικώς ασφαλή αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς ως συμβολή στην καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος.
(2) Σκοπός της περιβαλλοντικώς ασφαλούς αποθήκευσης CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς είναι η μόνιμη απομόνωση του CO2 κατά τρόπο που να προλαμβάνει και, όπου αυτό δεν είναι εφικτό, να εξαλείφει κατά το δυνατόν τις αρνητικές συνέπειες και τυχόν κινδύνους για το περιβάλλον και την υγεία του ανθρώπου.
4. -(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται στην αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς στην επικράτεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της, και στην ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα της.
(2) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται στην αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς με συνολική προβλεπόμενη αποθήκευση κάτω των 100 χιλιοτόνων, η οποία διενεργείται για έρευνα, ανάπτυξη ή δοκιμή νέων προϊόντων και διεργασιών.
Απαγόρευση αποθήκευσης CO2.
(3) Απαγορεύεται η αποθήκευση CO2:
(α) σε τόπο αποθήκευσης με σύμπλεγμα αποθήκευσης που εκτείνεται πέραν της περιοχής που αναφέρεται στο εδάφιο (1)· και
(β) σε στήλη ύδατος.
5. -(1) Αρμόδια αρχή για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου ορίζεται ο Υπουργός και έχει την ευθύνη για την πιστή και αποτελεσματική εφαρμογή αυτού.
(2) Ο Υπουργός δύναται να μεταβιβάζει γραπτώς στο Διευθυντή ή σε άλλο λειτουργό του Τμήματος Περιβάλλοντος:
(α) την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας, εξαιρουμένης της εξουσίας περί έκδοσης διαταγμάτων, και
(β) την εκτέλεση οποιουδήποτε καθήκοντος που ο παρών Νόμος ή οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού κανονισμοί αναθέτουν σε αυτόν.
(3) Πρόσωπο στο οποίο μεταβιβάζεται η άσκηση εξουσίας ή η εκτέλεση καθήκοντος δυνάμει του εδαφίου (2), έχει υποχρέωση να ασκεί την εξουσία και να εκτελεί το καθήκον σύμφωνα με τις οδηγίες του Υπουργού.
(4) Κατά την άσκηση των εξουσιών της, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη της, τις θέσεις, παρατηρήσεις και εισηγήσεις του κοινού, πριν τη χορήγηση οποιασδήποτε άδειας με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
6. -(1) Ο Υπουργός δύναται με διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να ορίζει μετά από γνωμοδότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, τις περιοχές από τις οποίες δύνανται να επιλέγονται τόποι αποθήκευσης CO2 κατ’ εφαρμογή των απαιτήσεων του παρόντος Νόμου.
(2) Η αρμόδια αρχή, στην περίπτωση που επιτραπεί η γεωλογική αποθήκευση CO2 στην επικράτεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, προβαίνει σε αξιολόγηση της διαθέσιμης αποθηκευτικής ικανότητας σε τμήματα ή στο σύνολο της επικράτειάς της, επιτρέποντας την έρευνα σύμφωνα με το άρθρο 7.
(3) Η καταλληλότητα ενός γεωλογικού σχηματισμού για χρήση του ως τόπου αποθήκευσης, κρίνεται κατόπιν χαρακτηρισμού και αξιολόγησης του δυνητικού συμπλέγματος αποθήκευσης και της γύρω περιοχής κατ’ εφαρμογή των κριτηρίων που ορίζονται στο Παράρτημα Ι.
(4) Ένας γεωλογικός σχηματισμός επιλέγεται ως τόπος αποθήκευσης μόνον εάν, υπό τις προτεινόμενες προϋποθέσεις χρήσης, δεν υφίσταται σημαντικός κίνδυνος διαρροής, ούτε σημαντικός κίνδυνος για το περιβάλλον ή την υγεία.
(5) Η αρμόδια αρχή δύναται να μην επιτρέπει την αποθήκευση σε τμήματα ή στο σύνολο της επικράτειας της Κυπριακής Δημοκρατίας.
7. -(1) Στις περιπτώσεις που η αρμόδια αρχή αποφασίζει, μετά από γνωμοδότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ότι απαιτείται εξερεύνηση για τη συλλογή των πληροφοριών που είναι αναγκαίες για την επιλογή του τόπου αποθήκευσης CO2 κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6, διασφαλίζει:
(α) την εθνική και δημόσια ασφάλεια, καθώς και την προστασία της δημόσια υγείας, του περιβάλλοντος, των φυσικών πόρων και της πολιτιστικής κληρονομιάς· και
(β) ότι για τη διενέργεια τέτοιας εξερευνητικής εργασίας εξασφαλίζεται προηγουμένως άδεια εξερεύνησης.
(2) Η αξιολόγηση των αιτήσεων άδειας εξερεύνησης γίνεται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία ετοιμάζει γνωμοδότηση υπό μορφή σχεδίου απόφασης για άδεια εξερεύνησης, βάσει κατευθυντήριων οδηγιών που εκδίδονται από την αρμόδια αρχή και την υποβάλλει στην αρμόδια αρχή, εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της αντίστοιχης αίτησης.
(3) Η άδεια εξερεύνησης, όταν είναι σκόπιμο, μπορεί να προβλέπει παρακολούθηση των δοκιμών έγχυσης ή και άλλους όρους, ώστε να διασφαλίζεται η προστασία του ανθρώπου και του περιβάλλοντος.
(4) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε οι διαδικασίες χορήγησης αδειών εξερεύνησης να είναι ανοικτές στις πάσης φύσεως οντότητες που διαθέτουν την τεχνική και οικονομική δυνατότητα και, οι άδειες να χορηγούνται ή να απορρίπτονται με βάση αντικειμενικά, δημοσιευμένα και αμερόληπτα κριτήρια.
(5) Η διάρκεια ισχύος μιας άδειας εξερεύνησης δεν υπερβαίνει το χρονικό διάστημα που απαιτείται για τη διεξαγωγή της εξερεύνησης και για το οποίο χορηγείται η άδεια. Η αρμόδια αρχή δύναται να παρατείνει την διάρκεια ισχύος της άδειας εξερεύνησης, όταν η οριζόμενη διάρκεια δεν επαρκεί για την ολοκλήρωση της εξερεύνησης και η εξερεύνηση πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την άδεια. Οι άδειες εξερεύνησης χορηγούνται για περιοχή περιορισμένου όγκου.
(6) Ο κάτοχος άδειας εξερεύνησης έχει αποκλειστικό δικαίωμα εξερεύνησης του δυνητικού συμπλέγματος αποθήκευσης CO2.
(7) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε να μην επιτρέπονται αντικρουόμενες χρήσεις του συμπλέγματος αποθήκευσης κατά τη διάρκεια ισχύος της άδειας εξερεύνησης.
8. -(1) Κάθε φορέας εκμετάλλευσης εξασφαλίζει άδεια εξερεύνησης πριν από την έναρξη οποιασδήποτε δραστηριότητας.
(2) Η αίτηση για άδεια εξερεύνησης υποβάλλεται προς την αρμόδια αρχή, κατόπιν δημοσίευσης σχετικής πρόσκλησης προς υποβολή αιτήσεων που δημοσιεύει ο Υπουργός στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ή/και στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συνοδεύεται με όλα τα απαραίτητα έγγραφα και στοιχεία που καθορίζονται στην εν λόγω πρόσκληση.
(3) Η αρμόδια αρχή, αφού ελέγξει την ορθότητα και πληρότητα της κάθε αίτησης για άδεια εξερεύνησης που παραλαμβάνει:
(α) την καταχωρεί σε μητρώο αιτήσεων, δυνάμει του άρθρου 35,
(β) τη διαβιβάζει αμέσως με όλα τα συνοδευτικά έγραφα στη Συμβουλευτική Επιτροπή, για αξιολόγησή της και ετοιμασία γνωμοδότησης υπό μορφή σχεδίου απόφασης για άδεια εξερεύνησης.
(4) Η αρμόδια αρχή δύναται, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας έκδοσης άδειας εξερεύνησης, να ζητήσει από τον υποψήφιο φορέα εκμετάλλευσης, επιπρόσθετες πληροφορίες, στοιχεία και οποιοδήποτε άλλο υλικό που τυχόν κριθεί αναγκαίο για την αξιολόγηση της αίτησης.
9. -(1) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε:
(α) να μη γίνεται εκμετάλλευση οποιουδήποτε τόπου αποθήκευσης χωρίς προηγουμένως να εξασφαλίζεται άδεια αποθήκευσης, να υπάρχει μόνον ένας φορέας εκμετάλλευσης για κάθε τόπο αποθήκευσης και να μην επιτρέπονται αντικρουόμενες χρήσεις του τόπου αυτού·
(β) οι διαδικασίες χορήγησης αδειών αποθήκευσης να είναι ανοικτές στις πάσης φύσεως οντότητες που διαθέτουν την τεχνική και οικονομική δυνατότητα καθώς και την αξιοπιστία για τη λειτουργία και τον έλεγχο του τόπου αποθήκευσης και να τηρείται αμεροληψία και διαφάνεια σε όλα τα στάδια της διαδικασίας έκδοσης των αδειών αποθήκευσης, κατά:
(ι) την υποβολή της αίτησης για άδεια αποθήκευση, καταχώρησης της σε μητρώο και ενημέρωσης της Επιτροπής κατ’ εφαρμογή των άρθρων 10 και 13,
(ιι) την εξέταση της αίτησης και ετοιμασίας σχεδίου απόφασης για άδεια αποθήκευσης, από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, δυνάμει των άρθρων 10 και 12,
(ιιι) τη γνωμοδότηση της Επιτροπής για το κάθε σχέδιο απόφασης για άδεια αποθήκευσης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 13,
(ιν) την έκδοση απόφασης για άδεια αποθήκευσης και καταχώρησης της σε μητρώο αδειών κατ’ εφαρμογή των άρθρων 11, 12 και 35.
(2) Οι άδειες αποθήκευσης χορηγούνται με βάση αντικειμενικά, δημοσιευμένα και διαφανή κριτήρια.
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, χορηγείται άδεια αποθήκευσης CO2 σε συγκεκριμένο τόπο, κατά προτεραιότητα στον κάτοχο άδειας εξερεύνησης για τον τόπο αυτό, εφόσον έχει ολοκληρωθεί η εξερεύνηση του τόπου, έχουν τηρηθεί οι τυχόν όροι της άδειας εξερεύνησης και η αίτηση για εξασφάλιση άδειας αποθήκευσης έχει υποβληθεί κατά την περίοδο ισχύος της άδειας εξερεύνησης.
(4) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε να μην επιτρέπονται αντικρουόμενες χρήσεις του συμπλέγματος αποθήκευσης κατά τη διαδικασία αδειοδότησης.
10.-(1) Κάθε φορέας εκμετάλλευσης οφείλει να εξασφαλίσει άδεια αποθήκευσης πριν από την έναρξη οποιασδήποτε δραστηριότητας.
(2) Η αίτηση για άδεια αποθήκευσης υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή σε ειδικό έντυπο και περιλαμβάνει τουλάχιστον τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΙ και συνοδεύεται με όλα τα απαραίτητα έγγραφα και στοιχεία.
(3) Η αρμόδια αρχή, αφού ελέγξει την ορθότητα και πληρότητα της κάθε αίτησης για άδεια αποθήκευσης που παραλαμβάνει:
(α) την καταχωρεί σε μητρώο αιτήσεων, δυνάμει του άρθρου 35,
(β) τη διαβιβάζει αμέσως με όλα τα συνοδευτικά έγραφα στη Συμβουλευτική Επιτροπή, για αξιολόγησή της και την ετοιμασία του αντίστοιχου σχεδίου απόφασης για άδεια αποθήκευσης, σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 13,
(γ) την κοινοποιεί στην Επιτροπή εντός ενός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής της καθιστώντας διαθέσιμο κάθε άλλο υλικό που θα ληφθεί υπόψη στην αξιολόγηση για τη χορήγηση άδειας σύμφωνα με το άρθρο 12.
(4) Η αρμόδια αρχή δύναται, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας έκδοσης άδειας αποθήκευσης, να ζητήσει από τον υποψήφιο φορέα εκμετάλλευσης, επιπρόσθετες πληροφορίες, στοιχεία και οποιοδήποτε άλλο υλικό που τυχόν κριθεί αναγκαίο για την αξιολόγηση της αίτησης.
11. -(1) (α) Η αξιολόγηση των αιτήσεων άδειας αποθήκευσης γίνεται υπό μορφή σχεδίου απόφασης για άδεια αποθήκευσης, βάσει του άρθρου 13 και ετοιμάζεται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.
(β) Για κάθε μία αίτηση που παραλαμβάνεται, υποβάλλεται σχέδιο απόφασης για άδεια αποθήκευσης στην αρμόδια αρχή, εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία λήψης της αντίστοιχης αίτησης.
(2) Η αρμόδια αρχή αποστέλλει αμέσως το κάθε σχέδιο απόφασης για άδεια αποθήκευσης στην Επιτροπή για γνωμοδότηση, το οποίο συνοδεύεται από οποιαδήποτε άλλα στοιχεία που συνεκτιμώνται για την έκδοση του σχεδίου απόφασης.
(3) Η Επιτροπή δύναται:
(α) να εκδώσει σχετική, μη δεσμευτική γνώμη και να ενημερώσει την αρμόδια αρχή εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία λήψης του αντίστοιχου σχεδίου απόφασης για άδεια αποθήκευσης· ή
(β) να αποφασίσει να μη γνωμοδοτήσει και να ενημερώσει την αρμόδια αρχή αναφέροντας τους λόγους, εντός ενός μηνός από την ημερομηνία υποβολής του σχεδίου απόφασης για άδεια αποθήκευσης, σε αυτήν.
(4) Η αρμόδια αρχή, έχοντας υπόψη την άποψη της Επιτροπής επαναξιολογεί το κάθε σχέδιο απόφασης άδειας αποθήκευσης και αποφασίζει για την έκδοση της άδειας αποθήκευσης.
(5) Η αρμόδια αρχή κοινοποιεί την τελική απόφασή της στην Επιτροπή, αναφέροντας τα σημεία και τους λόγους που υπάρχουν τυχόν αποκλίσεις από τη γνώμη της Επιτροπής.
12. Η αρμόδια αρχή εκδίδει άδεια αποθήκευσης μόνο εάν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) ότι διασφαλίζεται η εθνική και δημόσια ασφάλεια, καθώς και η προστασία της δημόσιας υγείας, του περιβάλλοντος, των φυσικών πόρων και της πολιτιστικής κληρονομιάς·
(β) ότι πληρούνται όλες οι συναφείς προϋποθέσεις του παρόντος Νόμου και των λοιπών σχετικών νομοθετικών πράξεων·
(γ) ότι ο φορέας εκμετάλλευσης είναι οικονομικά υγιής και διαθέτει την τεχνική ικανότητα και αξιοπιστία για τη λειτουργία και τον έλεγχο του τόπου αποθήκευσης. Επιπρόσθετα, εξασφαλίζεται η επαγγελματική και τεχνική μετεκπαίδευση και κατάρτιση για όλο το προσωπικό του φορέα εκμετάλλευσης·
(δ) ότι στην περίπτωση περισσότερων του ενός τόπων αποθήκευσης στην ίδια υδραυλική μονάδα, οι δυνητικές αλληλεπιδράσεις πίεσης είναι τέτοιες ώστε και οι δύο τόποι να μπορούν συγχρόνως να πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου· και,
(ε) ότι έχει εξετάσει τη γνώμη της Επιτροπής σχετικά με το σχέδιο απόφασης για άδεια αποθήκευσης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 11.
13. -(1) Η άδεια αποθήκευσης χορηγείται από την αρμόδια αρχή, αφού λάβει υπόψη της το σχέδιο απόφασης για άδεια αποθήκευσης, της Συμβουλευτικής Επιτροπής, και τη γνώμη που διατύπωσε η Επιτροπή σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 12.
(2) Η άδεια αποθήκευσης εκδίδεται σύμφωνα με τα στοιχεία που περιλαμβάνει το ειδικό έντυπο του Παραρτήματος ΙΙ και περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα:
(α) όνομα και διεύθυνση του φορέα εκμετάλλευσης·
(β) επακριβή θέση και οριοθέτηση του τόπου αποθήκευσης και του συμπλέγματος αποθήκευσης, και στοιχεία σχετικά με την υδραυλική μονάδα·
(γ) απαιτήσεις για τις εργασίες αποθήκευσης, συνολική ποσότητα CO2 που επιτρέπεται να αποθηκεύεται σε γεωλογικούς σχηματισμούς, όρια πίεσης του ταμιευτήρα, και ανώτατοι επιτρεπόμενοι ρυθμοί και πιέσεις έγχυσης·
(δ) απαιτήσεις για τη σύνθεση του ρεύματος CO2 και τη διαδικασία αποδοχής ρεύματος CO2 σύμφωνα με το άρθρο 16 και, εφόσον απαιτείται, περαιτέρω απαιτήσεις για την έγχυση και την αποθήκευση, ιδίως για να αποφεύγονται σημαντικές ανωμαλίες·
(ε) εγκεκριμένο σχέδιο παρακολούθησης της αποθήκευσης CO2, υποχρέωση εφαρμογής του σχεδίου και απαιτήσεις για επικαιροποίηση του, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 17, καθώς και απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 18·
(στ) απαίτηση γνωστοποίησης στην αρμόδια αρχή περιπτώσεων διαρροών ή σημαντικών ανωμαλιών, εγκεκριμένο σχέδιο διορθωτικών μέτρων και υποχρέωση εφαρμογής του σχεδίου διορθωτικών μέτρων σε περίπτωση διαρροών ή σημαντικών ανωμαλιών κατ’ εφαρμογή του άρθρου 20·
(ζ) προϋποθέσεις για το κλείσιμο και το εγκεκριμένο προκαταρτικό σχέδιο ενεργειών μετά το κλείσιμο που αναφέρεται στο άρθρο 21·
(η) διατάξεις για τροποποίηση , αναθεώρηση, επικαιροποίηση και ανάκληση της άδειας αποθήκευσης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 15·
(θ) απαίτηση σύστασης και διατήρησης της χρηματικής εγγύησης ή οιουδήποτε άλλου ισοδύναμου εχεγγύου σύμφωνα με το άρθρο 23.
14. Η άδεια αποθήκευσης εγκρίνεται και ισχύει για την συγκεκριμένη χρονική διάρκεια και με τους συγκεκριμένους όρους που περιλαμβάνονται σ΄αυτήν και υπόκειται σε ανανέωση, εάν ζητηθεί από το φορέα εκμετάλλευσης έξι (6) τουλάχιστον μήνες πριν τη λήξη της. Κατά τη χορήγηση ή ανανέωση της εν λόγω άδειας, η αρμόδια αρχή, δύναται να επισυνάψει επιπρόσθετους όρους που επίσης πρέπει να τηρούνται.
15. -(1) Ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει την αρμόδια αρχή για τυχόν προγραμματιζόμενες αλλαγές του τρόπου εκμετάλλευσης ή του τόπου αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένων και των αλλαγών που αφορούν το φορέα εκμετάλλευσης. Η αρμόδια αρχή, κατά περίπτωση, επικαιροποιεί την άδεια αποθήκευσης ή τις προϋποθέσεις ισχύος της άδειας.
(2) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε να μην πραγματοποιούνται ουσιώδεις αλλαγές ως προς τους όρους και προϋποθέσεις της άδειας αποθήκευσης, χωρίς να έχει εκδοθεί νέα ή ενημερωμένη άδεια αποθήκευσης σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
(3) Σε περίπτωση που πραγματοποιούνται ουσιώδεις αλλαγές, αυτές υπόκεινται και στις διατάξεις του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου.
(4) Η αρμόδια αρχή, με βάση τη γνωμοδότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, δύναται να επανεξετάζει, να επικαιροποιεί ή τροποποιεί ή, ως έσχατο μέτρο, να ανακαλεί την άδεια αποθήκευσης, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) εάν της έχουν γνωστοποιηθεί ή έχουν περιέλθει στη γνώση της περιστατικά διαρροών ή σημαντικών ανωμαλιών σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 20·
(β) εάν οι υποβαλλόμενες εκθέσεις κατ’ εφαρμογή του άρθρου 18 ή οι περιβαλλοντικές επιθεωρήσεις που διενεργούνται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 19 υποδείξουν κινδύνους διαρροών ή σημαντικών ανωμαλιών ή μη συμμόρφωση προς τις προϋποθέσεις της άδειας αποθήκευσης.
(γ) εάν είναι ενήμερη για τυχόν άλλη αδυναμία του φορέα εκμετάλλευσης να τηρήσει τις προϋποθέσεις ισχύος της άδειας αποθήκευσης,
(δ) εάν κρίνεται αναγκαίο, βάσει των εκάστοτε πρόσφατων επιστημονικών πορισμάτων και της τεχνολογικής εξέλιξης,
(ε) με την επιφύλαξη των διατάξεων των παραγράφων (α) έως (δ), μετά την συμπλήρωση πέντε (5) ετών από την ημερομηνία χορήγησης της άδειας αποθήκευσης και στη συνέχεια ανά δεκαετία.
(5) Σε κάθε περίπτωση που προβλέπεται στο εδάφιο (4), η αρμόδια αρχή ενημερώνει γραπτώς, εντός ενός μηνός από την ημερομηνία λήψης της απόφασης, το φορέα εκμετάλλευσης για την απόφαση της, παραθέτοντας τους σχετικούς λόγους, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
(6) Σε περίπτωση ανάκλησης άδειας αποθήκευσης κατ’ εφαρμογή του εδαφίου (3), η αρμόδια αρχή είτε εκδίδει νέα άδεια αποθήκευσης είτε κλείνει τον τόπο αποθήκευσης κατ’ εφαρμογή της παραγράφου (γ) του εδαφίου 1 του άρθρου 21.
(7) Έως ότου εκδοθεί νέα άδεια αποθήκευσης, η αρμόδια αρχή αναλαμβάνει προσωρινά όλες τις νομικές υποχρεώσεις που αφορούν τα κριτήρια αποδοχής ρεύματος CO2 σε περίπτωση που αποφασίσει να συνεχίσει την έγχυση CO2, την παρακολούθηση και τα διορθωτικά μέτρα σύμφωνα με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, την επιστροφή των δικαιωμάτων σε περιπτώσεις διαρροής, προληπτικά ή διορθωτικά μέτρα, δυνάμει του περί της Περιβαλλοντικής Ευθύνης όσον αφορά την Πρόληψη και την Αποκατάσταση Περιβαλλοντικής Ζημιάς Νόμου.
(8) Η αρμόδια αρχή ανακτά τις δαπάνες στις οποίες τυχόν υποβλήθηκε, από το φορέα εκμετάλλευσης, του οποίου έχει ανακληθεί η άδεια αποθήκευσης χρησιμοποιώντας μεταξύ άλλων και τη χρηματική εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 23. Σε περίπτωση που ο τόπος αποθήκευσης κλείσει σύμφωνα με την παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 21, εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 21.
16. -(1) Ένα ρεύμα CO2 πρέπει να συνίσταται κατά κύριο λόγο από Διοξείδιο του Άνθρακα. Για το σκοπό αυτό, δεν επιτρέπεται να προστίθενται απόβλητα ή άλλες ύλες με σκοπό τη διάθεση των εν λόγω αποβλήτων ή άλλων υλών. Ένα ρεύμα CO2 επιτρέπεται να περιέχει ίχνη συναφών ουσιών από την πηγή, τη δέσμευση ή τη διεργασία έγχυσης και ίχνη ουσιών που προστίθενται για να βοηθήσουν την παρακολούθηση και την επαλήθευση της μετανάστευσης CO2. Οι συγκεντρώσεις των ουσιών αυτών, καθορίζονται με σχετικό διάταγμα και πρέπει να είναι κατώτερες από τα επίπεδα τα οποία:
(α) επηρεάζουν αρνητικά την ακεραιότητα του τόπου αποθήκευσης ή τη συναφή υποδομή μεταφοράς·
(β) συνεπάγονται σημαντικό κίνδυνο για το περιβάλλον ή την ανθρώπινη υγεία· ή
(γ) παραβαίνουν τις απαιτήσεις της εφαρμοστέας εθνικής και κοινοτικής νομοθεσίας.
(2) Ο Υπουργός δύναται με διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ενημερώνει το κοινό σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές, που εκδίδει η Επιτροπή, για να προσδιορίζονται κατά περίπτωση οι εφαρμοστέες προϋποθέσεις αναφορικά με την τήρηση των κριτηρίων του εδαφίου (1).
(3) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε ο φορέας εκμετάλλευσης:
(α) να δέχεται την έγχυση ρευμάτων CO2 μόνο εφόσον έχει γίνει ανάλυση της σύνθεσης των ρευμάτων, συμπεριλαμβανομένων των διαβρωτικών ουσιών, καθώς και αξιολόγηση κινδύνου, και εάν η αξιολόγηση κινδύνου έχει δείξει ότι τα επίπεδα μόλυνσης είναι σύμφωνα με τους όρους που αναφέρονται στο εδάφιο (1)·
(β) να τηρεί μητρώο των ποσοτήτων και των χαρακτηριστικών των παραδιδόμενων και εγχεομένων ρευμάτων CO2, συμπεριλαμβανομένης της σύνθεσής τους.
17.-(1) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε ο φορέας εκμετάλλευσης να διενεργεί παρακολούθηση των μονάδων έγχυσης, του συμπλέγματος αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένου και του θυσάνου CO2 όποτε υπάρχει δυνατότητα, και κατά περίπτωση του γύρω περιβάλλοντος, για σκοπούς:
(α) σύγκρισης μεταξύ της πραγματικής και της αναπαριστώμενης με μοντέλο συμπεριφοράς του CO2 και του σχηματισμού ύδατος στον τόπο αποθήκευσης,
(β) ανίχνευσης σημαντικών ανωμαλιών,
(γ) ανίχνευσης της μετανάστευσης του CO2,
(δ) ανίχνευσης της διαρροής του CO2,
(ε) ανίχνευσης σημαντικών αρνητικών επιπτώσεων στο γύρω περιβάλλον, μεταξύ άλλων ιδίως στο πόσιμο νερό, τους ανθρώπινους πληθυσμούς ή χρήστες της γύρω βιόσφαιρας,
(στ) αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας τυχόν διορθωτικών μέτρων τα οποία λαμβάνονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 20,
(ζ) επικαιροποίησης της αξιολόγησης της βραχυπρόθεσμης και μακροπρόθεσμης ασφάλειας και ακεραιότητας του συμπλέγματος αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης τού κατά πόσον το αποθηκευμένο CO2 θα παραμείνει πλήρως και μονίμως απομονωμένο.
(2) Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι κάθε φορέας εκμετάλλευσης υποβάλλει σε αυτή για έγκριση το σχέδιο παρακολούθησης, στο οποίο θα βασίζεται η παρακολούθηση, σύμφωνα με το εδάφιο (1).
(3) Το σχέδιο παρακολούθησης:
(α) εκπονείται από το φορέα εκμετάλλευσης σύμφωνα με τις απαιτήσεις που παρατίθενται στο Παράρτημα ΙΙΙ, συμπεριλαμβανομένων λεπτομερειών σχετικά με την παρακολούθηση σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζονται στον περί της Θέσπισης Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπής Αερίων του Θερμοκηπίου Νόμο·
(β) υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή και εγκρίνεται από αυτήν σύμφωνα με το σημείο (στ) του Παραρτήματος ΙΙ και την παράγραφο (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 13·
(γ) επικαιροποιείται σύμφωνα με τις απαιτήσεις που παρατίθενται στο Παράρτημα ΙΙΙ και οπωσδήποτε ανά πενταετία ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι μεταβολές του εκτιμώμενου κινδύνου διαρροής, οι αλλαγές στους εκτιμώμενους κινδύνους για το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία, οι νέες επιστημονικές γνώσεις και οι βελτιώσεις της βέλτιστης διαθέσιμης τεχνολογίας.
(4) Τα επικαιροποιημένα σχέδια παρακολούθησης υποβάλλονται εκ νέου στην αρμόδια αρχή προς έγκριση.
18. -(1) Ο φορέας εκμετάλλευσης υποβάλλει στην αρμόδια αρχή, μία τουλάχιστον έκθεση ετησίως και μέχρι την 31η Μαρτίου του επόμενου έτους, για την παρακολούθηση που έγινε κατά τη διάρκεια του υπό αναφορά έτους.
(2) Η έκθεση περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:
(α) όλα τα αποτελέσματα της παρακολούθησης σύμφωνα με το άρθρο 17 για την περίοδο που καλύπτει η έκθεση, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών για τη χρησιμοποιούμενη τεχνολογία παρακολούθησης·
(β) τις ποσότητες και τα χαρακτηριστικά των ρευμάτων CO2, συμπεριλαμβανομένης της σύνθεσής τους, που παραδόθηκαν και εγχύθηκαν κατά την περίοδο που καλύπτει η έκθεση, τα οποία καταχωρούνται σε μητρώα σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 16·
(γ) απόδειξη κατάθεσης και διατήρησης σε ισχύ της χρηματικής εγγύησης σύμφωνα με το άρθρο 23 και την παράγραφο (θ )του άρθρου 13·
(δ) τυχόν άλλες πληροφορίες τις οποίες η αρμόδια αρχή θεωρεί συναφείς για σκοπούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης προς τις προϋποθέσεις ισχύος της άδειας και εμπλουτισμού των γνώσεων για τη συμπεριφορά του CO2 στον τόπο αποθήκευσης.
19. (1) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε να προγραμματίζει και να υλοποιεί τακτικές και έκτακτες επιθεωρήσεις σε όλα τα συμπλέγματα αποθήκευσης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, για σκοπούς ελέγχου και προαγωγής της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του Νόμου και για σκοπούς παρακολούθησης των επιπτώσεων στο περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία.
(2) Οι επιθεωρήσεις διενεργούνται από λειτουργούς, οι οποίοι με εξουσιοδότηση του Υπουργού ενεργούν ως Αρχιεπιθεωρητές και Επιθεωρητές, σύμφωνα με το άρθρο 30.
(3) Οι επιθεωρήσεις περιλαμβάνουν δραστηριότητες όπως, επισκέψεις σε επιφανειακές εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των εγχυτικών εγκαταστάσεων, αξιολόγηση των εργασιών έγχυσης και παρακολούθησης που πραγματοποιούνται από το φορέα εκμετάλλευσης, και έλεγχο όλων των σχετικών αρχείων που τηρεί ο φορέας εκμετάλλευσης.
(4) Οι τακτικές επιθεωρήσεις διενεργούνται τουλάχιστον μία φορά κάθε έτος μέχρι και τρία (3) έτη από το κλείσιμο της εγκατάστασης και στη συνέχεια ανά πενταετία, έως ότου μεταβιβαστεί η ευθύνη της, στην αρμόδια αρχή. Στο πλαίσιο των επιθεωρήσεων αυτών, εξετάζονται οι σχετικές εγκαταστάσεις έγχυσης και παρακολούθησης, καθώς και το πλήρες φάσμα των συναφών επενεργειών του συγκροτήματος αποθήκευσης στο περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία.
(5) Έκτακτες επιθεωρήσεις διενεργούνται:
(α) εάν έχουν γνωστοποιηθεί στην αρμόδια αρχή ή έχουν περιέλθει στη γνώση της διαρροές ή σημαντικές ανωμαλίες σύμφωνα με το εδάφιο(1) του άρθρου 20,
(β) εάν οι εκθέσεις που υποβάλλονται δυνάμει του άρθρου 18 έχουν δείξει ανεπαρκή συμμόρφωση προς τις προϋποθέσεις και τους όρους της άδειας,
(γ) για να διερευνηθούν σοβαρές καταγγελίες σχέση με το περιβάλλον ή την ανθρώπινη υγεία,
(δ) σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση κρίνει ενδεδειγμένο η αρμόδια αρχή.
(6) Μετά από κάθε επιθεώρηση, η αρμόδια αρχή συντάσσει έκθεση με τα αποτελέσματα της επιθεώρησης. Στην έκθεση αξιολογείται η συμμόρφωση του φορέα εκμετάλλευσης προς τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και αναφέρεται κατά πόσο είναι αναγκαία η λήψη πρόσθετων ενεργειών και ποιες πρέπει να διενεργηθούν. Η έκθεση κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο φορέα εκμετάλλευσης και δημοσιοποιείται σύμφωνα με τη ισχύουσα νομοθεσία εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία διεξαγωγής της επιθεώρησης.
20. -(1) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ότι, σε οποιαδήποτε περίπτωση διαρροών ή σημαντικών ανωμαλιών, ο φορέας εκμετάλλευσης την ειδοποιεί αμέσως και ότι αυτός αναλαμβάνει χωρίς καθυστέρηση, τα αναγκαία και κατάλληλα διορθωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων μέτρων σε σχέση με την προστασία της ανθρώπινης υγείας. Στις περιπτώσεις διαρροών και σημαντικών ανωμαλιών που ενέχουν τον κίνδυνο διαρροής, ο φορέας εκμετάλλευσης θα πρέπει επίσης, να ειδοποιεί αμέσως και την αρμόδια αρχή για την εφαρμογή του περί της Θέσπισης Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπής Αερίων Θερμοκηπίου Νόμο.
(2) Τα διορθωτικά μέτρα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) είναι τα ελάχιστα που πρέπει να λαμβάνονται, με βάση τα σχέδια διορθωτικών μέτρων που υποβάλλονται και εγκρίνονται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το σημείο (γ) του Παραρτήματος ΙΙ και την παράγραφο (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 13.
(3) Η αρμόδια αρχή δύναται:
(α) να απαιτήσει από το φορέα εκμετάλλευσης να λάβει έγκαιρα, όλα τα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα καθώς και μέτρα που σχετίζονται με την προστασία της δημόσιας υγείας. Τα μέτρα αυτά μπορεί να είναι επιπρόσθετα ή διαφορετικά από εκείνα που ορίζονται στο σχέδιο διορθωτικών μέτρων· ή
(β) να αναλάβει και η ίδια τη λήψη διορθωτικών μέτρων.
(4) Σε περίπτωση που ο φορέας εκμετάλλευσης αποτύχει να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, η αρμόδια αρχή αναλαμβάνει η ίδια την λήψη των διορθωτικών μέτρων.
(5) Η αρμόδια αρχή ανακτά το κόστος όλων των μέτρων που έλαβε βάσει των παραγράφων (3) και (4), από το φορέα εκμετάλλευσης, χρησιμοποιώντας μεταξύ άλλων και τη χρηματική εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 23.
21. -(1) Ένας τόπος αποθήκευσης CO2 κλείνει:
(α) εάν έχουν τηρηθεί οι σχετικές προϋποθέσεις, οι οποίες καθορίζονται στην άδεια αποθήκευσης,
(β) κατόπιν τεκμηριωμένης αιτήσεως του φορέα εκμετάλλευσης και μετά από εξουσιοδότηση της αρμόδιας αρχής· ή
(γ) εάν το αποφασίσει η αρμόδια αρχή μετά από ανάκληση της άδειας αποθήκευσης κατ’ εφαρμογή του εδαφίου (4) του άρθρου 15.
(2) Μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης σύμφωνα με τις παραγράφους (α) ή (β) του εδαφίου (1), ο φορέας εκμετάλλευσης παραμένει υπεύθυνος για:
(α) την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και τη λήψη διορθωτικών μέτρων σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου·
(β) όλες τις υποχρεώσεις που αφορούν την επιστροφή δικαιωμάτων σε περίπτωση διαρροών, σύμφωνα με τον περί της Θέσπισης Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπής Αερίων Θερμοκηπίου Νόμο·
(γ) τη λήψη προληπτικών και διορθωτικών μέτρων σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Περιβαλλοντικής Ευθύνης όσον αφορά την Πρόληψη και την Αποκατάσταση της Περιβαλλοντικής Ζημιάς Νόμο,
μέχρι τη μεταβίβαση της ευθύνης του τόπου αποθήκευσης στην αρμόδια αρχή, σύμφωνα με τα εδάφια (1) έως (5) του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου. Ο φορέας εκμετάλλευσης είναι επίσης υπεύθυνος για τη σφράγιση του τόπου αποθήκευσης και για την απομάκρυνση των εγχυτικών εγκαταστάσεων.
(3) Οι αναφερόμενες στο εδάφιο (1) υποχρεώσεις τηρούνται με βάση το μετά το κλείσιμο σχέδιο, το οποίο εκπονεί ο φορέας εκμετάλλευσης βάσει της βέλτιστης πρακτικής και σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο Παράρτημα ΙΙΙ. Ένα προκαταρτικό μετά το κλείσιμο σχέδιο, υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή προς έγκριση δυνάμει του άρθρου 10 και της παραγράφου (ζ) του εδαφίου (1) του άρθρου 13.
(4) Πριν από το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης κατ’ εφαρμογή των παραγράφων (α) ή (β) του εδαφίου (1), το προκαταρτικό μετά-το- κλείσιμο σχέδιο πρέπει να:
(α) επικαιροποιείται, όταν κρίνεται αναγκαίο και αφού ληφθούν υπόψη, η ανάλυση κινδύνου, οι βέλτιστες πρακτικές και οι τεχνολογικές εξελίξεις·
(β) υποβάλλεται προς έγκριση στην αρμόδια αρχή· και
(γ) εγκρίνεται από την αρμόδια αρχή ως το οριστικό μετά το κλείσιμο σχέδιο.
(5) Μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης με βάση την παράγραφο (γ) του εδαφίου (1), η αρμόδια αρχή είναι υπεύθυνη για την παρακολούθηση και τη λήψη διορθωτικών μέτρων σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου, καθώς και για όλες τις υποχρεώσεις που αφορούν την επιστροφή δικαιωμάτων σε περίπτωση διαρροών σύμφωνα με τον περί της Θέσπισης Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπής Αερίων Θερμοκηπίου Νόμο, και για τη λήψη προληπτικών και διορθωτικών μέτρων βάσει του περί της Περιβαλλοντικής Ευθύνης όσον αφορά την Πρόληψη και την Αποκατάσταση της Περιβαλλοντικής Ζημιάς Νόμο. Οι μετά το κλείσιμο απαιτήσεις σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, εκπληρώνονται από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το προκαταρτικό μετά το κλείσιμο σχέδιο, που αναφέρεται στο εδάφιο (3), το οποίο επικαιροποιείται όπως κρίνεται αναγκαίο.
(6) Η αρμόδια αρχή ανακτά το κόστος για τα μέτρα και τις ενέργειες που έλαβε βάσει του εδαφίου (4), από το φορέα εκμετάλλευσης, χρησιμοποιώντας μεταξύ άλλων και τη χρηματική εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 23.
22. -(1) Όταν ένας τόπος αποθήκευσης έχει κλείσει σύμφωνα με τις παραγράφους (α) ή (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 21, όλες οι νομικές υποχρεώσεις σχετικά με:
(α) την παρακολούθηση και τη λήψη διορθωτικών μέτρων σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου·
(β) την επιστροφή δικαιωμάτων σε περίπτωση διαρροών δυνάμει του περί της Θέσπισης Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπής Αερίων Θερμοκηπίου Νόμο· και
(γ) τη λήψη προληπτικών και επανορθωτικών μέτρων δυνάμει του Νόμου περί της Περιβαλλοντικής Ευθύνης όσον αφορά την Πρόληψη και την Αποκατάσταση της Περιβαλλοντικής Ζημιάς Νόμο,
μεταβιβάζονται στην αρμόδια αρχή, είτε με πρωτοβουλία της ίδιας ή με αίτημα του φορέα εκμετάλλευσης, εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(ι) όλα τα διαθέσιμα στοιχεία υποδεικνύουν ότι, το αποθηκευμένο CO2 θα παραμένει πλήρως και μονίμως απομονωμένο,
(ii) έχει παρέλθει η ελάχιστη περίοδος, η οποία καθορίζεται από την αρμόδια αρχή, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη από είκοσι (20) χρόνια, εκτός αν η αρμόδια αρχή είναι πεπεισμένη ότι ικανοποιείται το κριτήριο της υποπαραγράφου (i) πριν από το τέλος της εν λόγω περιόδου,
(ιιι) οι οικονομικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 24 έχουν εκπληρωθεί· και
(ιν) ο τόπος αποθήκευσης έχει σφραγιστεί και οι εγκαταστάσεις έγχυσης έχουν αφαιρεθεί.
(2) Ο φορέας εκμετάλλευσης συντάσσει έκθεση, στην οποία τεκμηριώνεται ότι πληρούται η προϋπόθεση που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (i) του εδαφίου (1) και την υποβάλλει στην αρμόδια αρχή, ώστε αυτή να εγκρίνει τη μεταβίβαση της ευθύνης για τον τόπο αποθήκευσης.
(3) Στην έκθεση αυτή, τεκμηριώνονται τουλάχιστον:
(α) η αντιστοιχία της πραγματικής συμπεριφοράς του εγχυμένου CO2 προς τη μοντελοποιημένη συμπεριφορά,
(β) η απουσία ανιχνεύσιμης διαρροής,
(γ) ότι ο τόπος αποθήκευσης εξελίσσεται προς κατάσταση μακροχρόνιας σταθερότητας.
(4) Ο Υπουργός δύναται με διάταγμά του, το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να καθορίζει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την αξιολόγηση των ζητημάτων που αναφέρονται στο εδάφιο (2) και στις οποίες επισημαίνονται τυχόν επιπτώσεις όσον αφορά τα τεχνικά κριτήρια για τον καθορισμό των ελάχιστων περιόδων που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (ιι) του εδαφίου (1).
(5) Εφόσον η αρμόδια αρχή είναι ικανοποιημένη ως προς την εκπλήρωση των προϋποθέσεων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (ii) του εδαφίου (1), συντάσσει σχέδιο απόφασης για τη μεταβίβαση της ευθύνης για τον τόπο αποθήκευσης∙ το σχέδιο απόφασης προσδιορίζει τη μέθοδο για το βαθμό εκπλήρωσης των προϋποθέσεων που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (iv) του εδαφίου (1), καθώς και τυχόν αναπροσαρμοσμένες απαιτήσεις για τη σφράγιση του τόπου αποθήκευσης και την απομάκρυνση των εγκαταστάσεων έγχυσης.
(6) Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή κρίνει ότι οι προϋποθέσεις που προνοούνται στις υποπαραγράφους (i) και (ii) του εδαφίου (1) δεν πληρούνται, ενημερώνει το φορέα εκμετάλλευσης εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία κλεισίματος του τόπου αποθήκευσης, για τους λόγους της κρίσης αυτής.
(7) Η αρμοδία αρχή:
(α) ετοιμάζει και κοινοποιεί στην Επιτροπή τις εκθέσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (2) εντός ενός μηνός από την ημερομηνία παραλαβής τους,
(β) θέτει στη διάθεσή της κάθε άλλο υλικό που θα λάβει υπόψη της, όταν εκπονεί σχέδιο απόφασης για τη μεταβίβαση της ευθύνης,
(γ) ενημερώνει την Επιτροπή για τα πάσης φύσεως σχέδια εγκριτικών αποφάσεων που εκπονεί σύμφωνα με το εδάφιο (3), συμπεριλαμβανομένων τυχόν άλλων στοιχείων που συνεκτιμά για να καταλήξει στο συμπέρασμά της.
(8) Εάν η αρμόδια αρχή είναι ικανοποιημένη ως προς την εκπλήρωση των προϋποθέσεων που αναφέρονται στο εδάφιο (1), τότε εγκρίνει τελική απόφαση για τη μεταβίβαση της ευθύνης για τον τόπο αποθήκευσης σ’ αυτήν και την κοινοποιεί στο φορέα εκμετάλλευσης.
(9) Μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης για τον τόπο αποθήκευσης, οι τακτικές επιθεωρήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (4) του άρθρου 19 παύουν και η παρακολούθηση μπορεί να περιορίζεται στο επίπεδο που επιτρέπει την ανίχνευση διαρροών ή σημαντικών ανωμαλιών. Σε περίπτωση ανίχνευσης διαρροών ή σημαντικών ανωμαλιών, η παρακολούθηση εντείνεται όπως απαιτείται για να αξιολογηθούν η κλίμακα του προβλήματος και η αποτελεσματικότητα των διορθωτικών μέτρων.
(10) Σε περίπτωση που συντρέχει υπαιτιότητα του φορέα εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων υποβολής ελλιπών στοιχείων, απόκρυψης συναφών στοιχείων, αμέλειας, απάτης ή μη ασκήσεως της δεούσης επιμελείας, η αρμόδια αρχή ανακτά από τον πρώην φορέα εκμετάλλευσης τις δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκε μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης για τον τόπο αποθήκευσης.
(11) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 24, η αρμόδια αρχή δεν ανακτά επιπλέον δαπάνες μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης για τον τόπο αποθήκευσης.
(12) Μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης σύμφωνα με την παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 21, η ευθύνη για τον τόπο αποθήκευσης θεωρείται ότι μεταβιβάστηκε στην αρμόδια αρχή, εφόσον από τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία καταδεικνύεται ότι το αποθηκευμένο CO2 θα παραμείνει σε πλήρη και μόνιμη απομόνωση και αφού σφραγισθεί ο τόπος και απομακρυνθούν οι εγχυτικές εγκαταστάσεις.
23. -(1) Η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε ο υποψήφιος φορέας εκμετάλλευσης, στο πλαίσιο της αίτησης για άδεια αποθήκευσης, να αποδεικνύει ότι είναι δυνατόν να ληφθούν κατάλληλα μέτρα, μέσω χρηματικής εγγύησης ή τυχόν άλλου ισοδύναμου εχεγγύου, με βάση λεπτομέρειες που αποφασίζει η αρμόδια αρχή, ώστε να διασφαλίζεται η εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεων που προκύπτουν δυνάμει της άδειας που χορηγείται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών κλεισίματος και των απαιτήσεων για μετά το κλείσιμο, καθώς και τυχόν υποχρεώσεων που προκύπτουν από την υπαγωγή των τόπων αποθήκευσης δυνάμει των διατάξεων του περί της Θέσπισης Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπής Αερίων Θερμοκηπίου Νόμου. Η χρηματική αυτή εγγύηση πρέπει να είναι έγκυρη και σε ισχύ είκοσι μία (21) μέρες πριν από την ημερομηνία έναρξης της έγχυσης.
(2) Η χρηματική εγγύηση θα αναπροσαρμόζεται περιοδικά ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι μεταβολές του εκτιμώμενου κινδύνου διαρροής και το κατ’ εκτίμηση κόστος όλων των υποχρεώσεων που προκύπτει από την άδεια, η οποία εκδίδεται δυνάμει του παρόντος Νόμου και των τυχόν υποχρεώσεων που προκύπτουν από την υπαγωγή των τόπων αποθήκευσης δυνάμει του περί της Θέσπισης Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπής Αερίων Θερμοκηπίου Νόμου.
(3) Η χρηματική εγγύηση ή τυχόν άλλο ισοδύναμο εχέγγυο που αναφέρεται στο εδάφιο (1) είναι έγκυρη και σε ισχύ:
(α) μετά το κλείσιμο ενός τόπου αποθήκευσης κατ’ εφαρμογή των παραγράφων (α) ή (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 21, έως ότου μεταβιβαστεί στην αρμόδια αρχή η ευθύνη για τον τόπο αποθήκευσης κατ’ εφαρμογή των εδαφίων (1) έως (7), του άρθρου 22·
(β) μετά την ανάκληση άδειας αποθήκευσης δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 15
(i) μέχρι να εκδοθεί νέα άδεια αποθήκευσης,
(ii) όταν κλείνει ο τόπος αποθήκευσης σύμφωνα με την παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 21, έως ότου θεωρηθεί ότι έχει πραγματοποιηθεί η μεταβίβαση της ευθύνης βάσει του εδαφίου (12) του άρθρου 22, και εφόσον έχουν τηρηθεί οι οικονομικές υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 24.
24. -(1) Η αρμόδια αρχή, βάσει των ρυθμίσεων που θα αποφασίσει, μεριμνά ώστε ο φορέας εκμετάλλευσης να καταβάλλει σ’ αυτήν, χρηματική συνεισφορά πριν από τη μεταβίβαση της ευθύνης για τον τόπο αποθήκευσης σύμφωνα με το άρθρο 22. Η συνεισφορά του φορέα εκμετάλλευσης λαμβάνει υπόψη τα κριτήρια που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι και τα στοιχεία που σχετίζονται με το ιστορικό της αποθήκευσης CO2 ως προς τον καθορισμό των υποχρεώσεων μετά τη μεταφορά και καλύπτει τουλάχιστον τις αναμενόμενες δαπάνες παρακολούθησης των επόμενων τριάντα (30) ετών. Η χρηματική αυτή συνεισφορά, δύναται να χρησιμοποιείται για την κάλυψη των δαπανών που βαρύνουν την αρμόδια αρχή μετά τη μεταβίβαση της ευθύνης, προκειμένου να εξασφαλίζεται η μόνιμη και ασφαλής απομόνωση του CO2 σε τόπους αποθήκευσης σε γεωλογικούς σχηματισμούς.
(2) Ο Υπουργός δύναται με διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να κοινοποιεί τις κατευθυντήριες γραμμές, που τυχόν εκδίδει η Επιτροπή, για την εκτίμηση των δαπανών που αναφέρονται στο εδάφιο (1) και οι οποίες εκπονούνται κατόπιν διαβούλευσης της με τα κράτη μέλη, με στόχο τη διασφάλιση διαφάνειας και προβλεψιμότητας για τους φορείς εκμετάλλευσης.
25. -(1) Η αρμόδια αρχή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσει ότι δυνητικοί χρήστες είναι σε θέση να αποκτήσουν πρόσβαση σε δίκτυα μεταφοράς CO2 και σε τόπους αποθήκευσης, για σκοπούς αποθήκευσης του παραγόμενου και δεσμευόμενου CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς, σύμφωνα με τα εδάφια (2), (3) και (4).
(2) Η αναφερόμενη στο εδάφιο (1) πρόσβαση παρέχεται με διαφάνεια και αμεροληψία κατά τρόπο που καθορίζει η αρμόδια αρχή. Η αρμόδια αρχή εφαρμόζει τους στόχους της δίκαιης και ανοικτής πρόσβασης, συνεκτιμώντας:
(α) τη χωρητικότητα αποθήκευσης η οποία διατίθεται ή μπορεί εύλογα να διατεθεί εντός των περιοχών που καθορίζονται βάσει του άρθρου 6 και τη δυναμικότητα μεταφοράς η οποία διατίθεται ή μπορεί εύλογα να διατεθεί,
(β) το ποσοστό των υποχρεώσεων μείωσης του CO2 κατ’ εφαρμογή διεθνών μέσων και κοινοτικών νομοθετικών πράξεων, τις οποίες υποχρεώσεις σκοπεύει να εκπληρώσει μέσω της δέσμευσης και αποθήκευσης CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς,
(γ) την ανάγκη να αρνηθεί την πρόσβαση όταν υπάρχει ασυμβατότητα τεχνικών προδιαγραφών, η οποία δεν μπορεί εύλογα να υπερκερασθεί,
(δ) την ανάγκη κάλυψης των δεόντως τεκμηριωμένων εύλογων αναγκών του ιδιοκτήτη ή του φορέα εκμετάλλευσης του τόπου αποθήκευσης ή του δικτύου μεταφοράς και των συμφερόντων όλων των άλλων χρηστών του τόπου αποθήκευσης ή του δικτύου μεταφοράς ή των συναφών μονάδων διεργασίας ή χειρισμού που πιθανόν να επηρεαστούν.
(3) Σε περίπτωση που οι φορείς εκμετάλλευσης δικτύων μεταφοράς και οι φορείς εκμετάλλευσης τόπων αποθήκευσης αρνηθούν την πρόσβαση λόγω έλλειψης δυναμικότητας, οι λόγοι για τυχόν τέτοια άρνηση υποβάλλονται δεόντως τεκμηριωμένοι.
(4) Η αρμόδια αρχή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζει ότι ο φορέας εκμετάλλευσης, που αρνείται την πρόσβαση σε τρίτους λόγω έλλειψης δυναμικότητας ή έλλειψης σύνδεσης, πραγματοποιεί αναγκαίες βελτιώσεις εφόσον συμφέρει οικονομικώς ή όταν ο υποψήφιος τρίτος χρήστης του τόπου αποθήκευσης, προθυμοποιείται να τις καλύψει οικονομικώς, υπό τον όρο ότι αυτό δεν θα είχε αρνητικές επιπτώσεις για την περιβαλλοντική ασφάλεια της μεταφοράς και αποθήκευσης CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς.
26.-(1) Η αρμόδια αρχή μεριμνά για τη δημιουργία και τη διατήρηση μηχανισμών επίλυσης διαφορών, συμπεριλαμβανομένης και μιας ανεξάρτητης επιτροπής, η οποία θα έχει πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες, ώστε να καθίσταται δυνατή η ταχεία επίλυση διαφορών που έχουν σχέση με την πρόσβαση σε δίκτυα μεταφοράς και σε τόπους αποθήκευσης, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια του εδαφίου (2) του άρθρου 25 και τον αριθμό των μερών που ενδέχεται να διαπραγματεύονται την πρόσβαση σε τέτοια δίκτυα.
(2) Σε περίπτωση διασυνοριακών διαφορών, εφαρμόζονται οι μηχανισμοί επίλυσης διαφορών της Κυπριακής Δημοκρατίας η οποία έχει δικαιοδοσία στο δίκτυο μεταφοράς ή στον τόπο αποθήκευσης, ως προς τα κράτη στα οποία εκδηλώθηκε άρνηση πρόσβασης.
27. Σε περιπτώσεις διασυνοριακής μεταφοράς CO2, διασυνοριακών τόπων αποθήκευσης ή διασυνοριακών συμπλεγμάτων αποθήκευσης, η αρμόδια αρχή μεριμνά ώστε σε συνεργασία με τις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να εκπληρωθούν οι απαιτήσεις της παρόντος Νόμου και της υπόλοιπης σχετικής νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
28.-(1) Για σκοπούς του παρόντος Νόμου, ιδρύεται Συμβουλευτική Επιτροπή η οποία αποτελείται από τα ακόλουθα μέλη:
(α) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, ο οποίος ενεργεί ως πρόεδρος, ή εκπρόσωπο του·
(β) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή εκπρόσωπο του·
(γ) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού ή εκπρόσωπο του·
(δ) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης ή εκπρόσωπο του·
(ε) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων ή εκπρόσωπο του·
(στ) το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών ή εκπρόσωπο του·
(ζ) το Διευθυντή του Τμήματος Περιβάλλοντος·
(η) το Διευθυντή του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης·
(θ) το Διευθυντή του Τμήματος Αλιείας·
(ι) έναν εκπρόσωπο του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου·
(κ) έναν εκπρόσωπο της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου·
(λ) έναν εκπρόσωπο της Ομοσπονδίας Περιβαλλοντικών Οργανώσεων Κύπρου.
(2) Ο κάθε φορέας που αναφέρεται στο εδάφιο (1) δύναται να εκπροσωπείται σε κάθε συνεδρία της Συμβουλευτικής Επιτροπής, από διαφορετικό εκπρόσωπο και να συνοδεύεται από ένα ή δύο συμβούλους. Οι σύμβουλοι έχουν δικαίωμα να εκφράσουν τις απόψεις τους κατά τη συνεδρία, χωρίς όμως, να έχουν δικαίωμα ψήφου.
29. -(1) Η Συμβουλευτική Επιτροπή έχει καθήκον να μελετά το περιεχόμενο των αιτήσεων που υποβάλλονται με βάση τον παρόντα Νόμο, να προβαίνει σε αξιολόγηση των αιτήσεων για εξερεύνηση και αδειοδότηση τόπων αποθήκευσης του CO2 και να ετοιμάζει τα αντίστοιχα σχέδια για άδεια, καθώς και να προβαίνει σε αξιολόγηση όλων των θεμάτων που δυνατό να προκύψουν σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας για την αποθήκευση του CO2 .
(2) Η Συμβουλευτική Επιτροπή έχει επίσης αρμοδιότητα, να συμβουλεύει την αρμόδια αρχή για τα θέματα που ορίζει ο παρών Νόμος ή που προκύπτουν κατά την εφαρμογή των διατάξεων του, καθώς και για οτιδήποτε άλλο κρίνει η ίδια σκόπιμο να εξετάσει και να υποβάλλει τις απόψεις της στον Υπουργό.
(3) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται, μέσω του προέδρου της, να καλέσει σε συνεδρία της και ή να συμβουλεύεται ειδικούς εμπειρογνώμονες για θέματα που αφορούν τη δέσμευση, μεταφορά και αποθήκευση CO2, περιλαμβανομένου οποιουδήποτε λειτουργού κρατικής υπηρεσίας ή οργανισμού δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου καθώς και οποιουδήποτε προσώπου του οποίου οι απόψεις ή εξειδικευμένες γνώσεις σε συγκεκριμένο θέμα δυνατόν να κριθούν χρήσιμες ή αναγκαίες για το έργο της.
(4) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται να ορίζει ειδικές τεχνικές επιτροπές για τη μελέτη εξειδικευμένων θεμάτων που εγείρονται κατά την εξέταση οποιασδήποτε αίτησης ή άλλου θέματος, να καθορίζει τους όρους εντολής τους και τη λειτουργία τους και να λαμβάνει υπόψη τα πορίσματα των μελετών που διενεργούν.
(5) Η Συμβουλευτική Επιτροπή βρίσκεται σε απαρτία όταν παρευρίσκονται στη συνεδρίαση ο πρόεδρος και έξι (6) τουλάχιστον μέλη.
(6) Οι συνεδρίες της Συμβουλευτικής Επιτροπής συγκαλούνται από τον πρόεδρο της με γραπτή πρόσκληση, προς κάθε μέλος τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν από τη συνεδρίαση. Οποιοδήποτε μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής δύναται να ζητήσει τη σύγκληση έκτακτης συνεδρίας με γραπτή επιστολή του προς τον πρόεδρο, στην οποία αναφέρεται το θέμα και τους λόγους που την επιβάλλουν.
(7) Ο πρόεδρος μεριμνά ώστε με την πρόσκληση για συνεδρία, να αποστέλλονται όλες πληροφορίες και τα έγγραφα, σχετικά με το κάθε θέμα της ημερήσιας διάταξης.
(8) Οποιοδήποτε θέμα που αφορά την εσωτερική λειτουργία της Συμβουλευτικής Επιτροπής, δύναται να ρυθμιστεί με σχετική απόφασή της που λαμβάνεται με απόλυτη πλειοψηφία.
30. -(1) Για σκοπούς αποτελεσματικότερης εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, των κανονισμών και των διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού, ο Υπουργός εξουσιοδοτεί:
(α) λειτουργό του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος να ενεργεί ως Αρχιεπιθεωρητής, και
(β) λειτουργούς του ίδιου υπουργείου να ενεργούν ως Επιθεωρητές.
(2) Τα ονόματα των λειτουργών που διορίζονται ως Επιθεωρητές με βάση το εδάφιο (1) δημοσιεύονται με γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(3) Χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2), ο Υπουργός δύναται με σχετικές γνωστοποιήσεις του που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να εξουσιοδοτεί γραπτώς οποιαδήποτε πρόσωπα τα οποία κρίνει ότι κατέχουν κατάλληλα προσόντα και υπηρετούν ή όχι στη δημόσια υπηρεσία, να ασκούν τέτοιες από τις εξουσίες και τα καθήκοντα των Επιθεωρητών και να υπόκεινται σε τέτοιους όρους, όπως θα καθορίζεται στην εξουσιοδότηση.
(4) Τα καθήκοντα, οι ευθύνες και οι αρμοδιότητες του Αρχιεπιθεωρητή και των Επιθεωρητών καθορίζονται από σχετικούς Κανονισμούς.
31. -(1) Πρόσωπο το οποίο:
(α) παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις ή οποιουσδήποτε κανονισμούς ή διατάγματα που εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο· ή
(β) αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί προς απαγόρευση ή υποχρέωση, η οποία του επιβάλλεται από τις διατάξεις ή τους κανονισμούς ή τα διατάγματα που εκδίδονται με βάση το παρόντα Νόμο, ή
(γ) αρνείται ή παραλείπει να τηρήσει οποιοδήποτε όρο άδειας η οποία του χορηγήθηκε με βάση τον παρόντα Νόμο, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) χρόνια ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
32.- (1) Κάθε φορέας εκμετάλλευσης, υπόκειται στην καταβολή διοικητικού προστίμου για τυχόν παραβάσεις ή μη συμμορφώσεις με τις διατάξεις ή κανονισμούς ή διατάγματα που εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο. Το ύψος του προστίμου που επιβάλλεται από την αρμόδια αρχή, ανάλογα με τη φύση και τη σοβαρότητα της παράβασης, κατά περίπτωση ανέρχεται μέχρι τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000).
(2) Η διαδικασία επιβολής προστίμου που προβλέπεται στο εδάφιο (1) αρχίζει με την κοινοποίηση στον παραβάτη σχετικής έκθεσης που συντάσσεται από την αρμόδια αρχή και έγγραφης κλήτευσης προς τον παραβάτη να υποβάλει τις απόψεις του εντός διαστήματος δέκα ημερών από την κοινοποίηση της κλήτευσης. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί, ύστερα από αίτηση του παραβάτη, για δέκα (10) επιπλέον ημέρες.
(3) Το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) πρόστιμο επιβάλλεται στον παραβάτη με αιτιολογημένη απόφαση της αρμόδιας αρχής που βεβαιώνει την παράβαση, μετά από γνωμάτευση του Διευθυντή του Τμήματος Περιβάλλοντος και αφού λάβει υπόψη, την γραπτή ή προφορική άποψη του ενδιαφερόμενου παραβάτη ή εκπροσώπου του.
(4) Κατά της απόφασης για επιβολή διοικητικού προστίμου, επιτρέπεται η άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης στον παραβάτη.
(5) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από την αρμόδια αρχή όταν περάσει άπρακτη η προθεσμία των εβδομήντα πέντε (75) ημερών, για άσκηση προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης για επιβολή χρηματικής ποινής ή σε περίπτωση που ασκείται προσφυγή ενώπιον του Υπουργού σύμφωνα με το εδάφιο (3), από την κοινοποίηση της επί της ιεραρχικής προσφυγής, απόφασης του Υπουργού.
(6) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής του επιβαλλομένου από την αρμόδια αρχή διοικητικού προστίμου, η αρμόδια αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττεται το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.
(7) Σε περίπτωση που φορέας εκμετάλλευσης δε συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και όταν άλλα μέτρα εφαρμογής δεν εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση, η αρμόδια αρχή δύναται να αποφασίσει την επιβολή απαγόρευσης λειτουργίας του φορέα εκμετάλλευσης.
33. Η αρμόδια αρχή μεριμνά για τη δημοσίευση των ονομάτων των φορέων εκμετάλλευσης που έχουν παραβιάσει απαιτήσεις του παρόντος Νόμου ή/και δεν συμμορφώθηκαν με την επιβολή προστίμου δυνάμει του άρθρου 32 αυτού.
34. Ο Υπουργός δύναται με διάταγμα που εκδίδει και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας:
(α) να επιβάλλει τέλος που κρίνει επαρκές για την κάλυψη των εξόδων που συνεπάγεται η εξέταση της αίτησης για χορήγηση άδειας, και
(β) για όσο χρονικό διάστημα παραμένει σε ισχύ η άδεια, να επιβάλλει ετήσιο τέλος για την κάλυψη των εξόδων της παρακολούθησης, της διεξαγωγής μετρήσεων ή άλλων ελέγχων.
35.-(1) Η αρμόδια αρχή καταρτίζει και τηρεί:
(α) μητρώο αιτήσεων για άδεια εξερεύνησης,
(β) μητρώο των χορηγούμενων αδειών εξερεύνησης,
(γ) μητρώο αιτήσεων για άδεια αποθήκευσης,
(δ) μητρώο των χορηγούμενων αδειών αποθήκευσης,
(ε) μόνιμο μητρώο όλων των τόπων αποθήκευσης που έχουν κλείσει και των γύρω συγκροτημάτων αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένων χαρτών και τμημάτων των χωρικών επεκτάσεων τους, όπως επίσης και των διαθέσιμων πληροφοριών που είναι χρήσιμες για την αξιολόγηση της πλήρους και μόνιμης απομόνωσης του αποθηκευμένου CO2.
(2) Τα μητρώα που προβλέπονται στις παραγράφους (δ) και (ε) του εδαφίου (1) λαμβάνονται υπόψη από την αρμόδια αρχή στις σχετικές διαδικασίες προγραμματισμού και όταν δίνεται άδεια για τυχόν δραστηριότητα που μπορεί να επηρεάσει ή να επηρεαστεί από την αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς στους καθορισμένους και εγγεγραμμένους τόπους αποθήκευσης.
36. Η αρμόδια αρχή θέτει στη διάθεση του κοινού τα στοιχεία και τις περιβαλλοντικές πληροφορίες που αφορούν την αποθήκευση CO2 σε γεωλογικούς σχηματισμούς σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
37. Η αρμόδια αρχή υποβάλλει ανά τριετία στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος Νόμου καθώς και το μητρώο που αναφέρεται στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 35.
38. -(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς που απαιτούνται για τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού και γενικά για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου·
(2) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (1), οι Κανονισμοί ρυθμίζουν ειδικότερα, ή περιέχουν διατάξεις που αφορούν τα ακόλουθα θέματα:
(α) τη ρύθμιση θεμάτων σχετικών με την αδειοδότηση, παρακολούθηση, μεταβίβαση και έλεγχο όλων των διεργασιών που σχετίζονται με την αποθήκευση, μεταφορά, έγχυση και απομόνωση του CO2 που διεξάγονται από το φορέα εκμετάλλευσης μέχρι την μεταβίβαση της ευθύνης για τον τόπο αποθήκευσης στην αρμόδια αρχή·
(β) την επιβολή τελών ή άλλων οικονομικών επιβαρύνσεων με βάση την αρχή “ο ρυπαίνων πληρώνει”.
(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, για λόγους εθνικής ασφάλειας ή δημοσίου συμφέροντος, να αρνείται την πρόσβαση στις δραστηριότητες που αναφέρονται στο εδάφιο (2), καθώς και την άσκηση τους από οποιοδήποτε φορέα που ελέγχεται ουσιαστικά από τρίτη χώρα ή από υπηκόους τρίτης χώρας.
(4) Για τους σκοπούς και γενικά για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου, ο Υπουργός δύναται, με διάταγμα του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας:
(α) να επιβάλλει την υποχρεωτική εφαρμογή εθνικών, ευρωπαϊκών ή διεθνών προτύπων διαδικασιών, νέων επιστημονικών μεθόδων και τεχνολογιών για τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος το οποίο χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού,
(β) να τροποποιεί ή να αντικαθιστά οποιοδήποτε παράρτημα του παρόντος Νόμου και να καθορίζει πρόσθετα κριτήρια ή στοιχεία σε αυτά.
39. -(1) Η αρμόδια αρχή κατά την εξέταση της μελέτης εκτίμησης των επιπτώσεων στο περιβάλλον, σύμφωνα με τον περί της εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμο και πριν την έκδοση της σχετικής γνωμάτευσης της για τις υπό αδειοδότηση εγκαταστάσεις καύσης με ονομαστική ηλεκτρική ισχύ 300 MW και άνω, μεριμνά ώστε οι φορείς εκμετάλλευσης των εν λόγω εγκαταστάσεων να έχουν εξασφαλίσει και αξιολογήσει κατά πόσο πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) διατίθενται κατάλληλοι τόποι αποθήκευσης·
(β) οι εγκαταστάσεις μεταφοράς είναι τεχνικώς και οικονομικώς εφικτές·
(γ) είναι τεχνικώς και οικονομικώς εφικτή η μετασκευή για τη δέσμευση CO2.
(2) Εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (1) η αρμόδια αρχή:
(α) μεριμνά ώστε να εξασφαλιστεί στον τόπο εγκατάστασης κατάλληλος χώρος για τον εξοπλισμό που είναι αναγκαίος για τη δέσμευση και τη συμπίεση CO2, τηρουμένων των προϋποθέσεων του εδαφίου (α)· και
(β) καθορίζει κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις, βάσει της αξιολόγησης που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) και άλλων διαθέσιμων στοιχείων, ιδίως όσον αφορά την προστασία του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
(Άρθρα 6 και 24)
ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΔΥΝΗΤΙΚΟΥ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑΤΟΣ
ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΓΥΡΩ ΠΕΡΙΟΧΗΣ.
Ο χαρακτηρισμός και η αξιολόγηση των δυνητικών συγκροτημάτων αποθήκευσης και της γύρω περιοχής που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 6 διενεργούνται σε τρεις φάσεις, καθ΄ υπόδειξη του Διευθυντή Γεωλογικής Επισκόπησης και σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές κατά την αξιολόγηση, καθώς και τα ακόλουθα κριτήρια. Παρεκκλίσεις από ένα ή περισσότερα από τα κριτήρια αυτά μπορούν να επιτραπούν από την αρμόδια αρχή εφόσον ο φορέας εκμετάλλευσης έχει αποδείξει ότι δεν θίγεται η ικανότητα του χαρακτηρισμού και της αξιολόγησης που καθιστούν δυνατή την κατά το άρθρο 6 κρίση.
Φάση 1: Συλλογή δεδομένων
Συγκεντρώνονται επαρκή δεδομένα για την κατασκευή ογκομετρικού και στατικού τρισδιάστατου (3-D)- γήινου μοντέλου για τον τόπο αποθήκευσης και το σύμπλεγμα αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένων των υπερκείμενων πετρωμάτων και της γύρω περιοχής με τις υδραυλικώς συνδεδεμένες περιοχές. Τα δεδομένα αυτά καλύπτουν τουλάχιστον τα ακόλουθα εγγενή χαρακτηριστικά του συμπλέγματος αποθήκευσης:
α) γεωλογία, τεκτονική και γεωφυσική,
β) υδρογεωλογία (ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί στην ύπαρξη υπόγειων υδάτων προοριζόμενων για κατανάλωση),
γ) μηχανική ταμιευτήρα (συμπεριλαμβανομένων ογκομετρικών υπολογισμών του όγκου των πόρων για έγχυση CO2 και απώτερη χωρητικότητα αποθήκευσης κλπ),
δ) γεωχημεία (ρυθμοί διάλυσης, ρυθμοί ορυκτοποίησης κλπ),
ε) γεωμηχανική (διαπερατότητα, πίεση θραύσης κλπ),
στ) σεισμικότητα,
ζ) παρουσία και συνθήκες φυσικών και ανθρωπογενών διόδων, συμπεριλαμβανομένων φρεάτων και γεωτρήσεων που θα μπορούσαν να αποτελέσουν οδούς διαρροής,
Χαρακτηριστικά της γειτονίας του συγκροτήματος:
η) χώροι που περιβάλλουν το σύμπλεγμα αποθήκευσης, οι οποίοι μπορούν να επηρεαστούν από την αποθήκευση CO2 στον τόπο αποθήκευσης,
θ) κατανομή πληθυσμού στην περιοχή πάνω από τον τόπο αποθήκευσης,
ι) γειτνίαση με πολύτιμους φυσικούς πόρους (συμπεριλαμβανομένων ειδικότερα περιοχών Natura 2000 κατ’ εφαρμογή του περί Προστασίας και Διαχείρισης Άγριων Πτηνών και Θηραμάτων Νόμου που προνοεί για την προστασία και διαχείριση άγριων πουλιών και θηραμάτων και του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου που προνοεί για την προστασία και διαχείριση της φύσης και της άγριας ζωής, πόσιμων υπόγειων υδάτων και υδρογονανθράκων).
ια) δραστηριότητες γύρω από το σύμπλεγμα αποθήκευσης και ενδεχόμενες αλληλεπιδράσεις με τις δραστηριότητες αυτές (π.χ. έρευνα, παραγωγή και αποθήκευση υδρογονανθράκων, γεωθερμική χρήση υδροφόρων οριζόντων και χρήση υπόγειων αποθεμάτων ύδατος),
ιβ) γειτνίαση με την ή τις δυνητικές πηγές CO2 (συμπεριλαμβανομένων εκτιμήσεων της συνολικής δυνητικής μάζας του οικονομικώς διαθέσιμου για αποθήκευση CO2) και με επαρκή δίκτυα μεταφοράς.
Φάση 2: Εκπόνηση του τρισδιάστατου στατικού γεωλογικού μοντέλου της γης
Βάσει των δεδομένων που συλλέγονται στη Φάση 1, εκπονείται με τη χρήση προσομοιωτών ταμιευτήρα σε ηλεκτρονικό υπολογιστή τρισδιάστατο στατικό γεωλογικό μοντέλο της γης, ή μια σειρά τέτοιων μοντέλων, του υποψήφιου συμπλέγματος αποθήκευσης, συμπεριλαμβανομένων των υπερκείμενων πετρωμάτων και των υδραυλικώς συνδεδεμένων περιοχών και ρευστών.
Το/τα στατικό/ά γεωλογικό/ά γήινο/α μοντέλο/α θα χαρακτηρίζει το σύμπλεγμα από πλευράς:
α) γεωλογικής δομής της φυσικής παγίδας,
β) γεωμηχανικών, γεωχημικών και ροϊκών ιδιοτήτων του ταμιευτήρα, του υπερκείμενου εδάφους (υπερκείμενα πετρώματα, σφραγιστικές στρώσεις, πορώδεις και περατοί ορίζοντες) και των περιβαλλόντων σχηματισμών,
γ) χαρακτηρισμού συστημάτων ρωγμών και παρουσίας ανθρωπογενών διόδων,
δ) επιφανειακής και κατακόρυφης έκτασης του συμπλέγματος αποθήκευσης,
ε) όγκου του πορώδους χώρου (συμπεριλαμβανομένης της κατανομής του πορώδους),
στ) κατανομής αναφοράς των ρευστών,
ζ) τυχόν άλλων σχετικών χαρακτηριστικών.
Η αβεβαιότητα που συνδέεται με εκάστη των χρησιμοποιούμενων παραμέτρων για την κατασκευή του μοντέλου πρέπει να αξιολογηθεί με την ανάπτυξη φάσματος σεναρίων για εκάστη παράμετρο και με τον υπολογισμό των ενδεδειγμένων ορίων εμπιστοσύνης. Επίσης πρέπει να αξιολογείται τυχόν αβεβαιότητα συνδεόμενη με το ίδιο το μοντέλο.
Φάση 3: Χαρακτηρισμός της δυναμικής συμπεριφοράς της αποθήκευσης, χαρακτηρισμός ευαισθησίας, εκτίμηση κινδύνου
Οι χαρακτηρισμοί και η εκτίμηση βασίζονται σε κατάρτιση δυναμικού μοντέλου, που περιλαμβάνει ποικιλία προσομοιώσεων κατά χρονικά βήματα της έγχυσης CO2 στον τόπο αποθήκευσης με τη χρήση του ή των τρισδιάστατων στατικών γεωλογικών μοντέλων της γης στο μηχανοργανωμένο προσομοιωτή του συγκροτήματος αποθήκευσης που κατασκευάζεται στη Φάση 2.
Φάση 3.1: Χαρακτηρισμός της δυναμικής συμπεριφοράς της αποθήκευσης
Εξετάζονται τουλάχιστον οι ακόλουθοι παράγοντες:
α) δυνατοί ρυθμοί έγχυσης και ιδιότητες του ρεύματος CO2,
β) επάρκεια μοντελοποίησης συζευγμένων διεργασιών (δηλαδή ο τρόπος κατά τον οποίο αλληλεπιδρούν στον/στους προσομοιωτή/ές διάφορες μεμονωμένες επενέργειες),
γ) χημικές διεργασίες (δηλαδή ο τρόπος κατά τον οποίο ανατροφοδοτούνται στο μοντέλο αντιδράσεις του εγχεόμενου CO2 με ορυκτά του ταμιευτήρα),
δ) χρησιμοποιούμενος προσομοιωτής ταμιευτήρα (μπορεί να απαιτούνται πολλαπλές προσομοιώσεις ώστε να επικυρωθούν ορισμένα ευρήματα),
ε) βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προσομοιώσεις (για να προσδιοριστεί η εξέλιξη και η συμπεριφορά του CO2 σε κλίμακα δεκαετιών και χιλιετιών, συμπεριλαμβανομένου του ρυθμού διάλυσης του CO2 στο νερό).
Η εκπόνηση δυναμικού μοντέλου θα φωτίσει τις άγνωστες πτυχές των εξής:
στ) πίεση και θερμοκρασία του σχηματισμού αποθήκευσης ως συνάρτηση του ρυθμού έγχυσης και της 6 σωρευτικής εγχεόμενης ποσότητας σε βάθος χρόνου,
ζ) οριζόντια και κατακόρυφη έκταση του CO2 έναντι του χρόνου,
η) φύση της ροής CO2 στον ταμιευτήρα συμπεριλαμβανομένων της συμπεριφοράς φάσεων,
θ) μηχανισμοί και ρυθμοί παγίδευσης CO2 (συμπεριλαμβανομένων σημείων υπερχείλισης και πλευρικών και κατακόρυφων σφραγιστικών στρώσεων),
ι) συστήματα δευτερογενούς απομόνωσης στο συνολικό σύμπλεγμα αποθήκευσης,
ια) χωρητικότητα αποθήκευσης και βαθμίδες πίεσης στον τόπο αποθήκευσης,
ιβ) κίνδυνος ρηγμάτωσης του (των) σχηματισμού(-ών) αποθήκευσης και των υπερκείμενων πετρωμάτων,
ιγ) κίνδυνος εισόδου του CO2 στο υπερκείμενο πέτρωμα,
ιδ) κίνδυνος διαρροής από τον τόπο αποθήκευσης (π.χ. μέσω εγκαταλελειμμένων ή ανεπαρκώς σφραγισμένων φρεάτων),
ιε) ρυθμός μετανάστευσης (σε ανοικτούς ταμιευτήρες),
ιστ) ρυθμοί σφράγισης της ρωγμής,
ιζ) μεταβολές στη χημεία των ρευστών του (των) σχηματισμού(-ών) και επακόλουθες αντιδράσεις (π.χ. μεταβολή pH, σχηματισμός ορυκτών) και συνεκτίμηση εκπόνησης μοντέλων αντιδράσεων για την αξιολόγηση των επιδράσεων),
ιη) μετατόπιση ρευστών σχηματισμού,
ιθ) αυξημένη σεισμικότητα και επιφανειακές υψομετρικές μεταβολές.
Φάση 3.2: Χαρακτηρισμός ευαισθησίας
Θα αναληφθούν πολλαπλές προσομοιώσεις για τον εντοπισμό της ευαισθησίας της αξιολόγησης σε παραδοχές που γίνονται για ειδικότερες παραμέτρους. Οι προσομοιώσεις θα βασίζονται στην αλλαγή των παραμέτρων στο (στα) στατικό(-ά) γεωλογικό(-ά) γήινο(-α) μοντέλο(-α) και στην αλλαγή των λειτουργιών και παραδοχών ρυθμού στην εργασία εκπόνησης δυναμικού μοντέλου. Στην εκτίμηση επικινδυνότητας θα ληφθεί υπόψη τυχόν σημαντική ευαισθησία.
Φάση 3.3: Εκτίμηση κινδύνου
Η εκτίμηση κινδύνου περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
3.3.1. Χαρακτηρισμός επικινδυνότητας
Πραγματοποιείται χαρακτηρισμός επικινδυνότητας μέσω του χαρακτηρισμού των δυνατοτήτων διαρροής από το σύμπλεγμα αποθήκευσης, όπως διαπιστώνεται κατά την εκπόνηση δυναμικού μοντέλου και το χαρακτηρισμό ασφάλειας που περιγράφονται ανωτέρω.
Στο πλαίσιο αυτό εξετάζονται μεταξύ άλλων:
α) οι δυνητικές οδοί διαρροής,
β) το δυνητικό μέγεθος των συμβάντων διαρροής για πανομοιότυπες οδούς διαρροής (ρυθμοί ροής)
γ) οι κρίσιμες παράμετροι που επηρεάζουν τη δυνητική διαρροή (παραδείγματος χάριν, ανώτατη πίεση ταμιευτήρα, ανώτατος ρυθμός έγχυσης, θερμοκρασία, ευαισθησία στις διάφορες παραδοχές στο ή τα στατικά γεωλογικά μοντέλα της γης κ.λπ.)
δ) οι δευτερογενείς επενέργειες της αποθήκευσης CO2, συμπεριλαμβανομένων μετατοπισμένων ρευστών σχηματισμού και νέων ουσιών που δημιουργήθηκαν από την αποθήκευση CO2
ε) τυχόν άλλοι παράγοντες που μπορεί να αποβούν επικίνδυνοι για την υγεία του ανθρώπου ή για το περιβάλλον (παραδείγματος χάριν φυσικές κατασκευές συσχετιζόμενες με το έργο).
Ο χαρακτηρισμός επικινδυνότητας καλύπτει το πλήρες φάσμα δυνητικών συνθηκών λειτουργίας για τη δοκιμή της ασφάλειας του συμπλέγματος αποθήκευσης.
3.3.2. Εκτίμηση έκθεσης — με βάση τα χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος και την κατανομή και τις δραστηριότητες του ανθρώπινου πληθυσμού πάνω από το σύμπλεγμα αποθήκευσης, και τη δυνητική συμπεριφορά και τύχη του CO2 που διαρρέει από δυνητικές οδούς που εντοπίστηκαν στη φάση 3.3.1.
3.3.3. Εκτίμηση επενεργειών — με βάση την ευαισθησία των συγκεκριμένων ειδών, κοινοτήτων ή ενδιαιτημάτων που συνδέονται με συμβάντα δυνητικής διαρροής τα οποία εντοπίζονται στη φάση 3.3.1. Όπου έχει σημασία, θα περιλαμβάνουν τις συνέπειες της έκθεσης σε υψηλές συγκεντρώσεις CO2 στη βιόσφαιρα (συμπεριλαμβανομένων εδαφών, θαλάσσιων ιζημάτων και βενθικών υδάτων (συνθήκες ασφυξίας στα εν λόγω περιβάλλοντα ως συνέπεια διαρροής CO2. Θα περιλαμβάνει επίσης εκτίμηση των επενεργειών άλλων ουσιών που μπορεί να είναι παρούσες σε ρεύματα διαρρέοντος CO2 (είτε ακαθαρσιών που είναι παρούσες στο ρεύμα έγχυσης ή νέων ουσιών που σχηματίζονται μέσω της αποθήκευσης CO2). Οι επενέργειες αυτές θα συνεκτιμώνται σε φάσμα χρονικών και χωρικών κλιμάκων και θα συνδέονται με φάσμα διαφόρων τάξεων μεγέθους συμβάντων διαρροής.
3.3.4. Χαρακτηρισμός επικινδυνότητας — ο οποίος θα περιλαμβάνει εκτίμηση της ασφάλειας και της ακεραιότητας του τόπου για την αποθήκευση CO2, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, συμπεριλαμβανομένης εκτίμησης της επικινδυνότητας της διαρροής υπό τις προτεινόμενες συνθήκες χρήσης και των επιπτώσεων στο περιβάλλον και την υγεία στη χείριστη περίπτωση. Ο χαρακτηρισμός επικινδυνότητας διενεργείται με βάση την εκτίμηση του δυνητικού κινδύνου, της έκθεσης και των επιδράσεων. Περιλαμβάνει εκτίμηση των πηγών αβεβαιότητας που εντοπίζονται κατά το χαρακτηρισμό και την εκτίμηση του τόπου αποθήκευσης και, εάν είναι εφικτό, περιγραφή των δυνατοτήτων μείωσης της αβεβαιότητας.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
(Άρθρα 6, 10, 13, 17, 20, 21, 23)
Στοιχεία που περιέχονται στο Έντυπο - Αίτησης για Άδεια Αποθήκευσης CO2
Αριθμός Αίτησης | Ημερομηνία Αίτησης |
Στο έντυπο της αίτησης για άδεια αποθήκευσης να περιέχονται τουλάχιστον οι εξής πληροφορίες
(α) όνομα και διεύθυνση του υποψήφιου φορέα εκμετάλλευσης,
(β) απόδειξη της τεχνικής ικανότητας του υποψήφιου φορέα εκμετάλλευσης,
(γ) το χαρακτηρισμό του τόπου και του συμπλέγματος αποθήκευσης και αξιολόγηση της αναμενομένης ασφάλειας της αποθήκευσης κατ’ εφαρμογή των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 6,
(δ) την επακριβή θέση και οριοθέτηση του τόπου και του συμπλέγματος αποθήκευσης, και στοιχεία σχετικά με την υδραυλική μονάδα, τη συνολική ποσότητα CO2 που θα εγχυθεί και θα αποθηκευθεί, καθώς και τις προβλεπόμενες πηγές και μεθόδους μεταφοράς, τη σύνθεση την διαδικασία αποδοχής των ρευμάτων CO2, τους ρυθμούς και τις πιέσεις έγχυσης, και τον τόπο των εγκαταστάσεων έγχυσης, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 13,
(ε) περιγραφή μέτρων για την πρόληψη σημαντικών ανωμαλιών,
(στ) το προτεινόμενο σχέδιο παρακολούθησης κατ’ εφαρμογή του εδαφίου (2) του άρθρου 17,
(ζ) προτεινόμενο σχέδιο διορθωτικών μέτρων κατ’ εφαρμογή του εδαφίου (2) του άρθρου 20,
(η) προτεινόμενο προσωρινό σχέδιο μετά το κλείσιμο κατ’ εφαρμογή του εδαφίου (3) του άρθρου 21,
(θ) τις πληροφορίες που δίνονται κατ’ εφαρμογή του περί Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου
(ι) απόδειξη ότι η χρηματική εγγύηση ή άλλο ισοδύναμο εχέγγυο, δυνάμει του άρθρου 23, θα είναι έγκυρη και σε ισχύ είκοσι μία (21) μέρες πριν από την ημερομηνία έναρξης της έγχυσης.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IIΙ
(Άρθρα 17 και 21)
ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΓΙΑ
ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΜΕΤΑ ΤΟ ΚΛΕΙΣΙΜΟ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ
1. Κατάρτιση και επικαιροποίηση του σχεδίου παρακολούθησης
Το σχέδιο παρακολούθησης που αναφέρεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 17 εκπονείται σύμφωνα με την ανάλυση εκτίμησης κινδύνου που πραγματοποιείται στη φάση 3 του παραρτήματος Ι και επικαιροποιείται ώστε να πληροί τις απαιτήσεις παρακολούθησης του εδαφίου (1) του άρθρου 17 σύμφωνα με τα εξής κριτήρια:
1.1. Κατάρτιση του σχεδίου
Στο σχέδιο παρακολούθησης δίνονται λεπτομέρειες της παρακολούθησης προς καθιέρωση στα κυριότερα στάδια του έργου, συμπεριλαμβανομένης της βασικής, επιχειρησιακής και μετά το κλείσιμο παρακολούθησης. Για κάθε φάση θα καθορίζονται τα ακόλουθα:
α) οι παράμετροι που παρακολουθούνται,
β) η χρησιμοποιούμενη τεχνολογία παρακολούθησης και η αιτιολόγηση της επιλογής της τεχνολογίας,
γ) οι θέσεις παρακολούθησης και η λογική χωρικής δειγματοληψίας,
δ) η συχνότητα εφαρμογής και η λογική της χρονικής δειγματοληψίας.
Οι προς παρακολούθηση παράμετροι προσδιορίζονται ώστε να εκπληρώνουν τους σκοπούς της παρακολούθησης. Ωστόσο, το σχέδιο οπωσδήποτε θα περιλαμβάνει συνεχή ή διακεκομμένη παρακολούθηση των εξής αντικειμένων:
ε) διαφεύγουσες εκπομπές CO2 στον εξοπλισμό έγχυσης,
στ) ογκομετρική ροή CO2 στις κεφαλές των φρεάτων έγχυσης,
ζ) πίεση και θερμοκρασία του CO2 στις κεφαλές των φρεάτων έγχυσης (για τον προσδιορισμό της ροής μάζας),
η) χημική ανάλυση του εγχεόμενου υλικού,
θ) θερμοκρασία και πίεση ταμιευτήρα (για την εύρεση της φασικής συμπεριφοράς και κατάστασης του CO2).
Η επιλογή της τεχνολογίας παρακολούθησης θα βασίζεται στη βέλτιστη διαθέσιμη πρακτική τη στιγμή της μελέτης. Οι ακόλουθες επιλογές εξετάζονται και χρησιμοποιούνται, όπως κρίνεται ενδεδειγμένο:
ι) τεχνολογίες που μπορούν να ανιχνεύουν την παρουσία, τη θέση και τις οδούς μετανάστευσης CO2 κάτω από την επιφάνεια και στην επιφάνεια,
ια) τεχνολογίες που παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τη συμπεριφορά όγκου-πίεσης και την κατανομή επιφανειακού/κατακόρυφου κορεσμού του θυσάνου CO2 για την ακριβέστερη προσαρμογή της ψηφιακή τρισδιάστατης προσομοίωσης στα τρισδιάστατα γεωλογικά μοντέλα του σχηματισμού αποθήκευσης που εκπονούνται σύμφωνα με το άρθρο 6 και το Παράρτημα Ι,
ιβ) τεχνολογίες που μπορούν να παρέχουν ευρύ επιφανειακό φάσμα ώστε να λαμβάνονται πληροφορίες σχετικά με τυχόν προηγουμένως μη ανιχνευθείσες δυνητικές οδούς διαρροής ανά τις επιφανειακές διαστάσεις του πλήρους συμπλέγματος αποθήκευσης και πέραν, σε περίπτωση σημαντικών ανωμαλιών ή μετανάστευσης του CO2 εκτός του συμπλέγματος αποθήκευσης.
1.2. Επικαιροποίηση του σχεδίου
Τα δεδομένα που συλλέγονται από την παρακολούθηση του τόπου αποθήκευσης CO2 , υποβάλλονται, αντιπαραβάλλονται και ερμηνεύονται. Τα παρατηρούμενα αποτελέσματα συγκρίνονται με την προβλεπόμενη συμπεριφορά στη δυναμική προσομοίωση της τρισδιάστατης πίεσης και όγκου και τη συμπεριφορά κορεσμού που αναλαμβάνεται στο πλαίσιο του χαρακτηρισμού ασφάλειας κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6 και του Παραρτήματος Ι φάση 3.
Στις περιπτώσεις που παρατηρείται σημαντική απόκλιση μεταξύ της παρατηρούμενης και της προβλεπόμενης συμπεριφοράς, το τρισδιάστατο μοντέλο βαθμονομείται εκ νέου ώστε να αντανακλά την παρατηρούμενη συμπεριφορά. Η εκ νέου βαθμονόμηση θα βασίζεται στις παρατηρήσεις δεδομένων από το σχέδιο παρακολούθησης και, όποτε είναι αναγκαίο, θα προστίθενται επιπλέον δεδομένα για να προσδίδεται εμπιστοσύνη στις παραδοχές της επαναβαθμονόμησης.
Οι φάσεις 2 και 3 του παραρτήματος Ι επαναλαμβάνονται με τη χρήση του/των επαναβαθμονομημένου/ων τρισδιάστατου/ων μοντέλου/ων, ώστε να παράγονται νέα σενάρια δυνητικού κινδύνου και ρυθμοί ροής και να ενημερώνεται η εκτίμηση κινδύνου.
Στις περιπτώσεις όπου εντοπίζονται νέες πηγές CO2, δίοδοι και ρυθμοί ροής, ή παρατηρούνται σημαντικές αποκλίσεις από τις προηγούμενες εκτιμήσεις ύστερα από την αντιπαραβολή του ιστορικού και την επαναβαθμονόμηση του μοντέλου, επικαιροποιείται αντίστοιχα το σχέδιο παρακολούθησης.
2. Παρακολούθηση μετά το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης
Η παρακολούθηση μετά το κλείσιμο του τόπου αποθήκευσης, θα βασίζεται στις πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν και μοντελοποιήθηκαν στη διάρκεια της εφαρμογής του σχεδίου παρακολούθησης που αναφέρεται στο άρθρο 17 παράγραφος (2) και ανωτέρω στο σημείο 1.2 του παρόντος παραρτήματος. Θα εξυπηρετεί ειδικότερα την παροχή των απαιτούμενων πληροφοριών για τον προσδιορισμό όσων διαλαμβάνονται στο άρθρο 22 παράγραφος (1).